«Ithaca-Our Odyssey 1» της Κριστιάν Ζαταΐ / Σκηνοθεσία: Κριστιάν Ζαταΐ
Οι θεατές επί σκηνής της Κεντρικής Σκηνής. Σε δυο αντικριστές κερκίδες. Η σκηνή χωρισμένη στα δυο. Με, ανάμεσά τους, δυο αυλαίες από χοντρά νήματα. Ανάμεσα στις δυο αυλαίες, μια «νεκρή ζώνη» -καλόγουστη η διευθέτηση του χώρου. Έξι ηθοποιοί -τρεις γυναίκες, τρεις άντρες. Στα δυο «θέατρα» παίζονται, ταυτόχρονα, απ’ τους ίδιους ηθοποιούς, δυο διαφορετικά κείμενα που
συγκροτούν ένα έργο: το ένα, στη μια πλευρά, για τους θεατές της αντίστοιχης κερκίδας, διαδραματίζεται στην Ιθάκη της Πηνελόπης και των Μνηστήρων που την περιτριγυρίζουν, απ’ όπου ο Οδυσσέας λείπει είκοσι χρόνια στον Τρωικό Πόλεμο και στο μακρύ ταξίδι της επιστροφής -εκείνες είναι η Πηνελόπη εις τριπλούν, εκείνοι οι Μνηστήρες εις τριπλούν-, στο άλλο, στην άλλη πλευρά, οι αντίστοιχοι θεατές, είμαστε στην Ωγυγία, το νησί όπου ο Οδυσσέας, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής απ’ την Τροία, παρέμεινε επτά χρόνια, μαγεμένος
απ’ τα κάλλη της Καλυψώς -εκείνοι είναι ο Οδυσσέας εις τριπλούν, εκείνες η Καλυψώ εις τριπλούν. Στην Ιθάκη, μια χώρα διαλυμένη απ’ την κρίση, η Πηνελόπη διασκεδάζει με τους Μνηστήρες, στην Ωγυγία ο Οδυσσέας ζει με το νόστο για την πατρίδα και θέλει να
φύγει ενώ η Καλυψώ προσπαθεί να τον κρατήσει. Η Βραζιλιάνα Κριστιάν Ζαταΐ στην παράστασή της «Ithaca-Our Odyssey 1», πρώτη ενός δίπτυχου που ’χει σχεδιάσει, αντλεί ελεύθερα απ’ τον Όμηρο και την «Οδύσσεια» και προεκτείνει τον αρχετυπικό μύθο
στη σημερινή πραγματικότητα -ο Πόλεμος, χώρες σε κρίση που υποδέχονται αλλά δεν καλοδέχονται τους πρόσφυγες (τους σύγχρονους Οδυσσείς)-, πλέκοντας στη χαλαρή μυθοπλασία της τις αφηγήσεις προσφύγων για τις περιπέτειές τους. Η παράστασή της απαιτεί μετακίνηση των θεατών της κάθε κερκίδας στην απέναντι, ώστε να παρακολουθήσουν, διαδοχικά, και τα δυο μέρη, ενώ οι ελαφρές αυλαίες επιτρέπουν να φτάνουν στ' αυτιά τους διάλογοι κι εντάσεις απ’ τη δράση στην πίσω απ’ τις αυλαίες σκηνή, δράση την
οποία ήδη παρακολούθησαν ή θα παρακολουθήσουν. Οι δράσεις (στα γαλικά, στα πορτογαλικά και στα αγγλικά, με υπέρτιτλους, σε καλά ελληνικά, απ’ την Λουίζα Μητσάκου για τα γαλικά και τον Γιάννη Παπαδάκη για τα πορτογαλικά), με διαρκή απεύθυνση στο κοινό κι αιτήματα απ’ τους ηθοποιούς για συμμετοχή του -που δεν
πετυχαίνει ιδιαίτερα...-, χαλαρές, άριστα συντονισμένες στην πολυπλοκότητά τους, προσφέρουν μια αμεσότητα και μια καθημερινότητα αλλά όχι -κατά τη γνώμη μου- τη μέθεξη και την απογείωση. Ειδικά το -πιο σύντομο- μέρος «της Πηνελόπης», που διάλεξα να το δω πρώτο, το βρήκα στείρο και ιδιαίτερα βαρετό. Το μέρος, όμως, «του Οδυσσέα» με κέντρισε. Οι συνδέσεις που η Κριστιάν Ζαταΐ -η οποία υπογράφει τη δραματουργία, τη σκηνοθεσία και την καθοριστική σκηνογραφία-, πετυχαίνει με τα διαδραματιζόμενα στην άλλη πλευρά, όπως τότε ανακαλύπτεις, τα «νήματα» που ενώνει, το εφέ με το νερό που σιγά-σιγά κατακλύζει
τη σκηνή -η θάλασσα που χωρίζει τα δυο νησιά, η θάλασσα που τόσο ταλαιπώρησε, πήγε να πνίξει, τότε, τον Οδυσσέα, τώρα ταλαιπωρεί, πνίγει τους πρόσφυγες-, οι προβολές πάνω στις αυλαίες και τα ολογράμματα με τα ερωτικά συμπλέγματα ανάμεσά τους, οι αυλαίες που ανεβαίνουν κι ενοποιούν τους τρεις σκηνικούς χώρους, κατόπιν πέφτουν και βουλιάζουν μέσα στα νερά, για να ξανανεβούν μουσκεμένες
μου κράτησαν το ενδιαφέρον. Αν και -το ομολογώ- διαρκώς σκεφτόμουν -και νοσταλγούσα- «Tο τελευταίο καραβάνσεράι (Οδύσσειες)», το συγκλονιστικό έπος της Αριάν Μνουσκίν. Κι αναλογιζόμουν πόσο δύσκολο είναι, μετά την παράσταση αυτή, για οποιονδήποτε σκηνοθέτη να καταπιαστεί με το συγκεκριμένο θέμα... (Φωτογραφίες: Ανδρέας Σιμόπουλος).
(Το -δωρεάν- πρόγραμμα της παράστασης, κατατοπιστικό).
«Στέγη» Ιδρύματος Ωνάση / Κεντρική Σκηνή, «Odéon-Théâtre de l’ Europe» (Παρίσι), 30 Νοεμβρίου 2018.
No comments:
Post a Comment