July 12, 2012

«Οδύσσεια» ο Μπομπ Γουίλσον, «Ιλιάδα» ο Στάθης Λιβαθινός


Tο Τέταρτο Κουδούνι / 12 Ιουλίου 2012

Επιστροφή στον μεσοπολεμικό _ άντε και αμέσως μεταπολεμικό _ ικανό, στέρεο άγγλο γραφιά του θεάτρου Τζον Πρίστλεϊ για το ελληνικό θέατρο η προσεχής σεζόν. Εκτός απ’ τον Γρηγόρη Βαλτινό που, όπως διάβασα, θ’ ανεβάσει, στο «Ιλίσια» το «Ο επιθεωρητής έρχεται» του 1945 κι ο Αλέξανδρος Κοέν θα σκηνοθετήσει στο «Altera Pars» το «Εμείς και ο χρόνος» του 1937 με πρωταγωνίστρια την Μίνα Χειμώνα. Κάποτε τον λάτρευα τον Πρίστλεϊ ως συγγραφέα. Μέλλει να αποδειχθεί αν αντέχει ακόμα.


Η «Ιλιάδα» του Ομήρου
είναι το καινούργιο σχέδιο του Στάθη Λιβαθινού ο οποίος, εκτός «Ακροπόλ» πια, θ’ ανεβάσει την ερχόμενη σεζόν με την ομάδα του το ομηρικό έπος ως ανεξάρτητη παραγωγή της εταιρείας «Polyplanity» της _ επίσης σκηνοθέτριας _ γυναίκας του Γιολάντας Μαρκοπούλου, σε χώρο που δεν έχει ακόμα προσδιοριστεί. Έτσι θα συμπληρωθεί ένα πολύ ενδιαφέρον για το κοινό ομηρικό «δίπτυχο» μαζί με την «Οδύσσεια» που ετοιμάζει για το φθινόπωρο και την Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου ο Ρόμπερτ Γουίλσον.
Η «Ιλιάδα» θ’ ανεβεί σε δραματουργική επεξεργασία – διασκευή Έλσας Ανδριανού και Στρατή Πασχάλη με τους οποίους θα συνεργαστεί ο σκηνοθέτης, πάνω σε μετάφραση που δεν έχει ακόμα αποφασιστεί, και με σκηνικά και κοστούμια Ελένης Μανωλοπούλου. Σίγουροι στη διανομή της παράστασης, Βασίλης Ανδρέου, Μελέτης Ηλίας, Δημήτρης Ήμελλος, Στέλιος Ιακωβίδης, Νίκος Καρδώνης, Νεφέλη Κουρή, Μαρία Σαββίδου, Χρήστος Σουγάρης, Άρης Τρουπάκης, Αμαλία Τσεκούρα, Γιώργος Χριστοδούλου αλλά προβλέπεται και κάποια διεύρυνση της ομάδας με νεότερους ηθοποιούς. Η προεργασία έχει ήδη αρχίσει ενώ οι δοκιμές θα ξεκινήσουν αρχές Σεπτεμβρίου με την προοπτική τους πρώτους μήνες του 2013 να ’ναι έτοιμη μια πρώτη μορφή της παράστασης.
Αξίζει να σημειωθεί πως είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται στην ελληνική σκηνή η «Ιλιάδα» σε μορφή καθαρά θεατρική για ενηλίκους. Ο θίασος «Αβάντι» της Κέλλυς Σταμουλάκη σε διασκευή και σκηνοθεσία της κι η Κάρμεν Ρουγγέρη σε δικές της διασκευή και σκηνοθεσία την έχουν παρουσιάσει αλλά για παιδιά, αντίστοιχα, τη σεζόν 2008 – 2009 στο «Περοκέ» ο πρώτος και η δεύτερη τη σεζόν 2009 – 2010, παράλληλα, με διαφορετικούς θιάσους, στην Αθήνα, στο «Θέατρον» του «Ελληνικού Κόσμου» και στην Θεσσαλονίκη, στο «Εγνατία». Στο Εθνικό Θέατρο, επίσης, τη σεζόν 2010 - 2011 έγινε, στην Αίθουσα Εκδηλώσεων του Κτιρίου Τσίλερ, απλώς «σκηνική παρουσίαση» της «Ιλιάδας» στην καινούργια μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη με είκοσι τέσσερις εκλεκτές, νέες και παλαιότερες, ηθοποιούς μας να ερμηνεύουν η καθεμιά τους, για μια φορά κάθε βδομάδα, μια απ’ τις 24 ραψωδίες του έπους.
Την Ραψωδία Ψ, πάντως, της «Ιλιάδας» στην Ελλάδα _ στους Δελφούς _ και στο πλαίσιο της 8ης Διεθνούς Συνάντησης Αρχαίου Ελληνικού Δράματος έχει παρουσιάσει το 1995, με τη μορφή θεατρικού εργαστηρίου, μόνος του, ο διακεκριμένος ρώσος σκηνοθέτης Ανατόλι Βασίλιεφ ο οποίος επανήλθε εκεί το 2006, με πλήρη παράσταση του ίδιου κειμένου απ’ τη μοσχοβίτικη ομάδα του «Σχολή Δραματικής Τέχνης».


Ένα απολαυστικό απόσπασμα απ’ το μυθιστόρημα του Νάνου Βαλαωρίτη «Τα σπασμένα χέρια της Αφροδίτης της Μήλου» με τον τίτλο «Η κοκόνα η Μαρώ» θα ερμηνεύσει το χειμώνα ως μονόλογο στην Σκηνή «+1» του «104» των Εκδόσεων Καστανιώτη η καλή Μίνα Αδαμάκη που επιμένει τα τελευταία χρόνια σε ουσιαστικές επιλογές.
Πρόκειται για ένα κείμενο σουρεαλιστικό που μπλέκει επιδέξια το χρόνο και το χώρο της αφήγησης, το παρελθόν και το μέλλον μ’ ένα χιούμορ ασεβές και καταλυτικό. Η Κοκόνα η Μαρώ, μια… εξώλης και προώλης Πολίτισσα, την πρώτη περίοδο της Επανάστασης του ’21, αναμειγνύει την ηδονή του έρωτα με την οδύνη για τον χαμό του Γένους των Ελλήνων σ’ ένα εκρηκτικό μείγμα ευφορίας και προβληματισμού για το μέλλον του τόπου.
«Η κοκόνα η Μαρώ» θα παρουσιαστεί από 8 Οκτωβρίου σε σκηνοθεσία και με μουσική επιμέλεια της ίδιας της Μίνας Αδαμάκη, με φωτισμούς Κατερίνας Μαραγκουδάκη και βοηθούς σκηνοθέτη τον Κωνσταντίνο Ασπιώτη και τον Λάζαρο Βαρτάνη.
Το ίδιο κείμενο έχει ερμηνεύσει εκθαμβωτικά, ως μονόλογο επίσης και σε σκηνοθεσία της, η Μάγια Λυμπεροπούλου το 2003 και στο πλαίσιο του δεύτερου προγράμματος μονολόγων της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας, παράσταση που επαναλήφθηκε την επόμενη σεζόν 2004 – 2005 στην Β΄ Σκηνή του θεάτρου «Οδού Κεφαλληνίας».





Το ’χα διαπιστώσει στο τερπνό, επιτυχημένο Βαριετέ που οργάνωσε πέρσι και πρόπερσι _ αλήθεια, γιατί όχι και φέτος; _ το Φεστιβάλ Αθηνών στο «Τροχόσπιτό» του: πως ο Γιώργος Νανούρης, παρουσιαστής και τις δυο φορές, ηθοποιός λαμπερός και με χιούμορ, διαθέτει στόφα «κονφερανσιέ» που λέγαμε παλιά. Έχει αμεσότητα, έχει ετοιμότητα και μπορεί να στηρίξει ένα θέαμα.
Τις ικανότητές του αυτές τις διαπίστωσα γι άλλη μια φορά, αξιοποιημένες στο έπακρο και φέτος. Στη φιλόξενη γκαλερί «M Art Space» του Ανδρέα Μανωλιουδάκη. Στο διαδραστικό δρώμενο «Μαζί» που ο Γιώργος Νανούρης έστησε με μέσα μηδενικά, με κείμενα ιδιαίτερα, ανάλαφρα, που έπιαναν απ’ τις αφορμές της… Γαλλικής Επανάστασης μέχρι τα προσωπικά του, με πολύ, πολύ χιούμορ, με απλότητα και με αμεσότητα που έφερνε αμέσως κοντά _ «μαζί του» _ το κοινό.
Μια θεατρική στιγμή εύφορη, την οποία, αν και πέρασε πάνω από ενάμισης μήνας που είδα την περφόρμανς, την κρατώ ανάμεσα στις καλές της χειμωνιάτικης θεατρικής περιόδου.


Η Βέρα Κρούσκα αλλά κι ο εξαίρετος Θανάσης Αλευράς κι η Σοφία Φαραζή περιλαμβάνονται στη διανομή της νέας κωμωδίας του Άκη Δήμου «Όθων και Ποθούλα» που θ’ ανεβάσει το χειμώνα ο Σταμάτης Φασουλής κρατώντας το ρόλο του Όθωνα ενώ η Σοφία Φιλιππίδου θα ’ναι η Ποθούλα _ είναι η πολλοστή συνεργασία των δυο ηθοποιών με πιο πρόσφατη το «Απόψε τρώμε στης Ιοκάστης» του ίδιου και πάλι συγγραφέα, που παίχτηκε για δυο σεζόν (2008 – 2010) στο ίδιο θέατρο κι όπου ο Σταμάτης Φασουλής σκηνοθετούσε κι η Σοφία Φιλιππίδου πρωταγωνιστούσε. Τα σκηνικά, της Μαργαρίτας Χατζηιωάννου και τα κοστούμια της Ντένης Βαχλιώτη.



Προ 50ετίας
Τα Θεατρικά Νέα


[…] Στην Επίδαυρο θα παιχθούν αύριο , Σάββατο, οι «Φοίνισσες» και την Κυριακή οι «Βάκχες». Στις «Φοίνισσες» πρωταγωνιστούν η Κατίνα Παξινού, ο Αλέξης Μινωτής, η Άννα Συνοδινού και ο Θάνος Κωτσόπουλος. Στις «Βάκχες» κυρίους ρόλους κρατούν πάλι η Παξινού και ο Μινωτής. 13 Ιουνίου 1962.


Χθες το βράδυ προ του θεάτρου του Εθνικού Κήπου αστυφύλαξ της τροχαίας  έκαμε παρατηρήσεις στην Σπεράντζα Βρανά. Εκείνη εξωργισμένη επετέθη κατά του αστυφύλακος τον οποίον και εγραντζούνισε σε διάφορα μέρη του προσώπου του με αποτέλεσμα ο αστυφύλαξ να μεταφερθή στο Σταθμό Α΄ Βοηθειών. Η αστυνομία συνέλαβε μετά την παράστασι την Βρανά και την παραπέμπει σήμερα να δικασθή στο Αυτόφωρο. 14 Ιουνίου 1962.


Κατά πληροφορίες από την Βοστώνη
το θερινό θέατρο της Ουίλλιαμστάουν άρχισε τις παραστάσεις της σαιζόν με τον «Ρινόκερω» του Ιονέσκο, του οποίου το ανέβασμα επαινέθηκε ομοφώνως  από τους κριτικούς και φαίνεται ότι πρόκειται να καταρρίψη το ρεκόρ εισπράξεων. Σκηνοθέτης του έργου είναι ο Νίκος Ψαχαρόπουλος […]. 18 Ιουνίου 1962.


Δημοσιεύτηκε στα ««ΝΕΑ»

Ένας ιδιοφυής έλληνας μαέστρος


Απερίφραστα να πω από την αρχή ότι έχω την πεποίθηση πως ο αρχιμουσικός Θεόδωρος Κουρεντζής, καλλιτεχνικός διευθυντής σήμερα της Όπερας και του Μπαλέτου της (ρωσικής) Περμ, αποτελεί ένα κεφάλαιο για την Ελλάδα _ ασφαλώς αναξιοποίητο εδώ… _, το οποίο όμως εκμεταλλεύεται η Ρωσία, όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές του και όπου ζει και δημιουργεί, ενώ ήδη έχει αρχίσει να γίνεται αντιληπτή η αξία του σε πανευρωπαϊκό και, σύντομα πιστεύω, σε διεθνές επίπεδο.
Η συναυλία του στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών με το συμφωνικό συγκρότημα «MusicAeterna» που ο ίδιος έχει δημιουργήσει το απέδειξε περίτρανα. Ένα σύνολο μικρής ηλικίας και απόλυτα νεανικής σύνθεσης που η ομοιογένειά του μου άφησε την εξαιρετική αίσθηση ενός απίστευτα δεμένου οργάνου το οποίο ο Κουρεντζής με μαλακές κινήσεις οδηγεί εκεί που θέλει. Από τα ανεπαίσθητα αλλά ποτέ άχρωμα πιανίσιμι μέχρι τα εκκωφαντικά αλλά ποτέ σκληρά φορτίσιμι. Μέσα από ένα ήχο δουλεμένο εξαντλητικά, πλούσιο, λαμπερό, άψογο που καταδεικνύει πόσο οι μουσικοί της ορχήστρας είναι δεμένοι με τον μαέστρο τους και πόσο αυτός τους εμπνέει.
Η συναυλία άνοιξε με το σημαδιακό Δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο του Ραχμάνινοφ, στο οποίο ο σολίστας Αλεξάντερ Μέλνικοφ μπορεί να με απογοήτευσε με μια ερμηνεία που δεν την διέκρινε η διαύγεια αλλά η ορχήστρα έδειξε ήδη τη δυναμική της.
Χρειάστηκε όμως να έρθει το δεύτερο μέρος και η συγκλονιστική εκτέλεση της Πέμπτης Συμφωνίας του Σοστακόβιτς για να φανεί όλη η γκάμα της. Και οι ικανότητες του μαέστρου Κουρεντζή που, ως φαινόμενο φυσικό, με τρόπο ιδιοφυή ανέδειξε τόσο τον ελεγειακό όσο και τον επικό χαρακτήρα του σπουδαίου αυτού έργου _ μια εσωτερικότητα συναρπαστική.
Τα τρία ανκόρ _ δυο αποσπάσματα από το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Προκόφιεφ και ένα συγκλονιστικό α καπέλα χορωδιακό _ έκπληξη του σοβιετικού Σβιρίντοφ με σολίστ μια σοπράνο _ ολοκλήρωσαν την ήδη σχηματισμένη εικόνα κλείνοντας αρμονικά ένα πρόγραμμα με μουσική αποκλειστικά ρώσων συνθετών.
Ελπίζω η Ελλάδα να «άκουσε» την αποθέωση που το κοινό της βραδιάς επεφύλαξε στον Κουρεντζή και τους μουσικούς του, να νοιώσει _ γρηγορότερα απ’ όσο συμβαίνει συνήθως σε ανάλογες περιπτώσεις… _ περήφανη για τον Θεόδωρο Κουρεντζή και να εκμεταλλευτεί αυτό το ΠΟΛΥ σημαντικό τέκνο της.
Μια βραδιά που δικαιώνει το Φεστιβάλ Αθηνών.

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών / Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης, 10 Ιουλίου 2012.

* Έχετε ακόμα την ευκαιρία να ακούσετε τον Θεόδωρο Κουρεντζή απόψε, 12/7, να διευθύνει «Πετρούσκα» και «Γάμο» του Στραβίνσκι συνοδεύοντας το Μπαλέτο της Όπερας της Περμ.

July 5, 2012

Όταν ολόκληρη Επίδαυρος έκανε «τσις» στον Καρακατσάνη


Το Τέταρτο Κουδούνι / 5 Ιουλίου 2012
 

To «Insenso» του Δημήτρη Δημητριάδη, μια άρια χωρίς μουσική, εμπνευσμένο απ’ το «Senso» του Λουκίνο Βισκόντι φτάνει _ Σάββατο, Κυριακή, Δευτέρα _ στο Φεστιβάλ Αθηνών σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού. Με τη μορφή κοράλ. Να μην ξεχάσουμε, όμως, πως το πρώτο του ανέβασμα έγινε μόλις τον περασμένο Μάιο _ παίχτηκε για καμιά εικοσαριά μέρες αλλά πρόλαβα να το δω _ στο μπαρ «Nixon» σε σκηνοθεσία Εμμανουήλ Κουτσουρέλη. Σ’ εκδοχή για δυο «φωνές»: μια ενδιαφέρουσα λιτή, αυστηρή, «μοναστηριακή» παράσταση. Με δυο νέες, εξαιρετικά, πάντως, διδαγμένες ηθοποιούς, την Σταματίνα Παπαμιχάλη και την Μαρίζα Τσάρη.


«[…] Γιατί να ανεβάσω εγώ ένα έργο στην Επίδαυρο
και όχι κάποιος έλληνας σκηνοθέτης; Ή ακόμα καλύτερα μια νέα ελληνίδα σκηνοθέτις; Δώστε σ’ εκείνους την Επίδαυρο! Εγώ πλησιάζω τα πενήντα, έχω ήδη κάνει αρκετά. Για τη νεότερη γενιά ανησυχώ. Κι εσείς δεν πρέπει, εν μέσω κρίσης, ν’ αφήσετε τη νέα γενιά να πάει χαμένη. Φροντίστε τη! Δώστε της όσο περισσότερες ευκαιρίες υπάρχουν, τις χρειάζεται».
Εμβρόντητος έμεινα, όταν το διάβασα. Έτσι απαντάει η διακεκριμένη αγγλίδα σκηνοθέτρια Κέιτι Μίτσελ _ λάτρεψα την «Δεσποινίδα Julie» της που είδαμε απ’ την «Σάουμπίνε» στο Φεστιβάλ Αθηνών _ στην ερώτηση της Ιλειάνας Δημάδη «Αν σας γινόταν πρόταση να σκηνοθετήσετε στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, ποιο έργο θα επιλέγατε;», στην ενδιαφέρουσα συνέντευξη που της έκανε στο «Αθηνόραμα».
Τι λέτε, κυρία Μίτσελ μου; Τι λέτε τώρα; Πώς τολμάτε; «Εγώ πλησιάζω τα πενήντα, έχω ήδη κάνει αρκετά»; Αν είναι δυνατόν; Πού ακούστηκε αυτό στην Ελλάδα και πότε; Ποιος είπε ποτέ στον τόπο αυτό «έχω κάνει αρκετά»; Ανήκουστο! Που εδώ και στα ογδόντα να φτάνουν οι άνθρωποι του θεάτρου μας _ τις εξαιρέσεις να σας τις μετρήσω στα δάχτυλα του ενός χεριού και μην πιάσω τους πολιτικούς… _, και στα ενενήντα, όχι δε λένε τέτοιες κουβέντες, όχι δεν παραμερίζουν για κανέναν νέο, όχι κανέναν νέο δε νοιάζονται ή δε φροντίζουν, αν δεν είναι του «κύκλου» τους, αλλά κι όταν κάτι ανατεθεί σε κάποιον νεότερο διαμαρτύρονται, στέλνουν επιστολές, γράφουν σε εφημερίδες, διεκδικούν, πέφτουν να τον φάνε, τον συκοφαντούν, τον λοιδορούν, λυσσάνε. Αφήστε πια για τους ξένους που έρχονται να σκηνοθετήσουν στην Επίδαυρο… Για δοκιμάστε, κυρία μου...


Ενδιαφέρον και ενισχυμένο και προσεγμένο το καλοκαιρινό πρόγραμμα που ανακοίνωσε η Τεχνόπολις του Δήμου Αθηναίων _ κάτι γίνεται εκεί. Αλλά όχι και Φεστιβάλ ΤσίρκΟ που διαβάζω στο σχετικό δελτίο Τύπου. Έλεος! Το τσίρκο, του τσίρκΟ; Ε, όχι! Το τσίρκο, του τσίρκΟΥ: δεκαετίες τώρα πολιτογραφημένο στα ελληνικά.


Από ηθοποιούς καλούς έως και σπουδαίους,
έλλειψη δεν είχαμε ποτέ στην Ελλάδα. Ούτε έχουμε. Θεατρίνους με κεφαλαίο το Θήτα, με την έννοια του φυσικού φαινομένου και με τα όσα συνεπάγεται η έννοια αυτή, ένα μόνον είχαμε τις τελευταίες δεκαετίες. Τον Θύμιο Καρακατσάνη. Μας άφησε κι αυτός, δεν απόμεινε κανένας.
Του Θύμιου Καρακατσάνη πολλά θέλω να ξεχάσω. Απ’ τις τελευταίες παραστάσεις του μέχρι διάφορα απ’ αυτά που, κατά καιρούς, δήλωνε σε ραδιόφωνα και τηλεοράσεις. Έχω, όμως, να κρατήσω και πολλά. Πάνω απ’ όλα _ σα φυλαχτό _ τρεις στιγμές. Μεγάλες για μένα στιγμές. Ανεξάλειπτες απ’ τη μνήμη. 

1971, τότε θέατρο «Αλάμπρα», θίασος Φέρτη – Καλογεροπούλου, «Επιθεωρητής» του Γκόγκολ. Ο Καρακατσάνης Διοικητής απολαυστικός, σπαρταράει απ' τα γέλια ο κόσμος κάτω, εκείνος έρχεται μπροστά, στο προσκήνιο, κι απευθύνεται στο κοινό: «Γιατί γελάτε, βρε; Με τα μούτρα σας γελάτε!» _ και το γέλιο γίνεται αμήχανο, παγώνει. 
1988, τότε θέατρο «Μινώα», «Στέλιος» του Γιάννη Ξανθούλη. Ο Καρακατσάνης, σε οίστρο αυτοσχεδιαστικό, εντοπίζει έναν δεκτικό ηλικιωμένο θεατή και δεν ξέρω πώς, καταφέρνει και τον παρασύρει πάνω στη σκηνή. Για ποιο λόγο; Μα για να «κάνουν» μαζί _ ναι! _ το τρένο: «τσαφ - τσουφ, τσαφ – τσουφ, τσαφ - τσουφ». 
1999, Επίδαυρος, «Θεατρική Διαδρομή», «Θεσμοφοριάζουσες». Ο Καρακατσάνης, Μνησίλοχος ντυμένος γυναίκα, «προσπαθεί να κάνει τσίσα του» _ προσθήκη βέβαια. «Δυσκολεύεται»: «Τσις, τσις…» . Και, ναι, συμπαρασύρει ολόκληρο _ ΟΛΟΚΛΗΡΟ! _ το φισκαρισμένο κοίλο να τον «υποβοηθήσει»: «τσις, τσις…», όλοι μαζί. Χιλιάδες κόσμος, ολόκληρη η Επίδαυρος, «τσις, τσις…».


«Στην κυριολεξία
μέσα από αυτόν άρχισα να απομακρύνομαι από τον κλασικισμό και από όλη αυτή την παράδοση τη μεταφυτευμένη στο ελληνικό θέατρο και στην ελληνική σκέψη γενικότερα από την Κεντρική Ευρώπη» λέει ο διεθνής σκηνοθέτης μας Θεόδωρος Τερζόπουλος σε _ πολύ ενδιαφέρουσα _ συνέντευξη που παραχώρησε στην Αγγελική Μπιρμπίλη και που _ καθυστερημένα _ διάβασα στην «Athens Voice», αναφερόμενος στο δάσκαλο και μέντορά του, όπως ομολογεί, (Ανατολικο)Γερμανό συγγραφέα και σκηνοθέτη Χάινερ Μίλερ.
Σωστά _ συμφωνώ για τα περί κεντροευρωπαϊκοφερμένης παράδοσης στο ελληνικό θέατρο και στην ελληνική σκέψη γενικότερα. Αλλά η ειρωνεία είναι πως κι ο Θεόδωρος Τερζόπουλος ακριβώς το ίδιο ομολογεί: πως το φως μέσα από έναν επίσης Κεντροευρωπαίο το είδε!


Πώς να με σοκάρει πια το «μια σειρά από παραστάσεις – εμπειρία»  και το «σε ένα νοσταλγικό πάρτι – χαβαλές» που είδα πάλι σε εβδομαδιαίο περιοδικό καλλιτεχνικής ενημέρωσης το οποίο εφαρμόζει κανόνες μετα-συντακτικού; Όταν διάβασα στους ελληνικούς υπέρτιτλους της _ αφόρητης για μένα _ «Επιστροφής του Οδυσσέα» της «Σάουμπίνε» στο Φεστιβάλ Αθηνών «πολλά περισσότερα», όταν άκουσα «πολλά περισσότερα» και επί σκηνής στον «Αρχιμάστορα Σόλνες» του Γιάννη Χουβαρδά, όταν άκουσα και στα «πολιτιστικά» της  _ θεωρούμενης και κουλτουριάρικης  _ ΕΡΑ3 «των τριών μείζονων συνθετών» _ όλ’ αυτά μαζεμένα _, είπα: «Ε, πάει, τελειώσαμε πια. Ως γλώσσα. Κι όχι μόνον ως γλώσσα»…


Μ’ ένα παράπονο έμεινε
η οικογένεια του καλού ηθοποιού Τάκη Βουλαλά που ’φυγε απ’ τη ζωή στις 20 Απριλίου. Από μαθητής του πρώτου έτους της δραματικής σχολής του _ 1960 _ στις παραστάσεις του Εθνικού, βασικό στέλεχός του _ πρωταγωνιστής του _ απ’ το 1963 έως το 1997 _ τριάντα επτά ολόκληρα χρόνια απ’ τη ζωή του, τη μισή σχεδόν, να ’χει φάει συνολικά εκεί _, και το Εθνικό Θέατρο ν’ απουσιάσει ΠΑΝΤΕΛΩΣ απ’ την κηδεία του; Ούτε ένα στεφάνι, ούτε δυο λόγια, έτσι για τα μάτια; Εγώ, ντράπηκα όταν το άκουσα. Και δεν είναι, δυστυχώς, η πρώτη φορά...


Προ 50ετίας
Τα Θεατρικά Νέα


Απόψε αρχίζει παραστάσεις
το κηποθέατρο «Νίκου Χατζίσκου» με το «Ρομάντζο της πεντάρας» του Μπέρτολτ Μπρεχτ, που ανεβάζεται σε μετάφρασι Μίτσης Κουγιουμτζόγλου , με σκηνοθεσία Χατζίσκου, σκηνικά και κοστούμια Νίκου Εγγονόπουλου και με τη μουσική του Κουρτ Βάιλ που θα την εκτελή ορχήστρα υπό την διεύθυνσι του Αργύρη Κουνάδη. Τους βασικούς ρόλους του έργου ερμηνεύουν ο Νίκος Χατζίσκος, η Τιτίκα Νικηφοράκη, η Κάκια Αναλυτή, ο Γιάννης Αργύρης, η Μαρία Γιαννακοπούλου, η Αγνή Βλάχου και ο Δημ. Καλλιβωκάς. 5 Ιουλίου 1962.



Η «μόδα» του Μπρεχτ συνεχίζεται και μαζί της, αλλοίμονο, και οι περιπέτειες των έργων του στην Ελλάδα. Το διαπιστώσανε οι θεατές της προχθεσινής «πρώτης» του θεάτρου Χατζίσκου. Στο πρόγραμμα ανεφέρετο η «Όπερα της πεντάρας» ή ακριβέστερα το «Ρομάντσο της πεντάρας», όπως παρουσίασε το έργο του Μπρεχτ ο θίασος. Όσοι όμως έτυχε να το έχουν ιδεί έξω (έχει κάμει το γύρο του κόσμου) ή να το διαβάσουν, αμφιβάλλω αν θα το αναγνώριζαν. Τόσο έχει παραμορφωθή από το ανέβασμα […] (από κριτική του Βάσου Βαρίκα). 10 Ιουλίου 1962.
 
Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ»