February 27, 2023

Στο Φτερό / Χώματα, παντού... ή Όταν δεν τις έλεγαν ακόμα γυναικοκτονίες

  

«Ο συνεργός» του Γιώργου Χριστοδούλου / Σκηνοθεσία: Γιώργος Χριστοδούλου

 

Ένα χωριό, κάπου στην επαρχία, αρχές της δεκαετίας του 2000. Ο Αποστόλης ζει με τη γυναίκα του, την Τασούλα, μία ήσυχη ζωή. Ο Θάνος, όμως, ο ξάδερφός του ο αγαπημένος, «ερωτευμένος» και σε σχέση με την Βίκυ, φίλη της

Τασούλας, «δεν περνάει μαζί της καλά». Γιατί τη ζηλεύει. Και της κάνει τη ζωή δύσκολη. Τσακώνονται, χωρίζουν, τα ξαναφτιάχνουν, τσακώνονται και πάλι... Ώσπου, μία μέρα, ενώ η Βίκυ κοιμάται στο σπίτι του, ψάχνει στο κινητό της και βρίσκει ένα sms από κάποιον άλλον άντρα. Την ξυπνάει, διαπληκτίζονται και τη σκοτώνει -τη στραγγαλίζει. Πανικόβλητος, αποφασίζει 
να μην παραδοθεί στην αστυνομία αλλά να εξαφανίσει το πτώμα. Δεν μιλάει σε κανέναν παρά μόνο στον Αποστόλη που τον έχει «σαν αδερφό του» -εκεί αρχίζει το έργο. Και τον πιέζει να τον βοηθήσει  Και ο Αποστόλης, όσο και αν αντιδρά και αρνείται στην αρχή, τελικά, τον βοηθάει. Θα γίνει ο συνεργός του. Στο χωριό πιστεύουν ότι η Βίκυ το έσκασε με κάποιον άλλο, διαδίδεται η φήμη ότι κάποιος, κάπου, κάποτε την είδε στην Θεσσαλονίκη και αρχίζουν να την κακολογούν. Ως «ελαφρών ηθών». Ο Αποστόλης -που ο «αγαπημένος ξάδερφος» τον εκβιάζει πια- ζει έναν εφιάλτη. Η γυναίκα του το  αντιλαμβάνεται και προσπαθεί να τον ελαφρώσει. Τελικά, θα της εξομολογηθεί τι συνέβη. Η Τασούλα αποφασίζει να φύγει από κοντά του, για την Αθήνα αλλά γυρίζει πίσω πριν ξεκινήσει. Για να του σταθεί -τον αγαπάει. Και ξέρει πως δεν πρέπει να μιλήσει. Το ασήκωτο 
βάρος μεταφέρθηκε από το φονιά στον Αποστόλη και από τον Αποστόλη στην Τασούλα. Η μάνα της Βίκυς, η κυρία Γεωργία, την ψάχνει απεγνωσμένα και  
πιστεύει πως η Τασούλα, η οποία ήταν η κολλητή της, ξέρει πού είναι το κορίτσι που «έχει εξαφανιστεί». Και την πιέζει να της μιλήσει. Δεν αντέχεται αυτό. Η κοπέλα αρχίζει να σαλτάρει. Ενώ ο δολοφόνος, ελαφρά τη καρδία, εμφανίζεται στα κανάλια ως πληγωμένος και προδομένος και ανήσυχος, κάνοντας έκκληση στην Βίκυ «να γυρίσει». Τελικά η αστυνομία θα τον εντοπίσει και ο Θάνος θα ομολογήσει και θα συλληφθεί. Μαζί και ο Αποστόλης, ως συνεργός. Η ζωή όλων έχει γίνει συντρίμμια. Η μάνα της Βίκυς θα επιτεθεί -και με το δίκιο της- στην Τασούλα που δεν της μίλησε. Όταν, όμως, εκείνη προσπαθήσει να της εξηγήσει το γιατί -γιατί αγαπούσε τον άντρα της και προσπαθούσε να τον σώσει-, το τρομερό δίλημμα που αντιμετώπιζε η κοπέλα θα 
μαλακώσει λίγο τη μάνα. Μοιάζει η αποδοχή και η τόσο δύσκολη συμφιλίωση να είναι κοντά (;). Ο ηθοποιός Γιώργος
Χριστοδούλου, με το πρώτο έργο του που βλέπει τα φώτα της σκηνής, τον «Συνεργό», δείχνει ικανότητες υπολογίσιμες. Ο τρόπος που αντιμετωπίζει το θέμα με το οποίο καταπιάνεται, θέμα καυτό με τις αλλεπάλληλες γυναικοκτονίες των τελευταίων χρόνων, καθώς υιοθετεί το ρεαλισμό, δεν φτάνει σε μεγάλο βάθος αλλά είναι έξυπνη: μετατοπίζει τον άξονα από το φόνο και το θύτη στο συνεργό και στα διλήμματα που υψώνονται αδυσώπητα για εκείνον και τη γυναίκα του. Χαρακτηρίζει με επάρκεια τα τέσσερα πρόσωπα και έχει πολύ καλή αίσθηση της σκηνικής οικονομίας -ούτε στιγμή δεν πλατειάζει. Το έργο, καλά συμπυκνωμένο,
με διαλόγους άμεσους, δεν γίνεται  μελοδραματικό αλλά σε παγώνει -είναι αμείλικτο: μία τραγωδία με πολύ σκληρή κάθαρση. Εκεί, όμως, που, εγώ τουλάχιστον, εντοπίζω, την επιτυχία της παράστασης, είναι η σκηνοθεσία την οποία έχει αναλάβει ο ίδιος ο Γιώργος Χριστοδούλου -ο 
συγγραφέας. Σε ένα σκηνικό λιτό, φτωχό θα έλεγα αλλά σωστό -θα ήθελα, όμως, πιο απτό και το δωμάτιο του Θάνου-, φωτισμένο από την Ναυσικά Χριστοδουλάκου, σκηνικό που, μαζί με τα, επίσης, σωστά κοστούμια υπογράφουν ο Αλέξανδρος Γαρνάβος και η Τζίνα Ηλιοπούλου, ο σκηνοθέτης
φαίνεται να έχει δουλέψει πολύ προσεκτικά με τους ηθοποιούς του, τους έχει δέσει καλά, οι ρυθμοί είναι έξοχοι, οι παύσεις είναι εκφραστικότατες, γεμάτες. Και τα ευρήματά του με τα χώματα -το δοχείο με τα χώματα που σκάβει με τα χέρια ο
Αποστόλης βρομίζοντάς τα και σημειολογώντας το θάψιμο της κοπέλας, τα χώματα που, συγκλονιστικά, ξεχύνονται από τη ρωγμή στον τοίχο, η γλάστρα που ξεριζώνει στην απόγνωσή της η εγκλωβισμένη στη σιωπή Τασούλα-  και με τα βίντεο από τις παλιές καλές μέρες που αντιστικά ξεσκίζουν την τρέχουσα πραγματικότητα του έργου -αξίζουν τη μνεία. Εκείνα, πάντως, που δεν θα ξεχάσω είναι η αρχή, με το παλιό, χαρούμενο βίντεο από κάποια γενέθλια της Βίκυς (βίντεο Δομνίκη Μητροπούλου, Αλέξης Ορφανίδης) που σιγά-σιγά δίνει τη θέση του, κοκαλώνοντας το θεατή, στην αργή είσοδο των συντριμένων προσώπων και το βαθιά συγκινητικό φινάλε -η μάνα που πάει να φύγει, αφού έβγαλε όλη την πίκρα και την οργή της στην Τασούλα, σταματάει, αφού εκείνη της απολογήθηκε, μεγάλη σιωπή, και, μετά, της λέει για το φυτό που η Τασούλα έχει ξεριζώσει ότι μπορεί να ξαναπιάσει, γονατίζουν και οι δύο πάνω από τη 
γλάστρα, απλώνουν ένα χέρι η καθεμία στο χώμα της αλλά, όταν της Τασούλας το χέρι  πάει να αγγίξει της μάνας, εκείνη το τραβάει απότομα -δεν είναι εύκολη  η συγχώρεση... Τα τραγούδια α καπέλα που ακούγονται, σε μουσική επιμέλεια Γιάννη Λατουσάκη, από τη σπαρακτική φωνή της Αθηνάς Σακαλή -η οποία συμμετέχει και στο βίντεο- δίνουν πρόσθετη ώθηση στην παράσταση και την απογειώνουν. Οι τέσσερις ηθοποιοί -ο ίδιος ο Γιώργος Χριστοδούλου ως Θάνος, αν και θα ήθελα πιο σύνθετη την ερμηνεία του, η Μαρία Προϊστάκη (Τασούλα), η Φανή Παναγιωτίδου (έξοχη η σκαμμένη μάσκα της σπαρασσόμενης Κυρίας Γεωργίας) στηρίζουν 
 
αποφασιστικά την παράσταση, με κορυφαίο τον Χρήστο Κοντογεώργη (Αποστόλη, με απολύτως πειστική την εσωτερίκευση των τόσο αντιφατικών συναισθημάτων που τον βασανίζουν). Δείτε την παράσταση αυτή! (Φωτογραφίες: Δομνίκη Μητροπούλου).
 
(Έντυπο πρόγραμμα για την παράσταση δεν υπάρχει).
 
Θέατρο «Επί Κολωνώ» / Κεντρική Σκηνή, «Θεατροχώρος», 21 Φεβρουαρίου 2023.

February 24, 2023

Στο Φτερό / Χαμός: η Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» ως κλαμπ

 

Κρούντερ και Ντόρφμάιστερ: συναυλία 

 

Δεν ήταν απλώς μία συναυλία. Ήταν ένα «live audiovisual show», όπως το χαρακτήριζαν. Οι δύο Αυστριακοί, ο Πίτερ Κρούντερ και ο Ρίτσαρντ Ντόρφμάιστερ, που γιορτάζουν φέτος τα τριάντα χρόνια (το 1993 κυκλοφόρησαν το ιστορικό, πια, EP τους «G-Stoned») από τη σύμπηξη του ντουέτου τους

Κρούντερ και Ντόρφμάιστερ, εμφανίστηκαν στη σκηνή με τα λάπτοπ μπροστά τους, από πίσω φωτισμένοι, ώστε να μην τους βλέπουμε καθαρά, με μία γιγαντοοθόνη υψωμένη στο βάθος και άρχισαν να παίζουν τις μουσικές τους. Μουσικές επηρεασμένες από την άφρο τζαζ έως το χιπ χοπ, που έχουν καταλήξει σε downtempo και τριπ χοπ, acid και drumnbass -ανάμεσά τους και το τελευταίο τους «1995»-, και οι

οποίες -η έκπληξη- διαδέχτηκαν για μία βραδιά τον «Φάλσταφ» της Λυρικής και το «3 Rooms» του Μπαλέτου της που παίζονταν εκεί. Οι K&D δεν παρέλειψαν βέβαια και την παράλληλη «δουλειά» τους: το remixing. Ακούσαμε, πειραγμένους, από Depeche Mode και Doors έως Ντέιβιντ Μπάουι και Πέγκι Λι, 

από Queens of the Stone Age έως Bomb The Bass και Count Basic... Το «Let’s dance» του Μπάουι έδωσε το σύνθημα: όλο σχεδόν το θέατρο σηκώθηκε όρθιο

και παρέμεινε όρθιο, λικνιζόμενο μέχρι το τέλος που καθόλου γρήγορα δεν ήρθε -σχεδόν δυόμισι ώρες έπαιζαν οι K&D! Όπου η Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» της Λυρικής μεταμορφώθηκε σε κλαμπ ορθάδικο χωρίς, πάντως,

ποτήρια στο χέρι και αλκοόλ, άντε κανένα πλαστικό μπουκαλάκι με νερό. Αλλά, είπαμε, επρόκειτο για «live audiovisual show». Από την πρώτη στιγμή έως και το τέλος, στην οθόνη περνούσε εξαιρετική video art: καλειδοσκοπικά γραφιστικά, μαγευτικά χρώματα, άρρηκτο δέσιμο, ρυθμικά συντονισμένο με τις μουσικές, προβολείς «εναντίον» μας, που μας τύφλωναν... Έκαναν και το ανκόρ τους οι Κρούντερ και Ντόρφμάιστερ, οι προβολείς τούς φώτισαν από μπροστά και τους είδαμε -μια

χαρά είναι-, στη γιγαντοοθόνη εμφανίστηκε ένα «Ευχαριστούμε Αθήνα» και η συναυλία -το «live audiovisual show»- έληξε αισίως, με το κοινό κατευχαριστήμενο. Δεν ήξερα ότι οι Κρούντερ και Ντόρφμάιστερ έχουν τόσο μεγάλο φαν κλαμπ στην Αθήνα! (Φωτογραφίες: Σοφία Παπαστράτη).

(Έντυπο πρόγραμμα ή άλλο υλικό για το κοινό δεν υπήρχε).

Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» / Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος», Σειρά Συναυλιών «Cosmos», 20 Φεβρουαρίου 2023.

February 23, 2023

Στο Φτερό / Δύο, εις στόμα ένα ή Μουσική μετάπλαση του μπεκετικού σύμπαντος

 

«Όχι εγώ» του Ζήση Σέγκλια, κείμενο Σάμουελ Μπέκετ / Μουσική διεύθυνση: Νίκος Βασιλείου. Σκηνοθεσία: Σάββας Στρούμπος. 
 
Ένα σύντομο μονόπρακτο -ένας σύντομος μονόλογος- είναι το «Όχι εγώ»(1972) του Σάμιουελ Μπέκετ: μία γυναίκα μιλάει χειμαρρωδώς, χωρίς ειρμό, με αναφορά σε κάποια ακαθόριστη τραυματική εμπειρία από το παρελθόν της, σε ένα χωράφι, στο Κρόκερ της Ιρλανδίας, εμπειρία απωθημένη στη 
μνήμη της. Το ιδιαίτερο στο έργο είναι ότι ο ιδιοφυής ιρλανδός συγγραφέας-κορυφή του 20ου αιώνα ζητάει να φωτίζεται με μία δέσμη μόνο το στόμα της, μέσα σε ένα θεοσκότεινο περιβάλλον, με την παρουσία ενός μόλις διακρινόμενου
Ακροατή, απροσδιόριστου φύλου. Ο λόγος, εντελώς θραυσματικός και εκτοξευόμενος, όπως επίσης είναι η αυστηρή οδηγία του συγγραφέα, με μεγάλη ταχύτητα δεν επιτρέπει εύκολα την κατανόηση του κειμένου -λέξεις μόνον ακούγονται. Ο Μπέκετ μοιάζει να έχει πια διαρρήξει εντελώς τη σχέση του με τη γλώσσα και να αφήνεται και να αφήνει το θεατή του στην αίσθηση ενός υπαρξιακού κενού που χαρακτηρίζει, άλλωστε, όλο του το έργο -μιας απόγνωσης τραγικής, χωρίς κάθαρση. Γι αυτό, ίσως, αγγίζει περισσότερο από άλλους συγγραφείς, σύγχρονους ή προγενέστερούς του, έστω και χωρίς κάθαρση, την αρχαία 
τραγωδία. Ο Ζήσης Σέγκλιας, χρησιμοποιώντας τη μετάφραση του Θωμά Συμεωνίδη, και με τη συνεργασία του σκηνοθέτη Σάββα Στρούμπου έκαναν μία, καταρχάς, πολύ τολμηρή κίνηση: να μεταπλάσσουν το μονόλογο του Μπέκετ σε έργο μουσικού θεάτρου. Με αλλαγές στην υφή του: ο μονόλογος έγινε «ντουέτο» και το στόμα, δύο κορμιά από τη μέση και πάνω, με 
το επί σκηνής μικρό μουσικό σύνολο να υφαίνει ένα, σύγχρονης γραφής, μουσικό χαλί που πάνω του κεντιέται -χωρίς να μελοποιηθεί- ο λόγος, με ρυθμούς άλλοτε συμβατούς προς το κείμενο και άλλοτε αντιστικά. Τελικά, όμως, αυτός καθαυτός ο μπεκετικός λόγος ενέχει τη μουσική. Και, χωρίς να μελοποιηθεί, οι ήχοι του μπλέκονται με τους
μουσικούς ήχους. Και αν δεν τηρείται το μπεκετικό «γράμμα», το πνεύμα του μπεκετικού σύμπαντος είναι παρόν. Με εξαιρετική, κατά τη γνώμη μου, επιτυχία. Τα δύο αλλόκοτα, σαν εξωγήινα, πλάσματα, με τα μαλλιά θύσανο, με τα πρόσωπα και το διακρινόμενο μέρος του κορμού βαμμένα λευκά, που αναδύονται μέσα από τον προμηθεϊκό βράχο και που, στο τέλος, καταδύονται
μέσα σ’ αυτόν, και ο  Ακροατής, μία φιγούρα βγαλμένη, λες, από το ιαπωνικό θέατρο, με βαμμένο, επίσης, άσπρο το κορμί, τυλιγμένος με ένα κόκκινο σκοινί και δεμένος με αυτό από το βράχο, που σαν να προσπαθεί εις μάτην να τον μετακινήσει, να κόψει τον ομφάλιο λώρο, καθηλωμένος σε μία οντολογική ακινησία, εκφράζουν, πιστεύω, με περισσότερο από ικανοποιητικό τρόπο, την ουσία του σύντομου κειμένου. Φωνές, φωνίτσες, λόγος άναρθρος, φθόγγοι, εισπνοές, εκπνοές, γρυλίσματα, μελίσματα, λαρυγγισμοί, τρεμουλιάσματα της φωνής, κραυγές, ψίθυροι, παιχνιδίσματα με τη γλώσσα, παιχνιδίσματα με τα χείλη, φωνητικές ακροβασίες... -όλα, έστω και αν, έτσι, γίνεται ακόμα πιο δύσκολη η πρόσληψη του κειμένου από το θεατή- επιστρατεύονται από το συνθέτη  και από τον Σάββα Στρούμπο που ακολουθεί τη μέθοδο του δασκάλου του Θεόδωρου Τερζόπουλου ο οποίος έχει δημιουργήσει σχολή.
και απλώνουν χρονικά το κείμενο. Μία εξαντλητικά δουλεμένη παράσταση. Στα (υπερ)θετικά της, και η αισθητική της: η σκηνική εγκατάσταση της Κατερίνας Παπαγεωργίου -αυτός ο βράχος που καταλήγει σε αναλόγιο, ο ριγμένος μέσα στην
ερημιά της σκηνής-, το κόκκινο σκοινί του Ακροατή, τα κοστούμια της και το όλο στάιλινγκ, οι καίριοι φωτισμοί, οι σχεδιασμένοι από τον Χρήστο Μπεθάνη δίνουν ένα γερό χέρι βοηθείας στη σκηνοθεσία. Και, φυσικά, το μουσικό μέρος, με τον μουσικό διευθυντή Νίκο Βασιλείου, για άλλη μια φορά, να αναμετριέται και να διακρίνεται σε εκτέλεση σύγχρονης μουσικής. Η Έβελυν Ασουάντ και η Έλλη Ιγγλίζ αποτελούν δύο εξαιρετικά όργανα- φωνητικά και σωματικά-, ουσιαστικά δύο, εις στόμα ένα, που τα συμπληρώνει με την αρμονική κίνησή του ο Ακροατής Μπάμπης Αλεφάντης. Μία ακόμα επιτυχημένη ανάθεση της Εναλλακτικής Σκηνής της Λυρικής σε σύγχρονο έλληνα συνθέτη (Φωτογραφίες: Ανδρέας Σιμόπουλος).
 
 
(Πλουσιότατο και καλόγουστο το -δίγλωσσο, ελληνικά και αγγλικά, στα βασικά- πρόγραμμα της παράστασης -υπεύθυνος έκδοσης, επιμέλεια ύλης Χαράλαμπος Γωγιός-, με μία, κατά τη γνώμη μου, αδυναμία: τα εμπεριστατωμένα κείμενά του αφορούν περισσότερο τους ειδικούς του χώρου και λιγότερο το θεατή/ακροατή/αναγνώστη στον οποίο θα έπρεπε να απευθύνονται, ώστε να τον φωτίσουν στο δύσβατο δρόμο του έργου, της παράστασης και της μουσικής).
 
Εθνική Λυρική Σκηνή / «Εναλλακτική Σκηνή», Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», Ε.Λ.Σ. και Ομάδα «Σημείο Μηδέν», 19 Φεβρουαρίου 2023.