June 30, 2013

Μυρουδιά από πορτοκάλι… Τρέξτε!



Το έργο. Η μνήμη. Οι μνήμες. Οι αποχαιρετισμοί. Οι πάσης φύσεως αποχαιρετισμοί… Η επιστροφή στα χρόνια της αθωότητας. Οι τοίχοι που μας στεγάζουν και η ιστορία τους _ το σπίτι των παιδικών μας χρόνων, το Σπίτι μας. Οι παλιές φωτογραφίες. Προσώπων αγαπημένων, προσώπων ξεχασμένων, προσώπων αγνώστων. Στα όρια αυτά _ τα χωρίς όριο… _ είχε κινηθεί η παράσταση «Κήπος Στάχτες. Από το βελούδινο άλμπουμ του 20ουαιώνα» που ανέβασε ο Ηλίας Κουνέλας τη σεζόν 2010 – 2011 στην Πάτρα, για το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, και κατόπιν, σε διαφορετική μορφή, τη μετέφερε σ’ ένα φτωχικό νεοκλασικό του 1925 στον Κολωνό, την επόμενη σεζόν, για να την επαναλάβει και το χειμώνα που πέρασε. Βασισμένη στην, κάτω από τον γενικό τίτλο «Το οικογενειακό μας τσίρκο» καλομεταφρασμένη στα ελληνικά από την Γκάγκα Ρόσιτς και την Μαρία Κεσίνη, αυτοβιογραφική τριλογία «Πρώιμα βάσανα» (1970) / «Κήπος στάχτες» (1965) / «Κλεψύδρα» (1972) του γεννημένου στην προπολεμική Γιουγκοσλαβία από πατέρα Εβραίο της Ουγγαρίας και μητέρα Μαυροβούνια Ντανίλο Κις, με κύριο άξονα το δεύτερο βιβλίο.
Πάνω στην  παράσταση αυτή του χειμώνα _ ο Αντρέας Σαμ που ο πατέρας του χάθηκε στο Άουσβιτς γυρίζει στο πατρικό του και στις μνήμες των παιδικών του χρόνων, στη ραπτομηχανή της μάνας του και στη μανία του πατέρα του για τα τρένα, σε μια απ’ τις μέρες που, μικρό, η μάνα του τον έλουζε και τον έπλενε και τον έντυνε και στη μέρα που ο πατέρας έφυγε για το στρατόπεδο, στην αδελφή του, στους τοίχους του παλιού σπιτιού, στις παλιές φωτογραφίες… _, τώρα που έληξε, ο Ηλίας Κουνέλας που υπογράφει τη σύλληψη και τη σκηνοθεσία και οι συνεργάτες του ετοίμασαν μια άλλη παράσταση. Μια παράσταση  – σχόλιο: «Η εμπειρία της παράστασης Κήπος Στάχτες». Εξομολογούνται, ενώπιος ενωπίω με το κοινό, τι προσωπικό τους συνέδεσε με το έργο του Κις, τις εμπειρίες τους με τους θεατές που βρίσκονταν σε απόσταση ανάσας, τις αντιδράσεις τους... ενώ σπαράγματα της αρχικής παράστασης τρυπώνουν ανάμεσα.
Η παράσταση. Τα τρία παιδιά, σε καρέκλες, απέναντί μας, δένουν αριστοτεχνικά νήματα από τις δικές τους ζωές, τις δικές τους εμπειρίες με στιγμές της παράστασης, με λόγια του Κις, με γεγονότα της ζωής του _ διότι περί αυτοβιογραφικού κειμένου πρόκειται _, με μυρουδιές _ μυρίζει πορτοκάλι και μυρωδικά… Δένουν με το έργο που έπαιξαν νήματα από αναμνήσεις τους, από δικές μας _ ναι! _ αναμνήσεις, από ένα κουμπί κακοραμμένο, από ένα ρούχο, από ένα οργανάκι, από μια γιαγιά που ίσως δεν υπάρχει πια, από μια μάνα που ζει στα Σκόπια κι ήρθε να δει την παράσταση, από το Μπουρνάζι της παιδικής ηλικίας, από ένα σφύριγμα τρένου, από τους γείτονες, από τους Πακιστανούς μετανάστες του διπλανού σπιτιού…
Η παράσταση ξεκινάει από την αυλή του παλιού σπιτιού όπου καθόμαστε όπως – όπως, με σωρευμένα γύρω μας, ανάκατα, τα σκηνικά της προηγούμενης, με κάποιες παλιές φωτογραφίες κρεμασμένες σ’ ένα κελάρι, με τρία - τέσσερα ντυμένα με γκρενά βελούδο άλμπουμ που κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι κι όπου τοποθετούνται, την ίδια στιγμή, φωτογραφίες της παράστασης που έληξε, με την ηθοποιό της παράστασης να ποτίζει τα λουλούδια και συνεχίζεται μέσα στο σπίτι για να κλείσει μ’ ένα σεντούκι. Που όταν το ανοίγουν είναι γεμάτο λουλούδια. Εκεί, σαν σε φέρετρο, οι τρεις ηθοποιοί κλείνουν τρυφερά, στοργικά τρία κοστούμια τους που έπαιξαν στην παράσταση _ ανάμεσά τους το κόκκινο σακάκι του παππού του Ηλία _ κι έτσι αποχαιρετούν το «Κήπος Στάχτες» που θα πρέπει να τους σημάδεψε.
Το όλο πράγμα βασίζεται στον αυτοσχεδιασμό. Κάποιες μικρές κοιλιές δεν εμποδίζουν τη ροή. Ούτε τη συγκίνηση. Να ξεχυθεί. Οι τρεις ηθοποιοί είναι και οι ίδιοι συγκινημένοι. Αλλά καμιά στιγμή δεν το δείχνουν εξωτερικά. Σοφή επιλογή. Γι αυτό η συγκίνηση  πλημμυρίζει εσένα, το θεατή. Ειδικά όταν έκλεισαν τα φύλλα από τις ξύλινες μεσόπορτες, μείναμε λιγότεροι, απομονωθήκαμε με καθέναν από τους ηθοποιούς και ο Ηλίας Κουνέλας, με τον οποίο βρέθηκα, μας εξομολογήθηκε πως αυτό θα ήθελε να είναι το θέατρο. Ντρεπόμουν για τα δάκρυα που έτρεχαν από τα μάτια μου. Που τρέχουν ακόμα και τη στιγμή αυτή καθώς ανακαλώ την παράσταση _ άργησα να γράψω γιατί δεν ήξερα αν οι λέξεις μπορούν να μεταφέρουν κάποια ίχνη αυτού που ένοιωσα, αυτού του εύθραυστου κολάζ αναμνήσεων που πλέκεται εκεί... Αλλά αισθάνθηκα λυτρωτικά. Μέσα από όσα λέγονται. Αλλά, κυρίως, μέσα από όσα δεν λέγονται…
Η δουλειά της Κατερίνας – Χριστίνας Μανωλάκου στα κοστούμια και, κυρίως, στα σκηνικά, αν και αφανής και «αυτονόητη», θα πρέπει να ήταν εξαντλητική. Και πολύτιμη: ΕΙΝΑΙ η αυθεντικότητα. Η κινησιολογική επιμέλεια του Κωνσταντίνου Καρβουνιάρη, οι φωτισμοί του Νίκου Σωτηρόπουλου και η μουσική του Ηλία Κουνέλα επίσης βάζουν το χεράκι τους στο ντελικάτο αποτέλεσμα.
Η διανομή. Οι τρεις ηθοποιοί Κωνσταντίνος Καρβουνιάρης, Ηλίας Κουνέλας και Ζωή Τούντα δεν έχουν να αντιμετωπίσουν ρόλους. Είναι και οι τρεις αληθινοί και άμεσοι. Και εξαιρετικοί πομποί συγκίνησης. Αυτό είναι υπεραρκετό. Απλώς πιστεύω πως η Ζωή Τούντα, με την τόσο ενδιαφέρουσα φυσιογνωμία και την υπέροχη φωνή, έχει να δώσει πολλά στο θέατρο.
Το συμπέρασμα. Μια έκκληση: ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ την παράσταση αυτή. Είτε είδατε _ πόσω μάλλον… _ το αρχικό «Στάχτες Κήπος» είτε όχι. Θα νοιώσετε πως το θέατρο _ ΑΥΤΟ, το «φτωχό» θέατρο _ μπορεί ακόμα να σας κάνει καλύτερους ανθρώπους.
Το Ελληνικό Φεστιβάλ έχει και φέτος στην Αθήνα και στην Επίδαυρο πολλές παραστάσεις, ελληνικές και ξένες με ονόματα, ίσως και παραστάσεις ιδιαίτερα σημαντικές. Αλλά επιτρέψτε με να πιστεύω πως αυτή είναι η φετινή του παράσταση – Γεγονός.  

«Κολωνός», Φεστιβάλ Αθηνών, 24 Ιουνίου 2013

Μέγας Αλέξανδρος: απ’ την Ροξάνη και την Λιζάουρα ποια να διαλέξει;


Το έργο. Ο (Μέγας) Αλέξανδρος έχει φτάσει στην Ινδία μετά από τη νικηφόρα, επική εκστρατεία του στην Ασία. Καιρός για… έρωτες. Εκείνο που τον απασχολεί είναι δυο γυναίκες: η Ροξάνη, περσίδα πριγκίπισσα, αιχμάλωτή του, και η Λιζάουρα, μια πριγκίπισσα από την Σκυθία. Θέλει και τις δύο, και οι δύο τον θέλουν, αλλά δεν αποφασίζει σε ποια θα κατασταλάξει. Αλλά και ο πιστός υποστηρικτής του Ταξίλης, ο βασιλιάς των Ινδιών, ο οποίος χρωστάει στον Αλέξανδρο ζωή και θρόνο, είναι ερωτευμένος με την Λιζάουρα. Η οποία, προς το παρόν, τον αποκρούει. Η αντιπαλότητα των δύο γυναικών και η αναποφασιστικότητα του Αλέξανδρου _ απ’ την Ροξάνη και την Λιζάουρα ποια να διαλέξει;…_ κυριαρχούν στο έργο.
Παράλληλα, όμως, ο στρατηλάτης μακεδόνας βασιλιάς, τρελαμένος από τη ματαιοδοξία έως και μεγαλομανία ανακηρύσσει εαυτόν Υιό του Διός. Ο μόνος από το περιβάλλον του που τολμάει να υψώσει φωνή αντίθεσης στην κίνηση αυτή είναι ο φίλος του ο στρατηγός Κλείτος. Αλλά και ο στρατηγός Λεονάτος οργανώνει με τους φίλους του, καθώς δεν μπορούν πια να ανεχτούν την αλαζονεία του Αλέξανδρου, μία απόπειρα εναντίον του. Η απόπειρα θα αποτύχει, ο Αλέξανδρος θα φυλακίσει, με δεσμοφύλακα τον Κλέωνα ο οποίος συγκαταλέγεται στους κόλακές του, τον Κλείτο αλλά ο Λεονάτος και οι δικοί του τον απελευθερώνουν φυλακίζοντας τον Κλέωνα _ που, επίσης, τελικά, ελευθερώνεται _ και ετοιμάζονται πια για ένοπλη σύγκρουση με τον Αλέξανδρο. Η επέμβαση του Ταξίλη με τα στρατεύματά του οδηγεί τη συνωμοσία σε κατάρρευση. Ο Αλέξανδρος, πάντως, μεγαλόψυχα παρέχει χάρη και _ επιτέλους! _ αποφασίζει: η Ροξάνη θα μείνει κοντά του ενώ η Λιζάουρα κατοχυρώνεται στον ερωτευμένο Ταξίλη. Τέλος καλό, όλα καλά. Το μπαρόκ θριαμβεύει!
Ο «Αλέξανδρος» (1726), «σοβαρή όπερα» του Τζορτζ Φρίντερικ Χέντελ δεν καταχωρείται στα πρώτης γραμμής έργα του αλλά, έτσι κι αλλιώς, έχει την αξία μιας όπερας του Χέντελ. Το _ ιταλικό _ λιμπρέτο του Πάολο Αντόνιο Ρόλι, το οποίο ακομπλεξάριστα, όπως συχνότατα συνέβαινε την εποχή εκείνη, αντλεί από άλλο, πρόσφατο λιμπρέτο, έχει όλα τα χαρακτηριστικά του μπαρόκ _ πώς εκείνο έβλεπε την αρχαιότητα και την προσάρμοζε στα ήθη του _, όλες τις υπερβολές και τις απιθανότητές του που καθιστούν την όπερα αυτή σήμερα, τελικά, κωμική: ο Αλέξανδρος των Ρόλι και Χέντελ δεν είναι καθόλου Μέγας… Και η σχέση του με την ιστορία, αμυδρή.
Η παράσταση. Αυτό το είδε καθαρά η αμερικανίδα χορογράφος Λουσίντα Τσάιλντς που έχει αναλάβει, εκτός από τη χορογραφία, και τη σκηνοθεσία. Και το εκμεταλλεύτηκε δεόντως. Με εξαιρετικό τρόπο. Λεπτό και καλαίσθητο. Στήνοντας με χιούμορ που ποτέ δεν γλιστράει στο γκροτέσκο και στη χοντροκοπιά αλλά και με γνώση μία παράσταση που μάλλον ειρωνική θα μπορούσα να τη χαρακτηρίσω παρά παρωδία. Μία παράσταση πολύπλοκη που δεν επιδεικνύει, όμως, την πολυπλοκότητά της.
Η ιδέα της να τοποθετήσει στα κινηματογραφικά πλατό της δεκαετίας του ’30 την όπερα του Χέντελ, ως ταινία που γυρίζεται στην μπαρόκ _ με τα μέτρα του τότε Χόλιγουντ _ μορφή της αλλά τα γυρίσματα διακόπτονται και η πλοκή συνεχίζεται, κυρίως, στο παρασκήνιο ως σύγκρουση ενός ερωτικού τριγώνου _ που και είναι στην πραγματικότητα _, έδωσε περιεχόμενο και ζωντάνια στο βαρετό, ξεπερασμένο κείμενο και στις σχοινοτενείς άριες μπραβούρας. Οι ελευθερίες που πήρε η Λουσίντα Τσάιλντς αγγίζουν συχνά την  αυθαιρεσία αλλά το αποτέλεσμα τη δικαιώνει καθώς καταφέρνει _ και με τις ευφυείς χορογραφίες της, από κλακέτες μέχρι βαλς! _ να κρατήσει το μέτρο και να μην της ξεφύγει ο έλεγχος.
Παράλληλα ο συνδυασμός των διαφορετικών εποχών _ αρχαιότητα του μύθου, μπαρόκ του έργου και Χόλιγουντ του ’30 της σκηνοθεσίας _ αποδεικνύεται ερεθιστικός. Και αφορμή για το σκηνογράφο – ενδυματολόγο Πάρι Μέξη να οργιάσει. Στα εξαίρετα, λειτουργικά σκηνικά του και στα έξοχα κοστούμια του, όπου επιδέξια συνδυάζει σε άψογη ισορροπία την αρ ντεκό με το μπαρόκ και τα ανατολικίζοντα στοιχεία _ υποδειγματική δουλειά! _, η παράσταση πολλά χρωστάει. Πολύτιμη η συνεργασία του Μπρούνο Μπένε στη διδασκαλία της μπαρόκ χορογραφίας και του Γιώργου Τέλλου στους φωτισμούς.
Μεγάλο μερίδιο της επιτυχίας οφείλεται, βέβαια, στο μουσικό σκέλος: στην Καμεράτα – Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής που έπαιξε άψογα _ με ελάχιστα ολισθήματα _ σε όργανα εποχής και στον Γιώργο Πέτρου που, εξελισσόμενος κατακόρυφα, τη διηύθυνε υποδειγματικά κατέχοντας το ύφος και ισορροπώντας τις φωνές. 
Οι ερμηνείες. Η παράσταση έχει την ευτυχία να ερμηνεύεται από μία θαυμάσια _ και καλοδιαλεγμένη _ στο σύνολό της διανομή. Ο κροάτης κόντρα-τενόρος Μαξ Εμάνουελ Τσέντσιτς / Αλέξανδρος, η φυσικότατη στη σκηνή σλοβάκα σοπράνο Αντριάνα Κουτσέροβα / Λιζάουρα, ο καταλανός κόντρα-τενόρος Σαβιέρ Σαβάτα / Ταξίλης _ έξοχος στην πρώτη σκηνή του _, ο ρώσος μπάσος Πάβελ Κουντίνοφ / Κλείτος, ο ισπανός τενόρος Χουάν Σάντσο / Λεονάτος και ο δικός μας κόντρα-τενόρος Νίκος Σπανός / Κλέων διαθέτουν όλοι εξαίρετες φωνές και οι περισσότεροι _ ο Νίκος Σπανός είναι αμήχανος στη σκηνή _ ικανοποιητικές υποκριτικές ικανότητες. Αλλά θα ξεχωρίσω τη γαλλίδα μέτζο Μπλαντίν Στασκιεβίτς: η Ροξάνη της είναι καρπός αρμονικής συνύπαρξης μιας ωραίας εμφάνισης, μιας σπουδαίας φωνής, γνώσης του ύφους, εξαίρετης υποκριτικής και πολύ καλής κίνησης. 
Το συμπέρασμα. Έστω κι αν πλήττετε με το μπαρόκ,  την παράσταση αυτή αξίζει να τη δείτε. Θα σας ικανοποιήσει απόλυτα.

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών / Αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη», Φεστιβάλ Αθηνών, 28 Ιουνίου 2013.

June 27, 2013

Το «Άλμα» του Φάνη Κιρκινέζου ή Με μισή καρδιά


Το Τέταρτο Κουδούνι / 27 Ιουνίου 2013

Τι γκρινιάζατε και γκρινιάζατε; Αναβαθμίστηκε, τελικά, ο πολιτισμός μας. Η γενική γραμματεία Πολιτισμού ξανάγινε υπουργείο Πολιτισμού κι ο Πάνος Παναγιωτόπουλος, εγνωσμένος άνθρωπος του πολιτισμού μας, υπουργός _ κι όχι πια «Αναπληρωτής» _ Πολιτισμού. Δεν θα ’χουμε πια ΑΥΠΑΙΘΠΑ και αηδίες αλλά έναν βαρβάτο ΥΠΟΑ (ή ΥΠΑ;). Ο Κώστας Τζαβάρας απέρχεται έχοντας αφήσει εποχή (βλέπε: Αρτίρ Ρεμπό. «Μια εποχή στην κόλαση») _ δεν ξέρω μόνον αν πρόλαβε να ολοκληρώσει κι όλους τους διορισμούς και τις νομοθετικές ρυθμίσεις που σχεδίαζε… Αρχίζει η Εποχή (βλέπε: Χρυσή Εποχή) Πάνου Παναγιωτόπουλου για τον πολιτισμό μας. Το μέλλον προβλέπεται φωτεινό. Ανοίγεται πεδίον δόξης λαμπρόν (Ωχ, τι έχουν πάλι ν’ ακούσουν τ’ αυτάκια μου…).



Ε ναι, λοιπόν! Αν η μισή του καρδιά βρίσκεται, γιατρέ, εδώ πέρα, η άλλη μισή στο υπουργείο Πολιτισμού βρίσκεται. Του πρωθυπουργού μας, του κ. Αντώνη Σαμαρά. Το δήλωσε ο ανωτέρω νέος υπουργός Πολιτισμού κ. Πάνος Παναγιωτόπουλος. Πως του το εμπιστεύτηκε ο πρόεδρός του (σ.σ. μεταξύ μας, έτσι του το ’πε για να του γλυκάνει το χάπι του υποβιβασμού _ όπως θεωρείται εν Ελλάδι _ απ’ το Άμυνας να σε ρίξουν στο Πολιτισμού…). Την έχει, λέει, αφήσει τη μισή καρδιά του στην Μπουμπουλίνας απ’ την εποχή που _ επίσης όλως τυχαίως, τους είχε ξεμείνει… _ πέρασε απ’ το θώκο του. Τόοοτε. Που είχε ψευδώς ανακοινώσει πως το «Πειραιώς 260» παραχωρείται στο Ελληνικό Φεστιβάλ και πολύ χαρήκαμε όλοι όσοι το χάψαμε… (Σας το ’πα ήδη: ωχ, τι έχουν πάλι ν’ ακούσουν τ’ αυτάκια μου…).




Και το θέατρο «Άλμα» _ ως θεατρική επιχείρηση _ περνάει απ’ τον Βίλη Ανδρέου και την Κατερίνα Μαραγκού στα χέρια του… πολυσυλλεκτικού Φάνη Κιρκινέζου του «Ακροπόλ», ο οποίος θεωρείται, μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου _ διότι συμβαίνουν κι αυτά… _, η ανερχόμενη δύναμη στο χώρο της παραγωγής. Για έναν τουλάχιστον χρόνο. Η προοπτική του, να στεγάσει θίασο υπό τον Στέλιο Μάινα με σκηνοθέτη τον Κώστα Φιλίππογλου. 
Η σχέση παραγωγού και πρωταγωνιστή έχει ήδη ξεκινήσει με την καλοκαιρινή περιοδεία του λορκικού «Περλιμπλίν και Μπελίσα» που ανεβάζει _ η πρεμιέρα την προσεχή Δευτέρα 1 Ιουλίου στον Βύρωνα _ ο Δήμος Αβδελιώδης με την Δήμητρα Ματσούκα και την Ελένη Καστάνη στο πλευρό του Στέλιου Μάινα.




«Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού», «Ελληνικός Κόσμος»… Τόσο στομφώδεις τίτλοι σε υποχρεώνουν σε ανάλογη συμπεριφορά. Φυσικά, αν έχεις αίθριο που το λειτουργείς το καλοκαίρι, έχεις κάθε δικαίωμα να οργανώσεις τις εκδηλώσεις σου _ όπως το Let Me Know Festival 2013. Αλλά αν συνορεύεις με την «Πειραιώς 260», όπου το Φεστιβάλ Αθηνών πραγματοποιεί τις δικές του εκδηλώσεις, ρωτάς να μάθεις τι παίζει στο γείτονά σου τις ίδιες ημερομηνίες. Από αβροφροσύνη. Κι αν πλάι σου παίζεται μια παράσταση χαμηλών τόνων, όπως ο «Κοινός λόγος», ζητάς _ χωρίς να ξέρω, βέβαια, πόση ευθύνη έχει και το Φεστιβάλ κι αν μερίμνησε να ενημερώσει και να συντονίσει με το γείτονα τον προγραμματισμό του… _ απ’ τους καλλιτέχνες σου _ τους μουσικούς που συμμετέχουν _ να μειώσουν τα ντεσιμπέλ κι όχι να βάλουν τον ήχο στο τέρμα. Το βρίσκω τουλάχιστον αγένεια. Δε δημιουργούμε καταστρέφοντας τη δουλειά των άλλων. Διότι τότε πρόκειται περί Μείζονος Αναισθησίας.




Ο θόρυβος για τους τραγουδιστές που συλλαμβάνονται κλέπτοντες οπώρας απ’ την αρχαία τραγωδία ξεκίνησε πριν από αρκετά χρόνια _ το ’95 _ όταν η Μαρινέλλα εμφανίστηκε στο Ηρώδειο _ σεμνά, ως Κορυφαία του Χορού _ στη σύνθεση απ’ τον Σταύρο Τσακίρη χορικών του Ευριπίδη «Γυναικών πάθη».
Φούντωσε για τον Μάριο Φραγκούλη που έπαιξε _ ω της σύμπτωσης! _ Διόνυσο στις «Βάκχες» το 2001 με το ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας, για να περάσει το 2004 και στην Επίδαυρο με τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου ως Αχιλλέας στην _ υποτίθεται… _ ανασυσταθείσα τριλογία του Αισχύλου «Αχιλληίς».
Συνεχίστηκε το 2005 όταν στην Επίδαυρο μπήκε ο Γιώργος Νταλάρας ως Κορυφαίος του Χορού στον «Οιδίποδα τύραννο» του Γιώργου Κιμούλη, που μάλιστα είχε μετατραπεί, απ’ το πολύ το τραγούδι και τον πολύ τον Μπρέγκοβιτς, σε «Νταλάρας τύραννος».
Πέρσι, πάλι, ο Θέμης Μουμουλίδης είχε Κορυφαία στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του την Ρίτα Αντωνοπούλου.
Ε, γιατί να συγχιζόμαστε ξανά; Ας κάνει κι ο Σάααακης (ο Ρουβάς) τον Διόνυσο _ και μάλιστα μ’ ευρωπαϊκά κονδύλια, ήτοι ΕΣΠΑ, μαθαίνω… _ να δούμε τι θα βγει. Στο σινεμά, πάντως, δεν τα πήγε κι άσχημα.
Αλλά το αδιαμφισβήτητο γεγονός είναι ότι ψοφάει για εντυπωσιασμούς του είδους αυτού _ βλέπε και Χριστόφορος Παπακαλιάτης στο «Αμαντέους» του _ και να μπλέκει τα μπούτια της φιλολογίας και του lifestyle και την Ρούλα Πατεράκη με τον Σάααακη ο Δημήτρης ο Λιγνάδης που θα σκηνοθετήσει την τραγωδία. Ε;



Εκείνο, όμως, που με εντυπωσίασε εμένα είναι το πάνελ. Το οποίο αναγγέλλεται για την αυριανή συνέντευξη Τύπου με θέμα τις περί ων ο λόγος «Βάκχες». Αυτή η… ειρηνική συνύπαρξη Αιμιλίας Υψηλάντη _ είναι η «Αργώ» της παραγωγής και των κονδυλίων ΕΣΠΑ _, πρώην βουλευτίνας του ΚΚΕ και επί έντεκα χρόνια μαχητικής προέδρου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, και Μαριάννας Βαρδινογιάννη, προέδρου του Συλλόγου Φίλων Παιδιών με Καρκίνο «Ελπίδα» _ διότι, λέει, «η παράσταση υποστηρίζει, στην πανελλαδική της περιοδεία, τους σκοπούς του Συλλόγου […] και το νέο του έργο, την Τράπεζα Εθελοντών Δοτών Μυελού των Οστών, προσφέροντας μέρος των εσόδων από τα εισιτήριά της», 
Σάκη Ρουβά – Διόνυσου και Ρούλας Πατεράκη -Τειρεσία στην παράσταση και σκηνοθέτη Δημήτρη Λιγνάδη. Πάνελ εκρηκτικού μείγματος. Απορώ πως δεν παρίσταται, ως καθ’ ύλην αρμόδιος, κι ο νέος υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Άδωνις Γεωργιάδης…




Το παλιό νταμάρι της Εργάνης ο Μίνως Βολανάκης ήταν που τους το «χάρισε» _ εδώ και πάνω από τριάντα χρόνια. Στους Δήμους Βύρωνα και Δάφνης / Υμηττού _ όπως έχουν διαμορφωθεί σήμερα με τον «Καποδίστρια». Εκείνος κι οι συνεργάτες του το «ανακάλυψαν», όταν πήραν αμπάριζα τα νταμάρια του λεκανοπεδίου και δημιούργησαν θέατρα στο πουθενά. Ο Βολανάκης ξεκίνησε τα πρώτα φεστιβάλ _ τις πρώτες «Γιορτές των Βράχων» _ εκεί, εκείνοι τ' ανέλαβαν κατόπιν _ ο κάθε Δήμος, μια και το νταμάρι ανήκει και στους δυο, χωριστά, ο ένας μετά τον άλλο, διεξήγαν το φεστιβάλ του. Το ένα θέατρο με τ’ όνομα «Μελίνα Μερκούρη», για λόγους αγνώστους, την εποχή της ευμάρειας έγινε δυο _ το δεύτερο ονόματι «Άννα Συνοδινού» παντελώς άχρηστο, τέλος πάντων… Από πέρσι, κάτι η οικονομική κρίση, κάτι που προφανώς το κατάλαβαν πως ο πληθωρισμός δεν ωφελεί, και το Φεστιβάλ «Στη Σκιά των Βράχων» έγινε ένα _ διαδημοτικό. Ένα Φεστιβάλ προσεγμένο, χωρίς πρωτοβουλίες πολλές και ιδιαίτερη προσωπικότητα, αλλά με καλές επιλογές, όπου μπορείς να δεις τις παραστάσεις της Επιδαύρου κι όλες τις βασικές περιοδεύουσες καλοκαιρινές.
Τις παραστάσεις αυτές, κάποτε τις έβλεπες με συνθήκες ικανοποιητικές _ σ’ ένα ήσυχο, συναρπαστικό τοπίο που ορίζουν τα σκαμμένα βράχια. Όμως οι Δήμοι θέλησαν στον ευρύτερο χώρο να προσφέρουν και χώρους άθλησης στους δημότες τους. Και δημιούργησαν μεγάλα γήπεδα. Πού; Σύρριζα στα θέατρα ενώ η έκταση γύρω τους είναι μεγάλη. Γήπεδα για ποδόσφαιρο, μπάσκετ και λοιπές αθλοπαιδιές, τα οποία λειτουργούν μέχρι βαθείας νυκτός. Οπότε τις εκδηλώσεις _ ειδικά τις θεατρικές παραστάσεις που δε διαθέτουν τα ντεσιμπέλ των συναυλιών _ τις παρακολουθείς συνοδεία ήχων. Αισχύλος με soundtrack ιαχές έως και γαμοσταυρίδια _ ο Θεός κι οι καλοί χριστιανοί αναγνώστες να με συχωρέσουν… _, βρισίδια και τσιρίδες. Στην κορυφή των βράχων φύτρωσε και μια πολυκατοικία που διανθίζει το πάλαι ποτέ στεγνό, σκληρό τοπίο και… φωτίζει τα σκοτάδια των παραστάσεων. Μέχρι πρόσφατα έως και αναψυκτήριο διατιθέμενο και για γαμήλιες δεξιώσεις είχαν δημιουργήσει ΠΛΑΪ στο θέατρο. Όπου, εκεί που ολοφυρόταν η Ηλέκτρα και θρηνούσε η Αντιγόνη και παραληρούσε η Κασσάνδρα, άρχιζαν τα όργανα και… φωτιά στα τόπια. Αυτό, τουλάχιστον, το ’κλεισαν.
Αν στο «ηχητικό τοπίο» προσθέσεις τη φωτογράφο του Δήμου που με το θράσος της άγνοιας περιπολούσε γύρω απ’ την παράσταση και μόνο στο πατάρι της σκηνής που δεν ανέβηκε, την Βίκυ Λέανδρος, τέως βαρόνη, που ενώ έφτασε με πενήντα λεπτά καθυστέρηση δεν κάθισε κάπου στο πλάι, διακριτικά, αλλά την προώθησαν στο χώρο των προσκεκλημένων και άλλα τινά, ε, δεν ήταν κι οι καλύτερες οι συνθήκες για να παρακολουθήσεις τον «Αγαμέμνονα» του Αισχύλου _ σ’ ένα ενδιαφέρον ανέβασμα της Νικαίτης Κοντούρη…


(ΔΕΝ) «Φοβάμαι τους ανθρώπους / που με καταλερωμένη τη φωλιά / πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου». Για να παραφράσω τον Μανόλη Αναγνωστάκη του «Φοβάμαι».
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

June 24, 2013

Μακρύ ταξίδι από την Ελισάβετ στον Νικολάκη



Αυτή η συναυλία είχε όντως κάτι το εντελώς διαφορετικό. Μόνο που όταν έληξε καθόλου δεν σκέφτηκα πως έγινε με ζητούμενο την πρωτοτυπία για την πρωτοτυπία. Ο βιολονίστας, ειδικευμένος στην βιόλα ντα γκάμπα και στην παλαιά μουσική αλλά και σε λόγιες μουσικές παραδόσεις, Ανδρέας Λινός και ο τσεμπαλίστας, επίσης ειδικευμένος στην μπαρόκ μουσική, Μάρκελλος Χρυσικόπουλος είχαν την ιδέα: «Ένας άγγλος ταξιδευτής στο Λεβάντε» ο τίτλος της συναυλίας της οποίας υπέγραφαν τη σύλληψη και για την οποία έσμιξαν μουσικές του αγγλικού μπαρόκ _ Τζον Ντάουλαντ και Άντονι Χόμπορν _ με μουσικές ρωμιών συνθετών της Τουρκίας _ Ζαχαρίας Χανεντές, Νικολάκης _ του 18ου και του 19ου αιώνα _ και του Τούρκου Γκαζί Γκιράι Χαν του 16ου αιώνα. Μουσικές οι οποίες αγκάλιαζαν κείμενα άγγλων ταξιδιωτών ή περιηγητών του 16ου – 17ου αιώνα. Πολύ τολμηρή ιδέα. Θα μπορούσε να προκύψει τερατογένεση. Προέκυξε ένα γοητευτικό ταξίδι.
Η ιδιόμορφη συναυλία άνοιξε με κείμενο του νεαρού κατασκευαστή οργάνων Τόμας Ντάλαμ που μπαρκάρει το 1599 για Κωνσταντινούπολη, ως πρέσβυς καλής θελήσεως, συνοδεύοντας ένα εκκλησιαστικό όργανό του _ ακόμα και το όργανο έδενε με την ιδέα της συναυλίας! _, δώρο της βασίλισσας Ελισάβετ Α΄ στον τούρκο σουλτάνο Μεχμέτ Γ΄. Και συνεχίστηκε με κείμενα περιγραφών του τόπου και της εποχής άλλων άγγλων περιηγητών, που έδεναν, συμπλήρωναν ή κάποιες στιγμές γίνονταν το χαλί για εναλλασσόμενες, δυτικές και ανατολίτικες μουσικές. Για να κλείσει με ένα κείμενο (του Ντάλαμ;) στο οποίο ο ταξιδιώτης ταλαιπωρημένος, εξασθενημένος από μια βαριά αρρώστια που πέρασε, μπαρκάρει και πάλι για να γυρίσει στην  πατρίδα του. Και με ένα κοινό αυτοσχεδιασμό δυτικών και ανατολίτικων αργάνων.
Η κυκλικότητα που έδωσαν στη «συναυλία μετά αφηγήσεως» οι δύο εμπνευστές της _ ένα πλήρες ταξίδι με αρχή, μέση και τέλος _, εκφρασμένη και σκηνικά, με τα καθίσματά τους τοποθετημένα κυκλικά, έδωσε μία εικόνα συγκροτημένης σύλληψης η οποία βέβαια θα παρέμενε ανολοκλήρωτη χωρίς την ανάλογη εκτέλεση. Το σύνολο «Latinitas Nostra» που έχει ιδρύσει ο Μάρκελλος Χρυσικόπουλος απέδειξε πως είναι ένα συγκρότημα με άξιους σολίστες καλά δεμένους, οι τόσο διαφορετικές μουσικές έρρεαν απρόσκοπτα ενώ ο Σπύρος Σακκάς, που είχε αναλάβει την  αφήγηση, μπορεί να έχει μια τάση στο στόμφο και μπορεί κάποιες στιγμές να μην έλεγχε απόλυτα τα κείμενα αλλά ο τρόπος που έχει να τα κατεβάζει στο κοινό είναι τόσο χαρισματικός ώστε, μαζί με το χιούμορ και την πείρα του, να καλύπτει τα τυχόν ελαττώματά του. Ο κοντρατενόρος Νίκος Σπανός έξοχος στο τραγούδι του Ντάουλαντ «Τρέξτε, δάκρυά μου».
Το συμπέρασμα. Μια βραδιά όχι μόνο ιδιαίτερη. Μια βραδιά γοητευτική που με καθήλωσε.

«Πειραιώς 260», «Latinitas Nostra», Φεστιβάλ Αθηνών, 23 Ιουνίου 2013.

June 23, 2013

O κόσμος γέρνει, γκρεμίζεται… ή Ψίθυροι σαν κραυγές




Στιγμιότυπα. Μικρά, σύντομα, καθημερινά στιγμιότυπα. Δυο κοπέλες που η μια δείχνει στην άλλη τα φουστάνια που αγόρασε. Δυο κορίτσια που δοκιμάζουν ένα κραγιόν. Ένα ζευγάρι αγκαλιασμένο. Μια γυναίκα που δανείζει κάποια πράγματα σ’ έναν άντρα. Μια πόρνη. Ένας γιάπης με την τσάντα του, καθισμένος στο δρόμο ν’ ανοίγει ένα κουτί μπύρα. Ένας μετανάστης προφανώς, ξαπλωμένος κατάχαμα, πλάτη σε μας, κοιτάζει τη φωτογραφία ίσως κάποιου οικείου του. Κι άλλος. Κι άλλος που κοιτάζει περισσότερες. Μια συμπλοκή. Κάποιον χτυπούν. Πέτρες πέφτουν στη σκηνή σαν να γκρεμίζονται τοίχοι. Κάποιοι ψίθυροι. Λίγα λόγια. Μερικοί σύντομοι μονόλογοι. Ακούγονται γαλλικά. Αγγλικά. Ελληνικά. Ιταλικά. Ισπανικά. Αραβικά. Γερμανικά. Καμιά κραυγή. Στιγμιότυπα ειρηνικά. Στιγμιότυπα όπου η βία κάνει αισθητή την παρουσία της. Στιγμιότυπα λίγων δευτερολέπτων. Το πολύ ενός, δύο λεπτών _ σαν κλικ φωτογραφικής μηχανής.
Μέσα στο ημίφως ενός σπιτιού, ενός δρόμου, ενός ακαθόριστου χώρου που προσδιορίζεται σκηνικά σαν ένα μαύρο, εύπλαστο κουτί _ η πίσω του πλευρά, ένας μαυροπίνακας. Εκεί πάνω μία από τις περφόρμερ _ η δικιά μας Δάφνη Κουτσαφτή _ θα γράψει «I am Greece», εκεί πάνω ένας Άραβας περφόρμερ θα γράψει «I am Tunisia». Εκεί πάνω, κολλημένος, κάποια στιγμή, ένας χάρτης του μορφώματος που προσδιορίζεται ως Ευρωπαϊκή Ένωση. Μισοσκισμένος. Εκεί, πάνω στο μαυροπίνακα, και αποτυπώματα χεριών. Εκεί, πάνω του, θ' ακουμπήσουν στο τέλος τις παλάμες τους, ντυμένες με λαμέ γάντια του μιούζικαλ, οι περφόρμερ. Και τα στιγμιότυπα αυτά, οι μικροί αυτοί κρίκοι της παραστασιακής αλυσσίδας, δεμένα το ένα στο άλλο μ’ έναν υπόκωφο, βουερό, από τα έγκατα ήχο Αποκάλυψης, σαν να γίνεται ένας βαθύς σεισμός _ σείονται τα έγκατα της πολυκατοικίας μας.
Η Μαγκί Μαρέν και ο Ντενί Μαριότ με την εξαμελή Ομάδα Χορού Μαγκί Μαρέν μιλούν για το σήμερα στην παράστασή τους «Nocturnes» («Νυχτερινά»). Νυχτερινά χωρίς τη μουσική του Σοπέν… Σχεδόν σιωπηλά. Μικρά, σκοτεινά τίποτα που συνθέτουν τον σκοτεινό μας κόσμο. Αυτόν τον κόσμο που γέρνει, γκρεμίζεται όπως λέει ο σεξπηρικός Άμλετ στη μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά. Μια παράσταση εξαιρετικά εύγλωττη μέσα από ψιθύρους και όχι μέσα από κραυγές, με λεπτές πινελιές και χωρίς απλωμένα πανό, γι αυτό που μας συμβαίνει _ στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, στην Τυνησία, παντού…
Η Μαγκί Μαρέν του χορού και ο Ντενί Μαριότ της μουσικής στήνουν, χωρίς πια ίχνος χορού _ κάποιες ελάχιστες νύξεις μόνο _ μια περφόρμανς που θίγει την ανεργία, το θέμα των μεταναστών, το θέμα των αστέγων, το ρατσισμό, τη βία, ό,τι μας καίει αλλά δεν στεκόμαστε σ' αυτό, αφήνουμε τη ζωή να προχωράει. Μια περφόρμανς ποιητική, εξαιρετική, εξαιρετικά (υπο)φωτισμένη από τον Αλεξάντρ Μπενετό, καλαίσθητη που την αναδεικνύουν τόσο τα κοστούμια των Νελί Ζεΐρ και Ραφαέλ Λο Μπέλο και οι ήχοι του Αντουάν Γκαρί όσο και οι έξι ικανότατοι περφόρμερ.
Το συμπέρασμα. Συγκλονιστική παράσταση. Μην τη χάσετε!

«Πειραιώς 260» από την Ομάδα Χορού Μαγκί Μαρέν, Φεστιβάλ Αθηνών, 22 Ιουνίου 2013.

June 21, 2013

Χώματα σκαμμένα με τα νύχια



Το έργο. Γυναίκες. Γυναίκες πρόσφυγες από τον Πόντο, απ’ την Μικρά Ασία. Γυναίκες της Μεγάλης Καταστροφής. Γυναίκες που έχασαν τα πάντα. Γυναίκες που έχασαν άντρες, παιδιά, αδέλφια _ για έντεκα χαμένους αδελφούς μιλάει μια τους! Γυναίκες που παραλογίστηκαν από τον πόνο, γυναίκες που μήνες να οδοιπορούν με το μωρό στο βυζί, που να τους πεθαίνει από τις κακουχίες και να κουβαλούν νεκρό το παγωμένο του κορμάκι μέχρι να βρουν τρόπο και τόπο να το θάψουν. Γυναίκες που είδαν πτώματα σαπισμένα και κεφάλια κομμένα. Γυναίκες που γλίτωσαν και γέρασαν και γύρισαν, χρόνια μετά την Καταστροφή, πίσω στην Σμύρνη, στο Αϊβαλί, στην Κερασούντα…, για να ξαναθυμηθούν, για να ψάξουν μια γωνιά αναγνωρίσιμη, ένα σπίτι παρατημένο, για να ξαναβρούν τις μνήμες τους.
Γυναίκες που βομβαρδίστηκαν, που τρόμαξαν στον Πόλεμο του ’40, που πείνασαν στην Κατοχή, που άκουγαν τις ξέπνοες φωνές των πεινασμένων κάτω από το παράθυρό τους κι έβλεπαν στους δρόμους τα νεκρά κορμιά τους με τις τουμπανιασμένες από την πείνα κοιλιές, που κουβάλησαν σακιά σταφίδες, που έκαναν τα πάντα για να γλυτώσουν τους δικούς τους, που έτρεχαν από Τμήμα σε Τμήμα κι από φυλακή σε φυλακή να βρουν, να σώσουν το γιο, το σύντροφο, τον πατέρα τους που τάχτηκε στην Αντίσταση, στον Αγώνα. Γυναίκες που είδαν τα περήφανα παιδιά τους να τα σέρνουν στο δρόμο λουσμένα στα αίματά τους πριν τα τουφεκίσουνε. Γυναίκες που σκάψανε με τα νύχια τα χώματα σαν Αντιγόνες, ν’ ανοίξουν τους λάκους όπου οι φονιάδες είχαν ρίξει τα εκτελεσμένα τους παιδιά, τα δολοφονημένα γιατί ανήκαν σε μια παράταξη που ηττήθηκε στον Εμφύλιο, για να βρουν τα κοκκαλάκια τους, να τα πλύνουνε με κρασί, να τα τυλίξουνε σε λευκά μαντήλια και να τα θάψουνε όπως τους έπρεπε.
Η Έλλη Παπαδημητρίου για πολλά χρόνια γύρισε την  Ελλάδα και κατέγραψε μαρτυρίες ανθρώπων, λαϊκών κυρίως, ή τους ζήτησε να τις καταθέσουν γραπτά: ανθρώπων που προσφύγεψαν, που κυνηγήθηκαν, που βασανίστηκαν, που πείνασαν, που αγωνίστηκαν, που φυλακίστηκαν… Τις μαρτυρίες αυτές, γύρω στις 100, κείμενα συγκλονιστικά στην αλήθεια τους, τις συγκέντρωσε διατηρώντας την προφορικότητά τους, την αυθεντικότητά τους στους τόμους με τον τίτλο «Κοινός λόγος». Ναι, κινήθηκε στο χώρο της Αριστεράς, ναι, δεν ήταν «πολιτικώς ορθή» στις επιλογές των προσώπων _ που παρέμειναν ανώνυμα _ αλλά το έργο της αποδείχτηκε πολύτιμο: Κιβωτός για τις μνήμες μιας μεγάλης, τραγικής περιόδου της ελληνικής ιστορίας του 20ου αιώνα.
Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος συγκέντρωσε δεκάξι από τα κείμενα αυτά _ ανάμεσά τους και τέσσερα εκτός «Κοινού λόγου» _, όλα με αφηγήτριες μόνο γυναίκες. Αυτή του η επιλογή, μαζί με το επιδέξιο δέσιμό τους _ περνούν το ένα μέσα στο άλλο ομαλά, σαν συνέχεια _ έδωσε δραματουργικό άξονα στην παράστασή του που φέρει τον τίτλο «Κοινός λόγος».
Η παράσταση. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, που πρωτοκαταπιάστηκε με τα κείμενα αυτά το 1988, σε φοιτητική παράσταση, και επαγγελματικά το 1997, σε παράσταση που έφερε, όπως και τώρα, τον τίτλο της συλλογής και η οποία επαναλήφθηκε το 2004 με ανανεωμένη διανομή, επανέρχεται στον «Κοινό λόγο». Πάνω στα ίδια θεμέλια αλλά με κάποιες διαφοροποιήσεις έως και με αντικαταστάσεις ορισμένων κειμένων. Η παράσταση είναι συγκροτημένη, δεμένη με απολύτως ταιριαστά τραγούδια που επέλεξε και δίδαξε ο Κώστας Βόμβολος και που αναδεικνύουν το αποτέλεσμα αλλά δεν αποφεύγει την παγίδα της «θεατρικότητας». Τα κείμενα αυτά είναι κατά βάση προφορικά και επομένως έχουν κάθε δικαίωμα να γίνουν θέατρο. Αλλά ταυτόχρονα ενεδρεύει ο κίνδυνος να παιχτούν ως κείμενα θεατρικά. Κάθε λέξη, κάθε φράση που ακούγεται από το στόμα ενός λαϊκού ανθρώπου χρειάζεται δουλειά τεράστια να γίνει θέατρο, να γίνει λόγος μιλητός και να μην ακουστεί σαν ατάκα θεατρική. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος φοβάμαι πως δεν κατάφερε να δώσει μία ενιαία γραμμή στις ηθοποιούς του ενώ ορισμένες στιγμές διέκρινα και κάποια αμηχανία στο στήσιμο. Επιπλέον, επαινετή η προσπάθεια το κλίμα να μη βαρύνει αλλά βρήκα κάπως εκτός κλίματος τα τόσα επί σκηνής χαμόγελα.
Ο σκηνογράφος Αντώνης Δαγκλίδης, αν και δεν πρωτοτυπεί _ θυμήθηκα το «Τέμπλο» του Κυριάκου Κατζουράκη όπου τα πρόσωπα στον τοίχο του σκηνικού ήταν ζωγραφισμένα και το σκηνικό του Γιώργου Πάτσα με τις οστεοθήκες και τις φωτογραφίες πάνω τους στην «Νύχτα της κουκουβάγιας» του Γιώργου Διαλεγμένου όπως την ανέβασε ο Λευτέρης Βογιατζής _, έστησε με τη λιτότητα που τον διακρίνει αυτή την πινακοθήκη ανωνύμων, αυτόν τον τοίχο των δακρύων που καθορίζει, μαζί με τους λευκούς πάγκους, την παράσταση και σχεδίασε κοστούμια υπέροχα που με τις λίγες τους, διακριτικές πινελιές χρώματος τη φωτίζουν. Η κίνηση την οποία επιμελήθηκε η Αγγελική Στελλάτου βρήκα να έχει καλές αλλά και αμήχανες στιγμές. Οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη, ως συνήθως, στο υψηλό επίπεδο στο οποίο μας έχει συνηθίσει.
Οι ερμηνείες. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος διέθετε πέντε διαπιστωμένα εξαίρετες ηθοποιούς. Δεν νομίζω όμως πως τις εκμεταλλεύτηκε όσο θα μπορούσε. Η Λυδία Κονιόρδου έχει οδηγηθεί σε μία «εκλογίκευση» του λόγου που αγγίζει τη γραφικότητα και το κάμωμα. Ειδικά ο συγκλονιστικός μονόλογος «Εξιστορεί μια αγρότισσα μάνα», που σοφά τοποθετείται στο τέλος για να κάνει φινάλε με κορύφωση, υπερφορτωμένος δραματικά, χάνει, κατά τη γνώμη μου, τη δύναμή του. Μία πιο μπρεχτική, πιο αποστασιοποιημένη, έστω πιο «ψυχρή» εκδοχή δεν θα κατέβαζε με πιο βαθιά συγκινητικό τρόπο το κείμενο; Ίσως με το προχώρημα των παραστάσεων αυτή η υποκριτική γραμμή της ηθοποιού κατακαθίσει και γίνει φυσική.
Η Ελένη Κοκκίδου, πάλι, κινήθηκε σ’ ένα τόνο, «τραγουδώντας» το λόγο. Πιο φυσικές βρήκα την Μαρία Κατσανδρή και την Τάνια Παλαιολόγου. Αλλά νομίζω πως την ισορροπία τηρεί _ εξ ενστίκτου; _ μόνον η Ελένη Ουζουνίδου. Άμεση, με υποδόρειο χιούμορ, γνήσια λαϊκό, ειδικά στο μονόλογο «Μιλά μια μάνα για το μοναχογιό της» καθορίζει το μέτρο της παράστασης: έξοχη.
Το συμπέρασμα. Έχω πολλές αντιρρήσεις αλλά ότι τα κείμενα αυτά ακούγονται σε ευρύ κοινό από σκηνής το θεωρώ πολύτιμη προσφορά που αρδεύει τον ελληνικό λόγο και την ιστορία μας.

«Πειραιώς 260», από το «Θέατρο του Νέου Κόσμου, Φεστιβάλ Αθηνών, 20 Ιουνίου 2013.

June 20, 2013

Απ’ τον Λένιν στον Τζάνι Βερσάτσε ή Άρωμα Ψωμιάδη στο ΚΘΒΕ



Το Τέταρτο Κουδούνι, 20 Ιουνίου 2013

Επειδή βλέπω το πολιτικό μας πρόβλημα να ’χει τοποθετηθεί στο όνομα που ’δωσαν ο Αλέξης Τσίπρας κι η γυναίκα του στο παιδάκι τους, για να ελαφρύνω την (μήπως ήδη ελαφρά;) ατμόσφαιρα να θυμίσω πως ο κομμουνιστής ιστορικός Γιάννης Κορδάτος είχε βαφτίσει το γιο του _ που αν δεν κάνω λάθος σκοτώθηκε στην Αντίσταση _ Λένιν. Το ανέκδοτο που ξέρω είναι πως μετά τη βάφτιση, όταν έγινε γνωστό τ’ όνομα του παιδιού, συνέλαβαν _ στον Βόλο; Στην γενέτειρα του Κορδάτου Ζαγορά; _ τον παπά που το βάφτισε. Κι ο Πηλιορίτης αναστατωμένος επιχειρούσε ν’ απολογηθεί στους χωροφύλακες: «Λιένι, Ιλιένι, ιγώ διεν ξιέρω, δεν κατάλαβα τι μ’ λιέγανι».
Κι άλλο ένα ακόμα. Ο Άμντι Μπαϊράμ είναι απ’ τις κεφαλές των τσιγγάνων _ συγγνώμη, των Ρομά _ στη γειτονική ακατονόμαστη χώρα _ πουΓουΔουΜου στη διπλωματική καθομιλουμένη: αρχηγός του μεγαλύτερου ντόπιου τσιγγάνικου κόμματος. Ο γιος του, δήμαρχος ενός μεγάλου Δήμου των Σκοπίων, ονομάζεται Έλβις Μπαϊράμ. Και ξέρετε πώς έχει βαφτίσει τον δικό γιο ο Έλβις Μπαϊράμ; Τζάνι Βερσάτσε τζούνιορ. Δηλαδή λέγεται Τζάνι Βερσάτσε τζούνιορ Μπαϊράμ. Αλήθεια σας λέω!




Απ’ την πρώτη στιγμή που το άκουσα το σκέφτηκα. Αλλά το άφησα να ωριμάσει μέσα μου πριν το γράψω.
Βρήκα συγκινητικό ότι το Ελληνικό Φεστιβάλ αφιέρωσε τις φετινές εκδηλώσεις του _ αν και δεν είδα καμιά αναφορά στο συνοπτικό πρόγραμμα - βιβλιαράκι των Φεστιβάλ, ελπίζω να τη δω στο κανονικό πρόγραμμα - βιβλίο που ελπίζω να το δούμε έστω και καθυστερημένο… _ στη μνήμη του Λευτέρη Βογιατζή ο οποίος επρόκειτο ν’ ανεβάσει, στο πλαίσιο του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών, τον «Οιδίποδα τύραννο» του Σοφοκλή. Κι ο οποίος του ’χε χαρίσει _ το 2006, με επανάληψη το 2007 _ την αξέχαστη «Αντιγόνη» - σταθμό της Επιδαύρου αλλά συνεργάστηκε με το Ελληνικό Φεστιβάλ ανεβάζοντας και τον «Τόκο» του Δημήτρη Δημητριάδη το 2010 στο Φεστιβάλ Αθηνών και το περσινό καλοκαίρι, με το Εθνικό Θέατρο, στην Επίδαυρο, τον «Αμφιτρύωνα» του Μολιέρου, την ύστατη παράστασή του.
Βρήκα πολύ σωστή κίνηση το αφιέρωμα στον Λευτέρη Βογιατζή του κινηματογράφου με τρεις αντιπροσωπευτικές ταινίες στις οποίες πρωταγωνίστησε _ «Μελόδραμα» του Νίκου Παναγιωτόπουλου, «Ακροπόλ» του Παντελή Βούλγαρη και το συγκλονιστικό «Γυμνά χέρια» του Γιώργου Σκεύα _ κι οι οποίες προβλήθηκαν αυτή τη βδομάδα.
Εκεί που διαφωνώ _ ριζικά _ και πιστεύω πως πρόκειται για λάθος είναι το ανέβασμα του «Θερμοκήπιου» στο θέατρο «Οδού Κυκλάδων». Ο Λευτέρης Βογιατζής έβαλε όσες δυνάμεις είχε και δεν είχε για ν’ ανεβάσει και πάλι την περασμένη άνοιξη το έργο του Πίντερ, που ’χε πρωτοπαρουσιάσει δυο σεζόν πριν, προτού τον χτυπήσει η αρρώστια, με ανανεωμένη διανομή στην οποία απ’ τους επτά ηθοποιούς του πρώτου ανεβάσματος συμμετείχαν μόνον δυο: ο ίδιος κι ο Δημήτρης Ήμελλος. Η παράσταση αυτή έφτασε μέχρι την πρεμιέρα της αλλά δεν την έκανε. Ο Λευτέρης Βογιατζής, στην τελική φάση της ασθένειάς του, δεν άντεξε. Μπήκε στο νοσοκομείο απ’ το οποίο δεν ξαναβγήκε ζωντανός.
Η παράσταση ανακοινώθηκε απ’ το Φεστιβάλ πως θ’ ανεβεί με τον Γιώργο Γάλλο _ που κρατούσε έναν άλλο ρόλο στη δεύτερη αυτή διανομή _ στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Ρουτ που ερμήνευε _ κι ήταν απ’ τους καλύτερους που ’χε κάνει _ ο ίδιος ο Λευτέρης Βογιατζής. Γνωρίζοντας την περιβόητη τελειοθηρία του _ συνέχιζε να κάνει «διορθωτικές» δοκιμές με τους ηθοποιούς του ακόμα κι όταν η παράσταση είχε κάνει πρεμιέρα… _ απορώ πώς θα τολμήσουν ν’ ανεβάσουν μια παράσταση του Βογιατζή, η οποία μάλιστα δεν είχε προλάβει ακόμα να παιχτεί με κοινό, χωρίς τον Βογιατζή. Πόσω μάλλον όταν έπαιζε ο ίδιος τον βασικό ρόλο. Απορώ με το θάρρος του Γιώργου Γάλλου που ανέλαβε ένα ρόλο τον οποίο δε διδάχτηκε απ’ τον Βογιατζή παρά μόνο βλέποντάς τον στις πρόβες. Και ποιος θα επιμεληθεί τη σκηνοθεσία; Οι βοηθοί σκηνοθέτη; Υπάρχει βίντεο; Παράτολμο εγχείρημα… 

Εκτιμώ πολύ τους ηθοποιούς που συμμετέχουν, εκτιμώ ιδιαίτερα τον Γιώργο Γάλλο, είμαι σίγουρος πως το αποτέλεσμα θα ’ναι τουλάχιστον καλό, εκτιμώ την τιμητική σκέψη του Φεστιβάλ αλλά πολύ αμφιβάλλω αν ο τόσο λεπτολόγος Λευτέρης Βογιατζής θα επιθυμούσε να προσυπογράψει μια παράσταση ερήμην του. Για να μην αναφέρω τη φόρτιση απ’ την έκθεση της σορού του σε δημόσιο προσκύνημα στον ίδιο χώρο, στο ίδιο σκηνικό… 



«Πτυχιούχος Αγγλικής Φιλολογίας του ΑΠΘ, δραστηριοποιείται στον τομέα επικοινωνίας και χορηγιών. Στο παρελθόν εργάστηκε ως καθηγήτρια στον ιδιωτικό τομέα και δίδαξε ως σύμβουλος Ισότητας και Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων για τη γυναικεία επιχειρηματικότητα. Είναι μέλος του Μακεδονικού Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης, της Μέριμνας Ποντίων Κυριών και μέλος του δ.σ. του σωματείου Φίλων Καρκινοπαθών Παιδιών Στοργή. Έχει διατελέσει αντιπρόεδρος του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, μέλος του δ.σ. του Κέντρου Διάδοσης Επιστημών και Τεχνολογίας Νόησις και μέλος του δ.σ. της Νέας Ένωσης Επιστημόνων Γυναικών»: το βιογραφικό της κ. Μένης Λυσαρίδου, προέδρου του νέου Διοικητικού Συμβουλίου του ΚουΘουΒουΕ _ να δω πότε θα επέλθει η καθιερωμένη μετωπική καλλιτεχνικού διευθυντή και Δ.Σ., η οποία αποτελεί πλέον παράδοση για το Θέατρο της συμπρωτευούσης... _, που μας απέστειλαν απ’ το Κρατικό. Δεν ξέρω όμως πώς και παρέλειψε κάποια βασικά η κ. Λυσαρίδου απ’ το βιογραφικό της. Ότι, για παράδειγμα, διετέλεσε επίσης υπεύθυνη πολιτικού σχεδιασμού της Νέας Δημοκρατίας και υπεύθυνη _ τα λέω σωστά; _ της προεκλογικής εκστρατείας του αξιότιμου κ. Παναγιώτη Ψωμιάδη. Ή μήπως αυτά δεν είθισται να περιλαμβάνονται στα βιογραφικά;
Για του λόγου το αληθές ιδού κι ένα βιντεάκι του καιρού εκείνου, που αλίευσα απ’ το διαδίκτυο. Κάντε κλικ.






Την πρωτόδα το 2009, στο «104», με την ομάδα «Vasistas» στην παράστασή τους «Silence». Την Αριάν Λαμπέντ, τη μικρή, γεννημένη στην Ελλάδα, Γαλλίδα που οι συγκυρίες την είχαν φέρει πάλι στη χώρα μας να κάνει θέατρο. Δεν ήταν μόνο ένα πανέμορφο, γλυκύτατο πλάσμα, είχε αυτά τα λεπτεπίλεπτα χαρακτηριστικά που γράφουν στο πανί. Σκεφτόμουνα σ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης: το πρόσωπο αυτό είναι για το σινεμά. Αυτό το κορίτσι δε θα το «ανακαλύψουν» οι κινηματογραφιστές μας; Το ανακάλυψαν. Η Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη. «Attenberg» κι η Αριάν Λαμπέντ, προς έκπληξιν όλων _ και δική της _, η πρωτάρα στο σινεμά, κερδίζει στο Φεστιβάλ Βενετίας το Κύπελλο «Βόλπι» _ το Βραβείο Καλύτερης Ηθοποιού. Ένα βραβείο με το οποίο έχουν τιμηθεί απ’ την Μπέτι Ντέιβις και την Άννα Μανιάνι μέχρι την Χέλεν Μίρεν και την Κέιτ Μπλάντσετ. Στην Ελλάδα _ η Λαμπέντ εδώ ζει, η παραγωγή ελληνική ήταν, μεγάλη η τιμή _ η βράβευση πέρασε στο ντούκου. Η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, πάντως, της δίνει επίσης το Βραβείο Πρώτου Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στην ίδια ταινία και με το ανάλογο τιμάται και στο Φεστιβάλ της Ανζέρ.
Η νεαρή ηθοποιός θα συνεχίσει: «Άλπεις» του Γιώργου Λάνθιμου _ είναι πια σύντροφός του, ωραίο ζευγάρι_, «Πριν τα μεσάνυχτα» του Ρίτσαρντ Λίνκλέιτερ _ που προβάλλεται τώρα εδώ _ κι η Αριάν Λαμπέντ _ καιρός ήταν _ είναι η πρωταγωνίστρια πλάι στον Μπενουά Πουλβόρντ σε μια γαλλική πια παραγωγή η οποία στην Γαλλία βγαίνει στις αίθουσες τον Αύγουστο: «Une Place sur Terre» της Φαμπιέν Γκοντέ. Να ευχηθώ την καλύτερη καριέρα!


Τρίτη, λέει, δύναμη αναδείχτηκε η «Χρυσή Αυγή» στις πρόσφατες εκλογές των ιδιοκτητών ταξί της πρωτεύουσας. Ε, έκπληξη είναι; Για τους ιδιοκτήτες ταξί πρόκειται...
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…



Η χυδαιότητα δε μ’ αγγίζει. Γιατί ξέρω πως, τελικά, κατακαθίζει εκεί ακριβώς απ’ όπου εκπορεύεται. Κι εκπορεύεται πάντα από ’κει όπου θίγεις οικεία κακά… Εξάλλου ακλόνητα πιστεύω πως οι αναγνώστες _ αυτοί τουλάχιστον που εκτιμώ _ ξέρουν να διαβάζουν και κάτω απ’ τις γραμμές. Ούτε οι απειλές μ’ αγγίζουν. Αυτές κυρίως. Και ειδικά όταν θρασύδειλα υπογράφονται με ψευδώνυμα. Θα συνεχίσω να γράφω _ όχι με ψευδώνυμο... _ ό,τι πιστεύω. Πιστεύω επίσης ακλόνητα στο «guarda e passa» _ «δες και προσπέρασε». Πόσω μάλλον στην εκδοχή του «guarda, sputa e passa» _ «δες, φτύσε και προσπέρασε». Δε θέλω να κατεβώ στο βόθρο _ όσοι τη βρίσκουν στα σκατά ας παραμείνουν. Απλώς συνεχίζω να εκπλήττομαι με τους ανθρώπους. Και μελαγχολικά να επιστρέφω στο «Αχ, που ’σαι, νιότη, που ’δειχνες πως θα γινόμουν άλλος»…

June 19, 2013

Αυτά τα κύματα που φεύγουν και ξαναγυρνούν…


Ο Θάνος Μικρούτσικος είναι ένα από τα _ πλατιά _ ποτάμια που εκβάλλουν στην πλατιά, βαθιά γαλάζια θάλασσα του ελληνικού τραγουδιού. Η συναυλία του στο Ηρώδειο το επιβεβαίωσε. Περίτρανα. Σφιχτή, καλοδεμένη, θαυμάσια συγκροτημένο πρόγραμμα, εξαιρετικό σύνολο μουσικών Αφιερωμένη _ καθόλου τυπικά… _ στη μνήμη του εξαίρετου στιχουργού Άλκη Αλκαίου που χάθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο, με έντεκα απ’ τα εικοσιεπτά τραγούδια της σε στίχους του και με τον γενικό τίτλο _ που έδενε απόλυτα και με την περιρρέουσα κατάσταση… _ «Πάντα γελαστοί και γελασμένοι», τίτλο ακριβώς από τραγούδι του Αλκαίου, άνοιξε και έκλεισε, με το συνθέτη να μιλάει, χωρίς όμως να χάσει το μέτρο, για τις συνθήκες στις οποίες ζει η χώρα και όλοι μας. Πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά όταν ένα τόσο μεγάλο μέρος της δουλειάς του Θάνου Μικρούτσικου στο χώρο του πολιτικού τραγουδιού εντάσσεται; Όταν ακόμα και οι στίχοι (του Αλκαίου) «ένα πεδίο βολής φτηνό που ασκούνται βρίζοντας ξένοι φαντάροι», στίχοι για ένα ερωτικό τραγούδι όπως το ανεπανάληπτο «Ερωτικό», αποκτούν σήμερα εντελώς διαφορετική σημασία από την εποχή που γράφτηκαν;
Από εκεί και πέρα η συναυλία κινήθηκε στο κοφτό, στακάτο, έντονα ρυθμικό, στιβαρό έως και «βίαιο» ύφος του Θάνου Μικρούτσικου ξεχειλίζοντας από ενέργεια αλλά χωρίς να υποτιμάται ο λυρισμός, μέσα από υψηλού επιπέδου ενορχηστρώσεις. Θυμίζοντας πως ο συνθέτης έχει κινηθεί ως χαμαιλέοντας από τα σύγχρονα μουσικά ιδιώματα μέχρις αυτά τα «παράξενα» λαϊκά του, μέχρι τον αμανέ (!), όπως το «Παράξενο φως» που ακούσαμε, γραμμένο για την ταινία «Τα χρόνια της μεγάλης ζέστης» της Φρίντας Λιάππα.
Φυσικά, πρώτο ζητούμενο, οι φωνές της συναυλίας. Πολύ καλές και οι τέσσερις αλλά και καλά διδαγμένες και οδηγημένες. Ο Μανώλης Μητσιάς, έστω κι αν η φωνή του έχει λίγο στεγνώσει αποτυπώνοντας, όμως, πάντα τη αυθεντικότητα, την πείρα και το ήθος του, ο γνήσια λαϊκός, πηγαίος Δημήτρης Μπάσης, ο εξαίρετος Γιάννης Κότσιρας που έχει εντυπωσιακά εξελιχθεί _ έξοχη η ερμηνεία του στο σπαρακτικό, «τσαρουχικό» «Είσαι η Πρέβεζα και το Κιλκίς» του Μάνου Ελευθερίου _ και η Ρίτα Αντωνοπούλου τη στήριξαν και την απογείωσαν.
Θα σταθώ στην Ρίτα Αντωνοπούλου. Όμορφη, ντυμένη μ’ ένα καλόγουστο στην απλότητά του γαλαζοπράσινο σύνολο, ακτινοβολώντας μια προσωπική ποιότητα, με υπέροχη κίνηση, με θεατρικότητα _ χάρισμα φυσικό αλλά και ειδικότητα κτηθείσα, προφανώς, εν τω στρατεύματι της Σπείρας Σπείρας _, με κύρος σκηνικό και με μια ώριμη φωνή, συγκινητικά συναρπαστική στα τσακίσματά της, έκλεψε, κατά τη γνώμη μου, την παράστατη. Όχι απλώς τραγουδώντας. Ερμηνεύοντας. Ακόμα και τραγούδια «σημαδεμένα, όπως η «Ελένη» που την έχει σημαδέψει η Χάρις Αλεξίου.
Συμπέρασμα. Μια συναυλία που άξιζε να συμμετέχει στο Φεστιβάλ Αθηνών και μια φωνή _ της Ρίτας Αντωνοπούλου _ κέρδος για το ελληνικό τραγούδι.

Στο Ωδείο Ηρώδη του Αττικού, Φεστιβάλ Αθηνών, 18 Ιουνίου 2013.

June 13, 2013

Μνημόσυνο με… «εξώδικο»



Το Τέταρτο Κουδούνι / 13 Ιουνίου 2013

ΕΣΠΑ, πόσα εγκλήματα διαπράττονται στο όνομά σου…


Ε, ναι, τώρα… Έζεχνε η λεγόμενη «δημόσια» τηλεόραση. Ας αφήσουμε τους συναισθηματισμούς κι ας το παραδεχτούμε. Κι ας ήταν η μόνη τηλεόραση όπου μπορούσες κάτι σχετικό με τον πολιτισμό _ εξαιρετικό, καλό, μέτριο, κακό… _ να δεις. Την εξυγίανση δεν την ήθελε απλώς, κατεπειγόντως τη χρειαζόταν. Αλλά την εξυγίανση να την αναλαμβάνουν οι πρώτοι και βασικοί φορείς του ιού, δεν το ’χω ματαδεί: την κόπρο του Αυγείου ν’ αναλαμβάνει προσωπικά ο ίδιος ο Αυγείας να την καθαρίσει, το βόθρο ν’ αναλαμβάνει να τον καθαρίσει αυτός που, επιτρέψτε μου την έκφραση, έχεζε _ και χέζει _ περισσότερο… Τι θράσος! (Θα μου πείτε: Βλέπεις, εσύ, διαθέσιμο κα’ναν Ηρακλή; Να σας απαντήσω ναι; Θα γελάσετε μεσ’ τα μούτρα μου).
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…



«Σύμφωνα με την επιθυμία του Λευτέρη Βογιατζή, το 40ημερο μνημόσυνό του στο οποίο θα παρεβρεθούν ο ανιψιός του Παναγιώτης Σταματίου Βογιατζής (ο νόμιμος κληρονόμος του και διαχειριστής των πνευματικών του δικαιωμάτων), οι λοιποί του συγγενείς, οι φίλοι και οι συνεργάτες του πραγματοποιείται το Σάββατο 8 Ιουνίου στις 8 το πρωί στη Μονή Ασωμάτων Πετράκη (Ι. Γενναδίου) στο Κολωνάκι (δημοσιευμένο στο ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ 2 Ιουνίου σελίδα Α47)».
Αυτή η ειδοποίηση (ακριβώς έτσι, χωρίς διορθώσεις, την αντιγράφω) μου εστάλη από έναν απ’ τους βοηθούς του Λευτέρη Βογιατζή στο facebook.
Δεν πήγα στο μνημόσυνο αυτό. Δεν πήγα γιατί είναι η πρώτη φορά που με ειδοποιούν για μνημόσυνο με ύφος εξώδικου. Δεν πήγα γιατί απόρησα πολύ _ και πάλι, για δεύτερη φορά _ με το «σύμφωνα με την επιθυμία του Λευτέρη Βογιατζή». Ο απρόβλεπτος και αναποφάσιστος Λευτέρης Βογιατζής είχε προνοήσει (!) εκτός απ’ το πού θα εκτεθεί η σορός του και πώς θα γίνει η κηδεία του ως και το πού θα γίνει το μνημόσυνό του; Και είχε ζητήσει πολιτική κηδεία αλλά θρησκευτικό (!) μνημόσυνο; Δεν πήγα γιατί σέβομαι βαθιά τη μνήμη του. Κι όλο αυτό το κλίμα που δημιουργήθηκε, πριν αλέκτορα φωνήσαι, με τα δυο μνημόσυνα, τα υπονοούμενα και την έναρξη κουτσομπολιού σε ειδικευμένο ιστότοπο κιτρίνων αποχρώσεων και μάλιστα με αντικείμενο έναν Καλλιτέχνη που παρέμεινε διακριτικός σ’ όλη του τη ζωή και την πορεία του μου προκαλούν τάση προς έμετο. Ελπίζω κάποιοι φιλόδοξοι παρατρεχάμενοι, «κληρονόμοι» και λοιπές συνεργαζόμενες δυνάμεις να σεβαστούν επίσης τη μνήμη του και να συγκρατηθούν. Βογιατζής στη θέση του Βογιατζή, δυστυχώς, κανένας δε θα μπορέσει να γίνει. Ας μην το ξεφτιλίσουνε, λοιπόν.




 

Ε, μα κι αυτή πάλι… Η γαλλίδα μέτζο Ζεραλντίν Σοβέ. Σε Ρέκβιεμ επρόκειτο να τραγουδήσει _ αύριο, στο Ηρώδειο, ως σολίστ, με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, στη συναυλία που ακυρώθηκε. Εντάξει, δεν ήταν και του Μότσαρτ το Ρέκβιεμ, του Βέρντι ήταν, που θεωρείται πιο «οπερατικό» αλλά, ε, Ρέκβιεμ είναι. ΑΥΤΗ τη φωτογραφία βρήκε να δώσει…;
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…


Πάντως, για να σοβαρευτούμε _ έχω, βλέπετε, και αναγνώστες που με επιπλήττουν που δεν τα παράτησα όλα τα περί την τέχνην σχόλια για να στρατευτώ στην «Υπόθεση ΕΡΤ», ε, «ας με λέγουν ελαφρόν»… _ διαφωνώ ριζικά με την απόφαση ν’ ακυρωθεί η συναυλία αυτή γιατί μετείχε η Χορωδία της ΕΡΤ η οποία τυπικά απ’ την Τρίτη δεν υπάρχει _ καταργήθηκε. Πιστεύω πως, πεισματικά έστω, οι χορωδοί θα ’πρεπε, έστω και χωρίς αμοιβή, αν δεν βρισκόταν η κατάλληλη νομική φόρμουλα, να συμμετάσχουν δίνοντας το παρών _ όπως ακριβώς κι οι δημοσιογράφοι κι οι τεχνικοί της ΕΡΤ που εκπέμπουν από άλλες συχνότητες. Αυτή η συμμετοχή _ και μάλιστα στην εκτέλεση ενός απόλυτα ταυτισμένου με την περίσταση έργου, ενός Ρέκβιεμ… _ θα ’ταν πιο ηχηρή διαμαρτυρία.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…



Για τρία πράγματα εκτίμησα φέτος το καλοκαίρι την Λυρική. Το πρώτο, γιατί δεν ξανανέβασε, όπως τα τελευταία καλοκαίρια, δυο «δημοφιλείς» όπερες _ ήτοι χιλιοπαιγμένες. Κι αν θα κάνει την «Μαντάμ Μπατερφλάι» έκανε _ κάνει _ και «Ιπτάμενο Ολανδό» _ κι ας μη μου άρεσε η παράσταση σε αντίθεση με σχεδόν όλους τους συναδέλφους και τους κριτικούς μουσικής που ενθουσιάστηκαν. Όχι ξανά - μανά «Ναμπούκους» και «Ριγκολέτους και «Αΐντες» και «Τόσκες». Κι ας κόψει λίγο λιγότερα εισιτήρια.
Το δεύτερο είναι γιατί επιμένει στις παραστάσεις της στο Ηρώδειο να ρίχνει υπότιτλους όχι μόνο στα ελληνικά αλλά και στα αγγλικά σεβόμενη το κοινό που δεν είναι Έλληνες και στο οποίο, το Φεστιβάλ τουλάχιστον, πρέπει να στοχεύει.
Και τρίτο γιατί θυμήθηκε, μέσα στη γενική αμνησία έως αφασία που μας διακατέχει, ν’ αφιερώσει την παράσταση του «Ολανδού» στη μνήμη του έξοχου, με διεθνή καριέρα μπάσου μας Γιώργου Παππά που είχε κάνει, όπως διαβάζω στο πάντα έξοχο πρόγραμμα του Νίκου Δοντά, Ντάλαντ στην προηγούμενο ανέβασμα του έργου απ’ την Λυρική _ στα «Ολύμπια», το 1994 _ και που χάθηκε την περασμένη χρονιά.



Πάλι «τον ποιητή» θυμήθηκε ο πρωθυπουργός μας κ. Αντώνης Σαμαράς: «κωπηλασία χρέους». Αυτή που κάνουν οι τρεις της συγκυβέρνησης, λέει. Του φίλου του, του Ελύτη είναι; Ας με βοηθήσει κάποιος απ’ το κοινό.
Πάντως, σίγουρα δεν είναι του άλλου του φίλου _ τι γκάμα κι αυτός ο πρωθυπουργός μας στις φιλίες του, να τις χαίρετε…. _, του εκλεκτού και με Ήθος κ. Φαήλου Κρανιδιώτη. Αυτός γράφει στίχους διαφορετικού ύφους. Ας πούμε: «Σαν σήμερα ψόφησε ο Κεμάλ, φονιάς γυναικοπαίδων κι αιχμαλώτων Ελλήνων κι Αρμενίων, ιδρυτής του ψευτοκοσμικού πρωτοναζιστικού καθεστώτος της Τουρκίας. Μεγάλη μπέκρα και “μπαϊλής” (εκ του bi), ένας πιο πρωτόγονος Αδόλφος, που έχτισε την “νέα Τουρκία” πάνω στο πλιάτσικο και την σφαγή του Ελληνισμού και των άλλων χριστιανών της Μικράς Ασίας» ή _ με αφορμή το gay pride _ «Σήμερα έχουν και οι κρυφές προοδευτικές δικαιολογία να βγουν. Τάχα συμπαράσταση».
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…



Θυμήθηκα την ενοικιάστρια απ’ την Πρέβεζα που ’χε κάποτε η καημένη η θεία μου σε μια γκαρσονιέρα της όταν ήταν στον οίκο ευγηρίας και μου ’χε αναθέσει να εισπράττω το ενοίκιο. Η οποία ενοικιάστρια έφυγε κι άφησε φέσι _ απλήρωτα κοινόχρηστα δέκα μηνών _ κι όταν την αναζήτησα μ’ έβρισε ένας αλήτης αδελφός με ύφος νταβατζή.
Τη θυμήθηκα όταν η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών ανακοίνωσε πως το ΚουΘουΒουΕ της χρωστάει πάνω από 250.000 ευρώ από ενοίκια δεκατεσσάρων μηνών του κτιρίου όπου στεγάζεται η Κεντρική Σκηνή του και γι αυτό κατέφυγε στα δικαστήρια ζητώντας την έξωσή του. Πρόκειται για το ίδιο ΚουΘουΒουΕ για το οποίο ο μέχρι πρότινος καλλιτεχνικός του διευθυντής Σωτήρης Χατζάκης και νυν καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού πανηγυρικά εξήγγειλε πλεονασματικό _ αχ, αριθμοί, πόσο εύκολα μπορεί κανείς να σας χρησιμοποιήσει… _ απολογισμό. Απολογισμό που ’χει απορριφθεί απ’ το απελθόν Διοικητικό Συμβούλιο κι έχει παραπεμφθεί στον εισαγγελέα.
Κάπως στο «μην είδατε τον Παναή» _ στη δεδομένη περίπτωση τον Σωτήρη… _ με παρέπεμψε το συγκεκριμένο του συγκεκριμένου που οι χήρες του με τον τίτλο «Ηθοποιοί ΚΘΒΕ» (και όχι ΟΙ ηθοποιοί ΤΟΥ ΚΘΒΕ…) θρηνούν και οδύρονται στην Θεσσαλονίκη κι απλώνουν μαύρα πανιά και στέλνουν επιστολές συκοφαντικές κατά των «εχθρών» του πεφιλημένου τους.