December 27, 2021

Στο Φτερό / Βλέπε Φίλιπ Γκλας όπως Σάμιουελ Μπέκετ

 
«The Philip Glass Ensemble»: συναυλία «Music in Eight Parts» and other works («Μουσική σε Οκτώ Μέρη» και άλλα έργα) του Φίλιπ Γκλας / Μουσική διεύθυνση, πλήκτρα, πιάνο: Μάικλ Ρίσμαν. 
 
Μία αίθουσα κατάμεστη. Ένα ακροατήριο θετικότατο. Και ένα χειροκρότημα πλούσιο, χορταστικό. Παρακολουθώντας τη συναυλία με έργα Φίλιπ Γκλας κάτω από αυτές τις συνθήκες, τον Σάμιουελ Μπέκετ σκεφτόμουνα. Και έκανα τις
συγκρίσεις και τις συγκλίσεις. Όπως ο Μπέκετ, όταν ξεκινούσε στο θέατρο, ήταν «δύσκολος», «κρυπτικός», «ακαταλαβίστικος» για το ευρύ κοινό, «τρελός» και «δεν είναι αυτό θέατρο», κατανοητός μόνον από λίγους αλλά, σήμερα, όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα στη ζωή και στο θέατρο, όσα λέει στα έργα του ακούγονται απλά και κατανοητά και ευνόητα και θεωρείται ένας πρωτοπόρος
που άνοιξε  δρόμους, έτσι και ο Φίλιπ Γκλας: ο αμερικανός συνθέτης που επινόησε και καθιέρωσε, με μερικούς ακόμα συμπατριώτες του συνθέτες, το δρόμο για το μινιμαλισμό στη μουσική, στην αρχή ήταν «τρελός» επίσης, και «περιθωριακός» και «κουραστικός» και «βαρετός» και «δεν άρεσε» και «δεν είναι αυτό μουσική»
αλλά, σήμερα, όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα στη ζωή και στη μουσική, θεωρείται ένας πρωτοπόρος που άνοιξε δρόμους και έχει γίνει όχι μόνο αποδεκτός αλλά και δημοφιλής. Το «The Philip Glass Ensemble» -το «Σύνολο Φίλιπ Γκλας»-, η πειραματική, αρχικά, ορχήστρα που δημιούργησε ο συνθέτης το 1968 για να εκτελεί τα έργα του- με ιστορία πια πίσω του και με τον 
Μάικλ Ρίσμαν να έχει τη μουσική διεύθυνσή του από το πιάνο και τα πλήκτρα, ταμένο στη μουσική του Φίλιπ Γκλας, μας παρουσίασε ένα απάνθισμα από τα -πολυπληθή- έργα του. Τη συναυλία άνοιξε με τέσσερα μέρη από το εξαμερές κομμάτι του μουσικής δωματίου «Glassworks» (1981): «Άνοιγμα», «Παγετώνας», «Προσόψεις», «Ρουμπρίκα». Και συνέχισε με
το εμβληματικό «Μουσική σε οκτώ μέρη» (1970), που το χειρόγραφό του είχε χαθεί και ανακαλύφθηκε πρόσφατα -αυτό ήταν και ο άξονας της συναυλίας. Το δεύτερο μέρος ξεκίνησε με το «Χορός 1» από την όπερα του Φίλιπ Γκλας «Ο Αϊνστάιν στην παραλία» (1976) -που, σε σκηνοθεσία του Ρόμπερτ Γουίλσον, έγραψε ιστορία εκτινάσσοντας το συνθέτη-, συμπληρώθηκε με την «Σωτηρία» από τη βασισμένη στη ζωή του Μαχάτμα Γκάντι όπερά του «Σατιαγκράχα» (1980) -τη δεύτερη της «Τριλογίας των πορτρέτων», την οποία απαρτίζουν μαζί με τον «Αϊνστάιν»
και με την τρίτη «Ακενατόν»-, και έκλεισε με την τρίτη πράξη από την όπερα δωματίου του Γκλας «Ο φωτογράφος» (1982). Εξαντλητικά επαναλαμβανόμενα θέματα που οδηγούν σε κορύφωση είναι το χαρακτηριστικό του που θα μπορούσε να θεωρηθεί και μανιέρα αλλά τελικά έχει κερδίσει το κοινό και μας γοήτευσε. Η εκτέλεση από το «Σύνολο Φίλιπ Γκλας», ιδανική, με την Λίσα Μπαϊελάουα να κλέβει τις εντυπώσεις με τις εκπληκτικής τεχνικής φωνητικές ακροβασίες της. Μία βραδιά κερδισμένη.
 
(Ως έντυπο πρόγραμμα, η καλόγουστη αφισέτα που είχε τυπωθεί, με φωτογραφία του Φίλιπ Γκλας στη μία όψη της και τα βασικά στοιχεία της συναυλίας στην άλλη).
 
Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» / Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος», Σειρά Συναυλιών «Cosmos», 20 Δεκεμβρίου 2021.

December 23, 2021

Οι τρεις παραστάσεις που πρότεινα

 
Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια... 98
 
Πριν από λίγες μέρες η συνάδελφος Στέλλα Χαραμή μου ζήτησε να γράψω 150 λέξεις για τρεις παραστάσεις της φετινής σεζόν που προτείνω συμμετέχοντας, μαζί με άλλους, σε ένα χριστουγεννιάτικο αφιέρωμα του monopoli.gr. Έγραψα 208 λέξεις για τρεις παραστάσεις που ξεχώρισα. Απαυτές που είδα και που παίζονταν όταν έγραφα το κείμενο κι όχι από αυτές που θα παίζονταν... Τα κριτήρια, υποκειμενικά, όσο κι αν προσπαθούν να ναι αντικειμενικά. Ανεβάζω κι εδώ το κείμενό μου με δυο-τρεις μικρές διορθώσεις:
 
Έχω τρομάξει... Όχι μόνο από τον κορωνοϊό. Αλλά και από τον θεατρικό πληθωρισμό που επανήλθε δριμύτερος -τρομακτικό! Αλλά η καραντίνα μ’ έκανε ν’ αλλάξω νοοτροπία: εκείνη η αγωνία πότε θα προλάβω να δω αυτή ή την άλλη παράσταση πάει πια. Έχω σοβαρότερα προβλήματα να επιλύσω. Είδα, λοιπόν, από την αρχή της σεζόν, λίγες παραστάσεις. Και από αυτές ξεχώρισα τρεις -όσες ακριβώς μου ζήτησαν το monopoli.gr και η Στέλλα Χαραμή να σας προτείνω. Με τη σειρά που τις είδα:
1. «Μια γερμανίδα γραμματέας» του Κρίστοφερ Χάμπτον κηνοθεσία Γιάννης Μόσχος, «Ιλίσια/Βολανάκης»). Για την Ρένη Πιττακή, που, οδηγημένη από τον Γιάννη Μόσχο, κατεβάζει στο κοινό μοναδικά το μονόλογο αυτό περί «καθημερινού φασισμού», μιας υπέργηρης κάποτε γραμματέα του Γκέμπελς. 
2. «Φαίδρα. Ψίθυροι στο δάσος» της Μαρίνα Τσβετάεβα κηνοθεσία Δημήτρης Καραντζάς, «Προσκήνιο). Για τη σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά που στιλιζάρισε, όπως του ταίριαζε, το μεσοπολεμικό ποιητικό κείμενο της Τσβετάεβα δημιουργώντας, με ένα κουιντέτο εξαιρετικών ηθοποιών, ένα άκρως ποιητικό αποτέλεσμα.
3. «Συμφορά από το πολύ μυαλό» του Αλεξάντρ Σεργκέεβιτς Γκριμπογέντοφ κηνοθεσία Στάθης Λιβαθινός, «Οδού Κυκλάδων Λευτέρης Βογιατζής»). Για την έξοχη παράσταση που έστησε ο Στάθης Λιβαθινός, χωρίς να φοβηθεί τη σύγκριση με την ιστορική δουλειά του Λευτέρη Βογιατζή (σε συνεργασία με τον Τάσο Μπαντή) στο ίδιο θέατρο, ενορχηστρώνοντας ένα έξοχο σύνολο νέων ηθοποιών και αναδεικνύοντας σε πρωταγωνιστή, ως Τσάτσκι, τον πρωτοεμφανιζόμενο Δημήτρη Φιλιππίδη (φωτογραφίες: 1 Μιχάλης Κλουκίνας, 2 Ανδρέας Σιμόπουλος, 3 Ελίνα Γιουνανλή).

December 22, 2021

Στο Φτερό / Λευθεριά για λίγο πάψε / να χτυπάς με το σπαθί· / τώρα σίμωσε και κλάψε / εις του Μπάιρον το κορμί

 
«Ο αέρας της Ελλάδας» του Γιώργου Τσοντάκη, κείμενο Γιώργος Τσοντάκης, Έλσα Ανδριανού / Μουσική διεύθυνση: Γιώργος Τσοντάκης. 
 
Έχει φτάσει στην Ελλάδα -στην Κεφαλλονιά-, από την Ιταλία όπου ζούσε από το 1816, έχοντας εγκαταλείψει την Αγγλία μετά από πολλά, πάσης φύσεως, σκάνδαλα και διαδόσεις που είχαν αμαυρώσει και κλονίσει τη φήμη του ως κορυφαίου ποιητή της χώρας του-, στις 3 Αυγούστου 1823 ως εκπρόσωπος της Φιλελληνικής Επιτροπής του Λονδίνου -ενώ είχε ήδη προηγηθεί ένα μεγάλο ταξίδι του στη χώρα μας μεταξύ 1809 και 1811-, για να ενισχύσει τον ελληνικό αγώνα για ανεξαρτησία από την Οθομανική Αυτοκρατορία. Στις 4 Ιανουαρίου 1824 ο Τζορτζ Γκόρντον, λόρδος Μπάιρον -ο
λόρδος Βύρων των Ελλήνων- έφτασε, μέσα σε γενικό ενθουσιασμό, στο Μεσολόγγι. Εκεί, αφού ξόδεψε, συντηρώντας μάλιστα ένοπλο σώμα Σουλιωτών, μεγάλα χρηματικά ποσά για την υποστήριξη της Επανάστασης που την υπερασπίστηκε αδιαπραγμάτευτα, όσες ενοχλήσεις και πίκρες και αν εισέπραξε από τις τακτικές των Ελλήνων απέναντί του, όσες απογοητεύσεις και αν είχε από τις αιματηρές εμφύλιες διενέξεις τους που μποϊκοτάριζαν τον απελευθερωτικό αγώνα τους, πέθανε στις 19 Απριλίου 1824, στα 36 του, μόλις, χρόνια. Έχοντας, πάντως, το νου του, όπως προκύπτει από τις επιστολές του, στην έμπιστη ετεροθαλή αδελφή του Ογκάστα Λι 
-που οι φήμες θεωρούσαν ερωμένη του και, μάλιστα, μητέρα μιας κόρης από τον Μπάιρον- και στη νόμιμη κόρη του, από τον βραχύβιο, καταστροφικό γάμο του με την επίσης αριστοκράτισσα Αν Ιζαμπέλα Μίλμπανκ, την εννιάχρονη Άντα. Και η ταφή του, ακόμη, έγινε αντικείμενο φιλονικιών -άλλοι επιθυμούσαν να γίνει στο Μεσολόγγι, άλλοι στην Αθήνα, και μάλιστα στον Παρθενώνα ή στο ναό του Ηφαίστου, στο Θησείο, άλλοι στην Ζάκυνθο, άλλοι στην Αγγλία, όπου και τάφηκε, τελικά, όχι, πάντως, στο Λονδίνο, στο Αβαείο του Ουέστμίνστερ, τιμητική ταφή που του την αρνήθηκαν εξαιτίας της «αμφισβητήσιμης ηθικής του», αλλά στον οικογενειακό τάφο, στο χωριό Χάκναλ του Νότινγκχάμσιρ, απ’ όπου τα κατάλοιπά του μεταφέρθηκαν για να ταφούν στο Αβαείο του Ουέστμίνστερ μόλις το 1969! Στον ελληνοαμερικανό συνθέτη Γιώργο Τσοντάκη ανατέθηκε από 
την Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής -στο πλαίσιο του Κύκλου «Ωδές στον Βύρωνα» που την επιμέλειά του είχε ο Αλέξανδρος Μούζας, Κύκλο ενταγμένο στο «Αφιέρωμα στα 200 Χρόνια από την Έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης»- ένα έργο σχετιζόμενο με τον λόρδο Μπάιρον. Το αποτέλεσμα: μία όπερα-δράμα, όπως τη χαρακτηρίζει ο Γιώργος Τσοντάκης, με τον, αντλημένο από επιστολή του 
ποιητή, τίτλο «Ο αέρας της Ελλάδας», που έδωσε την παγκόσμια πρώτη της στην Αθήνα. Ουσιαστικά, ένα ποιητικό κομμάτι σύγχρονου μουσικού θεάτρου, όπου ο -δυστυχώς, πολύ περιορισμένα γνωστός στην Ελλάδα- συνθέτης πιστοποιεί τις εγνωσμένες ικανότητές του επικεντρώνοντας το έργο του στις τελευταίες μέρες του Μπάιρον στο Μεσολόγγι, με βάση ένα κείμενο (αγγλικά κυρίως, ελληνικά, γαλικά, ιταλικά...) που υπογράφουν ο ίδιος και η Έλσα Ανδριανού, η οποία έχει αναλάβει και τη δραματουργική επεξεργασία, με την Νεφέλη
Μαϊστράλη να έχει ασχοληθεί με την έρευνα. Κείμενο το οποίο έχει συντεθεί από ιστορικά τεκμήρια -επιστολές του Μπάιρον, αποσπάσματα από τα ημερολόγιά του, αφορισμοί...- , από αναφορές τρίτων σ’ αυτόν αλλά και από ποιήματά του, βέβαια, συν κάποια πρόσθετα πρωτότυπα κείμενα. Ένα κείμενο που δεν αποτελεί αγιογραφία αλλά, σίγουρα, μας θυμίζει πόσα πρόσφερε, τελικά, ο Μπάιρον, στην απελευθέρωση της Ελλάδας: τόσα, ώστε, δικαίως, ο Διονύσιος Σολωμός, μετά το
θάνατό του, στο εκτεταμένο ποίημά του «Εἰς τὸν θάνατον τοῦ Λόρδου Μπάϋρον», να γράψει στην αρχή του «Λευθεριά για λίγο πάψε / να χτυπάς με το σπαθί· / τώρα σίμωσε και κλάψε / εις του Μπάιρον το κορμί». Ο Γιώργος Τσοντάκης, που, προφανώς, έχει επιμεληθεί, καθώς δεν αναφέρεται άλλο όνομα, και τη σκηνοθεσία της παράστασης, έστησε, στο μέσον της σκηνής ένα πατάρι με τον άρρωστο στο Μεσολόγγι Μπάιρον/ηθοποιό σε ένα ράντζο εκστρατείας και με τους δύο ακολούθους  του, τον ιταλό υπασπιστή του Τίτα και τον έλληνα έφηβο Λουκά, τον μεγάλο του έρωτα τον καιρό εκείνο, ένα δεύτερο στα δεξιά με, πάνω του, έξι «μαδριγαλιστές», όπως τους χαρακτηρίζει -ένα είδος Χορού-, στα αριστερά να κάθεται 
το μικρό μουσικό σύνολο και με ένα δεύτερο Μπάιρον -τον ποιητή Μπάιρον/τενόρο-, να εμφανίζεται στο προσκήνιο. Η όλη σκηνική λιτότητα, που συνδυάζει συναυλιακή παρουσίαση με παράσταση -το σκηνικό και τα καλόγουστα κοστούμια υπογράφει η Δάφνη Αηδόνη-, δένεται απόλυτα με τη μουσική του, όπου οι απηχήσεις της ελληνικής παραδοσιακής αλλά και της βυζαντινής μουσικής εύκολα γίνονται αντιληπτές: εξαιρετική χρήση της φωνής, «διακριτική» μουσική συνοδεία που βρίσκει τις εντάσεις της, όταν πρέπει και αυτά πλέκονται μουσικότατα με την πρόζα. Ένα υπόδειγμα μουσικού θεάτρου σε σύγχρονο μουσικό ιδίωμα, που καταφέρνει, όμως, να είναι και ελκυστικό
στο
κοινό. Η εκτέλεση, τόσο από το μουσικό σύνολο το οποίο διηύθυνε ο ίδιος ο συνθέτης τη βραδιά που πήγα, όσο και από τους σολίστες, ιδανική: εκφραστικότατος και απόλυτα πειστικός -εύρημα!- Μπάιρον του Μεσολογγίου ο εγκατεστημένος στην Ελλάδα άγγλος ηθοποιός Ρόμπιν Μπιρ, με καλά επιλεγμένους συμπαραστάτες τον Πάνο Γκόγκο (Τίτα) και τον Γιάννη Ζαφειράτο (Λουκάς). Εξαιρετικός ο τενόρος Χρήστος Κεχρής-Μπάιρον/ποιητής. Άψογο -και στο α καπέλα τελικό «ρέκβιεμ»-, ο ένας καλύτερος από τον άλλο, το σύνολο των έξι σολίστ: η σοπράνο Χριστίνα Ασημακοπούλου, οι μέτζο
Διαμάντη Κριτσωτάκη -έξοχη στο σόλο της- και Μαργαρίτα Συγγενιώτου, οι τενόροι Νικόλας Μαραζιώτης και Διονύσης Μελογιαννίδης και ο βαρύτονος Βαγγέλης Μανιάτης. Να επισημάνω και τη θαυμάσια μετάφραση, για τους υπέρτιτλους, των ποιημάτων του Μπάιρον από την Λένια Ζαφειροπούλου. Μία παράσταση μουσικού θεάτρου που ξεφεύγει από τα όρια του «επετειακού» και που πιστεύω ότι θα πρέπει να διατηρηθεί στο ρεπερτόριο της Λυρικής η οποία θα μπορούσε να τολμήσει να αναθέσει στον Γιώργο Τσοντάκη και ένα πλήρες οπερατικό εγχείρημα -δεν διαθέτουμε τόσο σημαντικά κεφάλαια. Για μένα, μία έκπληξη. Ενθουσιάστηκα  (Φωτογραφίες: Ανδρέας Σιμόπουλος).  
 
(Με ό,τι χρειάζεται για να μπει ο θεατής/ακροατής στο πνεύμα του έργου, το δίγλωσσο -ελληνικά και αγγλικά- έντυπο πρόγραμμα της παράστασης -υπεύθυνος έκδοσης Χαράλαμπος Γωγιός).
 
Εθνική Λυρική Σκηνή / «Εναλλακτική Σκηνή», Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», «Αφιέρωμα στα 200 Χρόνια από την Έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης», Κύκλος «Ωδές στον Βύρωνα», 17 Δεκεμβρίου 2021 (Η παράσταση θα παιχτεί στις 29 Δεκεμβρίου και στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης).