August 30, 2012

«Atomic Alert»!



Το Τέταρτο Κουδούνι / 30 Αυγούστου 2012

 
Σας έγραφα στο προηγούμενο «Τέταρτο Κουδούνι» για τον «Σίσυφο». Τη βασισμένη στην «Πράξη χωρίς λόγια I» του Σάμουελ Μπέκετ, όπως τη συνδύασε με τον αρχαιοελληνικό μύθο του Σίσυφου, παράσταση χωρίς λόγια που ανέβασε στο Λονδίνο η Ελπίδα Σκούφαλου με τον Ολυμπιονίκη μας Ιωάννη Μελισσανίδη. Για του λόγου το αληθές σήμερα, βασική στη στήλη, φωτογραφία απ’ την παράσταση, που κάτι καλό μού προοιωνίζεται.


Το ιδιαίτερο έργο
_ μια κωμωδία _ του άπαιχτου στην Ελλάδα νέου γάλλου συγγραφέα Φρεντερίκ Σοντάγκ «Atomic Alert» που πρωτοπαρουσιάστηκε τον περασμένο Δεκέμβριο στο Παρίσι και θριάμβευσε φέτος το καλοκαίρι στην Αβινιόν, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Off, θα παρουσιάσει τον Νοέμβριο στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» ο σκηνοθέτης Λευτέρης Γιοβανίδης.
Ο Σοντάγκ έχει μοντάρει, με μεγάλη επιδεξιότητα, αποσπάσματα από ασπρόμαυρες αμερικάνικες ταινίες της δεκαετίας του ’50 κι έχει δημιουργήσει μια καινούργια ταινία - παστίς, μιας περίπου ώρας, που προβάλλεται στην οθόνη κατά τη διάρκεια της παράστασης χωρίς ήχο, με πέντε ηθοποιούς _ τρεις άντρες, δυο γυναίκες _, απόλυτα συντονισμένους σε ταυτόχρονο, ζωντανό σπικάζ, που ντουμπλάρει τους διαλόγους της ταινίας χωρίς να ’χει καμιά σχέση μαζί τους. Θέμα του συγγραφέα, που αφορά τη διαφθορά στο χώρο της πολιτικής, μια ατομική έκρηξη που ’γινε κατά λάθος και που η κυβέρνηση προσπαθεί ν’ αποκρύψει.
Το έργο μεταφράζει η Σταυρούλα Μάκρα ενώ η διανομή ολοκληρώνεται προσεχώς.
Τον Σοντάγκ στην Ελλάδα πρωτοπαρουσίασε το Γαλλικό Ινστιτούτο τον περασμένο Μάιο, όταν διάβασε ο ίδιος το παλαιότερο έργο του «Υπό έλεγχο».


Φίλος της στήλης,
έκθαμβος απ’ τη φρεσκάδα των επιλογών του ΚΘΒΕ στο ρεπερτόριό του τα τελευταία χρόνια _ «Λωξάντρα», «Μαντάμ Σουσού», «Βασικά με λεν Θανάση», «Ντενεκεδούπολη», «Άγαμοι Θύται… στο Δημόσιο», «Αμάν Αμήν», «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα», «Υπάρχει και φιλότιμο», «Οι Γερμανοί ξανάρχονται»… _, ρεπερτόριο η κατάσταση του οποίου βαίνει διαρκώς επιδεινούμενη _ «Το κοροϊδάκι της πριγκηπέσσας», «Ο μικρός ήρως», «Αυτά που είδε ο μπάτλερ» του Τζο Όρτον σε… ποντιακή βερσιόν (!!!) προσεχώς… _ και τη φουλαριστή επιστροφή στο παρελθόν, προτείνει η υποστήλη «Προ 50ετίας» στο «Τέταρτο Κουδούνι» να μετονομαστεί σε «Προ 100ετίας». Μπας κι «έρθουν τα πράγματα στα ίσα τους», όπως μου γράφει.


Μια, «αντί σκηνοθετικού σημειώματος»,
ανάμνηση του Γιάννη Καλατζόπουλου απ’ το «Ακροπόλ» του ’57 και την πρώτη εμφάνιση του τότε Γιαννάκη στο θέατρο «για μεγάλους», που προφανώς περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα του «Έλα απόψε στου… Μελά», της σύνθεσης επιθεωρησιακών κειμένων και τραγουδιών την οποία ανέβασε το ΚΘΒΕ στη νέα «Θερινή Σκηνή» του, στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά, σε σκηνοθεσία του, διάβασα στο δελτίο Τύπου που μου στείλανε. Απολαυστική!
Όπου γλαφυρά περιγράφει πώς, επειδή, ως παιδάκι ο τότε Γιαννάκης, έβγαζε στο φινάλε πολύ χειροκρότημα μόνος του, τον «υιοθέτησε» και τον έσερνε μαζί της στο χαιρετισμό η Μπελίντα για να διπλασιάσει το δικό της μέχρι που τη ματιάσανε και πάτησε την γκλαμορόζα τουαλέτα της Αποθέωσης και σαβουριάστηκε στην πασαρέλα του «Ακροπόλ». Οπότε και παρέδωσε τον Γιαννάκη, για να μη μπλέκεται στα πόδια της, στην Γεωργία Βασιλειάδου…


Πέστε ότι γράφετε εσείς τη στήλη αυτή. Κι ότι σας δίνουν μια είδηση για κάποια παράσταση που πρόκειται ν’ ανεβεί. Και πως τη δημοσιεύετε στο «Τέταρτο Κουδούνι». Εξαντλώντας εμμονικά _ αν το ’χετε το χούι, με τίποτα δε διορθώνεται…_ την προϊστορία του έργου. Αν πάτε μετά, όταν το έργο ανεβεί, να δείτε την παράσταση και διαβάσετε το _ πολύ χαριτωμένο, καρτολίνες κι ένα τετρασέλιδο σαν από παλιό τετράδιο _ πρόγραμμα και δείτε ξεπατικωμένα όσα γράψατε και υπάρχει μάλιστα μέσα στα ξεπατικωμένα έως και το λάθος που κάνατε και που επανορθώσατε την επόμενη Πέμπτη αλλά, φαίνεται, δεν το πρόσεξαν _ και δείτε επιπλέον, κάτω απ’ τα ξεπατικωμένα, γραμμένο «Πηγές: πρόγραμμα θεάτρου Περοκέ 1991», να εμφανίζεται μάλιστα και το όνομα ενός κυρίου πλάι στις λέξεις «Σχεδιασμός – Επιμέλεια ύλης προγράμματος», τι θα πράττατε; Και τι θα λέγατε; Εγώ _ που μου ’τυχε… _ περιορίστηκα μόνο στο δαντικό guarda e passa _ δες και προσπέρνα.


Αλλοδαπός, ο φίλος μου. Παρεπιδημών στην Ελλάδα _ ε, βλέπει και ελληνική τηλεόραση. Πήγαμε μαζί στην Επίδαυρο να δούμε τους «Ιππής» του ΚΘΒΕ. Με Πέτρο Φιλιππίδη / Αλλαντοπώλη και Γιάννη Ζουγανέλη / Παφλαγόνα. «Ah, it’s the guy who advertises cheese!» («Α, ειν’ αυτός που διαφημίζει τυριά!») μου λέει, χαρούμενος που τον αναγνώρισε, μόλις έκανε είσοδο στην ορχήστρα ο Αλλαντοπώλης. Τι να πω τώρα εγώ; Κατάπια μπακακάκια, που ’λεγε κι η μάνα μου. Βλέπετε, πόση ειν’ η απόσταση απ’ τον _ αγρίως εξαργυρωμένο _ «Μπακαλόγατο» μέχρι τον Αριστοφάνη και την Επίδαυρο; Μισή οργιά.


Τα αρχεία τους δεν είναι καλά ενημερωμένα;
Μνήμη γερή δεν έχουν; Ή δεν ξέρουν να μετράνε; Τριάντα επτά χρόνια, ανακοίνωσαν οι αρχαιολόγοι της περιοχής πως παρέμενε κλειστό το αρχαίο θέατρο των Δελφών που το ξανάνοιξαν με μια εκδήλωση το υπουργείο Πολιτισμού και το Ελληνικό Φεστιβάλ για μια βραδιά, πριν αρχίσουν οι εργασίες αποκατάστασής του _ που ποιος ξέρει πότε θα ολοκληρωθούν… Κι αυτό το «τριάντα επτά» επαναλήφθηκε, δημοσιογραφικά, μέχρι κορεσμού.
Να καταθέσω, λοιπόν, πως στο αρχαίο θέατρο των Δελφών έχω δει απ’ τους Δεσμούς της Ασπασίας Παπαθανασίου την «Ηλέκτρα» που ’χε ανεβάσει η ίδια το καλοκαίρι του 1977 _ κι ακόμα έχω στ’ αυτιά μου κι ανατριχιάζω το «Χτύπα, αν μπορείς διπλά!» της Παπαθανασίου – Ηλέκτρας, στη διάρκεια του φόνου της Κλυταιμνήστρας απ’ τον Ορέστη στο εσωτερικό του παλατιού, ν’ αντηχεί στις Φαιδριάδες.
Την ίδια χρονιά τεκμηριώνεται στο Χρονικό 1977 παράσταση στο αρχαίο θέατρο των Δελφών κι απ’ το θίασο «Μνήμη» του Ιορδάνη Μαρίνου με τον «Αίαντα» του Σοφοκλή ενώ στο Χρονικό του 1978 παράσταση επίσης του ίδιου θιάσου με «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη _ που ο Θεόδωρος Τερζόπουλος στον οποίο κατέφυγα, ως εμπνευστή, μαζί με τον Περικλή Νεάρχου, της εκεί μεταγενέστερης Διεθνούς Συνάντησης Αρχαίου Ελληνικού Δράματος του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών, για να σιγουρευτώ πως όντως καμιά παράσταση της Συνάντησης δεν έχει γίνει στο συγκεκριμένο θέατρο, επιμένει πως αυτή πρέπει να ’ταν η τελευταία.
Κατόπιν, όμως, βρήκα στο Διαδίκτυο
αναφορά και για μια κλειστή επετειακή μουσική εκδήλωση που ’γινε εκεί το 1992 με αφορμή τα εκατό χρόνια απ’ την έναρξη των ανασκαφών στους Δελφούς της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Άρα είκοσι χρόνια έμεινε τελικά, κατά πάσα πιθανότητα, κλειστό το αρχαίο θέατρο των Δελφών ή, το πολύ _ για το μεγάλο κοινό _, τριάντα τέσσερα. Όχι πάντως τριάντα επτά.
Να ελπίσουμε πως δε θα παραμείνει άλλα τόσα;

Προ 50ετίας
Τα Θεατρικά Νέα


[…] Κατά πληροφορίες από το Ισραήλ, η τελευταία παράστασις του «Πειραϊκού Θεάτρου» στο θέατρο «Κάμερι» του Τελ Αβίβ που εδόθη την Τρίτη, επήρε τον χαρακτήρα πραγματικής αποθεώσεως των Ελλήνων καλλιτεχνών. Οι εκδηλώσεις του πολυπληθούς κοινού έφθασαν στο κατακόρυφο όταν υπό ενθουσιώδη ρυθμικά χειροκροτήματα ο γενικός διευθυντής του Φεστιβάλ κ. Πρόπεζ ανήλθεν επί σκηνής στο τέλος της παραστάσεως και επέδωσεν ειδικά μετάλλια της Ισραηλινής κυβερνήσεως προς τον Δημήτρη Ροντήρη, καθώς επίσης και σε κάθε μέλος του θιάσου […]. 30 Αυγούστου 1962.



Υπό της Επιτροπής Αδείας ανεκοινώθησαν τα αποτελέσματα των εξετάσεων των ταλέντων πρόζας που εζήτησαν να φοιτήσουν σε Δραματικές Σχολές, χωρίς να έχουν απολυτήριο γυμνασίου. Από τους 167 που έλαβαν μέρος επέτυχαν οι εξής επτά: Άγγελος Γεωργιάδης, Πόπη Γιαμαρέλου, Αγγελική Γιουροκοπούλου, Μιράντα Ζαφειροπούλου, Μίρκα Καλαντζοπούλου, Σωτήριος Τζεβελέκης (σ.σ. Τζεβελέκος) και Αθανάσιος Χατζηαναγνώστου. 31 Αυγούστου 1962.


Την προσεχή Τρίτη
θα γίνη στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, ανάγνωσις της «Σίβυλλας» του Σικελιανού που θα ανεβασθή για τον πανηγυρισμό της 50ετίας από της απελευθερώσεως της Θεσσαλονίκης […]. 1 Σεπτεμβρίου 1962.

Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».

Γιατί δεν υπέγραψα ή Οι κοριοί


Δεν υπέγραψα την επιστολή υπέρ του Γιώργου Λούκου. Ούτε θα την υπογράψω. Αν και τη συμμερίζομαι, όσο βιαστικά και πρόχειρα και εν θερμώ κι αν είναι γραμμένη, όσο και λάνθασμένη κίνηση κι αν τη θεωρώ πιστεύοντας πως στρώνει βούτυρο στο ψωμί της αντίδρασης. Δεν την υπέγραψα όχι για να μην «εκτεθώ» _ έχω «εκτεθεί» ανεπανόρθωτα, χρόνια  τώρα, γράφοντας αυτά που πιστεύω... Αλλά επειδή σιχαίνομαι τη συλλογή υπογραφών. Και επειδή τη βρίσκω χωρίς νόημα _ αφού η απόφαση είναι, ως φαίνεται, ειλημμένη. Κυρίως, όμως, επειδή απαιτώ εν έτει 2012 από αυτή την εξαθλιωμένη Πολιτεία να γίνει από μόνη της επιτέλους ΔΙΚΑΙΗ και ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΚΗ και ικανή να κρίνει, χωρίς παρεμβάσεις και υπογραφές, ποιος αξίζει να γίνει _ ή να παραμένει _ λειτουργός της.
Γνωρίζω τον Γιώργο Λούκο απ’ το 1994, όταν πρωτοήρθε στην Αθήνα με το Μπαλέτο της Όπερας της Λιον του οποίου ήταν και συνεχίζει να είναι ο καλλιτεχνικός διευθυντής. Μου έκανε εντύπωση στη συνέντευξη Τύπου, όπου μου τον σύστησε η κριτικός χορού Κλημεντίνη Βουνελάκη. Είδα έναν έξυπνο, άμεσο, απλό, φιλικό άνθρωπο, το ένστικτό μου _ ας μου επιτραπεί _ κάτι αντελήφθη περί των ικανοτήτων του ανδρός και του έκανα στα «Νέα» μια συνέντευξη που ίσως και να ήταν η πρώτη που έδωσε σε ελληνική  εφημερίδα. Τον παρακολουθούσα από τότε.  Παρακολουθούσα τις επιτυχίες του συγκροτήματος που διηύθυνε και το οποίο εκείνος ανέδειξε και του προσέδωσε κύρος διεθνές.
Παρακολουθούσα, παράλληλα, και τη βαθμιαία παρακμή των Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου: κάποιες ενδιαφέρουσες παραστάσεις, κάποιες ενδιαφέρουσες μετακλήσεις που οφείλονταν αποκλειστικά σε _ αδρά και κάποτε προκλητικά αμειβόμενους _ καλλιτεχνικούς πράκτορες που έλυναν και έδεναν πουλώντας πακέτα με ονόματα αλλά και με δευτεράντζες, και ουσιαστικά αυτοί, με πρώτο και καλύτερο τον Θόδωρο Κρίτα, αποφάσιζαν για τις τύχες του Φεστιβάλ Αθηνών χρησιμοποιώντας, ως όργανα εκτελεστικά, άβουλους εντεταλμένους υπαλλήλους του ΕΟΤ, στη δικαιοδοσία του οποίου τα Φεστιβάλ υπάγονταν, και «καλλιτεχνικές επιτροπές» που άγονταν και φέρονταν, άνωθεν παρεμβάσεις _ ακόμα και πρωθυπουργικών συζύγων! _ στην κατάρτιση του προγράμματος, παρασκηνιακή δράση διαφόρων «παραγόντων», αναθέσεις σε κομματικούς φίλους, ο νόμος του 1998 που ανεξαρτητοποίησε το Ελληνικό _πια _ Φεστιβάλ απ’ τον ΕΟΤ, οι ελπίδες που γέννησε η ανάληψη της θέσης του προέδρου απ’ τον επιτυχημένο, μέσω Διεθνούς Φεστιβάλ Πάτρας, Θάνο Μικρούτσικο, οι κάποιες καινοτομίες του που γρήγορα φυλλορρόησαν, η επαναφορά στις Πρό Νέου Νόμου αντιλήψεις, η με το έτσι θέλω «μονιμοποίηση» καλλιτεχνών και συγκροτημάτων, στην Επίδαυρο κυρίως, τα συμφέροντα των μεσαζόντων που είχαν αρχίσει να απλώνουν τα πλοκάμια τους ως κράτος εν κράτει σκανδαλωδώς… _ επανειλημμένα είχα γράψει για την καθοδική πορεία του Φεστιβάλ.
Όλα αυτά και όλοι αυτοί οι «βολεμένοι» επλήγησαν από την εμφάνιση στο φεστιβαλικό προσκήνιο του Γιώργου Λούκου _ ο οποίος και βέβαια από την κυβέρνηση Καραμανλή διορίστηκε στη θέση του προέδρου του Ελληνικού Φεστιβάλ αλλά καμιάς κλαδικής μέλος δεν ήταν ούτε πολιτικές διασυνδέσεις είχε. Η «μονιμότητα» ήρθη, οι πράκτορες έχασαν τα τερατωδώς πλέον διογκωμένα ποσοστά με τα οποία είχαν καλομάθει, οι κομματικοί δεν βρήκαν ευήκουον ους τεταμένο διότι ο Λούκος χρόνια έλειπε από την Ελλάδα, σχέσεις με κόμματα δεν είχε, άρα δεν ήταν εύκολο να τον πιέσουν. Ούτε ανάγκη είχε κανέναν μια και διατήρησε τη θέση του στο Μπαλέτο της Λιον.
Το Φεστιβάλ γρήγορα απέκτησε καινούργιο προφίλ. Νέοι, ενδιαφέροντες χώροι, πέραν του δύσκαμπτου, «ακαδημαϊκού» Ηρωδείου, σύνδεση με ξένα φεστιβάλ, μια φρέσκια αντίληψη μακριά απ’ τον επαρχιωτισμό μας _ που, όταν τον θυμίσεις, κάποιοι σκυλιάζουν διότι προφανώς αντιλαμβάνονται πως ισχύει… _, επαφή με τα ευρωπαϊκά καλλιτεχνικά πράγματα, άνοιγμα σε νέα πρόσωπα και σε προτάσεις τολμηρές και προκλητικές έστω κι αν τα αποτελέσματα δεν ήταν πάντα επιτυχημένα... Το Φεστιβάλ άνοιξε τους ορίζοντές του, απέκτησε νέο κοινό, απέκτησε φανατικούς, ανανεώθηκε.
Ο Γιώργιος Λούκος δεν ανακάλυψε την πυρίτιδα. Πολλά μπορούν να του καταλογιστούν. Η απουσία του για μεγάλα διαστήματα από την Ελλάδα λόγω των υποχρεώσεών του, η έλλειψη άμεσης, στενής επαφής του με τα ελληνικά καλλιτεχνικά πράγματα, οι διοικητικές αδυναμίες που δεν μπόρεσε να τις ξεπεράσει, η κάποια εμμονή του σε άτομα, η οποία δημιούργησε ένα περιορισμένο κύκλο καλλιτεχνών γύρω από το Φεστιβάλ, όπου έβλεπες τα ίδια πρόσωπα να επαναλαμβάνονται, κάποτε και δύο και τρεις φορές μέσα στο ίδιο καλοκαίρι, η κάποια αμηχανία ως προς το πρόγραμμα της Επιδαύρου ήταν ανάμεσά τους. Αλλά η επιτυχία του δεν μπορεί εύκολα να αμφισβητηθεί _ οι αριθμοί είναι εύγλωττοι. Παρά μόνον από τους κακοπροαίρετους. Οι οποίοι δεν λείπουν.
Στην Ελλάδα, ειδικά, το είδος ανθεί. Οι κοριοί και τα ενεργούμενά τους, με γνωστές τοις πάσι διασυνδέσεις, εκ των οποίων ορισμένοι ουδεμία σχέση με το Φεστιβάλ είχαν και ούτε έχουν πατήσει το πόδι τους στις εκδηλώσεις του _ προ και μετά Λούκον… _, άρχισαν από την πρώτη στιγμή να ροκανίζουν. Συστηματικά. Και κατά βάση ανωνύμως. Λασπολογώντας, ρίχνοντας στην πιάτσα συκοφαντίες _ αν γράψεις ή αν υπογράψεις υπέρ του Λούκου αυτομάτως θεωρούν πως πληρώνεσαι, εξ ιδίων κρίνοντες τα αλλότρια... _, διασπείροντας φήμες και οι πιο θρασείς και επηρμένοι μιλώντας δημόσια για να δημιουργήσουν εντυπώσεις. Το ροκάνισμα ήταν δύσκολο. Η επιτυχία του Λούκου τους αφόπλιζε.
Με την αλλαγή της κυβέρνησης και με την ανάληψη της πρωθυπουργίας από ένα πρόσωπο ιδιαίτερα τρωτό στο μικροκομματισμό, τα φαντάσματα του παρελθόντος βγήκαν στο κουρμπέτι. Με μια ψυχή, με μια καρδιά. Σιωπηλά ανμφιβόλως. Όλοι στον χώρο τούς γνωρίζουμε. Δεν κάνουν κιχ. Δεν εκτίθενται. Δουλεύουν στο παρασκήνιο. Αλλά ο τόπος είναι μικρός. Ο καλλιτεχνικός, ο «πνευματικός» _ τρομάρα τους _ κύκλος ακόμα στενότερος. Και όλα μαθαίνονται. Στο πρόσωπο του ατόμου που «ανέλαβε τα ηνία» του πολιτισμού βρήκαν τον κατάλληλο μοχλό.
Ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει. Καμιά υπογραφή διαμαρτυρίας δεν μπορεί να το ανατρέψει. Και βέβαια ουδείς αναντικατάσταστος. Εύχομαι ο επόμενος να τα καταφέρει και καλύτερα. Αλλά όλα τα σημάδια δείχνουν πως πρέπει να είμαστε έτοιμοι να δούμε επιστροφή στις «δοκιμασμένες», συντηρητικές λύσεις. Δηλαδή στη γερασμένη μούχλα. Όσο για τον Γιώργο Λούκο, ε, υπάρχει και η ιστορία. Που, όσο κι αν προσπαθούν ή προσπαθήσουν να την αλλοιώσουν, θα γραφτεί. Και  φοβάμαι πως δεν θα τους δικαιώνει τους κοριούς. Τα φράγκα πάντως στα οποία αποβλέπουν και την εξουσία η οποία τους προκαλεί αλλεπάλληλους οργασμούς θα την έχουν ευχαριστηθεί στο μεταξύ.

August 26, 2012

Γαργαλώντας τα να κλαις ή Ποιος τον έχει το φαλλό μεγαλύτερο…


Αριστοφάνης x 5; Τέσσερις παραστάσεις στην Επίδαυρο και στη συνέχεια από χωρίου εις χωρίον συν ένας Αριστοφάνης χειμωνιάτικος που ’βαλε τα καλοκαιρινά του και περιοδεύει; Έχουν δει τα μάτια μου και «χειρότερα». Κάτι εποχές ηρωικές και κάτι καλοκαίρια στα 80s και 90s _ όπως τα λέμε πια… _, που οι παραστάσεις στις Επίδαυρο έφταναν τις 12 και απ’ τις 11 κωμωδίες του Αριστοφάνη ανέβαιναν περίπου τα άπαντά του και μερικά μάλιστα απ’ τα έργα του σε ανεβάσματα διπλά και τριπλά…
Ελεύθερος στίβος είναι βέβαια το θέατρο. Κι όποιος θέλει ανεβάζει ό,τι θέλει. Κι αν επέλθει κορεσμός _ ή αν έχει ήδη επέλθει, διότι τα φετινά νούμερα, στην Επίδαυρο τουλάχιστον, αυτό έδειξαν _, στο χέρι του κοινού είναι να αποφασίσει με ποιον θα πάει και ποιον θ’ αφήσει. Το θέμα είναι ΠΩΣ ανεβάζεις σήμερα μια αριστοφανική κωμωδία. Οι δυο σχολές _ η «κομψή» του Σολομού και η «λαϊκή» του Κουν _ έχουν πια εξαντληθεί. Η «λαϊκή» επεκράτησε αλλά, με το επιχείρημα πως ο Αριστοφάνης σχετίζεται (!) με την επιθεώρηση, κατέληξε σε χοντράδες, και χυδαιότητες, και φτήνειες, και ποιος τον έχει το φαλλό μεγαλύτερο…
Το γαργάλημα του κοινού που ακούει όλο και χοντρότερα μεταφρασμένες τις αριστοφανικές βωμολοχίες _ τις οποίες, βεβαίως, εντελώς διαφορετικα εισπράττει μια κοινωνία στην οποία έχουν επικαθήσει είκοσι αιώνες χριστιανικής ηθικής απ’ ό,τι η κοινωνία του 5ου π.Χ. αιώνα, όταν τα έργα πρωτοπαίχτηκαν, η οποία εντελώς φυσιολογικά, χωρίς ταμπού, αντιμετώπιζε τα γεννητικά όργανα και τη γενετήσια πράξη _ μοιάζει, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, να ’χει γίνει ο στόχος. Οι επικαιρικοί «εκσυγχρονισμοί» που εκμαιεύουν το χάχανο, το μέσον. Και οι τηλεοπτικά «καταξιωμένοι» κωμικοί μας _ εξαιρετικοί, καλοί, μέτριοι ή κακοί _, οι μόνοι κράχτες για τις παραστάσεις Αριστοφάνη. Αν αυτά επαρκούν για να συνεχιστεί το ανέβασμα ξανά και ξανά των έντεκα αυτών κωμωδιών _ που δεν είναι και όλες εξαιρετικές… _ μέχρι ξεζουμίσματός τους, καλώς. πΆω πάσο. Αλλά φοβάμαι πως, παρά επί μέρους ικανοποιητικά παραστασιακά αποτελέσματα, οι «Όρνιθες» του Κουν ακόμα δεν έχουν ξεπεραστεί. Και ήταν τότε 1959 _ πενήντα τρία χρόνια έχουν περάσει… 

Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».

August 23, 2012

Ο Μελισσανίδης Σίσυφος μέσω Μπέκετ



Το Τέταρτο Κουδούνι / 23 Αυγούστου 2012 
 

Αν δεν πήγατε στην Επίδαυρο, μη τον χάσετε τον μολιερικό «Αμφιτρύωνα» του Λευτέρη Βογιατζή και του Εθνικού. Είναι μια παράσταση με προσωπική σφραγίδα «Βογιατζής», ουσιαστικά γοητευτική και με μια πλειάδα εξαίρετων ηθοποιών, απ’ τους καλύτερους που διαθέτει αυτή τη στιγμή το ελληνικό θέατρο, με κορυφαία την Αμαλία Μουτούση.  


Σε παράσταση με τον τίτλο «Σίσυφος» πρωταγωνίστησε ο Χρυσός Ολυμπιονίκης μας στη Ενόργανη Γυμναστική Ιωάννης Μελισσανίδης που έχει στραφεί στην υποκριτική, με σπουδές στο Λονδίνο και στο Λος Άντζελες. Παράσταση εμπνευσμένη απ’ την «Πράξη χωρίς λόγια I» του Σάμουελ Μπέκετ αλλά κι απ’ τον αρχαιοελληνικό μύθο του Σίσυφου _ είχε καταδικαστεί απ’ την Περσεφόνη να σπρώχνει ένα βράχο ψηλά, σε μια κορυφή, αλλά ο βράχος κάθε φορά να γλιστράει κάτω, κι άντε πάλι απ’ την αρχή, κι αυτό να συνεχίζεται αέναα _, την οποία ανέβασε στο Λονδίνο, στις 2 Αυγούστου, στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων η Ελπίδα Σκούφαλου. Σε μια προσπάθεια, όπως λέει η ίδια η σκηνοθέτρια, «να απαντήσουμε στην κρίση και στη ζοφερή εικόνα των Ελλήνων στο εξωτερικό με ποίηση και μ’ έναν ελληνικό μύθο, φιλτραρισμένο μέσα απ’ το σύμπαν του Ιρλανδού Μπέκετ». Η παράσταση, μάλιστα, επαναλήφθηκε εκτάκτως την επομένη λόγω της επιτυχίας που είχε.
Μετά από δυο μήνες δοκιμών που ’γιναν στην Αθήνα προέκυψε ένας σαραντάλεπτος αυτοσχεδιασμός, ένα «σκηνικό παιχνίδι», όπου στη σκηνή συνυπάρχει ένα δεύτερο πρόσωπο: ένα μικρό «δαιμόνιο» που βάζει τις τρικλοποδιές στον πρωταγωνιστή _ το ’παιξε η μικρή Γαλάτεια Σταύρακα. Οι κύβοι του Μπέκετ έγιναν βράχοι και ολυμπιακό βάθρο _ δεν ήταν τυχαία η επιλογή του Ιωάννη Μελισσανίδη _, το δέντρο του, χαρταετός _ ιδέα της σκηνογράφου / ενδυματολόγου της παράστασης Θάλειας Ιστικοπούλου _ ενώ η έρημος που ζητάει το έργο δεν είχε άμμο αλλά κοκκινόχωμα από γήπεδο του τένις. 

Η παράσταση, που τελούσε υπό την αιγίδα της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής και που πραγματοποιήθηκε με την ενίσχυση του Αμερικανικού Κολεγίου Ελλάδας / Deree College και του Δήμου Πεύκης / Λυκόβρυσης ο οποίος παραχώρησε το θεατράκι του για τις δοκιμές, φιλοξενήθηκε στο «Σπίτι των Ελλήνων», στο «Carlton Club», και την παρακολούθησαν, μεταξύ άλλων, διακεκριμένοι Έλληνες του Λονδίνου, μέλη της τέως βασιλικής οικογένειας της Ελλάδας, φοιτητές, συναθλητές του Μελισσανίδη, άγγλοι θεατρόφιλοι… Γίνονται μάλιστα συζητήσεις για να συνεχίσει την πορεία της στο εξωτερικό.
Ας υπογραμμιστεί πως η Ελπίδα Σκούφαλου υπέγραφε πριν από δεκαπέντε χρόνια _ το 1997 _ την παράσταση «Με τα φτερά του Άγγελου» που πραγματοποιήθηκε στο αρχαίο στάδιο των Δελφών με τον Ιωάννη Μελισσανίδη να κάνει την πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο, πλάι στην Ρένη Πιττακή, ερμηνεύοντας τον Ίκαρο, εμφάνιση που υπήρξε το εφαλτήριο για να συνεχίσει τις σπουδές του στο θέατρο. 


Σάββατο 4 Αυγούστου θα ’κανε πρεμιέρα _ κι έκανε _ ο «Αμφιτρύων» στην Επίδαυρο. Την Πέμπτη 2 Αυγούστου το μεσημέρι το Γραφείο Τύπου του Φεστιβάλ «Στη Σκιά των Βράχων» των Δήμων Βύρωνα και Δάφνης / Υμηττού έστελνε μέιλ / δελτίο Τύπου _ για να δημοσιευτεί την επομένη, την Παρασκευή δηλαδή, παραμονή της πρεμιέρας στην Επίδαυρο _ πως η παράσταση του Λευτέρη Βογιατζή θα παιχτεί στο δικό τους θέατρο «Μελίνα Μερκούρη» στις 31 Αυγούστου. Μήπως ήταν σα να υπονοούσε «πού να τρέχετε τώρα στην Επίδαυρο, θα παιχτεί και σ’ εμάς»; Πάντως, έστω κι αν δεν το σκέφτηκαν έτσι, σίγουρα ήταν πολύ άκομψο.  


Δε θα ’πρεπε στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών τα ονόματα των ξένων καλλιτεχνών να ’ναι μεταφερμένα _ μεταγραμμένα _ στα ελληνικά; Η διατήρηση της ξένης γραφής που οδηγεί σε Βαβέλ, στα όρια της παρωδίας, όταν προφέρονται δημόσια δεν το καταλαβαίνουν πως εισπράττεται είτε ως σνομπισμός είτε ως αδιαφορία είτε _ το χειρότερο _ ως τεμπελιά, διότι για να βρεθεί η σωστή προφορά για τη μεταγραφή θέλει πολλή δουλειά _ έρευνα, τηλεφωνήματα, ερωτήσεις…; Ας το προσέξουν την επόμενη χρονιά. 


Διαβάζοντας το βιογραφικό τού _ εξαίρετου _ μαέστρου μας Θεόδωρου Κουρεντζή, που ζει και κάνει καριέρα στην Ρωσία _ αλλά και διεθνή πια _ και που ακούσαμε φέτος το καλοκαίρι χάρη στο Φεστιβάλ Αθηνών, συνειδητοποίησα πως είναι στενός συνεργάτης του σκηνοθέτη Ντμίτρι Τσερνιάκοφ _ έχουν κάνει μαζί «Αΐντα» και «Μακμπέθ» του Βέρντι στην Όπερα του Νοβοσιμπίρσκ, της οποίας, τότε, ο Κουρεντζής ήταν ο βασικός αρχιμουσικός, και «Βότσεκ» του Άλμπαν Μπεργκ και «Ντον Τζοβάνι» του Μότσαρτ στο «Μπαλσόι». 
Να σας θυμίσω μόνο πως ο Ντμίτρι Τσερνιάκοφ είναι ο σκηνοθέτης του συγκλονιστικού τσαϊκοφσκικού «Ευγένιου Ονιέγκιν» που ’δαμε πέρσι στο Μέγαρο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών _ η ωραιότερη παράσταση όπερας που ’χω δει στη ζωή μου. Κάποιες συναντήσεις προφανώς δεν είναι τυχαίες…  


Δεν ξέρω αν ήταν η πολιτική συγκυρία κι ο τίτλος του έργου… ενέπνευσε αλλά «Οι δούλες», τώρα που ’κανα μια ανασκόπηση στα θεατρικά πεπραγμένα της χειμωνιάτικης σεζόν, συνειδητοποίησα πως έσπασαν κάθε προηγούμενο ρεκόρ στην ελληνική θεατρική σκηνή. Σας έγραφα στο «Τέταρτο Κουδούνι», στις 27 Οκτωβρίου, στην αρχή της σεζόν, πως θα ’χουμε δυο παραστάσεις με το έργο του Ζαν Ζενέ φέτος. Αμ δε… Έξι είχαμε!!!
«Δούλες» ανέβασε πρώτη _ και καλά _ στην αρχή της σεζόν η Έφη Μουρίκη στην Κεντρική Σκηνή του «Νέου Ελληνικού Θεάτρου» (κι όχι σκέτα «Ελληνικού», όπως είχα γράψει τότε) του Γιώργου Αρμένη. «Δούλες» κι η Αννίτα Καγκάλου στο «Teatro Piccolo» _ όχι στο «Piccolo Teatro» του Μιλάνου…

«Δούλες» όμως παρουσιάστηκαν κι απ’ το ΔΗΠΕΘΕ Βορείου Αιγαίου _ σκηνοθέτησε ο Γιάννης Ζαφείρης. «Δούλες» και στο «Cabaret Voltaire» απ’ την ομάδα «Μπλε Ρόδο» σε σκηνοθεσία Ράνιας Λαγού _ Κλαούντιας Λούκατσελ. «Δούλες» ανέβασε κι ο Γιώργος Σφυρίδης για την Πειραματική Σκηνή του ΚΘΒΕ στο Μικρό Θέατρο της Μονής Λαζαριστών και στο πλαίσιο του «Κοινωνικού Θεατροπωλείου» του Κρατικού («Κοινωνικό Θεατροπωλείο», μπλιαχ, τι φριχτή επινόηση, όζει 70’s που λένε….). «Δούλες» παρουσίασε, με σκηνοθέτη τον Αντώνη Ντουράκη, κι η ομάδα «Ιυττός» στο πλαίσιο της Α΄ Συνάντησης Καλλιτεχνών με θέμα «Πολιτικό Θέατρο και Νέοι» που πραγματοποιήθηκε στο «Eliart». 
Ουφ! (Μήπως μου ’χουνε ξεφύγει και τίποτ’ άλλες φετινές «Δούλες»;).

Προ 50ετίας

Τα Θεατρικά Νέα


Αύριον το βράδυ στο θέατρο «Ακροπόλ» θα εορτασθή επισήμως η συμπλήρωσις 150 παραστάσεων της κωμωδίας των Α. Γιαλαμά – Κ. Πρετεντέρη «Τα παιδιά μας, οι κέρβεροι», που παίζεται με ιδιαίτερη επιτυχία από τον θίασο Κατερίνας. Την 150ην παράστασιν θα προλογίση ο εκλεκτός θεατρικός συγγραφεύς Γιώργος Ρούσσος. 23 Αυγούστου 1962.
 


Το ένα από τα δύο καινούργια θέατρα που ανεγείρονται στην οδόν Ιπποκράτους, στην θέσι που ήταν το πρώην θέατρο «Διάνα», απεφασίσθη από τους επιχειρηματίας και τους θιασάρχας, που θα εμφανισθούν εκεί κατά την προσεχή περίοδο, να ονομασθή «Θέατρον Διάνα», για να διατηρηθή, εφ’ όσον βρίσκεται στην ίδια θέσι, το γνωστό παλαιόν όνομα του άλλου θεάτρου. Στην καινούργια αίθουσα, […], θα εμφανισθή, ως γνωστόν, η Κάκια Αναλυτή, η οποία μαζί με τον Γιάννη Αργύρη, που θα είναι και ο καλλιτεχνικός διευθυντής, και τον Κώστα Ρηγόπουλο, θα παρουσιάση ιδιότυπον θέαμα, το οποίον ακριβώς δεν θα είναι ούτε επιθεώρησις, ούτε μουσικόν έργο, ούτε «μιούζικαλ» […]. 23 Αυγούστου 1962.  


Την ερχομένη Δευτέρα, 3 Σεπτεμβρίου, με το υπερωκεάνιον «Ολυμπία» επιστρέφει από την Αμερική η Έλλη Λαμπέτη, με τον σύζυγό της Αμερικανό συγγραφέα Φρεντ. Γουέικμαν. Ως γνωστόν, η διακεκριμένη πρωταγωνίστρια με τον άντρα της είχαν περάσει τις διακοπές τους στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά. 28 Αυγούστου 1962.

Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».

August 16, 2012

Έρχεται… «Ο φίλος μου ο Χίτλερ»


Το Τέταρτο Κουδούνι / 16 Αυγούστου 2012

Έξοχο δείχνει, εκ πρώτης όψεως _ οι δυσάρεστες εκπλήξεις έρχονται καμιά φορά αργότερα, όταν ο χώρος τεθεί σε λειτουργία… _, το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά. Πανέμορφο. Η τύχη του είναι που με ανησυχεί. Ο δήμαρχος Πειραιά Βασίλης Μιχαλολιάκος αναζητεί λύσεις, λέει. Αυτό με ανησυχεί ακόμα περισσότερο… Καμιά εμπιστοσύνη δεν έχω στους δημάρχους. Ειδικά στα πολιτιστικά. 



«Θέλω να μιλήσω με απλά πράγματα. Και ο Χατζιδάκις είναι πολιτισμός, όπως η ελιά είναι πολιτισμός» έλεγε ο Γιάννης Κακλέας σε συνέντευξή του, για τους «Όρνιθες» που ανέβασε με το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης, στην Μυρτώ Λοβέρδου, στο «Βήμα» της προπερασμένης Κυριακής. Πάω κι εγώ στην Επίδαυρο να δω την παράσταση, λέω κάπου θα την έχει την ελιά που «είναι πολιτισμός», κάπου θα την έχει, ψάχνω, ψάχνω, τίποτα. Θα την καταπλάκωσαν τα εκατοντάδες τούβλα του θηριώδους σκηνικού, καθώς φαίνεται…


Ο Γιάννης Ροζάκης,
που επανεμφανίζεται στη σκηνή μετά από δυόμισι χρόνια, θα ερμηνεύσει τον Γκούσταβ Κρουπ, της μεγάλης οικογένειας των γερμανών μεταλλοβιομηχάνων. Ο Κώστας Καζανάς τον ομοφυλόφιλο Ερνστ Ρεμ, Αρχηγό του Επιτελείου της παραστρατιωτικής οργάνωσης του ναζιστικού κόμματος SA _ των Ταγμάτων Εφόδου _, πρωτοπαλίκαρο του Χίτλερ, τον οποίο ο Ρεμ στήριξε μέχρι και την άνοδό του στην εξουσία το 1933, για να δολοφονηθεί το καλοκαίρι του 1934 στην Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών με την οποία ξεκαθαρίστηκαν τα εσωτερικά των ναζί. Ο Νίκος Νίκας τον ίδιο τον Χίτλερ. Κι ο Βασίλης Ρίσβας τον Γκρέγκορ Στράσερ, εξέχον πολιτικό στέλεχος του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, που επίσης εξολοθρεύτηκε την Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών. Πολύ καλή διανομή. Στο ενδιαφέρον έως προκλητικό έργο του Γιουκίο Μίσιμα «Ο φίλος μου ο Χίτλερ». Που θ’ ανεβάσει, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, τον Ιανουάριο, στο «Αγγέλων Βήμα», σε μετάφραση και δραματουργική επεξεργασία της, η Άσπα Τομπούλη. Στο θεματικό πλαίσιο «Εξουσία» μέσα στο οποίο θα κινηθεί την επόμενη χειμερινή σεζόν το ρεπερτόριο του Θεάτρου.
Έργο ωριμότητας (1968) του ιδιαίτερου Ιάπωνα Μίσιμα _ συγγραφέας πεζών και θεατρικών έργων, ποιητής, υποψήφιος αρκετές φορές για το Νομπέλ Λογοτεχνίας, ηθοποιός, σκηνοθέτης του κινηματογράφου αλλά και μοντέλο, παντρεμένος με δυο παιδιά αλλά και με ομοφυλόφιλη ζωή, εθνικιστής, που αυτοκτόνησε το 1970, στα σαράντα πέντε του χρόνια, δημόσια και τελετουργικά, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το οποίο στόχευε στην αποκατάσταση των εξουσιών του ιάπωνα αυτοκράτορα, που είχαν αποψιλωθεί μετά τον Πόλεμο και την ήττα της πατρίδας του _, «Ο φίλος μου ο Χίτλερ» μοιάζει, κατά τη σκηνοθέτρια, «σα να γράφτηκε σήμερα».
Ντοκουμέντο για την εκκόλαψη του «αυγού του φιδιού» και την τελική επικράτηση του ναζισμού στην Γερμανία, αποτελεί «μια συγκλονιστική ανατομία της εξουσίας και των ανθρώπων της». Ο Μίσιμα επικεντρώνει το έργο του στους κρίσιμους μήνες πριν απ’ τη νύχτα της 29ης προς 30η Ιουλίου του 1934, δηλ. την νύχτα της μεγάλης σφαγής, που έμεινε στη ιστορία ως η Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών. Ο Χίτλερ, καγκελάριος, ήδη, μετά την κατάλυση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης απ' τον ίδιο και τις παραστρατιωτικές ομάδες που τον στήριξαν, πιέζεται απ’ τους παλιούς συντρόφους του και αμφισβητείται απ’ τον στρατό. Οπότε αποφασίζει να δράσει κεραυνοβόλα: μέσα σε δυο εικοσιτετράωρα τα όργανά του δολοφονούν όλους τους αντιπάλους του, παλιούς του φίλους _ εξ ου κι ο τίτλος του έργου, που ’ναι φράση του Ρεμ _, καθώς και κορυφαία στελέχη του στρατού. Και σύντομα, μετά το θάνατο του γηραιού στρατάρχη Χίντεμπουργκ, Προέδρου της Δημοκρατίας, αναλαμβάνει και τα καθήκοντα του Προέδρου ενοποιώντας τα με του καγκελάριου υπό τον τίτλο του Φίρερ.
Το αμφιλεγόμενο ιδεολογικά έργο εκτυλίσσεται μέσα στην Καγκελαρία, στο Βερολίνο. Ο Μίσιμα «με χιούμορ σκληρό, καταφέρνει, μέσα στη μικρή διάρκεια του έργου _ περίπου μιάμιση ώρα _, να δώσει τον κυνισμό της εξουσίας, τις προσωπικότητες, την εποχή, την ιδεολογική σύγχυση, την κοινωνική εξαθλίωση και την ταπείνωση».
Τα σκηνικά και τα κοστούμια της παράστασης, που αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον, έχει αναλάβει ο Τόλης Τατόλας και τους φωτισμούς ο Ηλίας Κωνσταντακόπουλος. 

Τον Μίσιμα στην Ελλάδα, ως θεατρικό συγγραφέα, μας τον γνώρισε η Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης» το χειμώνα του 1985/1986, όταν παρουσίασε στην Θεσσαλονίκη, στο θέατρο «Αυλαία» _ με επανάληψη και την επόμενη σεζόν _, υπό τον τίτλο «Νύχτες χαμένων ερώτων» και σε σκηνοθεσία Νίκου Χουρμουζιάδη, τέσσερα μονόπρακτά του απ’ τη σειρά των σύγχρονων Νο που ’χει γράψει. Το πιο πρόσφατο ανέβασμα έργου  του είναι η «Μαρκησία ντε Σαντ» που σκηνοθέτησε ο Ορέστης Τάτσης για τις ομάδες «Αρ. Πρωτ. 217» και «Ρέον» στο θέατρο «Σφενδόνη» στο τέλος της σεζόν 2010/2011.


Είδαμε παραστάσεις πολύ καλές, καλές, μέτριες και κάτω του μετρίου _ το μέσο επίπεδο, φέτος, ίσως και να ’τανε υψηλότερο από πέρσι. Αλλά… Κόσμος αισθητά λιγότερος, που 100% δε γέμισε το θέατρο ούτε σε μια, έστω, απ’ τις παραστάσεις, θλιβερή η εικόνα του κλειστού «Ξενία» με τις λίγες σκόρπιες καρέκλες στην αυλή του, τουαλέτες που φλερτάρουν με τη φθορά, το Μουσείο κλειστό… Το 58ο Φεστιβάλ Επιδαύρου έληξε. Η κρίση και η παρακμή έχουν φτάσει κι εκεί. Ο Θεός να βάλει το χέρι του να μη δούμε τα χειρότερα…


Ηχήστε οι σάλπιγγες! Καμπάνες βροντερές, δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα! Η Μαρί Κυριακού, μετά τη συγκλονιστική, καλτ φιλανθρωπική τηλεοπτική εκπομπή της «Με αγάπη», μετά τα βιβλία της για παιδιά, ντεμπουτάρει και ως θεατρική συγγραφέας για παιδιά: το φθινόπωρο, στο «Αλίκη», απ’ την Παιδική Σκηνή της Ελληνικής Θεαμάτων, «Μάικ ο Φασολάκης» της Μαρί Κυριακού! Αδημονώ.


Το 58ο Φεστιβάλ Αθηνών ανήκει πια στο παρελθόν. Παρ’ όλες τις οικονομικές δυσκολίες που ’χε ν’ αντιμετωπίσει δεν πρόδωσε τη γραμμή του των τελευταίων χρόνων _ τη γραμμή Λούκου. Αλλά ομολογώ πως οι απογοητεύσεις μου φέτος ήταν περισσότερες απ’ τις άλλες χρονιές. Ενδιαφέροντα στοιχεία βρήκα σ’ αρκετές εκδηλώσεις _ άκουσα, για παράδειγμα, μια αγνώριστη Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υπό τον Βασίλη Χριστόπουλο ή ευχαριστήθηκα την πρώτη πράξη του «Βαπτιστικού» του Βασίλη Παπαβασιλείου _ αλλά στη μνήμη μου, απ’ τις είκοσι πέντε βραδιές που ήμουν εκεί _ έλειψα από δεκατρείς _, θα κρατήσω μόνο την «Δεσποινίδα Julie» των Κέιτ Μίτσελ / Λίο Γουόρνερ και της «Σάουμπίνε», την «Πρώτη ύλη» του Δημήτρη Παπαϊωάννου (φωτογραφία), 

που διατηρεί τη φόρμα του κι είναι πάντα συναρπαστικά αποτελεσματικός και στις μικρές, μινιμαλιστικές φόρμες, και τις δυο βραδιές Θεόδωρου Κουρεντζή _ τη συναυλία με την «MusicAeterna» του και το χορευτικό δίπτυχο Στραβίνσκι με το Μπαλέτο της Όπερας της Περμ, την οποία ο έλληνας αρχιμουσικός διευθύνει.
Άιντε, και του χρόνου καλύτερα!

Προ 50ετίας
Τα Θεατρικά Νέα


Απόψε και αύριο, το Εθνικό Θέατρο, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών θα παρουσιάση, στο Ωδείον Ηρώδου του Αττικού την τραγωδία του Σοφοκλή «Αίας», με τον Θάνο Κωτσόπουλο στον επώνυμο ρόλο. Μεθαύριο Σάββατο θα παρουσιάση τον «Οιδίποδα επί Κολωνώ» με τον Αλέξη Μινωτή. 16 Αυγούστου 1962.


Όπως κάθε χρόνο
και εφέτος στο εξοχικό κέντρο «Αντωνάκη» θα γίνη αύριο στις 8 μ.μ. η γιορτή των καλλιστείων για την ανάδειξι της «Σταρ Λούτσα», «Μις Λούτσα» και «Κοπέλλα του 1962». 17 Αυγούστου 1962.


Πληροφορίες από την Θεσσαλονίκη
αναφέρουν ότι τερματίζονται οι εργασίες διαμορφώσεως του θεάτρου της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Λέγεται ότι το θέατρον θα είναι έτοιμο τέλη Αυγούστου και αρχές Σεπτεμβρίου θα παραδοθή στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, το οποίον θα αρχίση αμέσως τις δοκιμές του εναρκτηρίου του έργου στη νέα του Σκηνή. Το νέο θέατρο διαθέτει 1150 θέσεις. 20 Αυγούστου 1962.


ΑΚΟΥΣΑ ΝΑ ΛΕΝΕ
…ότι πρώτη γυναίκα στον θίασο Κατερίνας θα εμφανισθή τον χειμώνα η ταλαντούχος νέα ηθοποιός Αντιγόνη Γλυκοφρύδη, που εμφανίστηκε για πρώτη φορά _ και με επιτυχία _ τη σαιζόν που έληξε, στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. 21 Αυγούστου 1962.

Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».

August 14, 2012

«Όρνιθες» που ξεφωνίζουν και ξεφτίδια Χατζιδάκι


Το έργο. Ο Πεισθέταιρος και ο Ευελπίδης, αθηναίοι πολίτες σε μια Αθήνα του Πελοποννησιακού Πολέμου και, κατά τον Αριστοφάνη, της παρακμής πια, μπουκωμένοι και αγανακτισμένοι από τις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες στις οποίες ζουν, αποφασίζουν να εγκαταλείψουν την πόλη τους και να αναζητήσουν την ιδανική πολιτεία. Μέσα από την κουβέντα τους με τον Τηρέα, που ο Δίας έχει μεταμορφώσει σε πουλί – τον Έποπα _, ο Πεισθέταιρος καταλήγει πως αυτό που ψάχνουν θα μπορούσε να είναι μια πολιτεία των πουλιών, κτισμένη στους αιθέρες, ελεύθερη, ανεξάρτητη και απομονωμένη από τους ανθρώπους αλλά και από τους ενοχλητικούς πια θεούς, η οποία, μ’ ένα τείχος που θα κτιστεί στον αέρα, θα αποκόψει και την επικοινωνία θεών και ανθρώπων.
Τα πουλιά συγκαλούν συμβούλιο και κολακευμένα από το υμνολόγιο του Πεισθέταιρου για το γένος τους συμφωνούν μαζί του. Η καινούργια πολιτεία στήνεται στο άψε - σβήσε. Το όνομά της, Νεφελοκοκκυγία. Άνθρωποι και θεοί πλακώνουν, όμως, για να εκμεταλλευτούν την νεοϊδρυμένη πόλη ή για να διαμαρτυρηθούν για τα προνόμια που χάνουν. Δεν θα τους περάσει. Ο Πεισθέταιρος και οι φτερωτοί δικοί του θα στείλουν τους ανθρώπους από ’κεί που ήρθαν και θα εκβιάσουν τους θεούς να τους παραδώσουν την εξουσία και την κόρη του Δία, την Βασιλεία, στον Πεισθέταιρο για να την κάνει γυναίκα του.
Οι «Όρνιθες» (414 π.Χ.) του Αριστοφάνη δεν αποτελούν μόνο την κορυφαία από τις ουτοπίες του αλλά είναι και η λυρικότερη από τις σωζόμενες κωμωδίες του.
Η σκηνοθεσία. Ο Γιάννης Κακλέας είδε στο έργο πρώτα και πάνω απ’ όλα τις δύσκολες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες στις οποίες ζούσαν οι τότε αθηναίοι πολίτες. Και, ως καλός δέκτης, εκεί βρήκε αναφορές και σημεία κοινά με το παρόν μας και έκανε τους σχετικούς συνειρμούς και  παραλληλισμούς: ο Αριστοφάνης μιλάει για διάλυση και διαφθορά, άρα η Αθήνα του Αριστοφάνη είναι ανάλογη με τη σημερινή ελληνική κοινωνία. Οι δυο άντρες την εγκαταλείπουν για μια άλλη κοινωνία, ιδανική, που θα χτίσουν οι ίδιοι αλλά που μοιραία θα εξελιχθεί σε όμοια με την προηγούμενη. Η ιδανική πολιτεία είναι μια άπιαστη ουτοπία αλλά _ στο φινάλε της παράστασής του υπάρχει και μια νότα αισιοδοξίας _ δεν πρέπει να πάψουμε να την ψάχνουμε.
Άποψη σωστή και καθαρή _ σε αντίθεση με τη θολή «Λυσιστράτη», τον προηγούμενο Αριστοφάνη του σκηνοθέτη _, γίνεται σαφής και εμφανής στην παράσταση. Αλλά δυστυχώς ο δρόμος που ο Γιάννης Κακλέας διάλεξε για να την υλοποιήσει, κατά τη γνώμη μου τουλάχιστον, καταλήγει σε αδιέξοδο. Καταρχάς υπέγραψε μια «απόδοση κειμένου» _ που μάλλον διασκευή θα έπρεπε να χαρακτηριστεί _ όπου μπλέκει με τον Αριστοφάνη, όχι άστοχα και λανθασμένα, αλλά χωρίς καμιά υφολογική σχέση και _ κυρίως _ δραματουργικά αδέξια, αποδυναμώνοντας το σώμα της λυρικής αυτής κωμωδίας, από Καρυωτάκη έως το «Πεθαίνω σα χώρα» του Δημητριάδη έως και Κατερίνα Γώγου. Με αποτέλεσμα ένα κείμενο που, τελικά, το χαρακτηρίζει η αφέλεια και ο διδακτισμός.
Τη διασκευή αυτή ανέβασε στο γνωστό του ύφος, το λεγόμενο «ροκ» _ μέταλλο, βιομηχανικές εικόνες, μάσκες, μοντερνιές, πολύς θόρυβος, καπνοί που πνίγουν την παράσταση… _, το οποίο εγώ θα το χαρακτήριζα απλώς επιφανειακό, φωνακλάδικο και εντυπωσιοθηρικό (ανάλογες λύσεις αλλά σε μικρότερη κλίμακα είχε χρησιμοποιήσει όταν ανέβασε και για πρώτη φορά «Όρνιθες», πριν από χρόνια, με το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας). Ο Μανόλης Παντελιδάκης βάζει τα θεμέλια υψώνοντας έναν μισογκρεμισμένο τοίχο με υλικά σόου νυχτερινού κέντρου, σκηνικό κατάλληλο ίσως για το «Wall» των Πινκ Φλόιντ _ και βάναυσα ακατάλληλο για το χώρο της Επιδαύρου όπου είδα την παράσταση _, όπου πάνω του προβάλλονται ανάλογης αισθητικής βίντεο του Νίκου Δημητριάδη. Από τα κοστούμια που συνυπογράφουν η Βάλια Μαργαρίτη με το σκηνογράφο δεν λείπουν οι τολμηρές χρωματικές αρμονίες αλλά η γραμμή τους δεν είναι παρά ένα αλαλούμ αλλληλοσυγκρουόμενων απομιμήσεων _ από Ziggy Stardust μέχρι Blues Brothers _ που το μόνο το οποίο επιζητεί είναι να εντυπωσιάσει.
Μεγαλύτερο φάουλ της παράστασης, η χρήση καθοριστικής μουσικής του Μάνου Χατζιδάκι, της γραμμένης το 1959 για την ιστορική πια παράσταση των «Ορνίθων» του Κάρολου Κουν από το «Θέατρο Τέχνης». Μια μουσική για εντελώς άλλου ύφους και εποχής παράσταση είναι αδύνατον να κολλήσει σε μια διαφορετική σκηνοθετική γραμμή, και μάλιστα όπως του Γιάννη Κακλέα. Ο σκηνοθέτης το κατάλαβε. Και τι έπραξε; Χρησιμοποιεί επιλεκτικά μέρη της και όχι ολόκληρη τη σχετική συνθετική δουλειά του Χατζιδάκι, αφήνει να ακουστούν αυτούσια από την παλιά ηχογράφηση ορισμένα μέρη όπως η ανεπανάληπτη Πάροδος και τα αφήνει να σβήνουν μέσα σε άλλα, μοντέρνα κομμάτια, όπως της Λόρι Άντερσον, επιλεγμένα από τον Αλέξιο Πρίφτη ο οποίος δίδαξε _ όχι άψογα ομολογώ στα σύνολα, παρά την εξαιρετική φωνή του Σταύρου Σιόλα _ και τα τραγούδια του Χατζιδάκι. Κατόπιν αυτών γιατί να μην αναρωτηθώ αν το όνομα του Χατζιδάκι δεν χρησιμοποιείται παρά μόνον ως κράχτης;
Εξυπηρετικές _ και λειτουργικές _ οι χορογραφίες του Κυριάκου Κοσμίδη και άριστα σχεδιασμένοι οι φωτισμοί του Γιώργου Τέλλου, που σθεναρά υποστηρίζουν τη δημιουργία εντυπώσεων.
Η παράσταση δεν θα αρνηθώ, πάντως, πως είναι σφιχτή παρά κάποιες φλυαρίες της απόδοσης.
Οι ερμηνείες. Δεν διακρίνονται για τη διδασκαλία των ηθοποιών οι παραστάσεις του Γιάννη Κακλέα. Έτσι δεν μπορώ να πω ότι κάποια από τις ερμηνείες με εντυπωσίασε. Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, ηθοποιός που θεωρώ σημαντικό, μου φάνηκε ικανοποιητικός, χαριτωμένος αλλά λίγος. Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, επίσης ηθοποιός με ιδιαίτερες ικανότητες, στο ρόλο του Ευελπίδη που αβανταρίστηκε σκανδαλωδώς από τη σκηνοθεσία, κερδίζει τις εντυπώσεις αλλά μέσα από ξεφωνητά και υπερβολές χωρίς ακόμα να έχει κατανικήσει το ελάττωμά του να βάζει όλη του την ένταση στα μάτια.
Σε ανάλογες εντάσεις και ξεφωνητά έχουν οδηγηθεί και η Αγορίτσα Οικονόμου, ηθοποιός με μέγεθος, και ο Γιώργος Χρυσοστόμου που έχει ικανότητες αλλά και έμφυτη την τάση στην υπερβολή. Στο ίδιο μήκος κύματος εκπέμπουν και οι Σωκράτης Πατσίκας και Βαγγέλης Χατζηνικολάου ενώ έξω από τα νερά του μου φάνηκε ο Κώστας Μπερικόπουλος. Ο νεαρός Προκόπης Αγαθοκλέους, επίσης ιδιαίτερα αβανταρισμένος από τη σκηνοθεσία, κάνει νούμερα επιθεωρησιακά μάλλον παρά Αριστοφάνη αλλά δίνει ένα ισχυρό κωμικό στίγμα. Αρκεί να μην ευτελίσει το τάλαντό του.
Το συμπέρασμα. Μια παράσταση που επιζητεί να εντυπωσιάσει και να εκμεταλλευτεί επιφανειακά καταστάσεις. Μπορεί και να σας αρέσει αν δεν την πολυψάχνετε…     

Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, Φεστιβάλ Επιδαύρου, 10 Αυγούστου 2012

August 9, 2012

ΚΘΒΕ: Κατηφορίζοντας… ή Επιστροφή στην αισθητική της χούντας


Το Τέταρτο Κουδούνι / 9 Αυγούστου 2012
 
Σπάνια έχω δει τόσο δημαγωγικό θέατρο όσο η παράσταση του ΚΘΒΕ με «Το μεγάλο μας τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη. Τι τον Ξυλούρη ν’ «ανασταίνουν», τι να ’χουν ρίξει μέσα και το _ άσχετο με το έργο _ «Σαββατόβραδο στην Καισαριανή» του Ξαρχάκου, τι ηθοποιοί και τραγουδιστής να ξελαρυγγιάζονται στο «προσκήνιο» επαιτώντας το χειροκρότημα… 




Η δουλειά τους «Ταξίδι με τρένο» ήταν, ίσως, ό,τι καλύτερο είδα στο περσινό Φεστιβάλ Αθηνών. Το φετινό «θεατρικό ντικιμαντέρ» του Ανέστη Αζά και του Πρόδρομου Τσινικόρη «Επίδαυρος. Ένα ντοκιμαντέρ», με θέμα την Επίδαυρο και τα Επιδαύρια, αν και καλά μελετημένο, δεν έφτασε σε επίπεδο ανάλογο. Αλλά κράτησε τις ισορροπίες, έστω κι αν κάποτε - κάποτε έχανε τον άξονά του. 
Κι είχε στιγμές βαθύτατα αληθινές _ η έξοχη Ρένη Πιττακή να συνδέει την Παράβαση των «Ορνίθων» με την Ουτοπία του σήμερα. Και στιγμές ουσιαστικές _ η θεατρολόγος Νατάσα Σιουζουλή ν’ ανατρέπει, με τρόπο αιρετικό, καθεστηκυίες απόψεις ως προς το θέατρο της Επιδαύρου και την ιδεολογία της δημιουργίας του Φεστιβάλ.
Και στιγμές συγκινητικές. Ειδικά όταν ακούσαμε ζωντανά τον ηλικιωμένο κύριο Κώστα Ζαφείρη που μεγάλωσε στο σπιτάκι πίσω απ’ το θέατρο, το οποίο έχει, πια, γίνει αναπόσπαστο στοιχείο του «ντεκόρ» της Μικρής Επιδαύρου. Ή όταν ακούσαμε τον Θεόδωρο Δημήτριεφ σε βίντεο πρόσφατο να μιλάει με χιούμορ που δεν έχει καμφθεί για τα πρώτα Φεστιβάλ Επιδαύρου και για τα… παράνομα, γυμνά μπάνια στις γύρω θάλασσες των νεαρών τότε ηθοποιών του Εθνικού, που, όταν έγιναν γνωστά, τους έθεσαν… υπό επιτήρησιν, και να τραγουδάει με φωνή που έχει αντισταθεί στο χρόνο. Ή όταν ακούσαμε, σε ηχογράφηση ειδικά για την παράσταση, τη φωνή της υπέργηρης Κυρίας Τιτίκας Νικηφοράκη _ πρώτη εμφάνιση στη σκηνή,1935 _, μόνης, αν δεν κάνω λάθος, επιζώσας απ’ τη σοφόκλεια «Ηλέκτρα» του Ροντήρη του 1938, την πρώτη επαγγελματική παράσταση της σύγχρονης εποχής στην Επίδαυρο. Να μιλάει για το τότε _ πριν από 74 χρόνια!


Απ’ την «Λωξάντρα» στην «Μαντάμ Σουσού» κι απ’ την «Μαντάμ Σουσού» στο… «Κοροϊδάκι της πριγκηπέσσας» (με ήτα και δυο σίγμα το ’γραφαν τότε)! Αν δεν ήταν 3 Αυγούστου αλλά 1 Απριλίου όταν εστάλη το σχετικό mail / δελτίο Τύπου θα μπορούσα να το εκλάβω ως πρωταπριλιάτικο. Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, όπως ακριβώς το ’χα προβλέψει, όσο πάει και την κατεβαίνει τη σκάλα _ ειλικρινά, δεν ξέρω πόσα υπόγεια υπάρχουν ακόμα…: ανακοινώνει πως συμπεριέλαβε στο ρεπερτόριό του το ανωτέρω «μιούζικαλ» του Γιάννη Δαλιανίδη. Σε σκηνοθεσία Φώτη Μεταξόπουλου. Και με τη μουσική του Μίμη Πλέσσα. Για την επόμενη σεζόν 2012 – 2013, στην Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών της Θεσσαλονίκης _ το φιλέτο, προφανώς, της χρονιάς, αυτό που και πάλι «θα γεμίσει τα ταμεία».
Θε μου! Θε μου! Ζω μέρες 1971; Όταν το έργο πρωτοανέβηκε στο τότε «Μετροπόλιταν» της λεωφόρου Αλεξάνδρας _ στις δόξες της τότε, τότε που η χούντα άνθιζε και δεν έβγαζε η γη χορτάρι… _, πριν γίνει χρωματιστή έως παρδαλή ταινία; Η αισθητική της χούντας αναβιώνει! Στο δεύτερο τη τάξει κρατικό μας Θέατρο! Θε μου, τι θα ζήσω ακόμα; Τι θα δουν τα ματάκια μου; Τι μας επέρχεται, της Κρίσεως προϊούσης;
Και τα ερωτήματα που προκύπτουν: Πρώτον. Στην πρεμιέρα θα παραστεί και ο πρωθυπουργός κ. Σαμαράς ανταποδίδοντας την αβρή κίνηση του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΚΘΒΕ κ. Χατζάκη να παρευρεθεί, πρώτο τραπέζι πίστα, στην προεκλογική του συγκέντρωση «για τους ανθρώπους του πολιτισμού»; Δεύτερον. Ο Παττακός ζει; Τρίτον. Την μεθεπόμενη σεζόν, ΤΙ θ’ ανεβάσουν πια; Τον «Άγνωστο πόλεμο» σε προσαρμογή για το θέατρο; Το «Λούνα παρκ»; Ή, μήπως, «Το ρετιρέ»; 
Ήρθε κι έδεσε το γλυκό. Κάτι ο Γρηγόρης Λαμπράκης ΖΕΙ στους… «Αχαρνής», κάτι η… αναπαράσταση της δολοφονίας του, κάτι «Το μεγάλο μας τσίρκο» που σας γράφω παραπάνω, με τη φωνή του Ξυλούρη στο «Φίλοι κι αδέλφια», ανερυθρίαστα να την έχουν ρίξει, in memoriam υποτίθεται, ν' αγωνίζεται να εκμαιεύσει τη συγκίνηση… Ούτε τον Δράκο του Σέιχ Σου τον ξεχάσανε για την επόμενη χρονιά αλλά _ δόξα τω Θεώ _ το έργο είναι σοβαρό, του Κοροβίνη και _ δόξα τω Θεώ _ σκηνοθέτης θα ’ναι ο Μαστοράκης… «Ο Αυριανισμός στο θέατρο» θα την τιτλοφορούσα την «τάση». Άντε και τον Πολκ και τον Στακτόπουλο σε προσεχή παράσταση. Κι ο λαός, ο πάντα ευκολόπιστος και πάντα προδομένος, να χειροκροτάει. Και να τα θέατρα να γεμίζουν, και να οι έκτακτες παραστάσεις…
Και βέβαια τα θέατρα είναι καλό να γεμίζουν. Το θέμα είναι με ΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ τα γεμίζεις. Διότι είναι γνωστόν πως η καπηλεία γεμίζει και στάδια. Έως και κυβερνήσεις βγάζει… 


«Η Αυτού Υψηλότης Βασίλισσα Ελισάβετ» που ’λεγε στην ΕΡΤ κι ο παρουσιαστής της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών του Λονδίνου, όπως μου τηλεφώνησε αναγνώστρια της στήλης, την οποία εκτιμώ, αυτήκοος μάρτυς _ εγώ δεν την είδα, ήμουν στην Επίδαυρο. Ήταν απ’ τα ελάχιστα, λέει, που ακούστηκαν καθαρά απ’ το στόμα του. Αλλά «έγραψε». 


Σας έγραφα στο Τέταρτο Κουδούνι, στις 5 Ιουλίου, για το «Insenso» του Δημήτρη Δημητριάδη που ανέβασε, πριν απ’ τον Μιχαήλ Μαρμαρινό ο οποίος το παρουσίασε στο Φεστιβάλ Αθηνών, ο Εμμανουήλ Κουτσουρέλης στο «Nixon». Η φίλη της στήλης κ. Έφη Βαφειάδη μου ’γραψε απ’ την Θεσσαλονίκη πως, στο ενδιάμεσο των δυο παραστάσεων, πριν από δυο μήνες περίπου, το «Insenso» παρουσιάστηκε και στην πόλη της _ και του συγγραφέα του _, απ’ τον Αναστάση - Δημήτρη Παπαδόπουλο, φοιτητή (για τον οποίο άλλος φίλος μου ’πε λόγια πολύ καλά) του Τμήματος Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτέλειου _ όπου γίνεται καλή δουλειά, απ’ όσο αντιλαμβάνομαι _, στο πλαίσιο διπλωματικής εργασίας του στην υποκριτική και σε σκηνοθεσία του επόπτη καθηγητή Δαμιανού Κωνσταντινίδη. Και για του λόγου το αληθές μου ’στειλε η κ. Βαφειάδη, κι ένα _ εντυπωσιακό _ βιντεάκι το οποίο έχει αναρτηθεί στο YouTube.
Και ξαφνικά, φλας! Θυμήθηκα! Πως η πρώτη σκηνική παρουσίαση του κειμένου δεν έγινε στο «Nixon» τον περασμένο Μάιο, όπως σας έγραφα, αλλά ήδη απ’ το καλοκαίρι του 2007. Οπότε το ανέβασε ο Στέλιος Κρασανάκης στο Φεστιβάλ Νάξου _ του οποίου, μάλιστα, ήταν παραγγελία στο συγγραφέα _ ως μονόλογο, με ερμηνεύτρια την Ρούλα Πατεράκη.

Προ 50ετίας 
Τα Θεατρικά Νέα

Οι βουλευταί κ.κ. Ν. Τσόχας, Ευάγγ. Σακελλάρης και Μαρία Σβώλου, κατέθεσαν στην Βουλή την ακόλουθη ερώτησι: «Ερωτάται ο κ. υπουργός επί της Προεδρίας Κυβερνήσεως πότε επί τέλους και ποία μέτρα πρόκειται να λάβη διά την αναμόρφωσιν του αρχαίου θεάτρου Δημητριάδος και διά τον εξωραϊσμόν της περιοχής του, δοθέντος ότι η ανάγκη της κανονικής λειτουργίας αυτού πανταχόθεν διεπιστώθη και θα συμβάλη αύτη όχι μόνον εις την πνευματικήν και καλλιτεχνικήν ανάπτυξιν, αλλά και εις την τουριστικήν αξιοποίησίν του, επ’ ωφελεία και της τοπικής οικονομίας του Βόλου, ο οποίος τόσον μαστίζεται από την οικονομικήν κρίσιν». 9 Αυγούστου 1962.



Η Άννα Φόνσου θα είναι πρωταγωνίστρια στον θίασο Ντίνου Ηλιόπουλου – Μίμη Φωτόπουλου, κατά την ερχομένη χειμερινή περίοδο. Ως γνωστόν, θίασος υπό τους δύο δημοφιλείς κωμικούς θα στεγασθή στο νεόκτιστο θέατρο της οδού Στουρνάρα, που ονομάσθηκε «Θέατρο Βεάκη» […]. 9 Αυγούστου 1962. 


Αύριο, στις 8.30 στο Ωδείον Ηρώδου του Αττικού, η Λυρική Σκηνή θα παρουσιάση το μουσικόδραμα του Μαν. Καλομοίρη «Κωνσταντίνος Παλαιολόγος» που βασίζεται στην ομώνυμη τραγωδία του Νίκου Καζαντζάκη. Το έργο ανεβάζεται με μουσική διεύθυνσι του Ανδρέα Παρίδη. 11 Αυγούστου 1962.


Αύριο, στο αρχαίο θέατρο της Δωδώνης θα δοθή ο «Αίας». Την παράστασι θα παρακολουθήσουν οι Βασιλείς, η Πριγκίπισσα Ειρήνη, ο πρόεδρος της Βουλής κ. Ροδόπουλος, οι υπουργοί κ.κ. Γρ. Κασιμάτης, Ευάγγ. Αβέρωφ, και Στ. Κούνδουρος. 11 Αυγούστου 1962.
Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».

«Οιδίπους» στη χώρα με τις στάχτες


Το έργο. Ο Οιδίπους, γιος του Πόλυβου, βασιλιά της Κορίνθου, που έφυγε από την πατρίδα του επειδή χρησμός προφήτευσε πως θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα παντρευτεί τη μάνα του, βασιλιάς της Θήβας αφότου απάλλαξε την πόλη από την Σφίγγα που την καταδυνάστευε και σύζυγος της βασίλισσας Ιοκάστης, χήρας του προηγούμενου βασιλιά Λάιου ο οποίος είχε σκοτωθεί από ληστές, ζητάει χρησμό από τους Δελφούς για να βρεθεί η αιτία που την πόλη του βασανίζει λοιμός φοβερός. Κατά τη χρησμοδότηση η πόλη θα απαλλαγεί αν βρεθεί ο φονιάς του Λάιου.
Ο Οιδίπους θα ξεκινήσει μια αναζήτηση που θα ανατρέψει όλη του τη ζωή με τρόπο τραγικό: αποδεικνύεται πως ο ίδιος είναι ο φονιάς του Λάιου _ ήταν ο γέροντας που σκότωσε έξω από την Θήβα, μετά από μια φιλονικία, χωρίς να γνωρίζει ποιος είναι _ , πως ο Λάιος ήταν ο πραγματικός πατέρας του που με την Ιοκάστη είχαν παραδώσει το γιο τους, βρέφος, σ’ ένα βοσκό, να το παρατήσει στον Κιθαιρώνα για να πεθάνει επειδή χρησμός είχε προφητεύσει πως θα γίνει φονιάς του πατέρα του, πως ο Πόλυβος απλώς τον είχε υιοθετήσει, όταν ο βοσκός που είχε λυπηθεί το μωρό το παρέδωσε σε υπηρέτη του βασιλιά της Κορίνθου, και, άρα, πως ο Οιδίπους έχει παντρευτεί τη μάνα του με την οποία έχουν κάνει τέσσερα παιδιά. Η μοίρα δεν αστειεύεται…
Η Ιοκάστη κρεμιέται, ο Οιδίπους βγάζει τα μάτια του για να μη βλέπει το φως της μέρας και ο γυναικάδελφός του, ο Κρέων, τον εξορίζει, όπως ο ίδιος το ζήτησε, από την Θήβα ως μίασμα.
Ο Σοφοκλής, με τον «Οιδίποδα τύραννο» (χρονολογείται μετά το 429 π.Χ.) άφησε το αρτιότερο από τα σωζόμενα αρχαία ελληνικά δράματα. Ένα αριστουργηματικό _ με τη σημερινή ορολογία _ θρίλερ, ένα υπόδειγμα σκηνικής οικονομίας, ένα πολυεπίπεδο έργο που μιλάει για τη μοίρα, που ανασκαλεύει τα μύχια της ανθρώπινης ύπαρξης και που επιδέχεται πλήθος αναγνώσεων, από πολιτική μέχρι ψυχολογική _ ο «Οιδίπους» είναι ένα από τα ευαγγέλια της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής.
Η σκηνοθεσία. Ο εγκατεστημένος στην Ελλάδα Λιθουανός Τσέζαρις Γκραουζίνις που ανέλαβε τη σκηνοθεσία της παράστασης (συμπαραγωγή της «Αρτivities» του Αιμίλιου Χειλάκη και του ΔΗΠΕΘΕ Βόλου με το Ελληνικό Φεστιβάλ) όχι μόνο αντιμετώπισε την πρώτη του επαφή με το αρχαίο δράμα και με τον ανοιχτό χώρο με μέτρο και σεμνότητα αλλά έκανε και τη φετινή έκπληξη: την παράστασή του τη θεωρώ όχι μόνο την καλύτερη του καλοκαιριού _ απ’ όσες είδα έως τώρα _ αλλά και μια σημαντική τομή στην ερμηνεία του αρχαίου δράματος. Μια πρόταση ουσιαστική που, ανάμεσα στις παραστάσεις που έχω δει τα τελευταία σαράντα πέντε, πάνω - κάτω, χρόνια, ισάξιές της _ ως προτάσεις _ έχω να θυμηθώ μόνο τον «Ορέστη» του Γιώργου Σεβαστίκογλου, την «Αντιγόνη» του Λευτέρη Βογιατζή, ίσως και τις «Τρωάδες» του Γιάννη Τσαρούχη.
Ο Γκραουζίνις διάλεξε το δρόμο της λιτότητας και της θεατρικότητας. Χρησιμοποίησε την έξοχη, ανθεκτικότατη, ακόμα, μετάφραση του Μίνου Βολανάκη, διασκεύασε το κείμενο _ κάποιες περικοπές και μερικές μετατοπίσεις _ χωρίς να ανατρέψει την περίφημη δομή του και το ανέθεσε σε μια ομάδα ηθοποιών που προσέρχονται, εξαντλημένοι, βρώμικοι και κουρελήδες, στην ορχήστρα για να παίξουν τον «Οιδίποδα τύραννο»: μια δουλειά καθαρά ομαδική, με τους τρεις, συνολικά, υποκριτές να βγαίνουν από τον Χορό για να ερμηνεύσουν τους ρόλους τους και κατόπιν να υποχωρούν και πάλι στον Χορό.
Άξονας της άποψής του, η περηφάνεια με την οποία οι ήρωες _ αλλά και οι ηθοποιοί οι οποίοι τους ερμηνεύουν κάτω από τις αντίξοες συνθήκες που αντιμετωπίζουν και που όλοι αντιμετωπίζουμε… _ έρχονται αντιμέτωποι με το αναπόδραστο της Μοίρας. Έτσι η τραγωδία του 5ου  π.Χ. αιώνα εμφανίζεται, πέρα από την οντολογική υφή της, πέρα από τα υπαρξικά ερωτήματα που θέτει και που καθόλου δεν τα αγνόησε η σκηνοθεσία, να μας αφορά άμεσα.
Ο Γκραουζίνις έχει σχεδίασει με άκρα λιτότητα ένα μοντέρνο σκηνοθετικό περίγραμμα χωρίς ούτε μια στιγμή να «μοντερνίζει», χωρίς ούτε μια στιγμή να θέλει να αποδείξει πως είναι εξυπνότερος από τον Σοφοκλή, χωρίς ούτε μια στιγμή να χρησιμοποιεί το εύρημα για το εύρημα _ όλα ενταγμένα, χωρίς να γίνεται κατάχρησή τους, κάθε άλλο, στη σύλληψή του _, χωρίς ούτε μια στιγμή να σε αφήνει να νοιώσεις πως αδιαφορεί για το κείμενο.
Ο Κέννυ ΜακΛέλαν υπηρετεί έξοχα με τα σκηνικά και τα κοστούμια του τη σκηνοθετική γραμμή της λιτότητας _ ένα τεφρό τοπίο, ρούχα σαν απομεινάρια μιας καταστροφής, σαν βουτηγμένα στη στάχτη _, εκφράζοντας απόλυτα το εξωτερικό τοπίο _ του τόπου στον οποίο η παράσταση πραγματοποιείται σήμερα… _ αλλά και το εσωτερικό _ του κειμένου και των ηθοποιών _ με υψηλή αισθητική. Τα ελάχιστα σκηνικά στοιχεία, όπως οι δυο παλιές, ξύλινες πόρτες και η κουρτίνα που μετακινούν και τοποθετούν οι ίδιοι ηθοποιοί καθώς παίζουν τον «Οιδίποδα τύραννο» _ ένα θέατρο εν θεάτρω _, τονώνουν τη θεατρικότητα της παράστασης η οποία φωτίζεται καθώς της πρέπει από τον Νίκο Βλασόπουλο: αχνά, πένθιμα, μεταφυσικά.
Επίτευγμα και οι έξοχες μουσικές του Δημήτρη Θεοχάρη. Αν και δεν συμπαθώ την υπερβολική δόση μουσικής στο θέατρο, ομολογώ πως τύλιξαν τη σκηνική πραγμάτωση της τραγωδίας, είτε ηχογραφημένες είτε ζωντανά εκτελεσμένες, με τρόπο συναρπαστικό.
Οι ερμηνείες. Οι ηθοποιοί και ο Χορός ακολουθούν το δρόμο της λιτότητας χωρίς ούτε μία στιγμή να φαίνονται ή να ακούγονται «άδειοι». Ο Χρήστος Σαπουντζής, ηθοποιός με μέγεθος, έχει νομίζω την καλύτερη απόδοσή του ως Εξάγγελος. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, με φωνή που χρειάζεται ενδυνάμωση, υπηρετεί τη σκηνοθετική άποψη αλλά ο Τειρεσίας του αφήνει να φαίνεται το προσχέδιο του ρόλου. Καλύτερος στην Ιοκάστη, δίνει με δύναμη _ συγκλονιστική στιγμή της παράστασης _ την  κατάρρευσή της, όταν η αλήθεια αποκαλύπτεται, καθώς γλιστράει, μέσα από την εκπληκτική _ τεράστιο έντομο θυμίζει η Ιοκάστη _ εσθήτα με την οποία τον έχουν ενδύσει, από το αναπηρικό αμαξίδιο όπου κάθεται. Αλλά στον Θεράποντα κάνει την καλύτερη πιστεύω ερμηνεία του _ μια έκπληξη, σ’ ένα ρόλο μακριά από την ιδιοσυγκρασία του.
Στο Χορό με εντυπωσίασε το άψογο δέσιμό του που επιτυγχάνεται μάλιστα μέσα από την ανομοιογένεια των μελών του. Εξαίρετος ο Κορυφαίος του Κώστα Κορωναίου που επωμίζεται και το μεγαλύτερο βάρος. 
Για τον Αιμίλο Χειλάκη χρειάζονται πολλές λέξεις. Ηθοποιός με μέγεθος, με ιδανικό παράστημα, με έξοχη φωνή με την οποία ευτυχώς δεν ναρκισσεύεται _ Ηθοποιός Πλήρης _, δίνει έναν συγκλονιστικό Οιδίποδα. Όπου η περιβόητη σωματικότητα, που χρησιμοποιείται κατά κόρον πια καταλήγοντας μανιέρα, βρήκε τη γνήσια έκφρασή της. Η πορεία του, από τις μικρές «πόζες» της αλαζονείας πάνω στην καρέκλα της εξουσίας μέχρι τη μεταφυσική απορία και αγωνία και από την  αγωνία και το κεφάλι που συχνά στρέφεται προς τον ουρανό αναμένοντας, εκλιπαρώντας τη βοήθεια κάποιου θεού ο οποίος, όμως, αποδεικνύεται αμείλικτος μέχρι τη φρίκη της αποκάλυψης, το θρίαμβο της Μοίρας και την παραδοχή της ήττας που ο σκηνοθέτης ζήτησε να δίνεται πλάτη προς το κοινό και όπου οι κρεμασμένοι, παραιτημένοι ώμοι μιλούν, προβάλλεται με αίσθηση του μέτρου, χωρίς ίχνος στόμφου, με μια λιτότητα που συναρπάζει.
Ο Οιδίπους του Χειλάκη οδηγείται στην αλήθεια που τυφλώνει, με απόλυτη αξιοπρέπεια που τον καθιστά συνάνθρωπό μας. Και όχι ήρωα τραγωδίας. Και το φινάλε του, όπου τα βγαλμένα μάτια υποδηλώνονται, χωρίς αίματα, χωρίς γάζες, μόνο με δυο βραχίονες στρεβλωμένους και με ανοιχτά, μαγκωμένα τα δάχτυλα να καλύπτουν, άκαμπτοι, αγκυλωμένοι, τα μάτια του σαν δυο ξερά κλαδιά, χέρια που ο Κορυφαίος αγωνίζεται να λυγίσει κι όταν το καταφέρνει γυρίζουν άγρια στη θέση τους, θα με ακολουθεί για πάντα. Μια Μεγάλη Ερμηνεία. Καταλυτική.
Το συμπέρασμα. Αυτή την παράσταση πρέπει, οφείλετε να τη δείτε. Κι αυτή την ερμηνεία θα είστε τυχεροί αν δεν τη χάσετε. Μια πολύ σημαντική στιγμή του ελληνικού θεάτρου κι ένας σταθμός στην ερμηνεία της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας στον τόπο μας. Αν σας αρέσει όσο κι εμένα μη διστάσετε να φωνάξετε «μπράβο».

Υ.Γ. Είδα την παράσταση στο Άργος μ’ ένα λαϊκό κοινό _ πολλά κορίτσια και γυναίκες που είχαν έρθει, προφανώς, να δουν από κοντά τους «τηλεοπτικούς» Μαρκουλάκη – Χειλάκη, να πάρουν αυτόγραφα και να φωτογραφηθούν μαζί τους. Είδα αυτό, το ίδιο, κοινό να καθηλώνεται επί μιάμιση ώρα, να μην βγάζει ούτε κιχ και στο τέλος της παράστασης, η οποία κανένα μέσο για να το εντυπωσιάσει και να το ξυπάσει δεν μεταχειρίζεται, να σηκώνεται όρθιο, _ γεγονός καθόλου συνηθισμένο στην Ελλάδα και από ένα κοινό απαίδευτο _, να χειροκροτεί παταγωδώς για πολλή ώρα και να φωνάζει «μπράβο». Ίσως αυτό τα λέει όλα για το συγκεκριμένο παραστασιακό αποτέλεσμα. Και δίνει ένα μέτρο σύγκρισης για ορισμένες παραστάσεις που κυκλοφορούν φέτος το καλοκαίρι…

Αρχαίο Θέατρο Άργους, 2 Αυγούστου 2012.

August 7, 2012

Το «Τσίρκο» της μεγάλης δημαγωγίας…


Το έργο. To 1973 κι ενώ η δικτατορία άρχιζε να παίρνει την κάτω βόλτα ο Ιάκωβος Καμπανέλλης έγραψε για το θιασαρχικό ζεύγος Καρέζη – Καζάκου «Το μεγάλο μας τσίρκο»: ένα σπονδυλωτό έργο με σατιρικά «σκετς» που αναφέρονται στην ιστορία μας, απ’ την αρχαιότητα μέχρι την Γερμανική Κατοχή, κλείνοντας το μάτι στην τότε επικαιρότητα.
Ο χρησμός που ζητάει στους Δελφούς απ’ την Πυθία ο Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας, ο βίος και η σκοτεινή πολιτεία του Ανδρόνικου Α΄ του Κομνηνού, αυτοκράτορα του Βυζαντίου (μέσα από τις κουβέντες ενός ζητιάνου), η άφιξη του δοτού βασιλιά Όθωνα, η άνοδος μιας καινούργιας αστικής τάξης και η τύχη των αγωνιστών του ’21 (μέσα από έναν αρματωλό που κατάντησε περαματάρης κυριών με κρινολίνα στη λασπουριά των δρόμων της νεόκοπης πρωτεύουσας του νεόκοπου ελληνικού με-το-ζόρι-βασιλείου και μέσα από το άγαλμα του Κολοκοτρώνη που ζωντανεύει), η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου και το σύνταγμα που δεν εφαρμόστηκε ποτέ, η έξωση του Όθωνα, ο Εθνικός Διχασμός, ο ξερριζωμός των Ελλήνων της Μικράς Ασίας έχουν γίνει  σατιρικά έως ειρωνικά σκετσονούμερα που κάποτε θυμίζουν επιθεώρηση χωρίς τις ευκολίες της. Και η γλωσσική δεινότητα του Καμπανέλλη  _ έξυπνο μυαλό, έξυπνη, λαγαρή πένα _ τού επιτρέπει να μιλάει για δεινές στιγμές του Ελληνισμού, που προσφέρουν, εκτός από την κατάδειξη μιας θλιβερής, διαχρονικής συνέχειας στη φαυλότητα η οποία πάντα είχε το πάνω χέρι στον τόπο αυτό, τις απαραίτητες αναγωγές, επιδέξια καλύπτοντας ένα δεύτερο επίπεδο που αφορά το σήμερα. Το τότε σήμερα.
Αυτό είναι και το βασικό μειονέκτημα του έργου πέρα από άλλες τυχόν άτυχες, αδέξιες, φλύαρες ή ανέμπνευστες στιγμές του ή από κάποιο διδακτισμό του _ «Το μεγάλο μας τσίρκο» σίγουρα δεν ανήκει στα σημαντικότερα έργα του συγγραφέα: αφορά το 1973 της δικτατορίας, είναι, κατά κάποιο τρόπο, έστω και αν σαφώς αποτελεί προϊόν πιο σύνθετης σκέψης, μία επιθεώρηση. Και η επιθεωρήσεις παίζονται άπαξ.
Η σκηνοθεσία. Ο σκηνοθέτης Σωτήρης Χατζάκης το παράβλεψε αυτό και ποντάρησε αποκλειστικά στη σημερινή δυσαρέσκεια του κόσμου για την πολιτική, τους πολιτικούς, τη διαφθορά του πολιτικού χώρου, τους ξένους και τις χωρίς πλέον να τηρούνται ούτε τα προσχήματα επεμβάσεις τους και στο όποιο αντίκρισμα μπορεί να έχουν στα κείμενα του έργου. Ωθόντας την παράσταση που έστησε για το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, ως συμπαραγωγή με το Θέατρο «Ακροπόλ», αποκλειστικά προς την κατεύθυνση αυτή. Απάλειψε όλες τις ανεπίκαιρες αναφορές στη δικτατορία και τα σχετικά υπονοούμενα και την οργάνωσε πριμοδοτώντας τη δημαγωγία και την καπηλεία. Μια παράσταση κραυγαλέα _ στην κυριολεξία, όλοι κραυγάζουν σαν να προσπαθούν να προκαλέσουν το χειροκρότημα… _ που εκμεταλλεύεται ό,τι μπορεί _ ακόμα και τη φωνή του Νίκου Ξυλούρη ο οποίος ακούγεται ξαφνικά να τραγουδάει το «Φίλοι κι αδέλφια», ακόμα και το «Σαββατόβραδο στην Καισαριανή» που έχει προστεθεί χωρίς καμία σχέση να ’χει, αν και του Ξαρχάκου, με τα τραγούδια του έργου _ για να εκμαιεύσει συγκίνηση. Η παράσταση, επιπλέον, χαρακτηρίζεται από προχειρότητα και έναν αρπακολλισμό: ένας αχταρμάς χωρίς κανένα ύφος _ μέχρι πιερότος κυκλοφορεί, που οδηγεί μάλιστα την ομάδα των προσφύγων της Μικράς Ασίας!

Αποκορύφωμα, τα κοστούμια. Η Έρση Δρίνη έχει στήσει ένα συμπαθητικό σκηνικό αλλά στα κοστούμια της _ μάλλον καρπός αναζητήσεων στο βεστιάριο του ΚΘΒΕ, χωρίς αυτό να αναφέρεται _ η κακογουστιά θριαμβεύει: κάτι σαν καθολικοί μοναχοί στη σκηνή του Μαντείου των Δελφών, αυλικοί του Όθωνα ως γκρούμ της οπερέτας ή του Καζινό ντε Παρί και άλλα ων ουκ έστι αριθμός…
Ο Δημήτρης Σωτηρίου δεν έχει βρεθεί σε εμπνευσμένη χορογραφική στιγμή και απλώς εξυπηρετεί την παράσταση ο Αντώνης Παναγιωτόπουλος με τους φωτισμούς του. Απομένει η μουσική και, εκτελεσμένα από ζωντανή μικρή ορχήστρα που διευθύνει ο ίδιος καθήμενος, τα τραγούδια του Σταύρου Ξαρχάκου: το μεγαλύτερο ατού της παράστασης, παρά τα φάουλ των προσθηκών.
Η διανομή. Η σκηνοθεσία έχει περίπου εξαφανίσει την καλή Μαρίνα Ασλάνογλου που εμφανίζεται άχρωμη και άνευρη, προβάλλοντας τον Τάσο Νούσια. Επίσης πολύ καλός ηθοποιός αλλά με μια τάση στην υπερβολή και στο σφίξιμο, ο Νούσιας έχει εδώ αφεθεί στα ελαττώματά του επιλέγοντας μια υπερβολική «χορευτική» κίνηση, με πόδια στρεβλωμένα, σαν συγκαμμένος, και καταφεύγοντας σε κορόνες φτηνής υποκριτικής. Ικανοποιητικός, αλλά εντός των ορίων του και με κενά μνήμης, ο Γιώργος Αρμένης, στον «Αντρόνικο» με έκανε, δυστυχώς, να νοσταλγήσω τον πρώτο διδάξαντα Διονύση Παπαγιαννόπουλο  _ που ακόμα ακούω τη φωνή του (στην μετριότατη αλλά οιστρηλατούμενη από την αντιδικτατορική οργή παράσταση του 1973).
Από τους υπόλοιπους δεν κατόρθωσα κανέναν να ξεχωρίσω: περνούν διεκπεραιωτικοί και απαρατήρητοι, με εξαφανισμένα τα όποια προτερήματά τους και προβεβλημένα τα μειονεκτήματά τους. Να επισημάνω με λύπη την κατάχρηση μούτας και μορφασμών από έναν νέο ηθοποιό όπως ο Δημήτρης Μορφακίδης _ όνομα και πράγμα.
Εξαίρετος τραγουδιστής ο Ζαχαρίας Καρούνης, με γειωμένη σκηνική παρουσία και αίσθηση του ρυθμού, ακολουθεί, προφανώς, τη σκηνοθετική γραμμή «εξαπολύοντας» προς το κοινό και όχι τραγουδώντας ορισμένα από τα τραγούδια. Κρίμα.
Το συμπέρασμα. Μια κραυγαλέα παράσταση που ανήκει στο είδος το οποίο επ’ ουδενί δεν θα ήθελα να υπηρετεί ένα κρατικό Θέατρο. Αν είναι το είδος που σας ελκύει, θα σας αρέσει.

Θέατρο «Μελίνα Μερκούρη» / Φεστιβάλ «Στη Σκιά των Βράχων» 2012 των Δήμων Βύρωνα και Δάφνης / Υμηττού, 31 Ιουλίου 2012.     

August 2, 2012

Υπέρτιτλοι της πλάκας



Το Τέταρτο Κουδούνι / 2 Αυγούστου 2012
Ήταν για μένα _ αλλά όχι μόνο για μένα _ η ευχάριστη έκπληξη του φετινού Φεστιβάλ Επιδαύρου: οι αριστοφανικές «Εκκλησιάζουσες» του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου και του «Θεάτρου του Νέου Κόσμου». Κι η πρώτη φορά που γέλασα από καρδιάς σε Αριστοφάνη μετά από χρόνια _ στη σκηνή του Νέου με την Νέα και τις τρεις Γριές.


Το άπαιχτο στην Ελλάδα έργο για δυο πρόσωπα του σύγχρονου αμερικανού Νιλ ΛαΜπιούτ, ενός συγγραφέα μ’ εξαιρετικό ενδιαφέρον και μ’ ένα ιδιόρρυθμο, ανατρεπτικό χιούμορ, «Δάσος, βαθύ και σκοτεινό» _ ποιητικότατος τίτλος _ θ’ ανεβάσει το χειμώνα _ 5 Δεκεμβρίου η πρεμιέρα _ στο δικό του «Τόπος Αλλού», στην Κεντρική Σκηνή του, ο Νίκος Καμτσής σε μετάφραση που συνυπογράφει με την Αντωνία Τζοτζολάκη. Πρωταγωνιστούν ο Μάξιμος Μουμούρης κι η Τζωρτζίνα Παλαιοθόδωρου.
Στο έργο, που χαρακτηρίζεται «ένα παραμύθι εφιαλτικό, ένα ‘Χάνσελ και Γκρέτελ’ επικίνδυνο και αγωνιώδες» και που μοιάζει να προσεγγίζει τον Ντέιβιντ Μάμετ, δυο αδέλφια, ένας άντρας και μια γυναίκα, αυτή διανοούμενη, κοσμήτωρ των ανθρωπιστικών επιστημών στο τοπικό κολέγιο κι αυτός χειρώνακτας με κάποια ενδιαφέροντα, μια νύχτα με καταρρακτώδη βροχή, αποκλεισμένοι σε μια καλύβα, «περπατούν», όπως σημειώνεται, «στα κακοτράχαλα δαιδαλώδη μονοπάτια του δάσους της μνήμης, των πόθων τους, των απωθημένων τους, της αλήθειας τους, παραπαίοντας και προσπαθώντας να βρουν τον εαυτό τους και μια αχτίδα φωτός μέσα στο πηχτό σκοτάδι. Άλλοτε σε λυσσαλέα σύγκρουση μεταξύ τους κι άλλοτε πιασμένοι χέρι - χέρι περπατούν στο βαθύ σκοτεινό μονοπάτι της γνώσης _ κυρίως της αυτογνωσίας τους _ τη στιγμή που οι λύκοι αλυχτούν γύρω τους». 
Το «Δάσος, βαθύ και σκοτεινό», το πιο πρόσφατο έργο του ΛαΜπιούτ, που ’κανε την παγκόσμια πρεμιέρα του τον Μάρτιο του 2011 στο λονδρέζικο Γουέστ Εντ και την αμερικάνικη πρώτη του τον περασμένο Απρίλιο στο Σικάγο, ανεβαίνει με δραματουργό τον Πολύκαρπο Πολυκάρπου, σκηνικά και κοστούμια Μίκας Πανάγου και μουσική Κώστα Χαριτάτου.
Αρκετά έργα του Λαμπιούτ έχουν παρουσιαστεί στις ελληνικές σκηνές με πιο πρόσφατο το μονόπρακτο / μονόλογο «Medea Redux» που ερμήνευσε _ εξαιρετικά _ στο αμερικάνικο πρωτότυπο η Ζωή Μυλωνά στο θέατρο «Πορεία» μόλις την περασμένη άνοιξη σε σκηνοθεσία Μαρίας Ξανθοπουλίδου.
Πριν απ’ το «Δάσος, βαθύ και σκοτεινό»,
από 27 Σεπτεμβρίου μέχρι και 28 Οκτωβρίου, στο «Τόπος Αλλού» θα επαναληφθεί το έργο της Μπριζίτ Ζακ «Ζουβέ - Ελβίρα» στη σκηνοθεσία του Κώστα Αρζόγλου με τον ίδιο και την κόρη του, Ορόρ Μαριόν.
 

Φαντάσου τι πληγές […] έχουν όλα αυτά τα παιδιά μέσα τους, που ξημεροβραδιάζονται με την αποδόμηση. Τα συμμερίζομαι»: το κλείσιμο της εξαιρετικής συνέντευξης που ’δωσε ο Λευτέρης Βογιατζής, με το πολύ ιδιαίτερο χιούμορ κι αυτή την εν… πλήρη συγχύσει αθωότητα που τον διακρίνει, στην Βένα Γεωργακοπούλου και που δημοσιεύεται στο πρόσφατο φύλλο της «ΕΦ» του Ελληνικού Φεστιβάλ. Τον περιμένουμε μεθαύριο, τον μολιερικό του «Αμφιτρύωνα». Με χαρά. 

Όταν φιλοξενείς έναν ξένο θίασο _ όπως το «Aquila Theater» που ’ρθε απ’ τις ΗΠΑ στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης για να παρουσιάσει τον «Ηρακλή (μαινόμενο)» του Ευριπίδη σε μια παράσταση που ευφυώς αντικαθιστούσε τα στάσιμα με μαρτυρίες βετεράνων απ’ τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τους πολέμους στο Βιετνάμ, στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ αλλά η υλοποίησή της μου φάνηκε επίπεδη _, οφείλεις, εις ένδειξη σεβασμού προς τους θεατές και προς τους φιλοξενούμενους, πρώτον, αν όχι να ’χεις εκδώσει για τους θεατές κάποιο πρόγραμμα, τουλάχιστον να ’χεις τυπώσει ένα πολυγραφημένο μονόφυλλο με δυο λόγια για το τι θα δουν κι από ποιους.
Και, δεύτερον, οφείλεις τη μετάφραση για τους υπέρτιτλους στα βίντεο _ που ’ταν σχεδόν η μισή παράσταση _ να την αναθέτεις σε κάποιον με στοιχειώδεις γνώσεις της αγγλικής. Διότι, αν δεν το κάνεις, μπορεί να προκύψει _ όπως και προέκυψε _ μια ντροπιαστική ασυναρτησία εάν όχι ένα αποτέλεσμα τόσο φαιδρό που γελοιοποιεί την παράσταση.

Θα ’χουμε, λοιπόν, το χειμώνα «Οδύσσεια» απ’ τον Ρόμπερτ Γουίλσον στο Εθνικό, θα ’χουμε «Ιλιάδα» απ’ τον Στάθη Λιβαθινό, θα ’χουμε όμως και το βασισμένο στην «Οδύσσεια», επίσης, «Wanderings of Odysseus» («Περιπλανήσεις του Οδυσσέα») _ τον Σεπτέμβριο, στο Ίδρυμα Κακογιάννης. Παράσταση του Καλοκαιρινού Θεάτρου του Στάνφορντ που υπάγεται στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, σε δραματουργική προσαρμογή και σκηνοθεσία του καθηγητή του Στάνφορντ Ρας Ρεμ και στο πλαίσιο της συνεργασίας του Ιδρύματος με το αμερικάνικο Πανεπιστήμιο. Άρα, ομηρικός προβλέπεται ο θεατρικός χειμώνας μας.
Η τραγουδίστρια Ελεονώρα Ζουγανέλη θα ’ναι, πλάι στην Άννα Βίσση που θα κρατήσει και πάλι το ρόλο της Βασίλισσας Ροζάνας, η Μάγισσα στους «Δαίμονες», τη ροκ όπερα των Νίκου Καρβέλα – Σταύρου Σιδερά, που θ’ ανεβεί, όπως σας έγραφα στις 28 Ιουνίου στο «Τέταρτο Κουδούνι», την επόμενη άνοιξη σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα, στη σκηνή του «Παλλάς», είκοσι ένα χρόνια μετά το πρώτο της ανέβασμα στο Αττικόν _ σεζόν 1991 / ’92. 
Είναι η πρώτη «ενήλικη» εμφάνιση της Ελεονώρας Ζουγανέλη στο θέατρο _ μικρή, έχει παίξει σε παραστάσεις για παιδιά. Το ρόλο στο ανέβασμα του ’91 είχε ερμηνεύσει η Μαριάνθη Σοντάκη. Ντάνιελ _ ρόλος τον οποίο πρωτόπαιξε ο Γιάννης Σαμσιάρης _ θα ’ναι, όπως ήδη γράφτηκε, ένας τραγουδιστής επίσης, που φλερτάρει όμως με την ηθοποιία: ο Πάνος Μουζουράκης.
Δυο ξένους σκηνοθέτες κάλεσε φέτος το καλοκαίρι η Λυρική μας. Για τον «Τροβατόρε» και την «Τόσκα» της. Και οι δυο, εκτός απ’ τη σκηνοθεσία, ήθελαν να κάνουν _ κι έκαναν _ και τα κοστούμια και τα σκηνικά _ ο πρώτος και τους φωτισμούς. Ναι, σκηνικά σε μια τόσο δύσκολη σκηνή όπως του Ηρώδειου, την οποία αγνοούσαν… Με ολέθρια, κατά τη γνώμη μου, αποτελέσματα. Αλήθεια, γιατί οι σκηνοθέτες επ’ εσχάτοις θέλουν να φάνε το ψωμί των σκηνογράφων και των ενδυματολόγων; Πιστεύουν όντως πως είναι ικανότεροι και στους τομείς αυτούς;

Προ 50ετίας 
Τα Θεατρικά Νέα

Αύριο το βράδυ, στο Ωδείον Ηρώδου του Αττικού, το Εθνικό Θέατρο θα παρουσιάση στην σειρά των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ Αθηνών την τραγωδία του Ευριπίδου «Εκάβη». Τον επώνυμο ρόλο θα υποδυθή η Κατίνα Παξινού. Συμπρωταγωνιστούν ο Αλέξης Μινωτής, η Άννα Συνοδινού και ο Θάνος Κωτσόπουλος. 3 Αυγούστου 1962.  
Την ερχομένη Παρασκευή αναχωρούν στο Παρίσι ο Δημήτρης Μυράτ και η Βούλα Ζουμπουλάκη. Μετά την γαλλική πρωτεύουσα, θα επισκεφθούν την Ισπανία, όπου ο Δημήτρης Μυράτ θέλει να έχη άμεση αντίληψι της ζωής των λαϊκών, ιδίως τάξεων, προκειμένου να παρουσιάση τον χειμώνα στο θέατρο «Αθηνών» την «Μαλκερίδα» του Λόρκα. 6 Αυγούστου 1962.


Ανεχώρησε χθες στα Γιάννενα το κλιμάκιο αρχαίου δράματος του Εθνικού Θεάτρου που θα παρουσιάση το Σάββατο και την Κυριακή στο αρχαίο θέατρο της Δωδώνης τις τραγωδίες του Σοφοκλέους «Αντιγόνη» και «Αίας». 7 Αυγούστου 1962.
Ήλθε στην Αθήνα ο σκηνογράφος Νίκος Γεωργιάδης, που έχει παρουσιάσει εργασίες του με εξαιρετική επιτυχία στο Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη, την Κοπεγχάγη, τη Στουτγάρδη και άλλες ευρωπαϊκές πόλεις […]. 8 Αυγούστου 1962.

Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».

Μια… ψύχραιμη αυτοκτονία


Το έργο. Ο έρωτας της πριμαντόνας Φλόρια Τόσκα για τον δημοκράτη ζωγράφο Μάριο Καβαραντόσι στην απολυταρχική Ρώμη εν έτει 1800, όταν το πνεύμα της Γαλλικής Επανάστασης και ο Βοναπάρτης σαρώνουν την Ευρώπη, αποδεικνύεται ολέθριος. Ο Καβαραντόσι συλλαμβάνεται για περίθαλξη ομοϊδεάτη του δραπέτη κατάδικου, όταν η Τόσκα πέφτει στην παγίδα της ανεξέλεγκτης ζηλοτυπίας της και αποκαλύπτει το μυστικό του στον αρχηγό της αστυνομίας βαρόνο Σκάρπια.
Ο Σκάρπια την εκβιάζει να του δοθεί με αντάλλαγμα την εικονική εκτέλεση του Μάριο και μια άδεια εξόδου από τα σύνορα των δυο τους. Εκείνη υποκρίνεται πως υποκύπτει αλλά, πριν εκείνος πάρει την «αμοιβή» του, τον σκοτώνει, αρπάζει την άδεια που ο Σκάρπια είχε ήδη υπογράψει και τρέχει στο Καστέλ Σαντ’ Άντζελο όπου και η φυλακή του Καβαραντόσι. Ο Σκάρπια όμως την έχει εξαπατήσει _ η μεταθανάτια εκδίκησή του: η εκτέλεση δεν θα είναι εικονική… Η Τόσκα ρίχνεται στο κενό από το τείχος του κάστρου και αυτοκτονεί.
Το μελόδραμα του Βικτοριέν Σαρντού (1887) έχει βρει τον μάστορή του στον Πουτσίνι. Η «Τόσκα» του (1900), μια όπερα σφιχτοδεμένη, χωρίς φλυαρίες και πλατυασμούς, όπου η μελωδία αναβλύζει αβίαστα και η μουσική υπηρετεί το λιμπρέτο (των Τζακόζα και Ίλικα) άψογα, συνεχίζει να παραμένει _ και δικαίως _ στην πρώτη σειρά των προτιμήσεων του κοινού. Αλλά η κατάχρησή της οδηγεί στον κορεσμό.
Η Εθνική Λυρική Σκηνή, πριν αλέκτορα φωνήσαι, επανέρχεται στο ίδιο έργο, και μάλιστα, αυτή τη φορά, σ’ ένα χώρο όπως το Ηρώδειο που δεν του ταιριάζει καθόλου, μα καθόλου, με μια καινούργια σκηνοθεσία.
Η παράσταση. Βέβαια όλα από το αποτέλεσμα κρίνονται _ ένας ιδιοφυής σκηνοθέτης θα μπορούσε και να δικαιολογήσει το ανέβασμα του έργου στον ακατάλληλο αυτό χώρο. Προφανώς ο Αργεντίνος Ούγκο ντε Άνα δεν ανήκει στην κατηγορία αυτή. Και το αποτέλεσμα, για δεύτερη φορά μετά τον φεστιβαλικό «Τροβατόρε» της Λυρικής, που τον ανέβασε ιταλός σκηνοθέτης, αποδεικνύεται κάτω του μετρίου, κατά την άποψή μου. Διότι ο ντε Άνα αναλαμβάνοντας ο ίδιος, όπως και ο Στέφανο Πόντα του «Τροβατόρε», τα σκηνικά και τα κοστούμια όχι μόνο υπερτίμησε τις ικανότητές του αλλά απεδείχθη ανίκανος να τιθασσεύσει το χώρο _ σαν να τον αγνόησε.
Σε μια στενόμακρη σκηνή με ελάχιστο βάθος όπως του Ηρωδείου ξάπλωσε έναν τεράστιο σταυρό με έναν Εσταυρωμένο περιορίζοντας ασφυκτικά το χώρο της. Η παράσταση στην πρώτη πράξη παίζεται στις δυο άκρες της σκηνής και στο… χείλος της τάφρου. Αλλά και στις άλλες δύο ο κ. ντε Άνα επέμεινε στην ίδια αντίληψη: του σκηνικού - μπούγιου. Το Παλάτσο Φαρνέζε της δεύτερης, στη φισκαρισμένη σκηνή, με τον αποσυναρμολογημένο πια σταυρό, τον ριγμένο στην άκρη Χριστό και τα, λίθοι τε και πλίνθοι και ξύλα και κέραμος ατάκτως ερριμμένα, έπιπλα θυμίζει παλαιοπωλείο ενώ στην τρίτη η λύση που βρήκε ο σκηνοθέτης / σκηνογράφος ήταν να κουκουλώσει τη σαβούρα _ πλην του πανταχού παρόντος ανάσκελου Χριστού… _ με σκουροπράσινα πλαστικά δίχτυα!!! Αν προσθέσετε τα κάκιστα βίντεο τα οποία, όπως συνήθως συμβαίνει με τα βίντεο που προβάλλονται στον καστανόχρωμο τοίχο του Ηρωδείου με το πλήθος τις καμάρες, σχεδόν εξαφανίζονται, θα έχετε μια πλήρη εικόνα του αισθητικού αποτελέσματος.
Σ’ αυτόν τον σκηνικό χώρο ο σκηνοθέτης ανέπτυξε _ τρόπος του λέγειν, μάλλον στρίμωξε… _ μια συμβατική παράσταση με κάποια καλά κινημένα σύνολα αλλά και με ατεχνίες ή και κακοτεχνίες όπως η σκηνή της απόπειρας βιασμού της Τόσκα από τον Σκάρπια με αποκορύφωμα την αυτοκτονία της Τόσκα που υποτίθεται πως ρίχνεται από το φρούριο αλλά εδώ πολύ φυσικά κατεβαίνει τα σκαλάκια από το βάθρο όπου ο σκηνοθέτης την έβαλε και αποχωρεί (αυτοκτονεί off;).
Ατυχή βρήκα και τα κοστούμια του σκηνοθέτη _ από το πρώτο, οπερετικό της Τόσκα μέχρι το κακοραμμένο παντελόνι του Καβαραντόσι _, με κιτς χρωματικές επιλογές. Όσο για τους φωτισμούς του Βινίτσιο Κέλι είχα την εντύπωση πως γίνονταν συνεχή λάθη λόγω ελλειπούς προετοιμασίας.
Την παράσταση, πάντως, υποστηρίζει μία ισορροπημένη, πολύ καλού επιπέδου μουσική εκτέλεση από την ορχήστρα της ΕΛΣ _ που, τελευταία, τη βρίσκω σε πορεία ανοδική _ υπό τον Μύρωνα Μιχαηλίδη ενώ ευπρεπή είναι και τα χορωδιακά αποτελέσματα (διεύθυνση Χορωδίας ΕΛΣ Αγαθάγγελος Γεωργακάτος, Παιδικής Χορωδίας «Rosarte» Ρόζη Ματροσάββα).
Η διανομή. Μαραμένη, καθόλου λαμπερή και κάπως δυσκίνητη αλλά με μια μεστή, ελεγχόμενη ακόμα τεχνικά κατά ένα μεγάλο μέρος, δραματική φωνή και ανεκτή υποκριτική η ιταλίδα σοπράνο Ντανιέλα Ντεσί δίνει μια μάλλον ρουτινιέρικη Τόσκα. Με καθόλου… πειστική εμφάνιση και μέτριος υποκριτικά αλλά με καλή φωνή, εντός ορίων πάντως, ο Καβαραντόσι του Αμερικανού τενόρου Καρλ Τάνερ. Ο Γεωργιανός Λάντο Ατανέλι ως Σκάρπια, ο πιο αδύναμος κρίκος της διανομής: ένας μέτριος βαρύτονος, με ασθενικό χρώμα φωνής και με μέτρια υποκριτική. Από την υπόλοιπη διανομή ξεχωρίζω τον ευπρεπή Νεωκόρο του Δημήτρη Κασιούμη και κυρίως τον Αντζελότι του Τάσου Αποστόλου: με εξελισσόμενη, μουσικότατη φωνή μπασοβαρύτονου, με υποκριτική δόκιμου ηθοποιού και με πολύ καλή κίνηση και έλεγχο, παρά το ύψος του, του σώματός του γράφει στον σύντομο ρόλο του.
Συμπέρασμα. Μια παράσταση που καταχειροκροτήθηκε αλλά _ λυπάμαι που το λέω _ αυτό δεν είναι κριτήριο για την αποτελεσματικότητα και το καλλιτεχνικό της επίπεδο…

Ωδείο Ηρώδη του Αττικού, Εθνική Λυρική Σκηνή, 26 Ιουλίου 2012.

Τα εκπεσόντα «Δημήτρια» και η πέτρα του σκανδάλου…



Το Τέταρτο Κουδούνι / 26 Ιουλίου 2012

Τι «Οι δρόμοι της φωτιάς» _ Παρίσι, Ολυμπιάδα του 1924 και άγγλοι δρομείς _, η ταινία του Χιου Χάντσον, έγιναν, λέει, έργο θεατρικό… Τι «Ο εξορκιστής» γίνεται έργο θεατρικό _ στις ΗΠΑ, βεβαίως, έως εκεί έφτασαν. Ο Χριστός κι η Παναγία! Θα ’χει και τον πράσινο εμετό; Να δω τι άλλο θα επινοήσουν…



Έγραφα στην εφημερίδα αυτή, στις σελίδες των «Οριζόντων», στις 29 Ιουνίου του 2007 _ πέντε χρόνια πριν _, μεταξύ πολλών άλλων, με αφορμή τις δυο συναυλίες που έδωσε, τότε, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών: «Ένας μαέστρος μεγάλου βεληνεκούς! Οι πληροφορίες από την Ρωσία συνέκλιναν: ο Θεόδωρος Κουρεντζής ανήκει στη ράτσα των μεγάλων αρχιμουσικών _ ένα σταρ στη χώρα όπου σπούδασε και παρέμεινε κάνοντας καριέρα εντυπωσιακή. Αλλά στην εποχή της υπερπροβολής και της προώθησης _ και στο χώρο της λεγόμενης ‘σοβαρής’ μουσικής _ ατόμων όχι πάντα αναλόγων ικανοτήτων και με ‘ημερομηνία λήξης’ πρέπει κανείς να κρατάει μικρό καλάθι… Επέστη όμως ο χρόνος να ψαύσουμε τον τύπον των ήλων: ο 35χρονος μαέστρος έφτασε στην Αθήνα απ’ το Νοβοσιμπίρσκ για να κάνει τις δυο πρώτες ‘επίσημες’ στην πατρίδα του συναυλίες με τη ‘δική’ του ορχήστρα, την ‘Musica Aeterna’, και τη ‘δική’ του χορωδία, τους ‘New Siberian Singers’. Και εγένετο φως. Ναι, οι φήμες και οι πληροφορίες δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα. Απλώς ωχριούσαν μπροστά στην πραγματικότητα: εγεννήθη ημίν Μαέστρος!
[…] Έχουμε καλούς νέους μαέστρους. Ταλαντούχους και με δυνατότητες για καριέρα έξω απ’ τα σύνορά μας. Αλλά ο Θεόδωρος Κουρεντζής νομίζω ότι είναι απ’ τη στόφα των Μεγάλων. Και πιστεύω ακράδαντα _ στοιχηματίζω _ ότι πολύ σύντομα θα μιλούμε γι’ αυτόν και θα καμαρώνουμε όπως μιλούμε και καμαρώνουμε _ κι ας θεωρηθεί ασέβεια να το γράφω _ για έναν Δημήτρη Μητρόπουλο. Ήταν καιρός».
Υπήρξαν, τότε, αρκετοί που δε συμφώνησαν. Κύλησε, έκτοτε, πολύ νερό στ’ αυλάκι. Ο Θεόδωρος Κουρεντζής, που διανύει πια καριέρα διεθνή, επανήλθε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών. Επικεφαλής της ίδιας ορχήστρας αλλά απ’ την ρώσικη Περμ αυτή τη φορά, όπου έχει μετακομίσει αναλαμβάνοντας την καλλιτεχνική διεύθυνση της εκεί Όπερας και του Μπαλέτου. Επανήλθε με μια συναυλία συναρπαστική. Αλλά και συνοδεύοντας εκθαμβωτικά το Μπαλέτο της Περμ στον «Πετρούσκα» και τον «Γάμο» του Στραβίνσκι, σε δυο χορογραφίες _ την πολύ ενδιαφέρουσα του Νικολό Φόντε και την ανυπέρβλητη του Γίρζι Κίλιαν, αντίστοιχα _ που η εκτέλεσή τους απ’ το χορευτικό σύνολο μιας _ επαρχιακής, σημειώστε… _ ρώσικης Όπερας μας εντυπωσίασε _ άψογη! 


Ο Θεόδωρος Κουρεντζής μέσα σε δυο, αποκλειστικά ρώσικης μουσικής, βραδιές, που τις κατατάσσω στις τέσσερις, πέντε καλύτερες του φετινού Φεστιβάλ, γλίστρησε, των τριών ανκόρ συμπεριλαμβανομένων, απ’ τον Ραχμάνινοφ στον Σοστακόβιτς _ μια συγκλονιστική εκτέλεση της Πέμπτης Συμφωνίας του _ και στον Προκόφιεφ κι απ’ τον Στραβίνσκι στον Σβιρίντοφ σαν το χέλι, με εκπληκτική προσαρμοστικότητα στο εκάστοτε ύφος προσδίδοντας σε μια ορχήστρα που τα μέλη της είναι σχεδόν παιδάκια το κύρος ενός αξιομνημόνευτου συμφωνικού συνόλου, δεμένου με απίστευτη ομοιογένεια. 
Το κοινό αποθέωσε τον έλληνα αρχιμουσικό και τις δυο βραδιές. Το κοινό κατάλαβε. Ελπίζω πως θα καταλάβουν και οι τα φαιά φέροντες των πολιτιστικών μας πραγμάτων. Και πως η ελληνική συνέχεια του Θεόδωρου Κουρεντζή θα ’ναι αντάξια του Μεγέθους του. Πριν είναι αργά. Εγώ, πάντως, καμαρώνω για όσα έγραψα πέντε χρόνια πριν.  


«Όσον αφορά το ζήτημα ότι παρέδωσε στον κ. Γ. Ανδριανό το DVD, δεν έχω προσωπική αντίληψη και συνεπώς δεν μπορώ να γνωρίζω. Στην υποτιθέμενη περίπτωση που η υλική πράξη της παράδοσης έγινε από τον Θ. Αναστασιάδη, δηλώνω βεβαίως και κατηγορηματικώς, γνωρίζοντας την ποιότητα του δημοσιογράφου, ότι δεν είχε πρόθεση να παραβιάσει τα προσωπικά μου δεδομένα […]»: απ’ τη δήλωση του πρώην Γενικού Γραμματέα του υπουργείου Πολιτισμού κ. Χρήστου Ζαχόπουλου στη δίκη για το τσοντοβίντεο κλπ. Αμ, έτσι πε μου, ντε.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή… 



H Ιφιγένεια Ταξοπούλου, θεατρολόγος – φιλόλογος και Γενική Γραμματέας του ευρωπαϊκού θεατρικού δικτύου Mitos21, ορίστηκε πέρσι απ’ τον νέο Δήμαρχο της Θεσσαλονίκης υπεύθυνη θεατρικού προγραμματισμού στην τριμελή καλλιτεχνική επιτροπή _ Γιώργος Εμμανουήλ Λαζαρίδης για τη μουσική, Κωνσταντίνος Ρήγος για το χορό, τ’ άλλα δυο μέλη _ που ανέλαβε τα πολυπαθή Δημήτρια τα οποία εδώ και χρόνια είχαν καταντήσει μια ξεχειλωμένη, τυχάρπαστη, επαρχιακή καλλιτεχνική μάζωξη _ κι ήταν αρκετοί αυτοί που την άρμεγαν… _, με τουρλού ριγμένες αρπαχτές, εξυπηρετήσεις ατζέντηδων και «κοινωνικών επαφών», από την οποία δεν έλειπαν, οπωσδήποτε, και κάποιες σημαντικές εκδηλώσεις. Είχα χαιρετίσει τότε την ανάληψη της ευθύνης από τρεις ανθρώπους που ΞΕΡΟΥΝ, με έμφαση στην Ιφιγένεια Ταξοπούλου η οποία, αφενός, ανέλαβε έναν τομέα που γνωρίζω καλύτερα και της οποίας, αφετέρου, ήξερα την προϊστορία στο ΚΘΒΕ και στις διοργανώσεις της Ένωσης των Θεάτρων της Ευρώπης στην Θεσσαλονίκη.
Τα αποτελέσματα των πρώτων Δημητρίων που, παρά τις δυσκολίες οι οποίες προέκυψαν απ’ την οικονομική κρίση, οργάνωσαν οι τρεις και που όσο μπόρεσα τα παρακολούθησα, ήταν τουλάχιστον ενθαρρυντικά. Και επαινούσα τότε το δήμαρχο κ. Γιάννη Μπουτάρη και των επί των Πολιτιστικών Αντιδήμαρχο κ. Σπύρο Πέγκα για το νοιάξιμό τους να ευοδωθεί το έργο των ανθρώπων που επέλεξαν. 

Πριν αλέκτορα φωνήσαι _ διότι στην Ελλάδα ζούμε… _ τούμπα ήρθαν όλα: η Ιφιγένεια Ταξοπούλου παραιτήθηκε γιατί το περί το θέατρο πρόγραμμα που πρότεινε για τα φετινά Δημήτρια εγκρίθηκε απ’ το Δημοτικό Συμβούλιο αλλοιωμένο και καπελωμένο, εις παραστάσεις τρεις παρακαλώ, με τον περσινό μονόλογο «Ρόουζ» της Ζωής Λάσκαρη. Που δεν υπήρχε στην πρόταση και που «πακεταρίστηκε» με δυο θεσσαλονικιώτικες παραστάσεις, οι οποίες είχαν επίσης παιχτεί πέρσι, σε ένα ω-της-προχειρότητος αφιέρωμα με τον τίτλο «100 χρόνια Εβραϊκής Παρουσίας στην Θεσσαλονίκη» το οποίο πολύ αμφιβάλλω αν ενθουσίασε την εβραϊκή κοινότητα της πόλης… Και τα παρά του κ. δημάρχου λεχθέντα που ακούσαμε πέρσι περί «αναβαθμισμένου ρόλου και ανεξαρτησίας της καλλιτεχνικής επιτροπής» πήγαν περίπατο και θυμηθήκαμε τον παλιό εκείνο τον καιρό... Αχ, πούσαι νιότη, πούδειχνες πως θα γινόμουν άλλος… Την παραίτηση της Ιφιγένειας Ταξοπούλου ακολούθησε, μάλιστα, εις ένδειξη συμπαράστασης, αυτή του Γιώργου Λαζαρίδη. 
Αφήστε που στο πρόγραμμα των Δημητρίων το οποίο εγκρίθηκε, έκπληκτος είδα να συμμετέχει το Χοροθέατρο «Οκτάνα»! Του Κωνσταντίνου Ρήγου, μέλους, όπως σας γράφω παραπάνω, της _ μονομελούς πλέον… _ καλλιτεχνικής επιτροπής και υπεύθυνου χορού. Υποθέτω πως θα πρόκειται περί λάθους. Διότι είναι αδύνατον να πρότεινε ο ίδιος τον εαυτό του. 

Προ 50ετίας
Τα Θεατρικά Νέα


Απόψε στις 8.30 στο Ωδείον Ηρώδου του Αττικού δίδεται η εναρκτήριος παράστασις του Φεστιβάλ Αθηνών 1962 με την «Ηλέκτρα». Τον ρόλο της Ηλέκτρας υποδύεται η Άννα Συνοδινού και του Ορέστη ο Θάνος Κωτσόπουλος […]. 26 Ιουλίου 1962.
 


Την Κυριακή 29 Ιουλίου δίδεται στο Ωδείον Ηρώδου του Αττικού η πρώτη από τις τέσσερις παραστάσεις του «Ολντ Βικ», με τον «Ρωμαίο και Ιουλιέττα» του Σαίξπηρ. Η τραγωδία του Σαίξπηρ θα επαναληφθή την προσεχή Τρίτη. Την Τετάρτη και Πέμπτη ο αγγλικός θίασος θα παρουσιάση την «Αγία Ιωάννα» του Μπέρναρ Σω. 26 Ιουλίου 1962.  


Αύριο, στις 9.15 το βράδυ εγκαινιάζεται ο εφετεινός κύκλος παραστάσεων τραγωδίας από το Κ.Θ.Β.Ε. με τον «Προμηθέα δεσμώτη» που θα δοθή στο παρά την Καβάλαν αρχαίο θέατρο των Φιλίππων. Τον επώνυμο ρόλο ερμηνεύει ο Ιορδάνης Μαρίνος. Την Ιώ η Θάλεια Καλλιγά. Τον Ωκεανό ο Θάνος Τζενεράλης. Κορυφαία του χορού των Ωκεανίδων η Αλέκα Παΐζη […]. Η τραγωδία του Αισχύλου ανεβάζεται με σκηνοθεσία Σωκρ. Καραντινού […], σκηνικό πλαίσιο, κοστούμια και περρούκες Νίκου Νικολάου. 27 Ιουλίου 1962.

Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ»