November 29, 2012

Οι νταλικέρηδες της Πάτρας στη σκηνή



Το Τέταρτο Κουδούνι / 29 Νοεμβρίου 2012


Κάθε εκδήλωση και γεγονός. Στο χώρο του θεάτρου και του χορού τουλάχιστον, που παρακολουθώ _ αν και αντιλαμβάνομαι πως το ίδιο γίνεται και στους χώρους της μουσικής, των εικαστικών, του βιβλίου, τον εκπαιδευτικό, των συναντήσεων με θέματα φλέγοντα… Το Ίδρυμα Ωνάσης κάτω απ’ την Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στεγάζει ό,τι πιο φρέσκο και σπάνιο και σημαντικό και ερεθιστικό και προκλητικό _ γιατί όχι, όταν πρόκειται για γόνιμες προκλήσεις; _ κυκλοφορεί στον διεθνή και στον ελληνικό χώρο. Αλλεπάλληλα Γεγονότα. Που, επιπλέον, έχουν αντίκρισμα στο κοινό.
Το «Refuse the Hour» του Γουίλιαμ Κέντριτζ, με τον κόσμο να συνωστίζεται στα ταμεία, η πιο πρόσφατη περίπτωση: ένα συναρπαστικό ολικό θέαμα / ακρόαμα κι ένας Καλλιτέχνης με την πλήρη σημασία της λέξης, που ήταν ευτυχία να τον δούμε και να τον ακούσουμε. Και μακάρι να τον ξαναδούμε και να τον ξανακούσουμε. 




Μια ιδιαίτερη παράσταση, στενά δεμένη με την πόλη όπου θα παρουσιαστεί _ γι αυτό, και το ενδιαφέρον που δημιουργεί _ ετοιμάζει για τον Απρίλιο, με τον τίτλο «Πάτρα – Μπάρι», η καλή Ελένη Μποζά στο ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας που, με καλλιτεχνικό διευθυντή τον Θοδωρή Αμπαζή, δεν το βάζει κάτω, το αντίθετο _ σας έγραφα στο περασμένο «Τέταρτο Κουδούνι» για τον αριστοφανικό «Πλούτο» που ανεβάζει εκεί στις 15 Δεκεμβρίου ο Τσέζαρις Γκραουζίνις.  
Η σκηνοθέτρια, που ’χει αναλάβει και τη δραματουργική επεξεργασία του κειμένου σε συνεργασία με τους θεατρολόγους _ απόφοιτους του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών _ Αγγελική Κουστένη, Ειρήνη Μαμάση, Γιώργο Παπαστεφάνου και Παναγιώτη Σκούρα και με την επίβλεψη της δραματολόγου του ΔΗΠΕΘΕ Συγκλητικής Βλαχάκη, ξεκινώντας απ’ τη σκέψη ότι κυρίαρχο χαρακτηριστικό της πόλης είναι το λιμάνι της, βασική πύλη της Ελλάδας από και προς την υπόλοιπη Ευρώπη _ εξ ου και τα τόσα προβλήματα που ’χουν δημιουργηθεί με τους μετανάστες _, βρίσκεται σε ερευνητική διαδικασία. Όπερ εστί μεθερμηνευόμενον ταξίδια με τα φέρι μπόουτ της γραμμής Πάτρα – Μπάρι, με στόχο τη συλλογή συνεντεύξεων – ντοκουμέντων απ’ τους νταλικέρηδες που λόγω της ιδιότητάς τους κάνουν συνέχεια το συγκεκριμένο ταξίδι διασχίζοντας στη συνέχεια την Ευρώπη. Οι συνεντεύξεις αυτές θ’ αποτελέσουν δραματουργικό υλικό για μια σύνθεση σπαραγμάτων βιογραφίας, που στοχεύει να αναδείξει ως βασικό ερώτημα τη διαπλοκή των προσωπικών αυτών ιστοριών με το πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής μας, μιας εποχής μετέωρης ανάμεσα στο δύσκολο παρόν και το άγνωστο μέλλον. 
Το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας μ’ αυτό το πολύ δύσκολο αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρον εγχείρημα, που ήδη έχει αρχίσει η προετοιμασία του, υλοποιεί για πρώτη φορά το ιταλοελληνικό πρόγραμμα «La Botegga 2» («Το Εργαστήριο 2»). Στη διανομή της παράστασης, που θ’ ανεβεί στο Δημοτικό Θέατρο «Απόλλων» αλλά θα παιχτεί και στην Ιταλία, Νίκος Γιαλελής, Βασίλης, Κόκκαλης, Μίλτος Νίκας, Δρόσος Σκώτης, Γιώργος Ρούφας.

   


Τι ζήτηση κι αυτή φέτος στις θεατρικές σκηνές μας της «Φάρμας των ζώων»! Σας έγραφα στο «Τέταρτο Κουδούνι» στις 29 Νοεμβρίου για τον Σταύρο Τσακίρη που ανεβάζει στις 12 Δεκεμβρίου στην Θεατρική Σκηνή «Ζωή Λάσκαρη», στο «Αθηναΐς, το έργο του Όργουελ σε διασκευή του για τη σκηνή. Αλλά και σχετικά με τις δυο εκδοχές του για παιδιά που παίζονται _ ή παίχτηκαν _ φέτος σε Πάτρα / Καβάλα / Λαμία σε διασκευή / σκηνοθεσία Ελεάνας Τσίχλη και στον Βόλο σε σκηνοθεσία Δημήτρη Δακτυλά.
Ιδού όμως που κι ο Νίκος Αρμάος ανεβάζει στο «Κνωσός / Λάμπρος Τσάγκας», από αύριο, άλλη εκδοχή _ για ενηλίκους επίσης _ της «Φάρμας» του Όργουελ σε μετάφραση, απόδοση και με στίχους τραγουδιών Ερρίκου Μπελιέ.

Αντέχει η αθηναϊκή σκηνή δυο «Φάρμες»; Μακάρι! Θα δείξει.
Αφήστε που και τα παιδιά της Βραδινής Θεραπευτικής Κοινότητας του ΚΕΘΕΑ «Διάβαση» θα παρουσιάσουν στο θέατρο «Τζένη Καρέζη» στις 17 Δεκεμβρίου τι άλλο; Μια διασκευή για το θέατρο της «Φάρμας των ζώων»!




Στην τρίτη του διοργάνωση έφτασε το Low Budget Festival που οργανώνουν tospirto.net κι ο Λάκης Λαζόπουλος στο Ίδρυμα Κακογιάννης. Και το πρόγραμμά του συνεχίζει να ’ναι ενδιαφέρον και τραβηχτικό και με δολώματα και με ονόματα νέων, βασικά, δημιουργών που οι περισσότεροι χαίρουν εκτίμησης στο χώρο. Καλή συνέχεια!  




Για όλες τις γενιές! Το σεξπιρικό «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας» θα το δούμε φέτος στο Εθνικό _ στην Σκηνή «Κοτοπούλη / Rex», η οποία ξανανοίγει _, το ετοιμάζει ο Μιχαήλ Μαρμαρινός. Αλλά θα ’χουμε «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας» και για έφηβους _ απ’ την Ομάδα «Frontal», σε διασκευή και σκηνοθεσία Τζωρτζίνας Κακουδάκη, στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου» _ ενώ ήδη έχουμε και για παιδιά _ στο θέατρο «Σοφούλη» της Θεσσαλονίκης, στη διασκευή του Γιάννη Καλατζόπουλου και σε σκηνοθεσία Παυλίνας Χαρελά.



Δεν μ’ έχουνε πείσει. Οι «Blitz». Ακόμα. Βρίσκω να ’χουνε αρετές και εκτιμώ την επιμονή, το πάθος τους και την παντελή έλλειψη αυτοπροβολής των τριών μελών. Αλλά δεν τους «πιάνω» _ ίσως να ’ναι κι η ηλικία μου, οι προσλαμβάνουσες που ’χω… Νοιώθω πως απ’ τα θεάματά τους λείπει ο άξονας. Ή, αν υπάρχει, στην πρόοδο της παράστασης χάνεται. Ή μετατοπίζεται. Και το σύνολο εκτροχιάζεται. Ή μένει μετέωρο. (Αφήστε που σπάζομαι με τ’ όνομά τους και με τους τίτλους των θεαμάτων τους _ όλα σε xenes gloses…). Τους παρακολουθώ πάντως. Και τους σέβομαι. Και περιμένω υπομονετικά. Κι εκείνους _ πού ήδη έχουν αρχίσει να γίνονται αποδεκτοί στο εξωτερικό. Κι εμένα.
Και στο μεταξύ όλο και κάτι ενδιαφέρον τσιμπάω στις παραστάσεις τους. Στην πιο πρόσφατη _ «Late Night», πάλι anglisti… _, στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, άκουσα να επαναλαμβάνεται ως λάιτ μοτίφ η ατάκα _ δεν ξέρω αν είναι δικιά τους ή δανεισμένη, devised theatre έτσι κι αλλιώς κάνουν _ «Η παλιά ζωή τελείωσε, ηλίθιοι». Ε, μα, λοιπόν, έρχεται κουτί στις μέρες μας! Και το «παλιά ζωή», και το «τελείωσε», και το «ηλίθιοι» (οι οποίοι ηλίθιοι δεν το ’χουν ακόμα καταλάβει. Ότι η παλιά ζωή τελείωσε…). Αφήστε που η φράση αυτή δένει απολύτως, μα απολύτως με το φετινό μότο της Στέγης, το του Τζον Κέιτζ «Δεν καταλαβαίνω γιατί οι άνθρωποι φοβούνται τις νέες ιδέες. Εγώ φοβάμαι τις παλιές»…

November 28, 2012

Ξεκινήματα



Η Ελλάδα τώρα ξεκινάει. Αχ, ποτέ δεν ονειρευόμουνα να ξεκινήσω «τώρα» με τον Σαμαρά _ και πόσο ειλικρινήηηηηης φαίνεται στο βίντεο το διαφημιστικό, το «μπας και σηκώσουμε λίγο τη δημοτικότητα»… Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

November 27, 2012

Κομεντί και πάλι



Σινέ Μαξίμου. Σήμερον: «Ανακούφιση», δραματική κομεντί, ελληνικόν (Τρίτη, Τετάρτη). Από την Πέμπτη και πάλι το επιτυχημένο θρίλερ «Το κούρεμα του θανάτου», γερμανικόν (το τρέιλερ προβάλλεται από σήμερον).
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

November 26, 2012

Ένα συναρπαστικό ντανταϊστικό σύμπαν



Μου φάνηκαν πολύ εγκεφαλικά όσα διάβασα πριν από την παράσταση στο πρόγραμμα. Πώς μετουσιώνονται φιλοσοφικές έννοιες, όπως η έννοια του χρόνου, στο σανίδι; Μέσα σε λίγα λεπτά αφότου η παράσταση «Refuse the Hour» («Αρνήσου την ώρα») ξεκίνησε, είχα λύσει την απορία μου και είχα διαγράψει τις όποιες αμφιβολίες μου.
Ο Νοτιοαφρικανός Γουίλιαμ Κέντριτζ _ στον οποίο οφείλεται η σύλληψη και τα κείμενα με συνεργάτη τον Πίτερ Γκάλισον στη δραματουργία _ επί σκηνής, ως αφηγητής / παραμυθάς, ξεκίνησε αφηγούμενος το μύθο του βασιλιά του Άργους Ακρίσιου _ που, ό,τι και να έκανε για να αποφύγει αυτό που του προφήτευσε ένας χρησμός της Πυθίας (πως θα τον σκοτώσει ο γιος της κόρης του) δεν τα κατάφερε και, τελικά, βρήκε το θάνατο, όπως η μοίρα είχε γράψει, από το δίσκο που ο εγγονός του ο Περσέας έρριξε σε κάποιους αγώνες και που τυχαία τον χτύπησε _ για να φτάσει στον Αϊνστάιν, στις μαύρες τρύπες και στην έννοια του χωροχρόνου χωρίς να ξεχάσει την καταπίεση που άσκησε στην αφρικανική ήπειρο η Ευρώπη μέσω της αποικιοκρατίας. Άξονάς του, το θέμα του χρόνου.
Πώς τα δένει όλα αυτά ο Νοτιοαφρικανός, αναγεννησιακής υφής καλλιτέχνης; Με τρόπο εκπληκτικό. Η αφήγησή του σπάζει σε μικρά κομμάτια που, έτσι, ποτέ δεν γίνονται βαρετά και ανάμεσα τρυπώνουν η, ζωντανά εκτελούμενη, από τους επί σκηνής μουσικούς υπό τον Άνταμ Χάουαρντ, πολύ ενδιαφέρουσα μουσική του Φίλιπ Μίλερ, η μικρόσωμη, νευρώδης, εκρηκτική _ και μοναδικής τεχνικής _ εντυπωσιακή χορεύτρια Ντάντα Μαζίλο _ ένα ξωτικό _ που χορεύει σε χορογραφίες της, τα απολαυστικά βίντεο της Κάθριν Μέιμπουργκ που παραπέμπουν στον βωβό κινηματογράφο ή δείχνουν τον Κέντριτζ σε δράσεις στο εργαστήριό του, οι εξαιρετικές, ιδιαίτερες, εκκεντρικές φωνές τριών τραγουδιστριών… Όλα αυτά, ντυμένα με τα σκηνικά της Σαμπίνε Τένισν, τα κοστούμια της Γκρέτα Γκόιρι, τους φωτισμούς του Ουρς Σόνεμπάουμ, τις σκιές, περικυκλωμένα από τις θαυμαστά αλλόκοτες μηχανές, στοιχεία που μοιάζουν άσχετα το ένα με το άλλο, δένουν μαγικά, με επιμέλεια κίνησης του Λουκ ντε Βιτ, σε ένα γοητευτικό ντανταϊστικό θέαμα – ακρόαμα, σε μία φιλοσοφικοπολιτική multimedia περφόρμανς γεμάτη τρέλα, που οι παράφορες εξάρσεις της ισορροπούν τέλεια και με χιούμορ με τη γαλήνια αφήγηση του συμμετέχοντος και στις δράσεις Κέντριτζ.

Ο Γουίλιαμ Κέντριτζ, που πολλά χρωστάει στο ντανταϊστικό κίνημα των αρχών του 20ου αιώνα, στο φουτουρισμό και στους ρώσους κονστρουκτιβιστές, έχει χωνέψει απόλυτα τις επιδράσεις, τις έχει ουσιαστικά απορροφήσει και δημιουργεί, μέσα από την αναγεννησιακή του καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία, ένα άναρχο αλλά _ ω, της δημιουργικής αντίφασης! _ τέλεια κουρδισμένο, εικαστικά συναρπαστικό σύμπαν, όπου τα πάντα βρίσκουν  τη θέση τους, μια ολική περφόρμανς που σε κατακτά απόλυτα.
Το συμπέρασμα. Θα άξιζε τον κόπο, αυτή την μοναδική περφόρμανς, να την ξαναδούμε στην Ελλάδα. Και μπράβο στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών που μας την έφερε!  

Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών /Ίδρυμα Ωνάση από το Θίασο του Ακράμ Καν, 25 Νοεμβρίου 2012.

Δεκατρία στα δεκατέσσερα



Η στήλη «Το Τέταρτο Κουδούνι» έκλεισε χτες τα δεκατρία της χρόνια. Πρωτοεμφανίστηκε στα «Νέα», στη βάση μιας σελίδας, στις 25 Νοεμβρίου του 1999 _ της Αγίας Αικατερίνης ανήμερα που θα ’λεγε κι η μανούλα μου _ , ημέρα Πέμπτη και η Πέμπτη καθιερώθηκε να ’ναι η μέρα της, εκτός κάποιων εξαιρέσεων για «τεχνικούς λόγους» _ αργίες, απεργίες κλπ _, οπότε και δημοσιευόταν Τετάρτη ή Παρασκευή. Απλώθηκε σιγά - σιγά, έφτασε τη μια σελίδα, απέκτησε την υποστήλη «Προ 50ετίας»… Μέχρι τις 25 του περασμένου  Οκτωβρίου, όταν οι «από πάνω» αποφάσισαν να σταματήσει. Λόγω «οικονομικών περικοπών». Και σταμάτησε. Η έντυπη μορφή της.
Αλλά, χωρίς καμιά διακοπή, απ’ την Πέμπτη 1 Νοεμβρίου έκανε μια καινούργια αρχή: ηλεκτρονική _μ στο διαδίκτυο. Στην ομώνυμη ιστοσελίδα totetartokoudouni.blogspot.com η οποία είχε ξεκινήσει την ανεξάρτητη πορεία της ένα χρόνο νωρίτερα και στην οποία ήδη αναδημοσιευόταν η έντυπη μορφή. Μια καινούργια αρχή, προασπίζοντας, πάντως, τις παλαιότερες αρχές της. Και με μεγαλύτερη ελευθερία πια. Ελπίζω να ’μαστε καλά και μαζί αρκετά ακόμα χρόνια. Πάντα κάθε Πέμπτη.
Μαμά, γερνάω σε πλατείες θεάτρων...

Η γοργόνα που έγινε αφρός



Το έργο. Μια μικρή γοργόνα που ζει στο βυθό του ωκεανού αλλά φλέγεται να γνωρίσει τον κόσμο των ανθρώπων, όταν κλείνει τα δεκαπέντε, ηλικία στην οποία παύει αυτό να της είναι απαγορευμένο, αναδύεται. Το πρώτο που θα δει είναι ένα πλοίο όπου γίνεται γιορτή και από ένα φινιστρίνι του έναν όμορφο πρίγκιπα. Που τον ερωτεύεται κεραυνοβόλα. Και τον σώζει από τον πνιγμό όταν σηκώνεται καταιγίδα και το καράβι του ναυαγεί.
Όταν γυρίσει στο βυθό ο πόθος της είναι να γυρίσει πίσω και να τον ξαναβρεί. Πρέπει όμως να εξανθρωπιστεί. Θα καταφύγει στη μάγισα της θάλασσας για να της δώσει πόδια στη θέση της ουράς της. Χρειάζονται όμως ανταλλάγματα. Θα τα πληρώσει. Με τη γλώσσα που η μάγισα της κόβει _ χάνοντας, επομένως, τη φωνή της _ και με πόνους αφόρητους που θα νοιώθει όταν περπατάει.
Έτσι γυρίζει στην επιφάνεια της θάλασσας και, εξανθρωπισμένη πια, στον πρίγκιπά της που μαγεύεται από την ομορφιά της και την κρατάει κοντά του. Αλλά όταν εκείνος θα συναντήσει μια πριγκίπισα, για την οποία, από παρεξήγηση, πιστεύει πως εκείνη ήταν που τον έσωσε από το ναυάγιο, θα την παντρευτεί. Η καρδιά της μικρής γοργόνας γίνεται χίλια κομμάτια. Δεν έχει τίποτα άλλο πια να κάνει από το να γυρίσει πίσω στη θάλασσα. Αλλά δεν μπορεί να πραγματοποιήσει την επιθυμία της παρά μόνο αν καρφώσει στην καρδιά του πρίγκιπα ένα μαγικό μαχαίρι που της φέρνουν οι αδελφές της. Δεν θα το κάνει. Θα προτιμήσει να πετάξει το μαχαίρι μακριά και να πέσει στη θάλασσα. Για να γίνει αφρός.
Το γοητευτικό, πολυεπίπεδο, υπέροχο παραμύθι (1837) του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν «Η μικρή γοργόνα» δεν είναι ροζ όπως η μεταφορά του σε κινούμενα σχέδια από την Ντίσνεϊ. Είναι λυρικό και πικρό και σκληρό. Χωρίς χάπι εντ. Και μιλάει για τη διαφορετικότητα _ καίριο θέμα στην εποχή μας. Ο εξαίρετος Άγγλος Μάικ Κένι στο ομώνυμο θεατρικό του για παιδιά το έχει κρατήσει σχεδόν αυτούσιο, χειριζόμενος τα μαύρα στοιχεία του με εξαιρετικά λεπτό τρόπο, διατηρώντας την αφηγηματική του μορφή και αναθέτοντας σε δύο ηθοποιούς που θα παίξουν όλους τους ρόλους να το κουλαντρίσουν.
Η παράσταση. Εναπόκειται στη δεξιοτεχνία του σκηνοθέτη και των ηθοποιών να το ζωντανέψουν. Ο Θωμάς Μοσχόπουλος, ακουμπώντας στην απόλυτα δημιουργική μετάφραση της ξεσκολισμένης στο είδος Ξένιας Καλογεροπούλου, φαίνεται πως αγάπησε ιδιαίτερα το έργο αυτό που ετοίμασε για την «Μικρή Πόρτα» της. Βοηθημένος από τα λιτά _ τα απολύτως απαραίτητα _ αλλά άκρως λειτουργικά, πανέμορφα σκηνικά, τα οποία θυμιζουν παλιές γκραβούρες που εικονογραφούσαν τα βιβλία για παιδιά, και τα έξυπνα κοστούμια της Ευαγγελίας Θεριανού, την κίνηση που δίδαξε ο Χρήστος Παπαδόπουλος και τους φωτισμούς του Λευτέρη Παυλόπουλου και έχοντας επιλέξει καίριες μουσικές οργάνωσε μια λιτή, άμεση παράσταση. Η οποία, επιπλέον, ζητώντας τη συμμετοχή των παιδιών, πράγμα που δεν συνήθιζε η «Μικρή Πόρτα», με πολύ έξυπνο και καθόλου δασκαλίστικο τρόπο τα μυεί παράλληλα, με τον πρόλογό της, στα μυστικά του θεάτρου ενεργοποιώντα ςτη φαντασία τους. Μια παράσταση με το χιούμορ να περισσεύει, με αποχρώσεις, με γέλιο και με συγκίνηση _ ομολογώ πως στο τέλος συγκινήθηκα μέχρι δακρύων… _, μια παράσταση συναρπαστική.
Οι ερμηνείες. Ο  Θωμάς Μοσχόπουλος είχε την τύχη να έχει δύο καλούς ηθοποιούς στη διάθεσή του και οι δύο ηθοποιοί ένα σκηνοθέτη που να ξέρει να τους εμπνεύσει και να τους οδηγήσει. Ο Γιώργος Χρυσοστόμου, με περίσσιο χιούμορ που γνώριζα ότι διαθέτει και με καταπληκτική αμεσότητα και αυτοσχεδιαστικές ικανότητες που τώρα τις γνώρισα αλλά και με απολύτως τιθασσευμένη την τάση του για υπερβολές γίνεται ο στυλοβάτης της παράστασης _ αυτό ακριβώς που της χρειαζόταν. Με την Μαρία Σκουλά _  φιγούρα απόλυτα ταιριαστή για το ρόλο, με μια γλυκύτητα και με μια αθωότητα αφοπλιστικά πειστική αλλά και με χιούμορ και κίνηση θαυμάσια _ συναγωνίζονται για τις εντυπώσεις που είναι εξαιρετικές και για τους δύο _ τους θεωρώ συνδημιουργούς του εξαίρετου αποτελέσματος.
Το συμπέρασμα. Η παράσταση αυτή _ έργο για δύο πρόσωπα, σκηνική λιτότητα, λύσεις ανάγκης… _ είναι σαφές πως έγινε από λόγους οικονομικού στενέματος. Το αποτέλεσμα, αντιστρόφως ανάλογο. Μια παράσταση φτερωμένη! Ίσως η ανάγκη να κεντρίζει τη δημιουργικότητα. Πάρτε τα παιδάκια σας μικρά και μεγάλα _ η Ζωίτσα, τεσσάρων χρόνων και η Σοφούλα, τριών ικανοποιήθηκαν απολύτως _ και πηγαίνετε _ αφού τους εξηγήσετε, βέβαια, πως δεν πρόκειται για το dvd που ξέρουν ζωντανεμένο στη σκηνή αλλά για κάτι διαφορετικό _ να δείτε την παράσταση αυτή. Τους την οφείλετε. Αφήστε που πιστεύω πως μπορεί να την ευχαριστηθείτε εξίσου με τα παιδιά και να σας συγκινήσει ίσως και περισσότερο απ’ όσο εκείνα…

θέατρο «Πόρτα», 25 Νοεμβρίου 2012.

November 25, 2012

Η «Τραβιάτα» με τα… ξέκωλα



Tο έργο. Η Βιολέτα Βαλερί, εταίρα διάσημη στο Παρίσι των αρχών του 18ου αιώνα _ λιμπρετίστας και συνθέτης υποχρεώθηκαν από τη λογοκρισία να μεταθέσουν 150 χρόνια πίσω την εποχή του έργου που ήταν η σύγχρονή τους _ χτυπημένη από τη φθίση, συναντιέται, σε μια συγκέντρωση διασκέδασης που έχει οργανώσει, με τον μεγαλοαστικής οικογένειας Αλφρέντο Ζερμόν ο οποίος της εκφράζει τον φλογερό του έρωτα. Θα φύγουν στην εξοχή, να ζήσουν τον έρωτά τους. Αλλά ο πατέρας Ζερμόν θα επέμβει και θα ζητήσει από την Βιολέτα να εγκαταλείψει τον γιο του, προφασιζόμενη πως δεν τον αγαπάει πια, για να σωθεί η υπόληψη της οικογένειάς του, καθώς ο μνηστήρας της κόρης του αρνείται να την παντρευτεί αν ο αδελφός της συνεχίσει την «ανάρμοστη» αυτή σχέση. Η Βιολέτα θυσιάζεται: εγκαταλείπει τον αγαπημένο της. Όταν ο Αλφρέντο, που δεν ξέρει την αλήθεια, τη συναντήσει στη συγκέντρωση μιας φίλης της συνοδευόμενη από τον παλιό της εραστή, θα τη διαπομπεύσει. Ο πατέρας του, όμως, μόλις μάθει πως εκείνη βρίσκεται στα πρόθυρα του θανάτου, μετανοιωμένος, θα του ομολογήσει την αλήθεια. Κι εκείνος θα τρέξει κοντά της. Είναι αργά. Η Βιολέτα θα πεθάνει στα χέρια του. Αλλά ευτυχισμένη.
Ο Τζουζέπε Βέρντι, στο απόγειο της καριέρας του, θα συνθέσει (1853) την «Τραβιάτα» («Η παραστρατημένη»), μεταφέροντας, σε σφιχτοδεμένο λιμπρέτο του Φραντσέσκο Μαρία Πιάβε, το μελόδραμα του Αλεξάνδρου Δουμά υιού «Η κυρία με τας καμελίας», μεταποίηση για τη σκηνή του αυτοβιογραφικού του ομώνυμου μυθιστορήματος. Έμελλε να γίνει μια από τις πιο κοσμαγάπητες όπερες. Και το λιμπρέτο μπορεί σήμερα να ηχεί ξεπερασμένο και αστείο αλλά το αρτεσιανό φρέαρ της βερντιάνικης έμπνευσης _ ένας συναρπαστικός χείμαρος μελωδιών που κατακλύζουν τη σκηνή και μια μοναδική θεατρική αίσθηση _ δικαιολογεί απόλυτα τη θέση του έργου, όσο κι αν έχει φθαρεί από την πολυχρησία. Αφού ξεπέρασα την αίσθηση του τετριμμένου που είχα νεότερος ακούγοντάς το, κάθε φορά που τυχαίνει να διασταυρωθούμε πάλι, όλο και κάτι αξιοθαύμαστο ανακαλύπτω στις σελίδες του.
Η παράσταση. Ο σκηνοθέτης Αλεξάντρ Τίτελ, καλλιτεχνικός διευθυντής του Ακαδημαικού Μουσικού θεάτρου «Στανισλάφσκι και Νεμιρόβιτς – Ντάντσενγκο» της Μόσχας που μας παρουσίασε εδώ την «Τραβιάτα» θέλησε να δει (2006) με καινούργια, σύγχρονη ματιά το μέχρι κορεσμού πολυπαιγμένο έργο. Το έφερε σε ένα αόριστο, διαχρονικό σήμερα και έδωσε στα δρώμενα μια κινητικότητα στην προσπαθειά του να αποφύγει τη συνήθη οπερατική στατικότητα.
Η παράστασή του και η απεγνωσμένη από την αρχή Βιολέτα του κινούνται ανάμεσα σε βιτρίνες καταστήματος όπου μόλις έχουν λήξει οι εκπτώσεις για να καταλήξουν, αφού περάσουν από μια γκαλερί και ένα ένα χυδαίο καμπαρέ, και πάλι σε ένα κατάστημα με εκπτώσεις πια, όπου η ζωή και ο θάνατος των ηρώων είναι απόλυτα εκτεθειμένα _ όλα σε εκπτώσεις… _ στα μάτια μιας κοινωνίας που ζει μόνο για να κρυφοκοιτάζει τη ζωή των άλλων.
Ο σκηνοθέτης είχε μια άποψη _ όχι απόλυτα ξεκάθαρη, είναι η αλήθεια _ αλλά υπερφόρτωσε την παράστασή του και προσπαθώντας να γίνει  (μετα)μοντέρνος αγγίζει το ευτελές και το κακόγουστο. Κι αν τα σκηνικά του Βλαντίμιρ Αρέφιεβ, «βαριά» βέβαια φωτισμένα, έχουν ενδιαφέρον και ευελιξία, τα _ ανυπόγραφα, όπως και οι φωτισμοί _ κοστούμια είναι που δίνουν τον τόνο. Το λευκό μπουρνούζι του Αλφρέντο στην πρώτη σκηνή της δεύτερης πράξης συνδυασμένο με καφέ σουέτ παπούτσια, λευκά σοσόνια και γυμνή γάμπα, για παράδειγμα, βγάζει μάτι. Και θα ήταν το αποκορύφωμα, αν δεν ερχόταν η δεύτερη σκηνή της ίδιας πράξης όπου η χορωδία _ οι καλεσμένοι στη συγκέντρωση της Φλόρας _ εμφανίζεται ντυμένη σύσσωμη με άνιμαλ πριντ _ σακάκια δυο νούμερα μεγαλύτερα οι άνδρες, φορέματα συνδυασμένα με μαύρη δικτυωτή κάλτσα, κατακόκκινα γοβάκια και σκουλαρίκια και με εξτραβαγκάντ κομμώσεις οι γυναίκες.
Στη σκηνή αυτή είναι που ο σκηνοθέτης εκτροχιάζεται πλήρως στην επιδειξιομανία, εμφανίζοντας, μέσα σε μια ατμόσφαιρα πορνείου, τους μεταμφιεσμένους σε  τσιγγάνες και ταυρομάχους του έργου να κάνουν στριπ σόου_ μέχρι γυμνού στήθους οι γυναίκες και μέχρι μαύρου τάνγκα οι γραμμωμένοι και με στέκες στα χέρια άντρες _, την Βιολέτα προς Έιμι Γουάινχάουζ, την Φλόρα να ακκίζεται με σκιστή μέχρι ψηλά φούστα… Ναι, είναι ένα περιβάλλον διαφθοράς, αυτό στο οποίο διεξάγεται η σκηνή αυτή αλλά τόση κακογουστιά… Παραδόξως στην τρίτη πράξη ο Τίτελ ανακτά τον έλεγχο και δίνει έναν συγκινητικά ευρηματικό θάνατο της Βιολέτας στο δρόμο.
Η μουσική διεύθυνση του Φελίξ Κορόμποφ, επικεφαλής της Ορχήστρας του θεάτρου «Στανισλάφσκι και Νεμιρόβιτς – Ντάντσενγκο», επαρκής, με κάποια προβλήματα συμπόρευσης με τους τραγουδιστές, είχε το κάπως βαρύ ρώσικο ύφος, το μακράν του αυθεντικού ιταλικού που ζητάει το έργο _ ικανοποιητική και η χορωδία διδαγμένη από τον Στανισλάφ Λίκοφ. Όσο για το θέατρο «Βadminton», με τη βαθιά του τάφρο για την ορχήστρα, από ακουστική άποψη δεν νομίζω πως είναι κατάλληλο για όπερα.
Οι ερμηνείες. Σε φωνητικά ικανοποιητικά και υποκριτικά διεκπεραιωτικά επίπεδα κινήθηκαν ο βαρύτονος Αντρέι Μπατούρκιν – Ζερμόν και ο τενόρος Ναζχμιντίν Μαβλιάνοφ – Αλφρέντο, ο οποίος όμως στην τρίτη πράξη άφησε υποσχέσεις πως, πιθανόν, η φωνή του έχει δυνατότητες εξαιρετικές. Από την υπόλοιπη διανομή ξεχώρισα την Ανίνα της Βαλέρια Ζάιτσεβα. Η Χίμπλα Γκέρζμαβα δεν ήταν ούτε εμφανισιακά ούτε υποκριτικά τέλεια Βιολέτα. Αλλά η φωνή της, ένα σκουρόχρωμο, ανατολικό, υπέροχο μέταλλο μιας αισθαντικής δραματικής σοπράνο, την κατατάσσει, παρά τις κάποιες ταλαντώσεις και αστάθειες που είχε μερικές στιγμές, σε συνδυασμό με μια μοναδική μουσικότητα και με μια άψογη τεχνική _ εξαίσια τα σβησίματά της _, στις φωνές που προσωπικά θα θυμάμαι.
Το συμπέρασμα. Μια σπουδαία φωνή σε μια παράσταση η οποία επιδιώκει να εντυπωσιάσει και το καταφέρνει σε μια Ρωσία που προσπαθεί να αφορήσει το πολιτιστικά βαρύ σοβιετικό παρελθόν της _ και στην όπερα _ κάνοντας, ανάμεσα σε καινούργιες Μεγάλες στιγμές όπως ο «Ευγένιος Ονιέγκιν» του Ντμίτρι Τσερνιάκοφ που είδαμε από την Όπερα «Μπαλσόι» στο Μέγαρο Μουσικής και στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών το καλοκαίρι του 2011, πολλά λάθη όπως η συγκεκριμένη «Τραβιάτα».

θέατρο «Badminton», 23 Νοεμβρίου 2012.

November 23, 2012

Τεμιρκάνοφ εκτοξεύει Σοστακόβιτς



Σπουδαίος αρχιμουσικός! Καλλιτέχνης! Ο Γιούρι ΧατούεβιτςΤεμιρκάνοφ, ο Ρώσος με τις κιρκασιανές ρίζες. Χωρίς έπαρση. Χωρίς τάσεις από σκηνής επιδειξιομανίας _ μεγάλες, «χορογραφημένες»» κινήσεις, πηδήματα πάνω στο πόντιουμ, «πάθος», «αμείλικτη αυστηρότητα», «τρέμετε μπροστά μου» κλπ. κλπ. Δεν είναι από τη στόφα του «σταρ» ο Τεμιρκάνοφ. Είναι βαθύς, ουσιαστικός και αποτελεσματικός. Καίρια αποτελεσματικός. Σε καθηλώνει, σε συγκλονίζει, σε κερδίζει αλλά εκ των έσω.
Τον παρακολουθώ από το 1978, όταν πρωτόρθε στο Ηρώδειο, στο Φεστιβάλ Αθηνών, με την Όπερα (τότε) «Κίροφ» _ της οποίας ήταν απ’ το ’76 ο μουσικός διευθυντής _ και τη Συμφωνική Ορχήστρα της. Ξανάρθε, στο Ηρώδειο και πάλι, για το Φεστιβάλ και πάλι, το 1990, με την Φιλαρμονική Ορχήστρα, πια, του (τότε) Λένινγκραντ, από την οποία είχε ξεκινήσει και της οποίας είχε γίνει το 1988 βασικός αρχιμουσικός, διαδεχόμενος τον Γιεβγκένι Μραβίνσκι, ενώ το 2001 έγινε ο καλλιτεχνικός διευθυντής της ορχήστρας η οποία, μετά από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, πήρε και πάλι το όνομα της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Αγίας Πετρούπολης.
Με την ορχήστρα αυτή θα επανέλθει στο Ηρώδειο το 1994. Τότε, στις δύο συναυλίες που έδωσε, ήταν που κεραυνοβολήθηκα: ένας μαέστρος από τη ράτσα των Μεγάλων. Που εκτιμάται, έχει σπουδαία διεθνή Καριέρα αλλά δεν έχει καταταχτεί, αδίκως κατά τη γνώμη μου, σ’ αυτούς.
Ο Τεμιρκάνοφ έκτοτε έχει διευθύνει αρκετές φορές στην Ελλάδα _ στο Μέγαρο Μουσικής αλλά και στο Ηρώδειο.
Αυτή τη φορά με την Φιλαρμονική του εμφανίζεται και πάλι στο Μέγαρο. Άκουσα την πρώτη από τις τρεις συναυλίες της ορχήστρας. Το πρόγραμμα συντηρητικό _ συνήθως ο Τερμιρκάνοφ δεν ξανοίγεται στα νέα μουσικά ιδιώματα, τουλάχιστον αυτό προκύπτει από τις επιλογές του στις συναυλίες του στην Ελλάδα: Δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα (1881) του Γιοχάνες Μπραμς και Δέκατη Συμφωνία (1953) του Ντμίτρι Σοστακόβιτς.
Στο Κοντσέρτο είχαμε μια ισορροπημένη ερμηνεία με τον βραζιλιάνο σολίστα Νέλσον Φρέιρε να παίζει με κύρος και γνώση τον Μπραμς αλλά χωρίς, κατά τη γνώμη μου, να απογειώνει το έργο. Η ορχήστρα υπό τον Τεμιρκάνοφ τον περιέβαλε με σεβασμό και στοργή _ στο τέλος ο Φρέιρε έδωσε ως ανκόρ μία μεταγραφή του Τζοβάνι Σγκαμπάτι ενός αποσπάσματος από την όπερα «Ορφέας και Ευρυδίκη» του Γκλουκ.
Στο δεύτερο μέρος ο Τεμιρκάνοφ έδωσε μέτρο των ικανοτήτων του και η Φιλαρμονική Ορχήστρα της Αγίας Πετρούπολης μέτρο των δυνατοτήτων της: ένα σπουδαίο όργανο, με λαμπρό, σκουρόχρωμο, βελούδινο ρώσικο ήχο, με εσωτερικότητα, με πνευστά αξιοθαύμαστα. Και ο Τεμιρκάνοφ την οδήγησε με μια σπάνια γαλήνη και αυτοσυγκράτηση που γινόταν ανήμερο πάθος όταν χρειαζόταν χωρίς όμως ποτέ να χάνει τον έλεγχο και το μέτρο, με μοναδική ακρίβεια, να ερμηνεύσει συναρπαστικά, με εκπληκτικά σβησίματα, με καθηλωτικά κρατήματα ένα έξοχο έργο του τελευταίου μεγάλου συμφωνιστή. Μία ακόμη συναρπαστική βραδιά από τον Τερμιρκάνοφ και την ορχήστρα του, που έκλεισε με την αισθαντικότατη ερμηνεία, ως ανκόρ, μιας από τις «Παραλλαγές Αίνιγμα» του Έντουαρντ Έλγκαρ. Προλαβαίνετε να τους ακούσετε απόψε υπό τον Τεμιρκάνοφ σε έργα Προκόφιεφ, Σούμαν και Ντβόρζακ, με σολίστ στο Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Σούμαν την Ελισό Βιρσαλάτζε και αύριο υπό τον Νικολάι Αλεξέεφ σε έργα Μπραμς και Τσαϊκόφσκι, με σολίστ στο Πρώτο Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Μπραμς τον Γιώργο – Εμμανουήλ Λαζαρίδη.

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 22 Νοεμβρίου 2012.  

November 22, 2012

Ο αλλοδαπός και οι ημεδαποί


 
Το Τέταρτο Κουδούνι / 22 Νοεμβρίου 2012 


Μωρέ, πώς τα καταφέρνω έτσι; Και βρίσκομαι πάντα στις μειοψηφίες; Να, τώρα πάλι, πώς τα κατάφερα και μου άρεσε η «Οδύσσεια» του Μπομπ Γουίλσον; Και, επιπλέον, τη βρήκα και αριστούργημα. Όταν συνέχεια διαβάζω κριτικές και απόψεις και γνώμες που την καταδικάζουν απροκάλυπτα _ στα Τάρταρα δηλαδή! Αναρωτιέμαι το γιατί. Γιατί εμένα μου άρεσε; Είμαι βλαξ; Είμαι ημιμαθής; Και γιατί στους άλλους δεν άρεσε;
Απλώς σκέφτομαι μήπως ο Μπομπ Γουίλσον έχει τη μοίρα των ξένων σκηνοθετών που, αφού γίνουν ενθουσιωδώς δεκτοί όταν φέρουν εδώ δουλειές τους, όταν έρχονται στην Ελλάδα να σκηνοθετήσουν ελληνικούς θιάσους, μαύρο φίδι και κολοβό που τους έφαγε… Ειδικά όταν αναλάβουν έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, που τα θεωρούμε Κληρονομία μας. Αδιαπραγμάτευτη _ ούτε με διαθήκη να μας τα ’χανε αφήσει οι αρχαίοι... Στούρουα να θυμηθώ; Λάνγκχοφ να θυμηθώ; Βασίλιεφ να θυμηθώ; Γκότσεφ να θυμηθώ; Στάιν να θυμηθώ;
Μου ’γραψε, όμως, στο facebook μια κυρία
που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία της, εν facebook φίλη _ ναι, γράφονται στο fb, εκτός απ’ τη σάχλα και την ανευθυνότητα και την εμπάθεια που ξεχειλίζουν, και σοβαρές απόψεις σοβαρών ανθρώπων, το θέμα είναι ΠΩΣ το χρησιμοποιεί κανείς το fb… _ και σα να με φώτισε λίγο: 

«Οι κριτικοί με τους αλλοδαπούς σκηνοθέτες που συνεργάζονται με έλληνες ηθοποιούς ‘απελευθερώνονται’ και γράφουν ό,τι αρνητικό δεν τολμάνε να γράψουν για έλληνες σκηνοθέτες, φίλους και γνωστούς... Το παράδοξο είναι ότι, αν τις παραστάσεις τις έβλεπαν με ξένους θιάσους, η κρίση τους θα ήταν πιο επιεικής (ή μήπως αποθεωτική;) […] Αν κάποιος Έλλην κοπιάροντας τον Ουίλσον ανέβαζε ένα τέτοιο σύνθετο θέαμα σαν την ‘Οδύσσεια’ , υποθέτω ότι θα αναπέμπονταν ύμνοι... Αλλά δεν θα ήταν Αμερικανός, δεν θα είχε μανιέρα και δεν θα υπήρχε πρόβλημα που δεν έλαβε υπόψη του την κρίση, όπως διάβασα σε διάφορες αρνητικές κριτικές. Αν Έλληνας σκηνοθετούσε σαν Ουίλσον δεν θα ήταν πρόβλημα, το να σκηνοθετεί ο Ουίλσον σαν Ουίλσον είναι πρόβλημα...». 
Δε φαντάζεστε πόσο τις συμμερίζομαι τις απόψεις αυτές _ ειδικά την τελευταία φράση «Αν Έλληνας σκηνοθετούσε σαν Ουίλσον δεν θα ήταν πρόβλημα, το να σκηνοθετεί ο Ουίλσον σαν Ουίλσον είναι πρόβλημα...» τη βρίσκω μεγαλοφυή. 
Δεν είναι , όμως, φυσικό, κυρία μου; Αν ο σκηνοθέτης είναι Έλληνας και είναι φίλος ή συγγενής ή γνωστός ή ήμασταν συμμαθητές ή μαζί στο στρατό ή μας τροφοδοτεί με ειδήσεις ή πάμε μαζί στο ταβερνάκι ή ανεβάζει έργο μας ή μετάφρασή μας ή έχουμε συνεργαστεί ή βολεύει κάποιον δικό μας ή μας εξυπηρετεί ή ήρθε μάρτυρας υπεράσπισης σε δίκη μας ή διδάσκουμε στη δραματική σχολή του ή… ή…, ε, πώς να τον απορρίψεις; Τι θα του πεις την επόμενη μέρα στο τηλέφωνο; Με τι μούτρα θα τον ξανασυναντήσεις; Το καταλαβαίνω. Ειλικρινά. Και δε βγάζω τον εαυτό μου απέξω.
Ενώ τον ξένο πού τον ξέρεις, πού σε ξέρει… Θα ξανασυναντηθείτε; Θα συνεργαστείτε στο μέλλον; Όχι, βέβαια. Οπότε… Μπορεί και ποτέ να μη μάθει τι του ’γραψες. Κι αν μάθει _ επιτρέψτε μου _ χέστηκε. Και χέστηκες…








Ο δικός μας πια Λιθουανός Τσέζαρις Γκραουζίνις, μετά τον «Οιδίποδα τύραννο» - σταθμό που ’κανε το καλοκαίρι με Αιμίλιο Χειλάκη και Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, επανέρχεται στο αρχαίο δράμα. Αλλά με Αριστοφάνη αυτή τη φορά: ανεβάζει στις 15 Δεκεμβρίου «Πλούτο» _ εντελώς επίκαιρη η συγκεκριμένη κωμωδία… _ στον «Απόλλωνα», το Δημοτικό Θέατρο της Πάτρας. Για λογαριασμό του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας _ ναι, υπάρχουν και κάποια ΔΗΠΕΘΕ που δεν έχουν ΔΗΠΕθάνει ακόμα και το παλεύουν… _, σε μετάφραση Κ.Χ. Μύρη και σε διασκευή δικιά του αναλαμβάνοντας και τους φωτισμούς. Με συνεργάτες τους ίδιους με τον «Οιδίποδα»: τον Κένι ΜακΛέλαν για τα σκηνικά και τα κοστούμια και τον Δημήτρη Θεοχάρη για τη μουσική. Και με μια ομάδα νέων βασικά ηθοποιών _ Πάνος Αθανασόπουλος, Τάσος Αντωνίου, Δημήτρης Κουρούμπαλης, Μάρω Παπαδοπούλου, Γιώργος Παπανδρέου (όχι…, δεν…, ο άλλος παίζει στο εξωτερικό), Αποστόλης Πελεκάνος, Απόστολος Ψαρρός _ οι οποίοι εκτός απ’ τους ρόλους που θα επωμιστούν, θα τραγουδούν και θα παίζουν διάφορα όργανα επί σκηνής συνεισφέροντας στη μουσική της παράστασης. Βοηθός σκηνοθέτη, η Μαρία Βίλλογλου.
Το πιο πρόσφατο ελληνικό ανέβασμα του «Πλούτου» έγινε στο τέλος της σεζόν 2010 – 2011 στο «Βαφείο» απ’ τη θεατρική ομάδα «Πείραγμα» σε σκηνοθεσία Αγγελικής Κασόλα, παράσταση που επαναλήφθηκε την περσινή χειμερινή περίοδο στο «Γυάλινο Μουσικό Θέατρο» αλλά και το προηγούμενο καλοκαίρι σε περιοδεία. Να επισημάνω επίσης πως η αριστοφανική κωμωδία παρουσιάζεται φέτος και σε εκδοχή για παιδιά, που την υπογράφουν _ διασκευή και σκηνοθεσία _ η Κατερίνα Παπαδάκη κι ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος _, απ’ την Παιδική Σκηνή του θεάτρου «Αθηνά». 






Άρωμα καμπαρέ μεσοπολεμικού με «παρεμβάσεις» κομπέρ θα δώσει στην παράσταση που ετοιμάζει στο «Αγγέλων Βήμα», για το τέλος Ιανουαρίου, η Άσπα Τομπούλη με το άπαιχτο και άγνωστο στην Ελλάδα έργο του Γιουκίο Μίσιμα «Ο φίλος μου ο Χίτλερ» _ πολύ τολμηρή έως προκλητική επιλογή _ και με Γιάννη Ροζάκη, Νίκο Νίκα, Κώστα Καζανά και Βασίλη Ρίσβα στη διανομή . Κομπέρ, η Μαρλένε Καμίνσκι η οποία θα «παρεμβαίνει» με τρία τραγούδια της εποχής _ Μεσοπόλεμος _, που διασκευάζει ειδικά για την παράσταση κι ενορχηστρώνει ο Νίκος Λαβράνος, και με κάποια κείμενα που τα ’γραψε η ίδια η Άσπα Τομπούλη η οποία επέλεξε και τα τραγούδια.  





«Μίνι μιούζικαλ», λέει, παρουσιάζεται στο «Τσάι στη Σαχάρα». Του Άγγελου Ανδρεόπουλου σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Λιακόπουλου. Τίτλος του, «40 χρόνια πίπες!» (το θαυμαστικό εντός των εισαγωγικών, ανήκει στον τίτλο). Δεν εκπροσωπώ την Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς. Ούτε ανήκω _ κούφια η ώρα!_ στο fan club του Αγίου Πειραιώς και Φαλήρου, σεβασμιοτάτου κ.κ. Σεραφείμ που ενεργά ασχολείται με το θέμα και κατακεραυνώνει τη συγκεκριμένη σεξουαλική πρακτική. Ούτε έχω κάτι προσωπικό μ’ αυτή. Αλλά τον τίτλο τον βρίσκω κακόγουστο. Μα πολύ κακόγουστο.
Τα «40 χρόνια» μόνο δεν κατάλαβα που κολλάν; Έχουμε κάποια επέτειο και δεν το ξέρω; 





«Χάρτινα λουλούδια» του Χιλιανού Έγκον Βολφ τα Δευτερότριτα στο «Ιλίσια», σε σκηνοθεσία Κώστα Φιλίππογλου, με Κατερίνα Λέχου και Άρη Σερβετάλη _ πολύ καλή παράσταση, την είδα. «Χάρτινα λουλούδια» και στο «Αγγέλων Βήμα», ως «θεατρικό αναλόγιο σε ρυθμό παράστασης», για τέσσερις Πέμπτες, με Κωνσταντίνα Τάκαλου και Μάνο Καρατζογιάννη. Αυτό θα πει θεατρικός πληθωρισμός. 





Ναυάγησε, καθώς φαίνεται. Το ιδιαίτερα φιλόδοξο σχέδιο ν’ ανεβάσει η Ρούλα Πατεράκη στο «Από Μηχανής Θέατρο» του Άκι Βλουτή την άπαιχτη στην Ελλάδα τριλογία του Στρίντμπεργκ «Προς Δαμασκόν» που σας είχα γράψει στο «Τέταρτο Κουδούνι» στις 4 Φεβρουαρίου του 2010.
Το ρεπερτόριο του καλού Θεάτρου, που ανακοινώθηκε και ήδη τρέχει, δεν περιλαμβάνει την παράσταση αλλά ούτε, μεταξύ των συνεργατών, και τ’ όνομα της Ρούλας Πατεράκη που 'χε συνεργαστεί στενά μαζί του _ ως ηθοποιός και ως σκηνοθέτρια _ την τελευταία διετία. Ήδη απ’ την άνοιξη οι παραστάσεις του έργου του Ίψεν «Το ξύπνημα των νεκρών», του τελευταίου που η Ρούλα Πατεράκη ανέβασε εκεί, ήταν εξαιρετικά περιορισμένες, σταμάτησαν πριν την ώρα τους και καμιά συνέχεια δε φάνηκε ότι θα δοθεί. Προφανώς κάτι πήγε στραβά. Συμβαίνουν αυτά στο θέατρο… 





Το σημερινό «Τέταρτο Κουδούνι» είναι με συγκίνηση αφιερωμένο στη μνήμη Ρούσσου Βρανά και Χρόνη Μίσσιου και στο Ρηνιώ του.

November 21, 2012

Ρεπερτόριο βαρετό. Πολύ βαρετό.


Για άλλη μια φορά. (Πόσο καιρό τώρα…). Κάθε βδομάδα, Τρίτη με Κυριακή, τα θέατρα «Κυβέρνησις» και «Τύπος» παίζουν μπουλβάρ. Ροζ _ εντελώς ροζ: «Εκταμιεύεται επιτέλους η δόση», «Όλα έχουν τακτοποιηθεί», «Στις 9... (που ο μήνας έχει εννιά), στις 19…, στις 29… παίρνουμε τα λεφτά», «Δεν υπάρχουν εμπόδια», «Όλα τα προβλήματα έχουν λυθεί», «Είχα αποδοτικές επαφές στο εξωτερικό», «Τα ταξίδια φέρνουν καρπούς», «Μετά τη βόλτα και το φλερτ, η Μέρκελ έχει μεταστραφεί», «Η επιχείρηση γοητεία απέδωσε», «Έγιναν δηλώσεις στήριξης», «Το κλίμα έχει αλλάξει υπέρ μας», «Τα έχουμε σίγουρα»… Δευτέρα με Τρίτη, το γυρίζουνε στο θρίλερ _ στη δεύτερη Σκηνή, χωρίς μεγάλη παμπλίσιτι: «Δυσκολίες», «Μας γίνεται πόλεμος», «Αδιέξοδο», «Πήραμε τον πούλο»… Εσείς δεν έχετε βαρεθεί να βλέπετε όλο το ίδιο ρεπερτόριο; Εγώ, πολύ.  
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή...

November 20, 2012

«Οδύσσεια» του Ρόμπερτ Γουίλσον: Ένα σκηνικό έργο τέχνης







Το κείμενο. Είκοσι χρόνια απ’ τη ζωή του χάνει ο Οδυσσέας, ο βασιλιάς της Iθάκης _ ή, μήπως, τα κερδίζει; Δέκα στην Τροία, πολεμώντας, δέκα στις θάλασσες, παλεύοντας με τα κύματα και την οργή του Ποσειδώνα που τα ξεσηκώνει εναντίον του. Προσπαθώντας να γυρίσει στην Ιθάκη του. Πορεύεται κάνοντας λάθη ή πληρώνοντας λάθη άλλων, βλέποντας πλεούμενα και συντρόφους να χάνονται μέχρις ενός, αντιμετωπίζοντας Κύκλωπες και Λαιστρυγόνες, Κίκονες και Σειρήνες, Σκύλλα και Χάρυβδι, αντιμετωπίζοντας την μανία των ανέμων όταν το πλήρωμά του ανοίγει τον Ασκό του Αιόλου, μέχρι και στον Άδη κατεβαίνοντας. Αλλά και απολαμβάνοντας την ηδονή πλάι σε γυναίκες όπως η Καλυψώ και η Κίρκη ή «παίζοντας» με κορίτσια όπως η Ναυσικά.
Αυτές τις περιπέτειές του αφηγείται ό Όμηρος (;) στην «Οδύσσεια». Καθώς και την επιστροφή του, μεταμφιεσμένου σε ελεεινό γέροντα ζητιάνο, Οδυσσέα στο νησί του, όπου καρτερικά τον περιμένει η Πηνελόπη του αλλά και ο Τηλέμαχος _ ο γιος του _ και μερικοί πιστοί υπηρέτες: θα καθαρίσει το παλάτι του από την κόπρο των μνηστήρων που σαν παράσιτα έχουν γαντζωθεί γύρω από την Πηνελόπη και τρωγοπίνουν εις βάρος του επιδιώκοντας να τον διαδεχθούν στην καρδιά της και στο θρόνο του και, αφού αποκαλύψει την ταυτότητά του, θα ξανασμίξει μαζί της.
Για τη συγκεκριμένη παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, συμπαραγωγή με το «Πίκολο Τεάτρο» του Μιλάνου / Θεάτρου της Ευρώπης, χρησιμοποιήθηκε η θεατροποίηση του έπους, με δραματουργό τον Βόλφγκανγκ Βινς, από τον βρετανό ποιητή και θεατρικό συγγραφέα Σάιμον Άρμιτατζ ο οποίος έχει μεταφράσει στα αγγλικά την «Οδύσσεια» _ η μετάφραση εκδόθηκε το 2006 _ αφού προηγουμένως έκανε μια δραματοποίησή της που μεταδόθηκε (2004) από το Radio 4 του BBC. Δεν ξέρω αν έχει χρησιμοποιηθεί η ίδια, πάντως το κείμενο, πολύ προσεκτικά μεταφρασμένο από τον Γιώργο Δεπάστα ο οποίος έκανε και δραματολογική δουλειά, ακούγεται κάπως απλοϊκό και σαν να απευθύνεται σε εφήβους. Αλλά γιατί όχι; Ένα Εθνικό θέατρο δεν πρέπει να έχει και παιδευτικό χαρακτήρα; Δεν πρέπει να απευθύνεται και στο ευρύτερο κοινό; Ο Άρμιτατζ, πάντως, έχει επιλέξει με επιτυχία ένα μέρος βέβαια από τα επεισόδια της «Οδύσσειας» και έχει δημιουργήσει ένα σφιχτό, ανάλαφρο αλλά ποτέ ανόητο κείμενο.
Η παράσταση. Πάνω στο κείμενο αυτό ο Ρόμπερτ Γουίλσον εφάρμοσε τη μανιέρα του. Αλλά τι μανιέρα! Προσφεύγοντας στα κόμικ, στο ανατολίτικο θέατρο σκιών, στον βωβό κινηματογράφο…, με «πόζες», με εκφράσεις που παγώνουν και μετατρέπουν τα κατάλευκα βαμμένα πρόσωπα σε μάσκες, με κίνηση – γεωμετρία, σαν αντλημένη από τα μινωικά, χορογραφημένη _ το σύνολο αφήνει την αίσθηση μιας χορογραφίας αλλά, κάποιες στιγμές, και μουσικού θεάτρου μια και ορισμένα κομμάτια του τραγουδιούνται _, και με την αξεπέραστη αισθητική του (ο ίδιος έχει σχεδιάσει τα απέριττα σκηνικά και τους εκατοντάδες συναρπαστικούς φωτισμούς _ ένα μεθυστικό φωτιστικό όργιο) οργάνωσε μία κινηματογραφικής ροής παράσταση, με πλήθος σύντομων σκηνών, στις οποίες δίνει τη σύγχρονη νότα μια νεαρή πανκ που τις διατρέχει. Μία παράσταση, κατά τη γνώμη μου, συναρπαστική. Ψυχρή, όπως ήταν και όλες οι παραστάσεις του Ρόμπερτ Γουίλσον που έχω δει, αλλά οπτικά απολαυστική.
Πλάνα σπάνιας, γλυπτικής ομορφιάς στη διαμόρφωση των οποίων συντελούν τα εξαιρετικά σχεδιασμένα _ εκτός από το βρακί του Οδυσσέα, που θυμίζει πάμπερς… _ κοστούμια της Γιάσι Ταμπασόμι διαδέχονται το ένα το άλλο δημιουργώντας ένα, εικαστικό, τουλάχιστον, γεγονός. Όπου το κάθε τι επί σκηνής _ από τις καρέκλες μέχρι τα μπαστούνια, από το κεφάλι του Κύκλωπα μέχρι το χέρι του, από τα κρεβάτια και τα στρωσίδια τους μέχρι τα ψαρικά του γεύματος, από τα σπαθιά μέχρι το κάγκελο του εξώστη της Πηνελόπης, από τον κεραυνό του Διός μέχρι τον Ασκό του Αιόλου _ είναι ένα αντικείμενο υψηλής τέχνης.
Κύριο στοιχείο που διέπει την παράσταση, το χιούμορ. Ο αμερικανός σκηνοθέτης είδε την «Οδύσσεια» με μια λεπτά ειρωνική ματιά, με μια αμερικάνικη παιδικότητα, χωρίς όμως να την ευτελίσει. Αποφασιστικός ο ρόλος της, κάτω από την επίβλεψη του Χαλ Γουίλνερ, μουσικής _ ένα γεμάτο ζωντάνια, κεφάτο, παλλόμενο παζλ μουσικών υφών _ του Θοδωρή Οικονόμου που την εκτελεί ο ίδιος ζωντανά στο πιάνο εν είδει πιανίστα του βωβού στις μουσικές του οποίου παραπέμπει το διαρκές μουσικό χαλί της παράστασης.

Οι ερμηνείες. Ο Ρόμπερτ Γουίλσον ζητάει από τους ηθοποιούς του απόλυτη προσαρμογή στο προσωπικό του ύφος. Άρα, ισοπέδωση; Το περίεργο είναι πως εγώ τουλάχιστον, στη συγκεκριμένη παράσταση δεν εισέπραξα εξαφάνιση της  προσωπικότητάς τους αλλά, αντίθετα, ανάδειξη της _ κι ας μην έχουμε μεγάλες ερμηνείες. Ο συχνά αδύναμος υποκριτικά Σταύρος Ζαλμάς κάνει εδώ τον καλύτερή του, ίσως, εμφάνιση. Η υπέροχη, αγαλματώδους ομορφιάς και απόλυτα πρωταγωνιστικού κύρους Μαρία Ναυπλιώτου και στους τρεις ρόλους _ τρεις οι γυναίκες στη ζωή του Οδυσσέα, ένα το πρόσωπο τους _ στους οποίους μάλιστα διαφοροπείται και η εξίσου εντυπωσιακή Ζέτα Δούκα που πλάθει ρόλο σε ψηλές νότες _ ένα έκπαγλο γυναικείο ντουέτο επί σκηνής _, το μέγεθος και η αυτοκυριαρχία του Νικήτα Τσακίρογλου, ο Αλέξανδρος Μυλωνάς στον Εύμαιο _ στον Δία και στον Αντίνοο μου φάνηκαν χοντροκομμένα τα περιγράμματα των ρόλων και η κίνησή του _ , ο χαριτωμένος Κοσμάς Φοντούκης, ο Άκης Σακελλαρίου, αν και τον βρήκα υπερτονισμένο, ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, αν και επίσης υστερεί στην κίνηση, η Λένα Παπαληγούρα, ο Γιώργος Γλάστρας, η Μαριάννα Καβαλιεράτου και οι υπόλοιποι ηθοποιοί υποστηρίζουν σθεναρά τη σκηνοθετική γραμμή.
Οι εκπλήξεις στη διανομή για μένα προήλθαν από τον Αποστόλη Τότσικα και την Βίκυ Παπαδοπούλου. Εκπλήξεις ευχάριστες: αγνώριστοι και οι δύο, κερδίζουν τις εντυπώσεις. Την παράσταση, πάντως, κλέβει η Λυδία Κονιόρδου. Ηγεμονική Αρήτη, με θαυμάσια φωνή, απέριττη σκιά της Αντίκλειας στον Άδη, πετυχαίνει στο τέλος την κορύφωση με μια αφοπλιστικής χάρης _ σαν ξεκολλημένη από γιαπωνέζικη υδατογραφία φιγούρα καρατερίστας του Θεάτρου Νο _ και κωμικής αποτελεσματικότητας Ευρύκλεια.
Το συμπέρασμα. Ένα ελκυστικό, απολαυστικό, πανέμορφο υπέροχο σκηνικό ποίημα που ακομπλεξάριστα αρνείται τη σοβαροφάνεια. Και που η κάθε στιγμή του είναι μια ομορφιά. Μην το χάσετε!

Εθνικό Θέατρο, 31 Οκτωβρίου και 17 Νοεμβρίου 2012.

November 15, 2012

Περνάει το ΚουΘουΒΕ, της Ελλάδος φρουρός


Το Τέταρτο Κουδούνι / 15 Νοεμβρίου 2012


Μα ποια «Μαντάμ Σουσού» μου λέτε, κ. Μοσχόπουλέ μου και την αναφέρετε ως δείγμα λαϊκισμού στον προγραμματισμό του ΚΘΒΕ στη συνέντευξή σας στην Ιωάννα Κλεφτόγιαννη στις «6 Μέρες»; Και τι «είναι αδιανόητο να την παίζει ένα κρατικό Θέατρο», μου τσαμπουνάτε τώρα; Εδώ ανεβάζουν «Το κοροϊδάκι της πριγκιπέσσας»… Εδώ ανεβάζουν τον «Μικρό ήρωα»…
Εδώ ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ Σωτήρης Χατζάκης
, απολύτως συμπορευόμενος με την Εθνική Γραμμή του πρωθυπουργού μας κ. Αντώνη Σαμαρά, η οποία όλο και σαφέστερη γίνεται, γράφει _ κι ούτε λέξη του δε μου πάει να χαραμίσω: «Ο ‘Μικρός Ήρως’ είναι για μένα η ψυχή του έθνους μας, όπως αυτή αποτυπώνεται στη νεανική ορμή και φαντασία και στα μεγάλα συλλογικά αφηγήματα της Ελλάδας. Τα δημιουργήματα του Στέλιου Ανεμοδουρά, ο Γιώργος Θαλάσσης, η Κατερίνα, ο Σπίθας, ο Διαβολάκος, ο Σεϊτάν Αλαμάν, ο Κεραυνός, το αρχηγείο στο Κάιρο ζουν μέσα στις καρδιές των αναγνωστών του και ακολουθούν από γενιά σε γενιά την ελληνική περιπέτεια σε στιγμές δοκιμασίας μα και ανάτασης. Ο λαός μας μπορεί να υποφέρει διαχρονικά από την ασθένεια της διχόνοιας αλλά έχει αποδείξει ότι στις κρίσιμες στιγμές ενώνεται σε μια γροθιά που συμβολίζει τη δικαιοσύνη και την αγάπη του προς την ελευθερία. Στο πλαίσιο της γερμανικής κατοχής του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου ξετυλίγονται οι ιστορίες του Γιώργου Θαλάσση, σε έναν τρίτο Παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο θα τις δουν οι θεατές, νεαροί μα και μεγάλοι, των δικών μας παραστάσεων. Γι αυτό τον λόγο επέλεξα το ‘Μικρό Ήρωα’. Ήταν η πρώτη μου σκέψη για το φετινό μας ρεπερτόριο. Γιατί η χώρα σήμερα χρειάζεται πρότυπα και ηθικό ανάστημα, χρειάζεται φρόνημα και πίστη για το παρόν και για το μέλλον της. Η αγάπη για την πατρίδα, για την ελευθερία, η αυτοθυσία, ο ηρωισμός, η κοινωνική αλληλεγγύη, ο ανιδιοτελής αγώνας είναι αρετές που ανήκουν σε όλους μας και, διεκδικώντας τες, κρατάμε ζωντανή την ιστορία της χώρας και προσφέρουμε ένα καλύτερο αύριο στα παιδιά μας»…
Που διαβάζεις το δελτίο Τύπου κι εμβατήρια και θούρια παιανίζουν στ’ αυτιά σου... Που λες, ε, με τέτοιον εθνικοπατριωτικό δεκάρικο σχολικής εορτής του ’60 θα τους τιγκάρει η «Χρυσή Αυγή» τους Λαζαριστές. Και, μετά την παράσταση, μερακλωμένη θα εκδράμει μέχρι τα σύνορα με την βορείως ακατονόμαστη, την αποκαλούμενη πουΓουΔουΜου, να τσεκάρει αν κολλάνε καλά οι συνοριακοί στα αυτοκίνητα που μπαίνουν με πινακίδες ΜΚ τα αυτοκόλλητα «Αναγνωρίζεται από την Ελλάδα ως πΓΔΜ» (που, ναι, αν έχετε το Θεό σας, αυτό συμβαίνει όντως), τα ίδια που κολλάνε τα ταχυδρομεία πάνω στους φακέλους, στα γράμματα που 'ρχονται από ’κείθε. Που λες, πρώτο τραπέζι πίστα θα ’ναι στην πρεμιέρα ο Άγιος Θεσσαλονίκης, χέρι – χέρι με Ψωμιάδη. Και μετά, τι μου λέτε, εσείς, τώρα, κ. Μοσχόπουλέ μου…
 

 
                              
Παραλοΐζονται;
«Ήδη το υπουργείο έχει μετατρέψει την Ελλάδα σε ένα απέραντο εργοτάξιο με έργα που αγγίζουν τα 600 εκατομμύρια ευρώ»: το είπε ο κ. Κώστας Τζαβάρας, αναπληρωτής υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, υπεύθυνος για τον τομέα του Πολιτισμού, αναφερόμενος στις προσπάθειες για περαιτέρω απορρόφηση κονδυλίων του ΕΣΠΑ.
«Και όταν σωθεί η Ελλάδα, θα ανατείλει ο ήλιος του ΠΑΣΟΚ»: το είπε ο κ. Απόστολος Κακλαμάνης, βουλευτής, πρώην υπουργός και πρώην πρόεδρος της Βουλής επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ. Σίγουρα μας ψεκάζουν.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…




Διάβασε στο προηγούμενο «Τέταρτο Κουδούνι» όσα έγραψα για τα περί του φετινού ανεβάσματος της «Φάρμας των ζώων» του Όργουελ, εκτός απ’ τον Σταύρο Τσακίρη στην Θεατρική Σκηνή «Ζωή Λάσκαρη» _ στο «Αθηναΐς» _, και σε δυο εκδοχές για παιδιά _ ως συμπαραγωγή των ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας, Πάτρας και Ρούμελης αλλά και στον Βόλο, απ’ τους ερασιτέχνες του εκεί ΔΗΠΕΘΕ _, ο Δημήτρης Αδάμης, σκηνοθέτης και ψυχή της Σκηνής για παιδιά «Μαγικές Σβούρες». Και μου θυμίζει πως η οργουελική πολιτική αλληγορία έχει ήδη διασκευαστεί για παιδιά, με την έγκριση μάλιστα του Ιδρύματος Όργουελ της Βρετανίας, απ’ τον ίδιο σε μετάφρασή του, κι έχει παρουσιαστεί σε σκηνοθεσία του, για πρώτη φορά στην Ελλάδα για παιδιά, απ’ τις «Μαγικές Σβούρες» του στο Θέατρο «Αθηνών» τη χειμερινή περίοδο 2006 / 2007 _ τα τραγούδια, μάλιστα, της παράστασης κυκλοφορούν σε cd με την Παιδική Χορωδία Τυπάλδου.
Και βέβαια δεν το ’χα ξεχάσει _ την είχα δει εξάλλου την παράσταση. Αλλά, απλώς, επειδή μαζευόταν πολύ υλικό, περιορίστηκα ν' αναφέρω μόνο το πρώτο και το πιο πρόσφατο ανέβασμα στην Ελλάδα σκηνικών διασκευών του έργου. 


 

Εξαιρετικό βιβλίο! Και δε νομίζω πως υπάρχει κάτι ανάλογο _ η εμπεριστατωμένη ιστορία μιας δραματικής σχολής _ στην ελληνική βιβλιογραφία: «Η δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου», έκδοση του Μ(ορφωτικού) Ι(δρύματος) Ε(θνικής) Τ(ραπέζης) που εδώ και χρόνια προσφέρει υπηρεσίες ανεκτίμητες, με τις εκδόσεις του κυρίως, στον πολιτισμό του έρμου αυτού τόπου. 537 σελίδες πυκνές, άριστα τεκμηριωμένες, καρπός έρευνας προφανώς δύσκολης και μελέτης ενδελεχούς, με εκτεταμένο πρόλογο για την προϊστορία των δραματικών σχολών στην Ελλάδα, η οποία το 1930 κατέληξε στην ίδρυση της δραματικής σχολής του Εθνικού παράλληλα με την ίδρυση του Θεάτρου, μιας σχολής που θεωρείται ένα απ’ τα δυο βασικά φυτώρια απ’ τα οποία αντλεί το ελληνικό θέατρο. Και ταυτόχρονα ένα αφήγημα καλογραμμένο και γλαφυρό με πλουσιότατη εικονογράφηση.
Το υπογράφουν η Λυδία Σαπουνάκη - Δρακάκη, αναπληρώτρια καθηγήτρια της Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας στο Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Πάντειου Πανεπιστήμιου, και η αρχιτέκτων Μαρία Λουίζα Τζόγια – Μοάτσου. Κόρη τού επί πολλά χρόνια πρωταγωνιστή του Εθνικού και καθηγητή, επίσης για πολλά χρόνια, της Δραματικής Σχολής του, της οποίας μάλιστα απ’ το 1975 έως το 1982 διετέλεσε διευθυντής, Νίκου Τζόγια και της μεταφράστριας Άννας Βαρβαρέσου που υπήρξε και μαθήτρια της σχολής. Συγκινητικό αντίδωρο της κόρης στον πατέρα της στη μνήμη του οποίου και είναι αφιερωμένο το βιβλίο. 





Ανέβηκε και το «Εσύ, εγώ και τα σύννεφά μας» του Ερίκ Βεστφάλ που σκηνοθέτησε ο Γιώργος Γραμματικός στο «Θέατρο της Ημέρας» _ σας έγραφα σχετικά στο «Τέταρτο Κουδούνι» στις 6 Σεπτεμβρίου. Αλλά στη διανομή, αντί του Δημήτρη Γρηγοριάδη που ανέφερα, ο Τέλης Ζώτος.

November 10, 2012

Ο χρόνος που διαψεύδει ή Ερασιτεχνισμός με την κακή έννοια



Το έργο. Η οικογένεια Κόνγουέι: η μητέρα και τα έξι μεγάλα πια παιδιά της  _ δυο γιοι και τέσσερις κόρες, εικοσάρηδες, εικοσάρηδες και κάτι ή κοντά στα είκοσι… Μια ευκατάσταση μεσοαστική οικογένεια _ ο πατέρας έχει πεθάνει, πνίγηκε. Σε μια επαρχιακή πόλη της Αγγλίας. 1919 _ μόλις έχει λήξει ο Μεγάλος Πόλεμος. Οι δυο γιοι έχουν γυρίσει απ’ το στρατό σώοι και όλοι γιορτάζουν τα γενέθλια της Κέι που κλείνει τα 21. Παρόντες άλλοι δυο νέοι και μια νέα, φίλοι τους. Γελούνε, παίζουν, διασκεδάζουν, φλερτάρουν, ονειρεύονται _ η ανεμελιά, η χαρά της νιότης. Είναι μια στιγμή καίρια στη ζωή τους: ο πόλεμος τελείωσε, η ζωή τους τώρα αρχίζει.
Η δεύτερη πράξη τούς βρίσκει δεκαοκτώ χρόνια μετά _ 1937 κι ένας καινούργιος Μεγάλος Πόλεμος παραμονεύει, ο συγγραφέας μάλιστα τον προφητεύει. Είναι και πάλι η μέρα των γενεθλίων της Κέι _ μπαίνει στα σαράντα πια. Αλλά δεν κάνουν πάρτι, δεν τα θυμούνται και πολλοί… Η οικογενειακή συγκέντρωση, αυτή τη φορά, σκοπό έχει την ενημέρωσή τους πως η οικογενειακή περιουσία έχει εξανεμιστεί λόγω της οικονομικής κρίσης, πως δεν έχει κανείς τους λαμβάνειν και πως η μητέρα τους έχει ανάγκη χρηματικής βοήθειας. Η μία κόρη, η Χέιζελ, η ωραία της οικογένειας, κι ο ένας γιος, ο αποτυχημένος επαγγελματικά Ρόμπιν, έχουν παντρευτεί με δυο από τους καλεσμένους της βραδιάς της πρώτης πράξης: και οι δύο γάμοι έχουν ατυχήσει. Αλλά και τα άλλα τέσσερα παιδιά δεν έχουν ευτυχήσει. Η Κέι που φιλοδοξούσε να γράψει μυθιστορήματα έχει καταντήσει δημοσιογράφος της πεντάρας. Η Ματζ είναι πια μια γεροντοκόρη δασκάλα που οι σοσιαλιστικές ιδέες της έχουν φυλλορροήσει. Η μικρότερη κόρη, η Κάρολ, έχει πεθάνει νέα. Ο μεγάλος γιος, ο Άλαν, ένας υπαλληλάκος. Ο μόνος που μπορεί να βοηθήσει την κ. Κόνγουέι είναι ο γαμπρός της ο Έρνεστ που ευημερεί. Δεν θα το κάνει. Αρνείται να το κάνει. Ο χρόνος που κύλησε μετέτρεψε τον ταπεινό, αξιοθρήνητο νεαρό της πρώτης πράξης σ’ ένα αδιάφορο, ψυχρό κάθαρμα που βασανίζει την Χέιζελ. Η σύγκρουση είναι δεδομένη. Η οικογένεια, αφού μυστικά και ψέματα και απωθημένα και κακίες κρυμμένες βγουν στην επιφάνεια, διαλύεται στα εξ ων συνετέθη. Χωρίς ελπίδα στον ορίζοντα να ξανασμίξει _ ο Άλαν μόνον μοιάζει να είναι ήρεμος και συμβιβασμένος με την πραγματικότητα και προσπαθεί να πείσει την Κέι να ακολουθήσει το παράδειγμά του.
Στην τρίτη πράξη ξαναγυρίζουμε στο χρόνο, στον τόπο και στο ανέμελο πάρτι της πρώτης. Τα όνειρα τους, η αθωότητά τους, οι σχέσεις που πάνε να γεννηθούν ηχούν πια τόσο, μα τόσο ειρωνικά… Και μόνον η Κέι ανάμεσά τους νοιώθει ένα ρίγος. Σα να διαισθάνεται πως όλα θα βουλιάξουν στο τίποτα. Ή σχεδόν όλα.
Ο Τζον Πρίστλεϊ στο «Εμείς και ο χρόνος» (1937) οργανώνει άψογα ένα ρεαλιστικό «σοβαρό» έργο, με εξαιρετική αίσθηση της θεατρικής οικονομίας και με χαρακτήρες καλογφτιαγμένους, μοιράζοντας δέκα περίπου ισοδύναμους ρόλους. Ένα έργο ισορροπημένο που δεν θα ξεπερνούσε, βέβαια, τον μέσο όρο του «καλογραμμένου» αγγλικού θεάτρου της εποχής του, αν δεν το στοίχειωνε η παρούσα και σε άλλα έργα του Πρίστλεϊ εμμονή του με το χρόνο. Την οποία εδώ πλασάρει γοητευτικά μέσα από το εύρημα της δεύτερης πράξης – φλας φόργουορντ κινητοποιώντας το ενδιαφέρον του θεατή και μεταδίδοντάς του αυτό το μεταφυσικό ρίγος.
Πάντως, σαφώς το έργο έχει τις ρυτίδες του και δεν ξέρω αν μπορεί να ικανοποιήσει έναν σύγχρονο, νέο θεατή.
Η παράσταση. Είναι στο χέρι του σκηνοθέτη να το ζωντανέψει. Δυστυχώς δεν ευτυχεί στα χέρια του Αλέξανδρου Κοέν. Πάνω σε δική του μετάφραση _ που θα τη χαρακτήριζα στρωτή αν δεν είχε κάποια ολισθήματα του τύπου «η μητέρα […] ήταν εξαιρετικά δαπανηρή» ή αδόκιμες εκφράσεις όπως «επιπόλαιη δημοσιογραφία» και αν κάποιες στιγμές με τα «ρε» δεν ξέφευγε από το ήθος της εποχής του κειμένου _ ο σκηνοθέτης προσπάθησε εις μάτην να του δώσει κάποια ζωντάνια. Με πολλή κίνηση, με γερές περικοπές του κειμένου, με μια μοντέρνα όψη και με κάποια ευρήματα: η σιωπηλή μόνιμη παρουσία της νεκρής Κάρολ στη δεύτερη πράξη, ένα περιφερόμενο (χωρίς λόγο) μικρόφωνο, το τραγούδι «Bye Βye Blackbird» ως λάιτ μοτίφ _ καλό ως ιδέα _, τα δυο επίπεδα με την Κυρία Κόνγουέι πάνω και τους άλλους κάτω, με μετωπικά μπρεχτικά στησίματα, με παρόντες επί σκηνής και τους απόντες στο κείμενο... Αλλά όλα αυτά _ παραγωγή της Εταιρείας Θεάτρου «Κλεψύδρα» σε συνεργασία με τον Πολυχώρο «Altera Pars» _ μοιάζουν κακοχωνεμένα, άτεχνα. Και στημένα με απίστευτη προχειρότητα _ ένα αρτζιμπούρτζι όπου ο σκηνοθέτης έχει χάσει κάθε έλεγχο και στα στοιχειώδη. Ειδικά η πρώτη πράξη είναι μια μουντζούρα κάκιστα σταθμισμένη ηχητικά _ ο ακατέργαστος ήχος του παλιού τραγουδιού σκεπάζει το λόγο.
Στην κακή συγκυρία το μερίδιό τους έχουν, πέρα από την οφθαλμοφανή έλλειψη μέσων, το ως εντελώς τυχαίο, άσχετο με το έργο, σκηνικό της Χριστίνας Κωστέα _ μικρές κινητές βιτρίνες / διαχωριστικά γεμάτες μπουκάλια _ φωτισμένο από τον Γιώργο Σπηλιόπουλο, τα εκ των ενόντων  κοστούμια της και τα χοροπηδητά που υπογράφονται ως κινησιολογία από τον Τάσο Καραχάλιο _ για να μην μιλήσω για την ζωντανή εκτέλεση του τραγουδιού.
Η διανομή. Η ατυχής σκηνοθεσία «υποστηρίζεται» από μια ομάδα εννέα νέων ηθοποιών, όλων αποφοίτων της δραματικής σχολής «Ίασμος». Δεν πρέπει κανείς να απογοητεύει τα παιδιά αλλά μου είναι αδύνατον να τα αφήσω να πλέουν στα πελάγη της άγνοιας. Δεν κατάφερα να ξεχωρίσω έναν τους έστω που να ξεπερνάει το μέτριο. Είδα στη σκηνή μερικές πραγματικά αντιπνευματικές φάτσες, ένα σκεβρωμένο, παραμορφωμένο σώμα, κάκιστη κίνηση, άκουσα προβληματικές αρθρώσεις… Ένας ερασιτεχνισμός με την κακή έννοια. Το ανησυχητικό είναι πως όλοι είναι απόφοιτοι της ίδιας δραματικής σχολής οπότε αναρωτιέμαι για το επίπεδό της. Θέλω να ελπίζω πως με ένα σκηνοθέτη που θα ξέρει και θα μπορεί να τους ελέγξει και με εξαντλητική δουλειά την οποία οπωσδήποτε χρειάζονται θα δώσουν καλύτερα αποτελέσματα. Και εύχομαι όλα τα παραπάνω που γράφω να διαψευστούν.
Ανάμεσά τους, η Μίνα Χειμώνα, ώριμη πια ηθοποιός, με μέτρο στην πρώτη πράξη, ακαθοδήγητη, χάνει στη συνέχεια τον έλεγχο και αφήνει τα ελαττώματά της _ υπερβολές, ευκολίες, οξύτητες… _ ανεξέλεγκτα.
Το συμπέρασμα. Μια παράσταση ατυχήσασα. Που θα μπορούσα ίσως να τη δω με κατανόηση αν ήταν παράσταση πρωτοετών σπουδαστών δραματικής σχολής.

θέατρο «Altera Pars», 8 Νοεμβρίου 2012.