October 31, 2012

Μανόν με παντελόνι Κάπρι στην έρημο εγκαταλελειμμένη



Το έργο. Η νεαρή και άπειρη Μανόν Λεσκό γίνεται αντικείμενο του έρωτα του ιππότη ντε Γκριέ, τον ερωτεύεται κι εκείνη, και, αντί να βρεθεί στο μοναστήρι για το οποίο προορίζεται, το σκάει μαζί του. Αλλά, τελικά, θαμπωμένη από τον πλούτο του ηλικιωμένου Τζερόντε, θα καταλήξει στα χέρια του και στο σπίτι του. Δεν αργεί, βέβαια, να τον βαρεθεί και να ξανασμίξει με τον ντε Γκριέ. Ο Τζερόντε τους συλλαμβάνει επ’ αυτοφώρω και την καταγγέλλει στην αστυνομία. Θα καταδικαστεί για κλοπή και πορνεία και θα εξοριστεί στην Λουιζιάνα όπου την ακολουθεί ο πιστός ντε Γκριέ. Δεν θα ευτυχίσουν: η Μανόν από τις κακουχίες βρίσκει το θάνατο μέσα στην έρημο. Τέλειο υλικό για μελόδραμα!
Τρίτη όπερα και πρώτη μεγάλη επιτυχία του Τζάκομο Πουτσίνι, η «Μανόν Λεσκό» (1893) είναι το έργο που τον καθιέρωσε και τον εκτόξευσε στο μουσικό στερέωμα. Και δικαίως. Βασισμένη στο μυθιστόρημα του Γάλλου αβά Πρεβό «Η ιστορία του ιππότη ντε Γκριέ και της Μανόν Λεσκό» (1731), _ με λιμπρέτο στο οποίο ενεπλάκησαν οι Μάρκο Πράγκα, Ντομένικο Ολίβα, Τζούλιο Ρικόρντι και Λουίτζι Ίλικα και το οποίο πέρασε τα σαράντα κύματα ώσπου να ολοκληρωθεί χωρίς να του λείπουν τα δραματουργικά προβλήματα, η «Μανόν Λεσκό», χωρίς να συγκρούεται με την ιταλική παράδοση στην όπερα, συνδυάζει, μέσα από βαγκνερικές επιδράσεις αλλά όχι μιμήσεις, τη συμφωνική ροή με την προβολή της φωνής και με τη θεατρικότητα. Και αν η πρώτη πράξη δεν κερδίζει τις εντυπώσεις, από τη δεύτερη και ύστερα ο Πουτσίνι, κυρίως μέσα από τα ντουέτα του, δίνει σαφή σημάδια της εξέλιξης που πρόκειται να έχει μόλις ωριμάσει.
Η παράσταση. Ο μετακλημένος Ιταλός σκηνοθέτης Τζανκάρλο ντελ Μόνακο είχε την ιδέα _ καθόλου κακή _ να τοποθετήσει την όπερα σε ένα αμερικάνικο κινηματογραφικό στούντιο της δεκαετίας του ’50, όπου η «Μανόν Λεσκό» υποτίθεται ότι γυρίζεται σε ταινία. Καλές οι ιδέες αλλά το θέμα είναι πώς υλοποιούνται. Στην παράσταση η συγκεκριμένη υλοποιείται, κατά τη γνώμη μου, ανεπιτυχώς. Η σκηνοθεσία έχει φορτώσει το έργο _ ειδικά την πρώτη πράξη _ με ευρήματα που δεν το αφήνουν να ανασάνει. Πέρα από την ατελή υλοποίησή τους. Για παράδειγμα, τι να το κάνεις, εκτός για λόγους μπούγιου, το τζιπ στην πρώτη πράξη όταν, για να κινηθεί, το σέρνουν απ’ τον προφυλακτήρα οι κομπάρσοι; Ή τι το θέλεις και το δεύτερο τζιπ _ στην τέταρτη πράξη _, όταν, ενώ υποτίθεται πως έχει σβήσει η μηχανή του, ανάβει, για λόγους φωτιστικούς, ο προβολέας του; Ή όλη αυτή η υπερκινητικότητα στη δεύτερη πράξη, όταν οι δυο ερωτευμένοι πρέπει επειγόντως να το σκάσουν, φάνηκε σε κανέναν πιστευτή; Όπως και η «βία« της τρίτης πράξης, της Χάβρης. Πάνω απ’ όλα, όμως, το θέμα είναι πώς θα δεθεί η μετατόπιση της εποχής με το έργο και με το κείμενο του λιμπρέτου. Είναι δυνατόν η όψη «50’s» να συνοδεύεται από τα… «ωιμέ» της παλαιάς μετάφρασης της Ιωάννας Μπουκουβάλα – Αναγνώστου, που χρησιμοποιείται στους ελληνικούς υπότιτλους;
Δεν είναι σε καλή στιγμή και ο Νίκος Πετρόπουλος. Βρήκα μέτρια τα σκηνικά του _ αυτοί οι τοίχοι με τα ψευτότουβλα… _ και τα κοστούμια του _  ο Χοροδιδάσκαλος γιατί να εμφανιστεί ως Λιμπεράτσε; Και πώς να μη γελάσω όταν βλέπω την Μανόν να τραγουδάει με παντελόνι Κάπρι «Sola, perduta, abbandonata…»; Ο Βόλφγκανγκ φον Τσόουμπεκ, πάντως, έχει φωτίσει πολύ καλά την παράσταση.
Ο Λουκάς Καρυτινός διηύθυνε, ίσως με δυναμικές υψηλότερες από τις αρμόζουσες για το χώρο, μια αξιοπρεπή Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, όπως αξιοπρεπής ήταν και η Χορωδία της (διευθυντής Αγαθάγγελος Γεωργακάτος).
Οι ερμηνείες. Η παράσταση δεν ευτυχεί και στη διανομή. Με φωνή δυνατή μεν, στεντόριου ιταλιάνικου στιλ δε, χωρίς ουσιαστική μουσικότητα, αλλά και, κάποιες στιγμές, εκτός τόνου ο ιταλός τενόρος Ρέντσο Τζούλιαν, επιπλέον είναι εντελώς άχρωμος υποκριτικά _ ένας λαπάς παρουσιάζεται ο Ντε Γκριέ του. Καλός βαρύτονος ο νεαρός Διονύσης Σούρμπης αλλά σαν να μιμείται επιδεικτικά και όχι να ερμηνεύει το ρόλο του Λεσκό. Διεκπεραιωτικός ο Τζερόντε του φωνητικά ικανού μπάσου Δημήτρη Κασιούμη. Δεν ξεχώρισα κανέναν από τους υπόλοιπους μικρότερους ρόλους της διανομής _ ίσως, αρνητικά, τον Χρήστο Αμβράζη που μοιάζει να περιφέρει στη σκηνή την πλήξη του ως Λοχίας των Τοξοτών. Αφήνω τελευταία την Κροάτισσα Λάνα Κος, την Μανόν της βραδιάς: φωνή σκούρα, κατάλληλη για το ρόλο _ την οποία, όμως, «κατάπινε» πότε, πότε _, ιδιοσυγκρασιακά καμία σχέση με το ρόλο δεν έχει. Μικροκαμωμένη, σαν ποντικάκι, με σουμπρετίστικη διάθεση, με το χαμόγελο στο στόμα διαρκώς, πηδηχτούλα, σαν να παίζει σε οπερέτα δεν με έπεισε ούτε στιγμή.
Συμπέρασμα. Μια παράσταση μπούγιου χωρίς ψαχνό. Μου θύμισε τους «Παλιάτσους του Τζεφιρέλι στο Ηρώδειο, το 2005.

θέατρο «Ολύμπια», Εθνική Λυρική Σκηνή, 28 Οκτωβρίου 2012.

October 29, 2012

Sweet, sweet hope…


«Αν ωριμάσετε, μπορείτε να καταστείτε μια γλυκιά ελπίδα για τον απελπισμένο πια πολίτη και μια ήρεμη δύναμη στο σαπισμένο πολιτικό σύστημα» δήλωσε, απ’ ό,τι διαβάζω, ο σεβασμιώτατος Καλαβρύτων και Αιγιαλείας κ. Αμβρόσιος σε εγκύκλιό του, απευθυνόμενος στα τέκνα του, της «Χρυσής Αυγής» (τι τίτλος κι αυτός, κέντρο με μπουζούκια μου θυμίζει… _ «θα τα σπάσουμε το Σάββατο στην ‘Χρυσή Αυγή’»). Αυτό που λέγαμε «α, που να σε κάψει ο Θεός» δεν είναι πια in; Δε ρίχνει πια φωτιά ο Θεός; Έχει γίνει οικολόγος; Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

October 28, 2012

Αριστούργημα σε χάρτινο ανέβασμα



Το έργο. Αριστούργημα του _ 74χρονου όταν έγινε η πρεμιέρα! _ Τζουζέπε Βέρντι, ο μετασχηματισμός σε όπερα του σεξπιρικού «Οθέλου» (1887) με βάση γερή το λιμπρέτο του Αρίγκο Μπόιτο. Η τραγωδία του Μαυριτανού, στην υπηρεσία της Βενετίας, στρατηγού που στέλνεται ως κυβερνήτης στην Κύπρο, όπου πέφτει θύμα της σατανικής πλεκτάνης την οποία του στήνει, για λόγους εκδίκησης, ο υπασπιστής του Ιάγος, πλεκτάνης που θεριεύει και εξωθεί στα άκρα και στον παραλογισμό τη ζήλια του για τη λευκή, νέα και όμορφη γυναίκα του, την Δυσδαιμόνα, για την οποία πιστεύει πως τον απατάει, ώστε να οδηγηθεί στο στραγγαλισμό της και στην αυτοκτονία, έχει μεταμορφωθεί από τον Βέρντι σε ένα αξεπέραστο σφιχτό μουσικό δράμα χωρίς ευκολίες και πιασάρικες άριες, πολλά βήματα μπροστά και από τα ήδη έως τότε πολλαπλά επιτεύγματά του στην όπερα.
Η παράσταση. Αλλά πόσο μπορεί να το αναδείξει μία συμβατική παράσταση, όπως αυτή η αναβίωση της σκηνοθεσίας (1994) του Ιλάιτζα Μοσίνσκι στην Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης, που είδαμε σε απευθείας δορυφορική μετάδοση; Ο Μοσίνσκι είχε στήσει μια παράσταση διεκπεραιωτική, με καλόγουστα σκηνικά του Μάικλ Γιέργκαν, έξοχα φωτισμένα από τον Ντουέιν Σούλερ, και με βαρύτιμα αλλά μάλλον ανέμπνευστα κοστούμια του Πίτερ Τζ. Χολ. Μέχρις εκεί.  Η εξαίρετη, δυναμική αλλά ισορροπημένη μουσική διεύθυνση του Σιμιόν Μπίτσκοφ, η πολύ καλή ορχήστρα και η επίσης πολύ καλή χορωδία στα υπέρ αλλά όταν το οπτικό μέρος πατάει σε χάρτινες συμβάσεις…
Ερμηνείες. Βέβαια κάθε συμβατική παράσταση μπορούν να τη σηκώσουν η σωστή επιλογή στη διανομή και οι ερμηνείες. Τι να πώ, όμως, εδώ, όταν τον Οθέλο επωμίζεται ο παχυδερμικά υπέρβαρος, δυσκίνητος, υποκριτικά ανύπαρκτος, στα όρια του φαιδρού Γιοχάν Μπότα; Μεγάλο φωνητικό εύρος, οπωσδήποτε, αλλά εγώ βρήκα, επιπλέον, να τραγουδάει ζορισμένα. Τι να πω όταν η νεαρή Δυσδαιμόνα ανατίθεται στη μεσήλικη Ρενέ Φλέμινγκ που το βαριά μποτοξαρισμένο της πρόσωπο με τα ζουμαρίσματα της ζωντανής μετάδοσης, εμένα τουλάχιστον, με ενοχλούσε; Σαφώς και είχε την καλύτερη φωνητική απόδοση _ το «Τραγούδι της ιτιάς» και το «Άβε Μαρία» της, έξοχα _ αλλά δεν μου ήταν αυτό αρκετό. Τι να πω όταν τον Ιάγο επωμίζεται ο επίσης μεσήλικος Φαλκ Στρούκμαν, σωστός φωνητικά αλλά με υποκριτική που παρέπεμπε στον βωβό κινηματογράφο και με ενοχλητικές μούτες και παραμορφώσεις του στόματός του όταν τραγουδούσε; Ή όταν η Αιμιλία / Ρενέ Τέιτουμ _ καλή φωνή _ εμφανίζεται με μακιγιάζ πασαρέλας; Η πιο σωστή επιλογή στη διανομή, ο Μάικλ Φαμπιάνο, με επίσης σωστή φωνή, υποκριτικά πολύ αδύναμος, δεν διέθετε δυστυχώς την ικανότητα να εκμεταλλευτεί το παρουσιαστικό του και να αναδείξει τον Κάσιο.
Συμπέρασμα. Αρχίζω να αναρωτιέμαι γιατί να τρέχω στο Μέγαρο για τόσο συμβατικές παραστάσεις και μάλιστα με μέτρια εικόνα και ακόμα μετριότερο ήχο, όταν μπορώ να δω καλύτερες ή και τις ίδιες στο dvd. Κι ας μην είναι ζωντανές.

Υ.Γ. Για τη μεταφράστρια που υπέγραφε τους ελληνικούς υποτίτλους: το ιταλικό capitano και το αγγλικό (στους αγλικούς υποτίτλους) captain μεταφράζονται στη δεδομένη περίπτωση λοχαγός και όχι καπετάνιος…

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 27 Οκτωβρίου 2012.

October 25, 2012

Η Κατερίνα Γώγου γίνεται έργο θεατρικό


Το Τέταρτο Κουδούνι / 25 Οκτωβρίου 2012 

 



Ήταν απ’ τις καλύτερες παραστάσεις
του προηγούμενου χειμώνα και φέτος επαναλαμβάνεται: «Ψευδαισθήσεις», ένα καθηλωτικό κείμενο του Ιβάν Βιριπάγεφ στο θέατρο «Οδού Κυκλάδων» που γιορτάζει τα τριάντα του χρόνια. Η Κατερίνα Ευαγγελάτου ποιεί μουσικήν δωματίου μ’ ένα κουαρτέτο εξαιρετικών ερμηνευτών _ Παντελής Δεντάκης, Αλεξία Καλτσίκη, Βασίλης Κουκαλάνι, Καλλιόπη Σίμου _ τιμώντας την ανάθεση του Λευτέρη Βογιατζή και της νέας Σκηνής του. Μην το χάσετε!



Τελικά, με σκηνοθεσία που υπογράφει ο ίδιος κι όχι ο Σταύρος Τσακίρης, όπως σας έγραφα στο «Τέταρτο Κουδούνι» στις 19 Ιουλίου, ανέβασε το μονόλογο «Γαλιλαίο», του οποίου υπογράφει και τη δραματουργική απόδοση, ο Άγγελος Αντωνόπουλος στο «Τριανόν». Συμβαίνουν αυτά…


«Όταν ακούω Κατερίνα τρομάζω» είναι ο ευφυής τίτλος του καινούργιου θεατρικού έργου που έγραψε η δημοσιογράφος / συγγραφέας Σοφία Αδαμίδου, εμπνευσμένη απ’ την ποίηση της Κατερίνας Γώγου και στηριγμένη στην ποίηση αυτή. Και το οποίο θ’ ανεβεί τον Ιανουάριο στο θέατρο «Τζένη Καρέζη» σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη, με την Τζένη Κόλλια στο ρόλο της ηθοποιού που έγραφε ποίηση και που τόσο ταλαιπωρήθηκε στη ζωή της για να χαθεί πρόωρα, στα πενήντα τρία της χρόνια, το 1993, όταν αυτοκτόνησε με υπερβολική δόση χαπιών και αλκοόλ.
Άνθρωπος ασυμβίβαστος, που μέσα απ’ τους στίχους της καταδίκαζε τον πόνο και την αθλιότητα τα οποία έβλεπε γύρω της, η Κατερίνα Γώγου συνεχίζει να εμπνέει και να συγκινεί καθώς η ποίησή της παραμένει επίκαιρη _ «Άνθρωποι πηδάνε από τα μπαλκόνια τους ανεμίζοντας την κάρτα ανεργίας. Ζήσαμε σκυμμένοι αιώνες αδικίας. Αιώνες μοναξιάς» έγραφε. Δεν είναι, ίσως τυχαίο, ότι φέτος επανέρχεται στο προσκήνιο όχι μόνο μέσα απ’ το θεατρικό της Σοφίας Αδαμίδου αλλά και με το ντοκιμαντέρ του Αντώνη Μποσκοΐτη «Κατερίνα Γώγου – Για την αποκατάσταση του μαύρου» που ’κανε την πρεμιέρα του στις «Νύχτες Πρεμιέρας».
Δεν είναι, βέβαια, η πρώτη φορά που η ποίηση της Γώγου παρουσιάζεται στο σανίδι _ ήδη απ’ το 1981 / ’82 η Μαρία Ξενουδάκη είχε συμπεριλάβει ποιήματά της στην παράσταση «Κρούταλα αμπρ» που παρουσίασε με το «Αντιθέατρό» της στο θεατράκι της οδού Κοδριγκτώνος. Έκτοτε πολλές φορές οι στίχοι της ακούστηκαν σε θεατρικές παραστάσεις.
Το «Όταν ακούω Κατερίνα τρομάζω», που θα παίζεται τα Δευτερότριτα, ανεβαίνει με μουσική του Διονύση Τσακνή. Στη διανομή, επίσης, Μελίνα Βαμβακά, Στέλιος Γεράνης, Κατερίνα Φωτιάδη.
Σημειώστε πως το πρώτο έργο της Σοφίας Αδαμίδου «Σωτηρία Μπέλλου – Η ζωή μιας περιπλανώμενης ρεμπέτισσας», στο δεύτερο ανέβασμά του απ’ την Αθανασία Καραγιαννοπούλου, με την Ντίνα Κώνστα στο ρόλο της Μπέλλου _ το πρώτο έγινε, με τον τίτλο «Σωτηρία με λένε», απ’ τον Κωνσταντίνο Κωνσταντόπουλο στην «Στοά», με την Λήδα Πρωτοψάλτη στον κεντρικό ρόλο _ συνεχίζει φέτος την πορεία του στο θέατρο «Κάππα» για δεύτερη σεζόν.


Έρχονται σε μέιλ, το ’να μετά το άλλο, απανωτά, τα δελτία Τύπου με το ρεπερτόριο των διαφόρων Θεάτρων. Και φοβάμαι πια _ κάτι παθαίνω _ να τ’ ανοίξω, μη γνωρίζοντας _ ή γνωρίζοντας… _ τι θα πεταχτεί από μέσα ή, μάλλον, πόσες παραστάσεις θα πεταχτούν από μέσα…
«Θέατρο Τέχνης»: φέτος, δέκα παραστάσεις. «Θέατρο του Νέου Κόσμου» του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου: 16 (δεκάξι) _ μανούλα μου! _ συν ένα φεστιβάλ βίντεο ντανς. Θέατρο «Άβατον» _ νεόκοπο, στο Γκάζι: επτά παραστάσεις. «Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων» _ και γαμώ το όνομα, πολύ γουστάρω, νεόκοπο κι αυτό, στην Κυψέλη: επτά θεατρικές και χορευτικές παραστάσεις συν ένα φεστιβάλ θεατρικών αναγνώσεων συν… συν… Μέχρι και το Πανελλήνιο Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου της Νέας Ορεστιάδας, που το οργανώνει το ντόπιο Θεατρικό Εργαστήρι «Διόνυσος», κατέβηκε _ και το καθιερώνει για κάθε Οκτώβριο _ στην Αθήνα, στο «Αργώ», όχι με μία _ την πρώτη βραβευμένη ας πούμε _ αλλά με τέσσερις παραστάσεις.


Δεν έχει ανάγκη κανέναν. Ούτε επιχορηγήσεις, ούτε υπουργεία και άσχετους υπουργούς, ούτε επιτροπές και τα παρασκήνιά τους, ούτε καλλιτεχνικά γραφεία και τα συμφέροντά τους, ούτε κριτικούς και τις τυχόν διαπλοκές τους… Η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Έχει τους εκλεκτούς ανθρώπους της στις κατάλληλες θέσεις, έχει ένα πνεύμα ανοιχτό, έχει έναν αέρα κοσμοπολίτικο χωρίς _ ενώ θα μπορούσε… _ σηκωμένη μύτη, προβάλλει τον ελληνικό πολιτισμό και τους νέους σε απόλυτη ισορροπία με εκλεκτά εισαγόμενα πολιτιστικά προϊόντα, προσεκτικά επιλεγμένα κι όχι από ατζέντηδες… Και δεν τη νοιάζει τίποτα. Να παράγει έργο ουσιαστικό μόνο.
Σ’ αυτό έχω καταλήξει. Και νομίζω πως σ’ αυτό έχουμε καταλήξει όλοι. Οι καλοπροαίρετοι τουλάχιστον. Πως ξοδεύει σωστά και δημιουργικά τα λεφτά που διαθέτει _ τα δικά της τα λεφτά. Εκείνο λοιπόν το του συνθέτη Τζον Κέιτζ «Δεν καταλαβαίνω γιατί οι άνθρωποι φοβούνται τις νέες ιδέες. Εγώ φοβάμαι τις παλιές», που διάλεξε φέτος ως μότο για το πλούσιο _ ένας πακτωλός! _ πρόγραμμά της, το φχαριστήθηκα. Σα να το πετάει στα μούτρα _ κατάμουτρα! _ σ’ όλη αυτή τη συντήρηση που ενέδρευε κι ορμάει τώρα, με νύχια και με δόντια, αν και ξεδοντιασμένη πια, εναντίον οτιδήποτε καινούργιου, φρέσκου και προοδευτικού έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια στο χώρο του ελληνικού πολιτισμού _ και δεν είναι πολλά, μετρημένα στα δάχτυλα είναι…. _, μπας κι αρπάξει, μέσα απ’ το ναυάγιο, κανένα ξεροκόμματο, κανένα κόκαλο εξουσίας.


Θεατρικό εργαστήρι με θέμα «Σπουδή 3. Στρίντμπεργκ» θα πραγματοποιήσει το «Διάχρονο Θέατρο» της Μαίρης Βιδάλη. Τα έργα του συγγραφέα που θα μελετηθούν, διαβάζω στο σχετικό δελτίο Τύπου, είναι «Η πιο δυνατή», η «Δεσποινίς Τζούλια» και η «Λεσβιακή νύχτα». Έχει γράψει «Λεσβιακή νύχτα» ο Στρίντμπεργκ; Τολμηρός αλλά τόοοοοσο πολύ πια; Συγχυσμένος με την άγνοιά μου ψάχνω, ψάχνω…, πουθενά «Λεσβιακή νύχτα» ή κάτι παραπλήσιο του Στρίντμπεργκ.
Και ξαφνικά, φλασιά: Μάλλον για την «Νύχτα των τριβάδων» του επίσης Σουηδού Περ Όλοφ Ένκβιστ θα πρόκειται. Ο οποίος εμπνέεται απ’ τη θυελλώδη σχέση του συγγραφέα με την πρώτη του σύζυγο, την Σίρι φον Έσεν. Έργο το οποίο στην Ελλάδα το πρωτόδαμε το 1989 σε σκηνοθεσία Ζαννή Ψάλτη στο ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας ενώ αργότερα το ανέβασαν στην Αθήνα το 2000 ο Στέλιος Παυλίδης και το 2003 η Λένα Φιλίπποβα.
Μα καλά, ολόκληρο εργαστήρι – σεμινάριο οργανώνουν στο «Διάχρονο», όπου μάλιστα, όπως διαβάζω, «το αποτέλεσμα του σεμιναρίου θα παρουσιαστεί σε παράσταση και η ηθοποιός που θα ερμηνεύσει την Τζούλια θα επιλεχθεί μέσα από το σεμινάριο», και δεν ξέρουν πάνω σε ποια έργα το κάνουν;



«Το Τέταρτο Κουδούνι» το διαβάζετε σήμερα για τελευταία φορά. Στις 25 Νοεμβρίου θα έκλεινε τα δεκατρία του χρόνια στα «Νέα». Ένα μεγάλο ευχαριστώ σ’ όσους το υποστήριξαν και σε Σας που το _ με _ διαβάζατε. Ραντεβού διαδικτυακά: totetartokoudouni.blogspot.com

Προ 50ετίας 

Τα Θεατρικά Νέα

Ο θεατρικός συνεργάτης των «Νέων» γράφει τα εξής: Μια κολώνα του υπογείου Θεάτρου της Έλσας Βεργή μ’ εμπόδιζε χθες να δω το «Μπαλκόνι». Θα το παρακολουθήσω μια άλλη βραδιά, χωρίς την ευγενική πρόσκλησή της * 25 Οκτωβρίου 1962.


Σήμερα, εορτή του Αγίου Δημητρίου, προστάτου της Θεσσαλονίκης, και στο πλαίσιο των εορταστικών εκδηλώσεων της 50ετηρίδος από την απελευθερώσεως της Μακεδονικής πρωτευούσης, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος εγκαινιάζει το νεόδμητο θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών με την «Σίβυλλα» του Άγγελου Σικελιανού. Την αποψινή εναρκτήρια παράστασι, που αναμένεται με εξαιρετικό ενδιαφέρον, θα τιμήσουν με την παρουσία τους οι Βασιλείς, ο Διάδοχος, ο πρωθυπουργός, μέλη της κυβερνήσεως και άλλοι επίσημοι. Η «Σίβυλλα» ανεβάζεται κατά σκηνοθεσίαν του διευθυντού του Κρατικού Θεάτρου Β. Ελλάδος Σωκράτη Καραντινού […] και με την Θάλεια Καλλιγά στον επώνυμο ρόλο […]. 26 Οκτωβρίου 1962.

Απόψε στο θέατρο «Ακροπόλ» δίδεται η επίσημη «πρώτη» της επιθεωρήσεως των Γιώργου Γιαννακόπουλου – Κώστα Νικολαΐδη «Κολασμένος Παράδεισος». Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Χρήστος Ευθυμίου, Νίκος Σταυρίδης, Γιάννης Γκιωνάκης, Ρένα Ντορ, Σπεράντζα Βρανά και άλλοι. 30 Οκτωβρίου 1962.

Δημοσιεύτηκε στα «Νέα».


Το τέλος μιας εποχής: Κουδούνι Τέταρτο και τελευταίο στα «Νέα»


Μια εποχή τελειώνει για μένα σήμερα. Μετά από 28 σχεδόν χρόνια διαρκούς παρουσίας στα «Νέα» _ από τα «Νέα» ξεκίνησα, στις 15 Ιανουαρίου του 1984 _, σταματώ να γράφω στην εφημερίδα. Από την 1η Μαρτίου του 2011 είχα ήδη πάψει να διατηρώ τη σχέση συντάκτη που είχα με τα «Νέα» γιατί αποφάσισα να καταθέσω τα χαρτιά μου για συνταξιοδότηση. Aλλά από τότε είχα κρατήσει τη σχέση εξωτερικού συνεργάτη με τη στήλη «Το Τέταρτο Κουδούνι» που δημοσιευόταν κάθε Πέμπτη. Και η οποία δημοσιεύεται σήμερα για τελευταία φορά. Συνέπεια της κρίσης και των περικοπών…
Αυτά τα 28 χρόνια προσπάθησα να είμαι τίμιος με τον εαυτό μου. Βάζοντας πάνω απ’ όλα την αγάπη μου για το θέατρο. Έπραξα και έγραψα αυτό που πίστευα εφόσον μου το επέτρεπε ο χώρος όπου έγραφα. Τράβηξα πολλά αυτά τα χρόνια. Ειδικά από τη στιγμή που άρχισα να μην κάνω μόνο ρεπορτάζ αλλά να γράφω και τη γνώμη μου _ στα «Νέα» και παράλληλα, για αρκετά χρόνια, στα περιοδικά «Πάνθεον», «Marie Claire» και «Ταχυδρόμος» ή, σποραδικά, σε κάποια άλλα έντυπα. Πολεμήθηκα εκ των ένδον από ανθρώπους που θέλοντας να κρατούν τα ηνία της εξουσίας στο χώρο ή εξυπηρετώντας συμφέροντά τους με πολέμησαν εμφανώς και αφανώς, ρουφιανεύοντας, και έφτασαν να με οδηγήσουν στο χείλος της απόλυσης. Πολεμήθηκα από ανθρώπους του χώρου που δεν εκτιμούσα ή που είχα στηρίξει αλλά, όταν εκείνοι έδειξαν ένα διαφορετικό πρόσωπο, δεν τους χαρίστηκα. Πολεμήθηκα και από ανθρώπους που ύμνησα, τους έκανα συνεντεύξεις αλλά όταν δεν μου άρεσε η δουλειά τους και το έγραψα ή έγραψα ένα αρνητικό σχόλιο που τους αφορούσε ξαφνικά έγιναν εχθροί ή μου έκοψαν την καλημέρα. Μηνύθηκα, λοιδωρήθηκα δημοσίως με τον χυδαιότερο τρόπο και μάλιστα με την υποστήριξη συναδέλφων άλλων εντύπων, υβρίστηκα, πήρα ανώνυμες επιστολές, επιστολές εναντίον μου έφταναν στη διεύθυνση από διευθυντές κρατικών Θεάτρων έως ακόμα και από… ταβερνιάρηδες, έως και στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη καταγγέλθηκα! Εν ολίγοις έκανα πολλούς εχθρούς _ ανάμεσά τους και κάποιους που ποτέ δεν κατάλαβα το γιατί.
Δεν θέλω να παραστήσω τον ήρωα δράματος ούτε τον εις Γολγοθάν σταυρωθέντα _ όλα αυτά μέσα στη ζωή είναι και πολλά τα περίμενα. Απλώς εκθέτω γεγονότα τα οποία συνέβησαν. Δεν ενδημεί η ωριμότητα και το χιούμορ, όπως απατηλά δείχνουν τα φαινόμενα, στο χώρο του θεάτρου… Δεν κρατώ κακία. Ούτε εκδικητικός είμαι. Η σκηνή αλλοιώνει τους ανθρώπους και οι ναρκισσισμοί και οι εγωισμοί και οι φιλοδοξίες και η ανασφάλεια που ενδημούν στο θέατρο πολλές φορές με κάνουν να κατανοώ τις αντιδράσεις τους. Αλλά δεν ξεχνώ κιόλας.
Η έκπληξη, και για μένα τον ίδιο, είναι ότι, παρά τις αλλεπάλληλες απομυθοποιήσεις και απογοητεύσεις, συνεχίζω να αγαπάω το θέατρο. Όσο κι αν προσπάθησαν πολλοί άνθρωποί του να με κάνουν να το σιχαθώ. Ίσως γιατί αυτά τα χρόνια βρήκα στο θέατρο και κάποιους ανθρώπους που εκτίμησα και στη σκηνή αλλά και εκτός σκηνής _ ναι, και όμως υπάρχουν! Ίσως γιατί κάποιοι με στήριξαν σε ώρες δύσκολες. Ίσως γιατί το θέατρο συνεχίζει να ασκεί, όταν μου αρέσει, απερίγραπτη γοητεία πάνω μου.
Εκείνο που μπορώ να σας διαβεβαιώσω είναι πως «Το Τέταρτο Κουδούνι» κλείνει τον κύκλο του στα «Νέα» αλλά totetartokoudouni.blogspot.com θα συνεχίσει. Η ανταπόκριση που είχε από τη στιγμή που ξεκίνησε _ ένας χρόνος τώρα _, με ενθαρρύνει και με πεισμώνει. Κάθε Πέμπτη, λοιπόν, θα έχετε εδώ «Το Τέταρτο Κουδούνι» όπως το ξέρατε _ και πιο ελεύθερο ίσως _, χωρίς τη στήλη «Προ 50ετίας» για την οποία αντλούσα από το Ιστορικό Αρχείο του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη _ και η οποία προσωπικά θα μου λείψει πολύ. Και ανάμεσα οτιδήποτε μου προκύπτει.
Ε, δεν νοιώθω και Σκάρλετ Ο’ Χάρα αλλά ας παραφράσω: Από σήμερα ξημέρωσε μια άλλη μέρα.
Θέλω να ευχαριστήσω από 'δω όσους με οδήγησαν στη δημοσιογραφία. Την Αθηνά Γλυνού που δεν υπάρχει πια και που πρώτη με υποδέχτηκε στα «Νέα», τον Βασίλη Αγγελικόπουλο που μου έδωσε την ιδέα και με πρότεινε, τον Λέοντα Καραπαναγιώτη που επίσης δεν υπάρχει πια και που με δέχτηκε εν λευκώ. Αλλά και όσους με τα γραπτά τους και τις θέσεις τους μου έδωσαν το παράδειγμα για τη συνέχεια.
Να ευχαριστήσω ξεχωριστά και όλους όσοι στήριξαν «Το Τέταρτο Κουδούνι» με πρώτο τον Κώστα Ρεσβάνη. Περισσότερο, όμως, εσάς που το διαβάζατε αυτά τα χρόνια και συνεχίζετε να το διαβάζετε και να συμμετέχετε.

ΠΡΟΣΟΧΗ! Το e-mail μου θα είναι πια totetartokoudouni@gmail.com

October 24, 2012

Καβάλα – Αθήνα και στις βαλίτσες ποίηση


«Έως όρθρου βαθέος». Δύο ολονυχτίες με 7+2 ποιητές» ήταν ο τίτλος του πολύ ενδιαφέροντος προγράμματος με σύντομες παραστάσεις – αφιερώματα σε ποιητές, που οργάνωσε στο Κάστρο της Καβάλας, το περασμένο καλοκαίρι, το Φεστιβάλ Φιλίππων – Θάσου. Ορισμένες από τις παραστάσεις / περφόρμανς κατηφόρησαν στην Αθήνα και καλώς έπραξαν. Είχα την ευκαιρία να δω δύο από αυτές μέσα σε δύο συνεχόμενες βραδιές.



Το βίντεο που έπνιξε τον Σαχτούρη

Η «οπτικοακουστική περφόρμανς», όπως χαρακτηριζόταν, «Το βαπόρι» βάση της είχε την ποίηση του Μίλτου Σαχτούρη. Ποίηση εξαιρετική. Δυστυχώς, κατά τη γνώμη μου, η ποίηση αυτή πνίγηκε. Πνίγηκε στη μουσική και στο βίντεο. Και η μεν μουσική που υπέγραφαν οι Lost Bodies (Θάνος Κόης, Αντώνης Παπασπύρου) είχε ενδιαφέρον. Αλλά δεν άφηνε τον Σαχτούρη να ανασάνει. Το μεγάλο, πάντως, ατύχημα ήταν το βίντεο (οι Lost Bodies είχαν την ευθύνη και της εικόνας): ένας κακοφτιαγμένος και κακομονταρισμένος αχταρμάς όπου μπλέκονταν χωρίς καμμία λογική συνέπεια βαπόρια και φαστφουντάδικα, μποντιμπιλντεράδες και ψάρια, και, και… Πλάνα που άλλοτε προσπαθούσαν να εικονοποιήσουν τα ποιήματα, άλλοτε αναρωτιόσουν για το λόγο ύπαρξής τους. Η διαρκής ροή, μέχρι κορεσμού, μουσικής και εικόνας πάνω, πίσω, δίπλα, κάτω από την ποίηση, παράλληλα με την έλλειψη μιας σκηνοθετικής επιμέλειας που, ίσως, θα κατάφερνε να ανασύρει και να προβάλει το λόγο οδηγούσαν στην «αραίωσή» του σε βαθμό που ο Σαχτούρης, στον οποίο με σεβασμό ήταν αφιερωμένη η περφόρμανς _ ω, της αντίφασης! _ να περνάει σε δεύτερο πλάνο. Η άτεχνη ερμηνεία του Θάνου Κόη, με τους διαρκείς λανθασμένους τονισμούς, επιβάρυνε το αποτέλεσμα αφήνοντας μια αίσθηση ερασιτεχνισμού και προχειρότητας που δεν μπόρεσε να την αναιρέσει η εξαιρετική Όλια Λαζαρίδου.

«Bios», 21 Οκτωβρίου 2012.


Μάτση των Ονείρων

«Μάτση Χατζηλαζάρου. Σβήσε το πρόσωπό μου και ξαναρχίζουμε» είναι ο τίτλος της αφιερωμένης στην ποίηση της Μάτσης Χατζηλαζάρου _ «Η Μάτση των ονείρων» την είχε αποκαλέσει ο Μάνος Χατζιδάκις _ παράστασης. Η Δήμητρα Κονδυλάκη συνέθεσε δραματουργικά με μεγάλη προσοχή ποιήματα της Μάτσης Χατζηλαζάρου _ ένα αισθαντικό κράμα λυρισμού και υπερρεαλισμού _ και επιστολές της στον σύντροφό της Ανδρέα Εμπειρίκο, σύζυγό της από το 1939 έως το 1943, σε ένα ελλειπτικό θεατρικό μόρφωμα, ένα μονόλογο, που επιδέξια ανοίγει και κλείνει _ εκεί που άνοιξε, κυκλικά _, εστιάζοντας στην αναχώρησή της το 1945 με το θρυλικό Ματαρόα για την Γαλλία με κατάληξη το Παρίσι. Και με την ίδια προσοχή, ενισχύοντας τη θεατρικότητα, έστησε σκηνοθετικά μία παράσταση μέσα από την οποία αναδύεται το λεπταίσθητο, προσωπικό, ερωτικό άρωμα της ποιήτριας και η εποχή της.
Το γοητευτικό σκηνικό της Φωτεινής Γεωργίου με τα χάρτινα καραβάκια να πλημμυρίζουν τη σκηνή, αν και περισσότερο εικαστικό παρά ουσιαστικά λειτουργικό, και τα κοστούμια της _ το σαξ μαγιό, βέβαια, παρά το υπέροχο χρώμα του, δεν κολακεύει την ηθοποιό _ στήριζουν αποφασιστικά το αποτέλεσμα όπως και οι μουσικές που έχουν επιλεγεί. Η Δέσποινα Παπάζογλου, ηθοποιός με χαρίσματα, υπερασπίζεται με θέρμη, με κυριαρχία στα μέσα της, με σωστή κίνηση, πατώντας γερά στο σανίδι, την πρόταση έστω και αν κάποιες στιγμές ο ποιητικός λόγος _ τι δύσκολο που είναι να τον κατεβάσεις στο κοινό… _ την ξεπερνάει και χάνεται.

«Θέατρο του Νέου Κόσμου», 22 Οκτωβρίου 2012.

October 22, 2012

Ένας χρόνος



Το blog αυτό _ το ιστολόγιο αυτό _ κλείνει σήμερα ένα χρόνο. Κι έχει δεχτεί αυτές τις 366 μέρες, μέχρι χτες τα μεσάνυχτα ακριβώς, 67.304 επισκέψεις. Δηλαδή, κατά μέσο όρο, 184 τη μέρα. Μέσο όρο που σίγουρα ανέβηκε αφότου πέρασε στο facebook (25 Οκτωβρίου 2011) και στο Google + (29 Απριλίου 2012). Ομολογώ πως δεν το περίμενα. Να ευχαριστήσω όλους αυτούς τους αναγνώστες και περισσότερο εκείνους που μου έγραψαν τα σχόλιά τους _ θετικά ή και αρνητικά. Πάνω απ’ όλους όμως τον Lj. A. Που έριξε την ιδέα, σχεδίασε το blog και το υποστήριξε και το υποστηρίζει τεχνικά, στην αρχή κυρίως, οπότε ιδέαν δεν είχα… Σας διαβεβαιώνω πως totetartokoudouni.blogspot.gr. θα συνεχίσει με την ίδια επιμονή σε κάποιες αρχές που έχει θέσει απ’ την αρχή και θα προσπαθήσει να μη σας απογοητεύσει.
Σας χαρίζω σήμερα δυο απ’ τις μουσικές που αγαπώ, αφιερωμένες σ’ αυτούς που μου λείπουν και σ’ αυτούς που έχω με πρώτες την Ζωίτσα και την Σοφούλα μου. Και περνώ στο facebook και στο Google + τις δυο αναρτήσεις που ξεπέρασαν τις 1000 επισκέψεις: Γιατί δεν υπέγραψα ή Οι κοριοί (1130) και Κράτους κατάλυση (1030).

October 21, 2012

Γκροτέσκο ή κακόγουστο;



Το έργο. Η Ελισάβετ της Αγγλίας. Η Α΄. Πανίσχυρη. Αλλά και ανίσχυρη. Η «Παρθένα Βασίλισσα». Αθεράπευτα ερωτευμένη με τον Κόμη του Έσεξ ο οποίος, παρασυρμένος από τους συμβούλους της βασίλισσας πέφτει στην παγίδα τους και εμπλέκεται σε συνομωσία εναντίον της όπου είναι αναμεμιγμένος και ο βασιλιάς της Σκοτίας. Με τις τύψεις για την εκτέλεση της Μαρίας Στούαρτ να την κατατρύχουν, με μια «μάγισσα» να προσπαθεί να την ξανανοιώσει με μεθόδους πρωτόγονες, με έναν ακόμα νεαρό άντρα στο κρεβάτι της, που ο καθολικός παπάς πατέρας του τον έχει βάλει να ξεμυαλίσει τη βασίλισσα για να βρει την ευκαιρία να την δολοφονήσει ο ίδιος εκδικούμενος το θάνατο της καθολικής Στούαρτ, παπάς που τελικά σκοτώνει τον ίδιο του το γιο κατά λάθος, η Ελισάβετ, όπως την έχει δει ο Ντάριο Φο με την γκροτέσκα ματιά του λαϊκού θεατρίνου στο έργο του «Γυναίκα από σύμπτωση: Ελισάβετ» (1984), μιλάει συνέχεια για τον Σαίξπηρ τον οποίο υποπτεύεται πως εκείνην υπονοεί μέσα από διάφορα πρόσωπα στα έργα του, βρίζει σαν καραγωγέας, βλαστημάει, είναι ένα χυδαίο, φτηνό υποκείμενο αλλά, παράλληλα, κι ένα πολιτικά ξύπνιο μυαλό. Ο συγγραφέας, βέβαια, έχει δώσει, ως συνήθως ένα ακατέργαστο κείμενο, ανοιχτό στον αυτοσχεδιασμό, στο οποίο, επιπλέον, ανακατεύει άτακτα πολλά θέματα και το θολώνει.
Σκηνοθεσία. Ο Γιώργος Καραμίχος φιλοδοξεί να γίνει σκηνοθέτης. Αλλά, νομίζω πως πρέπει να μάθει κάποια στοιχειώδη. Στην παράστασή του _ σε άνετη μετάφραση της Μαργαρίτας Δαλαμάγκα – Καλογήρου _, άρρυθμη και μουντζουρωμένη, συγχέει το γκροτέσκο με το ερασιτεχνικό και τη χοντροκοπιά που αγγίζει το κακόγουστο και το χυδαίο. Δυστυχώς με την αγαστή συνεργασία δύο αθώων εν πλήρη συγχίσει νέων ανθρώπων, της Σπυριδούλας Παπαγεωργίου (σκηνικά) και του Θανάση Γκασιώνη (κοστούμια). Διεκπεραιωτικοί οι φωτισμοί του Γιάννη Κατσαρή.
Ερμηνείες. Η Μάρω Κοντού, ηθοποιός εντελώς διαφορετικής ιδιοσυγκρασίας από τους λαϊκούς αυτοσχεδιαστές θεατρίνους που απαιτούν τα έργα του Ντάριο Φο, θα ήταν ίσως κατάλληλη για μια «ορθόδοξη» Ελισάβετ. Σέβομαι τις φιλοδοξίες της ηθοποιού, την οποία βαθύτατα εκτιμώ και θαυμάζω, να παίξει κάτι διαφορετικό, αλλά οι αστικές προδιαγραφές της υποκριτικής της παρασάγγας απέχουν από την  Ελισάβετ που ζητάει ο Φο. Σφίγγεται, ζορίζεται, αλλοιώνει την έξοχη φωνή της αλλά με τίποτα δεν με έπεισε εκστομίζοντας τις αγοραίες εκφράσεις του κειμένου. Αν είχε δάσκαλο σκηνοθέτη θα μπορούσε, ίσως, να με πείσει. μΟι υπόλοιποι, πλάι της, έμπειροι ή άπειροι αλλά ομοίως ακαθοδήγητοι, πελαγοδρομούν σε εραστεχνισμούς και φτήνειες.
Συμπέρασμα. Κρίμα. Γιατί περίμενα πώς και πώς να ξαναδώ την Κυρία Κοντού.

θέατρο «Αγγέλων Βήμα», 15 Οκτωβρίου 2012.

October 19, 2012

Συμπτώσεις δύο αφεντάδων…



Το Τέταρτο Κουδούνι / 19 Οκτωβρίου 2012  

Καλώς σας βρήκα. Καλό φθινόπωρο, καλό χειμώνα και…κουράγιο.
   


Ήταν, και οι δυο, παραστάσεις εξαιρετικές _ ανάμεσα στις λίγες πολύ καλές του περσινού χειμώνα: «Η φόνισσα» του Παπαδιαμάντη ανεβασμένη απ’ τον Στάθη Λιβαθινό με την (αγνώριστη!) Μπέττυ Αρβανίτη ως Φραγκογιαννού στην Α΄ Σκηνή του θεάτρου «Οδού Κεφαλληνίας», οι «Λευκές νύχτες» του Ντοστογιέφσκι σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καταλειφού, με Στάθη Μαντζώρο και Λουκία Μιχαλοπούλου, στην Β΄ Σκηνή του. Φέτος επαναλαμβάνονται. Μην τις χάσετε! 

   



Πέρα απ’ το γεγονός ότι οι δυο σημαντικές παραστάσεις για τις οποίες σας γράφω στο «παράθυρο», των δυο σημαντικών λογοτεχνικών κειμένων _ σε διασκευή / δραματουργική επεξεργασία που συνυπογράφουν ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός κι ο Στρατής Πασχάλης το πρώτο, σε διασκευή της ομάδας εργασίας το δεύτερο _ άντεξαν να πάνε και για δεύτερη σεζόν, να χαιρετίσω την άρση της εν θερμώ απόφασης της Μπέττυς Αρβανίτη και του Βασίλη Πουλαντζά για διακοπή της λειτουργίας της Β΄ Σκηνής της «Πράξης» τους λόγω διακοπής της χρηματοδότησής της απ’ τις επιχορηγήσεις του υπουργείου Πολιτισμού.  


«Αλεξάνδρεια» είναι το όνομα του καινούργιου θεάτρου _ «χώρος πολλαπλών πολιτιστικών εκδηλώσεων» το προσδιορίζει _ που δημιούργησε ο ηθοποιός Βασίλης Βλάχος, δημιουργός της ομώνυμης Καλλιτεχνικής Εταιρείας, στην οδό Σπάρτης 14, κοντά στην πλατεία Αμερικής κι ακόμα πιο κοντά στον άλλοτε κινηματογράφο «Στούντιο».
Ο Χώρος Τέχνης «Αλεξάνδρεια» στεγάζεται σ’ ένα νεοκλασικό της δεκαετίας του ’30, όπου έζησε τα παιδικά του χρόνια αλλά κι αργότερα, όταν παντρεύτηκε, απ’ το 1940 περίπου μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’50, ο Μ. Καραγάτσης. Ο οποίος μάλιστα στο σπίτι αυτό γύρισε σκηνές απ’ την ταινία του _ σεναριογράφος και σκηνοθέτης _ «Καταδρομή». Φιλοδοξεί, εκτός από θεατρικές παραστάσεις, να φιλοξενεί μουσικές εκδηλώσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, εκθέσεις ζωγραφικής και φωτογραφίας, προβολές ταινιών αλλά θα παραχωρείται και για σεμινάρια κι άλλες πολιτιστικές και κοινωνικές εκδηλώσεις. 

Εναρκτήριο του καινούργιου θεάτρου, έργο σύγχρονο ελληνικό: «Πλάτες μέσα στα σκουπίδια» του Κίμωνα Ρηγόπουλου. Ένα έργο που «επιδιώκει να συναντηθεί με τις φανερές και τις υπόγειες διεργασίες που συντελούνται στα χρόνια της μεγάλης κρίσης στην ελληνική κοινωνία». Ανεβαίνει στις 22 Νοεμβρίου σε σκηνοθεσία του ηθοποιού συγγραφέα του, με σκηνικό και κοστούμια Νίκου Πολίτη, μουσική Νίκου Αθανασάκη και φωτισμούς Δημήτρη Μαργαρίτη. Στη διανομή, Έλενα Αρβανίτη, Βασίλης Βλάχος, Χρήστος Ευθυμίου, Γιώργος Μωρόγιαννης, Τζένη Σκαρλάτου.


Ελπίζω _ θέλω να πιστεύω _ πως το μόνο προσόν του κ. Τζαν Κάρλο ντελ Μόνακο που σκηνοθετεί τη φετινή εναρκτήρια παράσταση της Λυρικής _ «Μανόν Λεσκό» του Πουτσίνι _ δεν είναι πως πατέρας του ήταν ο Μάριο ντελ Μόνακο _ «γιος του διάσημου ιταλού τενόρου Μάριο Ντελ Μόνακο, θρυλικού συμπρωταγωνιστή της Μαρίας Κάλλας την δεκαετία του ’50 στις ιστορικές παραγωγές της Σκάλας του Μιλάνου, μπλα, μπλα, μπλα, μπλα, μπλα…». Στοιχείο που τόσο προβάλλεται _ πρώτο! _ στα σχετικά δελτία Τύπου και σε κάθε αναφορά στο σκηνοθέτη. Φυσικό να ’ναι περήφανος για τον μπαμπά του και μπράβο του που είναι, αλλά γιατί να δίνει την εντύπωση ότι το χρησιμοποιεί _ ή ότι αφήνει να το χρησιμοποιούν οι καλούντες;  


Τι μου θυμίζει, τι μου θυμίζει, βρε παιδί μου; Έσπαγα το κεφάλι μου… Τι μου θυμίζει, όπως περιγράφεται η πλοκή του _ μπλεξίματα με Μάφια κλπ _ στο σχετικό δελτίο Τύπου που διάβασα, ακόμα και ως τίτλος, αυτό το «Ένας υπηρέτης για δυο αφεντικά» του Γκολντόνι που ανεβάζει ο Πέτρος Φιλιππίδης στο «Μουσούρη» σε μετάφραση (απ’ τα ιταλικά;) / διασκευή που υπογράφει ο ίδιος μαζί με τον Χρήστο Σιμαρδάνη. Μήπως το «One man, two guvnor» του Ρίτσαρντ Μπιν, επίσης βασισμένο στον «Υπηρέτη δυο αφεντάδων», που ανέβηκε στο Λονδίνο, στο Εθνικό Θέατρο _ παράσταση που μεταδόθηκε μάλιστα ζωντανά στο Μέγαρο Μουσικής πέρσι τον Σεπτέμβριο _ και τώρα παίζεται στο Μπρόντγουέι; Μπα, θα μου φάνηκε. Σύμπτωση θα ’ναι, αφού και οι δυο διασκευές στο ίδιο έργο βασίζονται…  


Είδα κι άκουσα καθυστερημένα, σ’ ένα βιντεάκι απ’ τη συνέντευξη Τύπου η οποία δόθηκε στην Θεσσαλονίκη, παρουσία του δημάρχου κ. Μπουτάρη και του αντιδημάρχου Πολιτισμού κ. Πέγκα, για την παρουσίαση στο πλαίσιο των «Δημητρίων» του μονολόγου «Ρόουζ» του Μάρτιν Σέρμαν, το οποίο ανάρτησε η ιστοσελίδα kulturosoupa.gr, την κ. Ζωή Λάσκαρη που πρωταγωνιστεί, όταν ερωτήθηκε αν έχει δει το (πρώτο) ανέβασμα του έργου (στην Ελλάδα, απ’ τον Κοραή Δαμάτη) με την Αντιγόνη Βαλάκου, ν’ απαντάει «όχι, δεν το έχω δει, αλλά νομίζω πως αυτό ήταν αναλόγιο, δεν ήταν παράσταση». Και κανέναν να μην τη διορθώνει.
Ε, λοιπόν, δεν ξέρω πώς ακριβώς το εννοούσε η κ. Λάσκαρη,
αλλά, έστω και καθυστερημένα, να θυμίσω, μια και κανείς απ’ τους παριστάμενους δεν το θύμισε _ ή, μήπως, δεν το θυμήθηκε; _ , πως η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ που παίχτηκε το 2000 - 2001 στο «Ιλίσια / Βολανάκης» και επαναλήφθηκε το 2003 - 2004 στο «Χώρα» ΔΕΝ ήταν «αναλόγιο». Ήταν ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ. Και μάλιστα παράσταση συγκλονιστική. Με μια συγκλονιστική ερμηνεία _ είχα γράψει επανειλημμένα τότε για τους όρθιους στο τέλος θεατές που είδα δυο φορές, με τα μάτια μου, να κλαίνε και ν' αποθεώνουν την Ηθοποιό _, την καλύτερη, κατά τη γνώμη μου, της Κυρίας Βαλάκου, τουλάχιστον τα σαράντα τελευταία χρόνια που την παρακολουθώ συστηματικά. «Αναλόγιο» ήταν _ με το κείμενο στα χέρια δηλαδή _ αυτό που παρουσίασε η πρώτη διδάξασα Ολυμπία Δουκάκη, το 2006, μετακλημένη στην Αθήνα.



Α, ώστε έτσι λοιπόν; Η Ακινήτων Δημοσίου θυμήθηκε το «Εμπρός»! Ύστερα από πέντε, πάνω – κάτω, χρόνια εγκατάλειψης. Κι ένα χρόνο αφότου η Κίνηση Μαβίλη, μια αυθόρμητη συσπείρωση άστεγων καλλιτεχνών, μπήκε μέσα, έκανε «κατάληψη», ξεβρόμισε το κτίριο και το αξιοποίησε με πειραματικές δράσεις, χωρίς καμιά οικονομική συναλλαγή και με υποδειγματική δουλειά συνόλου. Κι αντί η Πολιτεία να τους επιβραβεύσει, επιδιώκει να πετάξει έξω τους άστεγους καλλιτέχνες για να «αξιοποιήσει» το θέατρο και να το «νοικιάσει». Μη βάλω τις φωνές! Ειδικά όταν μαθαίνω πως κάποιοι άλλοι καλλιτέχνες που περιμένουν στη γωνία _ και ντροπή τους _ έχουν βάλει την ουρίτσα τους…  


Σάμιουελ Τζάκσον κι όχι Τζόνσον, όπως έγραφα στο «Τέταρτο Κουδούνι» στις 13 Σεπτεμβρίου, το τελευταίο πριν φύγω για διακοπές, είναι βέβαια το όνομα του πασίγνωστου αμερικανού ηθοποιού που έπαιζε στην ταινία «The Sunset Limited». Την κινηματογραφική εκδοχή του ομώνυμου έργου του Κόρμακ ΜακΚάρθι το οποίο θα παίξουν ο Γιάννης Βούρος κι ο Αλέκος Συσσοβίτης στο «Faust» του δεύτερου.  


Και μην ξεχνάτε: «Το Τέταρτο Κουδούνι» και μάλιστα «χτενισμένο» το βρίσκετε και στο totetartokoudouni.blogspot.com Και όχι μόνο «Το Τέταρτο Κουδούνι».  

Προ 50ετίας

Τα Θεατρικά Νέα

Ο θεατρικός συνεργάτης των «Νέων» γράφει τα εξής: Άρχισε χθες και ο θίασος Καρέζη – Κωνσταντάρα. Στόχος του, το βουλεβάρτο. Στο πρόγραμμα, οι «Κρατικές υποθέσεις» _ άλλοτε ποτέ «Δεσποινίς, γυναίκα μου» _ του αρχιμάστορα του είδους Λουί Βερνέιγ. Έξυπνο, ευπρεπές, καλογραμμένο _ ένα ευχάριστο τίποτα. Η Καρέζη στο στοιχείο της. Καλός ο Κωνσταντάρας. Και ο Τσάπελης. * 18 Οκτωβρίου 1962.
 


Απόψε στις 9.45 αρχίζει παραστάσεις το θέατρο Έλσας Βεργή με το πρωτοποριακό έργο του Ζαν Ζενέ «Το μπαλκόνι». Με το «Μπαλκόνι» ο Μίνως Βολανάκης πραγματοποιεί την πρώτη σκηνοθετική εργασία του στην Ελλάδα, ύστερα από την λαμπρή σταδιοδρομία στο αγγλικό θέατρο […]. 19 Οκτωβρίου 1962.  


Δύο νεόκτιστα χειμερινά θέατρα εγκαινιάζονται την ερχομένη εβδομάδα. Το ένα η «Διάνα» της οδού Ιπποκράτους 7, και το άλλο το θέατρο «Βεάκη» της οδού Στουρνάρα. Όπως έχει αναγγελθή, στο θέατρο «Βεάκη» θα εγκατασταθή ο θίασος Μίμη Φωτόπουλου – Ντίνου Ηλιόπουλου και στη «Διάνα» ο θίασος Κάκιας Αναλυτή – Γιάννη Αργύρη - Κώστα Ρηγόπουλου. 20 Οκτωβρίου 1962

Δημοσιεύτηκε στα «Νέα».


 

Ζητούνται χαρτογράφοι…


Διαβάζω στη συνέντευξή του στους «Financial Times» _ απάντηση στις καταγγελίες για τα βασανιστήρια σε αστυνομικά τμήματα και για τις σχέσεις της αστυνομίας με την «Χρυσή Αυγή», που δημοσιεύτηκαν σε αγγλικές εφημερίδες _ ο υπουργός Δημόσια Τάξης και Προστασίας (;) του Πολίτη κ. Δένδιας να λέει, μεταξύ άλλων: «Η ΕΛ.ΑΣ. κάνει ό,τι μπορεί για να αντιμετωπίσει την ακροδεξιά βία, ωστόσο πρόκειται για έναν άγνωστο έως σήμερα εχθρό. Βρισκόμαστε σε αχαρτογράφητα νερά. Η αστυνομία δεν είναι εξοικειωμένη με αυτό το είδος βίας». Προφανώς είναι εξοικειωμένη με πολλά άλλα είδη… Γλώττα λανθάνουσα.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

October 16, 2012

Ένα κλεφτό φιλί…


Λογοκρισία στην τηλεόραση! Εν έτει 2012! Σε χώρα που θεωρεί εαυτήν ευρωπαϊκή! Μέρες τώρα διαφήμιζαν στην ΝΕΤ τις αγγλικές σειρές που αγόρασαν και θα προβάλουν. Χαρά ο κόσμος που έχει φλομώσει στο τούρκικο… Λες; Κι άρχισαν χτες με το «Dowton Abbey». Και πριν αλέκτορα φωνήσαι το λογόκριναν! Ναι! Έκοψαν ένα ομοφυλόφιλο φιλί. Πέραν του μεγέθους της γελοιότητας, τίθεται ένα θέμα ουσιαστικό: ποιος νομιμοποιείται να το κάνει αυτό; Ποιος ήταν αυτός; Και ήταν μια κίνηση ατομική; Ή ακριβώς αυτό το πνεύμα έχει πλέον πρυτανεύσει; Διότι δεν είδα και δεν άκουσα ακόμα ούτε να έχει παραιτηθεί κάποιος ούτε να έχει ήδη παυθεί. Νοιώθω σα να ζω πάλι τη δεκαετία του ’70. Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

October 12, 2012

Κράτους κατάλυση


Όταν ένα κράτος δεν μπορεί να διαφυλάξει από το παρακράτος την ελευθερία του λόγου, όταν δεν είναι ικανό να διαφυλάξει ούτε καν την πραγματοποίηση μιας θεατρικής παράστασης, τότε το κράτος αυτό έχει καταλυθεί. Εκτός κι αν απλώς αγαστά συνεργάζεται με το παρακράτος…

October 10, 2012

Η ιστορία περίμενε στη γωνία…


Mεγάλη επιτυχία στην αναθέρμανση των ελληνογερμανικών σχέσεων και γενικότερα στην εκτίναξη των διεθνών σχέσεων της Ελλάδας, μεταξύ άλλων, κι αυτός ο «περίπατος» του κ. Σαμαρά ΜΑΖΙ, λέει,  με την κ. Μέρκελ από το Μέγαρο Μαξίμου έως το Προεδρικό Μέγαρο. Αλήθεια, πόσο απέχουν; Εκατό μέτρα; Όσο να περάσεις, απ’ τη μια γωνία στην άλλη, την Βασιλέως Γεωργίου Β΄, αν δεν κάνω λάθος. Μια μεγάλη στιγμή της ελληνικής ιστορίας. Τα εκατό μέτρα που συγκλόνισαν τον κόσμο… Ο οποίος κόσμος, όλος, μια σκηνή…

October 4, 2012

Σου σπάσανε τα κόκαλα...

Το «ανακάλυψα» στο διαδίκτυο με αφορμή την ανάρτηση από τον εκλεκτό Τέλλο Φίλη της, έξοχης, «επίσημης» ηχογράφησης με την Μαρία Φαραντούρη, την οποία επίσης λατρεύω. Αλλά η λιγότερο «περίτεχνη», ανέκδοτη εκδοχή με πιάνο πιστεύω πως είναι από τις πιο σπαρακτικές στιγμές του Μάνου Χατζιδάκι και της Φλέρυς Νταντωνάκη. Ένα τραγούδι _ ένα θλιμμένο, πένθιμο εμβατήριο _, όσο ποτέ, ίσως, τόσο επίκαιρο... Η ανάρτηση του Τέλλου Φίλη αυτή την έννοια άλλωστε είχε. Τον ευχαριστώ. 



Σηκώθηκεν ο άνεμος 
και σκίζει τα πανιά μας 
πέφτει η βροχή και μούσκεψε 
τα πιο κρυφά όνειρά μας 
μα εσύ μικρή τρελή και παραπονεμένη 
το 'λεγες πως θα γίνουσαν
μικρή λησμονημένη; 

Σε πάτησαν τα πόδια μας 
σε μάτωσεν η βιά μας 
σου σπάσανε τα κόκαλα 
τ΄ ασθενικά παιδιά μας 
κι όταν ξερή κι αναίσθητη σε πέταξαν στο χώμα 
ποιος τάχα σε θυμήθηκε 
έτσι θλιμμένη 
μικρή λησμονημένη; 

Μουσική και στίχοι: Μάνος Χατζιδάκις. Από το έργο του «Η εποχή της Μελισσάνθης», έργο 37 (1970 - 1980). Τραγουδάει η Φλέρυ Νταντωνάκη. Η συγκεκριμένη ηχογράφηση έγινε στην Νέα Υόρκη γύρω στο 1970. 

Και ο πρόλογος του Μάνου Χατζιδάκι στο δίσκο του 1980: 

Μια πρώτη ανάγνωση 

Λίγο μετά τον πόλεμο, είδα σε μια εφημερίδα _ κίτρινη την θυμάμαι, σαν όλες τις εφημερίδες _ μια είδηση χαμένη στις πολλές, απ' την κατεστραμμένη Γερμανία. Έγραφε για μια γυναίκα που ο πόλεμος της είχε αρπάξει όλους τους δικούς της και για να επιζήσει, έρημη καθώς ήταν, πουλούσε ερώτα μες στο ερειπωμένο υγρό λιμάνι του Αμβούργου. Και ένα βράδυ, όπως τριγύριζε στους σκοτεινούς δρόμους του λιμανιού, γνωρίζει ένα στρατιώτη, νέο παιδί και άρρωστο σχεδόν, που επέστρεφε απ' την αιχμαλωσία. Πηγαίνουν για έρωτα σ' ένα φτηνό ξενοδοχείο και πάνω στο κρεβάτι, από ένα φυλαχτό που είχε κρεμασμένο στο λαιμό του, τον ανεγνώρισε _ ήταν ο γιος της. Τρέχει έξαλλος αυτός και πνίγεται στα κρύα νερά του λιμανιού. Κι εκείνη, που το μυαλό της σάλεψε, απόμεινε τρελή ν' αποζητάει το γιο της στο λιμάνι. Εδώ τελειώνει η είδηση. Πώς ήρθε τ' όνομα της Μελισσάνθης μέσα μου ξαφνικά; Μια γυάλινη ηρωίδα του Μεσοπολέμου να παίρνει έτσι αυθαίρετα την όψη μια τρελής μητέρας, ερωμένης και αδελφής, μέσα στα ερείπια μιας κατεστραμμένης πόλης; Η ιστορία αυτή άφησε μέσα μου μια ταραχή ως τώρα, που τελείωσα την Εποχή της Μελισσάνθης, χωρίς να ξέρω αν τέλειωσα και με το πρόσωπό της.

Δεύτερη ανάγνωση

Χρονικό ενός καιρού, οι πρώτες μέρες της απελευθέρωσης, με ανεξίτηλες αυτοβιογραφικές εικόνες. Σαν το ρολόι στο καπηλειό με τους δύο φίλους που ζητάν δραματικά και επίμονα να σταματήσουν τον Χρόνο ή εκείνο τον φίλο που τον χάσαμε σχεδόν παιδί _ τον λέγαν Έκτορα Οικονομίδη και ήταν είκοσι χρονών όταν τον τύφλωσαν και τον θανάτωσαν οι Γερμανοί στο Χαϊδάρι, αφού βέβαια τον πρόδωσαν οι «εθνικόφρονες» εκείνου του καιρού. Και εικόνες άπειρες από κατεστραμμένα σπίτια σαν χέρια αιχμηρά που να ζητάν ελεημοσύνη από τον ουρανό. Και μάνες να γυρεύουν τα παιδιά τους πάνω από τις καμένες στέγες μ' ένα πλήθος που να κραυγάζει έξαλλα και αλλοπρόσαλλα συνθήματα. Μες στον αλαλαγμό, ρωτούσαμε και ψάχναμε να βρούμε την Μελισσάνθη, σύμβολο ιδανικών αλλοτινών καιρών. Μα η Μελισσάνθη δεν βρισκόταν πουθενά. Γιατί αν την βρίσκαμε, ίσως να μην επέτρεπε τους φόνους του Τζων Κέννεντυ και του Λουθήρου Κινγκ. Δεν θα 'φηνε να γίνει το Βιετνάμ χώρα της βίας και της χαμένης ανθρωπιάς, την Χιλή να αιμορραγεί στη Δύση του Ήλιου και την Αργεντινή να χορεύει τανγκό με τον ρυθμό των πολυβόλων. Οι νέοι της Αμερικής του '60 ανακάλυψαν τον Ντέμιαν και τα νεκρά παιδιά του Μάλερ κι εκείνο το ερωτικό παιδί από την Βενετία. Όμως η πτώση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, εξακολουθεί να παρασέρνει τον κόσμο μας στον τελικό του αφανισμό. Και η Μελισσάνθη, αφού τραγούδησε μια τελευταία φορά την τραγική Λιλή Μαρλέν, χάθηκε στα σκοτάδια των καιρών. Οριστικά. 

Και μια τρίτη ανάγνωση 

Η Μελισσάνθη απόμεινε τρελή ν' αποζητάει μοιρολογώντας τον πνιγμένο γιό της. Πώς βρέθηκε εκείνες τις μέρες στην Αθήνα; _ δεν έγινε γνωστό . Όλοι ρωτούσαν, ψάχναν να την βρουν, μαζί μ' αυτούς κι εγώ, γνωρίζοντας πως ίσως να βρισκόταν κάπου εκεί ανάμεσά μας. Μάθαμε τέλος πως συνάντησε τυχαία διαδηλωτές, πως την καταδιώξανε, την ποδοπάτησαν και της σπάσανε τα κόκαλα. Έτσι στη γη πεσμένη και νεκρή, την βρήκανε περαστικοί και δίχως προσευχή ή ακολουθία θρησκευτική, την θάψαν βιαστικά για να προλάβουνε τη βραδινή παρέλαση και λαμπαδοφορία. Για την απελευθέρωση. Μια απελευθέρωση που έκρυβε μέσα της έναν θανατερό συμβιβασμό, την βία και την ενοχή, την προδοσία και την χωρίς γιατρειά τραυματισμένη ελευθερία. Μια απελευθέρωση που δεν πρόλαβε να γίνει λαϊκή. Την κατάγραψαν μ' ευκολία εθνική, και την γιορτάζουν στα Δημαρχεία και τις Νομαρχίες. «Σου σπάσανε τα κόκκαλα τ' ασθενικά παιδιά μας", αναστροφή του Σολωμικού "Απ' τα κόκκαλα βγαλμένη των ελλήνων τα ιερά» Πού βρίσκεται η αλήθεια της νεοελληνικής μας ελευθερίας; Βέβαια και στους δύο αυτούς στίχους. Αδιάκοπα, διαδοχικά και παραναοϊκά. Η εποχή της Μελισσάνθης τελείωσε. Σήμερα ζω για πάντα τον χαμό της. Κι ο κόσμος μας δεν πάει να γίνει καλύτερος. Με όλα όμως αυτά, δεν θέλω να δώσω ιστορικές διαστάσεις στην Μελισσάνθη και στην εποχή της. Επιθυμώ να καταγράψω μόνο την προσωπική μου περιπέτεια και συμμετοχή στην πρόσφατη ιστορία του κόσμου, έτσι καθώς την έζησα μεσ' από το σπίτι μου και μέσα από την πόλη που εξακολουθώ να ζω. 

Μάνος Χατζιδάκις 
9 Δεκεμβρίου 1980