December 20, 2018

Στο Φτερό / Ασύνδετο κολάζ μαγευτικών εικόνων ή Αφιέρωμα του Δημήτρη Παπαϊωάννου στον Δημήτρη Παπαϊωάννου και στην Πίνα Μπάους


«Since She» / Σκηνοθεσία: Δημήτρης Παπαϊωάννου. 
 
Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου είναι δημιουργός μαγευτικών κινούμενων εικόνων. Ευφυής. Ιδιοφυής. Η εικαστικότητα σηματοδοτεί τη δουλειά του απ’ την αρχή της πορείας του, το 1987 -εικαστικός, εξάλλου, ήταν κι είναι, αρχικά και βασικά. Απ’ τις 
Τελετές, μάλιστα, Έναρξης και Λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, που του ’χαν ανατεθεί, έπαψε να δηλώνει χορογράφος και να χαρακτηρίζει τις δουλειές του χορογραφίες, έστω κι αν στο χορό κατατάσσουν τις παραστάσεις του· σκηνοθεσίες τις χαρακτηρίζει. Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου κόμισε στην ελληνική χορευτική σκηνή κάτι καινούργιο, κάτι διαφορετικό. Όπου η υψηλή αισθητική κι οι εμπνεύσεις απ’ τη ζωγραφική -από Καραβάτζο και Ρέμπραντ έως Μαγκρίτ και Τσαρούχη- μπλέκουν αρμονικά με την αισθητική των κόμικς -τα οποία ευδόκιμα έχει καλλιεργήσει-, υπηρετώντας, μ’ ελευθερία κι ανοιχτό μυαλό, θέματα τολμηρά κι ενδιαφέροντα. Στο «Since She» (2018) ο Δημήτρης Παπαϊωάννου,
σκηνοθετώντας (υπογράφει σύλληψη, εικαστικό σχεδιασμό και σκηνοθεσία) -ο χορός όλο και υποχωρεί κι η κίνηση έχει πάρει πια το πρώτο χέρι-, για πρώτη φορά εκτός των χωρικών του υδάτων κι υποχρεωμένος να δουλέψει σε χρόνο πολύ περιορισμένο σε σχέση με τους χρόνους που δαπανούσε, μέχρι τώρα, για την προετοιμασία της κάθε δουλειάς του, πιστεύω ότι κατέφυγε σε λύσεις ασφαλείς -στον εύκολο δρόμο: συνέθεσε ένα απάνθισμα σημαντικών στιγμών από προηγούμενες παραστάσεις του, μαγειρεμένων με καινούργιο τρόπο, μετασχηματισμένων και συνδεμένων με κάποιες νέες ιδέες και, παράλληλα, μ’ ένα φόρο τιμής στην Πίνα Μπάους 
που ’παιξε αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωσή του ως καλλιτέχνη, όπως ο ίδιος δηλώνει, και που στο Χοροθέατρο του Βούπερταλ, το οποίο εκείνη ίδρυσε το 1973 και, σήμερα, μετά το θάνατό της, φέρει πια τ’ όνομά της, τον κάλεσαν να κάνει την παράστασή του -κίνηση, που, οπωσδήποτε τιμά τη μνήμη Της αλλά και κολακεύει τους οικοδεσπότες. Σ’ ένα φαιό τοπίο, σ έναν επιβλητικό, άνυδρο, σαν καμένο, λόφο που αποδεικνύεται πως δε συντίθεται παρά από μαλακές, μαύρες μαξιλάρες (σχεδιασμός σκηνικών Τίνα Τζόκα) -και που μου θύμισε, λίγο, το σκηνικό της Έλλης Παπαγεωργακοπούλου για την «Γκόλφω» του Νίκου Καραθάνου στο Εθνικό-, η παράσταση ανοίγει με τις καρέκλες του «Καφέ Μίλερ», της εμβληματικής (1978) παράστασης της Πίνα Μπάους
και του Χοροθεάτρου του Βούπερταλ, που ο Δημήτρης Παπαϊωάννου ανέσυρε απ’ τις αποθήκες του συγκροτήματος. Οι δεκάξι χορευτές του, στα μαύρα, ο ένας μετά τον άλλο, τις κουβαλούν στη σκηνή, τις περνούν ο ένας στον άλλο, χέρι-χέρι, τις εναποθέτουν μια-μια στο σανίδι, ισορροπούν επισφαλώς πάνω τους -οι γυναίκες με τα ψηλοτάκουνά τους- αφήνοντας μια αίσθηση απ’ το χορό στον οποίο σέρνει ο Χάρος τις ψυχές στην «Έβδομη σφραγίδα» του Μπέργκμαν. Η παράστασή του -υπέροχη και πάλι αισθητικά, επιμένω-, για μένα που παρακολουθώ τη δουλειά του 
απ’ το 1991 και την πρώτη εμφάνισή του με την «Ομάδα Εδάφους» την οποία είχαν δημιουργήσει με την Αγγελική Στελλάτου, στην «Κατάληψη», ήταν ένα déjà vu -κάθε τόσο ανίχνευα ιδέες από παλιότερες παραστάσεις του: εκείνη η ελιά -που η Γυναίκα φυτεύει στην κορυφή του λόφου κι ο Άντρας ξεριζώνει-, εκείνα τα κολωνάτα ποτήρια που σέρνονται μαζί με το σώμα της χορεύτριας, ακουμπισμένα πάνω στο ρούχο της, οι άντρες με τα μαύρα κοστούμια και τις γραβάτες, τα διαρκή γδυσίματα και ντυσίματα των αντρών, οι αργές πτώσεις -απ’ το «Ενός λεπτού σιγή»-, τα «βέλη» του ζευγαριού που σμίγει -απ’ το «The Great Tamer», σε φορά αντίστροφη-, τα πόδια-μέλη 

απ’ την «Πρώτη ύλη», το αλλόκοτο, εξπρεσιονιστικό πλάσμα με κάτι απ’ τον Σκύλο της «Μήδειας»... Ολ’ αυτά, μαζί με εικόνες απ’  
το χορογραφικό παρελθόν της Πίνα Μπάους -οι γυναίκες, για παράδειγμα, με τις υπέροχες τουαλέτες (σχεδιασμός κοστουμιών Θάνος Παπαστεργίου)... Κι ανάμεσα, εικόνες θρησκευτικής έμπνευσης, εικόνες με φρέσκο χιούμορ -η «περιποίηση» του γυμνού νεαρού χορευτή, η σκηνή του μαγειρέματος στην κουζίνα, με το αυγό που, στο τέλος, απολαυστικά γεννάει η όρθια πάνω στην κουζίνα χορεύτρια, για να το προσθέσει στο σκεύος με το μείγμα-, εικόνες πανέμορφες -η αρχαιοελληνική Νύμφη, στα λευκά, κι οι άντρες με τις φτέρες, τα αναποδογυρισμένα τραπέζια που τσουλούν πάνω στους κυλίνδρους σα να πλέουν... Κι όλα αυτά να ρέουν αργά, νωχελικά, υπνωτιστικά, να σε συνεπαίρνουν και, ξαφνικά, μια έκρηξη κίνησης, ένας στροβιλισμός συναρπαστικός,
πάνω στο Βαλς απ’ την «Μασκαράτα» του Χατσατουριάν... Αλλά κι ένα «ελληνικό» κομμάτι, με αρνί στη σούβλα και γλέντι, ειρωνικό μεν αλλά ένθετο, πιστεύω, για να δώσει και το ελληνικό 
στίγμα του σκηνοθέτη στους γερμανούς οικοδεσπότες ή το φινάλε, μ’ ένα χορευτή να φορτώνεται στην πλάτη του όλες τις καρέκλες πλέκοντάς τες μέσα στα καρεκλοπόδαρα και προσπαθώντας να 
ισορροπήσει σα νούμερο κινέζικου τσίρκου, που δεν μου άρεσαν. Εν ολίγοις, ένα κολάζ, ένα -όχι, τελικά, επιτυχώς συναρμολογημένο...-παζλ, ένα ποτ-πουρί από επιτυχημένες παλιότερες ή καινούργιες σκηνές, από εικόνες μεθυστικής αισθητικής, πάνω σ’ ένα χαλί-πάτσγουορκ μουσικών -απ’ το μπουζούκι του Χρήστου Κωνσταντίνου μέχρι 

Βάγκνερ κι από Βέρντι και Άιβς μέχρι Αχαλινωτόπουλο και Τομ Γουέιτς (επιμελημένο απ’ τον Θανάση Δεληγιάννη -που ’χει σχεδιάσει και τον ήχο- και 

τον Στέφανο Δρουσιώτη), με υποβλητικούς φωτισμούς (Fernando Jacon, Στέφανος Δρουσιώτης) αλλά με απούσα τη δραματουργία, είναι κατά τη γνώμη μου το «Since She». Σαν ένα διπλό αφιέρωμα του Δημήτρη Παπαϊωάννου στον ίδιο τον Δημήτρη Παπαίωάννου
και στην Πίνα Μπάους. Δεν εισέπραξα έναν κεντρικό άξονα, κάποιο συνεκτικό ιστό, ώστε να μπορώ να μιλήσω για παράσταση ολοκληρωμένη -ίσως η πιο έντονη, σε σχέση με τις τελευταίες δουλειές του Δημήτρη
Παπαϊωάννου, παρουσία της γυναίκας, ώστε να δικαιολογείται και το «She» του τίτλου, να ’ναι ένα χαρακτηριστικό της αλλά όχι άξονάς της. Μια παράσταση που με συνεπήρε αισθητικά αλλά περίμενα πολύ περισσότερα απ’ αυτή (Φωτογραφίες: Julian Mommert).
(Εξαίρετο, υψηλής αισθητικής, το -δωρεάν!- 120 σελίδων αφιερωματικό πρόγραμμα της παράστασης «Μια έκδοση για τον Δημήτρη Παπαϊωάννου» -επιμέλεια Ιλειάνα Δημάδη, συντονισμός/τυπογραφική επιμέλεια Χριστίνα Κοσμόγλου-, μ’ άψογα, διαφωτιστικά για το παρελθόν και το παρόν του καλλιτέχνη, κείμενα της Κλημεντίνης Βουνελάκη που γνωρίζει, 
όσο, ίσως, κανείς άλλος, το θέμα και της Ιλειάνας Δημάδη κι ανέκδοτο υλικό απ’ το προσωπικό αρχείο του Δημήτρη Παπαϊωάννου. Συλλεκτικό! Αποκτήστε το!).

«Στέγη» Ιδρύματος Ωνάση / Κεντρική Σκηνή, Tanztheater Wuppertal «Pina Bausch», 18 Δεκεμβρίου 2018.

No comments:

Post a Comment