July 29, 2022

Όλα μαύρα κι ένα ποτάμι ή Συναρπαστικός διάπλους

 

Στο Φτερό / «Lapse». Οπτικοακουστική εγκατάσταση των Σταύρου Γασπαράτου και Λαρς Τζαν. 
 
Μία αίθουσα εξαιρετικά ψηλοτάβανη, βουτηγμένη στο σκοτάδι. Εμείς σε χαμηλές ξαπλώστρες. Όλα μαύρα. Στον ένα τοίχο, μία οθόνη κάθετα στημένη. Στο κέντρο της, ένας προτζέκτορας προβάλλει σε έναν καθρέφτη, επίσης κάθετα στημένο. Και η
εικόνα επιστρέφει στην οθόνη. Λήψεις με drone από πολύ ψηλά. Βλέπω βραχώδεις όγκους. Και στο βάθος, μακριά, ένα σώμα, με κόκκινο μπουφάν να αιωρείται. Όσο το τράβελινγκ συνεχίζεται, συνειδητοποιώ ότι το σώμα δεν αιωρείται αλλά βρίσκεται στο νερό. Και μετά καταλαβαίνω πως πρόκειται για ποτάμι. Πως τα βράχια είναι οι όχθες του. Και ότι το σώμα είναι ένα κορίτσι. Άλλοτε, από πολύ ψηλά, φαίνεται 
σαν κουκίδα, άλλοτε ο φακός ζουμάρει: ένα κορίτσι αφημένο στο ρεύμα του ποταμού -θα μάθω ότι είναι ο Αχελώος. Επιπλέει χαλαρά -ρέει μαζί με το ποτάμι. Κάποτε ξεμουδιάζει βουτώντας με κινήσεις ρυθμικής κολύμβησης -αρμονικά. Κάποια στιγμή το ποτάμι διασχίζει κατοικημένη περιοχή. Μία
άγια ηρεμία. Την οποία, όμως, υπονομεύει, μέσα στην ομιχλώδη ατμόσφαιρα της αίθουσας, η μουσική -οι ήχοι καλύτερα. Ήχοι ποικίλοι. Ηλεκτρονικοί και φυσικοί. Ψίθυροι, μουρμουρητά, κουβέντες μακρινές σε απροσδιόριστες ξένες γλώσσες, ήχοι διαδήλωσης έως και ένα «επόμενη στάση 
Χολαργός», από τις αναγγελίες στο μετρό της Αθήνας, που αιφνιδιάζει με το χιούμορ του. Ο Αμερικανός Λαρς Τζαν σκηνοθέτησε το κινηματογραφικό υλικό και σχεδίασε την
οπτική εγκατάσταση και ο εξελισσόμενος διεθνώς δικός μας συνθέτης και
sound artist Σταύρος Γασπαράτος υπογράφει τη μινιμαλιστική μουσική σύνθεση και το σχεδιασμό της (πολυκάναλης) ηχητικής εγκατάστασης για το «Lapse» -η πολυσήμαντη λέξη εδώ, ίσως, με την έννοια της προόδου του χρόνου-, τη συναρπαστική, καθηλωτική οπτικοακουστική εγκατάσταση, 
διάρκειας μίας ώρας, η οποία επαναλαμβάνεται σε λούπα, εγκατάσταση που έχουν συνδημιουργήσει οι δύο τους. Ένα ταξίδι στο χρόνο και στο χώρο απολύτως γοητευτικό -συναρπαστικό. Που αξίζει να το ζήσετε -η είσοδος, άλλωστε, είναι δωρεάν (Φωτογραφίες: 1,5,6,7,8 Μαρίζα Καψαμπέλη, 2,3,4 The Arch Labyrinth). 
 
(Την εγκατάσταση-προβολή συνοδεύει ένα καλόγουστο δίπτυχο, δίγλωσσο -ελληνικά και αγγλικά- έντυπο, με τα βασικά στοιχεία). 
 
Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» / Αριστερό Παρασκήνιο Αίθουσας «Σταύρος Νιάρχος» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Delta Pi Productions και ΚΠΙΣΝ, 25 Ιουλίου 2022.

July 26, 2022

Πέθανε μια Σπουδαία Ηθοποιός

 

Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια... 140

 

Πέθανε τον Απρίλιο. Στα 93 της χρόνια. Το μάθαμε μόλις χτες, τρεις μήνες μετά. Οι συγγενείς της δεν ειδοποίησαν. Το χειρότερο ήταν ο τίτλος με τον οποίο το ανάγγειλαν οι εφημερίδες κι οι ιστοσελίδες: «Πέθανε η Μάχη από τα ‘Εγκλήματα’». Λογικό απ τη μια -για να καταλάβει το μεγάλο κοινό ποια ήταν. Άδικο απ’ την άλλη για την Σούλα Αθανασιάδου. Ο τίτλος θα ’πρεπε να ’ταν «Πέθανε μια Σπουδαία Ηθοποιός». Γιατί αυτό ήταν η Σούλα Αθανασιάδου: μια Σπουδαία Ηθοποιός.

Γεννημένη το 1929 στον Πειραιά, απόφοιτη 1952 της δραματικής σχολής του Θεάτρου Τέχνης, απ’ την ίδια χρονιά στη σκηνή, η Σούλα Αθανασιάδου, σύζυγος ενός επίσης εξαιρετικού ηθοποιού, του Γ. Δάνη, έπαιξε δεκάδες ρόλους στο θέατρο έως το 2006, λιγότερους στον κινηματογράφο, για να γίνει ευρύτερα γνωστή, μεγάλη σε ηλικία πια, απ’ την τηλεόραση και σειρές όπως τα «Εγκλήματα» ή το «Λόγω τιμής». Και ξεχώριζε πάντα. Σ’ ό,τι κι αν έκανε. Η Σούλα Αθανασιάδου κατατασσόταν στα «μπουντέλια» του θεάτρου, κατά τη θεατρική ορολογία -στους ηθοποιούς δεύτερων, κυρίως, ρόλων που, κάποτε, στηρίζουν την παράσταση περισσότερο απ’ τους πρωταγωνιστές: αθόρυβη, διακριτική. Και με χιούμορ.

Θέλω να καταθέσω τρεις προσωπικές στιγμές μου απ’ την επαφή μου με την ηθοποιό Σούλα Αθανασιάδου. Ως θεατής.

Καλοκαίρι του 1974. Στο τότε θερινό θέατρο «Αττικόν» της Κοδριγκτώνος: έχουν κάνει θίασο με τον άντρα της, τον Δάνη, κι έχουν ανεβάσει τον «Τύραννο», μια δραματική κομεντί των Άλκη Παπά και Βασίλη Ιμπροχώρη -ένα ήσσον έργο, κάτι από «Δεσποινίς ετών 39». Παίζει μια γεροντοκόρη. Την ανακαλύπτω. Και δε θα την ξεχάσω ποτέ.

Χειμώνας 1983/1984. Στο Υπόγειο του «Θεάτρου Τέχνης» ο Κάρολος Κουν έχει ανεβάσει την «Κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη -έξοχο έργο, έξοχη παράσταση, Η Σούλα Αθανασιάδου παίζει την Βαγγελιώ. Έχει μια σκηνή που ξυπνάει κι αλαφιασμένη διηγείται ένα όνειρο που είδε. Δε θα την ξεχάσω ποτέ.

Καλοκαίρι του 1997. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ξεκινάει το «Θέατρο του Νέου Κόσμου με μια θεατροποιημένη σύνθεση απ’ τον «Κοινό λόγο» της Έλλης Παπαδημητρίου -καταγραμμένες μαρτυρίες απλών ανθρώπων από κρίσιμες στιγμές της ελληνικής ιστορίας. Μια παράσταση δυνατή. Με πέντε γυναίκες. Η Σούλα Αθανασιάδου, την κλείνει με το μονόλογο μιας ηλικιωμένης που έψαξε, ξέθαψε και βρήκε τα κόκαλα του αντάρτη γιου της, εκτελεσμένου στον Εμφύλιο και ριγμένου ανώνυμα σ’ έναν τάφο. Δε θα την ξεχάσω ποτέ.

Η παράσταση σώζεται, ευτυχώς, μαγνητοσκοπημένη στη σελίδα του «Θεάτρου του Νέου Κόσμου» απ’ όπου την παίρνω και την αναρτώ. Δείτε την! Και δείτε την Σούλα Αθανασιάδου στο μονόλογο αυτό (από το 1.22΄35΄΄ έως το 1 30΄44΄΄). Θα καταλάβετε. Ένα μάθημα!

Ας είναι αναπαυμένη η Σπουδαία αυτή η Ηθοποιός. Που ήταν και σπουδαίος άνθρωπος. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος μου μίλησε για μια κίνηση που ’χε κάνει για να τον βοηθήσει σε μια δύσκολη στιγμή του, όταν σχεδόν δεν τη γνώριζε κι όταν σχεδόν δεν τον γνώριζε. 


 

July 21, 2022

Δεσποινίς Μαργαρίτα η Κατερίνα Μαραγκού στο «Άλμα» με σκηνοθέτη τον Γιάννη Μαργαρίτη

 

Το Τέταρτο Κουδούνι / Είδηση

 

Τον τραγικωμικό, σατιρικό μονόλογο «Δεσποινίς Μαργαρίτα» του Βραζιλιάνου Ρομπέρτου Αταΐτζι (ως Ρομπέρτο Ατάιντε έχει καθιερωθεί να προφέρεται στην Ελλάδα) θα ερμηνεύσει, τον προσεχή χειμώνα, η Κατερίνα Μαραγκού, στο θέατρό της «Άλμα» -στην Κεντρική Σκηνή-, όπου επανεμφανίζεται μετά από δυο χρόνια απουσίας, στη μετάφραση του Κώστα Ταχτσή και σκηνοθεσία του Γιάννη Μαργαρίτη. Για τους υπόλοιπους συντελεστές δεν έχουν ακόμα παρθεί οριστικές αποφάσεις.

Στο έργο, μια αλληγορία πάνω στη δύναμη της εξουσίας, όπως τη συναντάμε στην κοινωνία, στην οικογένεια, στο σχολείο, στην εκκλησία, στο κράτος… αλλά και μια παραβολή για το σκληρό, δικτατορικό, την εποχή εκείνη, καθεστώς της Βραζιλίας, γραμμένο το 1970, απ’ τον νεαρό τότε Ατάιντε, μια δασκάλα της Έκτης Δημοτικού βγάζει όλα τα απωθημένα της στους μαθητές της -που τη θέση τους έχει το κοινό- επιβάλλοντας μια βίαιη, δικτατορική εξουσία. 

Πρωτοπαρουσιάστηκε στην Αργεντινή το 1972 κι ένα χρόνο μετά, το 1973, στο Ρίο ντε Ζανέιρο, στην Βραζιλία, πατρίδα του συγγραφέα, όπου κι απαγορεύτηκε πρόσκαιρα απ’ τη λογοκρισία, για να γίνει στη συνέχεια μεγάλη διεθνής επιτυχία που ’χει παιχτεί σε τριάντα περίπου χώρες, από ηθοποιούς μεγέθους όπως η Ανί Ζιραρντό στο Παρίσι ή η Εστέλ Πάρσονς στην Νέα Ιόρκη.

Στην Ελλάδα το έργο πρωτοανέβασε, στο θέατρο τότε «Διονύσια», νυν «Δημήτρης Χορν», η Έλλη Λαμπέτη, σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη, σε μια παράσταση που θριάμβευσε. Στη συνέχεια παρουσιάστηκε πολλές φορές -μεταξύ άλλων στην «Στοά» απ’ την Λήδα Πρωτοψάλτη, σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου, απ’ την Θέμιδα Μπαζάκα στον «Φούρνο»,  σε σκηνοθεσία Γιάννη Ιορδανίδη, απ’ τον Γιώργο Μαρίνο στο «Κάππα», σε σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη, απ’ την Αννίτα Σαντοριναίου στην Λευκωσία, στον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου, σε σκηνοθεσία Άντη Παρτζίλη, απ’ τον Κωνσταντίνο Χατζή στο «Άλεκτον», σε σκηνοθεσία Βλαδίμηρου Κυριακίδη, απ’ την Όλια Λαζαρίδου στο «Απλό Θέατρο», σε σκηνοθεσία Άντζελας Μπρούσκου, απ’ την Έφη Μουρίκη, μια σεζόν στο «Χώρα» και δυο στο «Ζίνα», σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια, απ’ τον Θόδωρο Γράμψα στο «Θέατρο Τέχνης» της οδού Φρυνίχου, σε σκηνοθεσία του ίδιου...

Την περσινή σεζόν 2021/2022 το έργο ανέβασε -το πιο πρόσφατο ελληνικό ανέβασμά του-, στον «Κάτω Χώρο» του «Θεάτρου του Νέου Κόσμου», σε διασκευή του και με τον τίτλο «Μπαίνει η δεσποινίς Μαργαρίτα», ο Γιώργος Παπαγεωργίου, με τον Πάνο Παπαδόπουλο στον επώνυμο ρόλο, παράσταση που θα συνεχιστεί και την επόμενη σεζόν παράλληλα με την παράσταση στο «Άλμα» η οποία υπολογίζεται ότι θα κάνει πρεμιέρα στο τέλος Οκτωβρίου.

Πρόκειται για την πέμπτη συνεργασία της Κατερίνας Μαραγκού με το σκηνοθέτη Γιάννη Μαργαρίτη ο οποίος, στα πρώτα βήματα της θιασαρχικής πορείας της με τη «Σύγχρονη Θεατρική Σκηνή», στο θέατρο «Αθηνών», την είχε σκηνοθετήσει, σε τέσσερις συνεχόμενες σεζόν: στο «Καλοκαίρι και καταχνιά» του Τένεσι Γουίλιαμς (1992/1993), στο «Πέρα από τον ορίζοντα» του Γιουτζίν ΟΝιλ (1993/1994»), στο «Αγρίμι» του Ζαν Ανούιγ(ι) (1994/1995) και στις «Μικρές αλεπούδες» της Λίλιαν Χέλμαν (1995/1996).

Φέτος το καλοκαίρι, ο Γιάννης Μαργαρίτης έχει ανεβάσει και παρουσιάζει σε περιοδεία, με το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Καλαμάτας του οποίου είναι ο καλλιτεχνικός διευθυντής, την παράσταση «Τρελοί έρωτες σε σκοτεινούς καιρούς ή απλά... Λα Μοσκέτα του Ρουτζάντε», διασκευή του απ’ το ιταλικό αναγεννησιακό έργο του Ρουτζάντε.

Η Κατερίνα Μαραγκού έχει να εμφανιστεί στη σκηνή απ’ τη σεζόν 2019/2020, όταν παρουσίασε στο «Άλμα», σε παραγωγή της «5ης Εποχής» του Θέμη Μουμουλίδη και σε σκηνοθεσία Άντζελας Μπρούσκου, την «Μαρία Στιούαρτ» του Φρίντριχ Σίλερ κρατώντας το ρόλο της Ελισάβετ με την Παρθενόπη Μπουζούρη στον επώνυμο ρόλο (Φωτογραφίες: 1 Στέφανος Σάμιος).

Στο Φτερό / Χατζιδάκις αθάνατος! «Όρνιθες» αξεπέραστοι! Χριστογιαννόπουλου θρίαμβος!

 
Κρατική Ορχήστρα Αθηνών: συναυλία «Αφιέρωμα στον Μάνο Χατζιδάκι» / Μουσική διεύθυνση: Λουκάς Καρυτινός. Σολίστ: Χριστίνα Πουλίτση, σοπράνο, Τάσης Χριστογιαννόπουλος, βαρύτονος. Χορωδία της ΕΡΤ, διεύθυνση Μιχάλης Παπαπέτρου, Μικτή Χορωδία των Μουσικών Συνόλων του Δήμου Αθηναίων, διεύθυνση Σταύρος Μπερής, Παιδική Χορωδία «Rosarte», διεύθυνση Ρόζη Μαστροσάββα. 
 
Ήταν εκεί. Στο ίδιο θέατρο -στο Ηρώδειο-, στο πλαίσιο του ίδιου φεστιβάλ -του Φεστιβάλ Αθηνών. Όπου πρωτακούστηκε -το 1959, 63 χρόνια πριν- σε μία λιτή ενορχήστρωση, αυτή η μουσική, η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι η γραμμένη για τους «Όρνιθες» που ανέβασε με το «Θέατρο Τέχνης» ο Κάρολος Κουν -μία παράσταση η οποία αποδοκιμάστηκε (και ο ένας 
λόγος ήταν η έλλειψη προετοιμασίας για την εκτέλεση αυτής ακριβώς της μουσικής) και που απαγορεύτηκε από τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, υπουργό Προεδρίας της Κυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή) ως, μεταξύ άλλων, παρουσιασθείσα «κατά τρόπον προσβάλλοντα  το
θρησκευτικόν αίσθημα του λαού»..., για να θριαμβεύσει, στη συνέχεια, αναμορφωμένη, σε όλο τον κόσμο και να καταστεί, ίσως, η εμβληματική παράσταση του ελληνικού θεάτρου καθώς παιζόταν, σε αναβιώσεις, έως και το 2009 -επί 49 χρόνια!  Στο ίδιο θέατρο όπου πέντε χρόνια μετά, το 1964, η
μουσική αυτή πρωτοπαρουσιάστηκε επεξεργασμένη, με τη μορφή καντάτας, όπως και τώρα, συναυλιακά, από τον ίδιο τον Μάνο Χατζιδάκι και τη νεόκοπη «Πειραματική Ορχήστρα» του για να ηχογραφηθεί τον επόμενο χρόνο (1965), όταν πια είχε και χορογραφηθεί από τον Μορίς Μπεζάρ για το δικό του συγκρότημα «Μπαλέτο του 20ου Αιώνα». Έτσι δεν ήταν
δύσκολο η συναυλία «Αφιέρωμα στον Μάνο Χατζιδάκι» να ξυπνήσει μνήμες -η συναρπαστική Πάροδος/Είσοδος και Επίθεση των πουλιών. που πάντα με κάνει να ανατριχιάζω και να βουρκώνω, τα κοστούμια του Γιάννη Τσαρούχη, οι στίχοι της μετάφρασης του Βασίλη Ρώτα -κι ας έχουν κάπως ξεπεραστεί-, οι χορογραφίες της Ζουζούς Νικολούδη, οι φωνές, στην ηχογράφηση του 1965, του Γιώργου Μούτσιου, που δεν υπάρχει πια, της Ευγενίας Συριώτη, της Αγγελικής Ραβανοπούλου, του Σπύρου Σακκά στην
ηχογράφηση του 1965... Και η εκτέλεση από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, κάτω από την μπαγκέτα του Λουκά Καρυτινού, ξεσκολισμένου στο έργο που πολλές φορές έχει διευθύνει, ήταν γεμάτη νεύρο, ξεχείλιζε από θεατρικότητα αλλά και λυρισμό, με μέτρο και σύνεση. Η Χορωδία της ΕΡΤ με διευθυντή τον Μιχάλη Παπαπέτρου, η
Μικτή Χορωδία των Μουσικών Συνόλων του Δήμου Αθηναίων (διεύθυνση Σταύρος Μπερής) και η Παιδική 
Χορωδία «Rosarte» (διεύθυνση Ρόζη Μαστροσάββα) έβαλαν χεράκι αποφασιστικό, καθώς τα χορωδιακά μέρη παίζουν ρόλο σημαντικό στο έργο. Η σοπράνο Χριστίνα Πουλίτση, με φωνή κρυστάλλινη, απογείωσε την Άρια της Αηδόνας. Εκείνος, όμως, που έκλεψε την παράσταση ήταν ο βαρύτονος Τάσης Χριστογιαννόπουλος, ο οποίος είχε και τη μερίδα του λέοντος στα σόλι. Με φωνή απολύτως ώριμη,
με μέταλλο ζεστό, με υψηλή τεχνική και, κυρίως, με θεατρικότητα που διαθέτει όσο λίγοι της όπεράς μας -θυμάμαι να τον έχω ήδη εντοπίσει, ακριβώς για το λόγο αυτό, νεότατο, στα πρώτα του βήματα, αν όχι στο πρώτο, αρχή της δεκαετίας του ’90, όταν έπαιξε τον κωμικό Καρούμπα στους «Απάχηδες των Αθηνών», την οπερέτα του Νίκου Χατζηαποστόλου, στο «Ολύμπια-, δεν τραγούδησε, ερμήνευσε είναι το σωστό, τα
τραγούδια με κορωνίδα τους «Κύκνους» («Τίο τιξ») όπου θριάμβευσε -με μοναδική κίνηση αν και καθηλωμένος, με χέρια που πετούσαν και με χιούμορ απολαυστικό- κελαηδώντας -ναι, κελάηδησε! Ήταν ευτύχημα ότι το «Τίο τιξ», όπως και το ντουέτο «Ω, μακάρια πετεινά», μπιζαρίστηκαν στο κατάμεστο Ηρώδειο -κρίμα που η προηγούμενη φεστιβαλική συναυλία της ΚΟΑ δεν συγκέντρωσε ούτε στο ελάχιστο, αν και με τον σταρ βιολοντσελιστα Μίσα Μάισκι ως σολίστ, το κοινό που ξεχείλισε το θέατρο για το «Αφιέρωμα στον Μάνο Χατζιδάκι»... Η συναυλία άνοιξε με το λεπταίσθητο ορχηστρικό «Χαμόγελο τη
Τζοκόντα(ς)» (πρώτη ηχογράφηση 1965), όπου η ορχήστρα απέδωσε εξίσου ισορροπημένα, με την εξαίρεση ενός ατυχήματος στα χάλκινα. Πιο συγκινητική στιγμή της βραδιάς, όταν στο «Φίλτατέ μου γεροντάκο» ακούστηκε από το δίσκο η χαριτωμένη, παιχνιδιάρικη φωνή του ίδιου του Μάνου Χατζιδάκι. Αθάνατος! (Φωτογραφίες: Μαρία Γραμματικού).
 
(Η συναυλία δεν είχε δικό της έντυπο πρόγραμμα -προς απογοήτευσή μου καθώς θεωρώ ότι σε μία συναυλία-αφιέρωμα στον Μάνο Χατζιδάκι μία έκδοση αφιερωματική οφειλόταν στο συνθέτη και στους «Όρνιθές» του. Οι βασικές πληροφορίες υπήρχαν μόνο στο συνοπτικό τομίδιο του προγράμματος των Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου -γενική επιμέλεια Δήμητρα Κονδυλάκη).
 
Ωδείο Ηρώδη του Αττικού, Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, 18 Ιουλίου 2022.
 
(Την παράσταση παρακολούθησα με πρόσκληση που είχε την ευγένεια να μου παραχωρήσει το Τμήμα Προβολής και Επικοινωνίας της ΚΟΑ).