March 30, 2012

Σύντομο ανέκδοτο


Το πιο σύντομο ανέκδοτο, επίκαιρο και πάλι σήμερα: Πόρισμα Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής. Αλήθεια, ποιον νομίζουν πως κοροϊδεύουν; Μήπως, απλώς, κοροϊδεύουν τους εαυτούς τους; Όλος  ο κόσμος, μια σκηνή… Σκηνή φάρσας στη δεδομένη περίπτωση.

Ένας Οθέλος πολύ… πρακτικός

Το έργο. Τριαντάρης Συριανός. Μεσοαστός _ στην Σύρα, τέλος 19ου αιώνα. Ερωτεύεται την Χριστίνα. Την παντρεύεται. Για να… πάψει να είναι ερωτευμένος _ δεν του αρέσει καθόλου η «κατάστασις ερωτευμένου», διατείνεται. Και όμως. Μετά από ένα οκτάμηνο εγγάμου βίου συνεχίζει να είναι ερωτευμένος με τη γυναίκα του. «Εντρέπομαι να το ομολογήσω» μας εξομολογείται _ είναι ο αφηγητής.
Πώς συνέβη αυτό; Η Χριστίνα τού βγήκε «κοκέτα» _ Η Μεγάλη Φιλάρεσκη. Οι χοροεσπερίδες, στην ημερησία διάταξη στην Σύρα κι εκείνη πανταχού παρούσα. Όλη τη μέρα να προετοιμάζεται, όλη τη νύχτα να κουράζεται χορεύοντας και όλη την επομένη να ξεκουράζεται στο κρεβάτι. Περιτριγυρισμένη _ στις χοροεσπερίδες _ από εσμό θαυμαστών. Επικεφαλής τους, ένας νεαρός φαρμακοποιός, άλλοτε ερωτευμένος μαζί της, που δεν του τη δώσανε διότι δεν είχε τα μέσα να τη συντηρήσει.
Από την βραδιά της πρώτης χοροεσπερίδας μία γεροντοκόρη που εποφθαλμιούσε το σύζυγο και ο κλασικός κερατάς του νησιού που είχε αποδεχθεί σιωπηλά και κυνικά τις απιστίες της _ μακαρίτισσας πια _ συζύγου του θα σταλάξουν το δηλητήριό τους στον σύζυγο. Ο οποίος θ’ αρχίζει να ζηλεύει και να υποπτεύεται. Πόσω μάλλον όταν η Χριστίνα τον δέχεται πολύ αραιά, πια, στην συζυγική παστάδα.
Αλλά δεν έχει τα κότσια να γίνει Οθέλος. Θα συμβιβαστεί. Μια απρόσμενη κληρονομιά θα του επιτρέψει να την έχει στα πούπουλα, άρα χωρίς κανένα παράπονο. Και επιπλέον θα καταλάβει πως η ζήλεια και η αραιές συζυγικές «συνάφειες» διατηρούν αμείωτο το πόθο του. Θα αφήσει, λοιπόν, την Χριστίνα ελεύθερη να χορεύει και, στη θέση του κορυφαίου των θαυμαστών, τον φαρμακοποιό να διαδέχονται διάφοροι _ βραχύβιοι πάντα… _ άλλοι. Μήπως έχει βρει το μυστικό της συζυγικής ευτυχίας;
Ο Εμμανουήλ Ροΐδης με το διήγημά του «Ψυχολογία συριανού συζύγου» (1894) _ πρωτοπρόσωπη αφήγηση _, έχει χαράξει, μέσα σε λίγες σελίδες, ένα αστραφτερό, πολύεδρο διαμαντάκι. Που το δηκτικό του χιούμορ, η ειρωνεία, η σατιρική φλέβα του συγγραφέα της «Πάπισσας Ιωάννας» το κάνουν να πάλλεται. Εσαεί.

Η παράσταση. Η Σοφία Καραγιάννη έδωσε στο πυκνό κείμενο τη μορφή «μονολόγου για δύο». Ο σύζυγος μονολογεί _ αυτούσιο το κείμενο του Ροΐδη, όχι «θεατροποιημένο» _ και η Χριστίνα συμμετέχει βουβά με κάποιες ελάχιστες λεκτικές παρεμβάσεις. Η κορνίζα που περιβάλει τα δυο κεφάλια στην αρχή και στο τέλος της παράστασης εν είδει σατιρικής λιθογραφίας δίνει τον τόνο σε μία παράσταση πολύ καλών ρυθμών, εύφορη, σπαρταριστή, με παραπομπές στον βουβό κινηματογράφο.
Εκείνο, πάντως, το οποίο θέλω να επισημάνω είναι ο εξαιρετικός τρόπος που η γλώσσα _ η καθαρεύουσα _ του Ροΐδη διδάχτηκε και κατεβαίνει στο κοινό: καθαρή, άψογα τονισμένη, απόλυτα χωνεμένη _ κάθε λέξη προβάλλει αυτό που σημαίνει. Ένα επίτευγμα και μάλιστα από νέους ανθρώπους μιας γενιάς που δεν έχει διδαχτεί τη γλώσσα αυτή.
Εκείνο που δεν μου άρεσε είναι το εύρημα της κυλότας της Χριστίνας. Όντως έχει βάλει στο βρακί της το σύζυγο αλλά βρήκα κάπως φτηνό τον τρόπο με τον οποίο το εύρημα χρησιμοποιείται. Το σκηνικό, επίσης, της Δέσποινας Γαμβρούδη αφήνει μία αίσθηση πρόχειρου. Καλύτερα τα κοστούμια της Αγγελικής Καραμούτσου. Κι ακόμα καλύτερες οι μουσικές του Αλέξανδρου Εμμανουηλίδη.

Ερμηνείες. Πολύ εκφραστική η Ειρήνη Μουρελάτου. Αλλά η μερίδα του λέοντος ανήκει στον Ιωσήφ Ιωσηφίδη. Μετουσιώνει θεατρικά τον κρουστό λόγο του Ροΐδη, το χιούμορ αυτό που δαγκώνει και το λεπτό υπονοοούμενο με αξιοθαύμαστη ωριμότητα. Η οποία φανερώνει πως εκτός από τάλαντο πρέπει να προηγήθηκε δουλειά επίμονη και επίπονη με τη σκηνοθέτρια.
Μία παράσταση πολύ φωτεινή.

«Θέατρο του Νέου Κόσμου» / Πάνω Χώρος, 27 Μαρτίου 2012.


Μπορείτε να δείτε και το βίντεο:
 http://youtu.be/uDUaNSCkxWc

March 29, 2012

Ο Ρομπέρ Τομά ξανάρχεται


Το Τέταρτο Κουδούνι / 29 Μαρτίου 2012

Το σημερινό «Τέταρτο Κουδούνι» είναι αφιερωμένο στον Ηθοποιό Σοφοκλή Πέππα. Έκανε ρόλους σημαντικούς, τον θυμάμαι ακόμα σε πολλούς, ακούω ακόμα τη φωνή του αλλά σίγουρα δε θα ξεχάσω ποτέ τον Μαρκ του στο «Art» της Γιασμίνα Ρεζά που ’χε ανεβάσει το 2006 στον «Ακάδημο» ο Γιώργος Βούρος. Τη χάρη, τη λάμψη, το κύρος, την ευφυία, την «πονηριά», το χιούμορ με τα οποία εκτόξευε αυτόν τον αστραφτερό λόγο, τον τρόπο που τον γευόταν.


Το παλιό αστυνομικό έργο
του Ρομπέρ _ «Επτά γυναίκες κατηγορούνται» _ Τομά «Η παγίδα» θ’ ανεβάσει η παρέα «Ελιά» του «Eliart» την Τρίτη του Πάσχα 17 Απριλίου στο θεατράκι της οδού Κωνσταντινουπόλεως. Σκηνοθετεί ο Γιώργος Φρατζεσκάκης που θα υπογράψει και τη  μουσική επιμέλεια και παίζουν Χάρης Σώζος, Αννέτα Παπαθανασίου, Χρήστος Ευθυμίου, Δημήτρης Πετρόπουλος, Κορίνα Αλεξανδρίδου, Κωνσταντίνος Λεβαντής.
Το έργο, το όγδοο στη σειρά του γάλλου συγγραφέα κι αυτό που, με την τεράστια επιτυχία την οποία είχε όταν πρωτοανέβηκε στο Παρίσι τη σεζόν 1959 – ’60, τον έβγαλε απ’ την αφάνεια, πρωτοπαρουσιάστηκε στην Ελλάδα την αμέσως επόμενη σεζόν 1960 – ’61. Στο θέατρο «Αθηνών», απ’ τον Δημήτρη Μυράτ και την Βούλα Ζουμπουλάκη, σε σκηνοθεσία του πρώτου και σε μετάφρασή του η οποία θα χρησιμοποιηθεί και στο καινούργιο ανέβασμα. Το σκηνικό και τα κοστούμια θα ’ναι της Καλλιόπης Ζαφειροπούλου κι οι φωτισμοί της Σοφίας Αλεξιάδου.
Απ’ τα στοιχεία που κατάφερα να συγκεντρώσω _ το υπουργείο Πολιτισμού, ως γνωστόν, έχει οδηγήσει στο κλείσιμο το Θεατρικό Μουσείο… _ η τελευταία φορά που ανέβηκε «Η παγίδα» ήταν στην Λαμία απ’ την Πειραματική Σκηνή του ΔΗΠΕΘΕ Ρούμελης σε σκηνοθεσία Παναγιώτη Αδάμ – Μαρίας Γίτσα.
Δικαιώνεται. Η Σοφία Φιλιππίδου. Για την επιμονή της να   ξεκολλήσει απ’ την τυποποίηση της επιθεώρησης και της κωμωδίας. Που την ανέδειξαν αλλά και της κόλλησαν την ετικέτα ενός συγκεκριμένου τύπου. Για την επιμονή της να ξεφύγει απ’ τα πολύ φτηνιάρικα κείμενα που γράφονται πια στο είδος _ κι ας υπάρχουν οι εξαιρέσεις όπως το «Απόψε τρώμε στης Ιοκάστης» του Άκη Δήμου, για παράδειγμα, που της έτυχε. Επιμονή που της είχε κολλήσει τη ρετσινιά της παράξενης, και της ιδιότροπης, και της ιδιόρρυθμης, και της δύσκολης. Και για κάποιο διάστημα την είχε, μάλιστα, αποκλείσει απ’ το mainstream _ που λέμε πια στα ελληνικά… _ θέατρο.


Πολλές φορές τον προσπάθησε η Σοφία Φιλιππίδου τον απογαλακτισμό αυτό. Αλλά η μεγάλη ευκαιρία φέτος τής έτυχε. Ο μονόλογος «Η έκτη Καρυάτιδα» των Αντώνη και Κωνσταντίνου Κούφαλη _ αυτή η ιδιότυπη ξεναγός που μιλάει για τα προσωπικά της συνδέοντάς τα με το αντικείμενο της δουλειάς της _ της ήρθε ταμάμ, σα να τον έχουν γράψει πάνω της. Κι ο εικαστικός Κώστας Τσόκλης, αν και πρωτάρης στη σκηνοθεσία, μοιάζει να την οδήγησε τόσο σωστά ώστε η Σοφία Φιλιππίδου να εμφανίζεται στο «Άλμα» αγνώριστη: υποκριτική λεπτών αποχρώσεων, αυτοέλεγχος αλλά και το χιούμορ της, η «τρέλα» της ακέραια. Πρέπει να τη δείτε.


Σας έγραφα στο «Τέταρτο Κουδούνι» της προπερασμένης Πέμπτης για «Το έκτο πάτωμα» του Αλφρέντ Ζερί και το επικείμενο καινούργιο ανέβασμα της διασκευής του _ απ’ την Άννα Παναγιωτοπούλου με τη μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη και τους στίχους της Λίνας Νικολακοπούλου _ σε μουσική κωμωδία, με την Μαριάννα Κάλμπαρη σκηνοθέτρια, στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης.
Σας έχω συμπληρώσεις και διορθώσεις επί του θέματος σήμερα. Που τις οφείλω στον αναγνώστη της στήλης, εκλεκτό θεατρόφιλο – αλλά ερευνητή θεατρόφιλο, που μακάρι όλοι οι θεατρόφιλοι να ’ταν σαν κι αυτόν… _, καθηγητή αγγλικών κ. Απόστολο Πούλιο.
Να διορθώσω, λοιπόν, πως ο Ντίνος Ηλιόπουλος ανέβασε όντως το έργο στο «Γκλόρια» τη σεζόν 1964 / ’65 σε διασκευή Δημήτρη Γιαννουκάκη αλλά με τον πρωτότυπο τίτλο του _ «Το έκτο πάτωμα». Ο τίτλος «Οι κυρίες της αυλής» δόθηκε μόνο στην ταινία που προέκυψε απ’ την παράσταση αυτή και τη διασκευή Γιαννουκάκη, ταινία την οποία σκηνοθέτησε, όπως και την παράσταση, ο Ντίνος Δημόπουλος.
Να διορθώσω επίσης πως η παράσταση του «Έκτου πατώματος» το χειμώνα ’91 / ’92 _ που ανέβηκε στο «Περοκέ» απ’ το θίασο της Άννας Παναγιωτοπούλου σε σκηνοθεσία Δημήτρη Έξαρχου _ ποτέ δε μεταφέρθηκε στην τηλεόραση απ’ τον Antenna ούτε μαγνητοσκοπήθηκε. Το βίντεο που ’ναι αναρτημένο στο YouTube δεν είναι παρά το επίσημο βίντεο κλιπ για το δίσκο με τη μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη για την παράσταση, δίσκο που κυκλοφόρησε το ’92.
Επιπλέον ο κ. Πούλιος με πληροφόρησε πως το έργο παρουσιάστηκε στην Κατοχή _ 1942 / ’43 _ στο θέατρο «Μοντιάλ» από θίασο με επικεφαλής την Ρίτα Δημητρίου με τον τίτλο «Η  Πλακιωτοπούλα» ως «μουσική ηθογραφία» σε διασκευή Συράκου χωρίς να αναφέρεται το όνομα του Ζερί. Ο εκπρόσωπος των γάλλων συγγραφέων στην Ελλάδα εντόπισε το «ατόπημα» κι ο θίασος αναγκάστηκε να πληρώσει τα πνευματικά δικαιώματα στο συγγραφέα.
Μου επεσήμανε επίσης πως «Το έκτο πάτωμα» πρέπει να ’ταν η πρώτη ύλη και για μια «κοινωνική» ταινία της δεκαετίας του ’60, που πιθανολογούμε πως μπορεί να ’ναι οι «Καημοί στη φτωχογειτονιά» της Ρένας Γαλάνη και του 1965.
Άβυσσος, η ψυχή του «Έκτου πατώματος»... Το οποίο τα τελευταία χρόνια είναι ιδιαίτερα προσφιλές σε ερασιτεχνικούς, φοιτητικούς και μαθητικούς θιάσους, της περιφέρειας κυρίως.


Δεν «κάθονται καλά» στο «Εμπρός». Οι καταληψίες καλλιτέχνες της Κίνησης Μαβίλη. Και πολύ καλά κάνουν που δεν κάθονται καλά. Και που όλο και κάτι ψάχνουν. Μακάρι απ’ τη ζύμωση αυτή κάτι καλό να προκύψει.


Πέντε «χοντρές» ειδήσεις είχε την τύχη να ’χει το «Τέταρτο Κουδούνι» την περασμένη Πέμπτη. Αλλά η μια απ’ τις πέντε ανατράπηκε την τελευταία στιγμή. 

Ο «Πλούτος» του Αριστοφάνη που θα ’κανε ο Διονύσης Σαββόπουλος με το Κρατικό της γενέτειράς του _ η σχετική ενημέρωση είχε ήδη γίνει απ’ το ΚΘΒΕ στο Φεστιβάλ, πράγμα που είχα διασταυρώσει κρατώντας επιφυλάξεις μόνο για τη συμμετοχή του Τζίμη Πανούση ως Πενίας _ ναυάγησε. Κι αντικαταστάθηκε απ’ τους «Ιππείς» που θα σκηνοθετήσει ο Σταμάτης Φασουλής με πρωταγωνιστές τον Πέτρο Φιλιππίδη και τον Γιάννη Ζουγανέλη, συμπαραγωγή του ΚΘΒΕ με το «Ακροπόλ» του Φάνη Κιρκινέζου με τον οποίο το Κρατικό έχει ξεκινήσει τελευταία συνεργασία.


Προ 50ετίας
Τα Θεατρικά Νέα


Απόψε στις 9.45 ο Δημήτρης Χορν παρουσιάζει στο «Κεντρικό» το έργο του «Αγνώστου» συγγραφέως «Ο ανθρωπάκος» στο οποίο συμπρωταγωνιστεί η Βέρα Ζαβιτσιάνου και λαμβάνουν επίσης μέρος η Σμάρω Στεφανίδου, η Νανά Σκιαδά και ο Λευτέρης Βουρνάς. 29 Μαρτίου 1962.


Η πρωταγωνίστρια του «Κεντρικού»
Μάρω Κοντού εξήλθε χθες από την κλινική «Παναγία», όπου υπέστη προ πενθημέρου επιτυχή αισθητική επέμβασι από τον γνωστό αισθητικό χειρουργό Νίκο Μωράτη. Η Μάρω Κοντού έκανε πλαστική εγχείρησι στη μύτη της και ήδη βρίσκεται τελείως καλά στην οικία της. 3 Απριλίου 1962.

Χθες, στις 2 30 το απόγευμα, στο νοσηλευτικό ίδρυμα του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, όπου ενοσηλεύετο από δεκαημέρου, απέθανε σε ηλικία 79 ετών ο Μανόλης Καλομοίρης […]. 4 Απριλίου 1962.

Κατά πληροφορίες από το Λονδίνο,
ο θίασος του «Ολντ Βικ» θα παρουσιάση μεθαύριο Παρασκευή τον «Ιούλιο Καίσαρα» του Σαίξπηρ κατά σκηνοθεσίαν Μίνου Βολανάκη και με σκηνικά και κοστούμια Ν. Γεωργιάδη. 4 Απριλίου 1962.

Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».

March 28, 2012

Το Αμερικάνικο Όνειρο θεόγυμνο

Το έργο. Σύγχρονη Αμερική _ ΗΠΑ. Ένα κλίμα περιθωριακό, λούμπεν. Ο Ντον, πενηντάρης, έχει παλιατζίδικο. Και κοντά του ένα παιδί για τα θελήματα, μαζεμένο, κάπως στερημένο από τη φύση _ τον Μπομπ. Ένα είδος ψυχοπαίδι _ ίσως να υπάρχει και κάτι πιο τρυφερό ανάμεσά τους. Ο Τιτς, ο Δάσκαλος, είναι φίλος του Ντον. Ή, τέλος πάντων, «φίλος» του _ στους κύκλους αυτούς οι φιλίες παλινδρομούν... Χαρτοπαίζουν, μιλάνε για γκόμενες με τουρλωτούς κώλους, ασημαντολογούν μέσα στη μιζέρια τους.
Ο Ντον σχεδιάζει να κλέψει ένα συλλέκτη που πέρασε από το μαγαζί του ψάχνοντας αντίκες και που απρόσμενα του ’δωσε ενενήντα δολλάρια για ένα παλιό πεντοδόλαρο με χαραγμένο ένα βούβαλο πάνω του. Πιστεύει πως το νόμισμα άξιζε πολύ περισσότερα και πως ο συλλέκτης τον έριξε. Θέλει να το πάρει πίσω αλλά να κάνει και την μπάζα του. Σχεδιάζει να στείλει για τη διάρρηξη τον Μπομπ. Ο Τιτς θα τον πείσει πως η δουλειά δεν είναι για τον μικρό. Και πως πρέπει να την αναλάβει ο ίδιος μαζί με τον κοινό τους φίλο, τον Φλέτσερ, κρύβοντάς το απ’ τον Μπομπ.
Αργά το βράδυ της ίδιας μέρας, όταν ο Τιτς φτάσει καθυστερημένος στο παλιατζίδικο για να βάλει μπρος στο κόλπο, ο Φλέτσερ που τον περίμεναν δεν θα ’χει έρθει. Έρχεται όμως ο Μπομπ. Φέρνει ένα πεντοδόλαρο με βούβαλο, που δεν διευκρινίζει πού το βρήκε και θέλει να το πουλήσει στον Ντον για πενήντα διολάρια. Αλλά τους φέρνει και το μαντάτο πως τον Φλέτσερ τον λήστεψαν και του έσπασαν το σαγόνι. Και πως βρίσκεται στο νοσοκομείο _ έτσι εξηγείται γιατί δεν εμφανίστηκε. Το κόλπο ναυαγεί. Κάποιες αντιφάσεις του Μπομπ εξοργίζουν τον μόνιμα, άλλωστε, οργισμένο _ και οπλισμένο πια, πράγμα που καθόλου δεν αρέσει στον Ντον… _ Τιτς που υποψιάζεται τον μικρό και, με την ανοχή του Ντον, τον χτυπάει άσχημα στο κεφάλι. Ο Μπομπ αρχίζει να αιμορραγεί από το αυτί. Όταν ένα τηλεφώνημα έρθει να τον «αθωώσει», ο Ντον θα βρίσει και θα διώξει τον Τιτς που θα τα σπάσει στο μαγαζί πριν οι δυο τους τα ξαναβρούν και πριν ξεκινήσουν να πάνε το παιδί στο νοσοκομείο, σ’ ένα φινάλε ανοιχτό σε όλες τις πιθανότητες.
Ο Ντέιβιντ Μάμετ με τον «Αμερικάνικο βούβαλο» (1975) συνθέτει, μέσα από τον πυκνό, σφιχτό, εξαιρετικά επεξεργασμένο, φωτογραφικά ρεαλιστικό, «βρώμικο» _ γιατί έτσι πρέπει κι όχι για λόγους εντυπωσιασμού _ διάλογό του, μια φέτα αμερικάνικης ζωής. Που πόρρω απέχει από τα μιούζικαλ του Μπρόντγουέι και τις ταινίες του Χόλιγουντ. Καθόλου φωτεινή και ροζ αλλά σκοτεινή και γκρίζα. Στόχος του, το ξεγύμνωμα του Αμερικάνικου Όνειρου, η αποκάλυψη της Μεγάλης αυτής Απάτης _ και Αυταπάτης _ και ένα μάθημα ανατομίας πάνω στο πτώμα του καπιταλισμού. Ελεύθερη οικονομία, λέει ο Τιτς, το απόβρασμα που δεν είναι παρά θύμα της κοινωνίας στην οποία ζει, είναι «η ελευθερία του Ατόμου Να Επιχειρεί Ελευθέρως Ό,τι του Καυλώσει προκειμένου να ασκεί το αναφαίρετο δικαίωμά του να εξασφαλίζει κέρδος».
«Ο αμερικάνικος βούβαλος» είναι, σαφώς, ένα πολιτικό έργο αλλά, απλώς, πιστεύω πως ο Μάμετ βουτάει, αλλά λίγο βαθύτερα από την επιφάνεια, δεν καταδύεται στο βυθό. Όπως ακριβώς και ο «πρόγονός» του, ο Άρθουρ Μίλερ. Συγγραφείς σημαντικοί, συγγραφείς με πολιτική συνείδηση, που, όμως, όπως όλο σχεδόν το αμερικάνικο θέατρο _ το θέατρο ουσίας εννοώ, Ο’ Νιλ, Τενεσί Γουίλιαμς, Χέλμαν, Θόρντον Γουάιλντερ, Σέπαρντ, ΜακΝάλι… εκτός ίσως απ’ τον Άλμπι και τον Τόνι Κούσνερ _, δεν χώνουν το μαχαίρι μέχρι το κόκκαλο.
Ο Μάμετ, πάντως, παρά τον κοντά στον νατουραλισμό ρεαλισμό του, δημιουργεί φωτοσκιάσεις που προσδίδουν γοητεία στο τελικό αποτέλεσμα και οι τρεις χαρακτήρες του έργου διαγράφονται αδρά ενώ τα απόντα πρόσωπα που αναφέρονται διαρκώς _ Ρούθ, Γκρέισι, Φλέτσερ, Κόμης… _ είναι ωσεί παρόντα εμπλουτίζοντας τη δραματουργία του.

Η παράσταση. Για να πετύχει το ανέβασμα ενός έργου που στηρίζεται στο διάλογο και όχι στη δράση, όπως ο «Αμερικάνικος βούβαλος», πρέπει να κερδίσει τη συγκέντρωση του θεατή. Πώς μπορεί να το καταφέρει ο σκηνοθέτης; Προσέχοντας ιδιαίτερα τις λεπτομέρειες. Ο Δημήτρης Τάρλοου _ που ανέλαβε τη σκηνοθεσία και που γνωρίζει άριστα το έργο γιατί όχι μόνο έπαιζε το ρόλο του Μπομπ στο πρώτο του ανέβασμα στην Ελλάδα, το 1992, στο «Εμπρός» από τον Τάσο Μπαντή, αλλά και το συνυπέγραφε μαζί του ως μεταφραστής _ πρόσεξε τις λεπτομέρειες όσο δεν γινόταν.
Καταρχάς έκανε κάποιες αλλαγές στη μετάφραση που την υπογράφει πια μόνος του. Η μετάφραση είναι, ως γνωστόν, το ήμισυ του παντός. Και η παρούσα είναι εξαιρετική. Πάνω στη μετάφραση αυτή ο Τάρλοου δούλεψε εξαντλητικά με τους ηθοποιούς του. Το αποτέλεσμα, μια παράσταση με άψογους ρυθμούς, εσωτερικότατη, μετρημένη με το υποδεκάμετρο αλλά χωρίς αυτό να την κάνει να χάσει τους χυμούς της. Η μουσική και η επιμέλεια ήχων του Μπλέιν Ρέινινγκερ και τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου παίζουν τον αποφασιστικό ρόλο τους στο αποτέλεσμα. Δεν θα έλεγα όμως το ίδιο για το παρατακτικό σκηνικό της που το σώζουν πάντως οι φωτισμοί της Φελίς Ρος.



Οι ερμηνείες. Οι τρεις ηθοποιοί είναι το μεγάλο ατού της παράστασης: εξαίρετοι και οι τρεις! Είχα πολύ καιρό να δω τον Αλέξανδρο Μυλωνά σε τόσο βασανισμένη ερμηνεία. Ο Γιώργος Γάλλος, με την αδρότητά του που ταιριάζει κουτί στο ρόλο του Τιτς, έστω και αν είναι λίγο τσιμπημένη στις εντάσεις η υποκριτική του, έχει μία αυθεντικότητα μοναδική. Συγκλονιστικός ο αδύναμος Μπομπ του νεαρού Παναγιώτη Καλαντζή. Θέλω να τον δω και σε άλλους ρόλους για να σιγουρευτώ πώς η απόδοσή του είναι καρπός διακεκριμένου ταλάντου και όχι απλώς ότι ο ηθοποιός είναι ιδιοσυγκρασιακά κοντά στον Μπομπ. Αλλά και αυτό να συμβαίνει είναι επίτευγμα πώς τη «συγγένεια» αυτή την υλοποιεί σκηνικά.
Μία παράσταση, κατά τη γνώμη μου, από τις ΠΟΛΥ καλές της σεζόν. Και που θα σας συνιστούσα ανυπερθέτως να δείτε.

Θέατρο «Πορεία», 8 Μαρτίου 2012.

March 23, 2012

Το βαλς του Ζαλόγγου

Το έργo. Ο κυρ Κουτρούλης ο Μανόλης, ράφτης με χρήμα, παρεπιδημών εις Αθήνας, πρωτεύουσα πια του νεόκοπου ελληνικού κράτους, γύρω στο μέσον του 19ου αιώνα, ερωτευμένος με την Ανθούσα, κόρη του κυρ Σπύρου του ξενοδόχου, ζητάει το χέρι της από τον πατέρα της. Εκείνος είναι πρόθυμος να του το δώσει αλλά η Ανθούσα προβάλλει βέτο: δεν τον θέλει! Διότι έχει ήδη μία σχέση στα σκαριά με τον πολύ, επίσης, ερωτευμένο μαζί της Λεωνίδα Ξανθούλη, αστυνομικό γραφέα το επάγγελμα, αλλά και διότι του Κουτρούλη το επάγγελμα το απεχθάνεται _ « να πάρει ράπτην;». Προς τι, τότε, η «μόρφωσις» που έχει πάρει; Η κιθάρα και το κέντημα, τα ποιήματα που αναγιγνώσκει, και τα ιταλικά που τα «καψοσυντυχαίνει», κι οι οδηγοί καλοί συμπεριφοράς που απεστήθισε, και το βαλς που διδάχθηκε _ «να γυρνάει σαν μύλος»;
Πείθει και τον πατέρα της για την ταπεινόν του συγκεκριμένου επαγγέλματος και θέτει όρον: θα υπανδρευθεί τον κυρ Κουτρούλη μόνον αν αλλάξει την τέχνη του. Και να γίνει τι; Υπουργός! Στόχος τόσο μεγαλομανής που δείχνει ανέφικτος _ ένας τρόπος για να ξεφορτωθεί τον ανεπιθύμητο.
Μα ο κυρ Κουτρούλης έχει υπηρέτη – σύμβουλο τον ξύπνιο και πονηρό Στροβίλη. Που ξέρει τη συνταγή πώς ο Κουτρούλης θα γένει υπουργός: θα το διαδώσουν παντού και, λέγε – λέγε, στο τέλος θα συμβεί κιόλας. Επί το έργον! Εντός ολίγου ο κόσμος βουίζει: ο Κουτρούλης οσονούπω γίνεται υπουργός. Ήδη φτάνουν οι πρώτοι _ ένας τέως υγειονόμος, ένας «εφημεριδογράφος» κι ένας ποιητής _ που ζητούν ρουσφέτια. Η φήμη στο μεταξύ, καθώς έχει γοργά ποδάρια, φέρνει το μαντάτο πως όντως ο Κουτρούλης υπουργοποιήθηκε. Οπότε το πιστεύει κι ο ίδιος.
Η Ανθούσα το ακούει, εντυπωσιάζεται και γλυκαίνεται. Εγκαταλείπει τα σχέδιά της και παντρεύεται τον τέως ράφτη. Οι αιτήσεις για ρουσφέτια πέφτουν πια βροχή πάνω του. Κι όταν εκείνος αγανακτήσει και αρνηθεί να τα ικανοποιήσει, το πόπολο θα εξεγερθεί εναντίον του. Αλλά τότε ακριβώς επανεμφανίζεται ο Λεωνίδας. Για να συλλάβει τον «υπουργό»! Με την κατηγορία της διάδοσης ψευδών ειδήσεων, της αντιποίησης αρχής και της πρόκλησης εις ταραχάς. Όχι, ο Κουτρούλης δεν έχει γίνει υπουργός. Και θα βρισκόταν στα σίδερα της φυλακής εάν ο πεθερός του δεν πλήρωνε την εγγύηση.
Η Ανθούσα εμβρόντητη διαλαλεί πως θα διαλύσει το γάμο προσβλέποντας στην επιστροφή της υπό την σκιάν του _ προβιβασμένου πια σε υπαστυνόμο _ Λεωνίδα. Αμ δε! Ο Λεωνίδας απορρίπτει ακόμη και την ιδέα αυτή χωρίς δεύτερη κουβέντα. Η Ανθούσα έχασε. Είναι, κατά τον νόμον, σύζυγος Κουτρούλη και μαζί του πρέπει να ζει πια. Το βαλς μετασχηματίστηκε σε χορό του Ζαλόγγου για τη ματαιόδοξη μικροαστή. Οπότε το μόνο που μπορεί να κάνει δεν είναι παρά να συμβιβαστεί και να επιβάλει νέους όρους _ πιο… εφικτούς: απαιτεί από τον Κουτρούλη φουστάνια πολλά, και καπέλα, και δούλους, και μάγειρα, και μεγάλη ζωή…
Ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής με την κωμωδία του «Του Κουτρούλη ο γάμος» (την πρωτοεξέδωσε, με ψευδώνυμο, το 1845), μία οξύτατη σάτιρα της διαμορφούμενης ελληνικής κοινωνίας και της πολιτικής κατάστασης του καιρού του (μόλις το 1844, και μετά την ενάντια στον Όθωνα επανάσταση του 1843, είχαν γίνει οι πρώτες εκλογές – παρωδία που κράτησαν επί μήνες (!), με τα βασικά κόμματα όχι μόνο να σύρονται από την Γαλλία, την Αγγλία και την Ρωσία _ τις «Μεγάλες Δυνάμεις» _ αλλά και απροκάλυπτα να αποκαλούνται Γαλλικό, Αγγλικό και Ρωσικό…), στηριγμένη σε φαρσικά στοιχεία, θέλησε να μιμηθεί τον Αριστοφάνη.  Χωρίς να ξεχνάει τον Μολιέρο. Το έργο, που ακολουθεί τη φόρμα της αριστοφανικής κωμωδίας _ με στίχο, με Χορό, με επεισόδια και με στάσιμα, με Παράβαση, με δεύτερο μέρος όπου παρελαύνουν διάφοροι τύποι… _ , κάπως φλυαρεί, η, ενίοτε αρχαΐζουσα, καθαρεύουσα στην οποία είναι γραμμένο δυσκολεύει την πρόσληψη από τους νεότερους αλλά το διακρίνουν μία καθαρότητα και μία ευθυβολία. Και οι στόχοι του _ η απόλυτη διαφθορά της πολιτικής ζωής του τόπου και τα μαϊμουδίσματα της (μικρο/μεσο/μεγαλο)αστικής τάξης _ βάλλονται τόσο καίρια, με τόσο σαρκασμό, ώστε, αίφνης, γίνεται τόσο επίκαιρο όσο δεν μπορείτε να φανταστείτε. Αποδεικνύοντας πως η πολιτική και κοινωνική ζωή του κράτους αυτού, που ξεκίνησε όπως – όπως την πορεία του το 1830, καθορίστηκε από την πρώτη στιγμή. Η διαφθορά έγινε η σημαία του. Με σύμφυτη την τούρκικη νοοτροπία του ρουσφετιού και του μπαξισιού, μέσα στην οποία οι Έλληνες έζησαν τετρακόσια χρόνια, μ’ ένα λαό ανώριμο και αμόρφωτο, δεν έμελλε, μέχρι και σήμερα, να προχωρήσει ουσιαστικά. Οπότε, καθώς η ιστορία επαναλαμβάνεται, «Του Κουτρούλη ο γάμος», έστω κι αν είναι ένα έργο «αφελές» και «διδακτικό», όχι μόνο συνεχίζει να ισχύει αλλά, εκατόν εβδομήντα χρόνια μετά, μοιάζει κωμικοτραγικά επίκαιρο κείμενο.

Η παράσταση. Ο σκηνοθέτης Βασίλης Παπαβασιλείου φυσικά το αντελήφθη αυτό. Και το εκμεταλλεύτηκε. Με τον πρόλογο και με τον επίλογό του _ ο ίδιος υπογράφει και τη δραματουργική επεξεργασία μαζί με τον Στρατή Χαβιάρα _ στη φόρμα της επιθεώρησης ξεκαθάρισε τα πράγματα. Και ανάμεσα άφησε το κείμενο απολύτως ελεύθερο, να «κυκλοφορήσει» και να μιλήσει μόνο του, δίνοντάς του μοντέρνες κατευθύνσεις που ούτε το αλλοίωσαν ούτε το θόλωσαν ούτε το παραβίασαν, στήνοντας, στη γραμμή του γκροτέσκο, μία καρναβαλική παράσταση που άντλησε άφοβα από την κομέντια ντελ άρτε, από τα καρναβαλικά δρώμενα, από τον Αριστοφάνη _ τον οποίο, άλλωστε, ο Ραγκαβής έχει χρησιμοποιήσει ως πρότυπο _ ακόμα κι από τον Καραγκιόζη. Το χιούμορ περισσεύει και στους υπέρτιτλους που πέφτουν στα τραγούδια ή στις «δύσκολες» λέξεις συνδυάζεται το τερπνόν _ το γέλιο _ μετά του ωφελίμου _ η καλύτερη κατανόησή τους από το κοινό. 
Οι ηθοποιοί του Βασίλη Παπαβασιλείου, που βρέθηκε στην καλύτερή του στιγμή των τελευταίων χρόνων, παρουσιάζουν τον «Κουτρούλη» στη σκηνή ως μέλη μιας κάποιας Φιλογλώσσου Εταιρείας και αφήνονται σ’ έναν οίστρο, απόλυτα ελεγχόμενο πάντως, κατεβάζοντας με αμεσότητα τα επίκαιρα νοήματα του έργου χωρίς να κλείνουν το μάτι. Παίζοντας οι ίδιοι μουσικά όργανα, εκτελούν την απόλυτα ταιριαστή μουσική και _ διδαγμένοι, άψογα όπως πάντα, από την Μελίνα Παιονίδου _ τα τραγούδια του Δημήτρη Καμαρωτού ο οποίος επιτυχώς ξανοίγεται από τα χωρικά του ύδατα κάνοντας την έκπληξη.
Η αισθητική των «χάρτινων» κοστουμιών της Μαρί – Νοέλ Σεμέ δεν με αγγίζει καταρχάς. Αλλά η χρήση τους _ μαζί με τα μεθυστικά, χαρούμενα, καρναβαλικά τους χρώματα _ μου τα δικαιολόγησε απολύτως. Πόσω μάλλον όταν, κρεμασμένα αππό ψηλά και εξαιρετικά φωτισμένα από την Ελευθερία Ντεκώ, καθορίζουν και τον σκηνικό χώρο. Η αρμονική προς το ύφος της σκηνοθεσίας, «ακατέργαστη» κίνηση που δίδαξαν οι Sinequanon συμπληρώνει την ευτυχή συγκυρία της παράστασης αυτής.

Οι ερμηνείες. Η οποία ευτύχησε και στη διανομή της.
Ο εύφορος Νίκος Καραθάνος σ’ ένα ρόλο που του ταιριάζει, ο Νίκος Χατζόπουλος _ φιγούρα, κίνηση , μούτες ενός Πανταλόνε της κομέντια ντελ άρτε _, ο έξοχος, λιτότατος Μανώλης Μαυροματάκης, το αφοπλιστικό τρίο _ ο αστειότατος Σωτήρης Τσακομίδης, ο εκρηκτικής ενέργειας Μιχάλης Σαράντος και ο απολαυστικός, λαμπερός Φοιβίσκος του Άγγελου Μπούρα _, Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Λαέρτης Μαλκότσης, Χριστίνα Μαξούρη, Άγγελος Τριανταφύλλου ακόμα και ο πιο αδύναμος Γιωργής Τσουρής όχι μόνο χειρίζονται το γκροτέσκο που τους ζητήθηκε χωρίς να χάνουν το μέτρο αλλά έχουν καταφέρει και να κατακτήσουν την άγνωστή τους καθαρεύουσα του κειμένου που πρέπει να εκστομίζουν γι αυτό και το κάνουν, όσο περισσότερο γίνεται, κατανοητό στο θεατή / ακροατή.
Ξεχώρισα τον άψογα στιλιζαρισμένο Θανάση Δήμου και την Γαλήνη Χατζηπασχάλη η οποία, διαφορετική κάθε φορά, από έργο σε έργο και από ρόλο σε ρόλο, με την τεχνική της, με την αιχμηρή, «αντιπαθητική» φωνή που επέλεξε και με τον μοναδικό, εμφατικό αλλά ποτέ «ορθοφωνικό» τρόπο που αρθρώνει το κείμενο, καταγράφει την Ανθούσα της στις αξέχαστες, για μένα τουλάχιστον, ερμηνείες.
Ένα, κατά τη γνώμη μου επίτευγμα ισορροπίας ανάμεσα στο παλαιό και στο μοντέρνο που αναδεικνύει το έργο του Ραγκαβή σε κείμενο σύγχρονο με τρόπο απολαυστικό. Και μία παράσταση, εξαντλητικά _ χωρίς να το επιδεικνύει _ μελετημένη και δουλεμένη, που δεν πρέπει να χάσετε: η καλύτερη, κατά τη γνώμη μου, αυτής της σεζόν. Εγώ, πάντως, την είδα δυο φορές.

Εθνικό Θέατρο / Κεντρική Σκηνή, 19 Φεβρουαρίου και 7 Μαρτίου 2012.

Χβοροστόφσκι ο κυρίαρχος


«Ερνάνης»: μια όπερα (1844) της πρώτης περιόδου του Τζουζέπε Βέρντι, που έχει δεκαετίες να παιχτεί στην Ελλάδα και που είδαμε χάρη στο Metropolitan Opera Live _, μαγνητοσκοπημένη, αυτή τη φορά, μετάδοση παράστασης από την Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης. Μια όπερα στην οποία, για άλλη μια φορά, ο Βέρντι αποκαλύπτεται ως πηγή μελωδιών αστείρευτη και ως ο μέγιστος, ίσως, φωνητικός μάστορας στην ιστορία της.
Η Ελβίρα γίνεται αντικείμενο του έρωτα του ληστή Ερνάνη _ που δεν είναι παρά ο ευγενής Δον Χουάν της Αραγόνας ο οποίος σε πόλεμο εμφύλιο έχει χάσει τίτλο και περιουσία και έχει ταχτεί να εκδικηθεί το θάνατο του πατέρα του σκοτώνοντας το βασιλιά της Ισπανίας Κάρολο Α΄ _, του ευγενούς Σίλβα, ηλικιωμένου θείου της που σχεδιάζει να την παντρευτεί, και του ίδιου του βασιλιά που σύντομα θα αναδειχθεί στον αυτοκράτορα Κάρολο Ε΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και ο οποίος όμως, τελικά, υπό την σκιά του αγάλματος του Καρλομάγνου, μεγαλόψυχα παραχωρεί την Ελβίρα στον Ερνάνη που ο Κάρολος, υποχωρώντας στις ικεσίες της Ελβίρας, τον συγχωρεί, μολονότι εκείνος σχεδίαζε να τον δολοφονήσει, μπλεγμένος μαζί με τον Σίλβα, σε συνωμοσία. Αλλά ο Ερνάνης έχει ένα συμβόλαιο τιμής με τον Σίλβα. Το οποίο τον υποχρεώνει να αυτοκτονήσει. Η Ελβίρα τον ακολουθεί.
Εντελώς συμβατική και ανέμπνευστη η σκηνοθεσία του Πιερ Λουίτζι Σαμαριτάνι ο οποίος κίνησε χορωδία και τραγουδιστές ερήμην της μουσικής και δεν έκανε τίποτα για να καλύψει τις αφέλειες _ έως και ως φαιδρό εισπράττεται σήμερα… _ του λιμπρέτου του Φραντσέσκο Μαρία Πιάβε, του βασισμένου στο ομώνυμο έργο (1830) του Βικτόρ Ουγκό, το οποίο, πάντως, θεωρείται ορόσημο του ρομαντισμού. Την παράσταση έσωζαν η απλόχερη παραγωγή και τα εντυπωσιακά, μνημειακά σκηνικά που υπέγραφε ο ίδιος ο σκηνοθέτης _ και στις τέσσερις πράξεις κυριαρχούσαν μεγαλοπρεπείς σκάλες. Ο ενδυματολόγος Πίτερ Τζ. Χολ σχεδίασε μερικά θαυμάσια κοστούμια αλλά από το σύνολο της δουλειάς του έλειπε η ομοιογένεια, κατά τη γνώμη μου. Στιβαρή η μουσική διεύθυνση του Μάρκο Αρμιλιάτο και με κύρος η χορωδία.
Η σοπράνο Άντζελα Μιντ διαθέτει μία μεστή, συναρπαστική δραματική φωνή και εντυπωσιακή τεχνική αλλά η ογκώδης σιλουέτα της δεν της επέτρεπε να πείσει μολονότι η υπέροχη φωνή της την οδηγούσε σε μία σωστή υποκριτική και σε μία ερμηνευτική αλήθεια. Η εμφάνιση, επίσης, του τενόρου Μαρτσέλο Τζορντάνι _ στον επώνυμο ρόλο _ ήταν αποτρεπτική. Και την περίπτωσή του δεν την έσωζε ούτε η ικανοποιητική αλλά όχι ιδιαίτερη φωνή του ούτε η υποκριτική του. Πολύ ταιριαστός στον ρόλο του Σίλβα ο μπάσος Φερούτσιο Φουρλανέτο αλλά περιορισμένης εκφραστικότητας και με φωνή κάπως κουρασμένη. Ο βαρύτονος Ντμίτρι Χβοροστόβσκι έκλεβε την παράσταση: ελκυστικά αρρενωπή εμφάνιση, πειστικότατος υποκριτικά ως Κάρολος, καλή κίνηση και μια φωνή μεγάλων δυνατοτήτων.

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 22 Μαρτίου 2012.

March 22, 2012

Ανάστασιν ΛΑ.Ο.Σ. θεασάμενοι…

Ο κ. Καρατζαφέρης πάλι; Ο κ. Γιώργος Καρατζαφέρης; Του ΛΑ.Ο.Σ. και του Λαού; Που, ως ο αρμοδιότερος επί των θρησκευμάτων, δε θέλει να ’χουμε προεκλογική περίοδο μεγαλοβδομαδιάτικα; «Επιτέλους να σεβαστούμε τη θρησκεία. Να σεβαστούμε την Ορθοδοξία» δήλωσε οργισμένος. «Δεν μπορεί να έχουμε προεκλογική περίοδο τη Μεγάλη Εβδομάδα. Πρέπει ο κόσμος να μπορεί να ασκήσει τα θρησκευτικά του καθήκοντα ανεπηρέαστος. Μπορεί να κλείσει η Βουλή την επόμενη μέρα του Πάσχα και να πάμε σε εκλογές την ημέρα εκείνη που μπορούμε. 6 Μαΐου; 6 Μαΐου. 13 Μαΐου; 13 Μαΐου. Μην παίζουμε με τα ιερά και τα όσια για να εξυπηρετήσουμε καπρίτσια και πολιτικές σκοπιμότητες». Οποία κατάνυξις… Και να μη σεβαστούμε, όμως, την Εβδομάδα της Διακαινησίμου; Ν’ αρχίσει η προεκλογική περίοδος την Δεύτερη Μέρα του Πάσχα;
Μα κ. Καρατζαφέρη μου, θ’ ακουστούν τόσες Χριστοπαναγίες απ’ όλους μας ΑΥΤΗ τη συγκεκριμένη προεκλογική περίοδο, που είναι παράλογο να θεωρείτε πως προεκλογική περίοδος και θρησκεία δεν μπορούν να ταυτιστούν. Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…


Φασουλής με Φιλιππίδη στους «Ιππείς» (αντί Σαββόπουλου με «Πλούτο»), Χειλάκης – Οιδίπους με Γκραουζίνις, Βογιατζής στην Επίδαυρο / Χουβαρδάς ανεβάζει «Αρχιμάστορα Σόλνες», Κατερίνα Ευαγγελάτου «Σετσουάν»


Το Τέταρτο Κουδούνι / 22 Μαρτίου 2012

Τετραπλή παρουσία _ συγγραφική και σκηνοθετική _ φέτος, Θανάσης Παπαθανασίου και Μιχάλης Ρέππας στην ελληνική σκηνή: «Συμπέθεροι απ’ τα Τίρανα» στο «Κιβωτός» και «Ράους» στο «Πειραιώς 131» συνεχίζονται για τέταρτη και δεύτερη σεζόν αντίστοιχα, «Πατρίδες» στην Νέα Σκηνή του Εθνικού κι η διασκευή τους για την Κάτια Δανδουλάκη «Να ζει κανείς ή να μη ζει;» απ’ το έργο του Νικ Γουάιτμπι _ μεταφορά στο θέατρο της ομώνυμης ταινίας του Ερνστ Λιούμπιτς της οποίας ο Μελ Μπρουκς έκανε το ριμέικ το 1983 _ που σκίζει στο ταμείο του «Δανδουλάκη».


Τον «Καλό άνθρωπο του Σετσουάν», απ’ τα πιο αντιπροσωπευτικά έργα του Μπέρτολτ Μπρεχτ, πρόκειται ν’ ανεβάσει την προσεχή χειμερινή σεζόν στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση η Κατερίνα Ευαγγελάτου. Τον βαρύ, «διπλό» πρωταγωνιστικό ρόλο της Σεν Τε / Σουί Τα, θα επωμιστεί η εξαίρετη Στεφανία Γουλιώτη. Η οποία έχει συνεργαστεί με την πολύ ενδιαφέρουσα και ταχύτατα ανερχόμενη σκηνοθέτρια ήδη απ’ τη σεζόν 2006 – 2007. Όταν η Κατερίνα Ευαγγελάτου ανέβασε στο «Αμφι-Θέατρο», δραματοποιημένη, τη νουβέλα « Η ερωτευμένη νεκρή» του Τεοφίλ Γκοτιέ, παράσταση που επαναλήφθηκε και τις δυο επόμενες σεζόν.
Η ιστορία της φτωχής πόρνης Σεν Τε _ που ευεργετείται με χρήματα από τρεις θεούς για την καλή της καρδιά αλλά κι απ’ την καλή της καρδιά κινδυνεύει, όταν με τα χρήματα ανοίγει ένα μαγαζάκι, να καταστραφεί, γι αυτό και επινοεί έναν άτεγκτο εξάδελφο, τον Σουί Τα, που αναλαμβάνει τις υποθέσεις της, εξάδελφο που δεν είναι παρά η ίδια μεταμφιεσμένη _, ένα κινέζικο παραμύθι που ο Μπρεχτ μετασχημάτισε μεταξύ 1938 και 1943 και σε συνεργασία με την Μαργκαρέτε Στέφιν και την Ρουθ Μπερλάου _ η πρεμιέρα δόθηκε στην Ζυρίχη το 1943 _ σε μαρξιστική θεατρική παραβολή, πρωτοπαρουσιάστηκε στην Ελλάδα το χειμώνα του 1958 – ’59. Απ’ τον Κάρολο Κουν και το «Θέατρο Τέχνης» με την Βέρα Ζαβιτσιάνου στον κεντρικό ρόλο. Και έκτοτε δε μετράει παρά ελάχιστα ανεβάσματα στη χώρα μας.
Το πιο πρόσφατο ήταν τη σεζόν 2005 – 2006 στην «Σφενδόνη» της Άννας Κοκκίνου η οποία ερμήνευε τον βασικό ρόλο σε μια όχι ιδιαίτερα επιτυχή παράσταση που η περιπετειώδης προετοιμασία της, με αλλαγές σκηνοθετών και ηθοποιών, κράτησε δυο χρόνια και που, τελικά, την υπέγραψε σκηνοθετικά ο Άγγελος Μέντης.







Εξαιρετική λεπτοδουλειά _ επιπέδου Λευτέρη Βογιατζή: η σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου στον «Αμερικάνικο βούβαλο» του Ντέιβιντ Μάμετ που παρουσιάζει στο «Πορεία» του. Αλέξανδρος Μυλωνάς _ απ’ τους καλύτερούς του ρόλους _, Γιώργος Γάλλος κι ο νεαρός Παναγιώτης Καλαντζής _ ο οποίος έχει στη σκηνή μια αυθεντικότητα που ανάλογη είχα εισπράξει μόνον απ’ την Αγγελική Παπαθεμελή, στο ξεκίνημά της, χρόνια πριν, ως Λόρα στον «Γυάλινο κόσμο» του Τενεσί Ουίλιαμς, όταν το έργο είχε ανεβάσει ο Δημήτρης Μαυρίκιος στο «Εμπρός» _ κάνουν  ερμηνείες υποκριτικής λεπτομέρειας αξιομνημόνευτης. Απ’ τις καλύτερες φετινές μου παραστάσεις.


Τον «Αρχιμάστορα Σόλνες» του Ίψεν ανεβάζει το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου στο «Θέατρον» του «Ελληνικού Κόσμου», στην κυρίως αίθουσα «Αντιγόνη», ο Γιάννης Χουβαρδάς με τον Ακύλλα Καραζήση στον επώνυμο ρόλο.
Η παράσταση, που θα παρουσιαστεί με τους θεατές _ συνολικά 150 _ επί σκηνής _, γι αυτό ακριβώς, λόγω των δυνατοτήτων που προσφέρει, και επελέγη η συγκεκριμένη σκηνή _, θα παιχτεί σε μετάφραση κατευθείαν απ’ τα νορβηγικά που υπογράφει ή Έρι Κύργια, με κοστούμια Ιωάννας Τσάμη και φωτισμούς Αλέκου Γιάνναρου ενώ τα σκηνικά θ’ αναλάβει ο ίδιος ο σκηνοθέτης.
Αλίνα Σόλνες θα ’ναι η Λυδία Φωτοπούλου, Χίλντα Βάνγκελ η Άλκηστις Πουλοπούλου και την πολύ καλή διανομή συμπληρώνουν Νίκος Χατζόπουλος, Γιάννος Περλέγκας και Υρώ Χιώτη.
Ας σημειωθεί πως ο Γιάννης Χουβαρδάς, που ξεκίνησε ως σκηνοθέτης απ’ τον Θεατρικό Όμιλο του Κολεγίου Αθηνών με «Τρωάδες» το 1976 κι έως τώρα έχει σκηνοθετήσει στην «Θεατρική Συντεχνία», της οποίας υπήρξε, μαζί με την Μίνα Αδαμάκη και τον Νίκο Αρμάο, συνιδρυτής το 1978, στο «Θέατρο του Νότου» που ίδρυσε το 1991 και διηύθυνε μέχρι το 2007 _ το 2008 διέκοψε την λειτουργία του στο «Αμόρε» έχοντας γράψει ιστορία στο ελληνικό θέατρο _ και στα δυο κρατικά Θέατρα _ στο Εθνικό του οποίου είναι ο καλλιτεχνικός διευθυντής απ’ το 2007 και στο ΚΘΒΕ _ αλλά και σε πολλά Θέατρα και Όπερες του εξωτερικού, είναι η πρώτη φορά στην τριανταεξάχρονη καριέρα του που συνεργάζεται με ιδιώτη παραγωγό: τον Γιώργο Λυκιαρδόπουλο και την εταιρεία του «Λυκόφως».
Η τελευταία φορά, αν δεν κάνω λάθος, που παρουσιάστηκε στην ελληνική σκηνή ο «Αρχιμάστορας Σόλνες», έργο της τελευταίας περιόδου του Ίψεν _ πρωτοεκδόθηκε το 1892 κι έκανε την πρεμιέρα του στο Βερολίνο το 1893 _ ήταν απ’ τον Γιώργο Κιμούλη τη σεζόν 2004 – 2005 στο δικό του «Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας» σε σκηνοθεσία Λευτέρη Γιοβανίδη.


Της τελευταίας ώρας 1. Μαθαίνω πως το ΚΘΒΕ κάνει την έκπληξη του καλοκαιριού: ανεβάζει στην Επίδαυρο τον «Πλούτο» του Αριστοφάνη σε διασκευή, σκηνοθεσία και με μουσική Διονύση Σαββόπουλου, με τον ίδιο να επωμίζεται το ρόλο του Πλούτου. Και με τον Τζίμη Πανούση, μαθαίνω, στο ρόλο της Πενίας (!) _ πληροφορία που δεν κατάφερα, πάντως, να διασταυρώσω, Τολμηρό, παρακινδυνευμένο αλλά σούπερ!


(Οι πληροφορίες σήμερα ανατρέπονται πλήρως. Αφού κυκλοφόρησαν τα ΝΕΑ με τη στήλη τυπωμένη έμαθα πως χτες τελικά το ΚΘΒΕ έκλεισε για Επίδαυρο «Ιππείς» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή με Πέτρο Φιλιππίδη και Γιάννη Ζουγανέλη, συμπαραγωγή με το «Ακροπόλ» του Φάνη Κιρκινέζου).


Της τελευταίας ώρας 2. Ο Λευτέρης Βογιατζής θ’ ανεβάσει, τελικά, στην Επίδαυρο, με το Εθνικό και στη μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη, τον «Αμφιτρύωνα» του Μολιέρου. Που ’ταν προγραμματισμένος για τη λήγουσα χειμερινή σεζόν στην Κεντρική Σκηνή του αλλά είχε αναβληθεί λόγω των προβλημάτων που ’χε με την υγεία του ο κορυφαίος σκηνοθέτης μας.


Της τελευταίας ώρας 3. Ο καλός Αιμίλιος Χειλάκης θα ’ναι στην Επίδαυρο ο καινούργιος Οιδίπους στον «Οιδίποδα τύραννο» του Σοφοκλή. Που θ’ ανεβάσει ο λιθουανός φίλος _ και…συγγενής μας _ και πολύ ενδιαφέρων σκηνοθέτης Τσέζαρις Γκραουζίνις σε μια δική του εκδοχή για τέσσερις ηθοποιούς.
Παρά τις καθυστερήσεις και τα οικονομικά προβλήματα, θα φυσάει, μου φαίνεται, φέτος, το Φεστιβάλ Επιδαύρου.

Προ 50ετίας
Τα Θεατρικά Νέα


Απόψε το «Νέο Θέατρο» δίδει την «πρώτη» του έργου «Σάββατο, Κυριακή και Δευτέρα» του Ιταλού συγγραφέως Εντουάρντο ντε Φιλίππο. Το έργο […] ανεβάζεται κατά μετάφρασι Αλέκας Κατσέλη, σκηνοθεσίαν Βασ. Διαμαντόπουλου, με σκηνικά Νικολάου Κώνστα και με βασικούς πρωταγωνιστάς τον Β. Διαμαντόπουλο και την Μαρία Αλκαίου. Τους άλλους ρόλους θα ερμηνεύσουν κατά σειράν εμφανίσεως, οι Λήδα Πρωτοψάλτη, Γ, Τζώρτζης, Θ. Κατσαδράμης, Ξένια Καλογεροπούλου, Μαρία Ζαφειράκη, Στ. Παχής, Κ. Πίτσιος, Σ. Κωνσταντόπουλος, Γ. Δήμος […]. 24 Μαρτίου 1962.


Το Εθνικό Θέατρο της Ελλάδος
εγκαινιάζει απόψε επισήμως στο Παρίσι το «Θέατρο των Εθνών» με την διδασκαλία της τραγωδίας του Ευριπίδου «Φοίνισσες» κατά σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή, με σκηνικά Κλ. Κλώνη, κοστούμια Αντώνη Φωκά και με μουσική υπόκρουσι του Μίκη Θεοδωράκη. Την ξένη ορχήστρα διευθύνει ο Ανδρέας Παρίδης. Πρωταγωνιστούν οι Κατίνα Παξινού, Αλέξης Μινωτής, Άννα Συνοδινού και Θάνος Κωτσόπουλος […]. 27 Μαρτίου 1962.


Για την παρουσίασι
του έργου του Τζων Βαν Ντρούτεν «Ανοιξιάτικο τραγούδι» στα «Διονύσια» η Έλλη Λαμπέτη προσέλαβε στον θίασό της την Λίλη Παπαγιάννη […]. 27 Μαρτίου 1962.

Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».


March 21, 2012

Υπερεκτίμηση δυνάμεων

Μόνο να χαιρετήσω οφείλω την εμφάνιση μιας καινούργιας θεατρικής ομάδας. Παρά τους φόβους μου μπροστά στο αδιέξοδο που πιστεύω πως δημιουργεί ο ανεξέλεγκτος πλέον πληθωρισμός στο χώρο του θεάτρου μας. Και παρά την εκτίμησή μου _ που τείνει να εδραιωθεί σε πεποίθηση _ πως οι δεκάδες πια παραστάσεις αυτών των νέων ομάδων δεν είναι παρά παραστάσεις πανικού απεγνωσμένων ενώπιον του φάσματος της ανεργίας παιδιών που ξεκίνησαν να σπουδάσουν θέατρο θαμπωμένα, στη συντριπτική τους πλειονότητα, από την απατηλή και εύκολη λάμψη της τηλεόρασης, λάμψη που ήδη έσβησε.
Σεβαστή, όμως, κάθε νεανική θεατρική προσπάθεια. Αλλά όχι και υπεράνω κριτικής _ κριτικής καλόπιστης. Πιστεύω, καταρχάς, πως μια ομάδα θα πρέπει να ξεκινήσει με ένα σύγχρονο κείμενο. Ένα κείμενο που να την αφορά άμεσα. Που να μπορεί να το «μιλήσει». Ή, έστω, με ένα κείμενο κλασικό που να ανταποκρίνεται στον νεανικό ψυχισμό _ μια κωμωδία του Σαίξπιρ, για παράδειγμα. Άντε ένα «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ένας Τσέχοφ ή ένας Πίντερ απαιτούν μια γνώση, μια πείρα ζωής και μια γνώση, μια πείρα θεάτρου καθώς και μια δυνατότητα εμβάθυνσης, εσωτερίκευσης που πολύ δύσκολα μπορεί να διαθέτει ένας άπειρος ηθοποιός ή ένας άπειρος σκηνοθέτης. Εκτός κι αν είναι ο Κουν ή ο Λιουμπίμοφ. Βέβαια, προς γαρ το τελευταίον εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται… Και το αποτέλεσμα μπορεί να ανατρέψει κάθε ανάλογη, συντηρητική(;), όπως η παραπάνω, άποψη
Δεν θα κατέληγα στο συμπέρασμα αυτό για την «Ομάδα 11» που ο Αντώνης Αντύπας είχε την γενναιοδωρία να της παραχωρήσει στέγη. Αποφάσισαν, αν και πρωτοεμφανιζόμενοι, να ανεβάσουν ένα από τα δίσημα αριστουργήματα του Χάρολντ Πίντερ, τους «Παλιούς καιρούς», στην ανθεκτική, ακόμα, μετάφραση της Μάγιας Λυμπεροπούλου. Μια φίλη _ και ίσως όχι απλώς φίλη… _ από το απώτερο παρελθόν _ είκοσι χρόνια πριν _ της γυναίκας επισκέπτεται στο σπίτι του, στην αγγλική εξοχή, ένα ζευγάρι. Οι μνήμες αλλοιωμένες, αντιφατικές, μέσα από διαφορετικά πρίσματα διυλισμένες, οι χρόνοι, διεσταλμένοι, μέσα από διαφορετικά εσωτερικά ρολόγια μετρημένοι θα υψωθούν απειλητικά απέναντί τους εμπλέκοντας τους τρεις σε ένα ομιχλώδες παιχνίδι υψηλής ποίησης.
Έργο με δύσκολες, επικίνδυνες ισορροπίες. Που ο σκηνοθέτης Νίκος Πασχίδης δεν κατάφερε, κατά τη γνώμη μου, να τιθασσεύσει μέσα στο, επαρκώς φωτισμένο από την Σοφία Αλεξιάδου, νοικοκυρεμένο σκηνικό του Δημήτρη Κακριδά. Με αποτέλεσμα μια δειλή, επίπεδη παράσταση, άνισων ρυθμών και καλών προθέσεων που, σίγουρα, δεν μπορώ να τις αρνηθώ _ η προσπάθεια το κείμενο να αρθρωθεί σωστά και να κατεβεί στο κοινό είναι αισθητή _, η οποία δεν ξεφεύγει από την πρωτογενή ανάγνωση. Το πιντερικό χιούμορ κάποιες στιγμές διασώζεται πάντως.
Ελκυστικοί εμφανισιακά αλλά άπειροι και αμήχανοι, η Έλενα Πελαγία και, κυρίως, ο Γιάννης Μοσχίδης _ που επιπλέον διαθέτει ένα πολύ καλής ποιότητας φωνητικό μέταλλο _ αντιμετωπίζουν τους ρόλους τους με ειλικρίνεια και με σπουδαστικό φιλότιμο. Η Μαρία Σκαφτούρα, όμως, που δεν είναι άπειρη, απορώ γιατί επέλεξε _ και γιατί ο σκηνοθέτης το αποδέχτηκε _ την οδό της διαρκούς πόζας που κάποιες στιγμές γίνεται ενοχλητική.

«Απλό Θέατρο» / Νέα Σκηνή, 20 Μαρτίου 2012

March 20, 2012

Λεφτά θα υπάρχουν

Άκουσα _ επ’ ολίγον… _ στις ειδήσεις της ΝΕΤ τον νεόκοπο «αρχηγό» του ΠΑΣΟΚ, τον κ. Βενιζέλο, να μιλάει για πρώτη φορά στην κοινοβουλευτική ομάδα του Κόμματος. Να μιλάει, και να μιλάει, και να μιλάει, και να βερμπαλίζει για το λαμπρό μέλλον του «γένους των Ελλήνων», πρόλαβα ν’ ακούσω _ δέκα; δώδεκα; δέκα πέντε φορές; _ αυτό το παλαιό, «δοκιμασμένο» (;) «η Μεγάλη Δημοκρατική Παράταξη», άκουσα περί αξιοκρατίας με την οποία θα κυβερνήσει _ η «Μεγάλη Δημοκρατική Παράταξη» _, άκουσα περί «προοδευτικής διακυβέρνησης», άκουσα πως η νέα Δημοκρατία είναι «παλαιοκομματική» και άλλα σχετικά. Που ακούω απ’ το ’74, απ’ το ’77, απ’ το ’81 και βάλε… Καταλήγω λοιπόν: η μόνη διαφορά από το πρόσφατο «φαύλο παρελθόν» είναι πως αντί του «λεφτά υπάρχουν» έχουμε πλέον το «λεφτά θα υπάρχουν». Θέμα χρόνου. Από ενεστώς, μέλλων. Φοβάμαι τετελεσμένος. Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

Θα τη βρούμε τη ρημάδα την άκρη…


Δέκα νέοι άνθρωποι. Δέκα ηθοποιοί _ του κλάδου που πλήττονταν από την ανεργία και πριν αρχίσει η κρίση… Μαζεύτηκαν και μάζεψαν τα κείμενα δέκα νέων, επίσης, συγγραφέων _ μερικά είναι των ίδιων _, που δημοσιεύτηκαν το περασμένο φθινόπωρο στο περιοδικό «Μητροπολιτικές Ιστορίες»: κείμενα απόλυτα σύγχρονης αναφοράς που αφηγούνται ιστορίες ανθρώπων οι οποίοι, ακριβώς, πλήττονται, άμεσα ή έμμεσα, από τη μεγάλη πληγή της εποχής μας, την ανεργία. Και με τα κείμενα αυτά, κάτω από τον τίτλο «Unemployed» (που δεν κατάλαβα γιατί είναι στα αγγλικά κι όχι «Άνεργος», στα ελληνικά _ σαν να «καλλωπίζεται» μια λέξη που τρομάζει…), έστησαν μια περφόρμανς. Η οποία, όμως, πολύ σωστά, δεν προτίθεται να τρομάξει. Διότι κοιτάζει κατάματα την πραγματικότητα που είναι μεν δυσάρεστη αλλά έχουμε τη δύναμη να την αντιμετωπίσουμε _ ακόμα και με τον έρωτα.
Καθισμένοι σε καρέκλες απέναντί μας _ ανάμεσά τους και η Δήμητρα Κωτίδου που τραγουδάει όμορφα _, ο ένας τους καθισμένος _ πολύ σωστά, ένας από ’μας είναι… _ ανάμεσα στο κοινό, με τα κείμενα στα χέρια, ένα μικρόφωνο με πόδι μπροστά τους _ στο οποίο συχνά καταφεύγουν _, μονολογούν, «διαλέγονται», πλέκουν και μπλέκουν τα κείμενα σε μία παράσταση που επιμελούνται σκηνοθετικά τρεις τους _ Σταμάτης Ζακολίκος, Ειρήνη Μαργαρίτη, Κατερίνα Φωτιάδη. Μία παράσταση που αρχίζει επίπεδα, χωρίς θεατρικό ενδιαφέρον, αλλά σύντομα ζεσταίνεται, αποκτά χιούμορ ευεργετικό και κορυφώνεται αφήνοντας μια πικρή, μελαγχολική γεύση που έντεχνα αποκτά ένα ανεπαίσθητο άρωμα αισιοδοξίας _ «θα τη βρούμε τη ρημάδα την άκρη»…
Ανάμεσα στους δέκα της παράστασης, που αγωνίζονται για το καλύτερο, ξεχώρισα το εύπλαστο τάλαντο της Σοφιάννας Θεοφάνους ενώ την έκπληξη την κάνει η Μαίρη Λούση (στη φωτογραφία): ηθοποιός που εξελίχθηκε αισθητά, κατεβάζει _ την ευνοεί και το κείμενό της _ με απόλυτο έλεγχο ένα χιούμορ απολαυστικό.
Μια παράσταση «μικρή», μελαγχολική αλλά και εύφορη _ ναι, εύφορη, παρά το θέμα της _ , πάνω απ’ όλα όμως αληθινή και σημερινή. Και είναι σημαντικό το θέατρο να κοιτάζει κατάματα τον καιρό του.  

Θέατρο «Bios» / Main, 19 Μαρτίου 2012.

March 17, 2012

Ταξίιιιιι!


Έλληνες ταξιτζήδες ζητάνε, λέει, απ’ την Αυστραλία. Καλά, δεν ξέρουνε, δε ρώταγαν; Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

March 16, 2012

«Ελένη» ή Τα πάντα

Ελένη Μπούκουρα (ή Μπούκουρη, αν και το αρχικό επώνυμο της οικογένειας ήταν Χρυσίνης) – Αλταμούρα: η πρώτη _ σπουδαγμένη _ ελληνίδα ζωγράφος.
Σπετσιώτισσα, κόρη του αρβανίτη καραβοκύρη Ιωάννη Μπούκουρα που αργότερα εξελίχθηκε στον πρώτο έλληνα θεατρώνη στην Αθήνα του Όθωνα, γεννημένη, κατά πάσα πιθανότητα, σε χρονιά σημαδιακή _ το 1821 _ μεγάλωσε μέσα στις φλόγες της Επανάστασης αλλά τάχτηκε στη ζωγραφική. Από παιδάκι φανέρωσε το πάθος της κι ο πατέρας της, ανοιχτόμυαλος και με κατανόηση, της πρόσφερε την πολυτέλεια ενός οικοδιδάσκαλου της ζωγραφικής, του Ιταλού Ραφαέλο Τσέκολι ο οποίος παρεπιδημούσε στην Αθήνα, ενώ αργότερα, το 1848, τη συνόδευσε στην Ιταλία για περαιτέρω σπουδές στην Ρώμη και την Φλορεντία. Σπουδές που τις έκανε μεταμφιεσμένη σε άντρα (!) – μια ιστορία σαν λιμπρέτο όπερας της εποχής _ γιατί ο χώρος ήταν ακόμα άβατος για γυναίκες.
Στην Ιταλία θα ερωτευτεί τον ζωγράφο _ αλλά και γαριβαλδινό επαναστάτη _ Φραντσέσκο Σαβέριο Αλταμούρα, θα συζήσουν και θα αποκτήσουν τρία παιδιά, τον Ιωάννη που εξελίχθηκε επίσης στον διακεκριμένο ζωγράφο Ιωάννη Αλταμούρα, ειδικευμένο στις θαλασσογραφίες, την Σοφία και τον Αλέξανδρο, πριν παντρευτούν αφού η Ελένη ασπαστεί τον καθολικισμό. Ο Σαβέριο όμως θα την εγκαταλείψει φεύγοντας με την ερωμένη του, τη ζωγράφο Τζέιν Χέι, φίλη της Ελένης, παίρνοντας μαζί του το βρέφος Αλέξανδρο.
Η Ελένη θα γυρίσει στην Ελλάδα όπου βρίσκοταν ήδη, κοντά στους παππούδες τους, τα δύο μεγαλύτερα παιδιά της, θα εγκατασταθεί στην Αθήνα _ στην Πλάκα _ και θα αρχίσει να παραδίδει μαθήματα ζωγραφικής συμμετέχοντας ενεργά στα καλλιτεχνικά πράγματα. Όμως η μοίρα θα τη χτυπήσει αλύπητα: θα χάσει από φυματίωση, στον ανθό της ηλικίας τους, την κόρη της και κατόπιν τον γιό της Ιωάννη αφού εκείνος γύρισε από την Κοπεγχάγη όπου σπούδασε. Η μάνα θα απομονωθεί στις Σπέτσες, θα κυλήσει σε μια ιδιόμορφη συμπεριφορά και θα κάψει όλα τα έργα της που είχε στην κατοχή της πριν πεθάνει το 1900.
Αντλώντας από την πραγματική αυτή ιστορία που παραμένει σε πολλά σημεία της ατεκμηρίωτη η Ρέα Γαλανάκη έγραψε και εξέδωσε το 1998 το μυθιστόρημα «Ελένη ή Ο Κανένας». Ένα μυθιστόρημα έξοχο που εκμεταλλεύεται και μετασχηματίζει με τον καλύτερο τρόπο τα ιστορικά στοιχεία χαράζοντας με τρόπο δυναμικό αλλά και βαθύτατα λυρικό το πορτέτο της δυναμικής, συνάμα και τραγικής αυτής προσωπικότητας.
Το 2003 η Αθανασία Γκανά και ο Θέμης Μουμουλίδης θα συμπυκνώσουν το μυθιστόρημα _ δύσκολη δουλειά _ σ’ ένα μονόλογο για το θέατρο χωρίς να προδώσουν το έργο της Γαλανάκη: εξαιρετική δουλειά, απόσταγμα αυτού του κράματος δυναμισμού και λυρισμού, που ρίχνει μεγαλύτερο βάρος στον δεύτερο.
Ο μονόλογος ερμηνεύτηκε τότε από την Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου σε σκηνοθεσία του Θέμη Μουμουλίδη. Παράσταση που τώρα ανέβηκε και πάλι.
Ο Θέμης Μουμουλίδης σ’ ένα, ικανοποιητικά φωτισμένο από τον Νίκο Σωτηρόπουλο, εξυπηρετικό σκηνικό της Παναγιώτας Κοκκορού και με την σωστή εικαστικά ενδυματολογική λύση της, έχει σκηνοθετήσει, μέσα σ’ ένα ηχητικό περιβάλλον που υποβάλλει, το μονόλογο με σωστούς ρυθμούς, με αποχρώσεις, με επιδέξιες μεταπτώσεις που δένουν γερά, ως κρίκοι, τα όποια τυχόν κενά της συμπύκνωσης και τα χρονικά άλματα ή πισωγυρίσματα και με στιλ που παραπέμπει στο παλιό αλλά μέσα από το καινούργιο: ένα αποτέλεσμα καθαρό.
Φυσικά τη μερίδα του λέοντος στην επιτυχία αυτή έχει η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου. Ώριμη ηθοποιός πια, κατασταλαγμένη, με φωνή που ηχεί σαν τσέλο, με απόλυτη κυριαρχία στο σανίδι, με βαθιά γνώση πώς ο πεζός βασικά λόγος μετουσιώνεται σε λόγο θεατρικό και πώς ο λόγος αυτός κατεβαίνει στο κοινό, με ένα στιλιζάρισμα κινησιολογικό, με «πόζες» που κάποιες στιγμές, ευεργετικά και απόλυτα ταυτισμένα με το θέμα, με παρέπεμπαν σ’ έναν βωβό κινηματογράφο απαλλαγμένο, όμως, από τις υπερβολές και τις παραμορφώσεις του, με βαθιά αλλά ελεγχόμενη συγκίνηση η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου αποδεικνύει για άλλη μια φορά την κλάση της: μια από τις Σημαντικές Ηθοποιούς που διαθέτουμε σε μια ερμηνεία εξαίρετη.
Δείτε την οπωσδήποτε!

Θέατρο «Άνεσις / Θεατρική Σκηνή Ανδρέας Βουτσινάς», 10 Μαρτίου 2012.

Έκτη και φαρμακερή


Βουτυρά Ελένη. Το γένος Νίκου. Σύζυγος Ιορδάνη Βουτυρά. Επάγγελμα ξεναγός. Γαλλοτραφής και γαλλόφιλη. Που σιγοτραγουδάει τραγούδια της Πιαφ. Το σπίτι της, σε θέση ταιριαστή: απέναντι απ’ την Ακρόπολη. Πλάι στο Μουσείο Ακρόπολης _ αυτό το «σαν μαυσωλείο».
Πολυτάραχος ο βίος της. Ένα οικογενειακό μπαχαράδικο στην Ευριπίδου που το κρατούσε ο παππούς της. Ένας πατέρας άσωτος που έτρεχε πίσω από τις ερωμένες _ μέχρι που πάντρεψε μια τους με το γιό του. Ένας σύζυγος, σωφέρ σε τουριστικά λεωφορεία, που ακολούθησε την «καριέρα» του πεθερού του και ασχολήθηκε με το… κυνήγι της τουρίστριας μέχρι που βρέθηκε νεκρός από ατύχημα στο Ναύπλιο ενώ προσπαθούσε να εντυπωσιάσει κάποιες τουρίστριες. Ο πατέρας και η νύφη / ερωμένη που πυρπόλησαν το μπαχαράδικο για να εισπράξουν την ασφάλεια. Η νύφη που την έκλεισαν στο Δαφνί ως πυρομανή. Ο άντρας της και αδελφός της Ελένης που εξαφανίστηκε _ κάπου μισθοφόρος; Κάπου έμπορος ναρκωτικών; Ο πατέρας που βρέθηκε νεκρός, ξεβράκωτος, στο Σούνιο. Η οικονομική καταστροφή. Το σπίτι που γλύτωσε γιατί ήταν στο όνομα της Ελένης αλλά που το απαλλοτρίωσαν για να μην ενοχλεί τη θέα του Μουσείου και πρόκειται να της το πάρουν. Ο γερανός που δουλεύει τριγύρω με ήχους απειλητικούς. Και η ξεναγός Ελένη που φυλάει σαν τα μάτια της τη θέση της έκτης Καρυάτιδας, της κλεμμένης, και γίνεται ο ενδιάμεσος με τις «αδελφές» της οι οποίες ζουν πια στο Μουσείο.
Ο Αντώνης και ο Κωνσταντίνος Κούφαλης έγραψαν ένα μονόλογο _ «Η έκτη Καρυάτιδα» ο τίτλος του _, που μοσχοβολάει μπαχάρια κι αρώματα παλιάς εποχής. Συνδυάζοντας μια ζωή ταραχώδη, η οποία κουβαλάει μνήμες από το «Τρίτο στεφάνι» του Ταχτσή, με την αρχαιότητα _ η Ακρόπολη, το Μουσείο της, οι Καρυάτιδες, η Βραυρώνα… Που τα έδεσαν αρμονικά _ και πολύ έξυπνα _ με κρίκο το επάγγελμα της ξεναγού το οποίο διάλεξαν για την ηρωίδα τους δημιουργώντας ένα κείμενο πολυεπίπεδο  _ το καλύτερο, κατά τη γνώμη μου, από τα παιγμένα τους.
Ο εικαστικός Κώστας Τσόκλης έπιασε το κείμενο αυτό με αγάπη, το εγκατέστησε σ’ ένα έξοχο αισθητικά, αυθεντικά τσοκλικό εικαστικό περιβάλλον _ έστω κι αν θα το προτιμούσα πιο σκηνικά λειτουργικό _, όπου κυριαρχεί το λευκό, το φώτισε με φως άπλετο, έντυσε την ηθοποιό του μ’ ένα λευκό κοστούμι απόλυτα ταιριαστό και την οδήγησε, αυτός ο σκηνοθετικά άπειρος, σε μια ερμηνεία αποχρώσεων μ’ ένα τολμηρό φινάλε – έκπληξη. Μόνη μου ένσταση, η κίνηση που, κάποιες στιγμές, μοιάζει υπερβολική ή αμήχανη.
 
Η Σοφιά Φιλιππίδου που επωμίστηκε το μονόλογο, δείχνει για πρώτη φορά να δέχτηκε να υποτάξει το πληθωρικό, εκρηκτικό τάλαντό της σε σκηνοθέτη. Αγνώριστη, αφήνοντας τη μοναδική κωμική μανιέρα της, άρα διακινδυνεύοντας, αλλά χωρίς να χάσει την προσωπικότητά της ακολουθεί μία υποκριτική λεπτομέρειας ενώ δεν παύει να είναι άμεση. Το χιούμορ της, η «τρέλα» της, αλώβητα, έχουν αφήσει το γκροτέσκο κατά μερος και κατεβάζουν το χιούμορ του κειμένου με λεπτότητα αλλά και με αιφνιδιασμούς, απόλυτα, όμως, ελεγχόμενους.
Ένα κείμενο, μια παράσταση και μια ερμηνεία απολαυστική που σας συστείνω ανεπιφύλακτα.

Θέατρο «Άλμα» / Κεντρική Σκηνή, 12 Μαρτίου 2012

March 15, 2012

Μονιμομπινιώτης


Ουδείς την δημοσιοϋπαλληλική μονιμότητα εμίσησεν… «Χρειάζεται ένας μόνιμος υπουργός Παιδείας» δήλωσε σε ραδιοφωνική συνέντευξή του στον Real FM o Μπαμπινιώτης μόλις ανέλαβε το πόστο. Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

Και πάλι Κλυταιμνήστρα η Καρυοφυλλιά


Το Τέταρτο Κουδούνι / 15 Μαρτίου 2012

Δήμητρα Παπαδοπούλου εις τριπλούν,
τελικά, φέτος _ ως συγγραφέας (αλλά και ως σκηνοθέτρια): το παλαιότερό της «Ο παππούς έχει πίεση» παίζεται στο «Ήβη» ενώ στο «Χώρα», στην μεν Σκηνή «Νέα Χώρα» συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά, με ουρές στο ταμείο, «Η σεξουαλική ζωή του κυρίου και της κυρίας Νικολαΐδη», στη δε Σκηνή «Μικρή Χώρα» παρουσιάζεται ο μονόλογός της «Ο φίλος μου ο Ντοστογιέφσκι, διασκευή απ’ το ντοστογιεφσκικό «Όνειρο ενός γελοίου».


Στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» επανέρχεται το καλοκαίρι ο Θέμης Μουμουλίδης. Με Κλυταιμνήστρα την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και Αγαμέμνονα τον Στέλιο Μάινα. Θ’ ανεβάσει, με το σχήμα του «5η Εποχή», την τραγωδία του Ευριπίδη, την οποία είχε σκηνοθετήσει για πρώτη φορά με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας και με τους δυο αυτούς ηθοποιούς μεταξύ των πρωταγωνιστών, στους ίδιους ρόλους, το καλοκαίρι του 2004 _ παίχτηκε και στο Ηρώδειο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.
Τα σκηνικά και τα κοστούμια θα κάνει ο Γιώργος Πάτσας, στη διανομή θα ’ναι επίσης ο Μάνος Βακούσης κι η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου ενώ η κορυφαία του Χορού θα προέρχεται απ’ το χώρο του τραγουδιού: η Ρίτα Αντωνοπούλου.
Ο Θέμης Μουμουλίδης ξεκίνησε «πλαγίως» την  ενασχόλησή του με τους αρχαίους τραγικούς το καλοκαίρι του 2001, όταν ανέβασε με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, του οποίου τότε ήταν ο καλλιτεχνικός διευθυντής και ξεκινώντας απ’ το Διεθνές Φεστιβάλ Πάτρας, την παράσταση «Ορέστης. Από τον Ρίτσο στους τραγικούς», όπου γύρω απ’ τον «Ορέστη» του Γιάννη Ρίτσου έπλεξε αποσπάσματα απ’ τις «Χοηφόρες» του Αισχύλου, την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή και την «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη. Και συνέχισε το καλοκαίρι του 2003, και πάλι με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, με την «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επιδαύρου.
Σημειώστε πως η «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» _ ελπίζω πως η μνήμη δεν με απατά _ δεν έχει ξανανεβεί απ’ το 2004 και την προηγούμενη παράσταση του Θέμη Μουμουλίδη.


Διάβασα σε μόνιμη στήλη κυριακάτικου φύλλου ένα ειρωνικό σχόλιο για την παράσταση «Πατρίδες» των Θανάση Παπαθανασίου – Μιχάλη Ρέππα, που παίζεται στο Εθνικό. Είναι, λέει, «απορίας άξιο» πώς το «επιτυχημένο στο πεδίο της τηλεόρασης αλλά και της κωμωδίας συγγραφικό δίδυμο» βρέθηκε ν’ ασχολείται «με τη ζωή και τη μοίρα του κάθε Χουσεΐν» _ ναι, ακριβώς έτσι γραμμένο… Μα το επιτυχημένο συγγραφικό δίδυμο έχει ΗΔΗ ασχοληθεί με το θέμα ρατσισμός / μετανάστες _ και «με τη ζωή και τη μοίρα του κάθε Χουσεΐν». Απ’ το 2001: «Ο Έβρος απέναντι» το έργο τους και πιστεύω, μάλιστα, πως είναι το καλύτερό τους. Στοιχειώδες, συνάδελφε, στοιχειώδες…




Τη θυμάμαι στη σκηνή, την ξέρω απ’ το ’85 _ και την «Σκηνή» του Λευτέρη Βογιατζή και των άλλων εκλεκτών. Πατάει το σανίδι _ και την ορχήστρα των αρχαίων θεάτρων _ απ’ το ’81 η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου. Πάνω από τριάντα χρόνια πια. Είναι «επίσημα» ηθοποιός απ’ το ’83  _ όταν αποφοίτησε απ’ τη δραματική του «Θεάτρου Τέχνης» όπου και πρωτοεμφανίστηκε. Πλάι στον Βασίλη Παπαβασιλείου και μέσα απ’ την «Εποχή» του άνθισε. Κι έγινε η Ηθοποιός που ’δειχνε πως θα γίνει: απ’ τις πρώτες της γενιάς της. Άφησε την κατακόρυφα ανερχόμενη καριέρα της _ όχι όμως και το θέατρο _ κι έφυγε στην Γαλλία. Για να παντρευτεί εκεί, όπου απέκτησε και μια κόρη.  
Γύρισε δέκα χρόνια μετά. Για να πιάσει _ δεν ήταν εύκολο… _ το νήμα ξανά απ’ την αρχή. Δεν έχει, ίσως, στο θέατρό μας τη θέση που της αξίζει. Όμως κάθε ρόλος της _ κάθε ερμηνεία της, για να ακριβολογώ _ γράφει. Χρειάστηκε ο ρόλος της Χριστίνας Κρουσταλλάκη, της «κακιάς δασκάλας», στη καλή σειρά «Το νησί» για να την «ανακαλύψουν».
Ενζενί που εξελίχθηκε σε ρολίστα ολκής, με έξοχη φωνή και θαυμαστή τεχνική _ η δουλειά της πλάι στην Μάγια Λυμπεροπούλου σίγουρα έχει αφήσει τα σημάδια της… _, με γκάμα ευρύτατη, με χιούμορ, το 2003 έκανε στο δεύτερο πρόγραμμα μονολόγων της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας _ απ’ τις λίγες στιγμές της διοργάνωσης που έμειναν στη μνήμη _ την «Ελένη ή Ο κανένας», το δυνατό μυθιστόρημα της Ρέας Γαλανάκη μετασχηματισμένο σε μονόλογο απ’ τον Θέμη Μουμουλίδη _ που υπέγραφε και τη σκηνοθεσία _ και την Αθανασία Γκανά. Απ’ τους σταθμούς στην πορεία της.
Φέτος, οχτώ χρόνια μετά, τον επαναλαμβάνει _ κι έπραξε άριστα _ στο «Άνεσις / Θεατρική Σκηνή Ανδρέας Βουτσινάς». Πιο ώριμη, πιο γεμάτη, πιο έμπειρη. Εμένα με συγκλόνισε. Κι όχι μόνον εμένα. Το χειροκρότημα και τα «μπράβο» του κοινού που άκουσα νομίζω πιστοποιούν του λόγου μου το αληθές. Μην τη χάσετε!


Αχ, μου θύμισε παλιές ωραίες μέρες Θεσσαλονίκης…
Φεστιβάλ της Ένωσης των Θεάτρων της Ευρώπης οργανώνει στην Μόσχα το Θέατρο «Μάλι». Όπου από 12 Μαρτίου άρχισαν να παρουσιάζονται _ και θα παρουσιάζονται μέχρι 22 Απριλίου _ έξι παραστάσεις και διεθνείς συμπαραγωγές πέντε Θεάτρων – μελών της Ένωσης. Στην οποία ανήκουν και τα δικά μας Εθνικό και ΚΘΒΕ.
Το Εθνικό Θέατρο του Ισραήλ «Χαμπίμα» απ’ το Τελ Αβίβ έδειξε ήδη το έργο του Χιλέλ Μίτελπουνκτ «Τρένο για την Δαμασκό» σε σκηνοθεσία Ιλάν Ρόνεν. Αύριο και μεθαύριο το δικό μας ΚΘΒΕ παρουσιάζει το _ βασισμένο στο παλαιό έργο του Σ. Άνσκι _ «Ντιμπούκ» του Μπρους Μάγιερς στη σκηνοθεσία του Σωτήρη Χατζάκη.
Το ρουμάνικο Θέατρο «Μπουλάντρα» έρχεται απ’ το Βουκουρέστι με τις «Σημειώσεις ενός αγνώστου», προσαρμογή απ’ τον Ίον Κοϊάρ του ντοστογιεφσκικού μυθιστορήματος «Το χωριό Στεπαντσίκοβο» που ’χει ανεβάσει ο Αλεξάντρου Ντάριε αλλά και με τον «Ιβάνοφ» του Τσέχοφ σκηνοθετημένο απ’ τον Αντρέι Σερμπάν. Το «Θέατρο της Ρώμης» σε συνεργασία με το «Θέατρο της Εμίλια – Ρομάνια» θα τους πάει την «Αποτρεπτική άνοδο του Αρτούρο Ούι» του Μπρεχτ όπως τη σκηνοθέτησε ο Κλάουντιο Λόνγκι και το Φεστιβάλ θα κλείσει με την επίσης μπρεχτική «Αγία Ιωάννα των σφαγείων», συμπαραγωγή του «Τεάτρο Πίκολο» του Μιλάνου με το «Μάλι». Σκηνοθέτης ο Λούκα Ρονκόνι.
Αχ, και να ’μουνα εκεί…


* [Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος
θα ’ναι το καλοκαίρι ο Πεισθέταιρος στους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη που θ’ ανεβάσει ο Γιάννης Κακλέας σε παραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης. Το οποίο, μετά τον «Υπηρέτη δύο αφεντάδων» του Γκολντόνι, που παρουσίασε πέρσι το καλοκαίρι σε σκηνοθεσία και πάλι Γιάννη Κακλέα και με Τρουφαλντίνο και πάλι τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο και που έκανε πρεμιέρα στο Ηρώδειο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, επαναλαμβάνει τον πετυχημένο συνδυασμό. Ο οποίος, πάντως, δοκιμάστηκε, και πάλι σε Αριστοφάνη, και στο Εθνικό, στην «Λυσιστράτη» με την οποία το Εθνικό Θέατρο συμμετείχε στο Φεστιβάλ Επιδαύρου του 2010. Αλλά και παλαιότερα, στο «Διάνα» και στο θίασο της Ελένης Ράντου, στις επίσης πολύ πετυχημένες παραστάσεις «Μαγειρεύοντας με τον Έλβις», «Μαμά μην τρέχεις» και «Νύχτες ραδιο-φόνων»
Αξίζει να σημειωθεί πως αμφότεροι οι καλλιτέχνες έχουν ασχοληθεί και παλαιότερα μ’ αυτή την λυρική κωμωδία του Αριστοφάνη: ο Γιάννης Κακλέας την έχει ανεβάσει με το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας _ καλλιτεχνικός διευθυντής του, τότε _ το 1992 ενώ ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος μόλις το καλοκαίρι του 2009 ήταν ο Ευελπίδης με Πεισθέταιρο τον Γιώργο Αρμένη στους «Όρνιθες» του Σωτήρη Χατζάκη, που παρουσιάστηκαν στο Φεστιβάλ Επιδαύρου.
Στην φετινή παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης, η οποία στοχεύει στην Επίδαυρο αλλά θα παρουσιαστεί, έτσι κι αλλιώς, ανεξάρτητα απ’ την απόφαση του Ελληνικού Φεστιβάλ, σε περιοδεία, θ’ ανεβεί με σκηνικά Μανόλη Παντελιδάκη, κοστούμια Βάλιας Μαργαρίτη και χορογραφίες Κυριάκου Κοσμίδη _ τα μέχρι τώρα σίγουρα ως προς τους συντελεστές. Οι συζητήσεις για την υπόλοιπη διανομή συνεχίζονται εντατικά].

* Το τελευταίο κομμάτι περιλαμβάνονταν αρχικά στη στήλη αλλά αφαιρέθηκε απ’ το τυπωμένο κείμενο την τελευταία στιγμή γιατί δημοσιεύτηκε στο μεταξύ σ’ άλλη εφημερίδα. «Το Τέταρτο Κουδούνι» αποφεύγει όπως ο διάβολος το λιβάνι το αναμάσημα, έστω και επαυξημένων με πολλά επιπλέον στοιχεία, ήδη δημοσιευμένων από συναδέλφους ειδήσεων όπως και την «αναδημοσίευση» δελτίων Τύπου. Το βρίσκει πολύ βαρετό) 

Προ 50ετίας
Τα Θεατρικά Νέα


Χθες στις  9 30 μ.μ. εδόθη στην Θεσσαλονίκη, από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, η πρώτη του έργου του Ερρίκου Ίψεν «Γιάννης Γαβριήλ Μπόρκμαν» κατά σκηνοθεσίαν Πέλου Κατσέλη και με σκηνικά και κοστούμια του Θεσσαλονικέως ζωγράφου Νίκου Σαχίνη […]. Στην ερμηνεία του έργου έλαβαν μέρος οι Μαίρη Λαλοπούλου, Ιορδάνης Μαρίνος, Γιώργος Δαμασιώτης, Αγάπη Ευαγγελίδη, Αντιγόνη Γλυκοφρύδη, Νίνα Κούλη, Σούλα Δημητρίου και Κώστας Ματσακάς. 16 Μαρτίου 1962.


Πληροφορούμεθα ότι η πρεμιέρα του έργου του Ζωρζ Μπερνανός «Διάλογοι Καρμελητισσών» θα δοθή στις 5 Απριλίου στο «Βασιλικό». Ως γνωστόν, στο έργο, που ανεβάζεται κατά σκηνοθεσίαν Αλέξη Σολομού, πρωταγωνιστούν η Κυβέλη, η Χριστίνα Καλογερίκου, η Αντιγόνη Βαλάκου και η Ελένη Χατζηαργύρη. 17 Μαρτίου 1962.


Μεθαύριο Παρασκευή
στις 8 30 μ.μ. θα δοθή στο θέατρο «Έλσας Βεργή» η πρώτη παράστασις της κλασσικής κρητικής κωμωδίας του Μάρκου Αντωνίου Φώσκολου «Φορτουνάτος». Με την παράστασι αυτή κάνει την πρώτη της εμφάνισι η θεατρική ομάς νέων της «Νεοελληνικής Σκηνής». Ο «Φορτουνάτος», ο οποίος, ως γνωστόν, ανεβάζεται για πρώτη φορά από την εποχή της Ενετοκρατίας, θα δοθή με σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου, μουσική Δημήτρη Τερζάκη, κοστούμια Ρένας Γεωργιάδου, σκηνικά Χρήστου Τσάγκα και με συμμετοχή νέων καλλιτεχνών. 21 Μαρτίου 1962.

Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».

Κυριακή κοντή γιορτή (της δημοκρατίας)

Ε, άμα είναι έτσι… Κι η επόμενη Κυριακή _ των «εκλογών» του ΠΑΣΟΚ, όπου από έναν θα εκλεγεί ένας ως πρόεδρος _, είναι γιορτή _ της Δημοκρατίας, που λέει κι ο κ. Βενιζέλος _, τότε να πάω κι εγώ καμιά εκδρομή… Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

ΥΓ. Αν ήδη απ’ την πρώτη συνέντευξη Τύπου άρχισε να λέει _ το παιδί του λαού, ο κ. Βενιζέλος _ «εγώ, γεννήθηκα στην Δυτική Θεσσαλονίκη, στους Αμπελοκήπους», στις προεκλογικές συγκεντρώσεις τι θα κάνει; Θα λέει «για τη φουκαριάρα τη μάνα μου»; Ή θ’ αρχίσει να τραγουδάει «Θεσσαλονίκη μου, μεγάλη φτωχομάνα…»;

March 8, 2012

Στο… «Έκτο πάτωμα» και πάλι

Το Τέταρτο Κουδούνι / 8 Μαρτίου 2012

Τρεις εκδοχές του τσεχοφικού «Θείου Βάνια» είχαμε _ ή έχουμε _ φέτος, όπως σας έγραφα. Αλλά ο Τσέχοφ, ανεξάντλητος. Δυο ακόμα απ’ τα μεγάλα του έργα εμπνέουν ανθρώπους του θεάτρου μας: στο έργο «Βυσσινόφκα» της Αλεξάνδρας Παπαγεωργίου, που σκηνοθετεί η ίδια στην αίθουσα του εκδοτικού οίκου «Αιγόκερως», εμπλέκεται ο «Βυσσινόκηπος» ενώ στο «Άρτι» ο Ευδόκιμος Τσολακίδης ανεβάζει, σε ελεύθερη απόδοσή του, τις «Τρεις αδελφές» με τρεις… άντρες ηθοποιούς.


«Το έκτο πάτωμα» του Αλφρέντ Ζερί,
όπως το ’χει διασκευάσει ως μουσική κωμωδία η Άννα Παναγιωτοπούλου, με τις μουσικές του Σταμάτη Κραουνάκη και τα τραγούδια του σε στίχους Λίνας Νικολακοπούλου, επανέρχεται μετά από είκοσι χρόνια στην ελληνική σκηνή. Το ανεβάζει η Μαριάννα Κάλμπαρη στο «Θέατρο», την κεντρική Σκηνή, του Ιδρύματος «Μιχάλης Κακογιάννης».
Το έργο (1937) του Ελβετού Ζερί (1895 – 1972), μια ηθογραφία με κωμικά αλλά και δραματικά στοιχεία _ μια χούφτα ανθρώπων που ζουν στο έκτο πάτωμα μιας παρισινής πολυκατοικίας στη δεκαετία του ’30 και παλεύουν για την επιβίωση τους εν μέσω οικονομικής κρίσης, στους οποίους κάλλιστα μπορεί να βρεθούν πολλά κοινά με τους Ελληνες του 2012… _, έχει μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες κι έχει κάνει χιλιάδες παραστάσεις σ’ όλο τον κόσμο. Μεταφέρθηκε, μάλιστα, και στον κινηματογράφο _το 1940,  γαλλική παραγωγή _ απ’ τον Μορίς Κλος σε σενάριο και με διαλόγους που υπέγραφε ο Ροζέ Βιτράκ αλλά και στην τηλεόραση: στην Δυτική, τότε, Γερμανία το 1954 και, ως μίνι σειρά, στην Ολλανδία το 1961.
Στην Ελλάδα το πρωτοπαρουσίασε η Μαρίκα Κοτοπούλη το 1938 _ μεγάλη της επιτυχία την οποία επανέλαβε αρκετές φορές. Στην επανάληψη του ’52 _ τελευταία εμφάνιση της Μαρίκας στην Αθήνα πριν απ’ το θάνατό της _ συμπρωταγωνιστούσε ο Ντίνος Ηλιόπουλος ο οποίος αργότερα _ το 1964 / ’65  _ παρουσίασε το έργο με το θίασό του πια και σε διασκευή του Δημήτρη Γιαννουκάκη με τον τίτλο «Οι κυρίες της αυλής» στο θέατρο «Γκλόρια» ενώ πρωταγωνίστησε και στη μεταφορά του σε ταινία απ’ τον Ντίνο Δημόπουλο το 1966.
«Το  έκτο πάτωμα» που, στην Ελλάδα, το συνόδευε πάντα η επιτυχία, είτε στο θέατρο είτε στον κινηματογράφο, επανανακαλύφθηκε όταν το ανέβασε τη σεζόν 1991 / 1992, στο «Περοκέ» και σε διασκευή της και με σκηνοθεσία Δημήτρη Έξαρχου, η Άννα Παναγιωτοπούλου _ Χρήστος Βαλαβανίδης, Τάσος Χαλκιάς, Σοφία Ολυμπίου, Ελένη Γερασιμίδου, Νένα Μεντή, Κατιάνα Μπαλανίκα, Γιώργος Νινιός, Χρήστος Χατζηπαναγιώτης, Έρικα Μπεγέτη, επίσης στη διανομή. Μεγάλη, και πάλι, η επιτυχία αποφασιστικό ρόλο στην οποία έπαιξαν η μουσική και τα τραγούδια των Σταμάτη Κραουνάκη – Λίνας Νικολακοπούλου. Η μουσική της παράστασης, που μεταφέρθηκε και στην τηλεόραση του Antenna, κυκλοφόρησε το 1992 σε δίσκο _ πολλά απ’ τα τραγούδια ακόμα παίζονται.
Στο φετινό ανέβασμα, που γίνεται με ζωντανή μουσική σε διδασκαλία και ενορχήστρωση Αλέξη Πρίφτη, με χορογραφία Βάλιας Παπαχρήστου, σκηνικά και κοστούμια Κωνσταντίνου Ζαμάνη και σχεδιασμό φωτισμών Γιώργου Τέλλου, θα παίζουν Τζίνα Αλιμόνου, Αιμιλία Βασιλακάκη, Άρης Γεροντάκης, Νεκταρία Γιαννουδάκη, Ευγενία Δημητροπούλου, Διαμαντής Καραναστάσης, Μαριλού Κατσαφάδου, Ασπασία Κοκόση, Ρούλα Μανιάτη, Γιάννης Παπαϊωάννου, Δημήτρης Παπανικολάου, Γιάννης Στεφόπουλος, Δημήτρης Τσολάκης. Στο πιάνο, ο Διονύσης Καλογερόπουλος.
Οι δοκιμές έχουν ήδη αρχίσει κι η πρεμιέρα έχει οριστεί για τις 19 Απριλίου.


«[…] Αυτή η κατάσταση θα φέρει – τη φέρνει ήδη – κοινωνική έκρηξη. Και προσέξτε! Εγώ μπορεί να μην είμαι εδώ, μπορεί να είναι και η τελευταία φορά – το πιθανότερο – που ανεβαίνω σ’ αυτό το βήμα. Όμως, όσοι έχετε λίγη ευαισθησία προσέξτε τι θα συμβεί, όταν θα γίνει αυτή η έκρηξη. Βέβαια, κάποιοι θα πάνε να κρυφτούν πίσω από τα υψηλά τείχη των επαύλεων που έχουν κτίσει σε όλα τα προάστια και νομίζουν ότι εκεί θα είναι ασφαλείς. Δεν θα είναι».
Μωρέ, πολύ καλά, πάρα πολύ καλά τους τα ’πε στην παρθενική της ομιλία, η _ ανεξάρτητη πλέον βουλευτίνα _ Άννα Βαγενά, στην Βουλή, στη συζήτηση περί ρυθμίσεων εφαρμογής του Μνημονίου _ κι ας είχα τρομάξει με κάποιες παλαιότερες επιστολές της περί «εκκαθάρισης» της περιοχής Μεταξουργείου και των πέριξ… Με μια ευθύτητα, μια ντομπροσύνη και μια αμεσότητα _ κάτι το οποίο θα ’πρεπε να ’ναι αυτονόητο για έναν εκπρόσωπο του λαού στο Κοινοβούλιο αλλά δεν είναι… _ που εντυπωσίασαν. Το Διαδίκτυο βούιξε. Κι ακόμα βουίζει.


Ο σκηνοθέτης Δαμιανός Κωνσταντινίδης με παρακαλεί να διευκρινίσω πως το έργο του Ροντρίγκο Γκαρθία «Είστε όλοι σας καθάρματα» που ετοιμάζει στο θέατρο «Όρα» της Θεσσαλονίκης ανεβαίνει σε δική του διασκευή ενώ όταν το πρωτοπαρουσίασε το 2007 στο Φεστιβάλ Αθηνών, όπως σας έγραφα στο «Τέταρτο Κουδούνι» στις 16 Φεβρουαρίου, σε μορφή σκηνικής ανάγνωσης, η μετάφραση _ που κυκλοφορεί απ’ τις Εκδόσεις «Ύψιλον» _ ήταν της Κατερίνας Σπάθη.


Όταν πρωτοβγήκε, φρέσκια απόφοιτη της δραματικής σχολής του «Θεάτρου Τέχνης», το καλοκαίρι του 2006, Μπελίσα στο «Περλιμπλίν και Μπελίσα» του Λόρκα σε σκηνοθεσία Θοδωρή Γκόνη με το ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου, διέκρινα, αν και είχε κάνει αντικατάσταση και πολύ λίγες δοκιμές, κάτι. Κάτι άγουρο, με μια φωνή που ήθελε δουλειά αλλά με υποσχέσεις.

Στα πέντε χρόνια που μεσολάβησαν η Λένα Παπαληγούρα δούλεψε πολύ. Κι αυτό φάνηκε. Και φέτος φαίνεται ακόμα περισσότερο. Οι δυο ολότελα διαφορετικοί ρόλοι της στο δίπτυχο «Ξένος» που το Εθνικό παρουσίασε _ πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση _ στο «Βρυσάκι» το πιστοποίησαν πανηγυρικά. Στο μονόπρακτο «Άουστρας ή Η αγριάδα» (στη φωτογραφία με τον Βασίλη Καραμπούλα) της Λένας Κιτσοπούλου, σκηνοθετημένη απ’ τον Γιάννη Καλαβριανό, και, κυρίως, ως ουκρανή μετανάστρια, θύμα του τράφικινγκ, στην «Αόρατη ‘Όλγα» του Γιάννη Τσίρου, σκηνοθετημένη πολύ προσεκτικά απ’ τον Γιώργο Παλούμπη, η 27χρονη ηθοποιός όχι μόνο διαφοροποιήθηκε, όχι μόνο πέτυχε την πιο πετυχημένη προφορά ελληνικών από μετανάστη, που ’χω ακούσει στο ελληνικό θέατρο _ θέμα, άλλωστε, τεχνικό _ αλλά, κυρίως, απέδειξε ότι έχει τσαγανό και πως εξελίσσεται: εξαιρετική!


Προ 50ετίας
Τα Θεατρικά Νέα

Η Πειραματική Σκηνή στον δεύτερο κύκλο παραστάσεών της θα παρουσιάση το μονόπρακτο του Δημήτρη Κολλάτου «Διακοπές». Ο Δημ. Κολλάτος ο οποίος είναι και ο ιδρυτής της βρίσκεται τώρα στο Παρίσι, προσωρινώς δε την διεύθυνσιν θα αναλάβη η Μαριέττα Ριάλδη […]. 8 Μαρτίου 1962.


Κατά πληροφορίες από το Ζάγκρεμπ, εσημείωσαν μεγάλη επιτυχία οι παραστάσεις που έδωσεν εκεί το «Πειραϊκό Θέατρο». Εικοσιεπτά φορές άνοιξε και έκλεισε η αυλαία του θεάτρου για να υποκλιθούν οι ηθοποιοί προ του ενθουσιώδους κοινού μετά το τέλος της εναρκτήριας παραστάσεως του Σαββάτου με την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλέους. Την ιδία επιτυχίαν εσημείωσε και η δευτέρα παράστασις με τις τραγωδίες του Αισχύλου «Χοηφόρες» και «Ευμενίδες». Στο τέλος της παραστάσεως προσεφέρθη επί σκηνής στέφανος εξ ελαίας στο «Πειραϊκό Θέατρο» […]. 13 Μαρτίου 1962.


Απόψε, η Εθνική Λυρική Σκηνή παρουσιάζει, για πρώτη φορά εφέτος, στο θέατρο «Ολύμπια», την όπερα του Βέρντι «Χορός μεταμφιεσμένων» με μουσικήν διεύθυνσιν Τότη Καραλίβανου και συμμετοχήν του Έλληνος βαρυτόνου της Όπερας της Βιέννης Κώστα Πασχάλη […]. 14 Μαρτίου 1962.


Δύο εκλεκτοί ηθοποιοί, ο Γ. Δάνης και η Σούλα Αθανασιάδου, ετέλεσαν τους γάμους των στον ναό του Αγίου Σώστη […]. 14 Μαρτίου 1962.

Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».

March 4, 2012

Ρεαλισμοί…


«Στόχος της Νέας Δημοκρατίας η αυτοδυναμία» δηλώνει με αυτοπεποίθηση, δεξιά κι αριστερά, ο πρόεδρός της κ. Σαμαράς. «Έχουμε κάνει σε δύο χρόνια όσα δεν έγιναν στην Ελλάδα σε τριάντα, σαράντα χρόνια» δήλωσε _ και έχει τόσο, μα τόσο δίκιο… _ σε συνέντευξή του ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κ. Παπανδρέου. Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…