August 27, 2021

«Οι Δούλες» ξανάρχονται: μια «ιστορία τεράτων» από την ομάδα «Apparatus» στο «Άλμα»

 
Το Τέταρτο Κουδούνι / Είδηση
 
Τις ακατάβλητες απ το χρόνο «Δούλες» του Ζαν Ζενέ θα παρουσιάζει τον προσεχή χειμώνα η ομάδα «Apparatus» στην «Μικρή Σκηνή» του θεάτρου «Άλμα» απ’ τις 11 Οκτωβρίου και κάθε Δευτέρα και Τρίτη. Τη σκηνοθεσία υπογράφει η Βάσια Χρονοπούλου η οποία συνυπογράφει, με 
την Ντένια Στασινοπούλου, και τη μετάφραση κι έχει αναλάβει και τα κοστούμια.
Το έργο, εμπνευσμένο από μια υπόθεση που συγκλόνισε την Γαλία το 1933, όταν στο Λε Μαν οι αδελφές Κριστίν και Λεά Παπέν, υπηρέτριες σ ένα αστικό σπίτι, δολοφόνησαν με άγριο τρόπο την εργοδότριά τους και την κόρη της, έργο στο οποίο ο Ζενέ αναδεικνύει τις δυο αδελφές Σολάνζ και Κλερ Λεμερσιέ και την Κυρία τους -τις ηρωίδες του-, μ’ ένα δικό του τελετουργικό, σε ταξικά σύμβολα, έκανε την πρεμιέρα του στο Παρίσι, το 1947, σε σκηνοθεσία Λουί Ζουβέ.
«Μια νύχτα φαντασιώσεων και ψευδαισθήσεων, ανάμεσα σε λουλούδια, φορέματα, παγιέτες και γούνες… Οι αδερφές Λεμερσιέ, οι υπηρέτριες, όπως κάθε βράδυ, όταν μένουν μόνες μιμούνται την Κυρία τους με τη δούλα της. Κάθε
βράδυ…», γράφει η σκηνοθέτρια Βάσια Χρονοπούλου. «Ένα παιχνίδι, μια τελετή που οδηγεί στο θάνατο της Κυρίας και στη μεγαλειώδη κυριαρχία της Δούλας. Τι γίνεται, όμως, όταν η ονειροφαντασία του φόνου γίνεται πραγματική επιθυμία και προσχέδιο για ένα έγκλημα;
Το έργο αποκαλύπτει τις πιο τρομακτικές σκέψεις δυο κοριτσιών και τη δύναμη του φθόνου που μπορεί να καταβάλει έναν αδύναμο άνθρωπο. Ποια σωτηρία επιλέγει η ψυχή όταν συνειδητοποιήσει πως αυτό που μισεί περισσότερο στον άλλον είναι ο αντικατοπτρισμός του ίδιου της του εαυτού; Υπάρχει σωτηρία ή ένα τέλμα που μόνο ο θάνατος μπορεί να το λυτρώσει; Πρόκειται για μια ιστορία τεράτων’, είπε ο Ζενέ…
Στην παράσταση, το παιχνίδι των Λεμερσιέ αλλάζει, το θέατρο εν θεάτρω μεγεθύνεται και το σύμβολο αυτού που θα ήθελαν οι δούλες να είναι, η Κυρία, χτίζεται σιγά σιγά μπροστά στον θεατή και γίνεται ένας άνθρωπος που δρα αντίστροφα στην αυτοκαταστροφική πορεία τους: ένας άντρας επιλέγει συνειδητά να ντυθεί την εικόνα της Κυρίας και θαρρετά μετατρέπεται στο τέλειο είδωλο, σε μία γυναίκα βασίλισσα του κόσμου της, πρωταγωνίστρια της σημερινής κοινωνίας
τεράτων. Tο απροσπέλαστο της εικόνας της Κυρίας καθιστά τις αδερφές Λεμερσιέ ανίκανες για όποια περαιτέρω δράση και τις οδηγεί σε έναν εσωτερικό λαβύρινθο με κέντρο το δίπολο έγκλημα και αγιοσύνη».
Τα   σκηνικά                  της παράστασης θα κάνει ο Γιάννης Αρβανίτης, τη μουσική ο Γρηγόρης Ελευθερίου, τους φωτισμούς ο Δημήτρης Μπαλτάς και την κίνηση θα επιμεληθεί ο Γιάννης Νικολαΐδης ενώ βοηθός σκηνοθέτη είναι η Σοφία Παπαδοπούλου. Την Σολάνζ έχει αναλάβει η Ντένια Στασινοπούλου, την Κλερ η Ιωάννα Λέκκα και την Κυρία η drag queen -ο Ζενέ θα ήταν ενθουσιασμένος- Holly Grace (Θέμης Θεοχάρογλου).
Τις «Δούλες» στην Ελλάδα πρωτοπαρουσίασε το «Θέατρο Τέχνης», τη σεζόν 1967/1968, στο «Υπόγειο», σε σκηνοθεσία Δημήτρη Χατζημάρκου, με τις Μαρίνα Γεωργίου (Κλερ), Ρένη Πιττακή (Σολάνζ) και Εκάλη Σώκου (Κυρία). Έκτοτε παίχτηκαν πολλές φορές, με πιο πρόσφατο το ανέβασμα του Τσέζαρις Γκραουζίνις, με άντρες ηθοποιούς -Δημήτρης Ήμελλος (Σολάνζ), Κώστας Μπερικόπουλος (Κυρία), Αργύρης Ξάφης (Κλερ)- στην Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, το χειμώνα 2018/2019.
Η ομάδα «Apparatus» (Μάνθα Καραδήμα, Δημήτρης Μπαλτάς, Βάσια Χρονοπούλου) έχει παρουσιάσει μέχρι στιγμής τα έργα: «Ο μηχανισμός του δωματίου» του Αριστείδη Αντονά (Κ.Ε.Τ. / 2017), «Νύχτες», μια παράσταση βασισμένη στις «Λευκές νύχτες» του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, σε διασκευή Βάσιας Χρονοπούλου (θέατρο «104» / 2018), «Τα βρώμικα χέρια» του Ζαν Πολ Σαρτρ (θέατρο «104» / 2019) -όλα σε σκηνοθεσία Βάσιας Χρονοπούλου- και «Ο Ιδομενέας, ο βασιλιάς της Κρήτης», σύνθεση της Έφης Ρευματά -που υπέγραφε και τη σκηνοθεσία- απ το έργο «Ιδομενέας» του Ρόλαντ Σίμελπφένιχ και την ομώνυμη όπερα του Μότσαρτ (αρχαίο θέατρο Ορχομενού Αρκαδίας -στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός / 2021).

Στο Φτερό / Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα, τα ουρλιαχτά ταιριάζουν στην Επίδαυρο;

 
«Προμηθέας δεσμώτης» του Αισχύλου. Σκηνοθεσία: Άρης Μπινιάρης 
 
Ο Τιτάνας Προμηθέας στην Τιτανομαχία  στάθηκε στο πλευρό του Δία, όταν εκείνος πάλεψε να πάρει -και πήρε- την εξουσία από τον πατέρα του, τον Κρόνο. Αλλά, όταν ο Δίας στράφηκε κατά των θνητών, ο Προμηθέας τους  βοήθησε κλέβοντας και δίνοντάς τους τη φωτιά και προσφέροντάς τους
τη γνώση. Ο  Δίας, οργισμένος, τον εξορίζει στα σκυθικά βουνά όπου διατάζει τον Ήφαιστο να τον αλυσοδέσει σε έναν βράχο. Οι Ωκεανίδες, αδελφές της μάνας του, έρχονται να του συμπαρασταθούν, μαζί με τον πατέρα τους, τον
Ωκεανό, παππού του Προμηθέα, ο οποίος αναλαμβάνει να μεσολαβήσει στον Δία. Θα περάσει, όμως, από τον τόπο του μαρτυρίου του Προμηθέα άλλο ένα θύμα της τυραννίας του Δία: η Ιώ που ο βασιλιάς των θεών την ερωτεύτηκε και, επειδή εκείνη του αρνήθηκε να σμίξουν, τη μεταμόρφωσε σε αγελάδα 
και έστειλε μία βοϊδόμυγα, έναν οίστρο, να την τρυπάει συνέχεια με το κεντρί του και να τη βασανίζει. Ο Προμηθέας θα προείπει ότι ο Δίας θα σμίξει με την Ιώ αλλά θα χάσει την εξουσία από ένα γάμο που ετοιμάζει και τότε η Ιώ θα ελευθερωθεί. Και ότι ανάμεσα στους απογόνους της θα βρεθεί εκείνος που θα τον λυτρώσει από τα δεσμά του. Ο Δίας που θα τον ακούσει θα στείλει τον Ερμή να μάθει ποιος θα είναι αυτός ο καταστροφικός γάμος. Ο Προμηθέας θα αρνηθεί να το μαρτυρήσει. Και ο ανάλγητος 
Δίας θα τον ρίξει σε ακόμα πιο επώδυνα βασανιστήρια. «Βία και τρόμος κι αδικία, η Εξουσία» θα ανακράξει ο Προμηθέας στο τέλος της τραγωδίας «Προμηθέας δεσμώτης» του Αισχύλου (τραγωδία τριλογίας που τα άλλα δύο δράματά της είναι ο «Προμηθέας λυόμενος» και ο «Προμηθέας πυρφόρος», χωρίς να είναι γνωστή η σειρά τους, ενώ παραμένει 
αχρονολόγητη -πιθανολογείται ότι έχει γραφτεί μεταξύ 467 και 458 π.Χ. και, κατά άλλη, ευρύτερη, χρονολόγηση, μεταξύ 479 και 424). Τραγωδία στατική, ρητορική, αντιεξουσιαστική, πάντως, με τον ήρωα να έχει στραφεί κατά της τυραννίας του Δία αλλά και να καυχάται και να περιαυτολογεί για όσα πρόσφερε στους θνητούς. Ο Άρης Μπινιάρης ανέβασε τον «Προμηθέα δεσμώτη» με την εμφανή πρόθεση να φωνάξει δυνατά: όπλισε τους ηθοποιούς του με χειλόφωνα, ανέβασε την έντασή τους στο μέγιστο, όπως και την ένταση της μουσικής, και, επιπλέον, τους  έβαλε 
να ουρλιάζουν -μία ροκ εκδοχή της τραγωδίας, στη γραμμή που μονίμως ακολουθεί σε όλες τις παραστάσεις του. Απόλυτα νόμιμο, αν αυτό γινόταν σε έναν οποιοδήποτε άλλο ανοιχτό ή κλειστό χώρο. Αλλά αυτό έγινε στην Επίδαυρο. Φυσικά όλα τα ταμπού, πλέον, καταρρίπτονται. Αν, όμως, η ακουστική της Επιδαύρου θεωρείται ταμπού που πρέπει να καταρριφθεί, προσωπικά το βρίσκω όχι απλώς λάθος αλλά και γελοίο: να ακυρώνεις το μεγαλύτερο πλεονέκτημα που σου προσφέρει ο χώρος. Αν, επομένως, αυτό δεν είναι προσβολή 
και βιασμός της ακουστικής του αρχαίου θεάτρου... Βέβαια, το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί γίνεται: αν γίνεται λόγω της φωνητικής αδυναμίας των ηθοποιών να αντεπεξέλθουν χωρίς ψείρες ή αν γίνεται εν όψει της περιοδείας της παράστασης σε χώρους χωρίς την ακουστική της Επιδαύρου. Εκτός και αν είναι εκ προθέσεως. Αλλά αναρωτιέμαι αν, από το σκηνοθέτη και τους λοιπούς συντελεστές, δεν γίνεται αντιληπτό ότι ο λόγος, κατά ένα μεγάλο μέρος του, χάνεται. Συχνά κατέφευγα στους ελληνικούς υπότιτλους για να καταλαβαίνω τι λένε, ειδικά ο Χορός. 
Η σκηνοθεσία χρησιμοποιώντας, λοιπόν, τη μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα, μία έξοχη μετάφραση που απαλλάσσει, αλλά με ποιητικό τρόπο, το κείμενο από τις αισχύλειες ρητορείες και μεγαλοστομίες και τονίζει την αντεξουσιαστική υφή του -που θα έπρεπε, πάντως, να χαρακτηρίζεται μάλλον ανάπλαση παρά μετάφραση καθώς ο Γιώργος Μπλάνας
αποκτά μεγάλες  ελευθερίες και το απλώνει σε πολλαπλάσιους στίχους-, σχεδίασε, με σύμβουλο δραματουργίας την Έλενα Τριανταφυλλοπούλου, μετρική ανάλυση του πρωτοτύπου Καίτης Διαμαντάκου και επιστημονική συνεργάτιδα την Κατερίνα Διακουμοπούλου, με ένταση και πολύ καλούς εσωτερικούς ρυθμούς, μία μετρική, ουσιαστικά μουσική
παράσταση, μία παρτιτούρα που θα μπορούσαν, αλίμονο, να αναδείξουν πολύ καλύτερα πιστεύω, οι φωνές γυμνές, χωρίς μικρόφωνα. Και, αισθητικά, μία «σκούρα», ομιχλώδη παράσταση, με εξπρεσιονιστική, μετααποκαλυπτική, εφιαλτική ατμόσφαιρα συναρπαστική, που παραπέμπει σε Ιερώνυμο Μπος. Βέβαια, εδώ προκύπτει το ερώτημα γιατί η Ιώ, η οιστρηλατημένη, η ξέφρενη, η καταδιωκόμενη, η καταδικασμένη στιγμή ανάπαυλας να μη βρίσκει παρουσιάζεται πάνω σε ξυλοπόδαρα και στηριγμένη 
σε πατερίτσες, τόσο  δύσκαμπτη που, στο επεισόδιό της, υπονομεύεται ο ρυθμός. Πολύ ενδιαφέρουσα η μουσική του Φώτη Σιώτα, εκτελεσμένη από τον επί ορχήστρας βιολοντσελίστα Νίκο Παπαϊωάννου, υπεύθυνο και για τα effects, αλλά με τα ντεσιμπέλ τέρμα πατημένα. Τα πολύ άχαρα
σκηνικά της Μαγδαληνής Αυγερινού, με το βράχο του Προμηθέα να θυμίζει φουγάρο που καπνίζει παλαιάς κοπής ατμόπλοιου, σώζουν οι έξοχοι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου, στους οποίους πολλά χρωστάει η παράσταση. Όπως και στα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα -έξοχο το εύρημα με τα δύο ναυτάκια που συνοδεύουν τον Ωκεανό-, στις εξαιρετικές, εντελώς πρωτότυπες μάσκες-εικαστικό γεγονός (ειδικές κατασκευές-γλυπτική Δήμητρα Καίσαρη) και στο μακιγιάζ (Εύη
Ζαφειροπούλου), που μεταφέρουν μία αόριστα σύγχρονη ροκ αίσθηση εξυπηρετώντας απόλυτα τη σκηνοθετική γραμμή. Αποτελεσματική και η κίνηση που δίδαξε η Εύη Οικονόμου. Για τους ηθοποιούς δεν μπορώ να εκφράσω ασφαλή γνώμη. Ήταν σαν να άκουγα συναυλία κλασικής μουσικής με μικροφωνική υποστήριξη τραβηγμένη στα άκρα. Ο Γιάννης Στάνκογλου ως Προμηθέας υπηρετεί τη σκηνοθετική γραμμή με δύναμη, η Ηρώ Μπέζου-Ιώ ακούγεται καθαρότερα από τους υπόλοιπους, ο Αλέκος Συσσοβίτης έχει οδηγηθεί σε ένα μετωπικό, υστερικό παίξιμο του Ωκεανού, ο Δαυίδ Μαλτέζε ικανός Ήφαιστος, 
εξυπηρετούν ο Κωνσταντίνος Γεωργαλής (Βία) και ο ίδιος ο Άρης Μπινιάρης (Κράτος), μπορώ, όμως, να πω ότι ξεχώρισα τον Ιωάννη Παπαζήση που καταφέρνει να ισορροπήσει τις εντάσεις που του ζητήθηκαν. Τρία χρόνια πριν, στην  «Στέγη» του Ιδρύματος Ωνάση συγκλονίστηκα από τις «Βάκχες» του Άρη Μπινιάρη και τις θεώρησα την καλύτερη παράσταση αυτής της τραγωδίας του Ευριπίδη που έχω δει στην Ελλάδα από το 1970. Λυπάμαι που δεν μπορώ, τώρα, να πω το ίδιο. Αλλά ο καθένας κάνει τις επιλογές του (Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας).
 
 
(Χωρίς υψηλές φιλοδοξίες το έντυπο πρόγραμμα της παράστασης, χωρίς πρωτότυπα κείμενα αλλά με ένα πλούσιο και ενδιαφέρον εράνισμα σχετικών με το δράμα του Αισχύλου κειμένων -επιμέλεια ύλης Έλενα Τριανταφυλλοπούλου. Η μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα [Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2015] κυκλοφορεί ελεύθερη στο διαδίκτυο, στο ψηφιακό αποθετήριο «Ανοικτή Βιβλιοθήκη»).
 
Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, Θέατρο «Πορεία»-Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Κρήτης, 20 Αυγούστου 2021 (Την παράσταση παρακολούθησα με δημοσιογραφική πρόσκληση που είχε την ευγένεια να μου διαθέσει απευθείας το Θέατρο «Πορεία» μέσω της κ. Σάσας Παπαχριστοπούλου, Συμβούλου Επικοινωνίας του).