«Καληνύχτα Μαργαρίτα» του Γεράσιμου Σταύρου (Δημήτρης Χατζής) / Σκηνοθεσία: Φώτης Μακρής
Ο Οίκος των Περδικάρηδων. Αρχοντική (;) οικογένεια στη μικρή τους πόλη. Αστοί, ξεπεσμένοι, που μένουν στο ίδιο διώροφο σπίτι, ζουν δύσκολα πια αλλά συνεχίζουν να κοιτάζουν αφ’ υψηλού την «πλέμπα». Θα μπορούσε να ’ναι κάτι σαν Μαντάμ Σουσού. Αλλά δεν πρόκειται για κωμωδία. Πρόκειται για δράμα. Ίσως και για

παρελθόντος, που τον απάτησε κάποτε και που τους κατηγορεί ότι έγιναν υπαίτιοι για το θάνατό του κι ότι έκλεψαν τις λίρες της, κι ο Γρηγόριος, φαρμακοποιός με ζοφερό παρελθόν, που έχει αυτοκτονήσει. Η χήρα του, η Αντιγόνη, ανάλογο κουμάσι, ζει μαζί με τ’ απομεινάρια των Περδικάρηδων. Μισιούνται, αλληλοκατηγορούνται, βρίζονται, φτύνονται, αλληλοκαταριώνται, ψεύδονται... -κάτι, τηρουμένων των αναλογιών, από Ατρείδες. Αλλά προς τα έξω δεν πρέπει να βγει τίποτα: υπόδειγμα, προπύργιο της Τάξης και της Ηθικής, η
οικογένεια. Και, μαζί τους, η Μαργαρίτα, η κόρη του φαρμακοποιού και της Αντιγόνης. Είναι η μόνη τους ελπίδα, των Περδικάρηδων, για το μέλλον. Και την έχουν στείλει -ένα κοριτσάκι μικροκαμωμένο, καχεκτικό, μαραμένο, ένα «μυξιάρικο», κλεισμένο στον εαυτό του, μοναχικό- στην Αθήνα, στο Αρσάκειο, για να σπουδάσει δασκάλα. Είναι Κατοχή. Όταν η Μαργαρίτα
γυρίσει στη μικρή τους πόλη και διοριστεί σε σχολείο, θα την προσέχουν σαν τα μάτια τους, θα προσπαθούν να της κρύψουν τις μπομπές τους, θα της βουτάνε το μισθό της και θα την καληνυχτίζουν κάθε βράδυ, ένας-ένας, ώσπου, στο τέλος, αγανακτισμένη, όταν μένει μόνη, θα ψιθυρίζει ένα «καληνύχτα, ντε!» -το πικρό της αστείο. Στο μεταξύ θα ’χει συνειδητοποιήσει

στον κομμουνισμό, θα τον ασπαστεί και θα μπει στην Αντίσταση. Μ’ έναν πολύγραφο που της δίνουν και που τον κρύβει στο κατώι του σπιτιού θ’ αρχίσει να τυπώνει προκηρύξεις που σκορπίζονται στους δρόμους ενώ θα τη φέρουν σ’ επαφή με τον Ορέστη -ψευδώνυμο, βέβαια- που γίνεται ο καθοδηγητής της ενώ, μεταξύ τους, παίζει και μια αύρα ερωτική. Η θεία Κατερίνα, η οποία ψάχνει όλες τις γωνιές του σπιτιού για να βρει τις λίρες που τις έκλεψαν, θ’ ανακαλύψει τον πολύγραφο που δεν ξέρει τι είναι, ο θείος Περικλής θα της εξηγήσει περί τίνος πρόκειται και θα σπεύσει στον μητροπολίτη να του το εξομολογηθεί για να βρουν λύση -πώς να πείσουν την Μαργαρίτα να ομολογήσει τα ονόματα των συνεργατών της που την «έμπλεξαν». Ο μητροπολίτης θα ειδοποιήσει το διευθυντή της αστυνομίας, θα τη συλλάβουν αλλά η Μαργαρίτα -προς έκπληξή τους- δε θα μαρτυρήσει τίποτα και κανέναν. Ούτε στην Γκεστάπο όπου την παραδίδουν -παρά τα
βασανιστήρια στα οποία την υποβάλλουν εκεί. Κι ένα ξημέρωμα η Μαργαρίτα -δεν έχει κλείσει ούτε τα είκοσι- θα τουφεκιστεί -οι Περδικάρηδες, η οικογένειά της, είναι που την έχουν προδώσει. Πριν, όμως, εκτελεστεί θα την ακούσουν να φωνάζει ένα, ακατανόητο για τους παρόντες, «καληνύχτα, ντε!». Ο Γεράσιμος Σταύρου, βασισμένος στο διήγημα- ένα απ’ τα διαμαντάκια του- του Δημήτρη Χατζή «Μαργαρίτα Περδικάρη» της συλλογής του «Το τέλος της μικρής μας πόλης» (Βουκουρέστι, 1953, συμπληρωμένη έκδοση Αθήνα,
1963), με ηρωίδα εμπνευσμένη από ένα υπαρκτό πρόσωπο, τη δασκάλα Μαργαρίτα Μολυβάδα που εκτελέστηκε απ’ τους Γερμανούς, άντλησε απ’ αυτό τα πρόσωπα, την πλοκή, τις καταστάσεις για να δημιουργήσει το έργο του «Καληνύχτα Μαργαρίτα» (1967), καταφέρνοντας, με μεγάλη επιτυχία, να μεταγγίσει το πνεύμα του διηγήματος του Χατζή, το οποίο, άλλωστε, ελάχιστους διαλόγους διαθέτει, σ’ ένα ανεξάρτητο, ολοκληρωμένο ρεαλιστικό θεατρικό έργο -το σημαντικότερό του: χαρακτήρες καλά χαραγμένοι, δραματική οικονομία, κορυφώσεις, συγκίνηση... Αδιάφορο αν σήμερα ηχεί κάπως ξεπερασμένο. Ο Φώτης Μακρής, που ανέλαβε τη σκηνοθεσία, φοβάμαι πως στάθηκε αμήχανος κι ανήμπορος μπροστά το έργο και κατέφυγε,

δυνατότητες πάνω απ’ τον μέσο όρο του δυναμικού του ΚΘΒΕ πιστεύω ότι υπάρχει επί σκηνής: η Ιωάννα Παγιατάκη που από υπέροχη, λεπτεπίλεπτη ενζενί Έντβιγκ στην ιψενική «Αγριόπαπια» του Τάσου Μπαντή και των «Μορφών», στα είκοσι τόσα χρόνια που ’χουν μεσολαβήσει, έχει εξελιχθεί σε μια εξαιρετική ρολίστα. Η Αντιγόνη της φέρει όλη την κατάρα της δύστηνης, κακορίζικης, σάπιας γενιάς των Περδικάρηδων. Μια παραγωγή άρτια για μια παράσταση διεκπεραιωτική και, λόγω διάρκειας αλλά και λόγω έλλειψης δυναμικής, κατά τη γνώμη μου, κουραστική (Φωτογραφίες: Τάσος Θώμογλου).
(Το πρόγραμμα της παράστασης -επιμέλεια έκδοσης: Γραφείο Εκδόσεων του ΚΘΒΕ- θα μπορούσε να ’ναι πιο ψαγμένο και πιο εμπεριστατωμένο).
(Το πρόγραμμα της παράστασης -επιμέλεια έκδοσης: Γραφείο Εκδόσεων του ΚΘΒΕ- θα μπορούσε να ’ναι πιο ψαγμένο και πιο εμπεριστατωμένο).
Θεσσαλονίκη, Μονή Λαζαριστών /Σκηνή «Σωκράτης Καραντινός», Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, 14 Οκτωβρίου 2018.
No comments:
Post a Comment