December 26, 2013

Οι «Φανερωμένες» μετακομίζουν αλλά δε χωρίζουν


Το Τέταρτο Κουδούνι / 26 Δεκεμβρίου 2013

Μετακόμισαν. Απ’ το «Αγγέλων Βήμα» όπου ήταν προγραμματισμένες για τις 13 Ιανουαρίου. Στο «Θέατρο Τέχνης» της Φρυνίχου. Οι «Φανερωμένες». Η παράσταση που δένει, σε σκηνοθεσία της Κατερίνας Ευαγγελάκου, την «Αυτοβιογραφία» της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, της οποίας αποσπάσματα έχουν μεταποιηθεί σε μονόλογο, με το μονόλογο «Φανερωμένη» της Ρούλας Γεωργακοπούλου κάτω απ’ το μότο «αφιερωμένο σε όλα τα κορίτσια που έπεσαν στη χαραμάδα της Ιστορίας και επιβίωσαν». Ερμηνεύει η Μαρία Ζορμπά.
Απ’ τις πρώτες ελληνίδες συγγραφείς, η λογία Ελισάβετ Μουτζάν (ή Μουτσάν ή Μουτσά)-Μαρτινέγκου γεννήθηκε στην Ζάκυνθο το 1801 και πέθανε εκεί το 1832, δυο βδομάδες μετά τη γέννηση του γιου της Ελισαβέτιου -του ’δωσαν προφανώς τ’ όνομά της- ο οποίος και εξέδωσε το 1881, μαζί με δικά του ποιήματα, την ανέκδοτη «Αυτοβιογραφία» της μητέρας του (σήμερα κυκλοφορεί απ’ τις Εκδόσεις «Ωκεανίδα»), απ’ τα ελάχιστα κείμενά της που διασώθηκαν.
Η «Φανερωμένη» πρωτοπαρουσιάστηκε μόνη της, με επιτυχία, ως «αναλόγιο σε περιβάλλον» τον περασμένο Μάιο στο Εθνικό Θέατρο, στο πλαίσιο του έκτου Κύκλου «Αναγνώσεις» με σκηνοθέτρια και ερμηνεύτρια τις ίδιες.
«Η Φανερωμένη είναι ένα κορίτσι, ούτε παιδί ούτε έφηβη που ζει την ορμονική του έκρηξη στην καρδιά της χούντας των συνταγματαρχών», όπως σημειώνει η Ρούλα Γεωργακοπούλου. « Σ’ αυτή τη ‘μη ηλικία’ η παιδική παντοδυναμία υποχωρεί και η πρώιμη σεξουαλικότητα έρχεται σαν πρόχειρο διαγώνισμα για αδιάβαστους. Αυτοδίδακτη και μόνη μπροστά σ’ αυτά τα νέα δράματα, προσπαθεί να βγάλει συμπέρασμα με μοναδικό βοήθημα τα σχολικά της βιβλία και τη στρεβλή παιδεία της δικτατορίας.
Η Ελισάβετ Μαρτινέγκου είναι η ιδανική συνομιλήτριά της, η δική μας Σιμόν ντε Μποβουάρ, η Νόρα μας του ΄Ιψεν κι ας έζησε στη Ζάκυνθο ακούγοντας τον απόηχο της επανάστασης του 1821. Η ‘Αυτοβιογραφία’ της θεραπεύει τη νέα ελληνική γραμματεία από μια βασική της παράλειψη: τη φωνή του κοριτσιού που ζει μέσα στο μυαλό του αφού απαγορεύεται να ζήσει μέσα στο σώμα του».
Η παράσταση, που θα παίζεται τα Δευτερότριτα, ανεβαίνει τέλος Ιανουαρίου με σκηνικά Ιουλίας Βεντίκου (για την «Φανερωμένη») και Κλειώς Γκιζελή (για την «Αυτοβιογραφία»). κοστούμια και μακιγιάζ Άγγελου Μέντη, hair styling Σωτήρη Πατεράκη, μουσική Θοδωρή Οικονόμου και φωτισμούς Γιώργου Αργυροηλιόπουλου ο οποίος έχει επιμεληθεί, μαζί με τη βοηθό σκηνοθέτριας Κατερίνα Γιαννακοπούλου, και τη video-σύνθεση. Την επιμέλεια των αποσπασμάτων της «Αυτοβιογραφίας» που απάρτισαν τον πρώτο μονόλογο είχαν η Μαρία Ζορμπά κι η Κατερίνα. Ευαγγελάκου.


Ξέρετε τι έπαιζε το λονδρέζικο θέατρο «Απόλο» όπου, στη διάρκεια της παράστασης, έπεσε το ταβάνι -ή, τέλος πάντων, ο εξώστης -και τους πλάκωσε τους θεατές;
Το βασισμένο στο μπεστ σέλερ μυθιστόρημα του Μαρκ Χάντον «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» -όπως αποδόθηκε στα ελληνικά (Εκδόσεις Ψυχογιός)- ομώνυμο θεατρικό του Σάιμον Στίβενς -επίσης μεγάλη επιτυχία. Αυτό ακριβώς που παίζεται στο «Αγγέλων Βήμα» σε σκηνοθεσία του Τάκη Τζαμαργιά. Είμαστε πάντα θεατρικά επίκαιροι.





Τη θεωρώ απ’ τις σημαντικότερες υποκριτικές μονάδες που διαθέτουμε. Στην πρώτη γραμμή της πλούσιας σε καλές γυναίκες ηθοποιούς γενιάς της. Σε κάθε της καινούργια εμφάνιση η Μάνια Παπαδημητρίου μού αφήνει την αίσθηση πως όλο και περισσότερο ωριμάζει, όλο και περισσότερο γεμίζει, όλο και περισσότερο εκλεπτύνει την υποκριτική της, με όλο και περισσότερο χιούμορ την εμπλουτίζει.
Το διαπίστωσα για μια φορά ακόμα στο μονόλογο της Ευσταθίας «Ο διάδρομος» που τον είδα στο «Δώμα» του «Θεάτρου του Νέου Κόσμου» -παίζεται για δεύτερη χρονιά, πέρσι ήταν στην «Ενδορφίνη». Ένα κείμενο -το πρώτο θεατρικό- της τραγουδίστριας/τραγουδοποιού καίριο, ειρωνικό, πικρό -έκπληξη για μένα, έστω κι αν μου φάνηκε χωρίς φινάλε- που η Μάνια Παπαδημητρίου, αυτοσκηνοθετημένη, παρουσιάζει για δεύτερη χρονιά, εξαντλητικά κινούμενη σ’ όλη του τη διάρκεια πάνω σ’ ένα διάδρομο γυμναστηρίου, με μια ελεγχόμενη οξύτητα, με μια διάχυτη ειρωνεία, σαν έναν σαρκαστικό κόλαφο για την τάξη που γέννησε αυτό που ζούμε σήμερα. Είδα γι άλλη μια φορά στη σκηνή μια Ηθοποιό χαρισματική. Και Πλήρη πια.


Κυριακή 22 Δεκεμβρίου, παραμονές Χριστουγέννων και τι ταινία σού προβάλλει η λεγόμενη Δημόσια Τηλεόραση; «Αυγουστιάτικο γεύμα στη Ρώμη» -γυρισμένο στην καρδιά του Δεκαπενταύγουστου στη φλεγόμενη απ’ τον καύσωνα Ρώμη. Αυτό θα πει το τέλειο τάιμινγκ…




«Το νησί των θησαυρών» για τα παιδιά, στην Αθήνα, στο Μέγαρο Μουσικής, διά χειρός Θωμά Μοσχόπουλου -δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία-, «Το νησί των θησαυρών» και στην Θεσσαλονίκη, στο «Άνετον -αλλά και σε περιοδεία στον…Βορρά- απ’ το «Θέατρο του Βορρά», παράσταση αγνώστων λοιπών στοιχείων -όσο κι αν έψαξα, ονόματα (διασκευαστής, σκηνοθέτης, ηθοποιοί…) δε βρήκα.
Ανάρπαστο το μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον.


Το Βραβείο Καλύτερης Παράστασης από το Εξωτερικό που Παίχτηκε στην Ιταλία, κέρδισε η «Οδύσσεια» του Ρόμπερτ Γουίλσον και του Εθνικού Θεάτρου μας –μπράβο τους!- στην 36η απονομή των Βραβείων «Ubu», απ’ την Ένωση «Ubu» για τον Φράνκο Κουάντρι, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Μιλάνο, στο ιστορικό «Πίκολο Τεάτρο», στις 9 Δεκεμβρίου.

Στην τελετή διαβάστηκε δήλωση για τη βράβευση της «Οδύσσειας» του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Σωτήρη Χατζάκη. Ο οποίος -μετά το κράξιμο που ’πεσε στην τελετή των Θεατρικών Βραβείων Κοινού του «Αθηνοράματος», όταν στην απονομή του βραβείου Καλύτερης Παράστασης στο Εθνικό ως παραγωγού για «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα», στα ευχαριστήρια, δεν αναφέρθηκε τ’ όνομα του σκηνοθέτη Γιάννη Χουβαρδά, γεγονός το οποίο αποσιωπήθηκε-, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενος, τυπικότατα και «γενναιόψυχα» ανέφερε, μεταξύ άλλων, στη δήλωσή του πως «η ‘Οδύσσεια’, επιλογή του τότε καλλιτεχνικού διευθυντή Γιάννη Χουβαρδά, ήταν ένα στοίχημα για το Εθνικό Θέατρο σε μια δύσκολη περίοδο». Τα πικρά, γλυκά, που λένε…



Όντως. Έχει όραμα ο προγραμματισμός 2014/2019 -ακόμα δεν μπορώ να το πιστέψω, ακόμα δεν μπορώ να το χωνέψω πως αυτό (πενταετής προγραμματισμός!) μπορεί να συμβαίνει στην Ελλάδα του 2013…- της Λυρικής, που ανάγγειλε τις προάλλες, ενόψει της νέας Όπερας που της ετοιμάζει το Ίδρυμα «Νιάρχος», ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Μύρων Μιχαηλίδης. Έχει προοπτικές κι είναι μεγαλόπνοος χωρίς να εκτρέπεται σε μεγαλομανίες. Και είναι καρπός σκέψης και πολύ σκληρής δουλειάς -όχι επιπολαιότητας και άρπα-κόλλα.
Είθε να υλοποιηθεί ομαλά και απρόσκοπτα. Ο Θεός και το Ίδρυμα «Νιάρχος» να βάλουν το χέρι τους. Διότι στην Ελλάδα ζούμε κι εγώ φοβάμαι… (στη φωτογραφία σχέδιο σκηνικού του Γιάννη Κόκκου για το βαγκνερικό «Τριστάνος και Ιζόλδη» που ο ίδιος θ’ ανεβάσει στην Αίθουσα «Τριάντη» του Μεγάρου το 2015, πριν εγκαινιαστεί η καινούργια Όπερα όπου θα κάνει την Τετραλογία του Βάγκνερ).


Δεν ήταν τυχαία. Η επιδοκιμασία που συγκέντρωσε το περασμένο «Τέταρτο Κουδούνι» με τον τίτλο «Καρυοφυλλιάς Εγκώμιον». Κι ο τόσος κόσμος που συμφώνησε μαζί μου. Το άξιζε η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη. Και το αξίζει.

December 19, 2013

Καρυοφυλλιάς Εγκώμιον


Το Τέταρτο Κουδούνι / 19 Δεκεμβρίου 2013



«Μήδεια ζεις, εσύ μας οδηγείς» είχα τιτλοφορήσει «Το Τέταρτο Κουδούνι» της περασμένης Πέμπτης μ’ αφορμή τις τρεις παραστάσεις της «Μήδειας» του Ευριπίδη ή έργων εμπνευσμένων απ’ την «Μήδεια» που παίχτηκαν, παίζονται ή θα παιχτούν φέτος το χειμώνα στις αθηναϊκές σκηνές -«Μήδεια» του Ευριπίδη στο «Bios», «Λευτεριά στη Μήδεια» του Χάρη Μπόσινα στο «Olvio», «Δε με χωρά ο τόπος/Μήδεια» του Αντώνη Κουτρουμπή στην «14η Μέρα». «Αυτά προς το παρόν και βλέπουμε», κατέληγα.
Πριν αλέκτορα φωνήσαι…, «Πολιτισμός: μία κοσμική τραγωδία» του Δημήτρη Δημητριάδη -κι άλλο έργο του στη σκηνή φέτος, κι άλλη σύγχυση θα περάσουν ορισμένοι…-, έργο στο οποίο ο συγγραφέας «ανασκευάζει το μύθο της Μήδειας» και το οποίο ήδη παίζεται στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» απ’ τους «Bijoux de Kant» σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στον κύριο ρόλο. Αλλά και «Μήδεια» του Μποστ – η σπαρταριστή εκδοχή της τραγωδίας- που παίχτηκε πέρσι απ’ την ομάδα «De Novo», σε σκηνοθεσία Νίκου Δημητρόπουλου, με την Ιφιγένεια Αστεριάδη και τον Γιάννη Στεφόπουλο, και φέτος θα παρουσιαστεί και πάλι από 3 Φεβρουαρίου, στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου» αυτή τη φορά.
Συνεχίζει, λοιπόν, να μας εμπνέει η Μήδεια ή όχι;

                                     


Μια κι έγινε λόγος για την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη… Την εκτίμησή μου ως ηθοποιός που δεν παίζει απλώς αλλά που ερμηνεύει την έχει χρόοοονια τώρα – κι ας υπήρξαν παραστάσεις κι ερμηνείες της που δε μου άρεσαν. Και την έχω δημόσια εκφράσει την εκτίμηση αυτή. Την εκτίμησή μου ως ηθοποιός που δεν έχει επαφεθεί σε μανιέρες, που ψάχνεται, που τολμάει, που εκτίθεται, που δουλεύει σα σκυλί, που τιμά και σέβεται τους συναδέλφους της, που ποτέ δεν ανήγαγε τον μπεζαχτά σε έμβλημά της επίσης την έχει. Και επίσης την έχω εκφράσει δημόσια.
Εκείνο που δεν είχα εκφράσει ποτέ ήταν η εκτίμηση που της έχω ως άνθρωπο. Έστω κι αν δε συνδέομαι μαζί της με φιλία στενή -μια γνωριμία και μόνο, δυο κουβέντες στο πόδι, μια-δυο συνεντεύξεις παλιά... Ούτε τρώμε μαζί, ούτε συναντιόμαστε σε μπαρ, ούτε κουτσομπολεύουμε, ούτε βυσσοδομούμε, ούτε τηλεφωνιόμαστε καν. Η εκτίμηση αυτή από πληροφορίες κι από κουβέντες που ακούω εδώ και πάνω–κάτω τριάντα χρόνια έχει προκύψει. Αυτά, άλλωστε, είναι προσωπικά. Και ποτέ δεν πρόβαλε τα πάσης φύσεως προσωπικά της η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη.
Είναι, λοιπόν, αυτά που ’χω ακούσει και ακούω από δασκάλους, από συναδέλφους, από σκηνοθέτες, από φίλους, από «αντιπάλους» της... Για τις σχέσεις της με το χρήμα, για τον τρόπο που τίμησε και σεβάστηκε τους γονείς της, για τους δεσμούς της και τις επιλογές της, για την ανεξαρτησία της, για την αδιαφορία της προς τις συμβάσεις -γυναίκα Ελέυθερη-, για την αξιοπρέπειά της, για την ποιότητα της προσωπικότητάς της… Είχαν συσσωρευτεί τόσο πολλά… 
Ώσπου ένα -υπέροχο- κείμενο που δημοσιεύτηκε στο facebook -ναι, ναι, υπάρχουν και υπέροχα κείμενα που δημοσιεύονται στο facebook…- από έναν άνθρωπο, ανάλογης ποιότητας, που συνδέθηκε κάποτε μαζί της, για μια ιστορία που συνέβη στο παρελθόν και που πρόσφατα του αποκαλύφθηκε, με κάνει, με αναγκάζει να μιλήσω -η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι «δε θα ’θελε να τα γράψουν αυτά». Ε, ναι, λοιπόν, τα γράφω. Οφείλω να τα γράψω.
Σ’ ένα χώρο που τον ξέρω καλά και που ξέρω τι φρούτα φιλοξενεί, με λεία, στιλβωμένη, τέλεια επιφάνεια κι από μέσα σκουλήκια να τα ροκανίζουν, και που ξέρω και τους πολύ λίγους του που δεν είναι «έτσι», που είναι διαφορετικοί, αυτή την Κυρία οφείλουμε να την τιμούμε – και ένοιωσα πως όφειλα να την τιμήσω. Να τιμήσω αυτό το χωριατοκόριτσο που δικαιούται απόλυτα το ρόλο της Κυρίας -τον κέρδισε με το σπαθί του, όπως κέρδισε και τη θέση της πρωταγωνίστριας. Αυτή την Κυρία που δεν είναι μόνον Ηθοποιός. Αλλά είναι και Άνθρωπος. Και μάλιστα Άνθρωπος σε καιρούς που μόνο στη μιζέρια και στην μισαλλοδοξία οδηγούν.

                                                



«Πας για συνέντευξη εργασίας. Έχεις όλα τα προσόντα, η δουλειά είναι καλή, ο μισθός υπέρ-ικανοποιητικός όμως υπάρχει ένα πρόβλημα… Το αφεντικό είναι gay και θέλει άλλα πράγματα…Τι θα κάνεις; Τα χρέη σε πνίγουν, η ζωή σου καταστρέφεται αλλά από την άλλη δεν θες να προδώσεις το είναι σου! Η λύση είναι οι «Δοκιμασίες μιας gay(sas)». Ένα μπαράκι που λειτουργεί σαν σχολή. Θα σε εφοδιάσει με κατάλληλα τρικς ώστε να δείξεις πιο απελευθερωμένος, η ακόμα και gay αν χρειαστεί. Οι εγγραφές ξεκίνησαν… προλαβαίνεις!! Δεν θα είναι εύκολο βέβαια… οι δοκιμασίες είναι σκληρές… θα αντέξεις;»: αντιγράφω απ’ το κείμενο του δελτίου Τύπου που μου ’στειλαν για την παραγωγή της ομάδας «Ρακοσυλλέκτες» που από σήμερα και κάθε δεύτερη Πέμπτη θα παρουσιάζεται στο «Gasoline Bar», στο Γκάζι. Το έργο υπογράφει η Κωνσταντίνα Ρουμελιώτη. Ο τίτλος του –ναι-, «Οι δοκιμασίες μιας gay(sas)». Και χαρακτηρίζεται «interactive bar theater».

Δεν έχω δει, βέβαια, την παράσταση κι εύχομαι να πέφτω έξω. Αλλά νομίζω _ μην κοιτάτε τι ανεβάζει ο Μαστοράκης, κι ο Χουβαρδάς, κι ο Λιβαθινός, κι ο Μοσχόπουλος, κι ο Τερζόπουλος και κάποιοι άλλοι ακόμα, πάρτε το «Αθηνόραμα», ξεφυλλίστε τις σελίδες του στην κατηγορία «Τα θέατρα και οι παραστάσεις», δείτε το φαινόμενο γενικότερα και βγάλτε έναν μέσο όρο -πως το θέατρό μας έχει πάρει για τα καλά τον κατήφορο… Μακάρι να κάνω λάθος.
                                                                          



Όλα τα δίνει/θα τα δώσει φέτος ο καλός Νίκος Κουρής -νομίζω έτοιμος να σπάσει ρεκόρ είναι: από Τετάρτη μέχρι Κυριακή -επτά παραστάσεις τη βδομάδα- στον «Πουπουλένιο» του Μάρτιν ΜακΝτόνα και του θεάτρου «Αθηνών» με Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη 

-ο οποίος έχει σκηνοθετήσει-, Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο και Γιώργο Πυρπασόπουλο. Τα Δευτερότριτα -δυο(;) παραστάσεις-, περίπου από τέλος Ιανουαρίου, στο «Τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη, στην καινούργια περίοδο του θεάτρου «Οδού Κυκλάδων–Λευτέρης Βογιατζής» με τον Μάκη Παπαδημητρίου, αυτοσκηνοθετούμενοι.

Και τις Κυριακές (δυο παραστάσεις + οι έκτακτες πρωινές για τα σχολεία) Κάπτεν Χουκ με τον Δημήτρη Μακαλιά στον επώνυμο ρόλο και σε σκηνοθεσία Νανάς Νικολάου στο «Θέατρον» του «Ελληνικού Κόσμου»! Για να μη μιλήσω για τις εορταστικές έκτακτες αυτών των ημερών.
Κουράγιο και δύναμη εύχομαι.


                                                   


Αυτό πάλι; Που ο -ελαφρώς σαχλός, έχω την εντύπωση- πρώην υπουργός Πολιτισμού (επί Σαρκοζί) Φρεντερίκ Μιτεράν, δηλωμένος ομοφυλόφιλος, έβγαλε βιβλίο όπου, μεταξύ άλλων πικάντικων σχετικά με τους «ωραίους άνδρες» για τους οποίους είχε πάθος, σ’ αυτούς -τους «ωραίους άνδρες»- συγκαταλέγει και τον Πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ-Ασάντ; Περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα. Αλλά… ο Χριστός, δηλαδή!
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

December 15, 2013

Ο καθημερινός φασισμός ή Ο τσάμικος των τεράτων

Το έργο. Ένα -ανώνυμο- χωριό. Της αγνής ελληνικής υπαίθρου. Όλοι εκεί έχουν τα παρατσούκλια τους. Εκεί ο Γιάννης ο Μουνής που απόκτησε το δικό του γιατί δεν γνώρισε πατέρα, μεγάλωσε ανάμεσα σε γυναίκες. «Παράξενο τρένο», σιωπηλός, μονήρης, που ζωγραφίζει πάνω στα χάρτινα τραπεζομάντηλα του καφενέ όλους και όλα όσα συμβαίνουν στο χωριό -νωπογραφίες ολόκληρες. Εκεί κι ο αγροίκος ο Παντζαράς που δεν χάνει την ευκαιρία να σπάει στο ξύλο την οικογένειά του: την Νίτσα, την Παντζάραινα, τη γυναίκα του που πολλά πάρε-δώσε είχε με τον Μουνή αλλά όταν άρχισαν να την κουτσομπολεύουν τα έκοψε, την Ντόστω Γλίνα, την πεθερά του, την ανήμπορη και άπλυτη, που βρωμάει, και τα Παντζαράκια του, το Φροσάκι το κακοσούλουπο και κακάσχημο, που το φωνάζουνε Κωλαθηνά, το όμορφο το μικρό, το Λουκούδι, και τους άχαρους, τους ψηλούς, τους δίδυμους τους πανομοιότυπους, με τα αυτιά τα τεράστια -τον Αργύρη, που τον έχει κουρέψει με την ψιλή για να τους ξεχωρίζει, και τον Νίκο με την αφάνα το μαλλί εξ ου και Αφάνας. Αυτούς που όσο μεγαλώνανε τόσο και πιο πολύ μοιάζανε στον Μουνή και τόσο τα κουτσομπολιά φουντώνανε στο χωριό και τόσο φούντωνε και ο Παντζαράς που, στο τέλος, εκτός εαυτού, έκοψε μια μέρα το αυτί του Αργύρη και τον βάλανε φυλακή. Αφήστε που γκαστρώθηκε η Κωλαθηνά η οποία ποτέ δεν έβγαινε από το σπίτι… -από ποιον; Άγνωστο…
Εκεί ο παπα-Χαράλαμπος με την παπαδιά του, που της τρώει κι αυτή τις σβουριχτές της, και στο καροτσάκι το γιο τον ανάπηρο, τον Κωστή, με πόδια παράλυτα και μυαλό μισερό, που όταν ήταν παιδάκι τον βασάνιζε ο πατέρας του μέχρι να καταλάβουν πως δεν ήταν τεμπέλικο αλλά άρρωστο. Και που οι Παντζαραίοι τον ζητάνε για γαμπρό και τον παντρεύουνε, άρον-άρον, με την Κωλαθηνά -ποια θα τον έπαιρνε το σακάτη;...- για να κουκουλώσουν την εγκυμοσύνη της και η μάνα της, η κυρά-Νίτσα, την πρώτη νύχτα του γάμου, γιατί η κόρη της δεν τα καταφέρνει, καβαλάει στα σκοτεινά τον Κωστή ως Κωλαθηνά δήθεν, για να τον πείσει ότι το παιδί που θα γεννηθεί είναι δικό του. Εκεί και ο Αντώνης ο καφετζής με την Χαϊβάνα, τη γυναίκα του, και το γιο τον οκτάχρονο, τον Χρηστάκη, που ζαχαρώνει το Λουκούδι, τη συμμαθήτριά του, και μαζεύει -κάτι νοιώθει- αυτά τα ζωγραφισμένα τα τραπεζομάντηλα του Μουνή και τα φυλάει.
Εκεί η Μάλαμα με το σύζυγο τον Σιχτάνη και τα ντερέκια τις τρεις κόρες. Που τη μία, την Αθηνά, την όμορφη και ζωηρούλα και καλαμπουρτζού, όταν ο πατέρας της συστήνει στα κορίτσια να μην πιάσει καμιά τους την ανθοδέσμη της νύφης του ύποπτου γάμου που πολλοί από το χωριό τον μποϊκοτάρησαν και εκείνη αντιμιλάει -«όχι, θα την πιάσω»-, της κλείνει το στόμα με ταινία, τη δένει χειροπόδαρα και την κρεμάει σαν σφαχτάρι από το τσιγκέλι που κρεμούν το αρνί το πασχαλιάτικο για να μην πάει στο γάμο. Εκεί και η δασκάλα η Μαρία η Σούσκα που βασανίζει τα όμορφα τα κορίτσια του σχολείου και κρύβει τα χρόνια της.
Εκεί η Πόπη, η κομμώτρια που το κομμωτήριό της είναι το κέντρο του κουτσομπολιού, με τον Μπερδούλια τον άντρα της -άλλος αγριάθρωπος- που πήγε να τον πεθάνει το γιο τους, τον μικρό τον Λαζάρ, όταν τον έπιασε να σπιουνεύει, εντεταλμένος από τη μάνα του, τις γυναίκες κρυμμένος κάτω από το γαμήλιο τραπέζι και ο γάμος σχόλασε νωρίς. Εκεί, στης Πόπης το κομμωτήριο, η κυρά-Νίτσα η Παντζάραινα θα σύρει τον Νίκο της τον Αφάνα -που, μετά το μαχαίρι που σήκωσε ο πατέρας στον αδελφό του και το αυτί που του έκοψε, έχει πέσει στην ψυχοπάθεια και κρύβει τα μαχαίρια στο χώμα και τα αυτιά του με τα χέρια του- να του ισιώσει την αφάνα για να τις κρύψει τις αυτάρες τις πληγιασμένες που τις κοροϊδεύει όλο το χωριό. Και εκεί, όταν η Πόπη τα ισιώσει τα μαλλιά του και τις κρύψει τις αυτάρες και μάνα και γιος φύγουν, η Ανθή η καλαμπουρτζού θα τους πει πως τον έκανε η Πόπη τον Αφάνα σαν την  Κατερίνα τη Γιουλάκη. Και θα πνιγούν, θα ξεραθούν στα γέλια όλες. Έστω και αν της Ανθής το γέλιο θα καταλήξει σε κλάμα σπαρακτικό. Γιατί εκείνο που η Ανθή ήθελε -και δεν θα το καταφέρει- ήταν να φύγει από το χωριό αυτό.
Το χωριό που εικόνα της κοινωνίας μας είναι και που –πολύ…-της μοιάζει: υποκρισία, σκληρότητα, βία, μίσος, κακία, αναισθησία, άντρες σαδιστές… Μία πινακοθήκη τεράτων. Αν δεν είναι αυτό ο φασισμός -ο καθημερινός φασισμός-, τότε τι είναι φασισμός;… Η Λένα Κιτσοπούλου, απαισιόδοξη, απελπισμένη, απεγνωσμένη, ελάχιστες αχτίδες φωτός αφήνει να περάσουν -το Λουκούδι ίσως, ο Χρηστάκης…- στο διήγημά της «Ο Μουνής» (περιλαμβάνεται στη συλλογή της «Μεγάλοι δρόμοι», Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2010) όπου προβάλλει ανάγλυφα την κοινωνία αυτή -τη δικιά μας.
Ένα διήγημα που, παρά το ότι κάπως παραπαίει ως προς τον άξονά του -τα ζωγραφισμένα τραπεζομάντηλα και ο Μουνής εγκαταλείπονται στο τέλος και το κέντρο μετατοπίζεται στην Ανθή-, παρά τον υπερβάλλοντα νατουραλισμό του που πολύ αγαπάει η συγγραφέας, έχει μία δύναμη ζωική, μία γλώσσα κρουστή, άμεση, μία ταχύτητα χειμάρου. Και καταγράφει με τόση ενάργεια -σαν τις παράξενες τις ζωγραφιές του Μουνή- τους χαρακτήρες αυτούς στις 59 σελίδες του που σε αφοπλίζει και σε συνεπαίρνει. Ένα διήγημα γραμμένο με μία οργή, με μία επιθετικότητα αναρχικού, που, λίγο να τις ξύσεις όμως, από κάτω κρύβουν μία βαθύτατη, πληγωμένη ευαισθησία. Ένα διήγημα που δεν ξέρω αν θα φανώ ασεβής αλλά εμένα τον αξεπέραστο Δημήτρη Χατζή μου θύμισε. Και ας απέχει παρασάγγας από τον τρόπο εκείνου.
Η παράσταση. Αυτό το διήγημα το έκανε παράσταση θεατρική η νεανική ομάδα «4Frontal». Και το έχει κάνει καλή θεατρική παράσταση. Παράσταση εξαιρετική.
Ο Παντελής Δεντάκης που υπογράφει τη σκηνοθεσία στόχευσε σωστά και πέτυχε διάνα. Η παράστασή του, που ανοίγει με τους πέντε νεαρούς ηθοποιούς να συλλαβίζουν, να πιπιλίζουν, να σφυρίζουν προκλητικά το παρατσούκλι του ήρωα και μπαίνει στο ψαχνό με έναν στεντόρειο, πανηγυρτζίδικο, «λεβέντικο» τσάμικο -το «Ένας αητός καθότανε»- ο οποίος επανέρχεται αντιστικτικά προς τα τεκταινόμενα -ή μάλλον προς αυτά που οι ηθοποιοί αφηγούνται-, μεταφέρει το πνεύμα, το τσαγανό του βιβλίου όχι απλώς με ακρίβεια αλλά σε πλήρη, εντυπωσιακή ταύτιση. Κρατώντας τις λεπτές ισορροπίες, χωρίς καμία στιγμή να χάνει τον έλεγχο και να μπατάρει. Το χοντροκομμένο, το «χωριάτικο», το αθυρόστομο ποτέ δεν εξελίσσεται σε χυδαίο.
Βεβαίως και οι περικοπές που αναγκαστικά έγιναν -το διήγημα είναι αρκετά μεγάλο- μειώνουν κάπως την αποτελεσματικότητα του κειμένου -διαβάζοντάς το διαπίστωσα πως τίποτα δεν μπορείς να κόψεις, τίποτα δεν μπορείς να πετάξεις, τίποτα δεν είναι περιττό- αλλά ο τρόπος που προσεγγίζεται, η επιδεξιότητα με την οποία η αφήγηση γίνεται θέατρο, η εκτέλεση από το σύνολο -ένα βάρβαρο κουιντέτο θα το χαρακτήριζα-, οι καταιγιστικοί ρυθμοί, το απολαυστικό χιούμορ με την πικρή, δηλητηριώδη, τραγική στόφα που σε ανατριχιάζει και σε παγώνει, αποστομώνουν.
Η κίνηση που επιμελήθηκε η καλή Αγγελική Στελλάτου, τα εμπνευσμένα από τα ζωγραφισμένα τραπεζομάντηλα του Μουνή σκηνικά και τα κοστούμια της Γεωργίας Μπούρδα, η μουσική του Κώστα Νικολόπουλου και οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη βοηθούν στο εξαιρετικό αποτέλεσμα.
Οι ερμηνείες. Οι πέντε πολύ νέοι ηθοποιοί, καλά διδαγμένοι, τα δίνουν όλα: υπερασπίζονται την παράσταση από τα σπλάχνα τους. Είναι ο Σταύρος Γιαννουλάδης, ο Θανάσης Ζερίτης, η Ελένη Κουτσιούμπα, η Νεφέλη Μαϊστράλη και η Αριστέα Σταφυλαράκη. Και δεν είναι εύκολο να ταυτιστείς με τέρατα... Μπράβο!
Το συμπέρασμα. Ένα συγκλονιστικό κείμενο σε μία συναρπαστική παράσταση που θα σας καθηλώσει -σίγουρα από τις καλύτερες της χρονιάς. Να πάτε! Μη φοβηθείτε ότι θα σας σοκάρει. Η ζωή γύρω μας, οι άστεγοι στους δρόμους, αυτοί που ψάχνουν στα σκουπίδια σοκάρουν περισσότερο.

«Θέατρο του Νέου Κόσμου» /Κάτω Χώρος, από την ομάδα «4Frontal», 1 Δεκεμβρίου 2013.

December 13, 2013

Κιρκινέζος στο θέατρο του Λευτέρη Βογιατζή με Κεχαΐδη


Το Τέταρτο Κουδούνι / Έκτακτο

«Το τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη θα σηματοδοτήσει την έναρξη της μετά Λευτέρη Βογιατζή περιόδου του θεάτρου «Οδού Κυκλάδων» στο όνομα του οποίου ήδη, δικαίως, έχει προστεθεί το όνομα του Λευτέρη Βογιατζή: το έξοχο μονόπρακτο του Κεχαΐδη ανεβαίνει εκεί ως συμπαραγωγή του «Ακροπόλ» του Φάνη Κιρκινέζου και της «νέας Σκηνής», με πρωταγωνιστές τον -συνεργάτη του Λευτέρη Βογιατζή σε πολλές παραστάσεις και ουσιαστικά μαθητή του- Νίκο Κουρή και τον Μάκη Παπαδημητρίου -ηθοποιοί ταλαντούχοι και οι δυο- οι οποίοι θ’ αναλάβουν και τη σκηνοθεσία.

Το σπαρταριστό αλλά και βαθιά μελαγχολικό μονόπρακτο «Τάβλι» -σε μια αυλή του Θησείου ο τεμπέλης Φώντας προσπαθεί να πείσει, στη διάρκεια μιας παρτίδας ταβλιού, το λαχειοπώλη γαμπρό του, άντρα της αδελφής του, τον Κόλια να μπουν στην περιπέτεια μιας απίθανης κομπίνας πουλώντας του φούμαρα- πρωτοπαρουσιάστηκε απ’ τον Κάρολο Κουν στο Υπόγειο του «Θεάτρου Τέχνης» το χειμώνα 1971/1972 μαζί με την επίσης αριστουργηματική μονόπρακτη «Βέρα» σε ενιαίο πρόγραμμα και άφησε εποχή. Έκτοτε ανέβηκε πολλές φορές και στην Αθήνα και στην περιφέρεια και σε περιοδείες -απ’ τα πιο πολυπαιγμένα έργα του νεοελληνικού δραματολογίου. Το πιο πρόσφατο ανέβασμα του μονόπρακτου έγινε -επανάληψη απ’ το προηγούμενο καλοκαίρι- την περασμένη καλοκαιρινή σεζόν στον φυσικό χώρο μιας παλιάς αυλής του Ψυρρή σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Κάππα που έπαιζε και τον Κόλια, με τον Σωτήρη Πατσίκα στο ρόλο του Φώντα.
Οι υπόλοιποι συντελεστές της νέας παράστασης που θα παίζεται τα Δευτερότριτα, καθώς και ο Νίκος Κουρής παίζει στον «Πουπουλένιο» του θεάτρου «Αθηνών» και ο Μάκης Παπαδημητρίου στους «Αστερισμούς» στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου», και που υπολογίζεται να κάνει πρεμιέρα γύρω στο τέλος Ιανουαρίου, αναζητούνται ακόμα. Όπως δεν είναι ακόμα σίγουρο τι θα παρουσιάζεται στο θέατρο «Λευτέρης Βογιατζής» τις άλλες μέρες της βδομάδας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι φέτος παίζεται στην Αθήνα και η «Βέρα», το δίδυμο με «Το τάβλι» μονόπρακτο του Κεχαΐδη: στο θέατρο «Αλεξάνδρεια» του Βασίλη Βλάχου, με τον ίδιο, τον Γιώργο Μωρόγιαννη και τον Πέτρο Αλατζά σκηνοθετημένους απ’ τον Νίκο Ορφανό.
Να θυμίσω πως το θέατρο «Οδού Κυκλάδων» -«Λευτέρης Βογιατζής» πλέον-, στο οποίο παρουσιάστηκε ό,τι καλύτερο είδε το φως της ελληνικής σκηνής τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, δημιουργήθηκε παράλληλα με την ίδρυση, το 1981, από μια ομάδα εκλεκτών ηθοποιών του ελληνικού θεάτρου (Λευτέρης Βογιατζής, Δημήτρης Καταλειφός, Γιώργος Κέντρος, Άννα Κοκκίνου, Τάσος Μπαντής, Ράνια Οικονομίδου, Βασίλης Παπαβασιλείου, Σμαράγδα Σμυρναίου), του ιστορικού, πια, θεατρικού σχήματος «Σκηνή» που, μετά την αποχώρηση των υπόλοιπων, έμεινε, όπως κι η αίθουσα, στα χέρια του Λευτέρη Βογιατζή και μετονομάστηκε σε «νέα Σκηνή». Το θέατρο εγκαινιάστηκε τον Μάρτιο του 1982 με την «Σπασμένη στάμνα» του Χάινριχ φον Κλάιστ σε συν-σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή και Βασίλη Παπαβασιλείου.




















Να αναφέρω, επίσης, πως το Θέατρο «Οδού Κυκλάδων» έχει άρρηκτα συνδεθεί με την παρουσίαση εκεί το 1995, απ’ τον αξέχαστο Λευτέρη Βογιατζή και την «νέα Σκηνή» του, του έξοχου τελευταίου μεγάλου έργου του Δημήτρη Κεχαΐδη (το οποίο συνυπέγραφε με την Ελένη Χαβιαρά) «Με δύναμη από την Κηφισιά» -μια παράσταση ιστορική πια.

December 12, 2013

Μήδεια ζεις, εσύ μας οδηγείς!


Το Τέταρτο Κουδούνι / 12 Δεκεμβρίου 2013


Το Εθνικό μας Θέατρο συμμετείχε, «με πρόσκληση», λέει, «του υπουργείου Πολιτισμού της Ρωσίας», στο ετήσιο Διεθνές Φόρουμ Πολιτισμού που πραγματοποιήθηκε στην Αγία Πετρούπολη από 2 έως 4 Δεκεμβρίου -’ντάξει, δεν το λέω για κακό. Μέχρι και με την «αναπληρώτρια Πρωθυπουργό της Ρωσικής Κυβέρνησης» Όλγκα Γκολοντέτς φωτογραφήθηκε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Σωτήρης Χατζάκης που, φυσικά, το εκπροσώπησε. Ε, ρε, δόξες! (Καλά, ο Πούτιν κι ο Μεντβέντιεφ είχαν πολλές δουλειές, την άλλη φορά).




Και η «Μήδεια» στο top 10 του χειμώνα: «Μήδεια» του Ευριπίδη με τη μορφή ενός ‘σκηνικού ντουέτου’ που αναζητά τις ρίζες της βίας με χιούμορ, χωρίς αρχαιοπληξία, όχι για να σατιρίσει αλλά για να αναδείξει τη διαχρονικότητα του αριστουργήματος του Ευριπίδη» στο «Bios» απ’ την ομάδα «+ ΔρόΜοΣ (Συν ΔrόΜοΣ)» σε σκηνοθεσία Φίλιππου Κανακάρη.
«Λευτεριά στη Μήδεια» του Χάρη Μπόσινα, όπου «ένας φιλόδοξος αλλά μπερδεμένος σκηνοθέτης μέσα σε ένα μικρό θέατρο προσπαθεί να ανεβάσει την ‘Μήδεια’», απ’ την ομάδα «Annada Kadda» με σκηνοθέτη τον Κώστα Φιλίππογλου, στο «Olvio». Αλλά και «Δε με χωρά ο τόπος/Μήδεια»,
«μία παράσταση εμπνευσμένη από τα πρόσωπα και τις καταστάσεις της ευριπίδειας ‘Μήδειας’,
ένα θέαμα όπου το σωματικό θέατρο, ο σύγχρονος χορός, η μιμική και το θέατρο αντικειμένων δημιουργούν δυναμικά εικαστικά πεδία», θα ’ναι η νέα παραγωγή –προσεχώς- της ομάδας «Πλεύσις», που θα τη σκηνοθετήσει ο Αντώνης Κουτρουμπής στο χώρο «14η Μέρα». Αυτά προς το παρόν και βλέπουμε. Η «Μήδεια» εμπνέει. Μήδεια ζεις, εσύ μας οδηγείς!


                                                                     


«Άι, Φεδερίκο!» είναι ο τίτλος της παράστασης -«μια ελεγεία για τον Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα», ο υπότιτλός της- που η θεατρική ομάδα «Θεώρηση», η οποία, δημιουργημένη απ’ τον κριτικό θεάτρου και σκηνοθέτη Γιώργο Χατζηδάκη και την ηθοποιό, συγγραφέα και σκηνοθέτρια Μαίη Σεβαστοπούλου, δραστηριοποιείται στο χώρο απ’ το 1991, θα παρουσιάζει από 13 Ιανουαρίου στο θέατρο «Τόπος Αλλού». Το κείμενο, τη σκηνοθεσία, τη χορογραφία και τη μουσική επιμέλεια θα υπογράφει η Μαίη Σεβαστοπούλου.
Το «Άι, Φεδερίκο!», που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1998, είναι μια σύνθεση, «ένα πάντρεμα», όπως αναφέρεται, «βιογραφικών στοιχείων και αποσπασμάτων από θεατρικά έργα και από την ποίηση του Λόρκα».
Στη διανομή, η ίδια η Μαίη Σεβαστοπούλου και Γιώργος Δαφνόπουλος, Κατερίνα Παπαναστασάτου, Σοφία Σαπρίκη, Νεκτάριος Φαρμάκης.
Την άνοιξη -δεν έχει ακόμα προσδιοριστεί ο χώρος- με την «Θεώρηση» θ’ ανεβάσει κι ο Γιώργος Χατζηδάκης την παράσταση «Προμηθέας, η Καθήλωση». Κείμενο που θα αντλεί απ’ τον «Προμηθέα δεσμώτη» του Αισχύλου σε επεξεργασία της ομάδας, διατηρώντας μέρη του στο αρχαιοελληνικό πρωτότυπο ενώ στην παράσταση θα χρησιμοποιηθούν αποσπάσματα απ’ τα σωζόμενα της αρχαίας ελληνικής μουσικής.
Οι δυο παραστάσεις, που θέτουν την προβληματική της σύγκρουσης του ανυπότακτου πνεύματος με την εξουσία και της συντριβής του, εντάσσονται κάτω απ’ το γενικό τίτλο «Η εξουσία ενάντια στο αυτεξούσιο της ποίησης».


Βρε, εδώ η Λυρική δίνει συνέντευξη Τύπου «για την ανακοίνωση των βασικών αξόνων του καλλιτεχνικού προγραμματισμού της Ε.Λ.Σ. την περίοδο 2014-2019». Θα τρελαθώ! Δεν το πιστεύω. Εσείς; Βλέπουν καλά τα μάτια μου; Ακούν καλά τ’ αυτιά μου; Σε ποια χώρα ζω; Στην Ελλάδα; Και, μάλιστα, στην Ελλάδα του 2013; Ε, λοιπόν, αν έτσι ετοιμάζουν την είσοδό τους στην καινούργια αίθουσα που τους φτιάχνει το Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», μπράβο τους!

                                                                        

Πιένες η μακαρίτισσα η Σάρα Κέιν φέτος στην ελληνική σκηνήσας τα ’λεγα στο «Τέταρτο Κουδούνι» της προπερασμένης Πέμπτης. Στις πέντε παραστάσεις τριών έργων της - ή βασισμένες σε έργα της- που σας έγραφα προσθέστε και μια έκτη: «4.48. Ένα τραγούδι», περφόρμανς της ομάδας «MAG» επίσης «με αφορμή το τελευταίο της έργο ‘4.48 Ψύχωσις’» που θα παρουσιαστεί τον Ιανουάριο σε σκηνοθεσία Κώστα Κουτσολέλου με ερμηνευτή τον ίδιο στο «Fabrica Athens». Και επαναλαμβάνω: προς το παρόν. Διότι ακόμα στα μέσα του Δεκεμβρίου βρισκόμαστε κι η σεζόν τραβάει μέχρι Ιούνιο.



Α, με την ευκαιρία: το αυθεντικό «4.48 Ψύχωσις» της Κέιν που πρόκειται ν’ ανεβάσει η Άντζελα Μπρούσκου με το «Θέατρο Δωματίου» -σας το ’γραψα στο «Τέταρτο Κουδούνι», στις 6 Νοεμβρίου- δε θα κάνει, τελικά, πρεμιέρα στην Θεσσαλονίκη, στο «Αυλαία», μια κι ο καινούργιος χώρος «Black Box» του θεάτρου για τον οποίο προοριζόταν η παράσταση δεν μπορεί να ’ναι έτοιμος, αλλά στην Αθήνα, στο «Bios». Στις 9 Ιανουαρίου.
Μαθαίνω πως η παράσταση θα ’ναι «κάτι ανάμεσα σε θέατρο, συναυλία και γύρισμα ταινίας». Πως «αυτές οι τρεις αφηγήσεις χρησιμοποιούνται για να αποδοθεί ο κατακερματισμένος κόσμος της ηρωίδας». Και πως και «όλα θα γίνονται επί σκηνής και τίποτα από κονσόλα, χειριστές της ‘μηχανής’ αφήγησης θα ’ναι οι ίδιοι οι ηθοποιοί». Πολύ ενδιαφέροντα μου ακούγονται ολ’ αυτά.



Να ξεκαθαρίσουμε πως Γιον Φόσε δεν παρουσίασε στην Ελλάδα πρώτος ο Γιάννης Χουβαρδάς -που κάνει φέτος στο «Πορεία» το έργο του «Παραλλαγές θανάτου». Ούτε όταν στο «Αμόρε» του ανέβασε ο ίδιος με το δικό του «Θέατρο του Νότου», τη σεζόν 2003/2004, το «Τόσο όμορφα» του νορβηγού δραματουργού, ούτε ως παραγωγός, όταν, νωρίτερα, αρχή της σεζόν 2002/2003 και στο πλαίσιο των «Δοκιμών I» που οργάνωνε το «Θέατρο του Νότου», η Βίκυ Γεωργιάδου σκηνοθέτησε τον «Χειμώνα» του Φόσε.
Η πρώτη που ανέβασε Φόσε στην Ελλάδα -το έργο του «Κάποιος θα ρθει»- ήδη απ’ την άνοιξη της σεζόν 2000/2001 ήταν η Κατερίνα Σαρροπούλου με την ομάδα «Αιωρία» στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου». Ενώ, μεταξύ «Χειμώνα» και «Τόσο όμορφα», στο τέλος της σεζόν 2002/2003, Γιον Φόσε -«Το παιδί» του- παρουσίασε στην Θεσσαλονίκη, στο τότε «Αμαλία», κι η Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης» με σκηνοθέτη τον Πέτρο Ζηβανό.

                                                  

«Γιατί δηλαδή ο Μουτσινάς; Που γύρισε στο θέατρο απ’ το οποίο και ξεκίνησε; Και μάλιστα ως πρωταγωνιστής; Κι από επιτυχίας εις επιτυχίαν στα ταμεία το πάει; Και κρατάει και την τηλεόραση;» σου λέει ο Φώτης (Σεργουλόπουλος). Που επίσης απ’ το θέατρο ξεκίνησε. Και μια και δυο, νάτος κι αυτός να επανέρχεται στη σκηνή φέτος. Ως πρωταγωνιστής επίσης – εξυπακούεται: «Googlαρέ με, τα μεσάνυχτα» της Κατερίνας Μπέη στο «Shamone». Και να κρατάει επίσης και την τηλεόραση.
Κρίση βλέπετε, τα πράγματα όλο και δυσκολεύουν, όλο απ’ το κακό στο χειρότερο πάνε στην τηλεόραση, οπότε μάθε τέχνη κι ασ’ την κι άμα πεινάσεις (σ.σ. τρόπος του λέγειν) πιασ’ την», που λένε.


Το πιο πρόσφατο ανέκδοτο που διάβασα: Έρχονται νέα πρόστιμα για το κάπνισμα στους δημόσιους χώρους. Σπαρταριστό, ε;
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…