January 31, 2017

Tip: «Το πράσινό μου το φουστανάκι»



Έχει κάτι το τραγανό -δεν μπορώ να το περιγράψω διαφορετικά- αυτή η ηθοποιός. Η Τζούλη Σούμα. Έχει γερή γείωση με το σανίδι, εξαιρετική σχέση με το λόγο -ο λόγος της έχει βάρος, έχει κύρος-, έχει γκάμα, έχει χιούμορ, έχει μία βαθιά αίσθηση της δραματικότητας, έχει εκφραστικότητα, είναι τρυφερή, συγκινητική αλλά διαθέτει, αν και μικρή το δέμας, μία δύναμη εντυπωσιακή. Με μία μοναδική άνεση αλωνίζει τη σκηνή. Και ο μονόλογος «Το πράσινό μου το φουστανάκι» -η πρώτη (2008) δουλειά της Λένας Κιτσοπούλου για το θέατρο-, που παίζεται στο θέατρο «Αλκμήνη», της δίνει την ευκαιρία να επιδείξει όλα αυτά τα προσόντα της. Προς Θεού! Με τη λέξη «επιδείξει» δεν εννοώ σκηνική έπαρση. Μέτρο εισέπραξα, αυτοέλεγχο εισέπραξα, πολύ καλή τεχνική αλλά μαζί και συναίσθημα. Η Μαρία Αιγινίτου που υπογράφει τη σκηνοθεσία έχει, ως φαίνεται, βοηθήσει αποφασιστικά. «Πάλι μονόλογος;» θα μου πείτε. Πάλι μονόλογος θα σας πω -κι ας έχω και εγώ κουραστεί με τόσους μονολόγους-, αν είναι όπως αυτός ο μονόλογος. Δεν έχει, ίσως, έναν άξονα το κείμενο της Κιτσοπούλου. Δεν έχει και γερό φινάλε. Αλλά έχει ψαχνό: μία πολύ γυναικεία, με πολλά βιωματικά, προφανώς, στοιχεία, εξομολόγηση και ένα λαγαρό, τολμηρό, σπαρταριστό, παραληρηματικό κείμενο, με βιτριολικό χιούμορ, με τρυφερότητα, με απόγνωση. 

Που η Τζούλη Σούμα το αδράχνει και πάνω στον καμβά αυτό ψιλοκεντάει. Η κραυγή της «μοναξιά!» σου ξεσκίζει το στήθος. Και το συνολικό παραστασιακό αποτέλεσμα -με πολύ αποφασιστική τη συμβολή της καίριας και καίρια ριγμένης κάτω από το κείμενο μουσικής του Σπύρου Παρασκευάκου-, εξαιρετικό. Είμαι σίγουρος πως η παράσταση αυτή θα παιχτεί για πολύ καιρό. Είναι συναρπαστική και η Τζούλη Σούμα απολαυστική. Θα ήταν κρίμα να τη χάσετε.

January 30, 2017

Tip: «Μονόλογος»


Ένα εξαιρετικό κείμενο αντλημένο από τον «Μονόλογο» του τρίπτυχου «Προδομένη γυναίκα» της Σιμόν ντε Μποβουάρ, που έχει εκδοθεί πενήντα χρόνια πριν -το 1967- αλλά είναι σαν γραμμένο σήμερα: μία γυναίκα, κάποιας ηλικίας πια, μισάνθρωπη, φθονερή -κάτι από τη «Γυναίκα της Ζάκυθος» του Σολωμού-, εριστική, καταπιεστική, ανυπόφορη, με αποτυχημένες σχέσεις στη ζωή της -ένα διαζύγιο, μία διάσταση και πολλά ναυάγια-, με αποτυχημένη τη σχέση με τη μητέρα της και με πολλά παιδικά τραύματα, με μία κόρη που στην εφηβεία της αυτοκτόνησε, προφανώς λόγω της μητέρα της, με ένα γιο που έχει χάσει την επιμέλειά του, χωρίς φίλους, ολομόναχη, παραμονή Πρωτοχρονιάς, σε κατάσταση υστερίας, κάνει τον απολογισμό της φλερτάροντας με την αυτοκτονία. Απόλυτα υπεύθυνη για την κατάστασή της ή καρπός της κοινωνίας στην οποία ζει; 

Η Μάνια Παπαδημητρίου, στην Β΄ Σκηνή του θεάτρου «Οδού Κεφαλληνίας», σκηνοθετημένη από την Αθηνά Κεφαλά που την έχει ευφάνταστα «φυλακίσει» πάνω σε ένα μεγάλο, ξύλινο τραπέζι, όπου στριφογυρίζει και χτυπιέται σαν θεριό ανήμερο, και με δεύτερο τσέλο -πλάι στο πρώτο, τη φωνή της- την Μαίρη Σκοπελίτη που αυτοσχεδιάζει γόνιμα, μπαίνει στο πετσί και βαθιά στα σπλάχνα της γυναίκας αυτής, ταυτίζεται απόλυτα μαζί της, κρατώντας, όμως, και κριτική απόσταση: μία ώριμη ηθοποιός σε μία συγκλονιστική ερμηνεία. Που πρέπει οπωσδήποτε να τη δείτε.

January 27, 2017

Tip: «Φιλιώ Χαϊδεμένου»





Όταν το βίωμα γίνεται θέατρο. Όταν το βίωμα γίνεται βίωμα του ηθοποιού. Όταν ηθοποιός -Ηθοποιός, με κεφαλαίο το ήτα- στον κεντρικό, επώνυμο ρόλο είναι η Δέσποινα Μπεμπεδέλη. 
Όταν φωνή της παράστασης είναι ο Ζαχαρίας Καρούνης, μία σπουδαία φωνή, και τα τραγούδια της παράστασης είναι οι συγκεκριμένες αυτές επιλογές που έχουν γίνει. Όταν όλος ο θίασος αίρεται στο ύψος των περιστάσεων. Όταν ο σπουδαίος καλλιτέχνης Άγγελος Αγγελή με το τίποτα έχει δώσει ανάγλυφα -με ξύλο και άμμο- την εικόνα της Μικρασιατικής Καταστροφής. Όταν το όλο πράγμα αποπνέει μία σεμνότητα και μία ειλικρίνεια και όχι τη φιλοδοξία να γίνει -τελικά- σίριαλ. Όταν τα δάκρυα του θεατή δεν εκβιάζονται αλλά αναβλύζουν. Ε, τότε την παράσταση αυτή -που έχει σκηνοθετήσει ο Βασίλης Ευταξόπουλος στο «Βεάκη»- πρέπει να τη δείτε. Και η παράσταση αυτή πρέπει να συνεχιστεί. Και η παράσταση αυτή πρέπει να υιοθετηθεί από τα κρατικά μας Θέατρα. Γιατί είναι μάθημα. Ιστορίας. Θα επανέλθω αναλυτικότερα.

Η Λεία Βιτάλη παντρεύει για ένατη φορά την Γηραιά Κυρία-Σοφία Σεϊρλή στο «Αγγέλων Βήμα»


Το Τέταρτο Κουδούνι / Είδηση 

Το έργο της Λείας Βιτάλη «Ο ένατος γάμος της Γηραιάς Κυρίας», σε σκηνοθεσία Άσπας Κυρίμη και με την Σοφία Σεϊρλή στο ρόλο της μετεξελιγμένης Κλάρα Τσαχανασιάν, ανεβαίνει στο θέατρο «Αγγέλων Bήμα» στις 16 Φεβρουαρίου, στο πλαίσιο της θεματικής ενότητας «Με την Καρδιά μας Ταξιδεύουμε» και με τον υπότιτλο -στην ενότητα- «Σταθμός Έκτος: Κάπρι, Ιταλία».
Το ιδιαίτερο στον «Ένατο γάμο της Γηραιάς Κυρίας», μια μαύρη φάρσα -τραγική κωμωδία- που μιλάει με χιούμορ σαρκαστικό για τη σύγχρονη άγρια εποχή των τεράτων και των θυμάτων τους, είναι ότι η Λεία Βιτάλη,
ζωντανεύει ξανά στη σκηνή το τέρας της απληστίας και του άκρατου καπιταλισμού, που δημιούργησε ο Φρίντριχ Ντίρενματ στο κορυφαίο του έργο «Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας». Αυτή τη φορά το «τέρας» χτυπά στην Ελλάδα της Κρίσης. Η Κλάρα Τσαχανασιάν -120 ετών πλέον-, ζάμπλουτη και παντοδύναμη, επισκέπτεται τη χώρα για να τελέσει τον ένατο γάμο της -με τον νεκρό (!) εραστή της- και επίσημους καλεσμένους αρχηγούς κρατών, τον Πάπα, τραπεζίτες και τους μεγιστάνες φίλους της. Στην πραγματικότητα, όμως, το διεστραμμένο μυαλό της σχεδιάζει μια σατανική εκστρατεία. «Κάνε σούζα μικρή μου χώρα. Έτσι μπράβο!», σηκώνει το δάχτυλο και μας λέει. «Θα μείνει τίποτα όρθιο στο πέρασμά της; Υπάρχει άραγε χώρος στην ψυχή ενός ‘τέρατος’ για τρυφερότητα και αγάπη;» αναρωτιέται η συγγραφέας.
Ο μονόλογος ανεβαίνει με σκηνικά και κοστούμια Ιουλίας Σταυρίδου, φωτισμούς Βαγγέλη Μούντριχα και μουσική επιμέλεια Αθηνάς Καψετάκη.
«Ο ένατος γάμος της Γηραιάς Κυρίας» πρωτοπαρουσιάστηκε, και πάλι στο «Αγγέλων Βήμα», τον Οκτώβριο του 2011, σε σκηνοθεσία της συγγραφέα Λείας Βιτάλη, με ερμηνεύτρια την Μαίρη Νάνου.
Ας σημειωθεί ότι η Σοφία Σεϊρλή μόλις ερμήνευσε, στο «Αγγέλων Βήμα» πάντα, την «Σονάτα του σεληνόφωτος» του Γιάννη Ριτσου ενώ, στο ενδιάμεσο, αντικατέστησε για δυο βδομάδες, στο ρόλο της Κέιτ, στην εξαιρετική παράσταση, απ’ τον Γιάννη Μόσχο, του «Ήταν όλοι τους παιδιά μου» του Άρθουρ Μίλερ, που παίζεται στο «Εμπορικόν», την Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου η οποία αναγκάστηκε να λείψει για μια μικροεπέμβαση (Φωτογραφία παράστασης: Νικόλας-Αύγουστος Γκέσκερ).

January 26, 2017

Πόσα πήρε ο «Άνεμος»… ή «Ερωτόκριτος» ο αξέχαστος


Το Τέταρτο Κουδούνι / 26 Ιανουαρίου 2017
(για περιορισμένο αριθμό αναγνώσεων…) 

(Ε, ναι, αφού ό,τι ανεβαίνει, πια, στη σκηνή είναι «για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων», θα καθιερώσω κι εγώ το «για περιορισμένο αριθμό αναγνώσεων». Γιατί να υστερήσω;…).





















(Η φωτογραφία απ τον ιστορικό «Ερωτόκριτο» του Σπύρου Ευαγγελάτου, εξώφυλλο του τόμου «Θεατρικά 1975», αναρτημένη απ’ τον Γιώργο Χατζηδάκη στον ιστότοπο «Τόπος Θεάτρου). 


Έτυχε να δω στο Mezzo ένα γκαλά όπερας, απ’ την Όπερα της Αστανά -τέως Ακμολί, πρωτεύουσας του Καζακστάν απ’ το 1997, όταν αντικατέστησε την Αλματί, τέως Άλμα-Ατά. Γκαλά που χρονολογείται από 22 Οκτωβρίου 2013, χρονιά των εγκαινίων της καζάκικης Όπερας. Πολύ πετρέλαιο, πολύ φυσικό αέριο, πολλά λεφτά, πολλή διαφθορά, πολύ μικρό ενδιαφέρον για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία του λόγου…, πολύ κιτς, αισθητική Νουρσουλτάν Ναζαρμπάιεφ, προέδρου της χώρας -περίπου, ισόβιου, απ’ το 1990 (!), σοβιετική κληρονομιά…-, που με παρέπεμψε σε «Σκόπια 2014» του Γκρούεφσκι αλλά κι εξαιρετικές φωνές, εξαιρετικοί κι οι λοιποί σολίστες, εξαιρετικό γενικά το μουσικό επίπεδο.
Τι τα θέλω, τώρα, ολ’ αυτά; Ως πρόλογο. Για να σας πω ότι ξαφνικά είδα να βγαίνει στη σκηνή η Ελένα Ομπραστσόβα. Μια Μεγάλη μέτζο. Μια Μεγάλη Κυρία της όπερας. Μια Ερμηνεύτρια. Με σκηνική παρουσία συντριπτική. Και να τραγουδάει τη σκηνή της κρεβατοκάμαρας της Κόμισας απ’ την «Ντάμα πίκα» του Τσαϊκόφσκι -με την ένθετη γαλική άρια απ’ τον «Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο» του Γκρετρί, ως ανάμνηση απ’ τα νιάτα της. Κι έμεινα εμβρόντητος: ήταν τότε 74 χρόνων! Σωματικά καταβεβλημένη, με χέρια τρεμάμενα αλλά φωνητικά καθόλου τρεμάμενη -ακμάζουσα! Και θυμήθηκα ξανά το αξέχαστο: την Ομπραστσόβα να τραγουδάει «Voi lo sapete, o mamma» απ’ την «Καβαλερία ρουστικάνα» στο Ηρώδειο -αν δεν τα συγχέω, το ’82, σε συναυλία της Ορχήστρας της Όπερας Μπαλσόι. 
Και να πέφτει το θέατρο. ΦΩΝΑΡΑ. Μεστή, σαν ώριμος, πολύχυμος καρπός. Με ηχοχρώματα που θυμίζανε (-ουνε) Κάλλας. Και μια ωραία γυναίκα.
Και μετά μπήκα στο youTube και πληκτρολόγησα Elena Obraztsova. Κι έπεσα σ’ ένα θησαυρό. Και βούλιαξα μέσα. Κι ακόμα να βγω…
Δε ζει πια η Ελένα Βασίλιεβνα Ομπραστσόβα. Πέθανε στα 76 της -πριν από δυο χρόνια, τον Ιανουάριο του ’15. Αλλά η φωνή της, μια φωνή σπάνια, ζει. Και θα ζει. Ψάξτε την! Ένα δείγμα: 




Με πήρε και με σήκωσε… Με πήρε και με σήκωσε… (Υπό την έννοιαν του «κάτσε καλά, γιατί θα σε πάρει ο διάολος και θα σε σηκώσει» που ’λεγε η μανούλα μου). Ο «Άνεμος» του Κωνσταντίνου Ρήγου. Στο «Κοτοπούλη» του Εθνικού. Με πήρε και με σήκωσε. Τόσος κόπος, τόσοι καλοί ηθοποιοί, τόσες ωραίες εικόνες και… το τίποτα. Κατά την άποψή μου, βέβαια. Μπούρου-μπούρου, μπούρου-μπούρου, μπούρου-μπούρου –δραματουργία και κείμενα Ξένια Αηδονοπούλου- με πολλή ένθετη μπουρδολογία επί μία ώρα και σαραπέντε λεπτά, με κορωνίδα το «Να εξοντώσουμε τον θάνατο!». Εξοντώθηκα.

Σας έγραφα στο totetartokoudouni.blogspot.com, στις 21 Ιανουαρίου, για τον «Εδουάρδο Β΄» του Μάρλοου που θ’ ανεβάσει ο Κοραής Δαμάτης στην «Αθηναϊκή Σκηνή». Κι ανέφερα ότι ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ειν’ ο μόνος που ’χει ανεβάσει το έργο στην Ελλάδα -το 2000. Φίλος μού θύμισε ότι μια χοροθεατρική παράσταση βασισμένη στον «Εδουάρδο Β΄» του Μάρλοου, ομότιτλη, έχει κάνει κι ο Πέτρος Γάλλιας -σκηνοθεσία και χορογραφία- τις σεζόν 2004/2005 και 2005/2006, με το χοροθέατρό του «Ήρος Άγγελος» -με χορευτές και χορό αλλά και με ηθοποιούς και λόγο, σε μετάφραση Παύλου Μάτεσι.



Εξαιρετικά ενδιαφέρον το ημιτελές -αυτοβιογραφικό- «Θεατρικό μυθιστόρημα» του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, όπως το μετέπλασαν για το θέατρο με τον τίτλο «Μαύρο χιόνι. Το ημερολόγιο ενός μακαρίτη»» η Δήμητρα Κονδυλάκη κι ο Κώστας Φιλίππογλου κι όπως ο δεύτερος το ανέβασε στην «Πόρτα» όπου παίζεται. Οι ταλαιπωρίες που υπέστη ο συγγραφέας σ’ όλη του τη ζωή στην Σοβιετική Ένωση των δεκαετιών του ’20 και του ’30 και, ειδικότερα, η περιπέτειά του μ’ ένα θεατρικό του έργο, που μετεμποδίων το ανέβασε  το «Θέατρο Τέχνης» της Μόσχας, περιγράφονται -καλυμμένα βέβαια- γλαφυρά, απολαυστικά, με ειρωνεία καυστική -αλλά και σ’ ένα μαύρο, σκοτεινό φόντο…- ενώ η σατιρική απομυθοποίηση του Κονσταντίν Στανισλάφσκι σπάει κόκαλα. Η πολύ καλή παράσταση αναδεικνύει το κείμενο αλλά ένοιωσα πως απ’ τους νεαρούς ηθοποιούς έλειπε η ενέργεια που ’χει ο ίδιος ο Κώστας Φιλίππογλου ο οποίος ερμηνεύει και τον, εκ των κεντρικών ηρώων, σκηνοθέτη Ιβάν Βασίλιεβιτς.


Όταν ιδρύθηκε το 2008 το σωματείο «Διάζωμα» με στόχο την προστασία και την ανάδειξη των αρχαίων χώρων θέασης και ακρόασης (θέατρα, ωδεία, αμφιθέατρα, στάδια, ιππόδρομοι κλπ), είχα σκεφτεί, παρά τα πολλά εκλεκτά ονόματα ανάμεσα στα ιδρυτικά μέλη του, πως δε θα ’ταν παρά μια κίνηση ακόμα που θα προσέκρουε στα γραφειοκρατικά γρανάζια και σιγά-σιγά θα ξεθύμαινε. Αμ’ δε!
Δεν ξέρω αν αυτό οφείλεται στη σπάνια ενέργεια που διαθέτει ο Σταύρος Μπένος, η ψυχή του «Διαζώματος» και πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του, αλλά έχουν περάσει ήδη οκτώ χρόνια και το «Διάζωμα» όχι απλώς δεν ξεθύμανε, αλλά θαυματουργεί. Ξεπερνώντας εμπόδια και αντιξοότητες και γραφειοκρατίες, πολλά έχει επιχειρήσει και πολλά έχει καταφέρει -ανάδειξη αρχαίων θεάτρων, προώθηση κι ενίσχυση ανασκαφών, «πολιτιστικές διαδρομές», αρχαιολογικά πάρκα, εκδόσεις, ντοκιμαντέρ, διαλέξεις, παρεμβάσεις και συνεργασίες και χορηγίες- και ακαταπόνητο συνεχίζει. Με δραστηριότητα συνεχώς αυξανόμενη. Οπότε, μόνο μπράβο. Κάτι σα να ζω εκτός Ελλάδος… 

Πιο ενδιαφέρον θέμα δε βρίσκεις εύκολα. Ο Νίκος Ζαχαριάδης, ηγέτης του ΚΚΕ επί 25, ουσιαστικά, χρόνια -τα χρόνια της θύελλας (1931-1956)-, αποκηρυγμένος, στη συνέχεια, απ’ το κόμμα του, σ’ εξορία στην Σιβιρία όπου αυτοκτόνησε το 1973, προσωπικότητα εντελώς αμφιλεγόμενη -θεωρούμενος από ήρωας μέχρι πράκτορας των Άγγλων-, ενέπνευσε τον Γιώργο Κοτανίδη να γράψει το θεατρικό «Ομπίντα. Οι τελευταίες ώρες του Νίκου Ζαχαριάδη» -που ’χει ο ίδιος σκηνοθετήσει, με συνεργαζόμενο σκηνοθέτη τον Ιωσήφ Βαρδάκη, στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης», ερμηνεύοντας και τον κύριο ρόλο.
Πολύ επικίνδυνο, το εγχείρημα. Το αποτέλεσμα, βέβαια, βοά για την πολύ σοβαρή έρευνα που ’κανε ο Γιώργος Κοτανίδης με σκοπό να εκφράσει -και μάλιστα πολύ ισορροπημένα- τη δική του αλήθεια για τον Ζαχαριάδη -μια αλήθεια, πάντως, που χωρίς να τον αγιοποιεί, δείχνει να τον δικαιώνει. Αλλά, δυστυχώς, δραματουργικά, κατά τη γνώμη μου, το αποτέλεσμα πάσχει. Σοβαρά. Οι πληροφορίες κι οι γνώμες κι οι μαρτυρίες δεν είναι καθόλου εύκολο να γίνουν θεατρικός διάλογος που να περάσει απ’ το στόμα του ηθοποιού και να πείσει. Αν ακολουθούσε το δρόμο του καθαρού θεάτρου-ντοκουμέντου, ίσως το αποτέλεσμα να ’ταν πιο πειστικό. 




Εξαιρετική η παράσταση της -όχι συχνά παιζόμενης κι, αν δε λαθεύω, στην Ελλάδα άπαιχτης- όπερας του Γκουνό «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», σε μουσική διεύθυνση Τζαναντρέα Νοσέντα, που μεταδόθηκε ζωντανά στο Μέγαρο Μουσικής απ’ την «Μετροπόλιταν Όπερα» της Νέας Ιόρκης, στη σειρά μεταδόσεων «The Metropolitan Opera HD Live».
Ο σκηνοθέτης Μπάρτλετ Σερ δεν ακολούθησε την ακατάσχετη -και, συνήθως, στείρα- μόδα του χοντροκομμένου εκμοντερνισμού στη σκηνοθεσία της όπερας. Με μικρές, έξυπνες, ανάλαφρες παρεμβάσεις έστησε μια φρέσκια παράσταση πάνω σ’ ένα πατάρι στην πλατεία μιας σκηνογραφικά μνημειακής Βερόνας του Μάικλ Γέργκαν, πατάρι που μεταβλήθηκε μέχρι και σ’ ένα τεράστιο κρεβάτι για τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα. Υπέροχα τα -λίγο α λα «Καζανόβα» του Φελίνι- κοστούμια της Κάθριν Ζούμπερ, 
εξαίρετοι φωνητικά κι οι πρωταγωνιστές Βιτόριο Γκρίγκολο, -όμορφος, ευλύγιστος, νεανικότατος- και Ντιάνα Ντάμράου -έστω κάποιας ηλικίας, που με την υποκριτική και την κίνησή της, όμως, προσπάθησε, έστω κι όχι πάντα επιτυχώς, να κρύψει το μειονέκτημά της αυτό για το ρόλο της δεκατετράχρονης-, με την υπέροχη –φωνή κρυστάλλινη, κοψιά, φρεσκάδα, ακτινοβολία, υποκριτική…- γαλίδα μέτζο Βιρζινί Βερέζ να κλέβει την παράσταση στον όχι εκτεταμένο -πρόσθετο στο λιμπρέτο της όπερας του Γκουνό, δεν υπάρχει στην τραγωδία του Σέξπιρ- τραβεστί ρόλο του υπηρέτη Στέφανο.
Μόνο που -τα ’χουμε ξαναπεί…- η Aίθoυσα «Χρήστος Λαμπράκης» του Μεγάρου δε διαθέτει τον σωστό ηχητικό εξοπλισμό για τις μεταδόσεις αυτές.




Η στήλη ειν’ αφιερωμένη σήμερα στη μνήμη του Σπύρου Α. Ευαγγελάτου που ’φυγε απ’ τη ζωή την Τρίτη 24 Ιανουαρίου και κηδεύεται σήμερα. Στον Σπύρο Ευαγγελάτο των θεατρικά αθώων χρόνων της νιότης μου. Στον Ευαγγελάτο που με τους «Γίγαντες του βουνού», με την πρώτη του «Ηλέκτρα», με την «Λυσιστράτη» του, με τον «Φάλσταφ» του, με..., με… και, πάνω απ’ όλα, με τον «Ερωτόκριτό» του -δεν τον ξεχνώ!- μου ’δειξε πως υπάρχει κι ένα άλλο θέατρο: ασπαίρον, σπαρταριστό -ζωικό θα το ’λεγα

January 23, 2017

1984 ή 2017; Ή Εκεί όπου όλα είναι σκoτάδι







Το έργο. Έτος 1984: μέλλον, σε σχέση με το 1948 που γράφτηκε το βιβλίο -από αναστροφή των δύο τελευταίων ψηφίων της χρονιάς συγγραφής του προέρχεται, άλλωστε, ο τίτλος του «Χίλια εννιακόσια ογδόντα τέσσερα». Μέλλον -όχι και τόσο…- μακρινό και οδυνηρό.
Τρεις οι υπερδυνάμεις που κυριαρχούν στον κόσμο: Ωκεανία, Ευρασία, Ανατολασία -οι πόλεμοι και οι συμμαχίες μεταξύ τους εναλλάσσονται. Τα μέλη του Εσωτερικού Κόμματος είναι η άρχουσα τάξη στην Ωκεανία. Και ο ηγέτης του, ο Μεγάλος Αδελφός, ο απόλυτος μονάρχης της. Η Νέα Ομιλουμένη είναι η επίσημη γλώσσα του κράτους -μία γλώσσα που το λεξιλόγιό της προοδευτικά συρρικνώνεται. Και η αδιάκοπη παρακολούθηση των πολιτών μέσα από τηλεοθόνες που δεν σβήνουν ποτέ και από μικρόφωνα είναι η βασική πλατφόρμα άσκησης της εξουσίας: «Ο Μεγάλος Αδελφός σε παρακολουθεί», η διαρκής, απροκάλυπτη υπόμνηση-λάιτ μοτίφ -κάτι σαν θυρεός. Οι υπήκοοι διώκονται από την Αστυνομία Σκέψης ακόμα και για Εγκλήματα Σκέψης. Και τα παιδιά εκπαιδεύονται για καταδότες ακόμα και των γονιών τους. «Ο πόλεμος είναι ειρήνη. Η ελευθερία είναι σκλαβιά. Η άγνοια είναι δύναμη», το τριπλό σύνθημα που βασιλεύει.

Υπάρχει, βέβαια, και η Αδελφότητα, ένα υπόγειο δίκτυο που έχει δημιουργηθεί από τον Ιμάνιουελ Γκόλντστάιν, συνιδρυτή του Εσωτερικού Κόμματος, ο οποίος, όμως, στράφηκε εναντίον του Μεγάλου Αδελφού και αποχώρησε, υπάρχει και η επαναστατική ομάδα Αντίσταση της οποίας ηγείται ο Γκόλντστάιν και στην οποία αποδίδονται όλα τα δεινά. Μόνο, που τόσο ο Γκόλντστάιν και η Αντίσταση, όσο και ο Μεγάλος Αδελφός καθόλου σίγουρο δεν είναι ότι υπάρχουν…
Ο Ουίνστον Σμιθ, που ανήκει στα μέλη του Εξωτερικού Κόμματος, τα οποία δεν έχουν σχεδόν καμία πρόσβαση στα καταναλωτικά αγαθά, ζει στο Λονδίνο της Πρώτης Περιοχής -τα απομεινάρια της διαλυμένης από τον πόλεμο, τις εμφύλιες συγκρούσεις και την επανάσταση, άλλοτε Βρετανίας-, ενός από τους Τομείς στους οποίους διαιρείται η Ωκεανία. Εργάζεται στο Υπουργείο Αλήθειας, εντεταλμένο να τροποποιεί τα αρχεία ώστε να διατηρείται μόνο η εγκεκριμένη από την κεντρική εξουσία άποψη για την ιστορία και τα γεγονότα, επιφορτισμένος με την «αναίρεση», ήτοι την εξάλειψη από τη συλλογική μνήμη, οριστικά, των αντιφρονούντων -ποτέ δεν υπήρξαν! 
Μόνο που και ο ίδιος είναι αντιφρονών -επιθυμεί όλα να αλλάξουν και πιστεύει ότι «ελευθερία είναι το δικαίωμα να μπορείς να λες ότι δύο και δύο ίσον τέσσερα». Μισεί τον Μεγάλο Αδελφό, μισεί τον τρόπο ζωής τον οποίο είναι υποχρεωμένος να ακολουθεί, γράφει ημερολόγιο, πράγμα που απαγορεύεται, κάνει σεξ με τη συνάδελφο και ομοϊδεάτισσά του Τζούλια, με την οποία ερωτεύονται -πράγμα το οποίο, επίσης, απαγορεύεται αυστηρά-, σε ένα κρυφό, ξεχασμένο δωμάτιο χωρίς τηλεοθόνη, που τους νοικιάζει ο αντικέρης Τσάρινγκτον… Και, μαζί με την Τζούλια, πλησιάζουν τον μυστηριώδη O’Μπράιεν που ο Ουίνστον θεωρεί πράκτορα της Αδελφότητας και ο οποίος τους μυεί, υποτίθεται, στην Αντίσταση. Αλλά τελικά θα αποδειχθεί πράκτορας της Αστυνομίας Σκέψης. Το ίδιο και ο Τσάρινγκτον. Που θα τους καταδώσει.

Θα τους συλλάβουν. Στο Υπουργείο Αγάπης, με «ενορχηστρωτή» τον Ο’Μπράιεν, υποβάλλουν τον Ουίνστον, σε βασανιστήρια -ηλεκτροσόκ. Όταν τον οδηγήσουν, για την τελική φάση της «αναμόρφωσής» του, στον Θάλαμο 101, όπου βασανιστήρια δεν είναι παρά οι χειρότεροι εφιάλτες του θύματος -οι αρουραίοι που τον ροκανίζουν, στη δεδομένη περίπτωση-, ο καταρρακωμένος Ουίνστον θα προδώσει την Τζούλια. Αλλά, όπως, αργότερα, θα του εξομολογηθεί, το ίδιο θα κάνει κι εκείνη, όταν βρεθεί στην ίδια κατάσταση. Οι βασανιστές έχουν κάνει καλά τη δουλειά τους.
Το μυθιστόρημα «Χίλια εννιακόσια ογδόντα τέσσερα» (1949) του Τζορτζ Όργουελ, μυθιστόρημα επιστημονικής -και πολιτικής- φαντασίας (;), επηρεασμένο από τις παγκόσμιες μεταπολεμικές εξελίξεις, καθώς γράφτηκε ακριβώς την «επόμενη μέρα» του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, και εμπνευσμένο από τη σταλινική, προσωπολατρική Σοβιετική Ένωση της εποχής -ο Ιμάνιουελ Γκόλντστάιν βοά ότι είναι ο Τρότσκι…-, έργο σημαδιακό, επιδραστικό, που αποδείχτηκε και προφητικό -το διαδίκτυο (και όχι μόνο το διαδίκτυο) είναι η απόδειξη του θεωρήματος…-, θεωρείται σταθμός στην ιστορία της λογοτεχνίας.

Ο βρετανοί συγγραφείς και σκηνοθέτες Ρόμπερτ Άικι και Ντέιβιντ ΜακΜίλαν έκαναν (2013) με το «1984» τους μία έξυπνη και καθόλου εικονογραφική προσαρμογή για το θέατρο του έργου του Όργουελ, όπου ο Ουίνστον Σμιθ παίρνει, κατά κάποιο τρόπο, χωρίς να ονοματίζεται, τη θέση του συγγραφέα και το θεατρικό έργο ανοίγει και κλείνει με ευθείες αναφορές στο βιβλίο -κάτι σαν θέατρο εν βιβλίω. Η προσαρμογή αυτή, σίγουρα, φέρνει πιο κοντά στο σημερινό θεατή το οργουελικό πνεύμα. Το πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου, είναι, όμως, πως, αν δεν γνωρίζει το βιβλίο, ο θεατής θα δυσκολευτεί, θα θολώσει: οι δύο συγγραφείς είναι ιδιαίτερα αφαιρετικοί.
Η παράσταση. Η Κατερίνα Ευαγγελάτου, υπογράφοντας η ίδια την εξαιρετική μετάφραση, υπερέβη, κατά τη γνώμη μου, με τη σκηνοθεσία της το θεατρικό κείμενο των Άικι και ΜακΜίλαν. Φώτισε, όσο μπορούσε, σκοτεινές γωνίες του και έστησε μία γρήγορη, σφριγηλή, δυναμική -μέχρι τον παροξυσμό- παράσταση, εξαιρετικών ρυθμών και απρόσκοπτης ροής, όπου η τεχνολογία έχει -και δικαίως, απλώς, ίσως, θα μπορούσε να μην απλώσει τόσο το στοιχείο αυτό η σκηνοθέτρια- το πάνω χέρι. Μία παράσταση άψογα οργανωμένη στις λεπτομέρειες και πειστικότατη στις σκηνές των βασανιστηρίων, όσο και αν διακρίνεται μία τάση εντυπωσιασμού του θεατή. Το παλιό, ξεχασμένο τραγούδι που τη διατρέχει, συγκινητικό εύρημα το οποίο την κλείνει αφήνοντας κάποια αχτίδα φωτός να περάσει εκεί όπου όλα είναι σκοτάδι.

Για την αποτελεσματικότητα της παράστασης αποφασιστικής σημασίας είναι τα -λειτουργικότατα, παρά τα προβλήματα που θέτει η ακατάλληλη για το εγχείρημα σκηνή του θεάτρου «Βασιλάκου»- σκηνικά της Εύας Μανιδάκη -οι διάφανοι τοίχοι, ο «ψυχρά» επιβλητικός Θάλαμος 101…-, όπως έξοχα τα έχει φωτίσει ο Νίκος Βλασόπουλος -και όπου η αφαίρεση δεν γίνεται το άλοθι της παραγωγής ως άποψη… Αλλά και τα φαιά κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα, οι «επιθετικές» μουσικές του ιδιαίτερα ταλαντούχου Γιώργου Πούλιου καθώς και ο ηχητικός σχεδιασμός του Νικόλα Καζάζη, τα άψογα οργανωμένα βίντεο, βέβαια, του Στάθη Αθανασίου, που λειτουργούν τέλεια και η δουλειά των λοιπών συντελεστών. 
Οι ερμηνείες. Από τη χρήσιμη διανομή, στους μικρότερους ρόλους ξεχώρισα την Σεραφίτα Γρηγοριάδου και τον εξαίρετο ηθοποιό Σωτήρη Τσακομίδη. Το κοριτσάκι που είδα να παίζει το Παιδί έμοιαζε, δυστυχώς, ακαθοδήγητο.
Η Λένα Δροσάκη ικανοποιητική αλλά κάπως άνευρη Τζούλια. Ο Νίκος Κουρής, ώριμος πια, με μέγεθος, φωτίζει με αποχρώσεις σκοτεινές τον Ο’Μπράιεν δίνοντας κύρος σε ένα ρόλο όχι ιδιαίτερα ευνοημένο. Ο Αργύρης Πανταζάρας 
αποδεικνύεται ιδεώδης Ουίνστον Σμιθ: αναδεικνύει -και σωματικά- όλη την καταπίεση μέσα στην οποία ζει ο οργουελικός ήρωας αλλά και όλη του την έφεση για αλλαγή, για ελευθερία. Το ιδιαίτερο είναι πως, σε αντίθεση με τον Τρελό του στον «Βασιλιά Λιρ» του Τομάζ Παντούρ και τον Μεφιστοφελή του στον Φάουστ, επίσης, της Κατερίνας Ευαγγελάτου, τους δύο προηγούμενους ρόλους του όπου έδειχνε να επαναπαύεται σε -εντυπωσιακές, ομολογουμένως- ευκολίες και να επαναλαμβάνεται στα όρια της έλλειψης μέτρου, εδώ ο νεαρός, καλός ηθοποιός κάνει στροφή 180° και υιοθετεί -με τις οδηγίες της σκηνοθέτριας, προφανώς- τόνους χαμηλούς και ημιτόνια και παύσεις σημαίνουσες. Μία ερμηνεία αξιομνημόνευτη.

Το συμπέρασμα. Μία παράσταση ρωμαλέα, άψογα οργανωμένη, με καλές έως εξαιρετικές ερμηνείες, την οποία σας συστήνω με την

υπόμνηση ότι θα πρέπει να είστε έτοιμοι για τις σκληρές, ρεαλιστικές σκηνές των βασανιστηρίων -αλλά κουλάρετε, θέατρο είναι! (Φωτογραφίες από πάνω προς τα κάτω: 1, 2, 3, 5, 9, 11, του Σταύρου Χαμπάκη, 4, 6, 7, 8, 12, 13, 14, του Νίκου Πανταζάρα,  10, του Μιχάλη Κλουκίνα).

«Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου», 13 Ιανουαρίου 2017.

January 21, 2017

«Εδουάρδο Β΄» του Μάρλοου ανεβάζει ο Κοραής Δαμάτης


Το Τέταρτο Κουδούνι / Είδηση 

Την παιγμένη μια μόνο φορά στην Ελλάδα ιστορική τραγωδία του Κρίστοφερ Μάρλοου «Εδουάρδος Β΄» 
θ’ ανεβάσει, μετά το Πάσχα, ο Κοραής Δαμάτης στην «Αθηναϊκή Σκηνή» με τον Μιχάλη Καλαμπόκη στον επώνυμο ρόλο. Το έργο, που ο πλήρης τίτλος του στην πρώτη σωζόμενη έκδοσή του (1594) είναι «Η ταραχώδης βασιλεία και ο αξιοθρήνητος θάνατος του Εδουάρδου του Δεύτερου, Βασιλιά της Αγγλίας, με την τραγική πτώση του υπερφίαλου Μόρτιμερ», χρονολογείται πιθανότατα μεταξύ 1592 και 1593. 
Ο αδύναμος, ομοφυλόφιλος Εδουάρδος Β΄ διαδέχεται στο θρόνο της Αγγλίας, το 1307, στα είκοσι τρία του χρόνια τον πατέρα του Εδουάρδο Α΄. 
Απ’ τις πρώτες πράξεις του, να ανακαλέσει τον ευνοούμενό του -η ιστορία μίλησε για εραστή- Πίαρς Γκάβεστον απ’ την εξορία όπου τον είχε στείλει ο βασιλιάς πατέρας του Εδουάρδου,
ανήσυχος για την κακή επίδραση που ασκούσε στον -διάδοχο, τότε- γιο του, και να του δώσει τον τίτλο του Κόμη της Κορνουάλης. Ο Γκάβεστον, τον οποίο ο Εδουάρδος μέχρι αντιβασιλέα χρίει όταν πηγαίνει στην Γαλία για να παντρευτεί την κόρη του βασιλιά Φίλιπου Δ΄, θα προκαλέσει, με τη συμπεριφορά και τις πράξεις του, το μίσος των ισχυρών, την εποχή εκείνη-, βαρόνων του βασιλείου, οι οποίοι θ’ αναγκάσουν τον Εδουάρδο Β΄ να τον εξορίσει -αλλά ως κυβερνήτη, αντ’ αυτού- στην Ιρλανδία. Όταν και πάλι ανακαλείται απ’ την εξορία, οι βαρόνοι συνωμοτούν και τον δολοφονούν.
Ο λόρδος Σπένσερ θα τον αντικαταστήσει στην καρδιά του βασιλιά. Η βασίλισσα Ισαβέλα, όμως, προσβεβλημένη απ’ τη στάση του Εδουάρδου απέναντί της, θα συνωμοτήσει με τον εραστή της λόρδο Μόρτιμερ, θα τον ανατρέψουν, εξαναγκάζοντάς τον σε παραίτηση, και, στη συνέχεια, ο Μόρτιμερ θα βάλει ανθρώπους του να τον δολοφονήσουν στη φυλακή όπου κρατούνταν κάτω από άθλιες συνθήκες ενώ εκτελείται και ο Σπένσερ.
Ο νεαρός Εδουάρδος Γ΄, γιος του Εδουάρδου και της Ισαβέλας, θα εκδικηθεί το θάνατο του πατέρα του αποκεφαλίζοντας τον Μόρτιμερ και θέτοντας υπό περιορισμό τη μητέρα του.
Αυτή, σε γενικές γραμμές, είναι η ιστορία του έργου του, εκ των κορυφαίων του ελισαβετιανού θεάτρου, Κρίστοφερ Μάρλοου ο οποίος άντλησε απ’ τα «Χρονικά» του Χόλινζχεντ -τη δεύτερη (1587) έκδοση της, κλασικής στην εποχή της, Βρετανικής Ιστορίας.
Το 1924, στα πρώτα χρόνια της καριέρας του στην Γερμανία, με τη συνεργασία τoυ Λίον Φόιχτβάνγκερ και με τον τίτλο «Η ζωή του Εδουάρδου του Δεύτερου της Αγγλίας», ο Μπέρτολτ Μπρεχτ έκανε μια προσαρμογή του έργου, η οποία έχει καταχωρηθεί στα δικά του έργα.
Το 1991 την ιστορική τραγωδία του Μάρλοου μετέφερε στον κινηματογράφο, με τον τρόπο του, τονίζοντας το στοιχείο της ομοφυλοφιλίας και με τον τίτλο «Εδουάρδος ΙΙ», ο άγγλος 
σκηνοθέτης Ντέρεκ Τζάρμαν με τoν Στίβεν Γουόντινγκτον ως Εδουάρδο, Βασίλισα Ισαβέλα την Τίλντα Σουίντον και Γκάβεστον τον Άντριου Τίρναν.
Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος είναι ο μόνος, μέχρι τώρα, που ’χει τολμήσει ν’ ανεβάσει το απαιτητικό έργο στην Ελλάδα: το 2000 στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, με το δικό του «Θέατρο του Νέου Κόσμου» και με τον Στέλιο Μάινα στον επώνυμο ρόλο αλλά και, μεταξύ άλλων, τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη ως Γκάβεστον, τον Δημήτρη Λιγνάδη ως Μόρτιμερ και την Ελένη Κοκκίδου ως Βασίλισσα Ισαβέλα.
Η προετοιμασία της παράστασης στην «Αθηναϊκή Σκηνή» βρίσκεται στη διαδικασία οριστικοποίησης των συντελεστών και συμπλήρωσης της διανομής. Το έργο, πάντως, θ’ ανεβεί στη μετάφραση του Σεραφείμ Βελέντζα, η οποία κυκλοφορεί (πρώτη έκδοση 1995) απ’ τις εκδόσεις «Άγρα» μαζί με τη μετάφραση απ’ τον ίδιο του έσχατου έργου του Μάρλοου -που δολοφονήθηκε στα 29 του χρόνια, μπλεγμένος σε σκοτεινές υποθέσεις- «Η σφαγή των Παρισίων».