March 17, 2024

Στο Φτερό / Ο καλπασμός της «Βαλκιρίας»

 
«Η Βαλκιρία» του Ρίχαρντ Βάγκνερ, λιμπρέτο Ρίχαρντ Βάγκνερ / Μουσική διεύθυνση: Ρόλαντ Κλούτιχ. Σκηνοθεσία: Τζον Φουλτζέιμς
 


Ο Ζίγκμουντ, γιος, από θνητή μάνα, του Βόταν, ηγέτη των θεών, καταδιωκόμενος από εχθρούς, στη διάρκεια μιας καταιγίδας, μέσα στη νύχτα, βρίσκει καταφύγιο, χωρίς να αποκαλύψει την ταυτότητά του, σε ένα άγνωστό του σπίτι. Με
την Ζιγκλίντε, που συναντάει εκεί και που του συμπαραστέκεται, νοιώθουν αμέσως αμοιβαία έλξη αλλά ο Χούντινγκ, ο βίαιος σύζυγός της με τον οποίο την έχουν παντρέψει χωρίς τη θέλησή της, όταν εμφανίζεται, λίγο αργότερα, αποδεικνύεται συγγενής των εχθρών του Ζίγκμουντ. Και του δηλώνει πως είναι μεν φιλοξενούμενός του για τη νύχτα αλλά το πρωί θα πολεμήσουν μέχρι θανάτου. Όταν εκείνος φανερώνει στην Ζιγκλίντε, που έχει ρίξει στον άντρα
της φίλτρο για να αποκοιμηθεί, ποιος είναι, αποκαλύπτεται πως πρόκειται για τη δίδυμη αδελφή του. Θα σμίξουν ερωτικά ενώ ο Ζίγκμουντ θα τραβήξει το μπηγμένο από έναν μονόφθαλμο άγνωστο, κατά το γάμο του ζευγαριού, στον τεράστιο κορμό γύρω από τον οποίο είναι κτισμένο το σπίτι, σπαθί που κανείς, έως τότε, δεν είχε καταφέρει να αποσπάσει. Ο άγνωστος ήταν
ο Βόταν και το σπαθί με τις  μαγικές ιδιότητες το προόριζε για το γιο του, τον Ζίγκμουντ. Από το αιμομικτικό σμίξιμο των δύο αδελφών, στην κοιλιά της Ζιγκλίντε θα καρπίσει ένας γιος -ο κατοπινός κορυφαίος ήρωας Ζίγκφριντ. Στην κορυφή ενός βουνού, στην Βαλχάλα, το
παλάτι των θεών, ο Βόταν θα προστάξει την Μπρουνχίλντε, την κορυφαία από τις εννέα Βαλκυρίες, τις κόρες του που έκανε με  τη θεά Έρντα, να υπερασπιστεί τον Ζίγκμουντ στην επικείμενη σύγκρουσή του με τον Χούντινγκ. Αλλά η Φρίκα, η γυναίκα του, θεά του γάμου, θα τον πείσει να μεταστραφεί, αν θέλει να μη χάσει τη δύναμή του, και να προστάξει την Μπρουνχίλντε να πάει, τελικά, με το μέρος του Χούντινγκ και της «ηθικής
τάξης». Αλλά εκείνη συγκινείται από την απόλυτη αφοσίωσή του Ζίγκμουντ στην Ζιγκλίντε και αποφασίζει να παρακούσει τον πατέρα της. Όταν, όμως, αρχίζει η σύγκρουση των δύο ανδρών παρεμβαίνει  ο ίδιος ο Βόταν και σπάζει το σπαθί που ο ίδιος είχε αφήσει για τον Ζίγκμουντ τον οποίο ο Χούντινγκ σκοτώνει. Η Μπρουνχίλντε φεύγει με την Ζιγκλίντε αλλά δεν θα ξεφύγει από την τιμωρία τον Βόταν για την ανυπακοή της. Αν και 

πρόκειται για την πολυαγαπημένη του κόρη, την καταδικάζει να γίνει θνητή και να βυθιστεί σε ύπνο. Οποιοσδήποτε άντρας την ξυπνήσει θα την κάνει δική του και θα ανήκει σ’ αυτόν. Εκείνη, πριν την κοιμίσει, του ζητά να την προστατεύσει στον ύπνο της με ένα πύρινο τείχος που μόνον
ο πιο γενναίος ήρωας θα μπορεί να διαπεράσει. Ο ήρωας θα είναι ο γιος που θα γεννήσει η Ζιγκλίντε, ο Ζίγκφριντ. Ο Βόταν θα εισακούσει το αίτημά της. Πρόκειται για την «Βαλκιρία» (1851-1856, πρεμιέρα 1870), τη δεύτερη όπερα της τετραλογίας -τριλογίας με πρόλογο- «Το δαχτυλίδι του Νίμπελουνγκ» (πρεμιέρα του πλήρους κύκλου 1876) του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Ο
γερμανός συνθέτης άντλησε από τη γερμανική και τη σκανδιναβική μυθολογία υλοποιώντας τις σκέψεις και τα μεγαλομανή σχέδιά του για ένα πολύπτυχο επικό μουσικό δράμα: ένα λιμπρέτο, που έχει γράψει ο ίδιος, στομφώδες ίσως, ισχυρών συμβολισμών αλλά, σίγουρα, και 
υψηλής ποίησης, που πάνω του κέντησε τη μουσική του ξεφεύγοντας από τους τρόπους της όπερας της εποχής του και συνθέτοντας τέσσερα μουσικά δράματα αλληλένδετα που μπορούν, όμως, και να παρουσιαστούν ανεξάρτητα, όπως 
τώρα, εδώ, «Η Βαλκιρία». Ο βρετανός σκηνοθέτης Τζον Φουλτζέιμς ανέβασε (πρεμιέρα Βασιλική Όπερα της Δανίας, 2022), με συνεργάτρια σκηνοθέτρια την Δανή Γιοχάνε Χόλτεν, το έργο, με μετωπικά, αποδοτικά, πάντως, στησίματα, 

φρεσκάροντάς το με σύγχρονα στοιχεία αλλά με μεγάλη διακριτικότητα, με υποδειγματική λιτότητα και χωρίς να κραυγάζει με επιδεικτικούς σκηνοθετισμούς τη διαχρονικότητά του ή τη δική του ευρηματικότητα. Η ιδέα του ήταν η παράσταση να στηθεί ως υλοποίηση ενός σχεδίου του Βόταν, εξ ου και σιωπηλά παρόντα και στην πρώτη από τις τρεις πράξεις, όπου η σκηνική παρουσία του δεν προβλέπεται. Ενός σχεδίου το οποίο, τελικά, δεν πετυχαίνει: η ακόρεστη δίψα για εξουσία που, κάποτε, όμως, σκοντάφτει, αφήνοντας πίσω θύματα ενώ η αγάπη -όπως του Ζίγκμουντ για την Ζιγκλίντε- μπορεί και να κερδίσει, έστω, στα σημεία. Ουσιαστικό, αποφασιστικό χέρι βοηθείας έχει βάλει ο, επίσης, βρετανός Τομ Σκατ με τα σκηνικά του
(συνεργάτης σκηνογράφος, ο Βρετανός Ντέιβιντ Άλεν): μία τεράστια σε ύψος και πλάτος σκάλα, η οποία δημιουργεί την αίσθηση του βουνού και της Βαλχάλα που βρίσκεται στην κορυφή του αλλά, με τις μετακινήσεις της, δίνει υπόσταση και στους άλλους σκηνικούς χώρους των τριών πράξεων. Και μία σειρά φορητών, διαρκώς μετακινούμενων μεγάλων πάνελ με σωλήνες από νέον -κάτι σαν θερμοσυσσωρευτές-, που φωτίζουν τα ζοφερά σκοτάδια του έργου και της παράστασης -οι έξοχοι φωτισμοί, του Καναδού Ντ. Μ. Γουντ. Ένα επιβλητικό, εξαιρετικό αισθητικό αποτέλεσμα που συμπληρώνουν τα άχρονα, σε γαιώδη χρώματα κοστούμια του Τομ Σκατ.  Εν ολίγοις, μία παράσταση που φέρνει κοντά μας το έργο αλλά όχι εκβιαστικά, χωρίς να το καπελώνει ενώ ο σκηνοθέτης έχει πολύ προσέξει τις λεπτομέρειες στις ερμηνείες. Η έκπληξη, όμως, της παράστασης είναι το μουσικό μέρος. Οι αυξημένες απαιτήσεις της παρτιτούρας του Βάγκνερ ικανοποιούνται απόλυτα από την Ορχήστρα της
Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Παρά την αιφνίδια απομάκρυνση του αρχικά προγραμματισμένου αρχιμουσικού Φιλίπ Ογκέν και παρά τις περιορισμένες δοκιμές που είχε στη διάθεσή του, ο Γερμανός Ρόλαντ Κλούτιχ, ο οποίος εκτάκτως κλήθηκε να τον αντικαταστήσει, την οδήγησε από το πόντιουμ σε
εξαιρετικά αποτελέσματα βρίσκοντας τις ισορροπίες, πετυχαίνοντας τις αρτιότερες δυναμικές και στηρίζοντας τις φωνές. Βέβαια η έκπληξη δεν είναι τόσο μεγάλη, αν θυμηθούμε την ανάλογη επιτυχία που είχε η ίδια ορχήστρα, υπό τον Μύρωνα  Μιχαηλίδη, στο επίσης βαγκνερικό «Τριστάνος και Ιζόλδη» το οποίο η Λυρική παρουσίασε τη σεζόν 2014/2015 στην αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Δηλαδή, η Ορχήστρα της ΕΛΣ αποδεικνύει ότι Μπορεί. Η παράσταση ενισχύεται από μία ανάλογα καλή βαγκνερική διανομή. Και αν θεώρησα κάπως αδύναμο στη δεύτερη πράξη τον
Βόταν του φινλανδού βαρύτονου Τόμι Χακάλα -ο οποίος, πάντως, βρήκε τον πολύ καλό εαυτό του στην τρίτη-, ο γερμανός τενόρος Στέφαν Φίνκε (Ζίγκμουντ), ο δικός μας μπάσος Πέτρος Μαγουλάς (Χούντινγκ), η βρετανή σοπράνο Άλισον Όουκς (Ζιγκλίντε) έδωσαν ό,τι καλύτερο, με την εξαίρετη ροσίδα μέτζο Μαρίνα Προυντένσκαγια (Φρίκα) και, κυρίως, τη σπουδαία αγγλίδα σοπράνο Κάθριν 
 
Φόστερ (συγκλονιστική Μπρουνχίλντε) να κλέβουν την παράσταση. Οι, επίσης, δικές μας σοπράνο Κατερίνα Σαντμάγιερ, Βιολέτα Λούστα και Ταξιαρχούλα Κανάτη και οι μέτζο Νεφέλη Κωτσέλη, Δήμητρα Καλαϊτζή-Τηλικίδου, Φωτεινή Αθανασάκη, Άννα Τσελίκα και Χρυσάνθη Σπιτάδη, στους ρόλους των οκτώ Βαλκιριών, αδελφών της Μπρουνχίλντε, εξυπηρετούν άριστα την παράσταση. Η «Βαλκιρία» της Λυρικής καλπάζει. Και, τελικά, η χρονική διάρκεια της παράστασης, παρά τη στατικότητά της, δεν κουράζει. Ίσως είναι  πολύ καλό ξεκίνημα για ένα προσεχές ανέβασμα, προοδευτικά, ολόκληρης της Τετραλογίας (Φωτογραφίες: Γιώργος Καλκανίδης).

(Πολύ καλό, το δίγλωσσο -ελληνικά και αγγλικά- έντυπο πρόγραμμα της παράστασης -υπεύθυνος έκδοσης Νίκος Α. Δοντάς-, αν και περίμενα περισσότερα πραγματικά στοιχεία).

Εθνική Λυρική Σκηνή / Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος», Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», συμπαραγωγή Εθνική Λυρική Σκηνή-Βασιλική Όπερα της Δανίας, 10 Μαρτίου 2024.

March 4, 2024

Προς τι; ή Ο φασισμός που κραυγάζει ή Κραυγές και κόπρανα

 
Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 224 
 
Είδα κι εγώ, στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, το «Σαλό, 120 ημέρες στο Σόδομα», σε μετάφραση, δραματουργία και διασκευή για το θέατρο Άρη Mπινιάρη -που υπογράφει και τη σκηνοθεσία- και Έλενας Τριανταφυλλοπούλου του σεναρίου που έγραψε ο Πιερ Πάολο Παζολίνι για την ομότιτλη ταινία του (1975). Και αναρωτήθηκα. Γιατί; Προς τι; Ποιος ο λόγος αυτής της επιλογής;
Σήμερα ξέρουμε, πια, πολύ καλά τι έχει διαπράξει ο φασισμός και πώς το έχει διαπράξει. Και ξέρουμε τι ονειρεύονται και τι επιθυμούν οι νοσταλγοί του. Είναι αποτελεσματικό να δείχνεται τόσο κραυγαλέα η βία που ασκεί, οι σεξουαλικές διαστροφές που επιβάλλει -βιασμοί, σοδομισμοί, παιδεραστίες, ταπεινώσεις, εξευτελισμοί, αηδιαστικές πρακτικές, βασανιστήρια, δολοφονίες…; Αυτό που εισέπραξα είναι μια παράσταση προς εντυπωσιασμό, που βέβαια, όσο δουλεμένη κι αν είναι, δεν πείθει με την «αναπαράσταση» επί σκηνής βιασμών, αυνανισμών, κοπροφαγίας…
Αυτά, τοποθετημένα απ’ τον Παζολίνι στη Δημοκρατία του Σαλό -επίσημα Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία-, το κράτος-μαριονέτα που εγκαθίδρυσαν, με τον Μουσολίνι, και πάλι, επικεφαλής, οι Γερμανοί του Τρίτου Ράιχ, το 1943, στην Βόρεια Ιταλία, μετά την εισβολή των Συμμάχων στην Σικελία και τη διάλυση του Βασιλείου της Ιταλίας, και που διατηρήθηκε μέχρι το 1945 και την κατάρρευση του Άξονα, και συνδεμένα με τους απεγνωσμένους τελευταίους σπασμούς του φασιστικού καθεστώτος, σήμερα φαίνονται και ηχούν απλοϊκά.
Ο άμεσος συνειρμός μου ήταν η συγκλονιστική ταινία (2015) του Ούγγρου Λάζλο Νέμες «Ο γιος του Σαούλ»: ένας Εβρέος, έγκλειστος στο Άουσβιτς, όπου τίποτα το τρομακτικό δε βλέπουμε αλλά όλα μας επιβάλλονται μέσα από μακρινούς ήχους και μέσα απ’ τους εξοντωτικούς ρυθμούς. Αυτό είναι και το πιο τρομακτικό… Εδώ, οι κραυγές και τα ουρλιαχτά σα να προσπαθούν να μας πείσουν για το αυταπόδεικτο: «πόσο κακός» είναι ο φασισμός.
Στην παράσταση του Άρη Μπινιάρη, όσο τολμηρή, όσο καλοφτιαγμένη κι αν είναι, με τις εξαιρετικές μουσικές του Τζεφ Βάγγερ να κυριαρχούν, το στιλιζάρισμα οδηγεί -εμένα, τουλάχιστον, οδήγησε- σε μια αποδυνάμωση του τρόμου.

Και μια παρατήρηση: το τέταρτο στον ντε Σαντ πρόσωπο της διεφθαρμένης, έκφυλης εξουσίας, ο Επίσκοπος, απουσιάζει απ’ τη διασκευή. Έχει, προφανώς, κι η τόλμη τα όριά της...(Φωτογραφίες: Γιώργος Καλκανίδης).

February 6, 2024

Στο Φτερό / Δύο υπέροχοι νεαροί Ασιάτες που συνομίλησαν


Κρατική Ορχήστρα Αθηνών: συναυλία «Στις όχθες του Μολδάβα. 200 Χρόνια από τη Γέννηση του Σμέτανα» / Μουσική διεύθυνση: Βύρων Φιδετζής. Σολίστ: Τίμοθι Τσούι, βιολί-Τζαεμίν Χαν, βιολοντσέλο. 
 
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες οι μετακλήσεις από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών δόκιμων ή και βετεράνων καλλιτεχνών
διεθνούς ακτινοβολίας ως σολίστ στις συναυλίες της. Αλλά πρόκειται για ασφαλείς λύσεις. Εξίσου χρήσιμη και, ίσως, ακόμη πιο ενδιαφέρουσα είναι η μετάκληση νέων, πολλά
υποσχόμενων ή που έχουν αποδείξει ήδη το μέγεθος του ταλάντου τους. Εκεί ακριβώς ενεδρεύει η έκπληξη ή και ο ενθουσιασμός της «ανακάλυψης». Όπως και έγινε στην πρόσφατη συναυλία της: δύο νέοι σολίστ με το ιδιαίτερο πως επρόκειτο για Ασιάτες -και  οι δύο. Ο 29χρονος Καναδός/Αμερικανός αλλά με ρίζες, από τους γονείς του, στην Μαλεσία και στην Ινδονησία Τίμοθι Τσούι, βιολονίστας, και ο μόλις 18χρονος Νοτιοκορεάτης Τζαεμίν Χαν, βιολοντσελίστας. Οι δυο νεαροί μουσικοί ερμήνευσαν το Διπλό Κοντσέρτο για βιολί, βιολοντσέλο και ορχήστρα (1887) του Γερμανού Γιοχάνες
Μπραμς, έσχατο συμφωνικό έργο του, αν και πέθανε ύστερα από δέκα χρόνια. Ώριμο έργο, ρωμαλέο, όχι εύκολα προσβάσιμο, από το οποίο οι σολίστ ανέσυραν τη βαθιά λυρικότητα του -σαν να ακούγαμε κάτι που δεν είχαμε ξανακούσει- επιδεικνύοντας μία μοναδική σύμπνοια η οποία προφανώς αποδείκνυε, αν και δεν αναφέρεται στο πρόγραμμα, πως δεν συνεργάζονταν για πρώτη φορά: μία εξαιρετική «συνομιλία» ανάμεσα στα δύο όργανα, που ενθουσίασε. Αλλά αυτό δεν θα γινόταν αν η θαυμαστή σύμπνοιά τους δεν περιβαλλόταν στοργικά και από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών την  οποία ο αειθαλής Βύρων Φιδετζής οδήγησε άψογα από το πόντιουμ. Όχι,
πάντως, μόνο στο Κοντσέρτο αλλά και στα τέσσερα ακόμα έργα που παρουσίασε. Tην έντονης δραματικότητας Εισαγωγή Κοντσέρτου «Οθέλος» (1891/1892, πρώτη εκτέλεση 1892), τρίτο μέρος μιας τριλογίας ορχηστρικών εισαγωγών -η οποία, τελικά, διασπάστηκε για να εκδοθούν οι τρεις εισαγωγές χωριστά- και εναρκτήριο έργο της βραδιάς. Και, στο δεύτερο μέρος του προγράμματος, τρία συμφωνικά ποιήματα του Τσέχου 
 
Μπέντριχ Σμέτανα, στα 200 χρόνια από τη γέννηση του οποίου ήταν αφιερωμένη η συναυλία της ΚΟΑ. Από τον κύκλο έξι συμφωνικών ποιημάτων  

του «Η πατρίδα μου», καρδιά και έκφραση,  καθώς αντλούν από την παράδοση, τους θρύλους, την ιστορία και τα τοπία της Τσεχίας, της τσέχικης εθνικής μουσικής Σχολής, της οποίας ο Σμέτανα θεωρείται ο πατέρας: αρ.1 «Βισέχραντ» («Το ψηλό κάστρο») (1874, πρώτη εκτέλεση 1875) -αναφορά σε μεσαιωνικό κάστρο κτισμένο στην όχθη
του ποταμού Μολδάβα-, το ιδιαίτερα δημοφιλές αρ. 2 «Μολδάβας» (1874, πρώτη εκτέλεση 1875) -μουσική εξαιρετικά μελωδική, που δημιουργεί μία αίσθηση ροής του τσέχικου ποταμού- και το με εμβατηριακό χαρακτήρα αρ. 6 «Μπλανίκ» (1879, πρώτη εκτέλεση 1880) που αναφέρεται σε ένα τσέχικο βουνό. Ελκυστικές μουσικές στις οποίες ο Βύρων Φιδετζής και η ΚΟΑ έδωσαν υπόσταση και κύρος. Κερδισμένη βραδιά (Φωτογραφίες: Μαργαρίτα Νικητάκη).

(Χρήσιμο το πολύπτυχο πρόγραμμα-αφίσα της συναυλίας -υπεύθυνη έκδοσης Αλίκη Φιδετζή).

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών / Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης», Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, 2 Φεβρουαρίου 2024.
 
(Τη συναυλία παρακολούθησα με πρόσκληση που μου παραχώρησε απευθείας η ΚΟΑ).

February 4, 2024

Αχ κουνελάκι, κουνελάκι, ξύλο που θα το φας…

 
Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 223


Πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του Νίκου Καραθάνου σε κλασική όπερα -το βερίστικο δίπτυχο «Καβαλερία ρουστικάνα» του Μασκάνι / «Παλιάτσοι» του Λεονκαβάλο- στην Λυρική Σκηνή, μετά το άκρως συγκινητικό, εξαιρετικό 
προπέρσινο «Μέσα χώρα» του Άγγελου Τριανταφύλλου, που, βέβαια, χαρακτηριζόταν μεν όπερα αλλά όπερα δεν ήταν, μουσικό θέατρο θα το ’λεγες ίσως.
Εδώ, όμως, σα να τα βρήκε μπαστούνια. Μια αμηχανία διαπίστωσα, που την επέτειναν οι μεταλλικές σκαλωσιές -μια να τις σέρνουν από ’δω, μια να τις σέρνουν
από ’κει, με τους χορωδούς στριμωγμένους κι εγκλωβισμένους- συν μια τεράστα ανεμογεννήτρια στη μέση των, καλόγουστων, πάντως, σκηνικών του Λέσλι Τράβερς. Διαρκή μετωπικά στησίματα, σωρεία συμβόλων -Εσταυρωμένοι, και μικροσκοπικές Παναγίες, και…, και...-, κοστούμια (επίσης του Λέσλι Τράβερς), αφρικανικής εμπνεύσεως για την «Καβαλερία» -γιατί; Επειδή η Σικελία είναι κοντά στην Αφρική;- κι ολόλευκα 
με κάτι κοντά «κρινολίνα» για τις γυναίκες αλλά και τους άντρες της χορωδίας, όπου στους άνδρες ήταν συνδυασμένα και με πλατύγυρα καπέλα, στους «Παλιάτσους». Αρκούντως κιτς, δηλαδή, με κορωνίδα, με επιστέγασμα το
κοστούμι του Σίλβιο, του χωριάτη εραστή της Νέντα στους «Παλιάτσους» -ο βαρύτονος Διονύσης Σούρμπης-, που εμφανίζεται με αθλητικό παπούτσι, ψηλές λευκές κάλτσες, T-shirt λευκό με γυαλιστερές φάσες, συνδυασμένα με ευάερο λαμέ, παγιετέ, αστραφτερό σορτσάκι αλλά και με μάσκα-κεφάλι κούνελου -ή λαγού τύπου Μπαγκς Μπάνι; Τέλος πάντων, κονικλοειδούς ή της οικογενείας των λαγιδών. 
Αχ κουνελάκι, κουνελάκι, ξύλο που θα το φας... Τι να θέλει άραγε να πει ο ποιητής; (Ω, μετα-μοντερνισμέ -για να παραφράσω την καρατομημένη Μαντάμ Ρολάν της Γαλικής Επανάστασης-, πόσα εγκλήματα διαπράττονται εν ονόματί σου. Δηλαδή, ο Θεός να με σχωρέσει…).
Την παράσταση, πάντως, σώζει το μουσικό μέρος. Εκτός απ τις γοητευτικές, λαϊκές μουσικές των Μασκάνι και Λεονκαβάλο, η ορχήστρα της Λυρικής υπό τον Ιταλό Αντονέλο Αλεμάντι κι η Χορωδία της αποδίδουν εξαιρετικά κι οι φωνές γενικά, είναι καλές έως πολύ καλές -Δημήτρης Πλατανιάς-, με τον αρμένιο τενόρο Αρσέν Σογκομονιάν -Τουρίντου στην «Καβαλερία» και Κάνιο στους «Παλιάτσους»- να σκίζει
κλέβοντας την παράσταση. 
ΥΓ. Α, και μια απορία. Που δεν ξέρω ποιος θα μου τη λύσει… Αλήθεια, τι ακριβώς σημαίνει ο όρος «μουσική δραματουργία»; Που έρχεται, στο πρόγραμμα, τρίτη, ως δραστηριότητα συντελεστή της παράστασης, μετά τη μουσική διεύθυνση και τη σκηνοθεσία; (Φωτογραφίες: Valeria Isaeva).

February 3, 2024

Στο Φτερό / Η μεγάλη κυρία και το κοριτσάκι: το «αταίριαστο» ζευγάρι που ταίριαξε

 
Κρατική Ορχήστρα Αθηνών: συναυλία «Λιστ και Ελληνική Μυθολογία» / Μουσική διεύθυνση: Ιζαμπέλιε Γιανκαουσκάιτε. Σολίστ: Ελισό Βιρσαλάτζε, πιάνο.
 
Και οι δύο γυναίκες. Και οι δύο από δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, ανεξάρτητες πια. Αρχιμουσικός και σολίστ. Αυτά ήταν τα κοινά τους σημεία.  Αλλά και κάτι διαφορετικό διέθετε η συναυλία αυτή της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών: η ιδιαίτερα ταλαντούχα αρχιμουσικός, ένα κοριτσάκι
στα 26 του χρόνια, λεπτό, μικροκαμωμένο, που δείχνει 18, μία grande dame του πιάνου, στα 82 της, η σολίστ. Και όμως! Αυτό το «αταίριαστο«» ζευγάρι -κάτι σαν γιαγιά και εγγονή-
συνεννοήθηκε άψογα και δέθηκε εξαιρετικά. Ήταν που η Λιθουανή Ιζαμπέλιε Γιανκαουσκάιτε, η νεαρή μαέστρος, σεβάστηκε την γηραιά κυρία; Ήταν που η πιανίστα, η Γεωργιανή Ελισό Βιρσαλάτζε, η γηραιά κυρία, ξέρει να εναρμονίζεται με πιο σύγχρονους τρόπους ερμηνείας; Πάντως το αποτέλεσμα δεν πέτυχε απλώς. Ήταν ευτυχές. Η Κυρία Ελισό Βιρσαλάτζε ερμήνευσε στο δεύτερο μέρος, κλείνοντας τη συναυλία -όπως, τελευταία, συνηθίζει η ΚΟΑ, προφανώς για να κλέψει τις εντυπώσεις βάζοντας το 
 
κοντσέρτο της βραδιάς με τον μετακλημένο σταρ σολίστ στο τέλος του προγράμματος-, το Κοντσέρτο για πιάνο (1841 το πρώτο μέρος, ως Φαντασία για πιάνο και ορχήστρα, 1845 συμπληρωμένο με τα άλλα δύο ως Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα, πια) του Γερμανού Ρόμπερτ Σούμαν. Ξεσκολισμένη στον γερμανό συνθέτη και στο συγκεκριμένο έργο αλλά καθόλου 
 
διεκπεραιωτική η βετεράνα Κυρία Βιρσαλάτζε, πλήρης ενέργειας, πέρασε από τις δυναμικές φάσεις του έργου στις λυρικότερες με πλήρη γνώση του ρομαντικού ύφους, όπως ο Σούμαν το εκφράζει. Περιβεβλημένη με στοργή και φροντίδα -πριν προσφέρει ως ανκόρ την Μαζούρκα αρ. 43, έργο 67, αρ. 2 (1849, μεταθανάτια έκδοση) του Γαλοπολονού Φρεντερίκ (Φριντερίκ) Σοπέν, παραμένοντας στο ρομαντικό κλίμα- από 
 
την καλή ορχήστρα και το «κοριτσάκι». Το οποίο άνοιξε τη βραδιά με ένα αρκετά ενδιαφέρον έργο σύγχρονου έλληνα συνθέτη και μάλιστα σε πρώτη εκτέλεση: «Υπνερωτομαχία Πολύφημου» του Θάνου Μαργέτη, κάτι σαν συμφωνικό ποίημα, εμπνευσμένο από τον πόθο του τερατώδους ομηρικού Κύκλωπα Πολύφημου για την ωραία Νηρηίδα Γαλάτεια. Η ΚΟΑ με τη λιθουανή μαέστρο τα
κατάφεραν μία χαρά για να  συνεχίσουν εξαιρετικά και με δύο αμιγή συμφωνικά ποιήματα -η καρδιά και το θέμα της συναυλίας- του Ούγγρου Φραντς (Φέρεντς) Λιστ, εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία: αρ. 4 «Ορφέας» (1853/1854, πρώτη εκτέλεση 1854 ως εισαγωγή στην πρώτη εκτέλεση στην Βαϊμάρη της όπερας του Κρίστοφ Βίλιμπαλντ Γκλουκ «Ορφέας και Ευρυδίκη») και αρ.
5 «Προμηθέας» (1850/1855). Η νεαρή αρχιμουσικός, με αυτοκυριαρχία και πυγμή, ερμήνευσε αέρινα, γοητευτικά τον λυρικό «Ορφέα» αλλά εκεί που επέδειξε έναν απρόσμενο
δυναμισμό, επιβεβαιώνοντας το μέγεθος του ταλάντου της, ήταν ο προμηθεϊκός «Προμηθέας»: δύο πολύ - πολύ ενδιαφέροντα έργα που δεν γνωρίζω ούτε αναφέρεται στο πρόγραμμα αν είχαν παιχτεί από την Κρατική ή και, γενικότερα, στην Ελλάδα. Μία ακόμα ενδιαφέρουσα βραδιά με την ΚΟΑ. Θέλω να ελπίζω ότι η Ορχήστρα μας θα τολμήσει να προχωρήσει και στην εκτέλεση των δύο μεγάλων συμφωνικών έργων του Λιστ, της Συμφωνίας «Ντάντε» και της Συμφωνίας «Φάουστ», που, επίσης, δεν έχω πληροφορίες αν έχουν ποτέ εκτελεστεί στην Ελλάδα. Καιρός είναι (Φωτογραφίες: Μαργαρίτα Νικητάκη).

(Φροντισμένο το πολύπτυχο πρόγραμμα-αφίσα της συναυλίας -υπεύθυνη έκδοσης Αλίκη Φιδετζή-, αν και θα ήθελα κάποιες πληροφορίες για τις πρώτες εκτελέσεις των δύο έργων του Λιστ στην Ελλάδα).

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών / Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης», Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, 19 Ιανουαρίου 2024.

(Τη συναυλία παρακολούθησα με πρόσκληση που μου παραχώρησε απευθείας η ΚΟΑ).