October 2, 2024

Έκπληξη με το όνομα Τζένη Καζάκου

  
Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 235 
 
Έχει ωραία φιγούρα -αιθέρια. Ωραία φωνή. Πολύ καλή κίνηση. Και ψυχή. Και τσαγανό. Και αυτοσυγκέντρωση. Και είναι, μόλις, η πρώτη της εμφάνιση στη σκηνή. Μ’ ένα ρόλο που σπάει κόκαλα -την Οφηλία. Και τα καταφέρνει. Είναι καλή! Πολύ καλή! Κατά τη γνώμη μου. Θα έγραφα τα ίδια κι αν δεν είχε τ’ όνομα Τζένη Καζάκου. Που σημαίνει ότι είναι εγγονή της Τζένης Καρέζη και του Κώστα Καζάκου. Και κόρη της Τάνιας Τρύπη και του Κωνσταντίνου Καζάκου.
Έπαιξε την Οφηλία στον σεξπιρικό «Άμλετ» που ο Θέμης Μουμουλίδης ανέβασε με την «5η Εποχή» του, σε συμπαραγωγή με την «Εποχή Τέχνης» και την «Ars Aeterna», στην εμπνευσμένη μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά, επεξεργασμένη απ’ το σκηνοθέτη που συρρίκνωσε το έργο σε διαστάσεις ανεκτές για περιοδεία. 
 
Η παράσταση (που την είδα στο Ηρώδειο) μου φάνηκε επίπεδη -καλά, πάντως, φωτισμένη απ’ τον Νίκο Σωτηρόπουλο και μουσικά τονισμένη απ’ τον Σταύρο Γασπαράτο- αλλά είχε καλούς ηθοποιούς: ο Αναστάσης Ροϊλός δεν είχε την πνευματικότητα που θα περίμενα από έναν Άμλετ αλλά έχει ικανότητες. Εξαιρετική Γερτρούδη η ώριμη πια Ιωάννα Παππά, ικανοποιητικός Κλαύδιος ο Μιχάλης Συριόπουλος, δυναμικός ο Θανάσης Δόβρης στους διάφορους ρόλους του… Εκείνο που δεν κατάλαβα είναι γιατί ο σκηνοθέτης οδήγησε τον Θοδωρή Σκυφτούλη να παίξει τόσο γκροτέσκα τον Πολώνιο και τον Νεκροθάφτη: ένα φάλτσο που, προσωπικά, με απώθησε.
Η Τζένη Καζάκου, βέβαια, στον πρώτο της ρόλο στη σκηνή, με ξάφνιασε. Θέλω να ελπίζω ότι θα δουλέψει, θα κάνει καλές επιλογές και δε θα πέσει με τα μούτρα στο λάκκο της τηλεόρασης και στα...παρελκόμενά της.
Δε θέλω να παραλείψω το έντυπο πρόγραμμα της παράστασης (συνεργάστηκαν οι Γεωργία Αλεβιζάκη, Γιώτα Καραγιάννη, Παναγιώτα Πανταζή): ένα ολόκληρο βιβλίο! Με το κείμενο της παράστασης, με εξαιρετικά σταχυολογημένα εξαιρετικά κείμενα και δίγλωσσο -ελληνικά και αγγλικά- στα βασικά του (Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή)..

Ερωτηματικό με μεγάλες ελπίδες

 

   Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 234
 
 
 
Στον ρόσο σκηνοθέτη Ντμίτρι Τσερνιάκοφ χρωστάω τη μια απ’ τις δυο καλύτερες παραστάσεις όπερας που ’χω δει στη ζωή μου: τον «Ευγένιο Ονιέγκιν» του Τσαϊκόφσκι, που ’φερε η Όπερα «Μπαλσόι» για το Φεστιβάλ Αθηνών, επί προεδρίας Γιώργου Λούκου, στην Αίθουσα «Τριάντη» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, το καλοκαίρι του 2011 και που την έχω βρει και σε cd -η άλλη είναι η «Λουτσία ντι Λαμερμούρ» του Ντονιτσέτι, σε σκηνοθεσία της Κέιτι Μίτσελ, που ’χει πρωτοπαρουσιάσει, τη σεζόν 2017/2018, η Λυρική Σκηνή ως συμπαραγωγή με την Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, που την ξανάδα την επόμενη σεζόν στην επανάληψή της και που, κατά ευτυχή σύμπτωση, την επαναλαμβάνει, σε αναβίωση, φέτος επίσης, τον Μάιο.
Η Λυρική, στο πάντα ενδιαφέρον πρόγραμμά της, μετακαλεί φέτος το σκηνοθέτη Ντμίτρι Τσερνιάκοφ, που κάνει πια διεθνή καριέρα, για την εναρκτήρια της σεζόν, μαραθώνια -double bill, που λένε στη θεατρική argot- παράσταση Γκλουκ: «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» και «Ιφιγένεια εν Ταύροις» εις σάρκαν μίαν, με κοινή πρωταγωνίστρια την αμερικανίδα σοπράνο Κορίν Γουίντερς στους επώνυμους ρόλους, συμπαραγωγή της με το Φεστιβάλ Εξ-Αν-Προβάνς, όπου έκανε ήδη την πρεμιέρα της τον Ιούλιο, και της Εθνικής Όπερας του Παρισιού. Mε τον γερμανό αρχιμουσικό Μίχαελ Χόφστέτερ στο πόντιουμ και με τους υπόλοιπους ρόλους ερμηνευόμενους από μετακλημένους γάλους καλλιτέχνες αλλά κι από δικούς μας, όπως ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος -Αγαμέμνων στην «Εν Αυλίδι»- ή ο Διονύσης Σούρμπης -Ορέστης στην «Εν Ταύροις».
Το δίπτυχο του Κρίστοφ Βίλιμπαλντ Γκλουκ -δυο αυτόνομες όπερες, γραμμένες με πέντε χρόνια διαφορά- που ’φερε την ανανέωση στην μπαρόκ όπερα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, η παράσταση είναι ήδη υποψήφια στην κατηγορία «Καλύτερη Νέα Παραγωγή Όπερας» στα International Opera Awards 2024, η απονομή των οποίων θα γίνει στις 2 Οκτωβρίου στο Μόναχο αλλά το αποτέλεσμα για μας είναι ακόμα ένα ερωτηματικό.
Η παρουσία, όμως, του Ντμίτρι Τσερνιάκοφ -που υπογράφει και τα σκηνικά- αυξάνει το ενδιαφέρον στο κατακόρυφο. Αξίζει να τη δούμε.
Η παράσταση παρουσιάζεται στην Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» στις 10, 13, 16, 19, 22, 27 και 30 Οκτωβρίου στις -προσέξτε!- 18.00. Η Λυρική δίνει διάρκεια από μια ώρα και 50 λεπτά για κάθε όπερα κι ανάμεσα ένα διάλειμμα 55 λεπτών -συνολική διάρκεια, δηλαδή, τέσσερις ώρες και 35 λεπτά. Αν η παράσταση, όμως, είναι ενδιαφέρουσα θα κυλήσει χωρίς να το καταλάβετε, όπως κι η «Βαλκιρία» του Βάγκνερ, που ’ταν και μεγαλύτερη, πέρσι (Φωτογραφίες από την παράσταση στο Εξ-Αν-Προβανς: 2,3 Monika Rittershaus).en Aulide – Direction musicale Emmanuelle Haïm, Mise en scène Dmitri Tcherniakov : au centre, Corinne Winters (Iphigénie) - © Photo by Monika Rittershaus /

September 19, 2024

Στο Φτερό / Φάρσα-μπαλέτο καθόλου ασθενής

 

«Κατά φαντασίαν ασθενής» του Μολιέρου / Σκηνοθεσία: Αιμίλιος Χειλάκης-Μανώλης Δούνιας.
 
Ο ηλικιωμένος, εύπορος αστός Αργκάν, χήρος υγιέστατος αλλά  υποχόνδριος μέχρι γελοιότητος και, επιπλέον, σπαγκοραμμένος, ζει με τη δεύτερη σύζυγό του Μπελίνα -που τον ανέχεται και υποκρίνεται πως τον νοιάζεται ενώ στο 
μυαλό της μόνο την κληρονομιά έχει ελπίζοντας πως ο Αργκάν δεν θα αργήσει να εκλείψει-, την κόρη του από τον πρώτο του γάμο Αγγελική, ερωτευμένη με τον νεαρό Κλεάνθη, και την Τουανέτ, το πανέξυπνο, πανούργο «δουλικό» τους 
που θέλει να την αποκαλούν «οικονόμο» και που κινεί τα νήματα, προσπαθώντας, με τον Βεράλδο, αδελφό του αφεντικού της, να συνεφέρουν τον Αργκάν -έως και σε γιατρό μεταμφιέζεται η Τουανέτ- και να τον πείσουν ότι σκάει από υγεία και πως μόνο κατά φαντασίαν ασθενής είναι, πράγμα που τον κάνει έξαλλο. Ο Αργκάν θέλει, επιπλέον, να παντρέψει την Αγγελική με τον σχολαστικό, σαχλό και ηλίθιο, με το ζόρι
γιατρό Θωμά Ντιφουαρούς -ετερόφωτο γιο του επίσης γιατρού Ντιφουαρούς στον οποίο ο Θωμάς είναι προσκολημμένος-, με μόνη δικαιολογία για την επιμονή του ότι... θέλει να έχει γαμπρό έναν γιατρό του χεριού του. Η Τουανέτ και ο Βεράλδος βοηθούν την Αγγελική καταστρώνοντας ένα σχέδιο: πείθουν τον Αργκάν να υποκριθεί τον πεθαμένο για να μετρήσει τις αντιδράσεις των  
ανθρώπων του. Η «χήρα» Μπελίνα ανακουφισμένη ξεσπάει δημόσια σε πανηγυρισμούς που απαλλάχτηκε ενώ η Αγγελική, που η Μπελίνα θέλει να την κλείσει σε μοναστήρι για να μη διεκδικήσει την περιουσία του Αργκάν, όπως και δικαιούται, κλαίει τον πατέρα της ειλικρινά, μαζί με τον Κλεάνθη της. Ο «νεκρός», επιτέλους, καταλαβαίνει και «ανασταίνεται». Δίνει δρόμο στην Μπελίνα και στον γιατρό Πιργκόν που τον εκμεταλλευόταν και τον
είχε ταράξει στα καθάρσια, ενώ και το ντούο Ντιφουαρούς, επίσης, φεύγει και δέχεται να δώσει το χέρι της Αγγελικής στον αγαπημένο της. Αλλά τι θα γίνει με τις «αρρώστιες» του; Ο υποχόνδριος δεν βάζει μυαλό εύκολα... Ο αδελφός του τον πείθει πως η καλύτερη λύση είναι να γίνει ο ίδιος γιατρός, λύση που του αρέσει και την αποδέχεται. Τελευταία (1673) κωμωδία του Μολιέρου, ο «Κατά φαντασίαν ασθενής» είναι καταρχάς μία φάρσα. Αλλά
 
μία φάρσα εκεί που την έφτασε ο Μολιέρος: ένα ψυχογράφημα του Αργκάν, μία οξεία σάτιρα της ιατρικής της εποχής του και της κοινωνίας της. Με λαμπερούς διαλόγους, έξυπνες καταστάσεις, σκηνική οικονομία, με τη φόρμα 
κωμωδία-μπαλέτο. Ο Αιμίλιος Χειλάκης που συνυπογράφει τη σκηνοθεσία με τον Μανώλη Δούνια, ο οποίος έκανε και την ελεύθερη απόδοση και με τον οποίο συνεργάζονται αποδοτικά τα τελευταία χρόνια, δημιούργησε, πρώτα, μαζί του, μία διασκευή. Επιτυχημένη διασκευή. Κρατώντας τα βασικά πρόσωπα, καταργώντας μερικά, όπως την Λουιζόν, μικρή κόρη της οικογένειας -κρίμα που
λείπει αυτή η υπέροχα τρυφερή σκηνή Αργκάν-Λουιζόν-, μεγαλώνοντας το ρόλο του Πιργκόν που τον «προάγει» σε εραστή της Μπελίνας και κάνοντας περικοπές στο κείμενο, όπως το μεγάλο φινάλε με την ψευτο-αναγνώριση του 
Αργκάν ως γιατρού. Και επέμεινε να αναδείξει το επίπεδο της φάρσας. Αλλά μιας φάρσας γκροτέσκας μεν αλλά διακριτικής, έξυπνης και καθόλου χυδαίας. Η οποία, αντλώντας  από το πρωτότυπο ύφος της κωμωδίας-μπαλέτου, όπως χαρακτηρίζεται και είναι το έργο, με τη βοήθεια της πολύ καλής μουσικής του Θοδωρή Οικονόμου και
της πληθωρικής αλλά καλόγουστης διαρκούς κίνησης που δίδαξε η Έλενα Γεροδήμου, έχει ως αποτέλεσμα μία φάρσα-μπαλέτο, εύρυθμη, με χιούμορ, που, εύστοχα, αντλεί από την κομέντια έως τα κόμικς. Τα απολύτως καλόγουστα παστέλ χρώματα των απλών σκηνικών του ταλαντούχου Γιώργου Γαβαλά -μία σειρά από πόρτες, οι πόρτες της φάρσας-, φωτισμένα από τον Νίκο Βλασόπουλο και τα φωτεινά, χαρούμενα, ελκυστικά κοστούμια της Αλεξίας Θεοδωράκη, μαζί με το μακιγιάζ και τις περούκες, προσφέρουν ένα καλαίσθητο, ανοιχτόκαρδο περιβάλλον στην παράσταση. Με 
ικανότητες και καλά διδαγμένοι και δεμένοι οι νέοι της παράστασης Βίκυ Διαμαντοπούλου (Αγγελική), Παναγιώτης Γαβρέλας (Κλεάνθης), Νίκος Γκέλια (Βεράλδος), Γιώργος Ζυγούρης (Θωμάς) και Δημήτρης Φιλιππίδης (Πιργκόν). Βρήκα κάπως σκληρή την Μυρτώ Αλικάκη (Μπελίνα) και κάπως ανόρεχτο τον Θοδωρή Ρωμανίδη (Κύριος Ντιφουαρούς). Η Αθηνά Μαξίμου εξυπηρετεί με κέφι το ρόλο-κλειδί της Τουανέτ. Αλλά άξονας της παράστασης είναι ο Αιμίλιος Χειλάκης (Αργκάν). Που αποδεικνύει και αναδεικνύει την κωμική πλευρά του ταλέντου του. Με μέτρο, με χιούμορ, με απόλυτο έλεγχο, χωρίς φτήνιες. Απολαυστικός! Μία παράσταση και μία ερμηνεία που αξίζει να δείτε (Φωτογραφίες: Δομνίκη Μητροπούλου).
 
(Με καλά ψαγμένα κείμενα, το καλόγουστο έντυπο πρόγραμμα της παράστασης).
 
Δημοτικό Θέατρο Ηλιούπολης «Δημήτρης Κιντής», Φεστιβάλ Ηλιούπολης 2024, «ΠΚ Τεχνηχώρος ΕΕ», 15 Σεπτεμβρίου 2024. 

September 17, 2024

Κάτω οι «φερετζέδες»! Τα ονόματα, δώστε τα ονόματα…

 

Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 234
 

Άριστο θα ταν, αν όχι υποχρεωτικό, όταν το υπουργείο Πολιτισμού ανακοινώνει τις επιχορηγήσεις θεάτρου και χορού, να αναφέρονται όχι μόνον τα ονόματα των επιχορηγούμενων θιάσων/ομάδων αλλά και τα ονόματα των νομίμων εκπροσώπων τους. Διότι πίσω από τίτλους, όπως, για (φανταστικό) παράδειγμα, «Χρυσή  Αυλαία», «Τέχνες στο Μπλέντερ», «Διπλούς Οφθαλμός», «Per Amore dell’ arte», «Dum Spiro», «Flying Dancers» κλπ κλπ. που δε λένε, στους περισσότερους, τίποτα, κρύβονται πρόσωπα. 
Κι όταν διαβάσουμε τα ονόματά τους, τότε και μόνον τότε μπορούμε να ψάξουμε και ν’ ανακαλύψουμε ευκολότερα τυχόν διασυνδέσεις, συγγένειες, συμφέροντα, διαπλοκές.... Ειδεμή οι δημοσιοποιούμενοι σκέτοι τίτλοι ίσως και να χρησιμεύουν απλώς ως φερετζέδες, άντε ως μάσκες θεατρικές, για να ρίξουν στάχτη στα μάτια... Ε;

September 15, 2024

Λυδία Κονιόρδου: ένα Εθνικό Κεφάλαιο

 

Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 233

 

Είδα και τις πολύ αραιά παιζόμενες «Ικέτιδες» (χρονολογούνται, περίπου, μεταξύ 466 και 459 π.Χ.) του Αισχύλου, μια συμπαραγωγή του «Θεάτρου του Νέου Κόσμου» και του «Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν», σε σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη. Δύσκολη, αφηγηματική, κυρίως, τραγωδία (η πρώτη μιας τριλογίας που περιλαμβάνει στη συνέχεια τους «Αιγύπτιους» και τις «Δαναΐδες» και το σατυρικό δράμα «Αμυμώνη»), φορτωμένη μυθολογικές αναφορές, με τις πενήντα κόρες του Δαναού να καταφεύγουν με τον πατέρα τους απ’ την Αίγυπτο στο Άργος, όπου έχουν τις ρίζες τους μέσω της ταλαιπωρημένης απ’ τον Δία και την Ήρα, Ιώς, ζητώντας, απ’ τον βασιλέα του Πελασγό, άσυλο για να μην αναγκαστούν να παντρευτούν, διά της βίας, τους πενήντα γιους του Αιγύπτου, αδελφού του πατέρα τους, που τις καταδιώκουν.
Η σκηνοθέτρια Μαριάννα Κάλμπαρη προσπάθησε να τονώσει το ενδιαφέρον για το έργο με δραματουργικές αλλαγές, όπως η προσωποποίηση δυο απ’ τα μέλη του Χορού ως Υπερμνήστρα και Αμυμώνη, στις οποίες μετέφερε το κύριο βάρος του λόγου των στασίμων -αποδυναμώνοντας, όμως, έτσι, το Χορό που, ουσιαστικά, είναι ο πρωταγωνιστής του έργου -και με προσθήκες από άλλα σχετικά κείμενα. Παράλληλα, ανέθεσε το ρόλο του Πελασγού σε γυναίκα ηθοποιό και πρόσθεσε μια διαρκώς παρούσα ενεργά χορεύτρια (Χριστίνα Σουγιουλτζή) ως σύμβολο της Ιώς, καθώς και ως σολίστ την πολύ in Μαρίνα Σάττι την οποία εμείς, πάντως, δεν είδαμε στο «Θέατρο των Βράχων» του Βύρωνα -άλλα μέτρα, άλλα σταθμά… Αποφάσεις που δύσκολα κρύβουν τη σκοπιμότητά τους… 
Με μεγάλα μείον το ψυχρό, μεταλλικό σκηνικό-σκαλωσιά και τα κοστούμια της Χριστίνας Κάλμπαρη (τα κορίτσια του Χορού, με κοντές, λευκές φουστίτσες, μαύρα παπουτσάκια με λουράκια και μακριές έως το γόνατο καλτσούλες, ο Δαναός ντυμένος ως ναύαρχος Νέλσον και ο Αιγύπτιος Κήρυκας ως πανκιό…), τις εντελώς άχαρες, παιδαριώδεις χορογραφίες της Χριστίνας Σουγιουλτζή, δίκην γυμναστικών επιδείξεων δημοτικού, την άχρηστη, κατά τη γνώμη μου, «συμβολική» παρουσία της χορεύτριας που σκαρφαλώνει στις σκαλωσιές αμολώντας ένα «συμβολικό» κόκκινο ύφασμα- εξαντλημένο εύρημα της δεκαετίας του ’70-, η παράσταση καρκινοβατεί.
Και θα μου άφηνε δεινές εντυπώσεις. Αν δεν τις μείωναν η εξαιρετική φωνητική απόδοση του Χορού που τον συγκροτούν, βασικά, τα μέλη του συγκροτήματος Chόres, η Λένα Παπαληγούρα (στιβαρή Υπερμνήστρα) κυρίως και η Λουκία Μιχαλοπούλου (Αμυμώνη). Αλλά, πάνω απ όλα, η παρουσία κι η ερμηνεία της Λυδίας Κονιόρδου (Πελασγός). Με λάμψη αμείωτη, με τεχνική ανυπέρβλητη, με απόλυτη κυριαρχία στην ορχήστρα, με μέτρο, με λόγο εξαντλητικά δουλεμένο και βαθιά χωνεμένο, με συναίσθημα ελεγχόμενο, η Λυδία Κονιόρδου αποδεικνύει γι άλλη μια φορά ότι είναι το πιο εύπλαστο, το σημαντικότερο όργανο που διαθέτει -στο αρχαίο δράμα τουλάχιστον- το ελληνικό θέατρο. Ένα Εθνικό Κεφάλαιο (Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας).