September 24, 2015

Μάφια, Μάφια σας λέω…


Το Τέταρτο Κουδούνι / 24 Σεπτεμβρίου 2015 



Είναι ενδεικτικό νομίζω: όταν, πριν απ’ το σχηματισμό νέας κυβέρνησης -ή τον όποιο ανασχηματισμό-, αρχίζει να δίνει και να παίρνει η ονοματολογία σε έντυπα και ηλεκτρονικά Μέσα, το υπουργείο Πολιτισμού είναι -το ’γραψαν κι άλλοι συνάδελφοι που εκτιμώ- σα να μην υπάρχει. ΠΟΤΕ, ουδεμία αναφορά σε «υποψήφιους», ούτε νύξη, κανένας απ’ τους δημοσιολογούντες δε νοιάζεται -άντε, την εσχάτη στιγμή κάτι να διαβάσεις από σπόντα. Κι ύστερα να γράφουν πως η Πολιτεία δεν ενδιαφέρεται για τον Πολιτισμό… Η δημοσιογραφία, πέραν του στενού κύκλου που τον έχει ως αντικείμενο, ενδιαφέρεται; Μωρέ το αυτί της δεν ιδρώνει -στα αζήτητα. Διότι, προφανώς -και βάσιμα-, πιστεύει πως κανέναν αναγνώστη δεν ενδιαφέρει πλην μιας μειοψηφίας με… «ιδιαιτερότητες». Καθώς ΠΟΤΕ δεν έχει καλλιεργήσει στο αναγνωστικό κοινό της το ενδιαφέρον για τον Πολιτισμό, καθώς τον συγχέει -αυτά νογάνε, αυτά γράφουνε...-με τις «επίσημες» πρεμιέρες και μπερδεύει τις σελίδες για τον Πολιτισμό με τις σελίδες του κοσμικού ρεπορτάζ και με τις φωτογραφίες «παρέστησαν». Φαύλος κύκλος... Σιγά που η κατάντια στον Πολιτισμό είναι αποτέλεσμα μόνο της αδιαφορίας της Πολιτείας…



Απ’ την άλλη άντε να εκτιμήσει κανείς ότι ο αρμόδιος -τρόπος του λέγειν…- για τον Πολιτισμό στη νέα κυβέρνηση αναβαθμίστηκε. Κι από αναπληρωτής υπουργός έγινε και πάλι υπουργός. Κι ότι το υπουργείο Πολιτισμού ανεξαρτητοποιήθηκε απ’ το Παιδείας κι έγινε Πολιτισμού (και Αθλητισμού, κάπως στο μυαλό τους δένουν αυτά τα δυο, ήδη απ’ την εποχή του ΠΑΣΟΚ…) και θα ’χει δικά του κονδύλια -λέμε τώρα…
Τότε γιατί στην πρώτη κυβέρνηση Τσίπρα το απορρόφησαν στο Παιδείας; Αυτό δεν είχε κάνει κι ο Σαμαράς το 2012; Και μετά δε διαπίστωσε, προφανώς, πως δε λειτουργεί το σχήμα; Και πως ήταν γκάφα; Και στην επόμενη κυβέρνηση του δεν τα αποσυνέδεσε ακριβώς όπως γίνεται και τώρα; Ο ΣΥΡΙΖΑ κι ο Αλέξης Τσίπρας τότε ΠΟΥ ήταν; Στη Βουλή δεν ήταν; Αυτά δεν υπέπιπταν στην αντίληψή τους, δεν τα εξέταζαν, δεν τα μελετούσαν, δεν είχαν ειδικές επιτροπές διεκδικώντας την εξουσία; Έπρεπε να επαναλάβουν την ίδια ακριβώς γκάφα τρία χρόνια μετά; Ή μήπως ολ’ αυτά γίνονται πάντα -απ’ τους πρώην, απ’ τους νυν κι απ’ τους επόμενους- εντελώς τυχαία ή για να εξυπηρετήσουν εσωκομματικές ισορροπίες; Άντε, τώρα, πάλι, φτου κι απ’ την αρχή.



Και τώρα εδώ σ’ έχω… Με ανυπομονησία περιμένω να δω ΠΩΣ ο νέος -κι ανεξάρτητος πια- υπουργός Πολιτισμού Αριστείδης Μπαλτάς θα λύσει τον γόρδιο δεσμό -τρόπος συμβίωσης, μετά απ’ όσα λόγια ανταλλάχτηκαν, σίγουρα δεν υπάρχει- που δημιούργησε -μέγα λάθος!- ο προκάτοχός του Νίκος Ξυδάκης στο Εθνικό συνταιριάζοντας νέο καλλιτεχνικό διευθυντή -τον Στάθη Λιβαθινό- μ’ ένα εμφανώς -η πλειονότητα των μελών του- αταίριαστο μαζί του, από εντελώς διαφορετικές, αρκούντως οπισθοδρομικές, ιδέες εμφορούμενο, νέο Διοικητικό Συμβούλιο. Περιμένω να δω αν ο κ. Μπαλτάς ζει στον 21ο αιώνα ή στα μέσα του 20ου κι αν έχει κάποια ιδέα τι ακριβώς τρέχει εκεί μέσα και τι τρέχει στη διεθνή θεατρική πραγματικότητα. Ελπίζω πως δε θα λύσει το πρόβλημα κατά τον χειρότερο τρόπο… Και πως το Εθνικό δε θα στραφεί όπισθεν ολοταχώς.



Αγαπητοί θεατρόφιλοι, εν όψει νέας καταιγιστικής θεατρικής περιόδου, μην πανικοβάλλεστε. Κρατήστε την ψυχραιμία σας και οργανωθείτε (για να τ’ ακούω πρώτα εγώ, ο ίδιος, τα λέω, μη νομίζετε...). Η σεζόν συμπιέστηκε λόγω των εκλογών προς τα πίσω. Κι εκεί που άλλοτε είχαμε τις πρώτες παραστάσεις από αρχές Σεπτεμβρίου πάνε τέλος του μήνα ή και αρχές Οκτωβρίου. Και μετά φτάνει ο τυφώνας, που από πού σου ’ρχονται οι καινούργιες παραστάσεις ούτε που το καταλαβαίνεις, σα ξανάστροφες… Κι άντε να προλάβεις μετά. Και ΤΙ να πρωτοπρολάβεις; 
Οπότε σας συνιστώ να πιάσετε αμέσως τις επαναλήψεις -ειδικά αυτές για τις οποίες υπάρχει δεδικασμένο. Κι απ’ τις επαναλήψεις σάς συνιστώ τις παραστάσεις που ’χω δει και που πιστεύω πως αξίζει τον κόπο να τις δείτε. Σπεύστε γιατί οι περισσότερες για λίγες μέρες θα παιχτούν -μετά έρχονται βροχή οι καινούργιες.
Δείτε, λοιπόν, στην «Πόρτα» το «Mojo» του Τζεζ Μπάτεργουερθ, μια απολαυστική μαύρη κωμωδία λαχανιαστών ρυθμών που με παρέπεμψε σε Ταραντίνο και που ’χει σκηνοθετήσει εκθαμβωτικά ο Θωμάς Μοσχόπουλος -θα επανέλθω επί του συγκεκριμένου. 

Πάρτε μαζί τα παιδάκια σας και δείτε οπωσδήποτε, στην «Πόρτα» επίσης, από 3 Οκτωβρίου επίσης, «Το μυστήριο της πολιτείας Χάμελιν», του Θωμά Μοσχόπουλου (κείμενο και σκηνοθεσία) επίσης, και του Κορνήλιου Σελαμσή (μουσική). Είναι συναρπαστικό.
Από 7 Οκτωβρίου να δείτε στο «Από Μηχανής» τον αντλημένο απ’ τον μαρκήσιο ντε Σαντ μονόλογο «Ντε Σαντ. Στη Ζυστίν» που ’φτιαξε ο Τσέζαρις Γκραουζίνις (κείμενο, σκηνοθεσία και φωτισμοί) για την Μάρω Παπαδοπούλου. Χρονολογείται απ’ το 2010, παίχτηκε, ξαναπαίχτηκε αλλά αντέχει. Γιατί, πέρα απ’ το θέμα του, πρόκειται για μια δουλειά και για μια ερμηνεία έξοχες.
Στο «Από Μηχανής», όμως, θα μεταφερθεί -πρωτοπαρουσιάστηκε το 2013- από 12 Οκτωβρίου και το «Julius» του Κωνσταντίνου Χατζή σε σκηνοθεσία του. Δεν πρέπει να το χάσετε και μόνο για τη συγκλονιστική ερμηνεία της Αγλαΐας Παππά -ερμηνεύει μια Μάγκντα Γκέμπελς (η γυναίκα του Γκέμπελς έχει εμπνεύσει και τον Γιώργο Βέλτσο που το έργο του «Μάγκντα Γκαίμπελς» θ’ ανεβάσει η Άντζελα Μπρούσκου φέτος στο Εθνικό!) η οποία επιστρέφει στη ζωή.
Στο «Θησείον» πάει αυτή τη φορά -για τρίτη σεζόν- ο «Μένγκελε», ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο του Θανάση Τριαρίδη σε εξαίρετη σκηνοθεσία Κώστα Φιλίππογλου που οδηγεί θαυμάσια Λάζαρο Γεωργακόπουλο και Μυρτώ Αλικάκη. Επίσης από 3 Οκτωβρίου. 21 με 25 Οκτωβρίου η παράσταση ανεβαίνει Θεσσαλονίκη, στο «Αυλαία», και 11 με 13 Δεκεμβρίου κατεβαίνει Πάτρα, στο «Λιθογραφείο».

Για τη σπουδαία ερμηνεία του Νίκου Αλεξίου στο μονόλογο «Κολχάας», διασκευή -απ’ το διήγημα «Μιχαήλ Κόλχάας» του Κλάιστ -του ίδιου ο οποίος υπογράφει και τη σκηνοθεσία, που παίζεται και ξαναπαίζεται απ’ το 2011, σας έχω ήδη γράψει στο «Τέταρτο Κουδούνι». Φέτος απ’ τις 29 Σεπτεμβρίου μπορείτε -πρέπει- να τη δείτε στο «Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων».
Και φυσικά, αν βρείτε θέση, μη χάσετε την πιο πρόσφατη μεγάλη στιγμή του Δημήτρη Παπαϊωάννου «Still Life» που επανήλθε, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά αυτή τη φορά, πριν ξεκινήσει παγκόσμια περιοδεία.




Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ρεπερτόριο, με σκηνοθέτες πρώτης γραμμής ανάγγειλε -και μάλιστα με πολύ έξυπνο τρόπο- για τις δυο σκηνές του «Θεάτρου Τέχνης», και πάλι, για δεύτερη σεζόν αφότου ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνσή του, η Μαριάννα Κάλμπαρη. 
Ρεπερτόριο που ενισχύει τις ελπίδες για το μέλλον του Θεάτρου αυτού. Και μόνο το γεγονός ότι, εκτός από πολλούς καλούς των νεότερωνγενεών, γυρίζουν και θα παίξουν φέτος εκεί Ρένη Πιττακή, Βασίλης Παπαβασιλείου, Λυδία Κονιόρδου, Μάνια Παπαδημητρίου -σπλάχνα εκ των σπλάχνων του «Θεάτρου Τέχνης»- δεν έχει προηγούμενο: ένας ακόμα πόλος έλξης.
Στα συν κι η πανέξυπνη ιδέα-μαγνήτης την επόμενη Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου, παραμονή της έναρξης των φετινών παραστάσεων,
να πουλιούνται, πέντε με δέκα το βράδυ, απ’ τα ταμεία και των δυο θεάτρων -«Υπόγειο» και Φρυνίχου- όλα τα εισιτήρια όλων των παραστάσεων της σεζόν προς τρία (3!) μόνον ευρώ έκαστον -με όριο αγοράς τα δυο εισιτήρια για κάθε παράσταση απ’ τον καθένα προσερχόμενο.
Προβλέπω χαμό! Με την καλή έννοια.
Κι ένα κέντρισμα προς το φιλότιμο πιθανών χορηγών: κάτι θετικότατο γίνεται στο «Θέατρο Τέχνης», είναι πια φανερό. Γιατί δεν το ενισχύουν; Τουλάχιστον για ν’ ανανεώσει τις φθαρμένες απ’ το χρόνο δυο αίθουσές του.






Όσο περνάει ο καιρός τόσο περισσότερο τα ανακαλύπτω. Τα ισχυρά, αδιαπέραστα δίκτυα -ή και δίχτυα...- που κυβερνούν, που εξουσιάζουν το ελληνικό θέατρο: θιασάρχες -και δη του «ποιοτικού»-, σκηνοθέτες, συγγραφείς, μεταφραστές, καλλιτεχνικοί διευθυντές, κριτικοί και δημοσιογράφοι αργυρώνητοι, χωμένοι μέχρι τα μπούνια στη διαπλοκή μετά των οικογενειών τους -παιδιά, ανίψια…-, ημέτεροι και λοιποί παρατρεχάμενοι αρπαγμένοι απ’ τα ξέφτια της εξουσίας, στρογγυλοκαθισμένοι -σαν να ’χουν κολλήσει με κόλλα τους πισινούς τους- σε καρέκλες και θώκους, γαντζωμένοι, ακόμα και υπέργηροι, δε λένε να παραμερίσουν, δε λένε να παραδώσουν ένα κομμάτι έστω στους νεότερους, φέρονται σα να τους έχουν με δια βίου συμβόλαια κατακυρωθεί θέσεις, επιχορηγήσεις, λεφτά, θέατρα, δραματικές σχολές, συμμετοχή σε φεστιβάλ… Καμιά γενναιοψυχία, καμιά γενναιοδωρία, ίχνος φιλονεϊσμού. Μικρόψυχοι, σκατόψυχοι, μίζεροι, αγκυλωμένοι, ομοφοβικοί, ρατσιστές, χυδαίοι… Και, επιπλέον, με τη λεοντή του «προοδευτικού», του «ανοιχτόμυαλου», του «αριστερού» -ναι, του «αριστερού»!
Να θάψουν, να βλάψουν, να διασύρουν με φήμες που διασπείρουν, να βυσσοδομήσουν, να δολοπλοκήσουν, να αρθρογραφήσουν υποβολιμαία, να συκοφαντήσουν, να χύσουν δηλητήριο… Κάποιοι, ικανοί και σημαντικοί στην εποχή τους, κάποιοι, μετριότητες που αναρριχήθηκαν με διάφορους τρόπους, όλοι με φόβο, με τρόμο, με πανικό να βλέπουν καθετί καινούργιο υψώνοντας για λάβαρα θεωρίες και απόψεις ξεπερασμένες, σκεβρωμένες…
Θα μου πείτε: «Καλά, εσύ, πάνω από τριάντα χρόνια στο επάγγελμα, κοντά πενήντα στο κουρμπέτι, τώρα το κατάλαβες;». Μωρέ, νωρίτερα, πολύ νωρίτερα το ’χα καταλάβει, το ’βλεπα γύρω μου, το ζούσα, στο πετσί μου το ’νοιωσα αλλά τώρα, με το ’να πόδι απ’ έξω, απελευθερωμένος πια, είναι που ανακαλύπτω το μέγεθος της διαφθοράς, της σαπίλας -σαν σε πανοραμίκ. Μάφια σας λέω, Μάφια.

September 17, 2015

Μωρέ, τι χαστούκι ήταν αυτό! ή Λίγο αργότερα θα ’ναι ποτέ


Το Τέταρτο Κουδούνι / 17 Σεπτεμβρίου 2015 



Τα είπε όλα. Καθοριστικής σημασίας στην εξέλιξη των πραγμάτων του Εθνικού Θεάτρου και της δραματικής σχολής του και της διαμάχης, απ’ την πρώτη ώρα, ανάμεσα στο -νέο- Διοικητικό Συμβούλιό του -την πλειοψηφία του…- και στον -νέο- καλλιτεχνικό διευθυντή του Στάθη Λιβαθινό, η επιστολή της Λυδίας Κονιόρδου προς τον Τύπο. Δηλαδή τι «καθοριστικής σημασίας»… Απλώς; Χαστούκι! Χαστουκάρα! Ξανάστροφη! Κόλαφος! Πόσο μάλλον όταν είναι γνωστές οι ισχυρές σχέσεις στο παρελθόν της κορυφαίας ηθοποιού μας αλλά και σκηνοθέτριας και δασκάλας τόσο με τον τέως διευθυντή της δραματικής σχολής Κώστα Γεωργουσόπουλο -«Δεσμοί» κλπ- όσο και με τον τέως καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Σωτήρη Χατζάκη -«Φόνισσα» κλπ. Επιστολή μιας καλλιτέχνιδας που καθόλου εύκολα δε μιλάει δημοσίως και που καθόλου εύκολα δε θα μπορούσε να κατηγορηθεί για έλλειψη αντικειμενικότητας και για διαπλοκές. Και που το Κύρος της κανένας δε θα μπορούσε ν’ αμφισβητήσει εύκολα. Είναι λάθος -το πιστεύω ακράδαντα- που η επιστολή αυτή δεν εκτιμήθηκε όσο της αξίζει.
Το Διοικητικό Συμβούλιο, ήδη εκτεθειμένο με την επιστολή-σινδονιάδα που εξαπέλυσε εναντίον Λιβαθινού, εκτίθεται ακόμα περισσότερο -διαμπερές έχει γίνει. Αν ανήκα σ’ αυτό θα είχα ήδη υποβάλει την παραίτησή μου. Ειδικά αν ανήκα στη μειοψηφία του που δε συμμερίζεται το σκοταδισμό. Μήπως και το Εθνικό, για το οποίο όλοι κόπτονται, απελευθερωμένο απ’ τις ψυχοφθόρες έριδες, μπορέσει να προχωρήσει -είμαστε πια στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα…- με σύμπνοια κι όχι με επιστολές και δηλώσεις εμπάθειας και μισαλλοδοξίας. Ντροπή! Επιτέλους! Δε βλέπουν πως καταλάβαμε;




Απ’ τον Άρη Βελουχιώτη και τον Εμφύλιο είχε εμπνευστεί για τον δικό του «Αίαντα» ο Βασίλης Παπαβασιλείου, όταν ανέβασε την τραγωδία του Σοφοκλή με το ΚΘΒΕ, το ’96, στην Επίδαυρο. 


Απ’ τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και την Επανάσταση του 1821 ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος φέτος. Όπου η ιστορία εμπνέει τους σκηνοθέτες μας. Ειδικά όταν πρόκειται ν’ ανεβάσουν τον «Αίαντα»…


Αυτή η συνέντευξη Τύπου μου άρεσε. Να μη σας πω ότι με συγκίνησε κιόλας. Κι ας μην ήμουν παρών -στην Θεσσαλονίκη έγινε-, διάβασα τα σχετικά. Μιλάω για την πρώτη εμφάνιση στους δημοσιογράφους των καινούργιων του ΚΘΒΕ. Ένα απάνθισμα:
Ο πρόεδρος του Διοικητικού. Συμβουλίου Άρης Στυλιανού: «Ξυπνάω τα ξημερώματα κάθιδρος σκεφτόμενος τα εκατομμύρια που τρέχουν και τους εργαζόμενους που μένουν απλήρωτοι τόσον καιρό».
Ο αντιπρόεδρος του Δ.Σ. Δημοσθένης Δώδος: «Βάζω πλάτη να βγάλουμε το κάρο από την λάσπη….».
Η αναπληρώτρια καλλιτεχνική διευθύντρια Μαρία Τσιμά: «Και να μην ξεχνάμε ότι μόνος γίνεσαι κανένας».
Ο καλλιτεχνικός διευθυντής Γιάννης Αναστασάκης -απ’ τον οποίο εισέπραξα αυτό που υπολόγιζα, δηλαδή μυαλό, μέτρο, σεμνότητα- παραπέμποντας στον αγαπημένο Γιάννη Ρίτσο: «Σήμερα! Τώρα! Όλοι το ξέρουμε πια: λίγο αργότερα, θα ’ναι ποτέ».
  Θέλω να ελπίζω ότι τουλάχιστον εκεί, στην Θεσσαλονίκη, στο ΚΘΒΕ, θα συνεχίσουν έτσι αρμονικά.
(Σχετικά με τους χαρακτηρισμούς για το διάδοχό του -«το σκουλήκι του αριστερο-φασιστο-λαϊκισμού» που «προδόθηκε από τις εκκρίσεις και τα σάλια του» και «πιστός κουκουλοφόρος»- στην επιστολή του τέως καλλιτεχνικού διευθυντή του Θεάτρου Γιάννη Βούρου ο οποίος εθίγη από κάποιες αποκαλύψεις που έγιναν για τις οικονομικές σχέσεις του με το Θέατρο -δίκαια, άδικα, αυτά θα τα δείξει η ΔΙΑΥΓΕΙΑ η οποία ενημερώνεται, έστω εκ των υστέρων...- δε χρήζουν σχολιασμού. Αυτοσχολιάζονται).


Απεβίωσε, απεβίωσε, απεβίωσε… Κανείς πλέον δεν πεθαίνει. Όλοι αποβιώνουν.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…


Α, και... Παιδιά; Συμφωνούμε να το σταματήσουμε πια; Αυτό το «έφυγε στη γειτονιά των αγγέλων» μόλις και πεθάνει κάποιος του θεάτρου; Για τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, εντάξει, είχε γράψει το ομότιτλο έργο, ταίριαζε, αν κι όλοι αυτόν τον τίτλο σκέφτηκαν κι επέλεξαν τότε -ε, ήταν στα ευκολάκια βλέπεις. Μετά; Ε, όχι και να καταλήξει σουξέ. «Έφυγε στη γειτονιά των αγγέλων» ο ένας, «έφυγε στη γειτονιά των αγγέλων» ο άλλος -για τον πάσα ένα. Εκτός από κλισέ αρχίζει να γίνεται -και δεν αρμόζει στην περίσταση...- και γελοίο. Αν δεν έχει ήδη γίνει. Στριμώχνονται πια -ο ένας πάνω στον άλλον, συνωστισμός, το αδιαχώρητο...- στη «γειτονιά των αγγέλων».


Μωρέ, τόοοτε κατάλαβα. Όταν κατέφθασαν οι κατά Στάθη Λιβαθινού (προσέξτε, στη γενική, όχι στην αιτιατική…) επιστολές του πεφωτισμένου (αχ, πού έτσι παίρνει η μπάλα όλους τους ανθρώπους που βρέθηκαν εκεί μέσα…) Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου και του τέως καλλιτεχνικού διευθυντή Σωτήρη Χατζάκη (πάει, το πήρα απόφαση, απ’ τις επιστολές Χατζάκη δε θα γλυτώσω ΠΟΤΕ). Τι κατάλαβα; Κατάλαβα γιατί στη συνέντευξη Τύπου του διευθυντή του Εθνικού για το ρεπερτόριο του χειμώνα παρέστη και την παρακολούθησε ολόκληρη -κι ήταν και μεγάλη…- άνευ λόγου και αιτίας ο τέως αντιπρόεδρος του τέως Δ.Σ. του Εθνικού Γιώργος Μανιώτης. Σιωπηλός, μυστηριώδης, με κατασκοπικού τύπου γυαλιά ηλίου και πλατύγυρο ψάθινο καπέλο -ινκόγκνιτο;
«Τι γυρεύει αυτός εδώ; Τι γυρεύει αυτός εδώ;» αναρωτιόμασταν όλοι. Κι έργο τού ανέβασε ο Σωτήρης Χατζάκης -τον «Λάκκο της αμαρτίας»- και σκηνοθεσία του ’δωσε -τις «Ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ- αλλ’ αυτά ήταν πέρσι. Μπας κι έχει προνοήσει να τον «προικοδοτήσει»/«επιδοτήσει» κάπως και φέτος κι είναι ανάμεσα στους προσκεκλημένους της συνέντευξης; Μπας και νομίζει πως ειν’ ακόμα στο Δ.Σ. του Εθνικού; Όχι, δεν είχε συμβεί κάτι τέτοιο. Όταν ήρθαν οι επιστολές, μού λύθηκαν οι απορίες. Τόοοοτε κατάλαβα γιατί είχε έρθει.



Ένα διήμερο στο Ναύπλιο και πήρα για πρώτη φορά μια γεύση από «Φουγάρο» -το ιστορικό συγκρότημα της κονσερβοποιίας «Ανθός» που από ερείπιο μετατράπηκε, με πρωτοβουλία της Φλωρίκας Κυριακοπούλου, σ’ έναν πολυχώρο πολιτισμού. Πολύ μικρή η γεύση που πήρα αλλά έμεινα εμβρόντητος απ’ την ομορφιά -μια αίσθηση θεατρικότητας αλλά πολύ καλά ζυγισμένη-, απ’ την προσοχή στη λεπτομέρεια, απ’ το μεράκι με το οποίο έγινε, απ’ όλους όσους έχουν βάλει το χεράκι τους, αυτή η μετάπλαση. Πρόκειται για ένα κόσμημα που ομορφαίνει ακόμα περισσότερο την πανέμορφη πόλη με την ιστορική παράδοση στο καλό γούστο. Κι αν κρίνω απ’ τις τιμές τού «Le Café» -γεύσεις εξαιρετικές!- καθόλου δεν επιδιώκει να ξεπουπουλιάσει τον επισκέπτη. Ελπίζω οι Ναυπλιώτες και οι απ’ τα πέριξ αλλά κι οι επισκέπτες της πόλης να το εκτιμήσουν δεόντως -να προβληθεί με κάθε τρόπο στους τουρίστες!
Αν βρεθείτε εκεί, να το νοιώσετε σαν υποχρέωση να πάτε.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…



Ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου ακέφαλος, σχεδόν δυο χρόνια χωρίς διευθυντή… -σας τα ’γραφα στο προπερασμένο «Τέταρτο Κουδούνι», στις 3 Σεπτεμβρίου. Πολλοί οι μνηστήρες που τριγυρίζουν ανεπισήμως και που θα εμφανιστούν επισήμως όταν η προκήρυξη της θέσης έλθει εν τη βασιλεία της -κάποτε θα ’ρθει, πού θα πάει… Για ποιον άκουσα -ένα πουλάκι μου το εσφύριξεν- μεταξύ αυτών; Ε; Για ποιόν; Να το πάρει το ποτάμι; Να το πάρει: Σωτήρης Χατζάκης! Αφού εξάντλησε τα ελλαδικά κρατικά Θέατρα, έβαλε στο μάτι και το κυπριακό, να εφαρμόσει εκεί τη φιλοσοφία ρεπερτορίου που πρεσβεύει -κι ίσως ν’ ανεβάσει, επιτέλους, και «Το κοροϊδάκι της πριγκιπέσσας» που ’χε προγραμματίσει επί των ημερών του στο ΚουΘουΒουΕ. Εκτός κι αν σκέφτεται την Λυρική…

September 15, 2015

Η Σοφία Φιλιππίδου ανεβάζει Ρούλα Γεωργακοπούλου


Το Τέταρτο Κουδούνι / Είδηση

«Καρφίτσες στα γόνατα» θα ’ναι ο ευφυής κοινός τίτλος κάτω απ’ τον οποίο η Σοφία Φιλιππίδου είχε την ιδέα να δέσει σ’ ενιαία παράσταση τα δυο παλαιότερα μονόπρακτα της δημοσιογράφου/συγγραφέα Ρούλας Γεωργακοπούλου «Διανυκτερεύον» και «Η Προσπερίνα και ο ναύτης» με τα οποία θα εμφανιστεί το χειμώνα στο «Από Μηχανής Θέατρο» -στον Πάνω Χώρο- αναλαμβάνοντας τη σκηνοθεσία και το ρόλο της Προσπερίνας στο δεύτερο.
Στο «Διανυκτερεύον» «δυο συνηθισμένες γυναίκες, πωλήτρια και πελάτισσα, συναντιούνται σ’ ένα διανυκτερεύον κατάστημα γυναικείων ρούχων, εκτός τόπου και χρόνου, κάτω απ’ το οποίο περνάει ο Ηλεκτρικός. Η πελάτισσα επείγεται», όπως σημειώνει η Σοφία Φιλιππίδου, «να βρει το οριστικό ρούχο της, την αποκρυσταλλωμένη εικόνα εαυτού-καινούργιου ρόλου ενώ η πωλήτρια-ψυχοπομπός διατηρεί την εξουσία και τη γοητεία του θανάτου και της αναγέννησης. Δοκιμάζοντας συνεχώς ρούχα μεταφέρουν όλη τη γκάμα των συναισθημάτων και τις τεχνικές παιχνιδιού που είναι απαραίτητα στοιχεία κάθε πρόβας είτε είναι πρόβα θεάτρου είτε πρόβα θανάτου και αλλαγής. Όταν η πελάτισσα, που ήδη έχει ‘γράψει’ το μικρό της μονόπρακτο, βρει το νέο της ‘ρούχο’ θα περάσει με τον ‘Ηλεκτρικό’ -το έσχατο όχημα- στο μικρό της σπίτι όπου συγκατοικεί με τα δυο της ζωγραφικά έργα -έναν Ναύτη του Τσαρούχη 
και την Προσπερίνα του Ροσέτι- τα οποία αλωνίζουν το σπίτι διεκδικώντας ζωτικό χώρο. Ο Ναύτης με την ελληνικότητά του απαιτεί σεβασμό ως εθνικό και ερωτικό σύμβολο, όμως η παμπόνηρη ‘δυτική’ Προσπερίνα με την κοφτερή της γλώσσα αναστρέφει όλες τις βεβαιότητες και ‘υπαγορεύει’ στην πελάτισσα-αφηγήτρια ένα καινούργιο μονόπρακτο που, αυτή την φορά, θα ’ναι μια ξεκαρδιστική κωμωδία».
Η Σοφία Φιλιππίδου σχεδιάζει για τα δυο μονόπρακτα που κινούνται μεταξύ σουρεαλισμού και παραλόγου μια σουρεαλιστική παράσταση. Τους ρόλους των δυο γυναικών του πρώτου έργου θα τους παίξουν άντρες ηθοποιοί. Οι ίδιοι, με κάποιον τρόπο, θα «διαχέονται» και στο επόμενο έργο, ο ένας ως αφηγήτρια κι ο άλλος ως Ναύτης του Τσαρούχη ενώ η ίδια η Σοφία Φιλιππίδου θα παίξει την Προσπερίνα (Πρόκειται για την «Proserpine» του ιταλικής καταγωγής άγγλου ζωγράφου Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι, πίνακα του 1874, που αναπαραγωγή του, όπως κι ενός πίνακα του Γιάννη Τσαρούχη που απεικόνιζε ένα ναύτη, η συγγραφέας επί χρόνια είχε στο δωμάτιό της.
Από ένα λάθος η Proserpine έγινε Προσπερίνα οδηγώντας τη συγγραφέα στο χαρακτήρα. Τα δυο πρόσωπα των πινάκων ως «συγκάτοικοί» της «ζωντάνεψαν»).
Τα σκηνικά της παράστασης έχει αναλάβει ο Νίκος Αναγνωστόπουλος, τα κοστούμια η Χριστίνα Σκαρπέλη, τη μουσική η Blondie g.d. και τους φωτισμούς ο Πέτρος Γκορίτσας ενώ βοηθός σκηνοθέτη θα ’ναι η Δανάη Γκουτκίδου. Εκτός της Σοφίας Φιλιππίδου θα παίζουν ο Χάρης Αττώνης κι ο Πάνος Παπαδόπουλος.
Η πρεμιέρα του «Καρφίτσες στα γόνατα» προσδιορίζεται για τον Δεκέμβριο. Τα δυο έργα θα εκδοθούν απ’ τις Εκδόσεις «Ροδακιό» σ’ ένα βιβλίο που θα επέχει τη θέση προγράμματος.
Και τα δυο μονόπρακτα έχουν πρωτοανεβεί -αλλά χωριστά- απ’ την Πέπη Οικονομοπούλου και τον «Καθρέφτη» της στο δικό της θέατρο «Οδού Αντιοχείας»: το «Διανυκτερεύον» τη σεζόν 1986/1987 για να επαναληφθεί την επόμενη 1987/1988 και «Η Προσπερίνα και ο ναύτης» το 2006/2007.
Ας σημειωθεί πως η Σοφία Φιλιππίδου επιστρέφει στο «Από Μηχανής Θέατρο» δυο χρόνια μετά την παράσταση «Μπάρτλεμπι ο γραφιάς» που έκανε εκεί, στον Πάνω Χώρο, διασκευάζοντας η ίδια για το θέατρο την ομώνυμη νουβέλα του Χέρμαν Μέλβιλ και κρατώντας τον επώνυμο ρόλο.
(Η φωτογραφία, του Γιώργου Κορακιανίτη).

September 14, 2015

«Αγγέλων Βήμα»: Μαρία Λαϊνά, Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης και τέσσερις καινούργιοι στο Φεστιβάλ Ελληνικού Έργου


Το Τέταρτο Κουδούνι / Είδηση 

Ο θεσμός είχε πέρσι ανταπόκριση. Κι άφησε πολύ καλές εντυπώσεις ως σύνθεση προγράμματος. Το θέατρο «Αγγέλων Βήμα», που πάντα ψάχνεται, συνεχίζει το χειμώνα το «Φεστιβάλ Διαρκείας Ελληνικού Έργου του 21ου Αιώνα» με καλλιτεχνική υπεύθυνη την Λεία Βιτάλη και μεπτά παραστάσεις -δυο επαναλήψεις, λόγω επιτυχίας, από πέρσι και πέντε πρεμιέρες -σε πλήρη σκηνική παρουσίαση-, εκ των οποίων τα έργα δυο διακεκριμένων του χώρου, της Μαρίας Λαϊνά και του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη. Στόχος του αξιέπαινος, σε καιρούς πολύ δύσκολους για την ελληνική δραματουργία, «η στήριξη του σύγχρονου ελληνικού θεατρικού έργου και η γνωριμία του κοινού μαζί του μέσα από ολοκληρωμένες παραστάσεις». Παράλληλα, φέτος, με την πρόθεση να συμμετάσχουν και συγγραφείς που γράφουν στην ελληνική γλώσσα εκτός Ελλάδος, θα παρουσιαστεί ένα έργο που συνυπογράφουν δυο νέες συγγραφείς απ’ την Κύπρο, η Ελένη Κοσμά κι η Κορίνα Κονταξάκη.

Το 2ο «Φεστιβάλ Διαρκείας Ελληνικού Έργου του 21ου Αιώνα» θ’ ανοίξει με τις δυο επαναλήψεις: «Πόρτες» της Χρύσας Σπηλιώτη σε σκηνοθεσία Αυγουστίνου Ρεμούνδου, που θα παρουσιάζεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη από 5 Οκτωβρίου έως 10 Νοεμβρίου 
και «Άγριες νότες» της Νίνας Ράπη σε σκηνοθεσία Χρύσας Καψούλη που θα παίζεται κάθε Τετάρτη και Πέμπτη από 7 Οκτωβρίου έως 12 Νοεμβρίου.
Στη συνέχεια η ηθοποιός Μαρία Κατσανδρή θ’ ανεβάσει το έργο της Μαρίας Λαϊνά «Όταν ο λύκος δεν είναι εδώ» (πρωτοπαρουσιάστηκε το 2005, με τη μορφή αναλογίου και σε σκηνοθετική επιμέλεια του αξέχαστου Δημήτρη Οικονόμου, στο πλαίσιο του -επίσης, εδώ και χρόνια, πολύτιμου για την προώθηση του σύγχρονου ελληνικού έργου- θεσμού «Θεατρικό Αναλόγιο» της Σίσσυς Παπαθανασίου) για να παιχτεί από 16 Νοεμβρίου έως 22 Δεκεμβρίου. Σημειώστε πως το πιο πρόσφατο ανέβασμα έργου της Μαρίας Λαϊνά έγινε το καλοκαίρι που λήγει, όταν ο Νίκος Χατζόπουλος σκηνοθέτησε την «Πασιέντζα» της για το Φεστιβάλ Αθηνών.
Ακολουθούν «Τα 4 τετραγωνικά» της Άρτεμης Μουστακλίδου, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Λάσκαρη (από 28 Δεκεμβρίου έως 2 Φεβρουαρίου) 
και από 8 Φεβρουαρίου έως 15 Μαρτίου, σε σκηνοθεσία Στηβ Κρικρή, το νέο έργο «Πεταλούδα σε πηγάδι» του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη. Έργο του έχουμε να δούμε αφότου ο Πέτρος Φιλιππίδης ανέβασε το «Κέικ» του στην Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος» του Εθνικού Θεάτρου τη σεζόν 2013/2014, μ’ επανάληψη την επόμενη 2014/2015.
Έπεται η «Μήδεια» του Δημήτρη Ζουγκού σε σκηνοθεσία Αυγουστίνου Ρεμούνδου από 21 Μαρτίου έως 26 Απριλίου και το Φεστιβάλ θα κλείσει με τις κύπριες συγγραφείς Ελένη Κοσμά και Κορίνα Κονταξάκη και το έργο τους «Ποιο σώμα;» που τη σκηνοθεσία του έχει αναλάβει ο Μενέλαος Καραντζάς για να παιχτεί από 9 Μαΐου έως 14 Ιουνίου.
Κάθε έργο απ’ τα πέντε πρωτοπαρουσιαζόμενα θα παίζεται Δευτέρα και Τρίτη για δώδεκα παραστάσεις.
Στην περσινή πρώτη περίοδο του Φεστιβάλ τα έργα που είδαμε στο «Αγγέλων Βήμα» με καλλιτεχνική υπεύθυνη, πάντα, την Λεία Βιτάλη, πλην των δυο που επαναλαμβάνονται, ήταν η «Εκκρεμότητα» του Τσιμάρα Τζανάτου, σε σκηνοθεσία Βασίλη Νούλα, η «Νύχτα στην Εθνική» της Λείας Βιτάλη, σε σκηνοθεσία της ίδιας και «Μπλε μαρέν» του Ανδρέα Φλουράκη, σε σκηνοθεσία Μαρίας Ξανθοπουλίδου.

September 11, 2015

«Αίας» χαμηλών πτήσεων και λανθασμένων τονισμών




Το έργο. Τρωικός Πόλεμος. Μετά το θάνατο του Αχιλλέα τα φημισμένα όπλα του έχουν κατακυρωθεί στον Οδυσσέα. Έξαλλος ο Αίας, ο δεύτερος τη τάξει, μετά τον Αχιλλέα, ήρωας του στρατοπέδου των Αχαιών, για την αδικία και τη νοθεία που πίστεψε -όχι αβάσιμα…- πως διέπραξαν εις βάρος του, όρμησε να σφάξει τους Ατρείδες -τον Αγαμέμνονα και τον Μενέλαο- που τους θεωρούσε υπεύθυνους για την απόφαση και τον Οδυσσέα. Η Αθηνά, όμως, οργισμένη από την έπαρσή του και για να σώσει τους προστατευόμενούς της, τον τρέλανε. Και η τρέλα τον οδήγησε να σφάξει αντί για τους εχθρούς του τα κοπάδια των Ελλήνων και τους βοσκούς τους.
Όταν συνέρχεται, ντροπιασμένος και ταπεινωμένος, ο Αίας παίρνει την απόφαση να αυτοκτονήσει. Τα λόγια της γυναίκας του, της Τέκμησσας, που προσπαθεί να τον αποτρέψει από μία τέτοια πράξη θυμίζοντάς του πως σ’ αυτόν στηρίζονται ο γέροντας πατέρας του Τελαμών και ο μικρός γιος του Ευρυσάκης, τον οποίο, μάλιστα, φέρνει κοντά του, δεν τον πείθουν. Στήνει το σπαθί του και καρφώνεται πάνω του.
Ο αδελφός του ο Τεύκρος, που δεν τον προλαβαίνει ζωντανό, συντριμμένος, θρηνώντας μαζί με την Τέκμησσα, θα συγκρουστεί με σφοδρότητα με τον Μενέλαο και τον Αγαμέμνονα που απαγορεύουν την ταφή του εχθρού τους. Ο Οδυσσέας, όμως, παραδόξως, θα κατευνάσει τα πνεύματα. Ο Αγαμέμνων και ο Μενέλαος θα υποχωρήσουν και ο Τεύκρος ετοιμάζει τα πρέποντα για την ταφή του Αίαντα.
Ο «Αίας», η πιθανολογούμενη ως η παλαιότερη από τις σωζόμενες τραγωδίες του Σοφοκλή (χρονολογείται μεταξύ 450 και 440 π.Χ.), δεν έχει την αρτιότητα των μεταγενεστέρων του και τα δύο μέρη στα οποία χωρίζεται αφήνουν μία αίσθηση μετατόπισης του άξονα αλλά δεν παύει να είναι μία τραγωδία με το δραματικό κύρος του Σοφοκλή. Που υμνεί την Τιμή, έστω και αν ο επώνυμος ήρωας σήμερα αφήνει μία αίσθηση άμετρης, ανεξέλεγκτης έπαρσης. Αλλά αυτό δεν είναι η Ύβρις στην αρχαία τραγωδία;
Η παράσταση. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος θέλησε να δέσει την τραγωδία της ανεπανόρθωτα θιγμένης Τιμής με την πιο πρόσφατη ελληνική παράδοση και ιστορία, ειδικά με την Επανάσταση του 1821 και τους εμφύλιους σπαραγμούς της. Δεν ήταν καθόλου κακή ιδέα αλλά το θέμα είναι πως υλοποιείται η ιδέα. Η παράστασή του, κατά τη γνώμη μου, δεν την υλοποίησε αποτελεσματικά -είχε προτερήματα αλλά περισσότερα ελαττώματα.
Το ξεκίνημά της με τον ραψωδό και το έξοχο ποίημα του Παντελή Μπουκάλα «Αίας» εν είδει προλόγου ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον εναρκτήριο λάκτισμα που έδινε και το αφηγηματικό στίγμα της: μετωπικά στησίματα, ηθοποιοί/μουσικοί διαρκώς επί σκηνής και έμφαση στο λόγο. Μόνο που τα μετωπικά στησίματα αποδείχθηκαν, τελικά, εύκολη και αμήχανη λύση. Και η έμφαση στο λόγο ένα ανεξήγητο τελάλημα του κειμένου και «χτύπημα» των λέξεων, που, αντί να το προβάλουν, όπως επεδίωκαν, το θόλωναν. Η παράσταση είχε ενδιαφέρουσες στιγμές αλλά το συνολικό παραστασιακό αποτέλεσμα έμοιαζε ανολοκλήρωτο -σαν να μην είχε δουλευτεί επαρκώς ή σαν να μην είχε κατασταλάξει ο σκηνοθέτης.

Βλέποντας τα στριμωγμένα μπροστά στον αδυσώπητο τοίχο του Ηρωδείου, καλόγουστα στη λιτότητά τους σκηνικά της Ελένη Μανωλοπούλου -ένα αλωνάκι, δύο παραπήγματα/τέντες και καλαμιές στο «βάθος»- προσπαθούσα να φανταστώ πώς λειτούργησαν στην Επίδαυρο ή σε άλλα θέατρα με ανοιχτό ορίζοντα. Εδώ φαίνονταν βεβιασμένα. Το εύρημα, πάντως, αντί της πράξης αυτής καθαυτής, του ανοίγματος, στη σκηνή της αυτοκτονίας, μιας καταπακτής, κρυμμένης κάτω από το χώμα του αλωνιού, που έμοιαζε με ασπίδα όπου πάνω της απεικονιζόταν ακριβώς το γεγονός σαν αποτύπωση ερυθρόμορφου αγγείου, εξαιρετικό: έδωσε στην παράσταση ένα πέταγμα.
Τα κοστούμια της -σε μαύρο και άσπρο βασικά, λίγο γκρίζο και μπεζ και με λίγο κόκκινο πάνω σε λευκό της Τέκμησσας, που άφηνε μία αίσθηση σαν να ήταν καταιονισμένο από το αίμα του Αίαντα- είχαν μία εμπνευσμένη γραμμή, αντλημένη από την ελληνική παράδοση, που υποστήριζε τη σκηνοθετική άποψη για σύνδεση αυτού του συμβάντος του Τρωικού Πολέμου με το 1821. Συνδυασμένη με υψηλή αισθητική παρά την κάποια ανομοιογένεια, καθώς η ενδυματολόγος προσπάθησε να τα συνδυάσει και με ανατολίτικες παραδόσεις.
Ο συνθέτης Νίκος Κυπουργός έπλεξε ήχους βαλκάνιους και ήχους βυζαντινούς δημιουργώντας ένα υπέροχο λαμέντο -ένα θρήνο, κάτι σαν ρέκβιεμ- στο οποίο πολύ σωστά βούτηξε από την αρχή όλη την παράσταση και το έργο αυτό στο οποίο το πένθος κυριαρχεί. Η μουσική διδασκαλία των Αναστάση Σαρακατσάνου και Γιάννη Πλαστήρα υποστήριξε με σθένος τη δουλειά του.
Αναποφάσιστες βρήκα τις χορογραφίες της Αγγελικής Στελλάτου. Οι μικρές επιτόπιες κινήσεις, που είναι και το προσωπικό της στιλ, είχαν ύφος και ενδιαφέρον αλλά νοθεύονταν από άλλες άτσαλες, κατά τη γνώμη μου, λύσεις. Ο Σάκης Μπιρμπίλης για άλλη μια φορά έδωσε κύρος και βάθος στην παράσταση με τους φωτισμούς που σχεδίασε.
Άφησα, τιμητικά, τελευταία τη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη. Ήχησε ως ένα επίτευγμα αφήνοντας ελεύθερο να ξεχυθεί τον δραματικό και λυρικό λόγο του Σοφοκλή με αξιομνημόνευτα ελληνικά -τι υπέροχο εκείνο το «θέα αθέατη τόλμης παράτολμης», μοναδικό! Ένα επίτευγμα που δεν κατάφεραν να το αλλοιώσουν οι λανθασμένοι τονισμοί που πλημμύριζαν -αδιανόητο!-, εκφερόμενοι από τα στόματα όλων, σχεδόν, των ηθοποιών, την παράσταση…
Οι ερμηνείες. Ο Νίκος Κουρής έχει το μέγεθος και τη δύναμη να παίξει τον Αίαντα και είναι ένας ηθοποιός που δίνεται σ’ αυτό που κάνει. Αλλά η προσπάθειά του έμεινε ημιτελής νομίζω. Τον άκουγα, με μία πολύ ενδιαφέρουσα φιγούρα, να τονίζει -πολύ συχνά λανθασμένα- με έμφαση και με στεντόρεια φωνή λέξεις και να χάνει τα νοήματα καταλήγοντας σε μία ηχητική μονοτονία. Αντίθετα η Μαρία Πρωτόπαππα, φιγούρα ευθυτενής έξοχη, υπερασπίστηκε αποτελεσματικά και με κύρος την Τέκμησσα -στη γραμμή της παράστασης βέβαια. 
Απόρησα με την Ελένη Ουζουνίδου. Εξαιρετική ηθοποιός, εδώ οδηγήθηκε από τη σκηνοθεσία να διαλαλεί το λόγο της Αθηνάς με μία αδρότητα, μία επιθετικότητα και μία ευτέλεια -μία Αθηνά τσαούσα, που μόνο σε έργο του Ευριπίδη θα μπορούσε να δικαιολογηθεί. Η έμφαση αυτή ταλαιπωρούσε και την απόδοση του ικανού Μιχάλη Τιτόπουλου-Ραψωδού. Αδύναμους βρήκα τον Παντελή Δεντάκη (Άγγελος) και, κυρίως, τον Γιάννη Κλίνη (Μενέλαος). Ικανοποιητικός, με μέγεθος αλλά και με κάποια μανιέρα, ο Αγαμέμνων του Δημήτρη Παπανικολάου.


Βρήκα πιο αποτελεσματικούς τον Γιάννη Τσορτέκη (Οδυσσέας) και, κυρίως, τον Γιάννο Περλέγκα. Με ωραία, ηρωική φιγούρα, με εσωτερικότητα, με μέγεθος και με δύναμη, γεμάτος συναισθηματικά χωρίς να ευτελίζει τη συγκίνηση, με τον Τεύκρο επιμένω πως έκανε τον καλύτερό του ρόλο.
Ο Χορός, αν και με καλά στελέχη, έμοιαζε να μην έχει επιτύχει την ομοιογένεια. Και ήταν ο κύριος φορέας του βασικού ελαττώματος από το οποίο έπασχε η παράσταση: της φωνασκίας.
Το συμπέρασμα. Μία παράσταση με πρωτότυπη άποψη και με προτερήματα, αισθητικά κυρίως, που δεν είχε καταφέρει, νομίζω, να ολοκληρωθεί. Και μία μετάφραση-επίτευγμα που θα μείνει. Εσαεί.

Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, «Θέατρο του Νέου Κόσμου», 4 Σεπτεμβρίου 2015.