March 28, 2013

Ο Δημήτρης Δημητριάδης εκπορθεί την Στέγη


Το Τέταρτο Κουδούνι / 28 Μαρτίου 2013


Ο Δημήτρης Δημητριάδης, μετά το Εθνικό _ έστω και μέσω της τότε Πειραματικής Σκηνής του _, μετά το Φεστιβάλ Αθηνών, εκπορθεί και την Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Το άπαιχτο κι ανέκδοτο στην Ελλάδα έργο του «Ο κυκλισμός του τετραγώνου» ανεβαίνει στην Στέγη για πρώτη φορά στην Ελλάδα τον επόμενο χειμώνα σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Καρατζά.
«Ο κυκλισμός του τετραγώνου» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι, στο τέλος της σεζόν 2009 – 2010, στο «Οντεόν – Θέατρο της Ευρώπης», στα γαλλικά, σε σκηνοθεσία του Ιταλού Τζόρτζιο Μπαρμπέριο Κορσέτι και σε μετάφραση των Κλοντίν Γκαλεά και Δήμητρας Κονδυλάκη, μετάφραση η οποία είχε ήδη κυκλοφορήσει στην Γαλλία το 2009 απ’ τις Εκδόσεις «Les Solitaires Intempestifs».
Το πιο πρόσφατο ανέβασμα έργου του Δημήτρη Δημητριάδη στην ελληνική σκηνή είναι το «Insenso» που παρουσίασε σε σκηνοθεσία του ο Μιχαήλ Μαρμαρινός με το «Theseum Ensemble» του στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Ενώ η ολίγων ημερών προγενέστερη παράσταση του ίδιου έργου σε εκδοχή μονολόγου με σκηνοθέτη τον Δαμιανό Κωνσταντινίδη κι ερμηνευτή τον νεαρό Αναστάση Δ. Ροϊλό πρόσφατα κατέβηκε απ’ την Θεσσαλονίκη όπου πρωτοπαρουσιάστηκε και παίζεται τώρα στο «Πορεία».





Η κρίση στην τηλεόραση και, ως συνέπεια, η ανεργία στην οποία αναγκαστικά περιέπεσε ένα πλήθος ηθοποιών έχει και κάποια ευεργετικά αποτελέσματα. Επέτρεψε _ μάλλον έδωσε την ευκαιρία _ σε κάποιους ηθοποιούς που ’χανε ταυτιστεί μαζί της _ και μάλιστα όχι με τα καλύτερα σιριαλικά προϊόντα της _ ν’ απογαλακτιστούνε απ’ το μέσο και να στραφούνε αναγκαστικά στο θέατρο. Κι όσοι το αξίζουνε ν’ αποδείξουν πως και πόσο αξίζουν. Όσο δύσκολο κι αν είναι πια να πείσουν πως δεν ειν’ ελέφαντες…
Ο Ιωάννης Παπαζήσης, απόφοιτος της δραματικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου, ανήκει σ’ αυτούς. Επίμονα προβεβλημένος στην αρχή της καριέρας του για κάποια ασήμαντα σίριαλ, με εμφανίσεις και look δήθεν έως προκλητικά έως και κακόγουστα, με συνεντεύξεις ενίοτε αμετροεπείς ή εξυπναδίστικες, μ’ αυτό το Ιωάννης στ' όνομά του, που εμένα μου ανακατεύει τα σ’κώτια με τη δηθενιά του, με κάποιες, βέβαια, ικανοποιητικές ερμηνείες στο σινεμά, έκανε ελάχιστο θέατρο. Τον έχω δει, αν θυμάμαι καλά, μόνο σε μια κακότυχη «Φιλουμένα Μαρτουράνο» με την Αθηνά Τσιλύρα, το 2007. Αλλά είχα, τότε, εντοπίσει ότι, παρά την απειρία του, είχε πολλά καλά στοιχεία που θα μπορούσε, αν τα καλλιεργούσε, να προχωρήσει. Άργησε. Φέτος, όμως _ αναγκαστικά ή όχι, αυτό δεν το ξέρω _ επανέρχεται στη σκηνή. Με τον «Συλλέκτη» του Τζον Φόουλς, που παίζεται στο «104» σε μετάφραση – προσαρμογή Τρισεύγενης Αδαμοπούλου και σκηνοθεσία Γιάννη Κωνσταντακόπουλου, και με συμπρωταγωνίστρια την Ειρήνη Φαναριώτη. Είδα την παράσταση. Βρήκα να ’χει και καλά στοιχεία. Αλλά δεν ενθουσιάστηκα.
Ενθουσιάστηκα, όμως, με την ερμηνεία του ηθοποιού. Ο Ιωάννης Παπαζήσης αντιμετωπίζει το ρόλο με μια σεμνότητα κι ένα μέτρο, που δε φαινόταν να διαθέτει. Ένα ρόλο αβανταδόρικο που μπορεί να σε οδηγήσει σε μπραβούρες και υπερβολές και επιδειξιομανίες. Με τόνους απρόσμενα χαμηλούς, με ουσιαστική εσωτερικότητα τον προσεγγίζει, ταυτίζεται μαζί του, ταυτίζεσαι μαζί του και βγαίνεις _ εγώ, τουλάχιστον, βγήκα _ απ’ το θέατρο, χαρούμενος πως ανακάλυψες μέσα στο τηλεοπτικό «σταρ» έναν Ηθοποιό. Θέλω να ελπίζω, ξέροντας όλες τις δυσκολίες του χώρου, ειδικά στην εποχή αυτή, πως ΕΤΣΙ θα συνεχίσει.



Πολύ λεπτό το θέμα της απειλής του Δήμου Αθηναίων να σφραγίσει, ενώ η χειμερινή σεζόν δεν έχει λήξει ακόμα, τριάντα κάτι θέατρα γιατί δεν πληρούν τους όρους ασφαλούς λειτουργίας ή δεν έχουν καν άδεια λειτουργίας.
Συμμερίζομαι την αγωνία των ανθρώπων που άνοιξαν και διατηρούν τα θέατρα αυτά και των ηθοποιών που παίζουν στα θέατρα αυτά. Διατηρώ κάθε επιφύλαξη για τους όρους που θέτει ένας παμπάλαιος σχετικός νόμος βάσει του οποίου κινήθηκε το θέμα. Αναρωτιέμαι κι εγώ γιατί ο σχετικός έλεγχος ξεκίνησε απ’ τα θέατρα κι όχι απ’ τους χώρους διασκέδασης _ κέντρα, μπαρ, καφέ κλπ κλπ _ που είναι πιο πολυσύχναστοι απ’ τα θεατράκια των 50 και 70 θέσεων. Αλλά, λυπάμαι, με τους θεατές θα συνταχθώ τελικά.
Βεβαίως και το θέατρο παράγει πολιτισμό. Εξασφαλίζει, όμως, για τους θεατές του τις ελάχιστες, τις βασικές συνθήκες ασφαλείας; Γιατί κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας; Δεν ξέρουμε τις συνθήκες σε πάρα πολλές αίθουσες; Και για τους θεατές και για τους εργαζόμενους στους χώρους αυτούς.
Πρόσφατα ήταν που σε δυο θέατρα, στο λεγόμενο «Main» του «Bios» και στο λεγόμενο «Black Box» του «Επί Κολωνώ», μόλις κάθισα στη στενή πτυσσόμενη καρέκλα, το πίσω σκέλος της μεταλλικής της βάσης έφυγε απ’ την πρόχειρα στημένη εξέδρα με τις στενές βαθμίδες που τους έλειπε πίσω το αντέρεισμα κι ανασκελώθηκα… Και θα ’σπαζα το κεφάλι μου, αν κάποιοι φιλεύσπλαχνοι οι οποίοι καθόντουσαν πίσω μου δε μ’ άρπαζαν στον αέρα. Ας πούμε πως αυτό είναι το λιγότερο. Ούτε μιλώ για διάφορα φαιδρά που μου ’παν πως θέτει ως προϋποθέσεις ο συγκεκριμένος, εκτός πάσης σύγχρονης πραγματικότητας, νόμος. Το ελάχιστο που ζητώ να μάθω: η πυρασφάλεια κι η έξοδος κινδύνου είναι διασφαλισμένα σ’ όλες τις αίθουσες; Επειδή _ ευτυχώς… _ δε συνέβη έως τώρα κάτι το τραγικό σε ώρα παράστασης σε κάποιο θέατρο και δε θρηνήσαμε θύματα είναι που κάποιοι του θεάτρου μιλούν τόσο επιθετικά και επηρμένα για το θέμα;
Εύχομαι κανένα θέατρο να μη σφραγιστεί τελικά αλλά εύχομαι κι αυτό που συμβαίνει να μας υποψιάσει _ ειδικά όσους διατηρούν θεατρική αίθουσα, είτε μικρή και εκτός κέντρου και εκτός κυκλώματος και «περιθωριακή» είτε μεγάλη και κεντρική και «του κατεστημένου». Διότι είναι πολλές, _ δε λέω ψέμα _ οι άθλιες κι επικίνδυνες.
Το πιο λογικό, πάντως, που άκουσα τις μέρες αυτές είναι απ’ το βουλευτή Νικήτα Κακλαμάνη _ τέσσερα χρόνια δήμαρχος της Αθήνας ήταν, γιατί δεν το αντιμετώπισε; _ μέσω της ερώτησης που κατέθεσε στη Βουλή, όπως διάβασα στην «Ελευθεροτυπία»: προτείνει «την παράταση λειτουργίας των θεατρικών Σκηνών για τρεις μήνες, μέχρι να τελειώσει η θεατρική σεζόν και τη δημιουργία επιτροπής αναθεώρησης του νόμου του 1937, ώστε να δημιουργηθεί σύγχρονο νομοθετικό πλαίσιο που θα πληροί τους κανόνες ασφαλείας».



Ενδιαφέρον, δε λέω. Το μήνυμα του Ντάριο Φο. Για τη χτεσινή Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου. Αλλά η ελληνική μετάφρασή του που μας έστειλε το Ελληνικό Κέντρο του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου θα ’πρεπε κάπως περισσότερο να το φωτίσει κι όχι να το συσκοτίσει…




Διάβασα στο «Βήμα» της Κυριακής, στη στήλη «Στη Μπούκα» της Μυρτώς Λοβέρδου λεπτομέρειες για το θέμα του ηθοποιού Δημήτρη Μοθωναίου, για το οποίο σας έγραφα στο «Τέταρτο Κουδούνι» της περασμένης Πέμπτης. Πώς απομακρύνθηκε με απόφαση του γάλλου σκηνοθέτη Ολιβιέ Πι και του Εθνικού Θεάτρου απ’ την παράσταση του έργου του Γιάννη Μαυριτσάκη «Vitrioli», στο οποίο είχε τον πρωταγωνιστικό ρόλο, ελάχιστες μέρες πριν απ’ την πρεμιέρα κι ενώ είχε _ όχι ανεπανόρθωτο _ πρόβλημα υγείας. Κι ομολογώ πως ντράπηκα, έφριξα θα ’ταν το σωστότερο _ αν τα πράγματα έχουν ακριβώς έτσι.
Διότι καλό είναι ν’ ακούει κανείς και την άλλη πλευρά _ ή μάλλον και τις δυο, γιατί ούτε ο ηθοποιός βγήκε να μιλήσει δημόσια για το θέμα. Ανακοίνωση - απάντηση που μου ’στειλε το Εθνικό προσπαθεί να βάλει τα πράγματα σε κάποιο «πλαίσιο νομιμότητας» _ που κανείς δεν την αμφισβήτησε, για θέμα ηθικό και καλλιτεχνικό, εγώ τουλάχιστον, μιλούσα _ κάνοντας λόγο για «συνεννόηση με τον ηθοποιό, που έγινε στα πλαίσια καλής πίστης» και για «ανάγκες της σκηνοθεσίας». Δεν πείστηκα. Καταλήγει, μάλιστα, πως «ο ηθοποιός παραμένει στο δυναμικό του Εθνικού Θεάτρου, η δε ατομική του σύμβαση με το Εθνικό Θέατρο παραμένει σε ισχύ». Αυτό, δα, έλειπε…
Πάντως θα ’θελα να μην είναι αυτή η τελευταία πράξη απ’ την εξαετή θητεία του Γιάννη Χουβαρδά στην καλλιτεχνική διεύθυνση του Εθνικού, την οποία θεωρώ απολύτως επιτυχή από κάθε άποψη, όσες επιμέρους αντιρρήσεις κι αν έχω, και της Έφης Θεοδώρου _ δεξί του χέρι αυτά τα έξι χρόνια _ που να θυμάμαι. Θα ’θελα οι τελευταίες αναμνήσεις μου απ’ τους δυο τους στο Εθνικό να ’ναι μόνο «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» _ παράσταση την οποία θεωρώ την καλύτερη, πιθανόν, που ’χει κάνει ο Γιάννης Χουβαρδάς _ και το «Ζ» που θεωρώ πως σίγουρα είναι η καλύτερη παράσταση που ’χει κάνει η Έφη Θεοδώρου.
Εκείνο στο οποίο θα επιμείνω είναι αυτό που έθεσα, ξεκινώντας από άλλη αφορμή, εδώ και καιρό: ένα Εθνικό Θέατρο οφείλει να ’χει έτοιμη και δεύτερη διανομή για τους βασικούς ρόλους σε κάθε παράσταση.  
Ήταν μια πολιτική κηδεία γαλήνια, ουσιαστικά συγκινητική, όπου όσοι μίλησαν δεν είχαν τίποτα τυπικό, κοινότοπο να πούνε. Μαθητές, σύντροφοι, φίλοι, η κόρη του η Αλεξάνδρα… Ξεχείλιζε η αγάπη κι η ζεστασιά για τον Στέλιο Παυλίδη, το σκηνοθέτη, τον Δάσκαλο, τον πολιτικοποιημένο… Που ’φυγε απ’ τη ζωή στις 20 Μαρτίου. Στη μνήμη του είναι αφιερωμένο το σημερινό «Τέταρτο Κουδούνι».

March 25, 2013

Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης 2013. Β΄: Τους λένε «κούτσου» και τους δολοφονούν


Θεσσαλονίκη, Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ 2013 και το δεύτερο διήμερό μου.
Κυριακή 17 αρχίζω στο Ολύμπιον με «Πάολο ο καπνοδοχοκαθαριστής» του Μπρουνό Σουινάρ (Καναδάς, Πρόγραμμα «Πορτρέτα: Ανθρώπινες διαδρομές»). Ιδιαίτερα πρωτότυπο θέμα _ η δουλειά ενός καπνοδοχοκαθαριστή του Κεμπέκ _, αποκαλύπτει ένα επάγγελμα με συντεχνία, με ημίψηλα και με κανόνες αλλά ο σκηνοθέτης που αποπειράται να διευρύνει το θέμα του μέσα από την προσωπική ζωή του ήρωά του, αν και έχει ποιητική ματιά, δεν πετυχαίνει διάνα. 
Στην ίδια αίθουσα ο Τζον Άπελ με την ταινία του «Στο λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή» (Ολανδία, Πρόγραμμα «Μικρές Αφηγήσεις») στήνει σε γερές βάσεις το δικό του θέμα: κοιτάζει τη βομβιστική επίθεση στην  καρδιά του Όσλο και τις παράλληλες, εν ψυχρώ εκτελέσεις στο νορβηγικό νησί Ουτόγια, που οργάνωσε ο Άντερς Μπρέιβικ και που στοίχισαν τη ζωή 77, νέων κυρίως, ανθρώπων, μέσα από το πρίσμα της μοίρας. Ακολουθώντας τα βήματα μερικών από τους τυχερούς  επιζήσαντες ή μιλώντας με τους ανθρώπους κάποιων από τα παιδιά που χάθηκαν, από την  Νορβηγία μέχρι την Γεωργία, ο Άπελ μιλάει για το τυχαίο μ’ έναν τρόπο απλό, χωρίς να χάνει το μέτρο, συγκινώντας βαθιά. Το τελευταίο πλάνο, με την είσοδο του δολοφόνου στην αίθουσα του δικαστηρίου και τα πρόσωπα ορισμένων από τους συγγενείς που προηγουμένως μας μιλούσαν, συγκλονιστικό φινάλε _ όλα τα λεφτά. Ακριβώς γιατί είναι φευγαλέο.
Σ’ ένα διαφορετικό κλίμα με βάζουν (Αίθουσα «Τζων Κασσαβέτης») τα «Όνειρα γλυκά» των Ρομπ Φρούκτμαν και Λίσα Φρούκτμαν (ΗΠΑ, Πρόγραμμα «Όψεις του Κόσμου»). Η ανατριχιαστική γενοκτονία του 1994 στην Ρουάντα δεν είναι δυνατόν να αποσιωπηθεί αλλά η συλλογική προσπάθεια που ξεκινούν οι ρουαντέζες γυναίκες του συγκροτήματος κρουστών «Ινγκόμα Νσια» _ γυναίκες που προέρχονται και από τις δύο παρατάξεις του Εμφύλιου _ να ανοίξουν, με τον τίτλο «Ινγκόζι Νζίζα» _ ήτοι «Όνειρα Γλυκά» _, το πρώτο παγωτατζίδικο στην πόλη τους, πείθοντας τους συμπολίτες τους να μάθουν να γεύονται κάτι που τους ήταν άγνωστο, είναι μια νότα αισιοδοξίας, χαράς, δημιουργικότητας και ελπίδας για ένα μέλλον λιγότερο ζοφερό.
Καθαρή Δευτέρα 18 Μαρτίου, τελευταία μου μέρα στο Φεστιβάλ. Στην Αίθουσα «Τώνια Μαρκετάκη» σε κοινό πρόγραμμα δυο ταινίες από το «Ελληνικό Πανόραμα»: Η Κλεώνη Φλέσσα φιλοτεχνεί στο «Ες αύριον τα σπουδαία: Δημήτρης Καρατζάς» το πορτρέτο του νεαρού ανερχόμενου σκηνοθέτη του θεάτρου μάλλον τυπικά και τηλεοπτικά _ για την τηλέοραση προορίζεται άλλωστε _, χωρίς να παρέμβει στην υπερβολική αυτοπεποίθησή του που αναδύεται και που αγγίζει τα όρια της έπαρσης. 
Ενώ στο «Black Box» ο Γεράσιμος Ρήγας μοιάζει να εκτελεί επιμελώς παραγγελία της Κρατικής Σχολής Ορχηστρικής Τέχνης με μόνο σκοπό να προβάλει τη δραστηριότητά της και συγκεκριμένα την ετήσια διοργάνωσή της «Ανοιχτό Στούντιο» που πραγματοποίησαν οι σπουδαστές της το 2012. Απογοητευτικές οι συνεντεύξεις με τους σπουδαστές που δεν έχουν τίποτα το ουσιώδες να πουν, θα προκαλούσαν ανυπόφορη πλήξη _ και λόγω διάρκειας _ εάν δεν έσπαζαν με κάποιες _ όχι όλες… _ ενδιαφέρουσες χορογραφίες. 
Στην Αίθουσα «Φρίντα Λιάππα» θα δω πρώτα «Τα λουλούδια της οικογένειάς μου». Ο Χουάν Ιγνάσιο Φερνάντες Χόπε (Ουρουγουάη, Πρόγραμμα «Μικρές Αφηγήσεις») δεν κερδίζει τις εντυπώσεις με τις κινηματογραφικές αρετές του αλλά με το θέμα του. Η μητέρα του και η σχεδόν εκατόχρονη γιαγιά του, οι προστριβές τους, το παλιό σπίτι, τα λουλούδια στο μπαλκόνι, το περιστέρι που γεννάει σε μια γλάστρα… κινημογραφούνται με μια ανθρωπιά συγκινητική.

Και κατόπιν έρχεται η πιο δυνατή στιγμή που έζησα στο Φεστιβάλ να κλείσει το τετραήμερό μου εκεί: «Λέγε με κούτσου». Η Κάθριν Φέρφαξ Ράιτ και η Μάλικα Ζουχάλι _Γουόρολ (ΗΠΑ, Πρόγραμμα «Ανθρώπινα Δικαιώματα») ακολουθούν τους ελάχιστους ομοφυλόφιλους ακτιβιστές της Ουγκάντα, που όχι μόνον τολμούν να εκφραστούν, εν μέσω της γενικής χλεύης, δημόσια σε μια χώρα όπου, όπως σε όλη της Αφρική, η ομοφυλοφιλία είναι κατάρα αλλά αγωνίζονται με κάθε μέσο να μην περάσει ένας νόμος που ετοιμάζεται και που θα τιμωρεί με ισόβια το «αδίκημα». Ενώ κάνουν κάποια επιτυχημένα βήματα με συμπαραστάτη έναν επίσκοπο που δεν είναι ομοφυλόφιλος και ο οποίος παύεται από την ντόπια Εκκλησία και ενώ τα γυρίσματα τρέχουν η δολοφονία του επικεφαλής τους Ντέιβιντ Κάτο έρχεται να τους παγώσει όλους. Και να σοκάρει την υφήλιο. 
Οι εναπομείναντες όμως συνεχίζουν τον αγώνα. Το όμορφο, διαρκώς «γελαστό» παιδί - αρχισυντάκτης μιάς ρυπαρής κίτρινης φυλλάδας η οποία «ξεμπροστιάζει» τους ομοφυλόφιλους και προτρέπει «κρεμάστε τους», που γελάει, καθώς δίνει τις συνεντεύξεις του στις ντοκιμαντερίστες με ένα μείγμα αλητείας και θράσους, ακόμα και μετά τη δολοφονία, χαράζεται στη μνήμη σαν μια αποτρόπαιη φιγούρα. Ένα συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ.
Αφήνω το Φεστιβάλ με μερικές ανεξάλειπτες εντυπώσεις, Στα φεστιβάλ πάντα νοιώθω σαν να κάνω ένα μεγάλο, πολύχρωμο ταξίδι.

Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης 2013. Α΄: Η Λιβ και ο Ίνγκμαρ, οι πρωταγωνιστές



Θεσσαλονίκη και 15ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ «Εικόνες του 21ου αιώνα». Επί αρκετά χρόνια, στα early 00s που λέμε πια στα ελληνικά, ήμουν φανατικός επισκέπτης του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της πόλης _ ιδίοις αναλώμασι, έτσι, γιατί γούσταρα, είχα φτάσει τις πενήντα κάτι ταινίες σε δέκα μέρες. Τα τελευταία χρόνια οι συνθήκες δεν μου επέτρεψαν να ανεβώ. Στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, όπως, ποτέ δεν είχα πάει. Πήγα φέτος το πρώτο του τετραήμερο. Και δεν μετάνοιωσα. Παρά την κάπως πεσμένη εικόνα που συνάντησα στις αίθουσες _ ίσως να έφταιγε το τριήμερο της Καθαρής Δευτέρας, ίσως ο κακός καιρός που έπιασε.


Παρασκευή 15 Μαρτίου κάνω αρχή με ένα «ινδικό» δίπτυχο (Αίθουσα «Παύλος Ζάννας») από το Αφιέρωμα «Μια Συναρπαστική Διαδρομή» για τα 15 χρόνια του Φεστιβάλ: στο «Μωρά ‘made in India’» των Στεφανί Λεμπρέν και Φιλίπ Λεβασέρ (Ινδία, 2009) άτεκνα ζευγάρια απ' ολο τον κόσμο έρχονται στην Ινδία για να «αγοράσουν» φτηνά μωρά με τη μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης και της παρένθετης φτωχής ινδής μάνας η οποία έτσι εξασφαλίζει ένα ποσό, με τα ινδικά μέτρα, σεβαστό για το μέλλον της. Καυτό θέμα, χειρισμός σεμνά τηλεοπτικός.

«Το κινητό σινεμά των ονείρων» του  Αντρέι Φίντικ (Πολωνία/Γερμανία/Γαλλία, 1998), πιο ερεθιστικό αν και πιο άτεχνο. Το πλανόδιο σινεμά του κ. Μπατού _ ο περιοδεύων κινηματογράφος στην Ελλάδα εξαφανίστηκε γύρω στη δεκαετία του ’60 _, με τον απίθανο, σπιθαμιαίο ηλικιωμένο βοηθό του, τον Μαμά, τριγυρνάει στην ινδική ύπαιθρο δείχνοντας μπολιγουντιανές b movies. Όταν, όμως, επιχειρεί να εμφανιστεί σε φυλή που δεν έχει καν πάρει ακόμα πρέφα τι εστί σινεμά, τα μέλη της το παρακολουθούν μεν ψύχραιμα αλλά στο σπαρταριστό φινάλε _ μακράν του ευρωπαϊκού «Σινεμά ο Παράδεισος»… _ αφοπλιστικά συμβουλεύουν τον «επιχειρηματία»: «Δεν χρειάζεται να μας ξανάρθετε»!

Το βράδυ η σεμνή τελετή έναρξης στο «Ολύμπιον»: μια καλόηχη μπάντα διασχίζει σκηνή και αίθουσα, το λογύδριο του διευθυντή _ και ιδρυτή του Φεστιβάλ _ Δημήτρη Εϊπίδη, οι ασημαντολογίες της Διευθύντριας του υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού Ζωής  Καζαζάκη η οποία και ένα ανάλογης τιποτολογίας μήνυμα του αναπληρωτή υπουργού ΠΑΙΘΠΑ Κώστα Τζαβάρα διαβάζει και η αμεσότητα και το χιούμορ του δήμαρχου της Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη, προέδρου του Δ.Σ. του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.


Η ταινία που επιλέχτηκε για τη βραδιά: «Πρώτη θέση» (που θα μπορούσε να μεταφραστεί και ως «Πρώτη ποζισιόν») της Μπες Κάργκμαν (ΗΠΑ), με θέμα τα παρασκήνια του διεθνούς διαγωνισμού μπαλέτου Γκραν Πρι Νεολαίας της Αμερικής. Θα μπορούσε να είναι η κινηματογράφηση ενός τηλεοπτικού ύφους τάλεντ σόου αλλά δεν είναι. Η Κάργκμαν, χωρίς μεγάλες κινηματογραφικές φιλοδοξίες αλλά με φακό διεισδυτικό _ με χιούμορ, επίσης, και με συγκίνηση σε σωστές δόσεις _, ακολουθεί ορισμένους υποψήφιους στα σπίτια τους, στην προετοιμασία, στις πρόβες, στο διαγωνισμό… περνώντας ένα δεύτερο, ενδιαφέρον επίπεδο. Με καθηλώνει με τρόπο ευχάριστο.

Σάββατο 16 και πρώτη ταινία «Αδέσποτα, στην καρδιά της Αθήνας» του Ηλία Χωραφά (Ελλάδα/Γαλλία, Πρόγραμμα «Όψεις του Κόσμου»), παραγωγή του _ υπερπροστατευτικού _ πατέρα του, Γιώργου Χωραφά (στην κρύα _ κι έχει πιάσει πολύ κρύο… _ Αίθουσα «Φρίντα Λιάππα», βλάβη στη θέρμανση): καλές, καθαρές προθέσεις, τρυφερότητα, ευγένεια, γλυκύτατα αδέσποτα σκυλιά και γατιά, φιλόζωοι που τα φροντίζουν ή διαμαρτύρονται πως οργανώθηκε πογκρόμ εναντίον των αδέσποτων πριν από τους Ολυμπιακούς της Αθήνας, οι αρμόδιοι του Δήμου που το αρνούνται και εμφανίζονται πολύ συγκροτημένοι αλλά λείπουν εντελώς οι απόψεις των εχθρών των αδέσποτων, επομένως και η ισορροπία.

Οι δύο επόμενες στην Αίθουσα «Σταύρος Τορνές». Στο «Ευρώπη – παγίδα» η Ισπανίδα _ Καταλανή _ Άννα Τζιράλτ Γκρις (Ισπανία/Ελλάδα, Πρόγραμμα «Ανθρώπινα Δικαιώματα») η οποία διαμένει στην Ελλάδα ακολουθεί την Ζάκερε, μια Αφγανή πρόσφυγα που ζει πια κοντά στην Βαρκελώνη, εργάζεται σαν καθαρίστρια και το όνειρό της είναι να βρεθεί κοντά της ο γιος της που είχε συλληφθεί ως παράνομος και είναι καθηλωμένος στην Αθήνα. Αλλά, όταν ο Ομίντ, τελικά, τα καταφέρει και σμίξουν, η ζωή τους δεν θα βελτιωθεί. Ένα ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ που δεν απογειώνεται πάντως. Και που δεν με έπεισε για την αλήθεια του.


Ούτε το «Λιβ και Ίνγκμαρ» του Ντιράτζ Ακολκάρ (Νορβηγία, Πρόγραμμα «Πορτρέτα: Ανθρώπινες Διαδρομές») αποτελεί ίσως κινηματογραφικό επίτευγμα. Ενώ δεν αποφεύγει την αγιοποίηση της Λιβ Ούλμαν, της νορβηγίδας πρωταγωνίστριας, συντρόφου για μια πεντετία του μεγαλύτερού της κατά είκοσι χρόνια  Ίνγκμαρ Μπέργκμαν με τον οποίο έκανε δώδεκα ταινίες και μάνας μιας κόρης του _ ενός απ’ τα εννιά παιδιά του σουηδού σκηνοθέτη. Όμως ο τρόπος που ο ινδός σκηνοθέτης περιγράφει τη σχέση αυτή μοντάροντας μια μεγάλη συνέντευξη της Ούλμαν με αποσπάσματα από την αυτοβιογραφία της «Αλλάζοντας», που η ίδια ακούγεται να διαβάζει, και με αποσπάσματα από ταινίες του Μπέργκμαν με την Όύλμαν πρωταγωνίστρια και συσχετίζοντας έτσι τη ζωή και τον έρωτά τους με την τέχνη του ανεπανάληπτου, κορυφαίου Μπέργκμαν, καθηλώνει. 
Επιπλέον η ταινία έχει το μέγιστο ατού της παρουσίας της ίδιας της Ούλμαν. Απλή, με το πρόσωπο αφημένο στις φθορές του χρόνου, χωρίς πλαστικές επεμβάσεις _ γι αυτό και τόσο όμορφη στα 74 της χρόνια _, γλυκύτατη, με μια ηρεμία που σε γαληνεύει, αφοπλιστικά ειλικρινής _ έτσι φαίνεται τουλάχιστον _, χωρίς να αποκρύπτει τις δύσκολες, ακόμη και βίαιες στιγμές της σχέσης αυτής _ που, αν και χώρισαν, σύντομα αποδείχτηκε πως δεν ήταν περιστασιακή σχέση αλλά σχέση ζωής η οποία εξελίχθηκε σε φιλία _, η Λιβ Ούλμαν, έχοντας αποδείξει, με τις ερμηνείες της αλλά και με τις ταινίες τις οποίες σκηνοθέτησε η ίδια, πως η βαριά σκιά του Μπέργκμαν δεν ευνούχισε την προσωπικότητά της, σε γοητεύει. Και κάνει το ντοκιμαντέρ αυτό ιδιαίτερα ελκυστικό _ ελπίζω κάποιος από τους διανομείς μας να το έχει αγοράσει, νομίζω πως μπορεί να τραβήξει κόσμο.

Το δεύτερο φεστιβαλικό διήμερό μου, στο επόμενο.

March 21, 2013

Μακμπέθ ο Αιμίλιος Χειλάκης


Το Τέταρτο Κουδούνι / 21 Μαρτίου 2013

Τώρα, αυτό το «λυπάμαι τον λαό της Κύπρου» που είπε, λέει, ο εξοχότατος υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας κ. Βόφγκανγκ Σόιμπλε εμένα γιατί μου θύμισε εκείνο το «πτωχοί άνθρωποι!» της Μαντάμ Σουσούς;

Όλος ο κόσμος, μια σκηνή… 




Ο Αιμίλιος Χειλάκης θα ’ναι ο επόμενος Μακμπέθ της ελληνικής σκηνής. Σκηνοθέτης ο Τσέζαρις Γκραουζίνις με τον οποίο ήδη συνεργάστηκαν το περασμένο καλοκαίρι _ εξαιρετικά τα αποτελέσματα _ στον «Οιδίποδα τύραννο» του Σοφοκλή. Η τραγωδία του Σέξπιρ θ’ ανεβεί τον επόμενο χειμώνα σε καινούργια μετάφραση του ποιητή Διονύση Καψάλη και με την Αθηνά Μαξίμου στο ρόλο της Λαίδης Μακμπέθ σε θέατρο οι διαπραγματεύσεις με το οποίο δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμα.
Στα σχέδια του Αιμίλιου Χειλάκη, ν' ανακοινώσει ρεπερτόριο διετίας. Προς το παρόν, πάντως, έχει αποφασιστεί πως τα Δευτερότριτα, παράλληλα προς τον «Μακμπέθ», θα επαναληφθεί ο «Οιδίπους τύραννος» σ' εκδοχή για κλειστό θέατρο.
Ο «Μακμπέθ» στην ελληνική σκηνή έχει παρουσιαστεί για τελευταία φορά την περασμένη σεζόν 2011 – 2012 στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου με τον Αργύρη Ξάφη στον επώνυμο ρόλο και Λαίδη την Άννα Μάσχα. 







Με την ευκαιρία, μια και μίλησα τις δυο προηγούμενες Πέμπτες για Ούνκοφσκι και για τα ημέτερα «Κλεμμένα όνειρα» που προβάλλονται στην πουΓουΔουΜου μεταγλωττισμένα στα πουΓουΔουΜουτικά και για Σκόπια, να γράψω πέντε λόγια και για τα έργα και τις ημέρες της κυβέρνησης Γκρούεφσκι. 
Ανεβαίνω στα Σκόπια τα τελευταία δυο χρόνια τακτικά. Και παρακολουθώ, ως ψύχραιμος εξωτερικός παρατηρητής, την πόλη να καταστρέφεται συστηματικά. Εν ονόματι ενός κάποιου μεγαλομανούς _ και ηλίθιου, όπως κάθε τι το μεγαλομανές _, ψηφοθηρικής σκοπιμότητος, «Σχεδίου Σκόπια 2014». Με _ τραγικής αισθητικής _ δημόσια κτίρια που ανεγείρονται, με τερατώδη, μνημειωδών διαστάσεων αγάλματα _ Μεγαλέξαντροι, και Βουκεφάλες, και Φίλιπποι, και Ολυμπιάδες, και… χρυσελεφάντινοι Προμηθείς με βρακί (που οι… λαϊκές δοξασίες λένε ότι του το προσθέσανε, του γυμνού του Προμηθέα, γιατί σοκαρίστηκε η πεθερά του Γκρούεφσκι), και Ιουστινιανοί, και Κύριλλοι και Μεθόδιοι, και μητέρες Τερέζες και τσάροι Σαμουήλ _ που όλο και ξεπηδάνε και κατακυριεύουν ξέφωτα και πλατείες και τρίστρατα και σκαρφαλώνουν στα κρηπιδώματα των νέων κτιρίων _ έως και Τσόρτσιλ πήρε το μάτι μου στο νεότευκτο υπουργείο Εξωτερικών, ο Χριστός! _, με εξαφάνιση της μεγάλης κεντρικής πλατείας Μακεδονία που την έχουν φισκάρει με αγάλματα και τώρα τη στραγγαλίζουν σκανδαλωδώς μ’ ένα τεράστιο ξενοδοχείο το οποίο τη διεμβολίζει χωρίς καμιά ανάσα απ’ τα διπλανά του κτίρια, με «αναμορφώσεις» - φερετζέδες προσόψεων, μ’ ένα «Memorial House» Μητέρα Τερέζα που λες «μα ΠΟΙΟΣ το ’φτιαξε αυτό;», με κόψιμο δέντρων, μ’ εστιατόρια / καράβια που χτίζονται μέσα στον Αξιό / Βαρντάρ, με «γλυπτούς» κύβους ριγμένους μέσα στα νερά του, με… πλαζ α λα παριζιέν στην όχθη του, με γέφυρες _ μεταξύ των οποίων μια μνημειώδους, μα μνημειώδους κιτς Γέφυρα της Τέχνης ή κάπως έτσι _ οι οποίες εξαφανίζουν την περίφημη, ιστορική Πέτρινη Γέφυρα της πόλης, έως και με Αψίδα Θριάμβου _ ποιου Θριάμβου; Δεν κατάλαβα. Του Γκρούεφσκι; _, με…, με…

Αλλεπάλληλα τα σοκ για τον επισκέπτη. Αν δεν έσκαγα στα γέλια κάθε τόσο, εμβρόντητος μπροστά στη μαρμαρόσκονη και στα χρυσάφια και στους μπρούντζους _ ένα τσίρκουλο, μια Ντίσνεϊλαντ, Το Βασίλειο του Κιτς! _, θα ’βαζα τα κλάματα. Δηλαδή, έλεος!

Και κάθε φορά φεύγω με την απορία: κανένας, μα κανένας δε μιλάει, κανένας _ σε ντόπιο ή σε διεθνές επίπεδο _ δεν ξεσηκώνεται; Κι ύστερα σκύβω το κεφάλι και σκέφτομαι: «Καλά, πόσοι ξεσηκώθηκαν για την Αθήνα του Καραμανλή του ’60;» Και το βουλώνω.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…


Τα ’λεγα εγώ... _ αφορμή οι λαχτάρες που τράβηξε φέτος το Εθνικό και στο «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας» και στα «Κόκκινα φανάρια» με τις αρρώστιες των ηθοποιών και τις εκ των ενόντων, από ηθοποιούς – πυροσβέστες με το κείμενο στο χέρι…, αντικαταστάσεις ή τις μη αντικαταστάσεις και τις ματαιώσεις παραστάσεων. Πως ένα Θέατρο που σέβεται τον εαυτό του και δη κρατικό οφείλει να ’χει έτοιμη, για ώρα ανάγκης, και δεύτερη διανομή στους βασικούς ρόλους. Κάποιοι αναγνώστες, μάλιστα, αγνοώντας προφανώς πως αυτό συμβαίνει σε όλα τα μεγάλα Θέατρα του εξωτερικού, απόρησαν έως και ειρωνεύτηκαν…

Ιδού, όμως, που έφτασε κι η ώρα της Μεγάλης Λαχτάρας. Αρρώστησε, παραμονές πρεμιέρας για το «Vitrioli» του Γιάννη Μαυριτσάκη ο νεαρός πρωταγωνιστής της παράστασης Δημήτρης Μοθωναίος. Μας αναγγέλλουν, λοιπόν, πως η πρεμιέρα που θα γινόταν την περασμένη Παρασκευή αναβάλλεται και πως ματαιώνονται επίσης οι παραστάσεις του Σαββατοκύριακού. Κι απανωτά πως δε θα περιμένουν τον ασθενή αλλά τον αντικαθιστούν με τον ακόμη νεότερο Χάρη Τζωρτζάκη. Και πως η πρεμιέρα θα γίνει _ που έγινε _ χτες. 

Με πολλά ερωτηματικά και απορίες έχω μείνει. Απ’ ό,τι κατάλαβα η ασθένεια του Δημήτρη Μοθωναίου δεν είναι ευτυχώς _ κάτι ανεπανόρθωτο. Ήταν δεοντολογική κίνηση η αντικατάστασή του; Δείχνει ευαισθησία; Εγώ, λιγάκι ντράπηκα όταν το διάβασα. Και το βρήκα, τουλάχιστον, αναλγησία _ ο ηθοποιός, ο γελοία αμειβόμενος, ο συχνότατα, ανασφάλιστος (και δε μιλώ για το Εθνικό), ο ακόμα συχνότερα άνεργος, ο ηθοποιός ο πάντα ριγμένος, που οι πάντες τον εκμεταλλεύονται και με την πρώτη ευκαιρία θα τον κοροϊδέψουν, ο ηθοποιός που πολύ εύκολα του τρώνε, με διάφορες δικαιολογίες, αυτά, τα ελάχιστα συνήθως, λεφτά που του ’ταξαν, ο ηθοποιός, ο άνευ πλέον προστασίας από συλλογική σύμβαση, έρμαιο του οποιουδήποτε παραγωγού, ο ηθοποιός των συχνότατα στημένων ακροάσεων, γι’ άλλη μια φορά αποδεικνύεται περίτρανα πως αποτελεί τον τελευταίο τροχό της αμάξης.
Ο γάλλος σκηνοθέτης της παράστασης Ολιβιέ Πι ήταν, λέει, αδύνατον να περιμένει διότι είχε ανειλημμένες υποχρεώσεις στην Γαλλία αμέσως μετά την εδώ πρεμιέρα του. Ε, αφού ήταν τόσο στριμωγμένα τα πράγματα _ για να ’ρθουμε και στα λόγια μου _ και το ’ξεραν, γιατί τότε δεν προνόησαν για ντουμπλίρ; Και, τρίτον, είναι δυνατόν ένας νέος και άπειρος ηθοποιός, ο οποίος δε συμμετείχε καν στη διανομή ώστε να ’ναι στο πνεύμα της σκηνοθεσίας, να κάνει αντικατάσταση με τέσσερις μόνο μέρες δοκιμών; Είναι σοβαρή και υπεύθυνη η απόφαση αυτή; Ή, απλώς, πρόκειται για κίνηση απόγνωσης; Και θυσίας σε βωμούς σκοπιμοτήτων;  







Κι αυτός, πάλι, ο καινούργιος ο Πάπας… Τι γκάφα! Να βγαίνει και να δηλώνει «Ο ρόλος μου είναι να προσφέρω την αγκαλιά μου στους γυμνούς»; Μιλούν, Αγιότατε μου, για σκοινί στο σπίτι του κρεμασμένου; Είναι που πρόκειται για Πάπα καινούργιο κι απονήρευτο; Ή, όταν γίνονταν αυτά που γίνονταν και γίνονται στα… καμαρίνια των καθολικών παρεκκλησίων με τα παιδάκια, η Αυτού Αγιότης μελετούσε και δεν είχε πάρει είδηση για τα παιδεραστικά τεκταινόμενα _ σαν τον Μακαριστό μας επί χούντας για την χούντα;
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

March 18, 2013

Όταν το ντοκιμαντέρ αλώνει το θέατρο


Κι αν χρωστάει ο κινηματογράφος στο θέατρο! Απ’ τη γέννησή του, το θέατρο ήταν ανάμεσα στις βασικές πηγές από τις οποίες το σινεμά άντλησε: θέματα, ιστορίες, έργα θεατρικά που τα μεταποίησε σε ταινίες, ηθοποιούς _ που άργησαν να μάθουν τη διαφορά της υποκριτικής ανάμεσα στις δύο τέχνες… Ακόμα και σήμερα δεν είναι λίγα τα έργα που από τη σκηνή παίρνουν το δρόμο της οθόνης _ στο αμερικάνικο θέατρο ειδικά γράφονταν από την εποχή του Τένεσι Γουίλιαμς και γράφονται έως και σήμερα έργα από συγγραφείς που κρυφοκοιτάζουν προς το σινεμά: τα έργα τους να γίνουν ταινίες, να αποκτήσουν τη δημοσιότητα που δύσκολο είναι να την αποκτήσουν από τη σκηνή και να τους προσπορίσουν κέρδη πολλαπλάσια. Ο κινηματογράφος φιξιόν, άλλωστε, σχεδόν ποτέ δεν αφήνει ανεκμετάλλευτες τις θεατρικές επιτυχίες _ από πρόζα μέχρι μιούζικαλ. Ακόμα περισσότερο το ντοκιμαντέρ που συχνά - πυκνά τα αντικείμενά του προέρχονται από το θέατρο _ ένα, ελληνικό μάλιστα, δείγμα συμμετέχει στο φετινό Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης: «Ες αύριον τα σπουδαία – Πορτρέτα του αύριο: Δημήτρης Καρατζάς» της Κλεώνης Φλέσσα, με θέμα του τον νεαρό σκηνοθέτη του θεάτρου μας.

Κάποια στιγμή όμως έφτασε και η ώρα του αντίδωρου. Το θέατρο, που έχει χάσει πια τον δραματουργικό πλούτο που το έτρεφε και που, επίσης, οι δομές του έχουν ριζικά αλλάξει, στρέφεται τα τελευταία χρόνια προς τον κινηματογράφο. Σε μόδα τείνει να εξελιχθεί η μεταποίηση _ αν και δύσκολα κρίνεται ως επιτυχής… _ σεναρίων για το θέατρο. Με τη σειρά του το θέατρο πια  προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τη φήμη των ταινιών _ περισσότερο τους τίτλους που έκαναν σουξέ παρά την ουσία τους.

Ελάτε, όμως, που άρχισε να παίρνει μαθήματα, όσο απίθανο και αν ακούγεται, και από τον τρόπο των ταινιών τεκμηρίωσης… Ναι, το θέατρο – ντοκιμαντέρ είναι πραγματικότητα! Δεν πρόκειται για παρθενογένεση, βέβαια. Τη δεκαετία του ’60 από την μεταπολεμική Γερμανία _ την τότε Ομοσπονδιακή (Δυτική) _ ξεπήδησε (αντλώντας με τη σειρά του από το αμερικάνικο αριστερό θέατρο του Μεσοπολέμου _ το οποίο είχε και έχει ακόμα διαδόχους στις ΗΠΑ _ και τον Έρβιν Πισκάτορ, που κι εκείνοι άντλησαν από το πρώτο μετεπαναστατικό σοβιετικό θέατρο) το Θέατρο- Ντοκουμέντο  σηματοδοτώντας «την πρώτη μεταπολεμική διεθνή αναγνώριση της (γερμανικής) δραματουργίας», όπως σημειώνει η θεατρολόγος, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Λίλα Μαράκα. Έργα, από τον «Αντιπρόσωπο» του Ρολφ Χόχουτ και την «Δολοφονία του Μαρά», την «Ανάκριση», το «Άσμα για το σκιάχτρο της Λουζιτανίας» και τον «Τρότσκι στην εξορία» του Πέτερ Βάις μέχρι τον «Φάκελλο Όπενχάιμερ» του Χάιναρ Κίπχαρντ και τον «Τόλερ» του Τάνκρεντ Ντορστ, χρησιμοποιούν αυτούσια ντοκουμέντα ή αντλούν από ντοκουμέντα δίνοντας ένα καθαρό και σαφές στίγμα πολιτικού θεάτρου.

Η επίδραση του είδους έφτασε και στην Ελλάδα. Τα εκδομένα αλλά άπαιχτα «Η δίκη των εξ» του Βασίλη Βασιλικού και «Υπόθεση Κ.Κ.» του Γιώργου Σκούρτη ή τα παιγμένα  «Η δίκη των έξη» του Γιώργου Μιχαηλίδη, «Οι φιλοξενούμενοι» του Πέτρου Μάρκαρη ή «Η απεργία» του Γιώργου Σκούρτη στο είδος αυτό κατατάσσονται. Αλλά όλα αυτά τα έργα, αν και επιδιώκουν τη ρήξη με το παραδοσιακό θέατρο δεν αποστασιοποιούνται εντελώς: έχουν ρόλους. Που πρέπει να παιχτούν _ και παίζονται _ από ηθοποιούς. Έστω από ερασιτέχνες ηθοποιούς.

Το νέο κύμα του Θεάτρου – Ντοκουμέντου που ίσως θα έπρεπε πια να το ονομάσουμε Θέατρο – Ντοκιμαντέρ ξεπήδησε από την Γερμανία και πάλι. Εδώ όμως δεν υπάρχουν ρόλοι. Ούτε ηθοποιοί _ ή οι ηθοποιοί έχουν μόνο υποστηρικτική παρουσία. Η ομάδα «Rimini Protokoll» ήταν η πρώτη που έφερε στη σκηνή απλούς πολίτες να μιλήσουν για το θέμα που έχει επιλέξει και το οποίο αφορά, έχει απασχολήσει ή απασχολεί τα άτομα αυτά. Τους οργανώνει επί σκηνής, κάνει δοκιμές μαζί τους, φορμάρει τις μαρτυρίες τους και, σαν ένα ντοκιμαντέρ, η παράσταση «προβάλλεται» στο κοινό.

Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός μάς τους έφερε πρώτος στην Ελλάδα. Το 2004. Το «Hot Spots – Ήμουν εδώ» που παρουσίασαν στην Αθήνα, στο «Θησείον», θέμα του είχε αφενός τον τουρισμό ως μαζική κουλτούρα, αφετέρου τον πόλεμο. Μία ξεναγός κι ένας φύλακας αρχαιολογικού χώρου ήταν μεταξύ των «ηρώων» της.

Τον Φεβρουάριο του 2009 ξανάρθαν _ στο «Bios». Στο «Call Cutta in a Box» οι θεατές απομονώνονταν ο καθένας ξεχωριστά σ’ ένα χώρο και μιλούσαν στο τηλέφωνο με κάποιον που βρισκόταν στην Καλκούτα, ο οποίος τους συνέδεε με τη γύρω τους πραγματικότητα.

Τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου οι «Rimini Protokoll» έφτασαν για πρώτη φορά στην Θεσσαλονίκη. Για να παραλάβουν το Ευρωπαϊκό Βραβείο «Νεες Θεατρικές Πραγματικότητες» στο πλαίσιο της οργάνωσης του 12ου Ευρωπαϊκού Βραβείου Θεάτρου που οργανώθηκε στην πόλη. Στο «Mnemopark» τους που έδειξαν, ανάμεσα από τρενάκια ηλεκτροκίνητα που διέτρεχαν το μινιμαλιστικό σκηνικό τους, αγρότες μιλούσαν για τη γη και τη δουλειά που δεν μπορούν να κάνουν πια.

Tο καλοκαίρι του 2009 στο «Radio Muezzin», που είδαμε χάρη στο Φεστιβάλ Αθηνών, τέσσερις μουεζίνηδες από το Κάιρο ανασυνέθεταν στη σκηνή την καθημερινότητά τους λίγο προτού παραχωρήσουν τη θέση τους στον έναν και μόνο μουεζίνη του οποίου το κάλεσμα και η προσευχή θα μεταδίδονταν πια ηχογραφημένα, μέσω ραδιοφώνου, στα 30.000 κυβερνητικά τζαμιά της αιγυπτιακής πρωτεύουσας.

Στο Φεστιβάλ Αθηνών θα συμμετάσχουν και το 2011. Στην ειδικά για το Φεστιβάλ στημένη στο Ηρώδειο παράσταση «Ο Προμηθέας στην Αθήνα» συγκέντρωσαν στη σκηνή 100 κάτοικους της Αθήνας που κλήθηκαν να βρουν σημεία επαφής με το κείμενο και τους ήρωες του Αισχύλου. Όταν ανάμεσά τους ακούστηκε ηχογραφημένη και η φωνή της Κωνσταντίνα Κούνεβα, της μετανάστριας από την Βουλγαρία που δούλευε εδώ ως καθαρίστρια και της πέταξαν βιτριόλι γιατί συνδικαλίστηκε, το θέατρο – ντοκουμέντο πήρε άλλες διαστάσεις _ οικουμενικές.

Στην Ελλάδα προς την κατεύθυνση αυτή δουλεύουν ο Ανέστης Αζάς και ο Πρόδρομος Τσινικόρης. Με το «Ταξίδι με τρένο» που παρουσίασαν στο Φεστιβάλ Αθηνών του 2011 έθεσαν, με συγκλονιστικά αποτελέσματα, τον τύπο επί των ήλων της καταστροφικής για τους σιδηροδρόμους κρατικής πολιτικής που ασκήθηκε επί δεκαετίες στην Ελλάδα.

Στην Μικρή Επίδαυρο και στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επιδαύρου 2012 παρουσίασαν μια ακόμη παράσταση - ντοκιμαντέρ για το θεσμό των Επιδαυρίων και την ιστορία του: «Επίδαυρος - Ένα  ντοκιμαντέρ».

Για να επανέλθουν πρόσφατα στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση με το «Τηλέμαχος - Should I Stay or Should I Go?». Θέμα τους, η μετανάστευση. Ενώ με ανάλογες αναφορές στη μετανάστευση αλλά πιο αυτοβιογραφικός ήταν «Ο χορός της μοναχικής καρδιάς» που ανέβασε ο Ακύλλας Καραζήσης για το Εθνικό Θέατρο το 2009.

Το ντοκιμαντέρ έχει αλώσει πια και το θέατρο.



* Μια συνεπτυγμένη, για λόγους χώρου, εκδοχή του κειμένου δημοσιεύεται στο «Πρώτο Πλάνο», την εφημερίδα του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ειδική έκδοση για το 15ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (Νο 270, 17/3/2013).

March 14, 2013

Πήραν τα Σκόπια, πήραντα: όνειρα, αλλά κλεμμένα…




Το Τέταρτο Κουδούνι / 14 Μαρτίου 2013

Αχ, πηγαίνετε να τη δείτε! Την Ελένη Καστάνη. Στο «Θέατρο Τέχνης» της Φρυνίχου. Στο μετασχηματισμένο σε μονόλογο μυθιστόρημα «Σουέλ» της Ιωάννας Καρυστιάνη. Σκηνοθετημένη απ’ τον Χρήστο Παληγιαννόπουλο η Ελένη Καστάνη αφήνει κατά μέρος _ δεν είναι η πρώτη φορά _ την εξαίρετη κωμικό που είναι, αφήνει κατά μέρος το φιζίκ της που είναι απ’ τα ατού της στην κωμωδία και γίνεται _ ναι, γίνεται _ η Λίτσα, η μεσόκοπη πρώην κομμώτρια, η ερωτικά ταμένη για πάντα σ’ αυτόν τον παντρεμένο και με οικογένεια καπετάνιο της που έζησε μαζί του ως παράνομη γκόμενα μερικές δυνατές στιγμές πριν εκείνος την «ξεχάσει» και πάψει ν’ απαντά στα γράμματά της.
Η Ελένη Καστάνη βιώνει μ’ όλη της την ψυχή κι όλο της το κορμί το ρόλο αυτό. Δεξιοτεχνικά. Και με τρόπο αφοπλιστικά συγκινητικό. Ολ’ αυτά τα χρόνια που είναι στη σκηνή το τάλαντό της είναι διαπιστωμένο. Έχει παίξει, όμως, σ' αρκετά φτηνά έργα. Και μερικές φορές οδηγήθηκε να παίξει φτηνά κι έπαιξε φτηνά. Με τον συγκεκριμένο ρόλο ξεπλένει αυτό το παρελθόν και αναβαπτίζεται. Θέλω να πιστεύω πως η Λίτσα της μπορεί να γίνει η αφετηρία να δει πια τα πράγματα στο θέατρο διαφορετικά. 



Επιτέλους! Πήραμαν τα Σκόπια, πήραμάν τα. Η γειτονική χώρα, η επονομαζόμένη πουΓουΔουΜου, αυτό το βδελυρό «κρατικό μόρφωμα των Σκοπίων», αλώθηκε! Απ’ την Ελλάδα μας με την τρισχιλιετή ιστορία (ή μπας κι είναι περισσότερη;). Κι όταν εννοώ άλωση, εννοώ πολιτιστική άλωση: στο πουΓουΔουΜιανό Kανάλι 5 προβάλλονται καθημερινά _ μεταγλωτισμένα _, σε άμιλλα ευγενή προς τα κατά δεκάδες σχετικά τούρκικα, και τα δικά μας «Κλεμμένα όνειρα» του Mega TV. Η πολιτική Σαμαρά επιτέλους δικαιώνεται. Θα φάνε την _ πολιτιστική _ σκόνη μας! Οι γυφτοσκοπιανοί! 
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…



Άααι, άι, άι, άι, άι… «Η Ελληνική Θεαμάτων επιδιώκοντας να συμβάλλει στην αύξηση της αγοραστικής δυνατότητας των θεατών καθιερώνει νέα μειωμένη τιμή εισιτηρίου από την Παρασκευή 15 Μαρτίου και για όλες τις Παρασκευές στα θέατρα ‘Αποθήκη’, ‘Μικρό Παλλάς’ και ‘Πειραιώς 131’». Επαινετό. Αλλά με αφάνισε η περίτεχνη διατύπωση με την οποία δικαιολογείται το φιλολαϊκό αυτό μέτρο στο δελτίο Τύπου που μου στείλανε. Και μου δημιούργησε επιπλέον και μια απορία: γιατί, επιδιώκοντας να συμβάλλουν στην αύξηση της αγοραστικής δυνατότητας των θεατών, δεν καθιέρωσαν για τις Παρασκευές νέα μειωμένη τιμή εισιτηρίου και στ’ άλλα θέατρα τους _ «Λαμπέτη», «Αλίκη», «Κιβωτός» κλπ; Σ’ αυτά, δηλαδή, που δουλεύουν πολύ. 




Ορμητική η σκηνοθετική παρουσία της Ελένης Σκότη φέτος στα θεατρικά πράγματα. Μετά το «Κίεβο» του Σέρχιο Μπλάνκο στο «Επί Κολωνώ» της και το «Κράμερ εναντίον Κράμερ στο «Εμπορικόν», μόλις ανέβασε, στο «Εμπορικόν» επίσης, την «Ολεάνα» του Ντέιβιντ Μάμετ με εκλεκτό δίδυμο: Δημήτρη Καταλειφό και Λουκία Μιχαλοπούλου _ θεατρικά έχουν ήδη συναντηθεί, ως σκηνοθέτης εκείνος, ως ηθοποιός εκείνη, με τον Στάθη Μαντζώρο πλάι της, στις συναρπαστικές «Λευκές νύχτες» απ’ τον Ντοστογιέφσκι που παίχτηκαν δυο σεζόν στην Β΄ Σκηνή του θεάτρου «Οδού Κεφαλληνίας». Εξαιρετική η δουλειά της σκηνοθέτριας στα δυο πρώτα _ και στα δυο σε συνεργασία με τη μαθήτριά της Δάφνη Λαρούνη. Ελπίζω να τριτώσει _ δεν είδα ακόμα την «Ολεάνα». 





Δείτε στο «Τόπος Αλλού» το μονόλογο «Κόλχάας» απ’ το διήγημα «Μιχαήλ Κόλχάας» του Χάινριχ φον Κλάιστ. Εκτός απ’ το ότι το συγκλονιστικό αυτό κείμενο για την Κοινωνική Αδικία (με κεφαλαία τα αρχικά…) είναι σα σημερινό _ εκεί και τότε σαν εδώ και τώρα… _, η ερμηνεία του Νίκου Αλεξίου, που υπογράφει επίσης μετάφραση, δραματουργική προσαρμογή και σκηνοθεσία, είναι εξίσου συγκλονιστική _ η σημαντικότερη στην καριέρα του.



Ωωωωχ… «Μίκης Θεοδωράκης. Again! ‘Ποιος τη ζωή μου…’»: μια «μουσική παράσταση» στο «Badminton». Επέρχεται τον Μάιο. Νοιώθω πως θα πάω από overdose Μίκη…




Απ’ τις 27 Οκτωβρίου του 2011, που σας είχα γράψει στο «Τέταρτο Κουδούνι» πως το _ καινούργιο _ έργο του Θανάση Τριαρίδη «La Ultima Noche ή Οι καρχαρίες» θ’ ανέβαινε τον Ιανουάριο (του ’12) στο «Αργώ Studio» με Λαέρτη Βασιλείου και Βίκυ Παπαδοπούλου σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Γιαμλόγλου, πολλά συνέβησαν κι ήρθαν τα πάνω κάτω. 

Πάντως το έργο, τελικά, ανέβηκε. Στις 18 Φεβρουαρίου (του ’13) _ προ ολίγων ημερών, ένα χρόνο μετά. Και στο θέατρο «ΠΚ» _ εδώ, στη γειτονιά μου, τον Νέο Κόσμο. Σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Γιαμλόγλου μεν αλλά με Μυρτώ Αλικάκη και Λεωνίδα Κακούρη _ πολύ καλοί ηθοποιοί κι οι δυο τους. Δεν ξέρω για το αποτέλεσμα ακόμα. Αλλά θα πάω να τη δω την παράσταση. 
Σημειώστε, πάντως _ και μην μπερδευτείτε _, πως άλλο ένα έργο του Θανάση Τριαρίδη παίζεται αυτόν τον καιρό παράλληλα στην Αθήνα _ ανέβηκε μάλιστα πρώτο, τον Ιανουάριο: «Historia de un amor ή Τα μυρμήγκια». Στο «Olvio», μ’ άλλους δυο καλούς ηθοποιούς _ την Πέμη Ζούνη και τον Κώστα Φιλίππογλου. Οι οποίοι μάλιστα συν-σκηνοθέτησαν την παράσταση. Καλή ευκαιρία για μια σφαιρική γνωριμία με το έργο του συγγραφέα που πρωτοδοκιμάζεται στο θέατρο. Εγώ, πάντως, θα πάω. Κι εκεί. 



Είναι πάνω από βδομάδα. Που δεν έχει έρθει απ’ το ΚΘΒΕ ούτε επιστολή, ούτε διακήρυξη, ούτε προκήρυξη, ούτε διάγγελμα, ούτε πολεμικό ανακοινωθέν ούτε καν απειλητικό και με προσωπικούς τόνους δελτίο Τύπου _ μόνον για θέματα καλλιτεχνικά ήρθαν. Ούτε έχω διαβάσει συνέντευξη των Κεφαλών του με σκοτεινά υπονοούμενα και με επιστολή, που απαντάει και «ξεμπροστιάζει», να ακολουθεί τη συνέντευξη. Άκρα του τάφου σιωπή. Αυτή η ησυχία με ανησυχεί… Τι τάχα να προμηνάει; Σύγνεφο, καταχνιά;

March 7, 2013

Θριαμβευτικά επιστρέφει ο Ούνκοφσκι



Το Τέταρτο Κουδούνι / 7 Μαρτίου 2013

Τον είχανε στο μούσκιο _ στα αζήτητα. Στην πατρίδα του, στην υφ’ ημών επονομαζομένην «πουΓουΔουΜου». Όλα τα Θέατρα εκεί, βλέπετε, είναι κρατικά. Κι ο Σλόμπονταν Ούνκοφσκι _ θα τον θυμάστε απ’ την «Τέταρτη αδελφή» και τον «Βασιλιά Λιρ» στο Εθνικό μας ή απ’ τον «Ορέστη με το ΚΘΒΕ στην Επίδαυρο _ δεν κάνει τεμενάδες _ το αντίθετο, τα λέει έξω απ’ τα δόντια _ στο νυν καθεστώς Γκρούεφσκι, που δεν είναι κι ό,τι δημοκρατικότερο… Έτσι χρειάστηκαν εφτά ολόκληρα χρόνια για να επιστρέψει στο Μακεδονικό Εθνικό Θέατρο _ σκηνοθετούσε στην Σερβία, στην Γερμανία, στην Ελλάδα… αυτά τα χρόνια. Επέστρεψε, όμως. Θριαμβευτικά.
Μπορώ να το βεβαιώσω ως αυτόπτης μάρτυς. Είδα την παράσταση στα Σκόπια. Σε μια αίθουσα που μου θύμισε το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας στο εγκαταλειμμένο κι εξαθλιωμένο του, φισκαρισμένη πάντως _ κάπου 450 άτομα και θέση δε βρίσκεις. Το έργο είναι το καινούργιο του ντόπιου Ντεγιάν («Πυριτιδαποθήκη») Ντούκοφσκι «Χαμένοι Γερμανοί» _ που θα μπορούσε να μεταφραστεί και ως «Χαμένοι στη μετάφραση». Μια έξυπνη παραβολή με κυνικό βαλκανικό χιούμορ _ απ’ όσα κατάλαβα και μου εξήγησαν: μια ομάδα Γερμανών, κάθε καρυδιάς καρύδι _ ένας εθνικοσοσιαλιστής ριγμένος στα ναρκωτικά, ένας αναρχοκομμουνιστής που του αρέσει το «χόρτο», ένας απολιτίκ ομοφυλόφιλος, ένας δεξιός που καθυστερημένα μαθαίνει πως είναι Εβραίος _, μαζί με μια «γυναίκα για όλους», πρώην ηθοποιό, έναν χωρίς φύλο ιταλό φουτουριστή καλλιτέχνη, έναν ντόπιο γέροντα που τον αντιμετωπίζουν σα «σκύλο» και τον φωνάζουν Τίτο, έναν αφροαμερικανό ντίλερ κι ένα… ζωντανό ραδιόφωνο ανάμεσά τους, ξεμένει σ’ ένα ορυχείο της περί ης ο λόγος χώρας, μέρες του 1944, ενώ το Βελιγράδι απελευθερώνεται, και για δυο περίπου μήνες. Το χάος που επικρατεί αναφέρεται και στη σημερινή κατάσταση της χώρας αυτής.
Ο Ούνκοφσκι έχει κάνει μια παράσταση για την οποία το καλύτερο που θα μπορούσα να πω είναι πως με παρέσυρε να αφεθώ, χωρίς να καταλαβαίνω τις λέξεις, στην εσωτερική μουσική της, στους ρυθμούς της, στην ατμόσφαιρά της, πως με καθήλωσε τρεις ώρες, με μάγεψε και στο φινάλε, όταν «Ο μάγος του Οζ» συναντά την «Καζαμπλάνκα» _ στην οποία συνεχείς είναι οι αναφορές στη διάρκεια του έργου _, με τον γέρο - Τίτο, σαν άλλο Φιρς του τσεχοφικού «Βυσσινόκηπου», ξεχασμένο στη σκηνή, με συγκίνησε βαθύτατα _ όρθιο το κοινό στο τέλος χειροκροτούσε. 
Το λιτό σκηνικό του Βίκτορ Μιχάιλοφ, τα κοστούμια της _ διεθνούς καριέρας, είναι, μεταξύ άλλων, βοηθός της διάσημης Μιλένα Κανονέρο στο Χόλιγουντ _ Μπογιάνα Νικίτοβιτς, στα συν της παράστασης, αλλά πάνω απ’ όλα οι ερμηνείες: εννιά έξοχοι ηθοποιοί _ o ανθός μου λέγανε του θεάτρου της «πουΓουΔουΜου» _ έξοχα οδηγημένοι. Ανάμεσά τους, κορυφαίος, ο Νίκολα Ριστάνοφσκι. 
Που πολύ συγκινήθηκα όταν στάθηκα να του πω δυο λόγια και μου απάντησε στα ελληνικά «που μιλάνε στο σπίτι με τους γονείς του οι οποίοι ζούσαν πριν απ’ τον Πόλεμο στην Φλώρινα όπου έχουν γεννηθεί και οι οποίοι ήταν ψαράδες στην Πρέσπα». Είναι απλό: ο Ριστάνοφσκι ανήκει στους απογόνους των χιλιάδων σλαβόφωνων Ελλήνων _ Αιγαιάτες τους αποκαλούν εκεί _ που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον γενέθλιο τόπο τους με τον Εμφύλιο και κατόπιν τους στερήθηκε η δυνατότητα να επιστρέψουν καθώς θεωρήθηκαν εχθροί του _ ελληνικού _ λαού…


 
Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ επιστρέφει με ασυγκράτητη φόρα στην ελληνική σκηνή. Τρία έργα του, εκ των οποίων δυο απ’ τα σημαντικότερα, παίζονται αυτή τη στιγμή ή παίχτηκαν στις αθηναϊκές σκηνές: «Ο κύριος Πούντιλα και ο δούλος του ο Μάτι» σε σκηνοθεσία Κώστα Καζάκου στο «Τζένη Καρέζη», «Αγία Ιωάννα των σφαγείων» στο «Ακροπόλ» με σκηνοθέτη τον Νίκο Μαστοράκη, «Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν» που ανέβασε η Κατερίνα Ευαγγελάτου στην «Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών» του Ιδρύματος Ωνάση. 
Για να μη μιλήσω για το κινηματογραφικό αφιέρωμα στον Μπρεχτ της «New Star» στο «Τιτάνια Cinemax» που ήδη έγινε. Ή για το επιστημονικό συνέδριο «Μπρεχτ: Για τους σεισμούς που μέλλονται να ’ρθουν» (λίγο ασύντακτο τον ακούω τον τίτλο…), που οργανώνει το Τμήμα Πολιτισμού της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ μαζί με την Πολιτιστική Επιτροπή του Κεντρικού Συμβουλίου της ΚΝΕ, στο οποίο ήταν ενταγμένο και το αφιέρωμα και στο πλαίσιο του οποίου τρέχουν θεατρικές παραστάσεις ερασιτεχνών με έργα του, παραστάσεις χορού και συναυλίες με τραγούδια πάνω σε στίχους του.
Δηλαδή επιστρέφει η μεταδικτατορική «μόδα» Μπρεχτ; Θα ’ταν ίσως επιπόλαιο να το πούμε έτσι. Μάλλον καρπό ανάγκης των _ δύσκολων _ καιρών μας θα το ’λεγα. Ο Μπρεχτ, μ’ όλες τις παλινδρομήσεις και τους καιροσκοπισμούς του, μ’ όλες τις φλυαρίες και τους πλατειασμούς του, φαίνεται ότι μιλάει κατευθείαν στην καρδιά _ αυτός, ο Δάσκαλος της Αποστασιοποίησης! _ για την αδικία των Μεγάλων σε βάρος των μικρών του κόσμου τούτου. Ειδικά για τις τρεις παραστάσεις είναι τυχαίο ότι με Μπρεχτ καταπιάστηκαν τρεις σκηνοθέτες μας _ Καζάκος, Μαστοράκης, Ευαγγελάτου _ τριών σαφώς διαφορετικών γενεών; Δε νομίζω. 





Είδα την παράσταση στο Μέγαρο Μουσικής αλλά δεν πρόλαβα να γράψω. Και νοιώθω ενοχές. Γιατί «Ο Σικελικός Εσπερινός» του Βέρντι σε σκηνοθεσία Ρενάτο Τζανέλα δε με ενθουσίασε απλώς. Πιστεύω πως ήταν η, μέχρι τώρα τουλάχιστον, καλύτερη φετινή παράσταση της Λυρικής. Αλλά κι ο «Φάουστ» του Γκουνό, που ο διευθυντής του Μπαλέτου της Λυρικής έκανε πέρσι _ η πρώτη του σκηνοθεσία στην όπερα _, ήταν η περσινή καλύτερη παράσταση της ΕΛΣ. Άρα, ο Τζανέλα αποδεικνύεται σκηνοθέτης ικανότατος. Κατά τη γνώμη μου.
Ενισχύοντας την παρουσία του χορού τόσο όσο έπρεπε _ χωρίς να κάνει μια όπερα/μπαλέτο όπως έκανε με τον περσινό λυρικό «Φάουστ» που το σήκωνε, εδώ είχε να κάνει μ’ έναν στιβαρό Βέρντι _ ο Ιταλός Τζανέλα οργάνωσε μια ανάλογα στιβαρή, σύγχρονη παράσταση, χωρίς εξυπνάδες, σθεναρά υποστηριγμένος από δυο επίσης ταλαντούχους συμπατριώτες του, τον σκηνογράφο Αλεσάντρο Κάμερα και την ενδυματολόγο Κάρλα Ρικότι _ εξαίρετη δουλειά! Μια παράσταση την οποία στήριξε, επίσης, η Ορχήστρα της Λυρικής, σε πολύ καλή στιγμή της, υπό τον Μύρωνα Μιχαηλίδη _ που ισορρόπησε τους βερντιάνικους δραματικούς όγκους χωρίς να χάσει το μέτρο _, η Χορωδία, το θαυμάσιο Μπαλέτο και βέβαια η διανομή. Κι αν βρήκα κάπως πλαδαρό υποκριτικά τον _ πολύ καλό, όμως, φωνητικά _ αμερικανό τενόρο Γκρέγκορι Κούντε, θεωρώ απόκτημα της Λυρικής τη ρουμάνα σοπράνο Τσέλια Κοστέα, για να μη μιλήσω για τον σπουδαίο βαρύτονο – καμάρι μας Δημήτρη Πλατανιά.
Τα γράφω τώρα που είδα στον δικτυακό τόπο της Λυρικής πως η παράσταση _ η οποία είχε πολύ μεγάλη επιτυχία _, βρέθηκαν ημερομηνίες, και θα επαναληφθεί στο Μέγαρο 14, 16 και 18 Απριλίου. Αν τη χάσατε, κανονίστε. Εγώ θα ξαναπάω. Και υπόσχομαι πως θα σας γράψω αναλυτικότερα.





Σας τα ’λεγα εγώ την περασμένη Πέμπτη: η παράσταση αυτή πρέπει να ’χει συνέχεια. Μιλάω για τα «Γράμματα στα κοριτσάκια» _ πάνω στον Λιούις Κάρολ της «Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων» και στις ανεξιχνίαστες σχέσεις του με κοριτσάκια _, την έξοχη μουσικοθεατρική περφόρμανς της πολυτάλαντης Violet Louise στο «Θησείον». Η οποία θα παιχτεί, τελικά, άλλα τρία Σάββατα (9, 16, 23 Μαρτίου) και μάλιστα στις επτά το απόγευμα. Εγώ, απλώς, συνιστώ: ΜΗΝ τη χάσετε.





Ότι στο «Μπαλσόι» είχανε γίνει ΚΘΒΕ _ συνώνυμο του μπάχαλου πλέον… _ τ’ άκουγα και τα μάθαινα. Μετά τα βιτριόλια που πέσανε κατάμουτρα στον καλλιτεχνικό διευθυντή του Μπαλέτου Σεργκέι Φίλιν και την αποκάλυψη πως την ανάθεση της λεπτής «επιχείρησης» _ βρε, εγώ στη δεκαετία του ’60 είναι που θυμάμαι τα βιτριόλια να ρίχνονται, σε όλη την επικράτεια, απ’ τις απατημένες, βροχή στα μούτρα εραστών που ξενοκοιμήθηκαν, δεν ήξερα πως ξανάγιναν in και δη (αλίμονο…) στην πρώην Σοβιετική Ένωση _ (φέρεται πως) είχε κάνει ο εκ των πρώτων σολίστ (!) του συγκροτήματος Πάβελ Ντμιτριτσένκο (στη φωτογραφία ως Ιβάν ο Τρομερός, έτοιμος να εφορμήσει κατά του διευθυντή του), άρχισα να τρέμω μήπως γίνουνε στο ΚΘΒΕ «Μπαλσόι».




Από αύριο και κάθε Παρασκευή μπορείτε να διαβάζετε Το Τέταρτο Κουδούνι και στο www.monopoli.gr. Όπως, εκτάκτως, και κάποια απ' τα θέματα του ιστολόγιου. Στην Αρχική Σελίδα του monopoli.gr κάντε κλικ στο Guest Editors.