February 28, 2013

Στην πυρά! Στην πυρά η Στέγη! ή Το μεγάλο τους τσίρκο




Το Τέταρτο Κουδούνι / 28 Φεβρουαρίου 2013 


Μια πολύ τολμηρή μουσικοθεατρική παράσταση _ και εξαιρετική: «Γράμματα στα κοριτσάκια». Η Violet Louise, ηθοποιός και μουσικός, πολύ ταλαντούχα και στους δυο τομείς όπως διαπίστωσα, παρουσιάζει στο «Θησείον» μόνη της, με μεγάλη δεξιότητα, αυτή την περφόρμανς. Η οποία βασίζεται στα γράμματα που ο Λιούις Κάρολ _ της «Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων» _ έστελνε σε γνωστά του κοριτσάκια και στις γυμνές φωτογραφίες που τους είχε τραβήξει, τα οποία και του κόλλησαν τη ρετσινιά του παιδόφιλου, αλλά και σε επιστολές του προς ενήλικους και σε αποσπάσματα απ’ τα «Ημερολόγιά» του. 
Η Violet Louise κοιτάζει την περίπτωση απ’ τη άλλη όχθη: «Ποιος τους φτιάχνει τους κανόνες;» αναρωτιέται. Πώς ο άνθρωπος αυτός κρίθηκε με τα μέτρα της εποχής μας; Όταν στη βικτοριανή εποχή του τα κορίτσια θεωρούνταν έτοιμα για γάμο απ’ τα δώδεκα, το παιδικό γυμνό ήταν ένδειξη αγνότητας κι οι γυμνές φωτογραφίες τους κοσμούσαν ακόμα και χριστουγεννιάτικες κάρτες; 
Κανείς, ίσως, ποτέ δε θα μάθει αν ο συγγραφέας της «Αλίκης» ήταν όντως ή όχι παιδόφιλος. Αλλά η Violet Louise (Λουίζα Κωστούλα) καταφέρνει να συγκεράσει τις αντικρουόμενες απόψεις με τις υπέροχες μουσικές της και να ερμηνεύσει αυτή την ευφάνταστη σύνθεσή της - μονόλογο με μια αυτοπεποίθηση _ που καμιά στιγμή δεν κατεβαίνει ως έπαρση _ και με μια αυτοκυριαρχία αξιοθαύμαστες για ένα τόσο νέο κορίτσι. Προσθέτοντας κάποιες λεπτομέρειες _ αυτά τα παιδικά παπουτσάκια… _ συναρπαστικές. 
Μην τη χάσετε! Το Σάββατο, ανακοινώθηκε πως δίνεται η τελευταία παράσταση. Που οφείλει να μην είναι κι η τελευταία.





Ματαιώθηκε, τελικά, η δημόσια απολογιστική συνέντευξη Τύπου του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΚΘΒΕ Σωτήρη Χατζάκη. Στη θέση της εκτελέστηκε το «Gloria» απ’ την «Missa Solemnis» του Μπετόβεν. Σολίστ: σκηνοθέτες, πρωταγωνιστές και συνεργαζόμενοι θεατρικοί επιχειρηματίες του ΚΘΒΕ. Συμμετείχε η Χορωδία κι η Ορχήστρα Ηθοποιών του ΚΘΒΕ υπό τη διεύθυνση του κ. Χατζάκη.







Πάντως, όντως, εκεί ψηλά στο Κρατικό υπάρχει κάποιο μυστικό που είναι, πώς να σας το πω, πολύ μπλεγμένο ομολογώ… Ελπίζω, πάντως, να αποκαλυφθεί. Όσο είναι καιρός. Προς το παρόν όλοι ασχολούνται να λύσουν κάτι βασικό: πόσα είναι τα 2/3 του 7. Το γραφείο Τύπου του ΚΘΒΕ _ ταλαίπωρα, δύστυχα κορίτσια… _ μας ξαποστέλνει με ρυθμό πολυβόλου δελτία Τύπου, ανακοινώσεις, επιστολές πάσης προελεύσεως _ διευθυντές, πρόεδροι του Δου Σου, μέλη του, ηθοποιοί… _ που εκτοξεύουν σαν πατσαβούρες ο εις στα μούτρα του άλλου. Τσίπα; Όχι, δεν περισσεύει στους «πνευματικούς» αυτούς κύκλους. Κι ο ΑΥΠΑΙΘΠΑ Τζαβάρας; Α, αυτός, ξαφνικά, επέλεξε το ρόλο του Βούδα _ ο οποίος, ομολογουμένως, πολύ του πάει… Δεν ξέρω, μάλιστα, αν μ’ όλο αυτό το τσίρκο σχετίζεται κι η παράταση παραστάσεων που πήρε «Το μεγάλο μας τσίρκο».



 
Πιστεύω πως απ’ τη στήλη αυτή αδίκησα και στενοχώρησα έναν νέο άνθρωπο που εκτιμώ: τον Κώστα Γάκη. Είχα γράψει στο «Τέταρτο Κουδούνι», στις 24 Ιανουαρίου, μ’ αφορμή το διήγημα του Ίρβιν Γιάλομ «Ο δήμιος του έρωτα» που ανέβασε στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» σε διασκευή του, μετά το περσινό επιτυχημένο «Όταν έκλαψε ο Νίτσε», επίσης πεζό του Γιάλομ, που έκαναν ο Ακύλλας Καραζήσης κι ο Νίκος Χατζόπουλος, πως στην Ελλάδα μιας επιτυχίας μύριοι έπονται. Δεν το παίρνω πίσω αλλά η συγκεκριμένη περίπτωση δεν εντάσσεται στη γενίκευση αυτή. Ο Κώστας Γάκης με πληροφόρησε _ και με αποδείξεις _ πως η ιδέα του ήταν παλιά και πως είχε κάνει απ’ το 2010, πολύ πριν καν ανακοινωθεί η πρώτη παράσταση Γιάλομ στην ελληνική σκηνή, επαφές για το ανέβασμα, που άργησαν, όμως, πολύ, για λόγους παραγωγής, να ευοδωθούν.
Και βέβαια δεν το ξερα. Εκείνο που ξέρω είναι ο άκομψος και χοντροκομμένος τρόπος που ’γραψα το σχόλιο και που άφησε στον καλό και ευαίσθητο ηθοποιό, συγγραφέα και σκηνοθέτη την εντύπωση πως κρίνω την παράσταση σαν αρπαχτή, πράγμα που σίγουρα δεν εννοούσα. Επανορθώνω χωρίς να μου το ’χει ζητήσει. Σημασία έχει πως η παράσταση _ με την Ξένια Καλογεροπούλου και τον Μηνά Χατζησάββα στους δυο βασικούς ρόλους _ πάει τόσο καλά που πήρε παράταση.


 
Είχανε πει πως θα εμφανίζονται μέχρι μέσα Ιανουαρίου. Η Μαρία Ναυπλιώτου, που σας έγραφα πως διαπρέπει και στο τραγούδι, κι οι Tricky Pony το συγκρότημα με το οποίο εμφανίζεται ως frontwoman. Έδωσαν παράταση. Διότι αρέσουν. Και τώρα δίνουν κι άλλη. Διότι αρέσουν πολύ. Κι επιπλέον μετακομίζουν. Από «Faust» πάνε στο «Rock n Roll» της πλατείας Κολωνακίου. Όπου μπορείτε να τους ακούσετε απ’ την ερχόμενη Δευτέρα 4 Μαρτίου κι όλες τις Δευτέρες του Μαρτίου. Το συνιστώ διότι Μαρία Ναυπλιώτου μία μόνον έχουμε. 




Είπα, ας μη μιλήσω. Γιατί έχω ήδη μιλήσει επί του θέματος σε χρόνο ανύποπτο. Και γιατί δε θέλω να εμπλέκομαι σε έριδες. Αλλά δεν κρατιέμαι _ έχω αγανακτήσει.
Δηλώνω υπεύθυνα και με γνώση των συνεπειών του νόμου: Ότι δε μισθοδοτούμαι απ’ την Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Ούτε από φανερά ούτε από μυστικά κονδύλια. Ότι δεν αποτελώ μίσθαρνο όργανο του Μεγάλου Κεφαλαίου. Ότι δεν έχω λογαριασμούς σε τράπεζες του εξωτερικού, οι οποίοι τροφοδοτούνται απ’ την Στέγη. Ότι δε διατηρώ στενές φιλικές σχέσεις με κανένα απ’ τα στελέχη της. Ούτε… ερωτικές. Ότι δε φιλοδοξώ να με εγκολπωθούν οι «κύκλοι» της και να με καλούν στα πάρτι τους. Μια πρόσκληση, μόνο, του ενός ατόμου μού παρέχουν για να βλέπω τις εκδηλώσεις της _ ελπίζω να μη θεωρηθεί πως μ’ αυτό τον τρόπο εξαγοράζομαι, ε, θα ’ταν πολύ φτηνιάρικο. 
Γνωρίζω επίσης ότι μ’ αυτά που θα γράψω μπορεί να γίνω αντικείμενο επιθέσεων, χλεύης ή ακόμα και νούμερου επιθεωρησιακού. Και να με πούνε γλείφτη _ γιατί όμως να γλείψω; Αλλά δε με νοιάζει. ΚΑΘΟΛΟΥ. Έμαθα να λέω αυτό που πιστεύω. Και το πλήρωσα με μηνύσεις, παραληρηματικούς λιβέλους / ποταμούς χυδαιότητας, με απώλειες «φίλων», με καρφώματα, ρουφιανιές, με υπονόμευση από ανθρώπους του «πνεύματος», των «τεχνών» και της «δημοσιογραφίας».
Αλλά θα μιλήσω. Εμένα η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ. Μου αρέσει το κτίριο, όταν περνάω κάθε βράδυ _ γιατί εκεί πλάι μένω _ και το βλέπω μ’ αυτές τις ανάμεσα φωτισμένες «φέτες». Και μου αρέσουν όσα κάνει. ΠΟΛΥ. Ειδικά στο χώρο του θεάτρου και του χορού _αυτά είναι που παρακολουθώ πιο συστηματικά. Μου αρέσει που φέρνει εκλεκτές παραστάσεις απ’ το εξωτερικό, παραστάσεις με σημερινή ματιά αλλά και εξαιρετικών αισθητικών αποτελεσμάτων, που μόνο στο Φεστιβάλ Αθηνών του Λούκου βλέπουμε τα τελευταία χρόνια. Και που μας έχουν επιτρέψει να βγούμε, επιτέλους, απ’ το καβούκι μας, να προσγειωθούμε και να πάψουμε να πιστεύουμε πως είμαστε το… πνευματικό και καλλιτεχνικό κέντρο του κόσμου, άμεσοι κληρονόμοι του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Μου αρέσει που αναθέτει παραστάσεις στους καλύτερους που διαθέτουμε. Μου αρέσει που τόλμησε _ αυτή η Στέγη, η συστημική _ να φιλοξενήσει παραστάσεις απροκάλυπτα αντισυστημικές όπως το «Πόλη – Κράτος» των «Κανιγκούντα» ή, τώρα, το «Τηλέμαχος: Should I Stay or Should I Go?» των Αζά και Τσινικόρη.
Μου αρέσει που στο μουσικό της πρόγραμμα έχει πράγματα ψαγμένα, που δεν τ’ ακούς αλλού. Μου αρέσει που στο χώρο των ιδεών δεν προσπερνάει τη σημερινή ελληνική και διεθνή πραγματικότητα _ απ’ τους μετανάστες και τους Ρομά μέχρι τα ψηφιακά παιχνίδια και το ποδόσφαιρο.
Μου αρέσει που μιλάω με το γραφείο Τύπου και δεν αντιμετωπίζω, δε νοιώθω την έπαρση που ένοιωσα αλλού. Μου αρέσει που μπαίνω και ρωτώ στα ταμεία ή στους ταξιθέτες ή στους άλλους ανθρώπους της Στέγης κάποιες πληροφορίες κι όλοι αυτοί οι νέοι _ και οι μη νέοι _ άνθρωποι, χωρίς να ξέρουν αν είμαι δημοσιογράφος, μου μιλούν πρόθυμα κι ευγενικά κι είναι απόλυτα εξυπηρετικοί. Μου αρέσει που οι τιμές των εισιτηρίων προσφέρουν ευκαιρίες σε πολλούς συμπολίτες μου _ οι οποίοι θέλουν αλλά δεν μπορούν, γιατί δεν ξεχειλίζουν οι τσέπες τους _ να δουν παραστάσεις ή ν’ ακούσουν μουσική εκεί. Μου αρέσει πως έως και λεωφορείο έβαλαν να σε μεταφέρει τσάμπα απ’ τον γειτονικό σταθμό του Μετρό. Μου αρέσει που οι εντεταλμένοι για τον προγραμματισμό άνθρωποι εκεί μέσα _ που τους εκτιμώ και που μερικούς τους εκτιμούσα και πολύ πριν μπουν εκεί μέσα _ δεν εφησυχάζουν κι όλο κάτι καινούργιο κι ενδιαφέρον ανακαλύπτουν _ ψάχνοντας, γιατί ξέρουν να ψάχνουν, κι όχι χάβοντας λύσεις πλασαρισμένες από ατζέντηδες. Μου αρέσει που, εγώ τουλάχιστον _ είμαι αφελής; _, πουθενά εκεί μέσα δεν είδα τη δηθενιά.
Αν μου αρέσουν ΟΛΑ; Ε, όχι βέβαια. Κι απ’ τις παραστάσεις που ’χω δει στη Στέγη κάποιες δεν τις βρήκα επιτυχημένες, κι επί μέρους αντιρρήσεις έχω. Αλλά βρίσκω εξωφρενικό και μισαλλόδοξο να ζητούμε να ριχτεί η Στέγη στην πυρά. Ελπίζω με το χρόνο να επικρατήσουν πιο ψύχραιμες απόψεις. Μέχρι τότε, ε, αν είναι να ζητήσουν να με ρίξουν κι εμένα στην πυρά, ας με ρίξουν.

February 20, 2013

Ηχήστε οι σάλπιγγες! ή Η κατηφόρα η μεγάλη…




Το Τέταρτο Κουδούνι / 20 Φεβρουαρίου 2013  









Ανέβηκα για λίγο στην Θεσσαλονίκη, είδα την αποχαιρετιστήρια «Goλfω» του Σίμου Κακάλα, είπα να δω και καμιά άλλη παράσταση, δεν τα κατάφερα. Αλλά ψάχνοντας στα θέατρα δεν είδα πουθενά το «Αμαλία». Τι απέγινε η Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης»; Πέρσι, όταν ο Νικηφόρος Παπανδρέου ανάγγειλε πως διακόπτει τη λειτουργία της, ξεσηκωθήκαμε όλοι. Κι ο Δήμος της Θεσσαλονίκης έβαλε το χέρι στην τσέπη κι ό,τι μπορούσε έδωσε για τη σωτηρία της. Η Πειραματική συνέχισε άλλο ένα χειμώνα, αλλά…
«Έπειτα από είκοσι πέντε χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας στην ίδια στέγη, η Πειραματική Σκηνή της ‘Τέχνης’ είναι αναγκασμένη, για ευνόητους οικονομικούς λόγους, να εγκαταλείψει το θέατρο ‘Αμαλία’. Έναν χώρο από τον οποίο ‘πέρασαν’ πάνω από εξήντα ηθοποιοί, πολλοί στην πρώτη τους επαγγελματική εμφάνιση, μια σκηνή όπου ανεβάστηκαν ενενήντα έργα, μια αίθουσα που δέχτηκε χιλιάδες θεατές κάθε ηλικίας. Ωστόσο ο θίασος παρά τις αντίξοες συνθήκες δεν θα πάψει να συμμετέχει στη θεατρική ζωή της πόλης […]. Έτσι, καταλήξαμε στην απόφαση να συνεχίσουμε και φέτος έστω ανέστιοι, να παραμείνουμε παρόντες έστω με σποραδικές εμφανίσεις, με τη σκέψη ότι ακριβώς την εποχή της κρίσης και της γενικής αποκαρδίωσης η παραίτηση είναι η χειρότερη λύση […]» έλεγε το δελτίο Τύπου που έστειλαν στις 31 Δεκεμβρίου και που έφτασε τόσο καθυστερημένα στα χέρια μου.  
Ήδη ανέβασαν δυο παραστάσεις στο «Άνετον» και μια στην αποβάθρα του παλιού σιδηροδρομικού σταθμού ενώ η φετινή τους παράσταση για παιδιά παίζεται στα σχολεία _ όλες σε σκηνοθεσία νέων ανθρώπων. Τώρα παίζουν, σε σκηνοθεσία τής επίσης νέας Χριστίνας Χατζηβασιλείου και με Λιουμπόφ Αντρέγιεβνα την Έφη Σταμούλη, τον «Βυσσινόκηπο» του Τσέχοφ. Στη βίλα Καπαντζή, στην Ανάληψη, ένα αρχοντικό του τέλους του 19ου αιώνα, περίπου συνομήλικο με το κύκνειο άσμα του Τσέχοφ, που βρίσκεται επί της Βασιλίσσης Όλγας και που σήμερα είναι το θεσσαλονικιώτικο Πολιτιστικό Κέντρο του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης το οποίο προσφέρει στην Πειραματική τη γενναιόδωρη φιλοξενία του.
Σε μια εποχή που όλοι μας πολλές απώλειες, κάθε είδους, μετράμε, όπως είπε κι η φίλη μου η Βίκυ, η ατάκα της Λιουμπόφ απ’ την τέταρτη πράξη, «Κήπε μου!... Γλυκέ μου, ωραίε μου κήπε! Ζωή μου, νιότη μου, ευτυχία μου, έχετε γεια! … Έχετε γεια!» (στη μετάφραση του Λυκούργου Καλλέργη, δεν έχω τη μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη που παίζουν), ειδικά στο χώρο αυτό και κάτω απ’ τις συνθήκες αυτές, υποθέτω πως θα ηχεί πολύ φορτισμένη… «Αμαλία» της νιότης μας/τους, λοιπόν, έχε γεια! Η Πειραματική του Ήθους τους, όμως, ζει. Και συνεχίζει. Και θ’ ανέβω να τη δω ξανά. Ας μη μελαγχολούμε. Ο Τσέχοφ, εξάλλου, επέμενε πως ο «Βυσσινόκηπος» κωμωδία είναι. 






Ο Νίκος Καμτσής ξαναγυρίζει μετά από εννιά χρόνια στο σανίδι. Θα επωμιστεί το ρόλο του Ρένφροου, ενός… μπον βιβέρ κατάδικου, στη μαύρη κωμωδία της άγνωστης στην Ελλάδα Ρόμπιν Σουάικορντ «Όλα είναι στο μυαλό σου» που ετοιμάζεται ν’ ανεβάσει ο ίδιος, σε μετάφρασή του, στις 22 Μαρτίου _ αφού ολοκληρώσει τον κύκλο των παραστάσεών του το έργο του Νιλ Λαμπιούτ «Δάσος, βαθύ και σκοτεινό» που παρουσιάζει τώρα _ στην Κεντρική Σκηνή του θεάτρου του «Τόπος Αλλού». 
Τρεις λούμπεν χαρακτήρες είναι οι ήρωες του έργου: ο Έντι Ρέι, ένας αποτυχημένος μικροαπατεώνας, η Μπίλι Μαρί, η αθυρόστομη φιλενάδα του, κι ο Ρένφροου. Ο Έντι Ρέι, εννιά μήνες πριν αποφυλακιστεί, το σκάει, με τη βοήθεια της φίλης του, μαζί με τον Ρέινφροου _ που η μνήμη του είναι μια καταστροφή… _ , απ’ τις αγροτικές φυλακές όπου εκτίει ποινή φυλάκισης. Το παράξενο τρίο βρίσκεται, στη μέση του χειμώνα, σ’ ένα ερημωμένο ξενοδοχείο τρώγοντας μπαγιάτικα γαριδάκια ενώ και οι τρεις τους ονειρεύονται να πιάσουν την καλή με μια ληστεία και να ζήσουν μέσα στη χλιδή. Αλλά το μέλλον είναι απρόβλεπτο και ανατρεπτικό…
Η Ρόμπιν Σουάικορντ (φωτογραφία), σύζυγος του Νίκολας Καζάν _ γιου του σκηνοθέτη Ιλάια Καζάν _, συγγραφέα και σκηνοθέτη που ο Νίκος Καμτσής ανέβασε ήδη απ’ τη σεζόν 2001 – 2002 το έργο του «Blood Moon» και μητέρα της ηθοποιού Ζόι Καζάν, είναι επίσης σκηνοθέτρια αλλά γνωστή κυρίως ως σεναριογράφος ταινιών _ τα περισσότερα σενάριά της είναι διασκευές πεζών _, ανάμεσα στις οποίες, «Μικρές κυρίες» της Τζίλιαν Άρμστρονγκ, «Οικογένεια Πέρεζ» της Μίρα Ναΐρ, «Ματίλντα» του Ντάνι ΝτεΒίτο, «Μαγικά φίλτρα» του Γκρίφιν Νταν, «Αναμνήσεις μιας γκέισας» του Ρομπ Μάρσαλ _ το σενάριό της ήταν υποψήφιο για Όσκαρ _, «Η απίστευτη ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον» του Ντέιβιντ Φίντσερ.
Το «Όλα στο μυαλό σου» είναι το δεύτερο θεατρικό της Ρόμπιν Σουάικορντ _ εκδόθηκε κι έκανε πρεμιέρα οφ Μπρόντγουέι το 1984 με πρωταγωνιστές τους Τζον Γκλόβερ, Λίο Μπουρμέστερ και Πάμελα Ριντ σε σκηνοθεσία Ντέιβιντ Τρέινερ. Στην Ελλάδα ανεβαίνει με κοστούμια Μίκας Πανάγου και μουσική Κώστα Χαριτάτου. Συμπρωταγωνιστούν η Χριστίνα Θεοδωροπούλου κι ο Τάκης Χρυσικάκος. 




Το μαλλιοτράβηγμα συνεχίζεται στο ΚΘΒΕ _ σα βγεις στον πηγαιμό για τον Τζαβάρα, πρόσεξε, για να παραφράσω τον Καβάφη. Αφήστε που όλη τη βδομάδα που πέρασε έπαιρνα μηνύματα αγανάκτησης από πάσης φύσεως και ιδιότητος καλλιτέχνες τους οποίους η δεύτερη κρατική Σκηνή μας έχει λησμονήσει να πληρώσει _ εδώ και πολύ καιρό… 
Αναμένω με μεγάλο ενδιαφέρον την αυριανή περιβόητη επαναστατική «δημόσια» _ απολογιστική, λέει, του καλοκαιριού… _ συνέντευξη Τύπου του καλλιτεχνικού διευθυντή Σωτήρη Χατζάκη. Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές, δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα... Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα! Σ’ αυτό το ΚουΘουΒουΕ ακουμπά η Ελλάδα!, για να παραφράσω (μπα, σε καλό μου μ’ αυτόν τον ποιητικό οίστρο σήμερα…) τον Σικελιανό. Μόνο που αυτό το ΚουΘουΒουΕ κανένα μέγεθος Παλαμά δεν περικλείει… 
(Ε, ρε, και να πλακώσουν όλοι αυτοί με τα βερεσέδια στα χέρια… Θέ-λου-με live μετάδοση, θέ-λου-με live μετάδοση οι χαμουτζήδες! Αφού ο κ. Χατζάκης απευθύνεται προς όλο τον ελληνικό λαό…).







Αλλά αν πάρεις μονοπάτι πονηρό, σε πάει ντουγρού στην κατηφόρα τη μεγάλη… Και τίποτα δεν σε σταματά. Όπου εκεί που τελείωνα τα κείμενα, φτάνει, δέκα η ώρα το βράδυ, «δελτίο Τύπου», λέει, «των ηθοποιών», λέει, «του ΚΘΒΕ» (όλων;). Οι οποίοι, λίγες ώρες πριν απ’ τη συνέντευξη Τύπου, παίρνουν θέση: αδειάζουν τον πρόεδρο του Δ.Σ. Μάκη Τρικούκη υμνολογώντας τον καλλιτεχνικό διευθυντή Σωτήρη Χατζάκη _ δοξάστε τον! Δοξάστε τον! Τόσο που λες: μωρέ, μπας και τους το υπαγόρευσε; Η μήπως το ’γραψε και το ’στειλε ο ίδιος; Πώς να μη μου περάσει η ιδέα όταν στο περί ου ο λόγος «δελτίο Τύπου» αναμασώνται τα εναντίον Τρικούκη επιχειρήματα του ίδιου του κ. Χατζάκη στην προ ολίγων ημερών «ανοιχτή επιστολή» του, με βασικό το περί «σκανδάλου» ανάθεσης σε εταιρεία της διαχείρισης προγραμμάτων του ΕΣΠΑ ενώ καμιά κουβέντα δε γίνεται περί άλλων αναθέσεων;… 
Δεν ξέρω αν έτσι θα κερδίσουν οι συνασπιζόμενοι τη μάχη των εντυπώσεων της τελευταίας στιγμής _ υπάρχουν τόσο αφελείς; _ αλλά εγώ, που γελούσα και το διασκέδαζα το θέμα μέχρι τώρα, ντράπηκα πια. Για λογαριασμό των «ηθοποιών του ΚΘΒΕ». Διότι το «δελτίο Τύπου» κατευθείαν μου θύμισε τις επιστολές που ’στελναν σωρηδόν διάφορα σωματεία και ενώσεις και σύλλογοι στον Γεώργιο Παπαδόπουλο _ της Χούντας _ ότι υποστηρίζουν την «Εθνική Κυβέρνηση» εις το δύσκολον και εθνωφελές έργον της. Έχει όμως κι η ξεφτίλα τα όριά της. Τα ξεπέρασαν.





Υποθέτω πως θα πάτε στο Εθνικό να δείτε «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα», τη μεταποίηση της αισχύλειας «Ορέστειας» του Γιουτζίν Ο’ Νιλ, που ανεβάζει ο Γιάννης Χουβαρδάς _ από αύριο. Ε, λοιπόν, πιστεύω πως θα «συνδεθείτε», θα μπείτε στο κλίμα καλύτερα, αν πάτε προηγουμένως να δείτε τον «Λίνκολν» του Σπίλμπεργκ που παίζεται στους κινηματογράφους αυτόν τον καιρό _ αν και είμαι σίγουρος πως πρόκειται για δυο εντελώς διαφορετικές σκηνοθετικές αντιλήψεις, πόσω μάλλον εφόσον πρόκειται από ’δω για θέατρο, από ’κει για κινηματογράφο. Αλλά ιστορικά… «Το πένθος…» αρχίζει ακριβώς εκεί που τελειώνει ο «Λίνκολν». Με το τέλος του _ άγριου _ Αμερικάνικου Εμφύλιου. Και με μια δολοφονία _ του στρατηγού Μάνον (ο Αμερικανός Αγαμέμνων) _, όπως με μια δολοφονία τελειώνει κι η ταινία _ του ίδιου του προέδρου Λίνκολν. 




Λόγω προγραμματισμένης απουσίας, εκτάκτως, το σημερινό «Τέταρτο κουδούνι» αναρτάται από σήμερα Τετάρτη. Μαζί σας, κανονικά, την Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου.

Η ζωή που δεν έζησε



Η αμερικάνικη περιπέτεια _ που εξελίχθηκε σε διεθνή _ του Δημήτρη Μητρόπουλου, από την ανάληψη της διεύθυνσης της Συμφωνικής Ορχήστρας της Μινεάπολης το 1937 και, στη συνέχεια, το 1949, της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης, μέχρι το θάνατό του από καρδιακή προσβολή στο πόντιουμ της Σκάλας του Μιλάνου στη διάρκεια δοκιμής της Τρίτης Συμφωνίας του Μάλερ τον οποίο λάτρεψε και προώθησε όσο λίγοι είναι το θέμα του ντοκιμαντέρ «Γυμνά χέρια» του Γιώργου Σκεύα _ ο τίτλος, από τη συνήθεια του έλληνα αρχιμουσικού που έγινε μύθος να διευθύνει χωρίς μπαγκέτα.
Ο Γιώργος Σκεύας επέλεξε για κορμό της αφήγησής του τα γράμματα του μαέστρου προς τη φίλη του Καίτη Κατσογιάννη όλη αυτή την περίοδο _ μαρτυρίες πολύτιμες _ και για «αναγνώστη» τους, παρόντα ή οφ, τον Λευτέρη Βογιατζή. Η ανάγνωση διεμβολίζεται με αποσπάσματα από μία πρόβα του Μητρόπουλου, σπάνιων ζωντανών εκτελέσεών του, εκτελέσεών του δισκογραφικών, συνεντεύξεών του, με φωτογραφικό υλικό ενώ αποφεύγεται ο τηλεοπτικός τρόπος των συνεντεύξεων τρίτων που μιλούν για τον βιογραφούμενο.
Ο σκηνοθέτης έχει καταφέρει μια εξαιρετική μίξη οδηγώντας τον «αφηγητή» του σε συμμετοχή ενεργό _ ο τρόπος που διαβάζει τα γράμματα είναι σα να τα ανακαλύπτει εκείνη τη στιγμή _ μέσα από την οποία, χωρίς διάθεση απομυθοποιήσης, αφενός δίνει το ασκητικό στίγμα του ταμένου στη μουσική του Μητρόπουλου αλλά παράλληλα αποκαλύπτει με έναν ευφυή τρόπο τις παράλληλες γραμμές ανάμεσα στους δύο καλλιτέχνες σχεδιάζοντας υπόγεια και το πορτρέτο ενός ταμένου στο θέατρό του Βογιατζή.
Ο Γιώργος Σκεύας, χωρίς να αντλεί υλικό από το παρασκήνιο, χωρίς να αναζητά «πικάντικες» λεπτομέρειες από τις περιπέτειες της καριέρας του Μητρόπουλου _ τις δυσκολίες του, για παράδειγμα, στην Αθήνα, τον τρόπο που παραμερίστηκε από τη διεύθυνση της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης από το μαθητή του Λέοναρντ Μπέρνστάιν _ ή από την προσωπική ζωή του, δεν τα αγνοεί αλλά τα αγγίζει όλα με έναν εξαιρετικά διακριτικό τρόπο επικεντρώνοντας πιο βαθιά, στην ουσία.
Το εξαιρετικό μοντάζ του Πάνου Βουτσαρά _ το πλάνο του καταπονημένου, κοιμισμένου μέσα στο αεροπλάνο Μητρόπουλου, που δένεται με το πλάνο με τις στάχτες του (γιατί είχε ζητήσει να αποτεφρωθεί) οι οποίες κομίζονται μέσα στην τεφροδόχο, μικρό διάστημα αργότερα, στο Ηρώδειο για την επιμνημόσυνη τελετή είναι μια συγκλονιστική στιγμή _, η υποβλητική φωτογραφία της Κατερίνας Μαραγκουδάκη, η επιλογή από τον Σήμη Τσιλαλή των  μουσικών που δένονται σφιχτά με την εικόνα, η δουλειά των άλλων συνεργατών, η θεατρικής υφής λεπτομέρεια με την οποία ο σκηνοθέτης έχει στήσει την ανάγνωση των επιστολών συνθέτουν ένα αποτέλεσμα συναρπαστικό. Που, προσωπικά δεν με συγκίνησε απλώς, με καθήλωσε. Με κορυφαία στιγμή _ και ίσως κλειδί της ταινίας _ όταν ο Λευτέρης Βογιατζής που διαβάζει ένα από τα γράμματα πλάτη προς την κάμερα, γυρίζει, βγάζει τα γυαλιά του, κοιτάζει την κάμερα και συνεχίζει χωρίς να βλέπει το χαρτί: «Η ζωή μου στο πόντιουμ αντικαθιστά, ίσως, τη σεξουαλική ζωή που δεν έζησα».
Το συμπέρασμα. Μην περιμένετε να δείτε ένα γλαφυρό, χορταστικό ντοκιμαντέρ με μαρτυρίες «επώνυμων» και ζουμερές λεπτομέρειες που αποκαλύπτουν τα μυστικά του Μητρόπουλου και που μπορεί να απολαμβάνατε στην τηλεόραση. Ο Γιώργος Σκεύας κάνει κινηματογράφο. Τα «Γυμνά χέρια» του δεν είναι και δεν θέλουν να είναι ένα «αποκαλυπτικό ντοκουμέντο». Είναι μια ταινία βαθιά και ουσιαστικά αποκαλυπτική που απρόσμενα δένει τον Δημήτρη Μητρόπουλο με τον Λευτέρη Βογιατζή. Μην τη χάσετε!

Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Σύγχρονης Μουσικής «Update», 19 Φεβρουαρίου 2013.

February 16, 2013

Κήποι μαγικοί



Το έργο. Ο Σίρο, ένας μικρός Γιαπωνέζος, σε χρόνια πολύ παλιά, κάνει ένα μεγάλο ταξίδι. Περνάει ποτάμια και γέφυρες, λίμνες και καταρράκτες και δάση πριν φτάσει στην πλατειά θάλασσα. Όταν γυρίζει θέλει να εκφράσει τις εντυπώσεις του. Δεν υπήρχαν τότε φωτογραφικές μηχανές και κινητά και instagram για να δείξει αυτά που είδε στους δικούς του και στους φίλους του… Ούτε αρκείται στο να τα διηγηθεί. Κάθεται και φτιάχνει, όμως, με τα χέρια του κήπους. Κήπους που ζωντανεύουν τις ομορφιές που θαύμασε στο ταξίδι του. Από τότε, κατά το μύθο, ξεκινάει η ιστορία των περίφημων γιαπωνέζικων κήπων.

Η Γιάννα Ροϊλού και ο Δημήτρης Σεϊτάνης με τους «Γιαπωνέζικους κήπους» τους έγραψαν (2004) για τα παιδιά ένα απλό, γλυκό κείμενο/αφήγηση σαν παραμύθι ξεκινώντας από την τεχνολογία που είχαν στη διάθεσή τους.

Η παράσταστη. Και η τεχνολογία αυτή είναι ένα «μαγικό χαλί» με αισθητήρες που πάνω του «ζωγραφίζονται» οι κήποι του Σίρο _ αλλάζουν σχέδια, χρώματα, μορφή, ανάλογα με τις κινήσεις αυτού που πατάει πάνω του. Με ενορχηστρωτές μία αφηγήτρια και τον Σίρο που δεν μιλάει αλλά κινείται και εμψυχώνει τα παιδιά, ο Δημήτρης Σεϊτάνης που υπογράφει και τη σκηνοθεσία έστησε, συνεπικουρούμενος από την Ελένη Στρούλια (σκηνογραφική επιμέλεια και κοστούμια) και την  Έφη Καρακώστα (κίνηση), ένα γοητευτικό διαδραστικό δρώμενο που αντέχει από το 2004.

Οι ηθοποιοί. Άψογος στην ενεργητικά βουβή παρουσία του και με σωστή κίνηση ο Παναγιώτης Αλεξανδράκης. Η Ευριδίκη Ψαλτίδου, έστω και μέσα από μια απλή αφήγηση, αποδεικνύει την κλάση της.

Το συμπέρασμα. Μια ελκυστική διαφορετική πρόταση στο χώρο του θεάτρου για παιδιά τα οποία σας διαβεβαιώνω πως θα γοητευτούν.



Θέατρο «Ακαδήμεια», από το «Θέατρο Νέων», 10 Φεβρουαρίου 2013. 





ΥΓ Ο χώρος. Πρωτοπήγα, αν και είναι τρία χρόνια που δημιουργήθηκε στα κτίσματα ενός παλιού συνεργείου αυτοκινήτων στην Ακαδημία Πλάτωνος, στο θέατρο «Ακαδήμεια»: πέτρα, μια υπέροχη, ηλιόλουστη αυλή με ένα τεράστιο δέντρο, με τραπεζάκια έξω και με πατάρι _ στεγασμένο _ για καλοκαιρινές εκδηλώσεις, ένα θέατρο και οι βοηθητικοί χώροι του _ φουαγιέ, κυλικείο, γραφεία, τουαλέτες… _απολύτως λειτουργικά χωρίς τίποτα το επιδεικτικό, καλό και διακριτικό γούστο, όλα αρμονικά συνταιριασμένα. Μια εικόνα, εν ολίγοις, εντελώς διαφορετική από τις θεατρικές αίθουσες που έχουν δημιουργηθεί ή ξεπηδούνε τελευταία είτε με μεγάλη προχειρότητα στημένοι είτε πλασάροντας τη βρωμιά και το γυφτιλίκι και το σκουπιδαριό ως «εναλλακτική πρόταση».

February 14, 2013

Ξέσπασε επανάσταση! Το ΚΘΒΕ ως Αγία Λαύρα


Το Τέταρτο Κουδούνι / 14 Φεβρουαρίου 2013

Σας έγραψα αρκετά προχτές για την παράσταση της Άσπας Τομπούλη στο «Αγγέλων Βήμα» με το έργο του Γιουκίο Μίσιμα «Ο φίλος μου ο Χίτλερ». Αφού, για άλλη μια φορά, σας προτρέψω να μην τη χάσετε, να επανέλθω στον Γιάννη Ροζάκη _ τον Γκούσταφ Κρουπ της παράστασης.
Κοντά πενήντα χρόνια στο θέατρο _ απ’ το 1964, «επίσημα» απ’ το ’65 _, με πλήθος ρόλων στο ενεργητικό του, εκ των οποίων δυσανάλογα λίγοι ως προς το τάλαντό του οι πρωταγωνιστικοί, με συνέπεια στις επιλογές του, ο Γιάννης Ροζάκης ως Κρουπ δίνει τα μέγιστα κάνοντας αν όχι, ίσως, τον καλύτερο, όπως πιστεύω, σίγουρα έναν απ’ τους καλύτερους ρόλους του. Σε άριστη φυσική κατάσταση _ στα 73 του σήμερα _, με μνήμη ξυράφι, με αυτοέλεγχο, απόλυτα χαλαρός, πράγμα που 'χει εδώ και αρκετά χρόνια κατακτήσει, δίνει, χωρίς κορόνες και εφέ, έναν συγκλονιστικό Κρουπ που μοιάζει να κινεί τα νήματα της Ιστορίας σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή της.
Φοράει το κοστούμι του _ δεν τον φοράει το κοστούμι _ , κρατάει, τινάζει, παίζει, πετάει, αφήνει να πέσει το μπαστούνι του με τρόπο σημαίνοντα, κινείται αργά, γειωμένος στο σανίδι _ πράγμα που ανέκαθεν κατείχε _ και προικίζει το κείμενο με μια λεπτή, διακριτική, δολοφονική ειρωνεία _ ένα φίδι που δουλεύει ύπουλα. Νομίζω πως αξίζει να τύχει της ιδιαίτερης προσοχής μας. 




«Ο Γκαίμπελς και όλη η ναζιστική προπαγάνδα έλεγαν: ‘πες, πες, κάτι μένει’. Αυτές τις ημέρες υφέρπει μια φημολογία άξια των τρωκτικών που τη μεταφέρουν μολυσματικά. Επειδή αυτό μπορεί να εγείρει ερωτηματικά της κοινής γνώμης, για αυτόν τον λόγο δηλώνω ότι ο απολογισμός των καλοκαιρινών παραγωγών του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος θα γίνει δημόσια σε Συνέντευξη Τύπου που θα δοθεί την Πέμπτη 21/02/2013 και ώρα 12.00, στο νέο Υπερώο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, για όλους τους πολίτες της χώρας και της πόλης της Θεσσαλονίκης. Θα ακολουθήσουν δικαστικές ενέργειες κατά των συκοφαντών. Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος δίνει μεγάλο αγώνα για να κρατηθεί όρθιο. Κανείς δεν θα αποπροσανατολίσει αυτόν τον αγώνα υπηρετώντας αλλότρια συμφέροντα. Η συρρίκνωση του Κ.Θ.Β.Ε. δεν θα περάσει». 
Ομολογώ πως δεν ξέρω τ’ ειν’ τούτο ακριβώς που υφέρπει εκεί ψηλά στο Κρατικό _ υπάρχει κάποιο μυστικό; _ , στην ερωτική Θεσσαλονίκη, όπου γίνεται, μέσα σε απολύτως ερωτική ατμόσφαιρα, το μάλε - βράσε, αλλά αυτό το Διάγγελμα που απηύθυνε προς τον Ελληνικό Λαό ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ κ. Σωτήρης Χατζάκης με αναστάτωσε _ να διαβάζω το δελτίο Τύπου και να μου ’ρχονται ρίγη, και ν’ ακούω να παιανίζουν εμβατήρια επαναστατικά. Κάτι από Νταντόν μου θυμίζει, κάτι από Μαρά, κάτι από μέρες Κομμούνας… Και μου ’ρχεται κάτι το επαναστατικό, κάτι να ρίξω ένα ρούχο πάνω μου, να πάρω μπαντιέρα ρόσα και να ξεκινήσω ν’ ανέβω στη συμπρωτεύουσα, κάτι σα μεγαλομανία…
Καλά, όμως, κι αυτός χρειάστηκε να φτάσει 21 Φεβρουαρίου για να κάνει απολογισμό των καλοκαιρινών παραγωγών του Θεάτρου; Το καλοκαίρι σκοτώθηκε με την πρώτη σταγόνα της βροχής. Έχουν, έκτοτε, πέσει καρεκλοπόδαρα. Αφού, εδώ, κοντεύει να τελειώσει η χειμερινή σεζόν. Ελπίζω, πάντως, στον δημόσιο (το ’χει σκεφτεί καλά;) απολογισμό ο κ. Χατζάκης πρώτον να δώσει μια λίστα πόσα, από πότε και σε ποιους χρωστάει το ΚΘΒΕ και δεύτερον να εξηγήσει ακριβώς τους όρους υπό τους οποίους έχει συνεταιριστεί με την ιδιωτική επιχείρηση του «Ακροπόλ» εδώ και κάπου δυο χρόνια…




Το ομολογώ. Εγώ αν ήμουνα Λούκος και μου ανακοίνωναν ότι μου ανανέωσαν τη θητεία στο Ελληνικό Φεστιβάλ (που ακόμα δεν έχει ανακοινωθεί επίσημα, εκκρεμεί κι άλλη υπογραφή…) έξι μήνες μετά τη λήξη της (ενώ θα ’πρεπε αυτό να 'χει ανακοινωθεί _ ή να ’χει ανακοινωθεί ο αντικαταστάτης _, αν ζούμε σε χώρα η οποία ανήκει στην Ευρώπη, πριν καν η θητεία του λήξει, ώστε να υπάρχει μια κανονική ροή) και μετά από ένα εξάμηνο ίντριγκας _ ε, ναι, ο ΑΥΠΑΙΘΠΑ κ. Τζαβάρας ανακηρύσσεται ο μακράν πιο ιντριγκαδόρος απ’ τους διατελέσαντες στο θώκο του Πολιτισμού… _, μετά από τόσο πριόνισμα, τόση ριγμένη στην πιάτσα φημολογία, τόση φιλοπαίγμονα διάθεση, θα τους έτριβα το χαρτί του διορισμού στη μούρη κι άντε να βρούνε τώρα άλλον. Αυτή ήταν η πρώτη _ αγανακτισμένη _ σκέψη που 'κανα όταν το διάβασα.
Η δεύτερη ήταν: μήπως αυτό ακριβώς επιδιώκουν; Να ξεφορτωθούν τοιουτοτρόπως τον Λούκο; Κι ο Λούκος καλά θα κάνει να μείνει διότι οι υπουργοί έρχονται και παρέρχονται και _ πού ξέρετε; _ μπορεί και να βρεθεί κάποιος πιο ικανός και φωτισμένος και διορατικός και λιγότερο πονηρός πολιτευτής στο θώκο. Αλλά, μετά απ’ όσα μεσολάβησαν, εσείς πιστεύετε ότι θα τον αφήσουν ήσυχο και δε θα τον υπονομεύσουν με κάθε τρόπο; Ευθέως ή με τα παπαγαλάκια τους;





Αυτό το «διοικήτρια» που διάβασα ως θηλυκό του διοικητής ομολογώ μου αναστατώνει τ’ άντερα…
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…




Σας έγραφα στο «Τέταρτο κουδούνι», στις 20 Δεκεμβρίου, για τα αρκετά άγνωστα ακόμα στην Ελλάδα έργα του Ίψεν, μ’ αφορμή την «Κωμωδία του έρωτα» του Νορβηγού, που ανέβασε για πρώτη φορά στη χώρα μας _ επαινετή πρωτοβουλία _ στο «Studio Κυψέλης» o Γιώργος Λιβανός. Κι έρχεται ξαφνικά στα χέρια μου _ δυο ογκώδεις, μεγάλου σχήματος, πολυγραφημένοι τόμοι, 714 + 600 σελίδες _ η διδακτορική διατριβή του καλού σκηνοθέτη μας Γιάννη Μόσχου που κατατέθηκε στο Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Θέμα της, «Ο Ερρίκος Ίψεν στην ελληνική σκηνή. Από την πρώτη παρουσίαση ως το τέλος του 20ου αιώνα (1894 – 2000)» _ με συμβουλευτική επιτροπή τον Νικηφόρο Παπανδρέου, την Δηώ Καγγελάρη και τον Αντώνη Γλυτζουρή. Κι εκεί επιβεβαιώνω πως «Η κωμωδία του έρωτα» όντως δεν έχει ανεβεί ποτέ στην ελληνική σκηνή. Έχει ανεβεί, όμως, στο ραδιόφωνο. Για το _ σημαδιακό για πολλούς μας _ «Θέατρο της Τετάρτης» του, τότε, Εθνικού Προγράμματος απ’ το οποίο και μεταδόθηκε για πρώτη φορά στις 7 Ιουλίου του 1962. Σε σκηνοθεσία του Μηνά Χρηστίδη με, μεταξύ άλλων στη διανομή, Ελένη Χατζηαργύρη, Λυκούργο Καλλέργη, Ανδρέα Φιλιππίδη, Μαρία Γιαννακοπούλου, Μιχάλη Μπούχλη, Τασσώ Καββαδία, Πέτρο Φυσσούν, Έλλη Φωτίου, Κική Ρέππα. 




Αλλά ας αφήσω το συγκεκριμένο έργο κι ας γυρίσω στη διατριβή. Εντυπωσιάστηκα! Μια τεράστια δουλειά _ αφιερωμένη στο μέντορα του Γιάννη Μόσχου, τον θεατρολόγο καθηγητή στο Αριστοτέλειο αλλά και σκηνοθέτη και ψυχή της εν Θεσσαλονίκη Πειραματικής Σκηνής της «Τέχνης» Νικηφόρο Παπανδρέου (φωτογραφία), διακεκριμένο μας μελετητή του Ίψεν _ που δεν αφήνει αδιερεύνητη πτυχή για πτυχή του θέματός της. Εξαντλητική έρευνα! Για τον Γιάννη Μόσχο ήξερα μέχρι τώρα, απ’ τις σκηνοθετικές του επιδόσεις, πως Μπορεί. Τώρα σιγουρεύτηκα και πως Ξέρει.
Και, επιπλέον, ένα κείμενο επιστημονικό που δεν πάσχει όμως από επιστημοσύνη. Θα βρεθεί άραγε ο εκδοτικός οίκος που θα επωμιστεί την έκδοσή του; Διότι _ καλά… _ την Πολιτεία που έπρεπε να φροντίζει για τις σχετικές περιπτώσεις ξεχάστε την.

February 12, 2013

Έτσι δέθηκε το ατσάλι ή Ο Αγών Του…




Το έργο. Βερολίνο, Ιούνιος του 1934. O Άντολφ Χίτλερ είναι ήδη από την 1η Ιανουαρίου 1933 καγκελάριος. Ο γηραιός μοιραίος Πρόεδρος της Γερμανίας στρατάρχης φον Χίντενμπουργκ που τον κάλεσε στην εξουσία είναι με το ένα πόδι στο τάφο. Ο στρατός που, με τους παλαιάς κοπής πρώσους ηγήτορές του, δυσανασχετεί με τη δύναμη την οποία έχουν αποκτήσει τα Τάγματα Εφόδου _ η ανεξέλεγκτη πλέον παραστρατιωτική οργάνωση η οποία, υπό τον Ερνστ Ρεμ, φίλο του Χίτλερ, τον βοήθησε να ανέλθη στην εξουσία και που τα μέλη της «υλοποιούν» τον αντισημιτισμό και τον αντικομμουνισμό, σημαίες του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματός του _ απειλεί να ζητήσει από τον Πρόεδρο να κηρύξει στρατιωτικό νόμο. Το κόμμα βρίσκεται σε εσωτερικό αναβρασμό λόγω ιδεολογικών διαφορών. H γερμανική πλουτοκρατία με επικεφαλής τον πατριάρχη της πανίσχυρης οικογένειας βιομηχάνων χάλυβος Γκούσταφ Κρουπ ζυγίζει ακόμα τη νέα τάξη πραγμάτων. Και ο Χίτλερ βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή: προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στις αντίρρoπες δυνάμεις _ και του κόμματός του _ και να προχωρήσει απερίσπαστος.
Ο Ιάπωνας Γιουκίο Μίσιμα στο έργο του «Ο φίλος μου ο Χίτλερ» (1968) αντιπαραθέτει στη σκηνή τον Χίτλερ, τον Ρεμ, τον Κρουπ και τον Γκρέγκορ Στράσερ, ιθύνον κομματικό στέλεχος της αριστερής πτέρυγας των Εθνικοσοσιαλιστών, ιδεολογικό αντίπαλο του Χίτλερ. Ο Χίτλερ που σκέφτεται σοβαρά να διαδεχθεί τον Χίντενμπουργκ μόλις πεθάνει _ κάτι που προβλέπεται να συμβεί σύντομα _ στην Προεδρία της Δημοκρατίας συγκεντρώνοντας όλες τις εξουσίες, ζητάει από τον Ρεμ να αποσυρθεί για λίγο προφασιζόμενος ασθένεια και να απενεργοποιήσει προσωρινά τα Τάγματα Εφόδου ώστε να κατευναστούν τα πνεύματα στο στρατό, υποσχόμενος πως αμέσως μόλις καταφέρει τους σκοπούς του, θα τα εντάξει ως κύριο σώμα, όπως ο Ρεμ επιθυμεί και επιδιώκει, στο στρατό θέτοντας επικεφαλής του τον ίδιο. Ο οποίος συμβιβάζεται: πείθεται να τιθασσεύσει προσωρινά τις φιλοδοξίες του και αποδέχεται την πρόταση. 
Ο διανοούμενος Στράσερ, τον οποίο ο Χίτλερ εις μάτην κάνει μία απόπειρα να φέρει στα νερά του, πιο διορατικός και με οξύτερη πολιτική σκέψη από τον μπρούτο στρατιώτη Ρεμ, προσπαθεί να τον πείσει, έστω και αν είναι αντίπαλοι, πως πρόκειται για τακτικισμό του Χίτλερ, πως προσπαθεί να κερδίσει χρόνο και πως η απώτερη σκέψη του είναι να δολοφονήσει και τους δύο για να απαλλαγεί τόσο από τη δεξιά όσο και από την αριστερή πτέρυγα που τον πιέζουν. Και πως η μόνη σωτηρία τους είναι η ανατροπή του ώστε να πάρουν οι δύο την εξουσία στα χέρια τους. Ο Ρεμ αρνείται να συνωμοτήσει πιστεύοντας ακράδαντα στη φιλία του Χίτλερ. 
Ο Κρουπ, πάλι, ονειρεύεται το ατσάλι του να μη μετατρέπεται σε ταμειακές μηχανές, ιατρικά εργαλεία, αγροτικά μηχανήματα, κατσαρόλες και τηγάνια, όπως ήταν υποχρεωμένος να κάνει σύμφωνα με τη συνθήκη των Βερσαλιών του 1918, που υποχρέωσε την ηττημένη Γερμανία του Μεγάλου Πολέμου σε αφοπλισμό, αλλά να αρχίσει να δένεται, και επίσημα πια, σε όπλα _ σε όπλα βαριά.
Ο Στράσερ θα δικαιωθεί. Στις 30 Ιουνίου επέρχεται «Η Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών», όπως έμεινε στην ιστορία, που ολοκληρώνεται μέχρι τις 2 Ιουλίου του 1934: Ρεμ και Στράσερ όντως εκτελούνται με την κατηγορία της συνωμοσίας μαζί με άλλους αντιπάλους του που ο Χίτλερ θεωρούσε επικίνδυνους και μαζί με 400 περίπου στελέχη των Ταγμάτων Εφόδου τα οποία απογυμνώνονται. Στις προφάσεις, η εξυγίανση _ η ομοφυλοφιλία ανθούσε ανάμεσά τους και πρώτος ο ίδιος ο Ρεμ δεν το έκρυβε.
Ο Χίτλερ έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο και έχει πια απαλλαγεί από τις δυνάμεις που ανάγκαζαν το κόμμα σε μια διελκυστίνδα μεταξύ δεξιών και αριστερών τάσεων. «Μια κυβέρνηση πρέπει να ακολουθεί τη μέση οδό» είναι η ψυχρή τελευταία του ατάκα _ και του έργου. Ο Κρουπ τού βγάζει πλέον το καπέλο και ο Χίτλερ τού σηκώνει το μπαστούνι που του έπεσε από τα χέρια. Η συνεργασία τους θα ευοδωθεί και θα καρπίσει μετά από πέντε χρόνια.
Ο Μίσιμα, αν και δηλωμένος εθνικιστής, μοιάζει να έχει γράψει, βασισμένος στα ιστορικά στοιχεία που δείχνει να τα έχει εξαντλητικά μελετήσει, ένα έργο ισορροπημένο στο οποίο δεν παίρνει ιδεολογική θέση _ έστω και αν η μη θέση απέναντι το φαινόμενο Χίτλερ είναι από μόνη της θέση… (Το ίδιο πράττει και ο Αλεξάντρ Σακούροφ στην ταινία του «Χίτλερ»). Ένα έργο στο οποίο εκτυλίσσεται πολύ προσεκτικά και με μεγάλη δεξιότητα και διαύγεια ένα καλά ζυγισμένο πολιτικό παιχνίδι όπου οι απόψεις αντιπαρατίθενται και ο θεατής δεν σέρνεται ιδεολογικά αλλά αφήνεται να κρίνει και να αποφασίσει μόνος του: ένα σαφώς πολιτικό έργο που, χωρίς πλατειασμούς, συμπυκνώνει μια καίρια ιστορική στιγμή και που ξαφνικά, στις μέρες μας, με την ύφεση να ανθίζει γύρω μας και με την Χρυσή Αυγή να περιπολεί, γίνεται απόλυτα επίκαιρο.
Η παράσταση. Η Άσπα Τομπούλη, που υπογράφει την εξαιρετική μετάφραση και τη σκηνοθεσία, επιδίωξε, πρωτ’ απ’ όλα, να δώσει μία ξεκάθαρη θέση σε ένα ιδεολογικά «ουδέτερο» έργο. Πρόσθεσε, εν είδει καμπαρέ της εποχής, μία κομπέρ που εισάγει στην παράσταση, την κλείνει και επεμβαίνει μεταξύ των τριών πράξεων με γερμανικά τραγούδια των χρόνων αυτών _ πολύ καλά επιλεγμένα, καθόλου τα τετριμένα («Λιλί Μαρλέν» κλπ), άψογα ενορχηστρωμένα από τον Νίκο Λαβράνο _ και με μετρημένα κείμενα που υπογράφει η ίδια η σκηνοθέτρια τοποθετώντας το νατσιστικό φαινόμενο στη σωστή του θέση. Η λύση φαίνεται εύκολη αλλά, όπως _ άψογα _ εκτελείται, δεν είναι.
Από ’κει και πέρα η σκηνοθέτρια, που πάντα αντιμετωπίζει τις παραστάσεις της με μια ψυχρή, αποστασιοποιημένη ματιά, βρήκε ένα έργο που ταιριάζει απόλυτα με τον τρόπο της αυτό. Η παράσταση έχει κάτι το κρυστάλλινο _ το απόλυτα διαυγές. Χωρίς να τη θολώνουν ψευδοσυναισθηματισμοί, αφήνει το κείμενο να κατεβεί καθαρό στο κοινό μέσα από εξαιρετική ακρίβεια και πολύ καλούς ρυθμούς, με λίγες αλλά επιτυχημένες κορυφώσεις ακολουθώντας μία ρεαλιστική γραμμή η οποία κάποιες στιγμές ευεργετικά σπάζει με παραξενίσματα _ το τραγούδι σε ντουέτο Χίτλερ και Ρεμ _ και με μετωπικά, στιλιζαρισμένα, μπρεχτικά στησίματα που την απογειώνουν. Η χρήση συμβόλων _ οι καρέκλες και ο τρόπος που τοποθετούνται, το μπαστούνι του Κρουπ… _ είναι όχι μόνο λελογισμένη αλλά και καίρια.
Ή Άσπα Τομπούλη έχει στήσει το έργο με μουσικότητα _ σαν ένα κουαρτέτο του Σένμπεργκ: ψυχρό, εγκεφαλικό αλλά απόλυτα αποτελεσματικό.
Το λιτό, εξυπηρετικό σκηνικό και τα κοστούμια του Τόλη Τατόλα _ το κοστούμι του Κρουπ τον χαρακτηρίζει τέλεια _, ο Δημήτρης Ιατρόπουλος με τους ήχους του, ο Φώτης Νικολάου με την κίνηση που δίδαξε, η Χριστίνα Παπούλια - Μπάρλου με το μακιγιάζ της και, κυρίως, ο Ηλίας Κωνσταντακόπουλος με τους φωτισμούς του δίκαια μοιράζονται ένα μέρος της επιτυχίας.
Οι ερμηνείες. Η σκηνοθέτρια είχε επιπλέον την ικανότητα αλλά και την τύχη να κάνει διανομή με τέσσερις καλούς έως εξαιρετικούς ηθοποιούς. Τους οποίους, βέβαια, οδήγησε και καλά.
Η Μαρλένε Καμίνσκι, ειδικά, ιδεώδης επιλογή ως Κομπέρ. Με τα φυσικής γερμανικής προφοράς ελληνικά της, μ’ αυτή την άφυλη, τραβεστίζουσα εμφάνισή της, με το σωστό τραγούδι της, την καλή της κίνηση και την ψυχρή αμεσότητά της αποδεικνύεται ένας τέλειος φορέας της σκηνοθετικής άποψης.
Η επιλογή του Νίκου Νίκα για το ρόλο του Χίτλερ ήταν περίεργη αλλά αποδείχθηκε σοφή: ένας ηθοποιός που καμία ομοιότητα δεν έχει με το πρόσωπο που υποδύεται _ ψηλός, ξανθός… Δεν έχει γίνει καμία προσπάθεια να βρεθούν κοινά χαρακτηριστικά με τον Χίτλερ _ χτένισμα, το μουστάκι – σήμα κατατεθέν… Πολύ σωστά. Ο Χίτλερ του Μίσιμα δεν είναι ιστορικό πρόσωπο που βιογραφείται, είναι σύμβολο του Χίτλερ. Ούτε πρόκειται για κινηματογράφο. Έτσι ο καλός ηθοποιός χαρακτηρίζει το ρόλο μέσα από μερικά σημεία _ φωνή, εντάσεις, κορυφώσεις, χέρια δεμένα στο ύψος του υπογάστριου, βλέμμα… Το μολύβι που βγάζει από την τσέπη στο τέλος, όταν ο Χίτλερ γίνεται «Ο Χίτλερ» και με το οποίο ζωγραφίζει πάνω από τα χείλη του ένα μουστάκι «α λα Χίτλερ», μεγαλοφυές εύρημα: η πιο συγκλονιστική στιγμή της παράστασης κατά τη γνώμη μου.
Πολύ καλοί ο Κώστας Καζανάς _ αν και κάποιες εντάσεις του ξεφεύγουν προς τα πάνω _ και ο Βασίλης Ρίσβας.
Ο Γιάννης Ροζάκης, στην ωριμότερη στιγμή της καριέρας του, με απόλυτο αυτοέλεγχο _ κίνηση, στήσιμο, ρυθμοί, φωνητικοί τόνοι, μια ελαφρά κριτική ειρωνεία _ δίνει με μέτρο έναν Κρουπ υποχθόνιο που αποδεικνύεται πως αυτός, τελικά, είναι το βασικό γρανάζι που κινεί τον _ οποιοδήποτε _ Χίτλερ: συναρπαστικός.

Το συμπέρασμα. Μία από τις καλύτερες παραστάσεις της χρονιάς. Ανεπιφύλακτα τη συστήνω. Μην τη χάσετε _ θα χάσετε. 

θέατρο «Αγγέλων Βήμα», 8 Φεβρουαρίου 2013.

February 8, 2013

Συνταγή αλλά επιτυχημένα εκτελεσμένη




Το έργο. Δυο αδέλφια. Οι Μπάμπιτ. Ο Ρέιμοντ, ο μεγαλύτερος, και ο Τσάρλι. Ο Τσάρλι, στο Λος Άντζελες, άνθρωπος της πιάτσας, με αντιπροσωπεία αυτοκινήτων, με λαμογιές στην πλάτη του για να την κρατήσει, αγνοεί την ύπαρξη του δεύτερου. Η μάνα τους έχει πεθάνει όταν ήταν νήπια, με τον πατέρα του δεν διατηρεί καμία επαφή, μια σχέση μίσους τους δένει _ ή μάλλον τους χωρίζει _ καθώς πιστεύει πως δεν του στάθηκε και γι αυτό έχει εγκαταλείψει μικρός το πατρικό του, στο Σινσινάτι του Οχάιο, ρίχνοντας μαύρη πέτρα πίσω του.
Ο Ρέιμοντ ζει πάντα στο Σινσινάτι, από παιδάκι σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα όπου τον έχει κλείσει ο πατέρας τους: είναι ένας ιδιοφυής αυτιστικός. Με μεγάλα προβλήματα επικοινωνίας και επαφής, με φοβίες, αλλά και με καταπληκτικές ικανότητες απομνημόνευσης.
Ο Τσάρλι ανακαλύπτει την ύπαρξή του όταν βρεθεί στο Σινσινάτι για την κηδεία του πατέρα του. Τον ειδοποίησαν πως πέθανε ενώ ετοιμαζόταν να φύγει για Σαββατοκύριακο με την αρραβωνιαστικιά του, την Σούζαν, με την οποία συνεργάζεται στη δουλειά του και η οποία θα τον ακολουθήσει στο Σινσινάτι. Μετά την κηδεία πληροφορείται πως ο πατέρας άφησε ολόκληρη την περιουσία του _ επτά εκατομμύρια δολάρια _ σε άγνωστο, μη κατονομαζόμενο πρόσωπο, με διαχειριστή ένα φίλο του γιατρό. Από τον οποίο θα μάθει πως το «άγνωστο πρόσωπο» είναι ο αδελφός του που δεν γνώριζε πως υπάρχει.
Ο Τσάρλι δεν μπορεί να το αποδεχθεί, πόσω μάλλον όταν χρωστάει 100.000 δολάρια και είναι χρεωκοπημένος. Αποφασίζει να κινηθεί δικαστικά για να πάρει την κηδεμονία του Ρέιμοντ _ και τη μισή περιουσία _ και τον «απάγει» με το σκοπό να γυρίσουν μαζί στο Λος Άντζελες για να συναντήσουν τους δικηγόρους του _ θα ταξιδέψουν με αυτοκίνητο, ο Ρέιμοντ αρνείται να μπει σε αεροπλάνο. Καταλήγουν στο Λας Βέγκας όπου ο Τσάρλι φτάνει στο σημείο να χρησιμοποιήσει στο καζίνο την ικανότητα της αριθμομνημόνευσης του Ρέιμοντ για να σηκώσει την μπάνκα και να αποκτήσει τα 100.000 δολάρια που έχει χάσει _ η Σούζαν αηδιασμένη με τις μεθοδεύσεις του σηκώνεται και φεύγει.
Ο Τσάρλι, όμως, αφού αποδεχθεί τον αυτισμό του αδελφού του , σιγά σιγά _ μνήμες από τα παιδικά τους χρόνια επανέρχονται, κοινές τους στιγμές στο παρελθόν ανακτώνται… _ αρχίζει να δένεται μαζί του, μεταστρέφεται και αποφασίζει να τον αναλάβει αδιαφορώντας για την κληρονομιά. Αλλά ο ψυχίατρος που εξετάζει τον Ρέιμοντ διαπιστώνει πως ο αυτιστικός άνδρας αδυνατεί να αποφασίσει μόνος του αν θέλει να πάει με τον αδελφό του ή να παραμείνει στο ίδρυμα. Άρα, θα πρέπει εκεί να μείνει. Τα δυο αδέλφια χωρίζουν με την υπόσχεση του Τσάρλι να έρχεται συχνά να βλέπει τον Ρέιμοντ.
Ο Νταν Γκόρντον, σεναριογράφος ο ίδιος, προσάρμοσε για τη σκηνή (2009), με τον ίδιο τίτλο, το σενάριο των Μπάρι Μόρροου και Ρόναλντ Μπας για την ταινία (1988) του Μπάρι Λέβινσον «Ο άνθρωπος της βροχής –Rain Man», μένοντας πιστός στο πρωτότυπο. Το κείμενο, με σύντομες σκηνές που προδίδουν την καταγωγή του αλλά όχι, πάντως, θεατρικά αδύναμο, έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας συνταγής Χόλιγουντ / Μπρόντγουέι: θέμα συγκινητικό, έναν ήρωα με πρόβλημα _ μπορεί να είναι αυτιστικός, ψυχικά διαταραγμένος, κωφός, περιθωριακός, ορφανό, κακοποιημένο παιδάκι, έγχρωμος, υπέρβαρος, ναυαγός, αμνησιακός, με κάποια σπάνια ασθένεια, βιασμένη γυναίκα… _, χειρισμό «πολιτικά ορθό», διαλόγους έξυπνους, χιούμορ, συγκίνηση, λίγο σεξ _ όλα στις σωστές δόσεις… Με αποκλειστικό στόχο και μέλημα να αρέσει και να κόψει πολλά εισιτήρια. Ο Γκόρντον, όπως συμβαίνει σε όλα τα ανάλογα έργα, δεν προχωρεί βαθύτερα από την επιφάνεια. Και πέρα από το να δώσει ένα έργο καλοζυγισμένο.
Η παράσταση. Ο Δημήτρης Λιγνάδης που υπογράφει τη σκηνοθεσία κράτησε τις ισορροπίες δεξιοτεχνικά. Έξυπνα ποιών δεν επεδίωξε σκηνοθετισμούς σε ένα έργο που οπωσδήποτε θα τις κλωτσούσε _ εν ου παικτοίς _ και σε ένα είδος θεάτρου που απευθύνεται στο ευρύ κοινό. Αλλά ούτε αδιαφόρησε λειτουργώντας αφ’ υψηλού ως απλός διεκπεραιωτής. Αγκάλιασε στοργικά το κείμενο ακουμπώντας στην εξαίρετη μετάφραση του Θοδωρή Πετρόπουλου _ η καλύτερή του νομίζω, με λαμπρά ελληνικά _ , έδωσε άψογους ρυθμούς στην παράσταση, όπου μπορούσε να κάνει κάτι διαφορετικό, όπως στις πρώτες σκηνές στο γραφείο του Τσάρλι και μέσα στην τρέλα που επικρατεί, με τους επί σκηνής τρεις να «καβαλούν» ο ένας τα λόγια του άλλου, το έπραξε, δημιούργησε θεατρικά πειστικές καταστάσεις και έδωσε ένα φινάλε πολύ συγκινητικό αλλά όχι μελοδραματικό.
Δυστυχώς την παράσταση δεν τη βοηθάει, νομίζω, το σκηνικό της Εύας Νάθενα. Ιδιαίτερα καλόγουστο, δεν το βρήκα λειτουργικό ενώ αυτό ακριβώς επιδιώκει: δεν καταφέρνει να μεταμορφωθεί, παρά τη βοήθεια των φωτισμών του Αλέκου Γιάνναρου, στους πολλούς διαφορετικούς χώρους που ζητάει το έργο. Ικανοποιητικά τα κοστούμια της εκτός από της Σούζαν μετά την κηδεία συνδυασμένο μ’ αυτά τα μποτάκια...
Ερμηνείες. Άπειροι ο Σπύρος Κυριαζόπουλος και η Μαρία Μπεληγιάννη που το δείχνει περισσότερο. Επαρκής ο Θοδωρής Ρωμανίδης, ικανοποιητική η Κλέλια Ρένεση, ακόμα πιο ικανοποιητικός ο Γιάννης Καρατζογιάννης, αν και κάπως «ορθοφωνικός». Ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης έχει επωμιστεί ένα ρόλο αβανταδόρικο, από αυτούς που οπωσδήποτε θα αρέσουν. Τον φέρει εις πέρας με καλή τεχνική, με χιούμορ και με συγκίνηση. Αλλά θα τον ήθελα πιο χαλαρό, πιο σύνθετο. Τον Γιάννη Στάνκογλου τον θέλει το σανίδι: έχει άνεση και κίνηση καλά γειωμένη αλλά διαθέτει και αμεσότητα και εκφραστικότητα. Αν και δεν πείθει για αντιπρόσωπος αυτοκινήτων του Λος Άντζελες, έκλεψε τις εντυπώσεις μου.
Το συμπέρασμα. Μια καλή παράσταση ενός αναλώσιμου έργου.

θέατρο «Γκλόρια», 6 Φεβρουαρίου 2013.


February 7, 2013

Θεσσαλονίκη, πόλη ερωτική…



Το Τέταρτο Κουδούνι / 7 Φεβρουαρίου 2013 

Πάω στο Εθνικό, στο «Κοτοπούλη», να δω «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας» του Μιχαήλ Μαρμαρινού, πριν απ’ την παράσταση μας ανακοινώνουν πως το ρόλο της Ελένης λόγω ασθένειας της Ιωάννας Τσιριγκούλη που τον έπαιζε τον έχει αναλάβει η Θεοδώρα Τζήμου _ η οποία παίζει και στα «Κόκκινα φανάρια» που συγκατοικούν στην ίδια Σκηνή, σε εναλλασσόμενο ρεπερτόριο. Εξαίρετη ηθοποιός, βγήκε με το κείμενο στο χέρι _ προφανώς η αντικατάσταση έγινε εκ των ενόντων _ και τα ’βγαλε πέρα. Αλλά αυτό δεν ήταν για μια μέρα μόνο _ εκείνη τη μέρα που πήγα. Συνεχίζεται, μαθαίνω, διότι συνεχίζεται κι η ασθένεια της Ιωάννας Τσιριγκούλη. 
Κλείνω χτες να πάω στην ίδια Σκηνή του Εθνικού να δω τα «Κόκκινα φανάρια». Ένα τυχαίο τηλεφώνημα λίγο πριν ξεκινήσω και τι ακούω; Πως η Άλκηστις Πουλοπούλου που παίζει την Άννα είναι άρρωστη με ίωση. Και πως εκλήθη να την αντικαταστήσει, εκ των ενόντων και πάλι _ με τα χαρτιά στα χέρια, υποθέτω, και σ’ αυτή την περίπτωση _ η Διώνη Κουρτάκη που παίζει στο «Όνειρο». 

Εξυπηρετικές, βέβαια, αυτές οι αλλαξοκωλιές _ δεν πειράζει, ας γίνω χυδαίος _ για να μη χαθεί ούτε ένα εισιτήριο στους οικονομικά δύσκολους αυτούς καιρούς. Αλλά εγώ αναρωτιέμαι: ολόκληρο Εθνικό Θέατρο δεν έχει καταφέρει ακόμα να ’χει στις παραστάσεις του για τους βασικούς ρόλους έτοιμους αντικαταστάτες _ ντουμπλίρ δηλαδή; Απαράδεκτο! Κι αφού δεν το ’χει καταφέρει γιατί δεν ανακοινώνει την αντικατάσταση εκ των προτέρων μ’ ένα δελτίο Τύπου. Έστω με μια αναφορά στον ιστότοπό του. Έστω μ’ ένα χαρτί κολλημένο στο ταμείο του θεάτρου. Το θέαμα της ηθοποιού η οποία αγωνίζεται να κάνει την κίνηση που πρέπει και παράλληλα να γυρίζει τις σελίδες είναι από μειωτικό έως φαιδρό κι αφήνει μια αίσθηση πρόβας. Κι ο θεατής που πλήρωσε εισιτήριο δεν είναι υποχρεωμένος να το λούζεται. Όταν μάλιστα τον ενημερώνουν δευτερόλεπτα μόνο πριν αρχίσει η παράσταση έως και απάτη θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω. Σίγουρα, πάντως, όχι σεβασμό προς το κοινό. 




Με το Θέατρο «Νόιμαρκτ» της Ζιρίχης θα συνεργαστεί το καλοκαίρι του 2014 ο δικός μας σκηνοθέτης Δημήτρης Κουρτάκης, μετά τον Γιάννη Χουβαρδά που ανέβασε εκεί τον περασμένο Μάρτιο τον «Βόιτσεκ» του Μπίχνερ στη μιούζικαλ εκδοχή των Ρόμπερτ Γουίλσον – Τομ Γουέιτς.
Ο Δημήτρης Κουρτάκης θ’ ανεβάσει για το «Νόιμαρκτ», στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Θεάτρου της Ζιρίχης, τη δική του σύνθεση «Αμόκ (Ορέστης)» στην οποία ο Ορέστης απ’ την ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη, ένας κατεξοχήν θανάσιμος τιμωρός, γίνεται η προβολή των δυο εφήβων που στις 20 Απριλίου του 1999, σε αμόκ, σκοτώνουν στο λύκειο «Kολουμπάιν» του Kολοράντο, δώδεκα συμμαθητές τους κι έναν καθηγητή. Δυο παιδιών «εγκλωβισμένων στο μεταίχμιο της εφηβείας, τα οποία κάνουν το φόνο διαβατήριο για μια ταυτότητα που μπορούν να κατοχυρώσουν μόνο σκοτώνοντας και αυτοκτονώντας», όπως σημειώνει ο σκηνοθέτης που συνυπογράφει με τον Ραλφ Φίντλερ και το κείμενο της παράστασης. «Τα ημερολόγια κι οι βιντεοταινίες τους στα οποία περιγράφουν μια διαδρομή σ’ ένα λαβύρινθο νεκρών και που μαρτυρούν την απόλυτη αποξένωση» ήταν το υλικό, σε συνδυασμό με το κείμενο της ευριπίδειας τραγωδίας, για «μια μυθοπλασία ικανή να επενδύσει τη βία τους με μυθικά σχήματα ενοχής, εκδίκησης και παροξυσμού».
Τη δραματουργική επεξεργασία έκαναν η Ελένη Παπάζογλου κι η Αναστασία Τζέλλου ενώ το ήδη σχεδιασμένο σκηνικό θα ’ναι της Μάρσα Γκίνσμπεργκ. Η παράσταση γίνονται συζητήσεις να παρουσιαστεί πρώτα στην Αθήνα με ελληνική διανομή.
Τ' όνομα του εκλεκτικού Δημήτρη Κουρτάκη συνδέεται στην Ελλάδα με δυο μόνο αλλά εξαίρετες παραστάσεις μέσα σε εννιά χρόνια. Τη σεζόν 2003 – 2004 πρωτοεμφανίστηκε στο «Αμόρε» ανεβάζοντας για το «Θέατρο του Νότου» την «Αραβική νύχτα» του πρωτοπαρουσιαζόμενου στην Ελλάδα σημαντικού Γερμανού Ρόλαντ Σίμελπφένιχ ενώ το 2008 έκλεισε το Φεστιβάλ Αθηνών στην «Πειραιώς 260» με το έξοχο «Καφενείο» του. 
Σημειώστε, επίσης, πως η συνδιευθύντρια του Θεάτρου «Νόιμαρκτ» Μπάρμπαρα Βέμπερ ανέβασε φέτος στην Νέα Σκηνή του Εθνικού σε μια ενδιαφέρουσα παράσταση το έργο του Τενεσί Γουίλιαμς «Ο Ορφέας στον Άδη». 



Επιτέλους! Η αρχιμουσικός Ευγενία Μανωλίδου μπαίνει με την μπαγκέτα της και σε Μέγαρο Μουσικής. Της Θεσσαλονίκης. Στα πόδια της η 25μελής ορχήστρα που συνοδεύει την Νίνα Λοτσάρη _ «Δύο αστέρια μαζί στη σκηνή!» τιτλοφορείται το σχετικό δελτίο Τύπου. Άντε, και δεν αργεί κι η Φιλαρμονική του Βερολίνου.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή...



Ε, ρε γλέντια εκεί πάνω, στη συμπρωτεύουσα, στο ΚΘΒΕ… Μετά τις συγκρούσεις ηθοποιών και εργαζομένων με τον πρόεδρο του Δ.Σ. Μάκη Τρικούκη, μετά τα ΜΑΤ που μπήκαν στο θέατρο προ μηνών, μετά το κλείσιμο των δυο Σκηνών του Θεάτρου στους Λαζαριστές κι αφού ο κ. Τρικούκης την έπεσε άγρια στον καλλιτεχνικό διευθυντή Σωτήρη Χατζάκη με αφορμή το θέμα της καλοκαιρινής κλοπής χρημάτων του ταμείου του Θεάτρου, ιδού τώρα που του την πέφτει του Σωτήρη Χατζάκη μετωπικά κι άλλος πρόεδρος: ο Νικόλαος Μέρτζος, πρόεδρος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών στο θέατρο της οποίας στεγάζεται με ενοίκιο η Κεντρική Σκηνή του ΚΘΒΕ. 
Ποιος είναι ο κ. Μέρτζος; Δικηγόρος, δημοσιογράφος και συγγραφέας, μέλος, και μάλιστα με αξιώματα, της αλήστου μνήμης (1970 – 1973) Συμβουλευτικής Επιτροπής, της διορισμένης παρά του αειμνήστου προέδρου τότε της «κυβερνήσεως» Γεωργίου Παπαδοπούλου, εκδότης της _ εθνικόφρονος _ εφημερίδος «Ελληνικός Βορράς» αλλά και σύμβουλος κατά καιρούς, απ’ ό,τι διάβασα σε παλαιότερο, εκτεταμένο σχόλιο του «Ιού» της «Ελευθεροτυπίας», των Κωνσταντίνου Καραμανλή, Ευάγγελου Αβέρωφ και Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, μεταξύ των διοργανωτών του επίσης αλήστου μνήμης συλλαλητηρίου «Η Μακεδονία Είναι Ελληνική» το 1992 στην Θεσσαλονίκη και εκ των πρωταγωνιστών του πολέμου κατά του βιβλίου Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού _ αυτές είναι περγαμηνές!
Με επιστολή του στην «Καθημερινή» της περασμένης Κυριακής και με αφορμή συνέντευξη του Σωτήρη Χατζάκη που προηγήθηκε στην ίδια εφημερίδα, ο πρόεδρος της Εταιρείας γράφει για το διευθυντή πως «δηλώνει αναίσχυντα (σ.σ. η υπογράμμιση του συντάκτη) ότι κατασκευάζει ‘μια καινούργια σκηνή, «Σκηνή στο Πλάι» 200 θέσεων στον χώρο αναμονής της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών’». Έξαλλος ο πρόεδρος, αφού ξεμπροστιάσει το ΚΘΒΕ ότι χρωστάει τα νοίκια δέκα μηνών, καταγγέλλει πως δεν ενημερώθηκε για το θέμα της καινούργιας Σκηνής η Εταιρεία, μιλάει για «αυθαίρετο κτίσμα» (σ. σ. λέτε πια να γκρεμίσουν τοίχους για την καινούργια Σκηνή;), μιλάει για αδιαφορία προς τη στατική και την αισθητική (ποιαααα;;;;) του κτιρίου, μιλάει για «νομικά μέτρα που επισύρουν ποινικές και αστικές ευθύνες των υπεύθυνων προσώπων» και το κρεσέντο καταλήγει με την κορόνα: «Εδώ κατάντησαν την Ελλάδα οι σπουδαρχίδες της! Να κράτος, να μάλαμα! Να κρατικοί λειτουργοί!» (σ. σ. όπερ εστί, υποθέτω, μεθερμηνευόμενον: Ε, ρε, ένας Παπαδόπουλος που μας χρειάζεται…). 
Αλλά το πιο νόστιμο είναι πως μέσα στη σύγχυσή του ο _ 77χρονος, άλλωστε _ πρόεδρος αποκαλεί τον Σωτήρη Χατζάκη και Κώστα!
Ερωτική πόλη η Θεσσαλονίκη… Αγαπιούνται πολύ εκεί πάνω. Ειδικά οι περί το ΚΘΒΕ πνευματικοί άνθρωποι.



Ε, λοιπόν, το μυριζόμουνα αλλά σιγά - σιγά σιγουρεύομαι. Για τη στάση του υπουργείου Πολιτισμού και του _ εκ της συγκυβερνώσης Νέα Δημοκρατίας _ ΑΥΠΑΙΘΠΑ κ. Τζαβάρα ως προς το ακέφαλο Ελληνικό Φεστιβάλ: συστηματική υπονόμευση. Χωρίς Διοικητικό Συμβούλιο απ’ τον Ιούνιο, χωρίς πρόεδρο – καλλιτεχνικό διευθυντή απ’ τον Αύγουστο _ έληξαν οι θητείες τους _ , έστειλαν στο Φεστιβάλ, μετά από επερώτηση του βουλευτή του _ συγκυβερνώντος _ ΠΑΣΟΚ κ. Καρχιμάκη περί «κακοδιαχείρισης», οικονομικό Εισαγγελέα _ «άντε να ρίξουμε και λίγη λάσπη για σιγουριά»… _, φήμες να ρίχνονται στην πιάτσα επί μήνες «to Loukos or not to Loukos», ονόματα πιθανών «διαδόχων» _ πιθανά και απίθανα _ να ρίχνονται στην πιάτσα επί μήνες, διαρκής αδικαιολόγητη (;) χρονοτριβή στις αποφάσεις, καμιά ανακοίνωση κι ας έχει φτάσει 7 Φεβρουαρίου οπότε πρόγραμμα αξιόλογο αδύνατον να καταρτιστεί από οποιοδήποτε φεστιβάλ, ο προϋπολογισμός του για το 2013 να παραμένει terra incognita ακόμα, οπότε, ωσαύτως, πρόγραμμα αξιόλογο αδύνατον να καταρτιστεί από οποιοδήποτε φεστιβάλ, ο ΑΥΠΑΙΘΠΑ να ρίχνει δώθε - κείθε διάφορα αλληλοσυγκρουόμενα για να θολώσει την ατμόσφαιρα μέχρι και χαριτωμενιές _ εν ου παικτοίς… _ του τύπου «η ΔΗΜΑΡ θα βγάλει τώρα τα κάστανα απ’ τη φωτιά», η _ επίσης συγκυβερνώσα _ βασίλισσα του ήξεις αφήξεις ΔΗΜΑΡ να βγάζει ανακοινώσεις «υποστηρίζουμε τον Λούκο» αλλά η ανικανότητα κι η αβουλία της κι εδώ να γίνονται εμφανείς _ διότι βρώμισε η ανακοίνωση και τίποτα ακόμα… _ και ως κερασάκι στην τούρτα ο _ γεμάτος ενέργεια _ ΑΥΠΑΙΘΠΑ να εξαγγέλλει νεότευκτο «λαμπρό και ακτινοβόλο» Διεθνές Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος στην Επίδαυρο _ λες και δεν υπάρχει _ και να εξορμά σε συνεντεύξεις από… χωρίου εις χωρίον για να διευκρινίσει τα αδιευκρίνιστα. Και τώρα άρχισαν ξαφνικά ν’ αναγγέλλονται, ερήμην του Φεστιβάλ, σε ημερομηνίες και χώρους που είχε το Φεστιβάλ, εκδηλώσεις όπως η συναυλία της Νταϊάνα Κρολ _ στο Ηρώδειο για την 1 Ιουλίου _ για την οποία ήδη έδωσε, λέει, την άδεια το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. 
Ε, αν αυτό δε λέγεται συστηματική υπονόμευση... Ως τώρα το ’λεγα βλακεία, αδιαφορία, ασχετοσύνη, ανικανότητα. Τώρα όχι πια. Ζήτω η _ συγκυβερνωμένη _ Ελλάς! Η οποία ποτέ δεν πεθαίνει. Η πατασσόμενη, λέει (γέλια, γέλια, γέλια), διαφθορά ζει και βασιλεύει και τον _ ελληνικό _ κόσμο κυριεύει. Ακόμα κι η αντιπολίτευση, τουμπεκί. Ε, βέβαια, ο Λούκος δεν «είναι» κανενός… 



Δεν είναι που χρωστάει / χρωστούσε πολλά λεφτά. Είναι που γράφει πολλά λόγια. Πάρα πολλά. Μα πάααρα πολλά.