April 25, 2013

Θα σου πάρω τις άγκυρες…



Το έργο. Ο  Κομπέρ ανακαλεί μνήμες της γιαγιάς του. Και ξαφνικά η γιαγιά  _ αθάνατη! _ επανέρχεται στη ζωή και στη σκηνή. Ακμαία και τροφαντή. Είναι η Κυρία Επιθεώρηση. Πάντα κεφάτη, πάντα μπριόζα και ναζιάρα, πάντα «ζωηρή». Ο μεγάλος της έρωτας ήταν ο Αλέξανδρος. Καλός, όμορφος, ερωτικός αλλά… αριστερός. Μειονέκτημα για την εποχή των νιάτων της _ δεκαετία του ’30. Γι αυτό και τελικά θα επιλέξει ως σύντροφο τον μεγαλοαστό και ματσωμένο Παύλο Μεγαλοπιασμένο _ που είναι βέβαια δεξιός και «με τις καταστάσεις». Άρα καλύτερος… Και θα τον παντρευτεί. Αλλά οι παλιές αγάπες δεν ξεχνιούνται. Ο Αλέξανδρος θα επανέλθει στη ζωή της και θα επανέρχεται ξανά και ξανά, όταν οι διώξεις και οι Εμφύλιοι θα του το επιτρέπουν. Και η τριγωνική σχέση θα διαιωνιστεί _ σαν μία διελκυστίνδα θα ζήσει τη ζωή της η Κυρία Επιθεώρηση… Μία ζωή που στο έργο απλώνεται μέχρι το 1967 και το ξημέρωμα της απριλιανής δικτατορίας.
Με τους δύο άντρες της ζωής της η Κυρία Επιθεώρηση, μόλις βρίσκει την ευκαιρία, θα τρέχει στο θέατρο. Να δει τι; Μα, επιθεώρηση φυσικά! Έτσι κι εμείς, παράλληλα με ένα _ μάλλον επιπόλαιο… _ πανόραμα της ελληνικής ιστορίας _ Μεταξάς, Ελληνοϊταλικός Πόλεμος, επίθεση των Γερμανών, Κατοχή, Εμφύλιος, εποχή Καραμανλή… _, θα παρακολουθήσουμε και ένα πανόραμα _ επίσης βιαστικό και επιπόλαιο… _ της ιστορίας της επιθεώρησης την ίδια εποχή _ δεκαετία του ’30 μέχρι το ’67.
Ο Άγγελος Πυριόχος με το έργο του «Θα σε πάρω να φύγουμε. Η Ελλάδα μέσα από την επιθεώρηση» σαφώς βάδισε στα χνάρια _κατά πόδας… _ του προ ετών «Βίρα τις άγκυρες» των Παπαθανασίου - Ρέππα που παρουσιάστηκε για δύο σεζόν από το Εθνικό Θέατρο στο «Κοτοπούλη»: μία «ρετροσπεκτίβα» στην επιθεώρηση, με ιστορικά ή, έστω, επιτυχημένα νούμερά της _ εκείνο απλώνονταν από το 1894 της αρχής του είδους μέχρι την κατάρρευση της δικτατορίας _ μέσα από μία επινοημένη ιστορία.
Τα κείμενα του Άγγελου Πυριόχου είναι «εύκολα» _ και κάποτε άνοστα και σαχλά _ αλλά δεν είναι αυτό το ουσιώδες ούτε το μόνο πρόβλημα του έργου. Εύκολα ήταν και τα κείμενα των Παπαθανασίου – Ρέππα. Άλλωστε, ιδιαίτερα βαθιά και ουσιαστικά σπάνια ήταν αυτά καθαυτά τα επιθεωρησιακά κείμενα, οπότε ένα ψυχαγωγικό κείμενο που θέλει να τα φέρει ξανά στο προσκήνιο πόσο «ουσιαστικό» θα μπορούσε να είναι; Η διαφορά έγκειται στο ότι Παπαθανασίου και Ρέππας στο «Βίρα τις άγκυρες»» πολύ έξυπνα επινόησαν μία οργανωμένη πλοκή αντλώντας από την έρευνά τους πάνω στα πρόσωπα της επιθεώρησης και τα παρασκήνιά της, όπως έχουν φτάσει στις μέρες μας μέσα από αυτοβιογραφικά, κυρίως, βιβλία ή μαρτυρίες των ηθοποιών και λοιπών συντελεστών της και μέσα από κάποια ιστορικά μελετήματα για το θέμα.
Ο Άγγελος Πυριόχος έχει σκαρώσει ένα χαλαρό, προσχηματικό σενάριο μέσα από το οποίο εμφανίζονται στη σκηνή υπαρκτά πρόσωπα _ ηθοποιοί και τραγουδιστές του είδους, μερικοί μάλιστα ακόμα εν ζωή. Λάθος τεράστιο κατά τη γνώμη μου. Ποιος θα μπορούσε να επαναλάβει στη σκηνή την Ζαζά Μπριλλάντη και την Βέμπο, τον Χατζηχρήστο και την Βασιλειάδου, την Βρανά, την Μελάγια, την Σαπουντζάκη και την Μελίντα, τον Χιώτη και την Τζένη Βάνου, την Ρένα Βλαχοπούλου και την Ρένα Ντορ, τον Πέτρο Κυριακό, τον Μακρή, τον Σταυρίδη και τον Φωτόπουλο; Πρόσωπα, μάλιστα, που τα περισσότερα βρίσκονται διαρκώς μέσα στα σπίτια μας μέσω των ταινιών που έκαναν και οι οποίες προβάλλονται συνεχώς στην τηλεόραση _ πρόσωπα οικεία μας. Το αποτέλεσμα δεν θα ήταν κάτι μεταξύ παρωδίας και αχνών σκιών; Όσο ταλαντούχοι ηθοποιοί κι αν βρίσκονταν να υποδυθούν τα πρόσωπα αυτά _ ή μάλλον να τα μιμηθούν. Ε, αυτό ακριβώς συμβαίνει στο «Θα σε πάρω να φύγουμε». Το κειμενικό αποτέλεσμα, κατά τη γνώμη μου, μοιάζει με ραδιοφωνικό, άντε, τηλεοπτικό αφιέρωμα στην επιθεώρηση, σκαρωμένο στο πόδι. 
Η παράσταση. Μοιραία η σύγκριση με το «Βίρα τις άγκυρες» και πάλι. Εκεί ο Σταμάτης Φασουλής απογείωσε με τρόπο συναρπαστικό το απλώς ευπρεπές κείμενο, πλημμυρίζοντας, εξαιρετικά ισορροπημένα, το θέαμα με γέλιο και συγκίνηση. Εδώ ο Φωκάς Ευαγγελινός έστησε σκηνοθετικά το δικό του θέαμα χωρίς μεγάλη έμπνευση, κάπως αμήχανα και _ απόρησα για την επιλογή του _ χωρίς τη χρήση αυλαίας που τη θεωρώ συνυφασμένη με το θεατρικό αυτό είδος.
Αλλά έρχονται να το σώσουν τα επιμέρους στοιχεία. Καταρχήν ο χορογράφος - εαυτός του σκηνοθέτη. Οι χορογραφίες του, α λα μανιέρ Φλερύ και Καστρινού, εξαιρετικά διδαγμένες και εκτελεσμένες, επιτυγχάνουν αρκετές στιγμές την επιθυμητή απογείωση. Και κατόπιν τα σκηνικά _ φωτισμένα από τον Λευτέρη Παυλόπουλο _ αλλά, κυρίως, τα κοστούμια της Εύας Νάθενα _ ένα ενδυματολογικό όργιο που αρχίζει ασπρόμαυρα για να πλημμυρίσει με χρώματα, τα α λα Κάρμεν Μιράντα λατινοαμερικανίζοντα είναι ένα χάρμα οφθαλμών _, τα οποία προσφέρουν μία τέρψη που αντισταθμίζει τις ελλείψεις της παράστασης. Η παρουσία του βετεράνου στο είδος Γιώργου Κατσαρού, που έχει τη μουσική διεύθυνση και υπογράφει τις ενορχηστρώσεις, είναι άλλο ένα ατού _ μία εγγύηση. Και οφείλω να μην παραλείψω πως η παραγωγή είναι τόσο αφειδώλευτη _ κόσμος πολύς επί σκηνής, εκατοντάδες ακριβά κοστούμια, εννεαμελής ζωντανή (ευτυχώς) ορχήστρα… _ όσο δεν θα μπορούσα να το φανταστώ σε μία περίοδο μεγάλης οικονομικής κρίσης.
Η διανομή. Δυστυχώς η παράσταση δεν υποστηρίζεται όσο θα έπρεπε από τους πρωταγωνιστές της _ πολλά τα λάθη στην επιλογή τους. Ο Μιχάλης Μαρίνος παραμένει μονότροπα ανέκφραστος, η καθόλου ευκαταφρόνητων προσόντων Τάνια Τρύπη μοιάζει εγλωβισμένη σε μία περιορισμένη μανιέρα, η εξαίρετη ηθοποιός Ελισάβετ Μουτάφη, η οποία, αντίθετα, με άνεση τολμάει και κινείται σε μία μεγάλη γκάμα τύπων, δεν με έπεισε πως ταιριάζει στο είδος. Μόνο ο Μέμος Μπεγνής, χαριτωμένος, λαμπερός, εκφραστικός, με χιούμορ, καλός χορευτής και με ακόμα καλύτερη φωνή, τα βγάζει πέρα καλά. 
Το μεγάλο, όμως, πρόβλημα είναι ο Γιώργος Καπουτζίδης. Ο Κομπέρ που του ανέθεσαν είναι ο ένας από τους δύο άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η όλη παράσταση _ ο άλλος είναι η Κυρία Επιθεώρηση. Αποδεικνύεται πως όχι μόνο είναι ελλειματικός υποκριτικά, όχι μόνο είναι κινητικά δύσκαμπτος, όχι μόνο φωνητικά πάσχει σοβαρά αλλά δεν διαθέτει ούτε λάμψη ούτε το λεγόμενο γκελ _ εκ των ουκ άνευ για έναν κομπέρ. Στη σκηνή είναι απλά και μόνο συμπαθής. Οπότε αναγκαστικά η παράσταση μπατάρει προς την άλλη μεριά: ο Αντώνης Λουδάρος ως Κυρία Επιθεώρηση επωμίζεται όλο το βάρος. Ευτυχώς αποδεικνύεται ικανός να το σηκώσει. Με μέτρο, με χιούμορ που ξέρει να πλασάρει, χωρίς ευκολίες και παραχωρήσεις και κακογουστιές και μπαλαφαριές, ώριμος πια ηθοποιός, όχι μόνο δεν δίνει το ρόλο του τραβεστικά αλλά στο τέλος με έπεισε πως επί σκηνής δεν βρίσκεται ένας άντρας ηθοποιός ντυμένος γυναίκα αλλά όντως μία γυναίκα! Μόνον έπαινοι του αξίζουν. Σώζει την παράσταση.
Από τους υπόλοιπους ξεχώρισα την Νάντια Κοντογεώργη _ φωνάρα, διαπρέπει στο απόσπασμα του «Βαφτιστικού» (που δεν είναι επιθεώρηση βέβαια…) και ως Τζένη Βάνου αλλά βρίσκεται σε μεγάλη αμηχανία, και είναι λογικό, ως Γεωργία Βασιλειάδου… _, τον ανάλαφρο Χρήστο Σπανό που εκπέμπει μία σκηνική ευγένεια και μία αρμονία έστω κι αν δεν του ταιριάζουν καθόλου οι μάγκες του Πέτρου Κυριακού και του Μίμη Φωτόπουλου που του έχουν ανατεθεί και τον έξοχο τραγουδιστή Γιάννη Μαθέ.
Το συμπέρασμα: Μία παράσταση με πολλές ατέλειες αλλά πλούσια και εύφορη και με έναν Λουδάρο που πρέπει να δείτε. Αν, μάλιστα, ανήκετε και σε μεγαλύτερες ηλικίες θα βρεθείτε να σιγοτραγουδάτε…

Θέατρο «Badminton», 12 Απριλίου 2013

Ο Πέτρος και οι λύκοι… / Αλλά και ένα σκάνδαλο



Το Τέταρτο Κουδούνι / 25 Απριλίου 2013


Ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης θα ’ναι ο Μενέλαος, η Τζωρτζίνα Δαλιάνη η Κασσάνδρα κι ο Απόστολος Πελεκάνος ο Ταλθύβιος στις «Τρωάδες» _ με τις οποίες επανέρχεται το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας στο Φεστιβάλ Επιδαύρου, όπως σας έγραφα στο «Τέταρτο Κουδούνι» στις 4 Απριλίου, σε σκηνοθεσία του καλλιτεχνικού διευθυντή του Θοδωρή Αμπαζή _ πλάι στις Άννα Κοκκίνου / Εκάβη, Κατερίνα Διδασκάλου / Ελένη, Κόρα Καρβούνη / Αθηνά και Δανάη Σαριδάκη / Ανδρομάχη.
Η τραγωδία του Ευριπίδη θα παρουσιαστεί σε μετάφραση Έλσας Ανδριανού που πρωτοδοκιμάζεται στο αρχαίο δράμα, με σκηνικό και κοστούμια Ελένης Μανωλοπούλου, κίνηση Ζωής Χατζηαντωνίου και φωτισμούς Αλέκου Αναστασίου. Τη ζωντανή μουσική που θα εκτελούν ο κλαρινετίστας Σαμ Μαρλιέρι κι η Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων Πάτρας «Θανάσης Τσιπινάκης», θα συνυπογράψουν ο σκηνοθέτης κι ο Ανδρέας Ζαφειρόπουλος ενώ στο ρόλο του Ποσειδώνα θα ακούγεται η φωνή του Μιχαήλ Μαρμαρινού.  




Το «Θερμοκήπιο» του Πίντερ δεν επαναλήφθηκε τελικά στο θέατρο «Οδού Κυκλάδων». Γιατί ο Λευτέρης Βογιατζής είχε μια υποτροπή με την υγεία του. Η οποία, πάντως, ευτυχώς, αποκαταστάθηκε. Η φετινή πρεμιέρα ήταν προγραμματισμένη για την Δευτέρα 8 Απριλίου. Το «Αθηνόραμα» είχε καταχωρήσει έγκαιρα τα στοιχεία στον δικτυακό του τόπο. Επειδή ανακοίνωση για τη ματαίωση δε στάλθηκε, προφανώς η καταχώρηση παρέμεινε κάποιες μέρες μέχρι να αποσυρθεί, όταν απ’ το περιοδικό έμαθαν πως το «Θερμοκήπιο» δεν παίζεται.
Ε, λοιπόν στη διαβόητη στήλη «Οι Κριτικές του Κοινού» για τη συγκεκριμένη παράσταση που ΔΕΝ ΠΑΙΧΤΗΚΕ ΠΟΤΕ είχαν αναρτηθεί τις μέρες αυτές πέντε «κριτικές» πέντε «θεατών». Τις αντιγράφω _ στο διαδίκτυο όλα μπορεί κανείς να τα βρει…:
Dimitri, 4/4: «Το σχόλιο δεν αφορά την παράσταση την οποία άλλωστε είχα δει όταν παίχτηκε πέρσυ, αλλά τον θαυμασμό για την επιμονή του Βογιατζή να ξαναπαιχτεί και την ευγνωμοσύνη μου που υπάρχει. Ευχές να πάει καλά και να μας χαρίσει κι άλλες δουλειές». 5 αστεράκια (σ.σ. ένα σχόλιο που δεν συμψηφίζεται μ’ αυτά που ακολουθούν, βέβαια…).
Ioannis Papaioannou, 10/4: «…αριστούργημα…». 4 αστεράκια.
Braila, 12/4: «patatia pou xanafitrose». 0 αστεράκια.
feolinos Kop, 14/4: «Κουραστικό. Δεν πείθει η νέα διανομή. Ο Πίντερ θέλει έκταση ψυχής επί σκηνής γιατί αλλιώτικα χωλαίνει και βυθίζεται. Μόνη εξαίρεση η Σκουλά. 1 αστεράκι (σ.σ. ε, αυτό πια!!!!!!).
Kapoytsinos, 15/4: «pali soupa». 0 αστεράκια.
Θα ’ταν λίγο να μιλήσω για σκάνδαλο. Και για όνειδος… Μήπως το «Αθηνόραμα» θα ’πρεπε επιτέλους ν’ αναθεωρήσει τη θέση του για την ύπαρξη της στήλης αυτής; Η οποία πολύ κακό έχει κάνει, κατά τη γνώμη μου _ κι όχι μόνο τη δική μου… _, στο ελληνικό θέατρο; Πριν αποφασίσει κάποιος _ ποιος το αποκλείει; _ να κινηθεί και νομικά; 






Πολύ τυχερή, τελικά, η «Γκόλφω» του βουνού και της στάνης, η «Γκόλφω» των μπουλουκιών… Το έργο αυτό που ’γινε το πιο πολυπαιγμένο, ίσως, των ταπεινών θιάσων οι οποίοι περιόδευαν, που ’γινε πολυαγαπημένο των λαϊκών ανθρώπων, που ’γινε θρύλος, ήρθαν το «Ελεύθερο Θέατρο» πρώτο, τη δεκαετία του ’70, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, κατόπιν, που το χρησιμοποίησε ως μοχλό στον «Θίασό» του το ’75, ο Σίμος Κακάλας με τον «Χώρο» του τη δεκαετία του 2000, με αποκορύφωμα τον Νίκο Καραθάνο τώρα, στη δεκαετία του 2010, στο Εθνικό, και το «αναβάθμισαν». «Αναβάθμισαν» αυτό το «δραματικό ειδύλλιο», αυτό το βουκολικό μελόδραμα του 1893 _ αλήθεια, πρόσεξε κανείς πως γίνεται 120 χρόνων; _ και του Σπυρίδωνος Περεσιάδη, του τυφλού χωριάτη της Ακράτας.
Ειδικά η τωρινή παράσταση το ’χει αγκαλιάσει ζεστά το κείμενο, μ' αγάπη κι έχει αναδείξει όλη τη δροσιά των στίχων του που αναβλύζουν και ρέουν σαν καθαρό νεράκι. Σας επαναλαμβάνω: ΜΗΝ τη χάσετε! Και: Εθνικό Θέατρο, κρατήστε αυτή την παράσταση και μετά το Πάσχα! Δεν το νοιώθετε, δεν το βλέπετε πως τώρα είναι που το ενδιαφέρον φουντώνει; Συν μια ερώτηση προς τους καθ’ ύλην αρμόδιους: αυτή η παράσταση θα παραμείνει εντός των ελληνικών συνόρων;



Δεν μπορώ ούτε θέλω να σιωπήσω. Μιλώ για τον Πέτρο Φιλιππίδη. Τον παρακολουθώ απ’ το 1986. Όταν, φρέσκος – φρέσκος απόφοιτος της δραματικής σχολής του «Θεάτρου Τέχνης», έπαιξε Ποιητή _ ήταν, αν δεν κάνω λάθος ο πρώτος του ρόλος εκτός Χορού και μπούγιου _ στους τελευταίους αριστοφανικούς «Όρνιθες» που αναβίωσε ο ίδιος ο Κάρολος Κουν με το «Θέατρο Τέχνης». Τον είχα δει τότε και στην Επίδαυρο και στο Ηρώδειο και τον ξεχώρισα. Αποκάλυψη! Από τότε άρχισα να βλέπω _ κατόπιν μέσα απ’ την «Εποχή» του Βασίλη Παπαβασιλείου _ το τάλαντό του να εξελίσσεται. Αλματωδώς. Και σύντομα σιγουρεύτηκα πως είναι ο σημαντικότερος κωμικός ηθοποιός της γενιάς του _ ένας απ’ τους καλύτερους που πέρασαν απ’ τη σκηνή μας.
«Εμπορευματοποιήθηκε» στη συνέχεια, πέρασε στην τηλεόραση, αφέθηκε σε φτήνιες και σε καραγκιοζιλίκια _ εύκολη η εκτροπή για έναν κωμικό _ αλλά κατάφερε να ελεγχθεί, ν’ αποβάλει τα ελαττώματα αυτά, ν’ αποπλύνει τα αμαρτήματα αυτά, να συνέλθει και να εξελιχθεί. Ξεκίνησε δικούς του θιάσους, έκανε έξοχες ερμηνείες στον Αριστοφάνη, άρχισε να σκηνοθετεί… Χωρίς ιδιαίτερες επιδόσεις στην αρχή _ ο «Επιθεωρητής» του, για μένα, ήταν μια φτηνή φάρσα. Κατόπιν, όμως, ανακάλυψε την παλιά ελληνική κωμωδία. «Η θεία από το Σικάγο» που ’κανε κι «Ο μπακαλόγατος» στη συνέχεια ήταν, αν όχι οι καλύτερες, απ’ τις δυο - τρεις αρτιότερες αναβιώσεις της παλιάς ελληνικής κωμωδίας που ’χουν γίνει. Κι η ερμηνεία του στον «Μπακαλόγατο» απολαυστική _ σταθμός στην κωμωδία.
Δεν ξέρω τι συνέβη κατόπιν. Σαν να ’χασε τον έλεγχο. Άρχισε να σκηνοθετεί τέσσερις – τέσσερις τις παραστάσεις χωρίς καμιά προσοχή, να παίζει αταίριαστους ρόλους, να ξεσκίζεται στην τηλεόραση, να ξεσκίζεται στις διαφημίσεις, να κάνει το ρόλο του «Μπακαλόγατου» διαφήμιση, να μπαλαφαρίζει και πάλι στη σκηνή _ μια σπατάλη δυνάμεων άνευ προηγουμένου. Και παράλληλα να δίνει συνεντεύξεις δώθε - κείθε και να βρίζει τους κριτικούς που δεν του ’γραψαν καλές κριτικές, να βρίζει, χρησιμοποιώντας και φανταστικά στοιχεία, ανθρώπους που τον στήριξαν, πρωινάδικα, ανόητες παρεμβάσεις, τερατώδεις μεγαλομανιακές δηλώσεις που έγιναν αντικείμενο χλεύης, ν’ αποχωρεί απ’ τη σκηνή, όπως πρόσφατα, γιατί κάποιοι στο κοινό έτρωγαν τσιπς (όχι πως δεν έπραξε καλά, άριστα έπραξε, απόλυτα συμφωνώ, αλλά το θέμα είναι πώς έχεις διαπαιδαγωγήσει το κοινό σου και πώς πλασάρεις την αποχώρησή σου…) _ εξελίξεις άνευ προηγουμένου. Ο «Υπηρέτης με δυο αφεντικά» που κάνει φέτος _ συνυπογράφει τη διασκευή, σκηνοθετεί και παίζει τον Τρουφαλντίνο / Ντίνο _ μια παράσταση που χρησιμοποιεί επί ματαίω τ’ όνομα του Κάρλο Γκολντόνι ως συγγραφέα… _ νομίζω πως είναι ένα ακόμα βήμα προς τον όλεθρο.
Δεν ξέρω τι φταίει. Κρίση ηλικίας, ανασφάλεια, φιλοχρηματία, η οικονομική κρίση, το εγώ που διογκώθηκε ανεξέλεγκτα, οι κακοί σύμβουλοι; Αλλά με το χέρι στην καρδιά και με το θάρρος που μου δίνει η εκτίμησή προς το Μέγα Τάλαντό του που το σπαταλάει ΕΤΣΙ θα ’θελα φιλικά και με νοιάξιμο να συστήσω στον Πέτρο Φιλιππίδη να προσέξει. Να σταματήσει για λίγο, να κατεβάσει το κεφάλι, να μειώσει την έπαρση, να πάψει να περιαυτολογεί, να κάνει έναν απολογισμό, μια αυτοκριτική, να θυμηθεί πως είναι μαθητής του Κουν και του Παπαβασιλείου, ν’ αναλογιστεί ανάλογες περιπτώσεις του παρελθόντος _ πιο πρόσφατη του Θύμιου Καρακατσάνη… _, ν’ αφήσει κατά μέρος τους κακούς λύκους που υποτίθεται πως τον καταδιώκουν και να ψάξει να βρει, να διαβάσει και ν’ ακούσει όχι τι έχουνε πει και γράψει οι άλλοι γι αυτόν αλλά τι έχει πει ο ίδιος, να ξαναβρεί τον εαυτό του και να επανέλθει με μεγαλύτερη ταπεινότητα, με λιγότερη ανασφάλεια, με αυτοέλεγχο και με αναβαθμισμένο γούστο. Και να πιάσει το νήμα εκεί που το ’χε αφήσει πριν από μερικά χρόνια. Πριν είναι πολύ αργά. Είναι κρίμα. Αυτό το ΠΡΑΜΑ που είδα στο «Μουσούρη», με τις ταξιθέτριες να περιπολούν και να φωνάζουν «σουτ, σουτ», προσωπικά με στενοχώρησε. Πολύ. Γιατί με παρέπεμψε στο «Σατιρικόν» του Φελίνι. Ήτοι στη χείριστη μορφή παρακμής του θεάτρου.




Ηρωίδα της Θεατρικής _ όχι της Σοσιαλιστικής _ Εργασίας! Ο τίτλος ασυζητητί απονέμεται στην κριτικό θεάτρου και δημοσιογράφο του «Αθηνοράματος» Ιλειάνα Δημάδη. Τις μέτρησε! Όλες! Τις _ μέχρι πρόσφατα, διότι έχουμε και Μάιο και Ιούνιο ακόμα μπροστά μας… _ παραστάσεις της χειμερινής σεζόν που βαίνει προς τη λήξη της. Άθλος! 626 παραστάσεις, λέει, ανέβηκαν σε 216 θέατρα της Αθήνας!!!
Ναι, τις μέτραγα κι εγώ κάποτε. Αλλά τότε ήταν 200 – 250 ακόμα. Πού να το φανταζόμουνα ότι το 2013 θα συμπλήρωνα τη φράση ως εξής: αλλά τότε ήταν μόνο 200 – 250 ακόμα.
Heeeeeeelp! Ο Θεός του Θεάτρου να τους/μας φωτίσει.





Δεν το ανέφερε κανείς _ δεν το ’δα, τουλάχιστον, εγώ, αν και ξέρω πως οι περί το σινεμά γράφοντες δεν έχουν και πολύ θερμές σχέσεις με το θέατρο… Πως το έργο του Ρόναλντ Χάργουντ (συγγραφέα και του «Αμπιγιέρ») «Κουαρτέτο», στο οποίο βασίζεται η ομώνυμη ταινία του Ντάστιν Χόφμαν _ με Μάγκι Σμιθ, Τομ Κόρτνεϊ, Πολίν Κόλινς, Μπιλ Κόνολι, Μάικλ Γκάμπον… _ που παίζεται στους κινηματογράφους τις μέρες αυτές, παρουσιάστηκε την προπέρσινη σεζόν 2010 – 2011 και στην Αθήνα. Στο «Θέατρο της Ημέρας», σε σκηνοθεσία Γιώργου Γραμματικού με τον τίτλο «Κουαρτέτο Ριγκολέτο».

April 18, 2013

Ζέττα κατεψυγμένη…



Το Τέταρτο Κουδούνι / 18 Απριλίου 2013


Ο εξαίρετος _ έχω διαβάσει το κείμενο _ μονόλογος «Η Φανερωμένη» της συναδέλφου Ρούλας Γεωργακοπούλου έχει περιληφθεί στις φετινές «Αναγνώσεις» του Εθνικού Θεάτρου, των οποίων την επιμέλεια έχει πάντα η θεατρολόγος Σίσσυ Παπαθανασίου _ ένας θεσμός που ευδοκίμησε κι έχει ενταχτεί τα τελευταία χρόνια στον κύκλο εκδηλώσεων «Η Άλλη Διάσταση» του Εθνικού. Το μονόλογο ετοιμάζει σκηνοθετικά η Κατερίνα Ευαγγελάκου με ερμηνεύτρια την πολύ καλή Μαρία Ζορμπά.
Σημειώστε πως η Ρούλα Γεωργακοπούλου, η οποία έχει στο ενεργητικό της τρία σύντομα θεατρικά _ «Διανυκτερεύον» (1986), «Τα δροσερά σου υπόγεια» (1992), «Η Προσπερίνα και ο Ναύτης» (2007)_ που τα 'χει όλα ανεβάσει η Πέπη Οικονομοπούλου με τον «Καθρέφτη» της στο θεατράκι «Οδού Αντιοχείας» _ τα δυο πρώτα συναρμολογημένα σε προγράμματα μονοπράκτων _, έχει ήδη συνεργαστεί με την Κατερίνα Ευαγγελάκου στη μεταποίηση της νουβέλας του Αλέξανδρου Κοτζιά «Ιαγουάρος» σε σενάριο για την ομώνυμη καλή ταινία (1994) της.





Θυμάμαι να την έχω «εντοπίσει» την Αγλαΐα Παππά για πρώτη φορά το ’92 _ στο «Αμόρε», στην «Φαίδρα» του Ρακίνα, που ’χε ανεβάσει ο Γιάννης Χουβαρδάς με το «Θέατρο του Νότου». Σ’ ένα ρόλο, μάλιστα, όχι βασικό. Μου ’χε κάνει εντύπωση η δύναμή της. Έκτοτε την έβλεπα να εξελίσσεται. Το 2001 μ’ εντυπωσίασε _ μ’ ενθουσίασε για να κυριολεκτήσω _ στον μεταφερμένο στη σκηνή τολμηρό, αδυσώπητο μονόλογο της Μόλι Μπλουμ απ’ τον «Οδυσσέα» του Τζέιμς Τζόις. Εκπληκτική!
Έπαιξε επιλεκτικά, έψαξε το καινούργιο, το διαφορετικό, συμμετείχε σε ακραία πειραματικά ανεβάσματα, ήταν ο βασικός απ’ τους τρεις Αγγέλους που δέχτηκαν κατάμουτρα όλο το ξέσπασμα την οργής αλλά και της χυδαιότητας μέρους του κοινού της Επιδαύρου κατά του σκηνοθέτη της παράστασης Ανατόλι Βασίλιεφ στην «Μήδεια» του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας… Μια ηθοποιός απόλυτα αυτοελεγχόμενη, με τεχνική, με φωνάρα, με προσωπικότητα, με σκηνικό κύρος, με μέγεθος και υποκριτικό όγκο.
Πολλαπλή η παρουσία της φέτος. Συμμετείχε με τον Σταμάτη Κραουνάκη και την «Σπείρα Σπείρα» του στη συνέχιση για τρίτη σεζόν της παράστασή τους «Δε μασάμε. Bizz!» στην καινούργια «Χελώνα» του Κραουνάκη. Πρωταγωνίστησε ως Βασίλισσα Ελισάβετ στην επανάληψη, στο «Άττις» του Θεόδωρου Τερζόπουλου, του εξαιρετικού «Alarme» του όπου, μαζί την Σοφία Χιλλ / Μαρία Στούαρτ, σ’ ένα τεράστιας σωματικής δυσκολίας ντουέτο, έδιναν δυο σπουδαίες ερμηνείες.
Και τώρα, κάνει άλλους δυο ρόλους.
Αστραφτερή, εκτυφλωτική, υπέροχα ντυμένη απ’ τον Δημήτρη Ντάσσιο _ και με καταπληκτικές γάμπες! _, απογειώνει, σ’ ένα άλλο, επίσης εξαιρετικό, ντουέτο με την Μαριάνθη Σοντάκη _ μαζί τους ο Γιάννης Πολιτάκης _, με χιούμορ ειρωνικό, σπινθηροβόλο αλλά και με μια ανεπαίσθητη μελαγχολία, το λόγο - αφρό σαμπάνιας του Ανδρέα Στάικου στο… εξωτικό, α λα Μπρεχτ/Βάιλ, «Καρακορούμ» του, που ’χει ανεβάσει ο Δημήτρης Δεγαΐτης στο «Θέατρο Τέχνης» της Φρυνίχου.
Και εντελώς διαφορετική _ ένα βελούδο που μέσα σε λίγη ώρα μεταμορφώνεται σε ατσάλι _ πρωταγωνιστεί στο «Julius» του Κωνσταντίνου Χατζή που ο ίδιος έχει ανεβάσει στον «Προσωρινό». Ένα δυνατό κείμενο, έξοχα σκηνοθετημένο, που σχετίζει τη ναζιστική Γερμανία με το φοβιστικό δικό μας σήμερα του ενεδρεύοντος φασισμού, μέσα από μια γυναίκα _ η οποία παραπέμπει στην Μάγκντα Γκέμπελς, σύζυγο του στενού συνεργάτη του Χίτλερ, που, όταν η Γερμανία κατάρρευσε, αυτοκτόνησε μαζί με τον άντρα της αφού δηλητηρίασαν τα έξι τους παιδιά _ και τον ανάπηρο γιο της. Σ’ ένα μικρό πατάρι – πασαρέλα, σε απόσταση ανάσας απ’ τους θεατές, πριν οι δυο ηθοποιοί ανοίξουν την τζαμαρία της ισόγειας αίθουσας και το κακό ξεχυθεί στο δρόμο, με συμπαραστάτη τον ισάξιό της ταλαντούχο νεαρό ηθοποιό Γιάννη Χαρτοδιπλωμένο, η Αγλαΐα Παππά κι εδώ, γι άλλη μια φορά, δίνει ρέστα.




Το υπουργείο Πολιτισμού _ ως υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών ιδρύθηκε επί χούντας _ το 1971. Καταργήθηκε ως ανεξάρτητο υπουργείο επί τρικομματικής κυβέρνησης Σαμαρά _ το 2012. Και διαλύεται εντελώς, μετατρεπόμενο, σύμφωνα με σχέδιο νόμου που ετοιμάστηκε _ και που θα ψηφιστεί; _ και πάλι επί τρικομματικής κυβέρνησης Σαμαρά – το 2013. Τα συμπεράσματα δικά σας. (Μήπως θα πρέπει να εκληφθεί ως όψιμη αντιχουντική ενέργεια;).
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…



Το ρόλο της Σούγκαρ που ’παιξε η Μέριλιν Μονρό στην οθόνη θ’ αναλάβει η Ζέτα Μακρυπούλια στη μιούζικαλ θεατρική εκδοχή του «Μερικοί το προτιμούν καυτό» που θ’ ανεβάσει τον επόμενο χειμώνα ο Σταμάτης Φασουλής στο «Παλλάς» διάβασα απ’ τον Βασίλη Μπουζιώτη στο onlytheater.gr. Και τον μεθεπόμενο, λέει, πρώτα ο Θεός, θα ’ναι η Μαρία στο επίσης μιούζικαλ «Η μελωδία της ευτυχίας» και πάλι στο «Παλλάς». «Να πρόκειται για ‘ζέσταμα’, το ‘Καυτό’;» αναρωτιέται ο συντάκτης. Μωρέ, δε ζεσταίνεται με τίποτα η Ζέττα Μακρυπούλια, φοβάμαι. Είναι στη βαθιά κατάψυξη…



Άργησα να το πιάσω αλλά το ρούφηξα. Το βιβλίο της Μαργαρίτας Μαντά «…Το πρώτο πράγμα που ’κανε ο Θεός είναι το ταξίδι…». Ένα ημερολόγιο γυρισμάτων της ταινίας του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Το βλέμμα του Οδυσσέα». Με γέλιο, με δάκρυ, με αγωνία, με οργή, με χιούμορ, με γλύκα, με συγκρούσεις, με κακουχίες, με αγάπες, με στιγμές συγκλονιστικές _ ο θάνατος του Τζαν Μαρία Βολοντέ στην Φλώρινα, που στοίχειωσε την ταινία _ έως και με σασπένς. Τα γυρίσματα κράτησαν απ’ τον Ιανουάριο του ’94 μέχρι τον Μάρτιο του ’95, η ταινία προβλήθηκε το ’95, έχουν περάσει δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια, στην ιστορία του κινηματογράφου ανήκει πια, αλλά διαβάζεις το βιβλίο και αγωνιάς: «Θα καταφέρουν να την ολοκληρώσουν;».
Και ταυτόχρονα να αναδύεται ένα πορτρέτο του Αγγελόπουλου, που δεν είναι αγιογραφία αλλά είναι ουσιαστικό. Το ’πιασα στο τρένο, ανεβαίνοντας στην Θεσσαλονίκη για το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, και δεν το άφησα τις επόμενες 36 ώρες πριν το τελειώσω. Σε μια Θεσσαλονίκη κρύα και βροχερή, τρέχοντας από ταινία σε ταινία _ ήτοι στο τέλειο σκηνικό.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…




Διατελώ πια _ αθώος, ναι _ εν πλήρη συγχύσει με τις παραστάσεις _ ποια παίζεται και πού και πότε και μέχρι πότε και ποιες μέρες και ποιες ώρες. Δεκάδες, εκατοντάδες… Ακόμα περισσότερο με τις παραστάσεις στο «104» _ που νομίζω έχει το ρεκόρ. Κι έρχεται, απ’ τους ανθρώπους που το φροντίζουν, δελτίο Τύπου _ το οποίο προορίζεται να κατατοπίσει τις «λίστες θεαμάτων», λέει. Και μετράω και τι διαπιστώνω; Πως στο νέο «104», στο Γκάζι, παίζονται οκτώ παραστάσεις τη βδομάδα! Παράλληλα. Τέσσερις στην Κεντρική Σκηνή, τέσσερις στο λεγόμενο «Black Box» _ άντε πάλι, κι άλλο «Black Box» εδώ… Κι αντί να διαφωτιστώ παθαίνω, μεγάλος άνθρωπος πια, ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση. Αλλά παθαίνω κι έναν οίκτο. Για τους υπεύθυνους στις στήλες _ άντε «λίστες» _ θεαμάτων.




Αχ, πάλι; Πάλι «φως στην άκρη του τούνελ»; Μα πάλι; Boring…, πληκτικό καταντάει. Μετά από σειρά ολόκληρη πρωθυπουργών και υπουργών που όλοι το ’βλεπαν αλλά εμείς ποτέ δεν το ’δαμε, φως στην άκρη του τούνελ βλέπει κι αυτός. Ο νυν πρωθυπουργός μας κ. Αντώνης Σαμαράς. Κατάλοιπο της αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς θα ’ναι… Περαστικά.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

April 14, 2013

Συναρπάζοντας από το φορτεπιάνο




 Δεν τον έχω συνηθίσει τον ήχο «με όργανα εποχής»… Ή δεν τον έχει συνηθίσει ακόμα η Καμεράτα – Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής _ ίσως οι μουσικοί της πρέπει να δουλέψουν πολύ ακόμα με τα «καινούργια» τους αυτά όργανα για να με πείσουν. Ίσως φταίω εγώ _ δεν είμαι καθόλου ειδικός επί του θέματος. Ούτε ο ήχος του φορτεπιάνο με γοητεύει _ μου ακούγεται κάπως ξύλινος. Τα επιχειρήματα, βέβαια, του αρχιμουσικού Γιώργου Πέτρου, καλλιτεχνικού διευθυντή της Καμεράτας, για το θέμα είναι πειστικά κι ο δρόμος που ακολουθεί με την ορχήστρα για εκτελέσεις με όργανα εποχής είναι ενταγμένος σε μια ευρωπαϊκή τάση καθόλου καινούργια και με επιτυχή, συχνά, αποτελέσματα.
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και ελκυστική βρήκα και την ιδέα για τον τριήμερο Κύκλο με τον _ προκλητικά καταχρηστικό αλλά πιασάρικο _  τίτλο «Τα Εννέα Κοντσέρτα για Πιάνο τουΜπετόβεν σε Όργανα Εποχής» _ τα εννιά έργα που παίχτηκαν προχτές, χτες και παίζονται σήμερα, κάτω από τη διεύθυνση του Γιώργου Πέτρου, δεν έχουν όλα τη φόρμα του κοντσέρτου. Η εκτέλεση όμως _ ειδικά από τα πνευστά…
Παρακολούθησα τη δεύτερη συναυλία. Που άνοιξε με τρία αποσπάσματα από το μπαλέτο του Μπετόβεν «Τα πλάσματα του Προμηθέα». Και συνεχίστηκε με το Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 6 _ που δεν είναι παρά η μεταγραφή απ’ τον ίδιο τον συνθέτη του Κοντσέρτου του για βιολί και ορχήστρα. Επαρκέστατος ο σολίστ Τίτος Γουβέλης. Ακόμα καλύτερο βρήκα τον νεαρό πιανίστα Θοδωρή Τζοβανάκη, σολίστ στο Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 0. Εδώ το ενδιαφέρον βρισκόταν κυρίως στην εξαιρετική ανασύνθεση και ενορχήστρωση απ’ τον Φίλιππο Τσαλαχούρη του πρώιμου, εφηβικού αυτού έργου του Μπετόβεν που σώθηκε σε εντελώς ατελή μορφή. Το παιχνιδιάρικό ρόντο του τρίτου μέρους, ειδικά, το βρήκα τρισχαριτωμένα εφηβικό και απόλυτα μοτσάρτειο.
Η συναυλία κορυφώθηκε με το Κοντσέρτο για πιάνο αρ 4. Η ορχήστρα κινήθηκε στα ίδια επίπεδα αλλά η σολίστ Αλεξάνδρα Παπαστεφάνου ξεπέρασε τον εαυτό της. Όχι μόνο με την έξοχη ερμηνεία της αλλά αφήνοντας, τελικά, την αίσθηση ότι ήταν η μόνη από τους σολίστ της βραδιάς που συμβιβάστηκε, συμπορεύτηκε, ταυτίστηκε με το όργανο στο οποίο κλήθηκε να παίξει: τιθάσσευσε τον δύσκολο ήχο του φορτεπιάνο και έπαιξε βγάζοντας ,ό,τι καλύτερο από αυτό πηγαίνοντας με τα νερά των δυνατοτήτων του και απόλυτα στο ύφος που της υπαγόρευε. Έπαιξε δηλαδή όντως σε φορτεπιάνο. Το κατέκτησε και μας κατέκτησε _ τουλάχιστον με κατέκτησε. Εξαιρετικό φινάλε για τη βραδιά.

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 13 Απριλίου 2013.  

April 11, 2013

Υπουργείο Παιδείας, Πολιτισμού και Άνευ Τσίπας



Το Τέταρτο Κουδούνι / 11 Απριλίου 2013

Ήταν _ είναι δηλαδή ακόμα _ μια απ’ τις τέσσερις - πέντε καλύτερες παραστάσεις που είδα φέτος. Και απ’ τις ακόμα λιγότερες που με συγκίνησαν τόσο. Η… αρχαία «Γκόλφω» του Σπυρίδωνος Περεσιάδη, όπως την έκανε καινούργια _ και καθόλου ειρωνικά, με την έκφραση της πιάτσας, δεν το λέω, το λέω με την ουσιαστική έννοια _, χωρίς να τη βιάσει και να της πετάξει έξω τα μάτια, ο Νίκος Καραθάνος. Για το Εθνικό, στο «Κοτοπούλη». Θα γράψω αναλυτικότερα. Αλλά θέλω εδώ, εν είδει ανθολογίου, έστω κι αν τα λόγια αδυνατούν να περιγράψουν την ομορφιά τους και μπορεί και να την καταστρέφουν, να φυλάξω δυο στιγμές της. Για μένα πολύτιμες. Που μ’ έκαναν κα κλάψω με λυγμούς. Και δεν ήμουν ο μόνος…

Ο ύμνος / θρήνος της αγάπης, η πρώτη _ όπου τους δεκαπεντασύλλαβους του Περεσιάδη έχει συμπληρώσει με στίχους εμβόλιμους η Λένα Κιτσοπούλου: οι ηθοποιοί καθισμένοι μετωπικά στο προσκήνιο _ οι καρέκλες σε δυο σειρές. Στη δεύτερη να παίζουν ζωντανά μουσική. Στην πρώτη, οι τρεις Γκόλφω της παράστασης _ η Εύη Σαουλίδου, η Λυδία Φωτοπούλου, η Αλίκη Αλεξανδράκη. Η Λυδία Φωτοπούλου βγάζει χαρτομάντηλα από ένα πάκο, τα τσαλακώνει, τα κάνει μπάλες, τα ποτίζει με νεράκι από ένα πλαστικό μπουκάλι με εμφιαλωμένο, τα μοιράζει και στις άλλες δυο και στεντόρεια, σα να βγάζει τα σπλάχνα της, αρχίζει να «εκφωνεί» τον σπαρακτικό αυτό μονόλογο που τη σηκώνει απ' την καρέκλα ενώ οι τρεις τους πιέζουν, στύβουν τις μπάλες με τα χαρτομάντηλα πάνω στα μάτια τους και τα νερά τρέχουν σαν ποταμοί δακρύων. 
Η δεύτερη, το φινάλε. Γκόλφω / Αλίκη Αλεξανδράκη και Τάσος / Γιάννης Βογιατζής, το γεροντικό, διαχρονικό ζευγάρι του υπεραιωνόβιου έργου, παίζουν λιτά, σχεδόν αποστασιοποιημένα την τελευταία σκηνή όπου η Γκόλφω φαρμακώνεται κι οι άλλοι φωνάζουν στον Τάσο να τρέξει για βοήθεια. «Τρέξε Τάσο, τρέξε Τάσο, τρέξε!», οι ηθοποιοί γκρουπαρισμένοι μπροστά στα σκαλάκια της σκηνής προς την πλατεία, το φως συγκεντρωμένο πάνω τους, κι ο εμβρόντητος γέροντας Τάσος - Βογιατζής να τα κατεβαίνει, να τρέχει, όσο κι όπως μπορεί, στο διάδρομο και να χάνεται.
Ποιανού η καρδιά δε ράγισε στις σκηνές αυτές, ποιανού;
Σας εύχομαι την παράσταση αυτή να μην τη χάσετε. 




Και κάτι πρακτικό. Η «Γκόλφω» τερματίζει στις 28 Απριλίου, των Βαΐων. Με πρεμιέρα στις 6 Μαρτίου, σε εναλλασσόμενο ρεπερτόριο με τα «Κόκκινα φανάρια». Δηλαδή θα ’χει παιχτεί 40, πάνω – κάτω, μέρες σ’ ελάχιστες παραστάσεις. Είναι λογικό αυτό για μια τέτοια παράσταση; 




Αλλά και κάτι γενικότερο. Θεωρώ απολύτως επιτυχή την εξαετή θητεία του Γιάννη Χουβαρδά στην καλλιτεχνική διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου. Αλλά σίγουρα με κάποια λάθη. Και κάποιες αποτυχίες. Η μεγαλύτερη, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι καθιέρωσε μεν _ και μπράβο του! _ εναλλασσόμενο ρεπερτόριο αλλά δεν κατάφερε να το κάνει μακροπρόθεσμο. Δηλαδή καθιέρωσε να παίζονται εναλλάξ, μέσα στην ίδια σεζόν και στην ίδια Σκηνή, δυο και τρεις παραστάσεις αλλά δεν έδωσε στις επιτυχημένες το τράτο να συνεχίσουν την πορεία τους.
Το Εθνικό, αυτό το διάστημα, έκανε τουλάχιστον δέκα παραστάσεις που άξιζαν να μείνουν στο ρεπερτόριο και να παίζονται για δεύτερη χρονιά, ίσως και για περισσότερα χρόνια. Ώστε να σχηματιστεί, παράλληλα με τις καινούργιες παραγωγές που θα ’τανε λιγότερες, ρεπερτόριο και να διατηρηθούν κάποιες αξιόλογες παραστάσεις, όπως γίνεται σ' όλα, νομίζω, τα ξένα κρατικά θέατρα _ εδώ, στα Σκόπια πήγα και στο Εθνικό τους έχουν ρεπερτόριο με δέκα τουλάχιστον παραστάσεις που ορισμένες έχουν κάνει πριν από χρόνια την πρεμιέρα τους και που εναλλάσσονται. Αυτό λέγεται εναλλασσόμενο ρεπερτόριο. Εδώ γιατί δεν έγινε; Δεν ήταν και πιο συμφερτικό; Πόσω μάλλον όταν το Εθνικό είχε δημιουργήσει ένα σταθερό, περίπου μόνιμο ανσάνμπλ ηθοποιών.
Είναι δυνατόν παραστάσεις σαν τις φετινές «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» και «Γκόλφω» να μην παιχτούν ποτέ ξανά, να μη διατηρηθούν; Αλλά όταν αυτό δεν έγινε με ίδιο τον καλλιτεχνικό διευθυντή τα περασμένα χρόνια, σιγά μη γίνει απ’ τον καινούργιο… Ο οποίος, είμαι σίγουρος, θα πράξει ό,τι μπορεί για να εξαφανίσει τα ίχνη του προηγούμενου. Εδώ, μπρε, είναι Βαλκάνια… 



Και μια που ’γινε λόγος περί Βαλκανίων… Συνεχίζονται τα μαγειρέματα για τον καινούργιο διευθυντή του Εθνικού. Μήηηηνες τώρα… Ακόμα ν’ ανακοινωθεί τ' όνομά του. Είμαστε στο έτος 2013, η Ελλάδα ανήκει εις την Ευρώπην, υποτίθεται, κι εδώ τα επιτελεία τριών κομμάτων _ των συγκυβερνώντων _ μαγειρεύουν τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, προτείνοντας τον κάθε _ μην πω τη λέξη… _ που ’ναι «δικός» τους. Έτσι, όπως λάχει. Απλώς γιατί είναι «δικός» τους. Κι ένας άσχετος, σκιώδης υπουργός _ ο αναπληρωτής ΥΠΑΙΘΠΑ _ περιμένει. ΤΙ περιμένει; Να λήξει τον Μάιο η θητεία Χουβαρδά και ν’ αναλάβει κάποιος που δε θα ξέρει τα πράγματα χωρίς καμιά ενημέρωση απ’ τον παρόντα;
Τα γράφουμε, τα ξαναγράφουμε, φωνές βοώντων εν τη τρικομματική ερήμω _ όχι πως οι άλλοι θα ’ταν καλύτεροι, απέσβετο και το λάλον ύδωρ… Η τσίπα δεν περισσεύει στον τόπο αυτό. Κι η ασχετοσύνη ζει και βασιλεύει. Μόνο μην τους ακούτε τι λένε δημόσια…. Εδώ διέλυσαν το υπουργείο Πολιτισμού _ που το ίδρυσε ποιος; Η χούντα! _, το συγχώνευσαν με το Παιδείας και τώρα σχεδιάζουν να το υποβιβάσουν κι άλλο, να το κάνουν Γενική Γραμματεία…

Καλορίζικο να ’ναι το «Σπίτι του Ηθοποιού», όμορφο και νοικοκυρεμένο φαίνεται, πολύ το πάλεψε η Άννα Φόνσου, πρόεδρος σήμερα του Δ.Σ. του ομώνυμου Ιδρύματος. Αλλά οι φωτογραφίες της που συνοδεύουν την πρόσκληση στα εγκαίνια του κτιρίου _ η Άννα Φόνσου σε βεράντα του, η Άννα Φόνσου σε κρεβατοκάμαρά του… _ νομίζω πως περίττευαν.
Όσο για την «τιμητική επιτροπή» που αναφέρεται, ανατρίχιασα… Απ’ τα δεκατέσσερα μέλη της οι πέντε είναι νεκροί! Κάπως αλλιώς θα πρέπει να το διατυπώσουν, όχι «τιμητική».




Σπαρταριστό. Πάλλεται απ’ τη ζωντάνια. Καίριο. Αστραφτερό. Και φρέσκο σα σημερινό _ μοσκοβολάει: «Με δύναμη από την Κηφισιά» του Δημήτρη Κεχαΐδη και της Ελένης Χαβιαρά. Έχουν περάσει δεκαοχτώ χρόνια απ’ την πρώτη παρουσίαση του έργου _ 1995 _, αυτής της απολαυστικής κωμωδίας, και τη σημαδιακή παράσταση του Λευτέρη Βογιατζή στην οδό Κυκλάδων και μοιάζει να ’ναι χτες: μια οξύτατη σάτιρα της κοινωνίας μας, αυτής που κατέληξε εκεί που ’χει καταλήξει σήμερα. Με μετρημένη την κάθε ατάκα, την κάθε λέξη, την κάθε συλλαβή, με μια δική της, παλαβή μουσική. Για φανταστείτε που κάποιοι τότε το χαρακτήρισαν το έργο «τηλεοπτικό»…
Το απόλαυσα στις «Ροές», στο καινούργιο ανέβασμα απ’ την Έρση Βασιλικιώτη, _ με Τζίνα Θλιβέρη, Νάντια Μαργαρίτη, Νίκη Παλληκαράκη, Γιώτα Φέστα _ που δεν προδίδει το κείμενο αλλά μοιραία έχει ως μέτρο σύγκρισης την παράσταση του Βογιατζή _ Μαρία Κατσανδρή, Αμαλία Μουτούση, Αννέζα Παπαδοπούλου, Μαρία Σκουλά. Όταν, εγώ τουλάχιστον, ακούω ακόμα το κείμενο μέσα απ’ τις φωνές των τεσσάρων ηθοποιών της παράστασης αυτής _ ειδικά της Αμαλίας Μουτούση _, πώς να αποδεχτώ ένα καινούργιο ανέβασμα; Το ίδιο που μου συμβαίνει με τους «Όρνιθες»: μετά την παράσταση του Κουν κανένα καινούργιο ανέβασμα δεν μπορεί να με πείσει _ βγαίνει ο Χορός κι εγώ ακούω Χατζιδάκι…

Στην παράσταση που είδα προηγήθηκε μια εκδήλωση, αφιέρωμα στη μνήμη του Δημήτρη Κεχαΐδη, του συγγραφέα που δεν επαίτησε «την καλοσύνη των άλλων» του κυκλώματος _ κριτική, σκηνοθέτες, πρωταγωνιστές... Παρέμεινε σταθερά αξιοπρεπής, κέρδισε ό,τι κέρδισε με το σπαθί του και γι αυτό το κύκλωμα αυτό κομματάκι τον υποτίμησε. Αλλά, έλα που δεν τους πέρασε… Μίλησαν οι συγγραφείς Θανάσης Βαλτινός και Μένης Κουμανταρέας _ «υπήρξε ένας μανιακός της ακριβολογίας με υλικά την αρλούμπα και την αερολογία» είπε, στοχεύοντας διάνα _, η θεατρολόγος Δηώ Καγγελάρη που πάντα έχει κάτι φρέσκο να πει κι ο ηθοποιός Νίκος Ορφανός _ ήταν η έκπληξη της βραδιάς με τις καίριες παρατηρήσεις του _ που ’χει ανεβάσει δυο έργα του Κεχαΐδη. Κι ο οποίος έπαιξε, κατόπιν, σε μορφή αναλογίου, μαζί με τον Θοδωρή Προκοπίου και την Μαριάννα Ξενίδου το τελευταίο ολοκληρωμένο κείμενο του Κεχαϊδη, ένα σύντομο μονόπρακτο _ ή μάλλον μια σκηνή _ με τον τίτλο «Κατάσταση μη αναστρέψιμος», ενταγμένο στο συλλογικό «Εντός σχεδίου» που γράφτηκε για το «Θέατρο των Καιρών» της Έρσης Βασιλικιώτη η οποία και το ανέβασε το 1998.
Η βραδιά, με παρούσα την Ελένη Χαβιαρά _ την υπέροχη Λένα του _, έκλεισε μ’ ένα τηλεοπτικό πορτρέτο του Δημήτρη Κεχαΐδη που φέτος συμπληρώνονται 80 χρόνια απ’ τη γέννησή του, φτιαγμένο για την ΕΡΤ στη σειρά «Πρόσωπα Θεάτρου» της Νανάς Νικολάου και του Χρήστου Αυθίνου. Το μοναδικό χιούμορ του Κεχαΐδη, που ανάβλυζε μέσα απ’ τη σοβαρότητα και χωρίς ούτε στιγμή μέσα απ’ την κατάσταση «ξέρετε, εγώ, τώρα, κάνω χιούμορ», ήταν εκεί και μας έκανε να γελάσουμε με την ψυχή μας. Αφού είχε συμβεί το ίδιο με το μονόπρακτο και λίγο πριν συμβεί το ίδιο με την παράσταση. Επιτέλους! Γέλιο! Τι καλύτερο μνημόσυνο για τον Κεχαΐδη;



Είχε, όντως, αρκετές αποκλειστικές ειδήσεις «Το Τέταρτο Κουδούνι» τις δυο τελευταίες Πέμπτες. Αλλά και, όπως αποδείχτηκε, φιλανθρωπικό χαρακτήρα. Παραγέμισε _ ενυπόγραφα και ανυπόγραφα… _ το κενά ιστοσελίδας που ασχολείται Only με το θέατρο. Αναφορά στην πηγή; Ελάτε τώρα…

April 4, 2013

Ο Λευτέρης Βογιατζής ανεβάζει «Οιδίποδα τύραννο» στο Φεστιβάλ Αθηνών / ΚΘΒΕ με «Ειρήνη» και Βασίλη Χαραλαμπόπουλο στην Επίδαυρο / Η Άννα Κοκκίνου, Εκάβη στις «Τρωάδες» της Πάτρας



Το Τέταρτο Κουδούνι / 4 Απριλίου 2013


Το Μέγα Γεγονός του καλοκαιριού! Ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Ο Λευτέρης Βογιατζής επανέρχεται στο Φεστιβάλ Αθηνών _ φαίνεται πως αντέχει ακόμα το Φεστιβάλ και πως ετοιμάζει εκπλήξεις _ με «Οιδίποδα τύραννο». Την τραγωδία του Σοφοκλή ανεβάζει σε χώρο στεγασμένο χωρίς να παίζει ο ίδιος. Ιοκάστη θα ’ναι η καλή Μαρία Σκουλά ενώ κι ο Γιώργος Γάλλος θα συμμετέχει στη διανομή. Η υπόλοιπη _ συμπεριλαμβανομένου του ηθοποιού που θ’ αναλάβει τον Οιδίποδα κι ο οποίος σίγουρα θα ’ναι νέος _ συζητιέται ακόμα.
Πρόκειται για την τρίτη μόλις αρχαία τραγωδία με την οποία ο μανικός, κορυφαίος σκηνοθέτης μας καταπιάνεται. Έχουν προηγηθεί η «Αντιγόνη» που την ανέβασε για πρώτη φορά στο θέατρο «Οδού Κυκλάδων» με την «νέα Σκηνή» του και με νέους ηθοποιούς, απόφοιτους του Εργαστηρίου Αρχαίου Δράματος το οποίο είχε δημιουργήσει, τη σεζόν 1991 / 1992, για να την επαναλάβει την επόμενη, και για δεύτερη το καλοκαίρι του 2006, και σε επανάληψη το επόμενο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επιδαύρου _ με εξαιρετική επιτυχία και τις δυο φορές και με συγκλονιστικά αποτελέσματα τη δεύτερη _ και οι επίσης πολύ ενδιαφέροντες «Πέρσες» που σκηνοθέτησε για το Εθνικό Θέατρο, επίσης στο Φεστιβάλ Επιδαύρου, το καλοκαίρι του 1999. 
Αλλά η είδηση, εκτός απ’ το μεγάλο ενδιαφέρον που παρουσιάζει, είναι και ιδιαίτερα ελπιδοφόρα για την κατάσταση της υγείας του Λευτέρη Βογιατζή καθώς έρχεται να συμπληρώσει μια άλλη είδηση: πως απ’ την προσεχή Δευτέρα και για τα Δευτερότριτα επαναλαμβάνει στο θέατρο «Οδού Κυκλάδων» το «Θερμοκήπιο» του Χάρολντ Πίντερ, την προπέρσινη _ 2010/2011_, συνταρακτική του παράσταση στην οποία μάλιστα ο ίδιος παίζει _ μια απ’ τις δυνατότερες ερμηνείες του. Με καινούργια, πλην του ίδιου και του επίσης έξοχου Δημήτρη Ήμελλου, διανομή: Μαρία Σκουλά, Γιώργος Γάλλος, Γιάννης Κότσιφας _ αντ’ αυτού, το διήμερο 29/30 Απριλίου, ο Βασίλης Κουκαλάνι που ’χε παίξει το ρόλο στο πρώτο ανέβασμα _, Αργύρης Πανταζάρας, Χάρης Φραγκούλης _ το φετινό Βραβείο «Δημήτρης Χορν». Προς το παρόν ένα έχω να σας πω: αυτή την παράσταση μην τη χάσετε.


Θυμίζω πως η τελευταία φορά που ο «Οιδίπους τύραννος» παρουσιάστηκε στην Ελλάδα ήταν μόλις το περασμένο καλοκαίρι _ πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Επιδαύρου _ σε σκηνοθεσία Τσέζαρις Γκραουζίνις και με τον Αιμίλιο Χειλάκη στον επώνυμο ρόλο _ παράσταση και ερμηνεία, κατά τη γνώμη μου, σταθμοί.




Να πάτε! Οπωσδήποτε! Η αποχαιρετιστήρια _ με την ιδιότητα του καλλιτεχνικού διευθυντή του Θεάτρου _ παράσταση του Γιάννη Χουβαρδά στο Εθνικό είναι, αν όχι η καλύτερή του, μια απ’ τις καλύτερές του. Κατά γενική ομολογία _ οι κριτικές κι οι γνώμες του κοινού έρχονται καταιγιστικά, η μια μετά την άλλη, και το επιβεβαιώνουν. Μια παράσταση με Μέγεθος, δυναμική, μοντερνιστική αλλά χωρίς να χάνει το μέτρο _ ο ώριμος Χουβαρδάς των τελευταίων χρόνων _, συγκλονιστική. Που δίνει την ευκαιρία για ερμηνείες σπουδαίες. Με πρώτη της Μαρίας Πρωτόπαπα _ είναι η Λαβίνια Μάνον / Ηλέκτρα του έργου. Η οποία, για άλλη μια φορά, αποδεικνύει πως ανήκει στην εντελώς πρώτη γραμμή των πρωταγωνιστριών της γενιάς της, για τις οποίες πρέπει να καμαρώνουμε.
Είδα την παράσταση ήδη δυο φορές και θα επανέλθω αναλυτικότερα. 





Στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη κατέληξε για την καλοκαιρινή του εμφάνιση στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επιδαύρου το ΚΘΒΕ. Σκηνοθέτης, ο Σωτήρης Χατζάκης, Τρυγαίος, ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος.
Θα ’ναι η πέμπτη συνεργασία του ιδιαίτερα ταλαντούχου κωμικού με τον Σωτήρη Χατζάκη _ έχει κάνει μαζί του, στην Επίδαυρο πάντα και στο πλαίσιο του Φεστιβάλ, Ξανθία στους «Βατράχους» του Αριστοφάνη με το ΚΘΒΕ το 2003, Β΄ Άγγελο στις «Βάκχες» του Ευριπίδη (όπου ο σκηνοθέτης του ’δωσε την ευκαιρία για ένα μη κωμικό ρόλο) το 2005 και Ευριπίδη στις «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη το 2006, με το Εθνικό και τα δυο, αλλά και Ευελπίδη στους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη με ανεξάρτητο σχήμα το 2009. Και θα ’ναι ο έκτος Αριστοφάνης του Βασίλη Χαραλαμπόπουλου καθώς, εκτός απ’ τους παραπάνω ρόλους, έχει επίσης παίξει _ με τον Γιάννη Κακλέα σκηνοθέτη _ τον επώνυμο στην «Λυσιστράτη», το καλοκαίρι του 2010, με το Εθνικό, στην Επίδαυρο και, στους «Όρνιθες» πάλι, Πεισθέταιρο αυτή τη φορά, το περσινό καλοκαίρι με το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης.
Η «Ειρήνη» έχει να παιχτεί απ’ το προπέρσινο καλοκαίρι, όταν την παρουσίασε στην Επίδαυρο η «Θεατρική Διαδρομή» σε σκηνοθεσία Πέτρου Φιλιππίδη με τον ίδιο ως Τρυγαίο, ενώ φέτος παίζονται δυο εκδοχές της για παιδιά: στο «Δανδουλάκη» απ’ το θίασο «Νέα Ονειροπόληση» σε διασκευή και σκηνοθεσία Τούλας Ζαχαριουδάκη, στο «Άβατον» απ’ το σχήμα «exetleos» σε διασκευή και σκηνοθεσία Δικαίας Πικιού. 





Σχεδόν τυχαία βρέθηκα στον «Παρνασσό» _ υπέροχη η ανανεωμένη υπεραιωνόβια αρχοντική αίθουσα, δεν την είχα δει _ για ένα ρεσιτάλ τραγουδιού. «Μαγεία στο δάσος…», ο τίτλος της συναυλίας και στη σκηνή η σοπράνο Νέλη Μαυροειδή. Τραγούδησε λίντερ _ Σούμαν, Μέντελσον, Μάλερ, Βολφ, Κλάρα Σούμαν, Σούμπερτ _ και γαλλικά σανσόν _ Φορέ.
Απόφοιτη του Ωδείου Αθηνών, με υποτροφίες για μεταπτυχιακό στην όπερα και στο λιντ στο «Μοτσαρτέουμ» του Ζάλτσμπουργκ απ’ όπου αποφοίτησε με άριστα παμψηφεί, η Νέλη Μαυροειδή _ λυγερή, μέση δαχτυλίδι, ντυμένη με μια διακριτικά όμορφη, κομψή μοβ τουαλέτα _, που ’χει αρχίσει καριέρα στο εξωτερικό, ήταν για μένα μια έκπληξη. Λυρική σοπράνο, με φωνή διάφανη, ανάσες άψογες, καλό φραζάρισμα, αυτοέλεγχο, γνώση του ύφους αυτών που τραγουδούσε με την υποστήριξη του Μανώλη Παπασηφάκι στο πιάνο, μετέφερε όλη τη μελαγχολία, όλο το λυρισμό αλλά κι όλη τη χάρη των τραγουδιών αυτών. Με αποκορύφωμα τη «Σειρήνα» του Χούγκο Βολφ. Κερδισμένη βραδιά.


  
Η Άννα Κοκκίνου θα ’ναι η Εκάβη, η Κατερίνα Διδασκάλου η Ελένη κι η Κόρα Καρβούνη η Αθηνά στις «Τρωάδες» του Ευριπίδη που θ’ ανεβάσει το καλοκαίρι στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επιδαύρου ο Θοδωρής Αμπαζής με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας του οποίου είναι ο καλλιτεχνικός διευθυντής _ η πρώτη παρουσία του σκηνοθέτη στην Επίδαυρο κι η δεύτερη του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας μετά την… ταραχώδη ευριπίδεια «Μήδεια» του Ανατόλι Βασίλιεφ. Η υπόλοιπη διανομή είναι στα σκαριά.
Η τραγωδία του Ευριπίδη παρουσιάστηκε για τελευταία φορά στην Ελλάδα μόλις στην αρχή της φετινής χειμερινής σεζόν, σε σκηνοθεσία Μίρκας Γεμεντζάκη, στον «Φούρνο». Στην Επίδαυρο έχει να παιχτεί απ’ το καλοκαίρι του 2009 όταν την ανέβασε η Νικαίτη Κοντούρη με Εκάβη την Λήδα Πρωτοψάλτη, Ανδρομάχη την Μαρία Ναυπλιώτου, Κασσάνδρα την Λαμπρινή Αγγελίδου, Ελένη την Πηνελόπη Μαρκοπούλου, Ταλθύβιο τον Φαίδωνα Καστρή. 

 
Μεγάλη συζήτηση έχει ανοίξει για το αν πράττει καλώς ή κακώς ο Δήμος της Αθήνας ν’ αποφασίσει ελέγχους για την επικινδυνότητα των θεατρικών χώρων και τη σφράγιση των μη νόμιμων (που είμαι απολύτως σίγουρος πως δε θα συμβεί ποτέ). Τη γνώμη μου την εξέφρασα, τις αμφιβολίες μου για τη σκοπιμότητα της απόφασης και τον απηρχαιωμένο νόμο στον οποίο βασίζεται τις εξέθεσα στο «Τέταρτο Κουδούνι» της περασμένης Πέμπτης, κατέληγα, όμως, πως τελικά με τους θεατές και την ασφάλειά τους θα συνταχτώ.
Στο ιστολόγιο «Τόπος Θεάτρου» διάβασα, αμέσως μετά, _ μεταφορά απ’ το προσωπικό της ιστολόγιο _ την ηθοποιό Μάνια Παπαδημητρίου με σφοδρότητα να συντάσσεται με τους αντιδημαρχικούς _ μα πόσο εύκολο στην Ελλάδα είναι να διαιρεθούμε σε (…)κους και αντι(…)κους… _ και να γράφει, μεταξύ άλλων: «Έχει αρχίσει ένας διάλογος γελοίος σε σχέση με το αν πραγματικά έχουν κάποιοι θεατρικοί χώροι επικινδυνότητα […]. Ας φύγουμε λοιπόν από τον ανόητο διάλογο[…]. Κι αυτό το γελοίο που λένε: ‘Μιλάω απ’ την πλευρά του θεατή’ είναι ανόητο και παραπλανητικό […]».
Επειδή, προσωπικά, ποτέ, κανένα διάλογο δε θεωρώ «γελοίο»
και «ανόητο», θα επανέλθω στο κατά Μάνιαν Παπαδημητρίου «γελοίο» που έγραψα «με τους θεατές θα συνταχτώ τελικά» _ και με τους ηθοποιούς που παίζουν σε χώρους επικίνδυνους, συμπληρώνω… _ και θ’ αντιγράψω απ’ το ίδιο ιστολόγιο ένα απόσπασμα από σχόλιο της επίσης ηθοποιού Γωγώς Ατζολετάκη, που είχε προηγηθεί:
«Πιθανώς να στενοχωρήσω κάποιους συναδέλφους και σχετικούς με το χώρο, όμως ήταν κοινό μυστικό ότι πολλά θέατρα λειτουργούσαν και λειτουργούν ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ, τουτέστιν δεν πληρούσαν εδώ και χρόοονια τις απαραίτητες προδιαγραφές για τη λειτουργία τους. Το 1981 (στον μεγάλο τότε σεισμό) εγκλωβιστήκαμε στο υπόγειο ‘Αμιράλ’, βγήκαμε με τρόμο ψυχής (θεατές και ηθοποιοί) και όταν ζητήσαμε να μάθουμε ΠΟΥ υπήρχε πόρτα εξόδου για τους ηθοποιούς, μας έδειξαν μια καταπακτή που έβγαζε από το ‘Αμιράλ’ στο από πάνω θέατρο ‘Διονύσια’ (νυν ‘Δημήτρης Χορν’). Να μη μιλήσω για την πυρασφάλεια που σε πολλά θέατρα είναι διακοσμητική, για την έλλειψη επίσης εξαερισμού... […]».




Ένα πνευματώδες, πανέξυπνο, χαριτωμένο, αστραφτερό, τρελούτσικο, σουρεαλίζον, υπέροχο κείμενο: αντλημένο απ’ το 68 σελίδων βιβλιαράκι «Κάποιος μιλάει μόνος του κρατώντας ένα ποτήρι γάλα» (Εκδόσεις M.N.P., 2009) του Ευθύμη Φιλίππου, του σεναριoγράφου των ταινιών του Γιώργου Λάνθιμου «Κυνόδοντας» και «Άλπεις» _ βραβείου Χρυσό Οζέλα Σεναρίου μαζί με τον Γιώργο Λάνθιμο στο 68ο (2011) Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Βενετίας _ και «L» του Μπάμπη Μακρίδη. Ένα κείμενο για το οποίο ο Νίκος Μπακουνάκης ήδη απ’ το 2009, όταν το παρουσίασε στο «Βήμα», διαπιστώνοντας τη θεατρικότητά του είχε προβλέψει: «Νομίζω ότι το κείμενο αυτό θα βρει τον δρόμο του στη σκηνή».
Και το οποίο, επίσης, δάνεισε τον απολαυστικό τίτλο του στην παράσταση που είδα στο «Άβατον». Απ’ την Ομάδα «Katayis Teater». Ήτοι δυο πολύ νέους ηθοποιούς, τον Βαγγέλη Ιεζεκιήλ Παπά και την Νόρα Δημοπούλου, που εδρεύουν στην Πάτρα. Δυο παιδιά που παίζουν αυτό το αστραφτερό κείμενο αστραφτερά: ένα σκηνικό πινγκ πονγκ, που ξεχειλίζει από χιούμορ, με καταιγιστικούς ρυθμούς ωρολογιακής ακρίβειας. Το πρόγραμμα της παράστασης είχε εξαντληθεί. Ρώτησα στο ταμείο ποιος μάστορας τους σκηνοθέτησε. Κι έμεινα εμβρόντητος. «Μόνοι τους το έκαναν» μου είπαν.
Δυσκολεύτηκα ν’ ανοίξω τις φωτογραφίες που μου ’στειλαν, δυσκολεύτηκα ακόμα περισσότερο να ’χω στα χέρια μου ένα πρόγραμμα _ τελικά έφτασε χάρη στην ευγενική βοήθεια της Μαρκέλλας Καζαμία και του Γιώργου Κατινά _ γι αυτό κι άργησα να γράψω _ η παράσταση δεν παίζεται πλέον. Αλλά στο μεταξύ έφτασε δελτίο Τύπου: τα δυο παιδιά που ’παιξαν την παράσταση μ’ επιτυχία και στην Πάτρα και στην Θεσσαλονίκη επανέρχονται στην Αθήνα, στο «Θησείον πλέον, με το «Κάποιος μιλάει μόνος του κρατώντας ένα ποτήρι γάλα». Τετάρτες και Πέμπτες από 10 Απριλίου και για τρεις βδομάδες. Πηγαίνετε να τους απολαύσετε.