September 27, 2012

Εδώ Μπίτολα! Εδώ Μπίτολα! 6. Μέρα (μου) πέμπτη: Φινάλε χωρίς εξάρσεις



Μπίτολα, 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη», Πέμπτη, πέμπτη μου μέρα και τελευταία. Χωρίς καμιά έκΜπίτολα, 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη», τέσσερις προβολές: Τετάρτη, τέταρτη μέρα μου και η καλύτερη.


Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους Διαγωνιστικό:«Στην επίσημη» του Άντριου Κάβανα (Αυστραλία): Μια τελετή αποφοίτησης με μακάβρια εξέλιξη. Τολμηρό αλλά, κατά τη γνώμη μου, άτεχνο. «Ενθάρρυνση στο DIY» του Κόχε Γιόσνο (Ιαπωνία). Ένας νέος άντρας, ενθουσιώδης του Do It Yourself, τα Σαββατοκύριακά του πριονίζει, καρφώνει, ακονίζει… στην ταράτσα του. Μια γυναίκα θα εμφανιστεί από το πουθενά και θα του ζητήσει να της μάθει την τέχνη. Το φινάλε είναι αιφνιδιαστικό και άγριο. Ενδιαφέρουσα ιδέα αλλά μέτρια εκτέλεση. «Αποσπάσματα από ένα ταξίδι» του Λιονέλ Μουζέν (Γαλία). Ένα ζευγάρι εραστών πάει εκδρομή με το αυτοκίνητο του άντρα στο δάσος. Η εκδρομή έχει μυστηριώδεις εξελίξεις. Επίσης ενδιαφέρουσα ιδέα αλλά κάπως θολή η εκτέλεση. «Μαρμελάδα σήμερα» του Σάιμον Έλις (Ενωμένο Βασίλειο). Οι πρώτες εφηβικές σεξουαλικές ανησυχίες ενός αγοριού ξυπνούν σε μια εκδρομή με τους γονείς του. Ο Έλις μέσα σε 14 λεπτά ολοκληρώνει με χιούμορ, εσωτερικότητα και οικονομία αυτό που θέλει να αφηγηθεί έχοντας επιλέξει σωστά και καθοδηγώντας άψογα το αγόρι και τους ηθοποιούς του. Εξαιρετικό! «L Train» της Άννα Μούσο (ΗΠΑ).  Η αρνητικότητα μιας αφροαμερικανής έφηβης που ζει τη μίζερη ζωή της στο Σικάγο εξανεμίζεται όταν συναντάει στις σκάλες του μετρό ένα κορίτσι με σοβαρό κινητικό πρόβλημα. Πολύ ενδιαφέρον το ταινιάκι, με κάμερα ουσιαστικά ερευνητική, αλλά το φινάλε του το αποδυναμώνει με μια πολύ γλυκερή χριστιανική αντίληψη περί του «καλού». «Πίσκεσα» των Κίραν Μπρους και Ντάνκαν Μπρους (Γαλία). Ένα κοριτσάκι, που έχει στερηθεί την αγάπη και τα χάδια _ η μάνα του έχει πεθάνει, ο πατέρας αλκοολικός _ και που ζει μέσα στη μοναξιά και τη σιωπή, κάνει καλύτερο φίλο του ένα τεράστιο φορητό ραδιόφωνο που κουβαλάει παντού και πάντα μαζί του. Αυτά όμως δεν διαρκούν πολύ… Το τέλος βρίσκεται μέσα στο νερό. Οι αδελφοί Μπρους έχουν δημιουργήσει μια τρυφερή, βαθύτατα ευαίσθητη, πεντακάθαρη ταινία μικρού μήκους μπλέκοντας και στοιχεία animation, χωρίς διαλόγους, μόνο με αφήγηση στα αγγλικά σε ομοιοκατάληκτο στίχο σαν να αφηγούνται ένα μελαγχολικό παραμύθι με τον τρόπο των παραμυθιών του Όσκαρ Ουάιλντ. Η μικρή Ζόι Τέρνερ αφοπλιστική. «Ράφα» του Ζουάου Σαλαβίζα (Πορτογαλία). Ο δεκατριάχρονος Ράφα προσπαθεί να συναντήσει σ’ ένα αστυνομικό τμήμα τη μάνα του που την έχουν συλλάβει _ προφανώς την έμπλεξε ο φίλος της. Δεν είναι εύκολο... Η αδερφή του φτάνει κι εκείνη έξω από το τμήμα και αφήνει στην άπραγη αγκαλιά του το _ χωρίς πατέρα; _ μωρό της επιχειρώντας να δει εκείνη τη μάνα της. Ο νεαρός σκηνοθέτης δίνει με δύναμη μια φέτα ζωής, οδηγεί πολύ καλά τον αγόρι, πολύ δυνατή η ταινία αλλά το φινάλε μου φάνηκε αδέξια ανοιχτό (Ο Βάσκου Βιάνα τιμήθηκε για τη φωτογραφάι του με την Μικρή Χρυσή Κάμερα 300 για Ταινία Μικρού Μήκους).


Πρόγραμμα Ντοκιμαντέρ. Η δεύτερή μας παρουσία στο Φεστιβάλ: «Δ. Σούτσου 21, Αθήνα» της Εύας Στεφανή (Ελλάδα), και πάλι από τη σειρά ντοκιμαντέρ «Docville» της ΕΡΤ. Το μικρό νοσοκομείο «Αγία Ελένη» κοντά την πλατεία Μαβίλη, οι ασθενείς _ ηλικιωμένοι οι περισσότεροι _, οι αλλοδαπές «αποκλειστικές», το προσωπικό με τις καλές και τις δύσκολες, ενόψει επαπιλούμενης συγχώνευσης, στιγμές του, οι χωρίς φράγκο μετανάστες που παζαρεύουν στο θυρωρείο μια θέση στον ήλιο του νοσοκομείου… Η Εύα Στεφανή με διακριτικότητα, με σεβασμό αλλά και με χιούμορ βλέπει τον μικρόκοσμο αυτόν σ’ ένα ντοκιμαντέρ συμπαθητικό, φτιαγμένο για την τηλεόραση. Μόνο που μερικές στιγμές μου φάνηκαν στημένες _ σκηνοθετημένες. «Μπίτολα, γενέτειρά μου» του Γιασίν Αλί Τουρκερί (Τουρκία). Tο τραγούδι «Μπίτολα, γενέτειρά μου» είναι ο εθνικός ύμνος της Μπίτολα. Ένα τραγούδι πασίγνωστο σ’ ολόκληρη την πρώην Γιουγκοσλαβία, με δεκάδες ίσως και εκατοντάδες εκτελέσεις.
Το οποίο συνέθεσε ο Χαϊρί Ντεμίροβσκι (1927 – 2009), ένας Τούρκος της πολυπολιτισμικής Μπίτολα _ Μαναστίρ την αποκαλεί ο ίδιος στην ταινία _, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Ο Ντεμίροβσκι, ένα φτωχόπαιδο με εξαιρετική φωνή, που έγινε τραγουδιστής και συνθέτης περίπου ογδόντα τραγουδιών, το 1955 επέστρεψε στις ρίζες του, στην Τουρκία, όπου και έζησε το υπόλοιπο της ζωής του. Ο Τουρκερί εκεί τον ανακάλυψε, τον πρόλαβε εν ζωή και συνέθεσε το ντοκιμαντέρ αυτό χρησιμοποιώντας πλούσιο οπτικό υλικό που ανακάλυψε _ συγκινητική η επίσκεψη / επιστροφή του Ντεμίροβσκι στη γενέθλια πόλη του το 2000 _ αλλά και πλήθος εκδοχές του τραγουδιού που αποτελεί πια μέρος της ντόπιας παράδοσης, οι οποίες διατρέχουν την ταινία. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα δεν εκτοξεύεται αλλά η προβολή της στο συγκεκριμένο Φεστιβάλ σίγουρα ήταν γεγονός.



«The Wholly Family» του Τέρι Γκίλιαμ (Ενωμένο Βασίλειο, / Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους Διαγωνιστικό). Νάπολι κι ένα ξινό ζευγάρι πλούσιων Αμερικανών με τον δεκάχρονο γιο τους βολτάρει. Σ’ ένα μαγαζί με κούκλες ο πιτσιρικάς γουστάρει έναν Πουλτσινέλα. Οι γονείς αρνούνται να του τον αγοράσουν. Ο πιτσιρικάς θα τον κλέψει και θα τον κρύψει. Κι όταν πέσει για ύπνο θα τον βάλει πλάι στο κρεβάτι του. Κι ο Πουλτσινέλα θα ζωντανέψει. Τι κι αν είναι όνειρο; Ένα εικοσάλεπτο στιλιστικό αριστούργημα του φανταστικού, διυλισμένο μέσα από την αρτεσιανή φαντασία του Τέρι Γκίλιαμ με εκπληκτικά σκηνικά του Έλιο Μαϊέλο. Η καλύτερη από τις «μικρές» στιγμές του Φεστιβάλ _ απ’ όσες είδα τουλάχιστον.


«Reality» του Ματέο Γκαρόνε (Ιταλία/Γαλία / Επίσημο Πρόγραμμα). Το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο περσινό Φεστιβάλ των Κανών και μια απ’ τις καλύτερες _ ίσως και η καλύτερη _ ταινίες του 33ου «Αδελφοί Μανάκη». Ο Γκαρόνε, του έξοχου, ντοκιμενταρίστικου μαφιόζικου «Γκομόρα», επιστρέφει στο νεορεαλισμό του Έτορε Σκόλα αλλά από εντελώς διαφορετικό δρόμο, με μια απίστευτη φρεσκάδα και με χιούμορ, εντάσσοντας στη σημερινή πραγματικότητα το θέμα του _ ένας φτωχός ναπολιτάνος ψαράς με μια πολύ μεγάλη, ιταλικού… τύπου οικογένεια, που κάνει τα πάντα για να συμπεριληφθεί στα… θύματα του ιταλικού «Big Brother», δεν τα καταφέρνει αλλά καταφέρνει να ικανοποιήσει το απωθημένο του τρυπώνοντας στο σετ. Ο Λουτσάνο της ταινίας ονειρεύεται ένα ριάλιτι ενώ ακριβώς, χωρίς να το έχει καταλάβει, μέσα σ’ ένα ριάλιτι ζει _ το «Τρούμαν σόου» του Πίτερ Γουίαρ αλλά και η «Μπελίσιμα» του Βισκόντι κάπου κοντά βρίσκονται… Ο Γκαρόνε, εξάλλου, ξεκινώντας το φιλμ με τη μεγάλη σεκάνς ενός  «λαϊφστιλίστικου», κιτς γάμου, με, μεταξύ των «κομπάρσων», τον Λουτσάνο και τα μέλη της οικογένειάς του, αυτό θέλει να τονίσει. Διευθύνοντας έξοχα τους λίγους ηθοποιούς και τους πολλούς ερασιτέχνες του με πρώτο τον (κατάδικο για φόνο!) Ανιέλο Αρένα που κάνει μια αφοπλιστικά πειστική ερμηνεία στον πρωταγωνιστικό ρόλο. 



«Ζώντας» του Βασίλι Σίγκαρεφ ( Ρωσία / Επίσημο Πρόγραμμα). Ζωή; Χαμοζωή. Στη σύγχρονη επαρχιακή Ρωσία του Πούτιν, οι τρεις ιστορίες του Σίγκαρεφ, που πλέκονται μαζί. Στην πρώτη μια μάνα που χάνει τα δίδυμα κοριτσάκια της σε ατύχημα αρνείται να το αποδεχθεί, σαλτάρει, τα ξεθάβει, τα φέρνει σπίτι και η ιστορία καταλήγει μ’ ένα ολοκαύτωμα. Στη δεύτερη ένα αγόρι δεν μπορεί να αποδεχθεί τον θάνατο του πατέρα του παρά τις προσπάθειες της μάνας του και του καινούργιου της συντρόφου και το «σκάει» μαζί του. Το τέλος, και πάλι σκληρό. Στην τρίτη ένα ιδιόμορφο νεαρό ζευγάρι, όπου το αγόρι είναι φορέας του AIDS, παντρεύεται αλλά ενώ επιστρέφει σπίτι του, μέσα στο τρένο, ο νέος πέφτει θύμα ληστείας από μια συμμορία και τραυματίζεται θανάσιμα. Η κοπέλα, επίσης δεν μπορεί να δεχθεί το θάνατό του και με τη μνήμη της φέρνει το αγόρι ξανά κοντά της. Είναι, πάντως, η μόνη από τους τρεις που, τελικά, το αποδέχεται. Ο Σίγκαρεφ επιλέγει ένα ζοφερό κλίμα, βουτηγμένο στη φτώχεια και στη μιζέρια, γιατί, φυσικά, τα θέματά του ζοφερά είναι. Και δίνει ιδιαίτερη έμφαση, σαδιστικά θα έλεγα, στη βία που όντως κυριαρχεί πλέον αδίστακτα στην πατρίδα του. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα είναι υψηλοτάτου επιπέδου _ βοηθάει και η συγκλονιστική ασπρόμαυρη φωτογραφία του Άλισερ Χαμιντχοτζάεφ (βραβεύτηκε με την Ασημένια Κάμερα 300) _, οι ηθοποιοί σωστά ενταγμένοι αλλά γιατί ο Σίγκαρεφ μου αφήνει την εντύπωση _ την ίδια εντύπωση μου άφησε και το θεατρικό του «Πλαστελίνη» που ανέβασε η Κατερίνα Ευαγγελάτου το 2007/2008 στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού _ πως πάσχει από το σύνδρομο της εντυπωσιοθηρίας;

Πνευματικό Κέντρο της Μπίτολα / 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα, 19 Σεπτεπληξη, χωρίς τίποτα το συγκλονιστικό.


«Τατουάζ» του Στόλε Πόποβ (Πρόγραμμα 65ης Επετείου του Εθνικού Κέντρου Κινηματογράφου Vardar Film). Το καλοκαίρι που καταρρέει ο υπαρκτός σοσιαλισμός. Ο Ίλια, που δουλεύει ως οδηγός πολυτελούς κυβερνητικού αυτοκινήτου στα Σκόπια της _ ακόμα _ Γιουγκοσλαβίας, τσακώνεται άγρια με τη γυναίκα του και φεύγει απ’ το σπίτι με μια βαλίτσα άδεια _ η γυναίκα του τού κοπάνησε πως όλα τα ρούχα του εκείνη τα ’χει πληρώσει. Χωρίς προορισμό, αναποφάσιστος, βρίσκεται σ’ ένα παγκάκι στο σιδηροδρομικό σταθμό των Σκοπίων. Δυο αστυνομικοί τού κάνουν έλεγχο καθώς τους φαίνεται ύποπτος. Η άδεια του βαλίτσα τον καθιστά ακόμα πιο ύποπτο στα μάτια τους γι αυτό τον συλλαμβάνουν και τον ρίχνουν στα μπουντρούμια της αστυνομίας, όπου θυμούνται κάποιες κουβέντες του σε μια παλαιότερη τηλεοπτική του εμφάνιση και θεωρείται εκ προοιμίου ένοχος για άγνωστη υπόθεση... Ένας καφκικός εφιάλτης χωρίς διέξοδο αρχίζει! Ο διακεκριμένος δικηγόρος πεθερός του δεν θα τον γλιτώσει. Ο Ίλια παραμένει στη φυλακή, εμπλέκεται στη βία που κυριαρχεί και από την μεριά των δεσμοφυλάκων _ ξύλο, ψυχολογικές πιέσεις… _ αλλά και από τη μεριά των συγκρατουμένων του _ κάθε καρυδιάς καρύδι… _, πλακώνεται στο ξύλο μ’ έναν απ’ αυτούς και του φορτώνουν τον κατοπινό φόνο του που τον διέπραξε όμως ένας από τους φύλακες. Στο τέλος θα εμπλακεί, χωρίς να το θέλει, σε μια δραπέτευση. Το φινάλε είναι άγριο και προδιαγεγραμμένο. Ο Πόποβ, με ένα θέμα πολυχρησιμοποιημένο, βέβαια, από τον αμερικάνικο κυρίως κινηματογράφο, έχει κάνει _ το 1991 _ μια σκληρή, βίαιη, «βρώμικη» ταινία _ ο Κουστουρίτσα δεν απέχει πολύ _ που έχει πάρει καλτ διαστάσεις στη χώρα του. Βρήκα εξαιρετική την αρχή της _ με μια κτηνώδους αισθησιασμού ανεπανάληπτη ερωτική σκηνή _ αλλά στη συνέχεια η ταινία, παρά την αμείωτη δύναμή της, σαν να κλωθογυρίζει, σαν να συστρέφεται γύρω από τον εαυτό της και να επαναλαμβάνεται όπως και η ερμηνεία του _  σίγουρα καλού και καλά επιλεγμένου _ πρωταγωνιστή της Μέτο Γιοβάνοβσκι.


«Το σχέδιο του Βερολίνου» του Ίβο Τράικοβ (Μακεδονία/Γερμανία / Πρόγραμμα «Νέα Οράματα»). Ένα μονοπλάνο, όλη η ταινία, όπως και ο «Θάνατος ενός άνδρα στα Βαλκάνια» του Σέρβου Μομτσίλοβιτς, που προβλήθηκε επίσης στα «Νέα Οράματα» του Φεστιβάλ. Ενενήντα λεπτών εδώ, ογδόντα λεπτών στην προηγούμενη. Μόνο που ενώ εκεί η κάμερα είναι ακινητοποιημένη εδώ τρέχει, λαχανιάζει, αφηνιάζει διασχίζοντας το Βερολίνο. Και ακολουθώντας τον νεαρό ηθοποιό Σεμπάστιαν που στήνει προσεκτικά χρονομετρημένο άλοθι για τον εαυτό του: το σκάει από την πρεμιέρα της νέας ταινίας στην οποία πρωταγωνιστεί για να βρει και να σκοτώσει, στον ενδιάμεσο χρόνο, τον γκουρού που θεωρεί υπεύθυνο για το θάνατο της φίλης του. Τα πράγματα δεν θα πάνε όπως τα σχεδίαζε. Αλλά κι εμείς στο τέλος θα αιφνιδιαστούμε: στο σινεμά, όπως και στη ζωή, τα πράγματα δεν είναι μόνον ό,τι βλέπεις… Ο μακεδόνας σκηνοθέτης επιδίδεται σε μια επίδειξη δεξιοτεχνίας, οι ρυθμοί του κόβουν την ανάσα αλλά στο τέλος μόνο η δεξιοτεχνία σε έχει εντυπωσιάσει. Το σενάριο παραμένει αβαθές, κάποια στιγμή χάνει την ισορροπία του και συμπαρασύρει το σκηνοθέτη που θολώνει το τελικό τοπίο.



«Ελπίδα» του Πέντρο Πίρες (Καναδάς/Κεμπέκ, Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους Διαγωνιστικό). Ένας ηλικιωμένος αξιωματικός, σκηνές από το πεδίο της μάχης, σκηνές από νοσοκομείο, σκηνές από ένα κουρείο, ένα άφυλο, απειλητικό πρόσωπο κουρέα, το ξυράφι του που το ακονίζει, σκηνές βίας, σκηνές θανάτου… Ο πορτογαλικής καταγωγής σκηνοθέτης, συνεργάτης του μοναδικού καναδού εικονοπλάστη Ρομπέρ Λεπάζ, από τον οποίο προφανώς είναι επηρεασμένος, δίνει μέσα σε έντεκα λεπτά εικόνες άγριες, τρομακτικές, υψηλής αισθητικής, που μιλάνε, με μια κάμερα να κινείται απειλητικά σε χώρους καφκικούς. Αλλά τα αφοπλιστικά, συναρπαστικά πλάνα του φοβάμαι πως δεν συγκροτούν ολοκληρωμένη, σαφή πρόταση πέρα από το προσωπικού ύφους εντυπωσιακό στιλιζάρισμα. Ίσως στο μέλλον…
«Η ατομική εποχή» της Ελενά Κλοτς (Γαλία / Επίσημο Πρόγραμμα).  Δυο τινέιτζερς φίλοι βγαίνουν ένα βράδυ σε κλαμπ. Ο ένας Γάλος, ο άλλος Γερμανός. Ο Γάλος _ φατσούλα κοριτσιού _ φλερτάρει με μια κοπελίτσα που τον απορρίπτει, στην έξοδο του κλαμπ παίζει ξύλο μ’ έναν άλλο νεαρό, επιθετικό, στη συνέχεια οι δυο τους θα περιπλανηθούν  σ’ ένα δάσος. Ο Γερμανός μοιάζει κάργα ερωτευμένος με τον φίλο του χωρίς να το εκδηλώνει. Ποίηση _ δεν είναι ίσως τυχαίο ότι τα δυο παιδιά έχουν τα ονόματα Βικτόρ και Ράινερ _, ρυθμοί αδικαιολόγητα αργοί, υλικό για ταινία μικρού μήκους που «επιμηκύνθηκε» με το ζόρι στα 67΄ για να γίνει μεγάλου μήκους. Και αναρωτιέται κανείς γιατί τόση ώρα μαζί στις ερημιές τα δυο αγόρια φλυαρούν και φλυαρούν και δεν κάνουν αυτό που βασικά θέλουν να κάνουν…
       

*** Να σημειώσω πως, εκτός απ’ όσα ανέφερα, τα υπόλοιπα βραβεία (για ταινίες που δεν είδα) δόθηκαν _ την επομένη _ στους διευθυντές φωτογραφίας Γιολάντα Ντίλεβσκα («Στο σκοτάδι» της Αγκνιέσκα Χόλαντ / Πολονία/Γερμανία / Χρυσή Κάμερα 300), Λούκα Μπιγκάτσι («Αυτό πρέπει να είναι το μέρος» του Πάολο Σορεντίνο / Ιταλία/Γαλία/Ιρλανδία /  Μπρούτζινη Κάμερα 300) και Ντάβιντ Ρέντεκερ («Ο αδελφός μου ο διάβολος» της Σάλι ελ Χοσαϊνί Ενωμένο Βασίλειο / Βραβείο της Πόλης της Μπίτολα για τις Ταινίες του Προγράμματος «Νέα Οράματα»).


Πνευματικό Κέντρο της Μπίτολα / 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα, 19 Σεπτεμβρίου 2012.

September 26, 2012

Μνήμη

                  
 Μνήμη Αλέξη Σολομού 
       9 Αυγούστου 1918 - 25 Σεπτεμβρίου 2012

Εδώ Μπίτολα! Εδώ Μπίτολα! 5. Μέρα (μου) τέταρτη: Ένα Reality είναι η ζωή μας…



Μπίτολα, 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη», τέσσερις προβολές: Τετάρτη, τέταρτη μέρα μου και η καλύτερη.


Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους Διαγωνιστικό:. «Στην επίσημη» του Άντριου Κάβανα (Αυστραλία): Μια τελετή αποφοίτησης με μακάβρια εξέλιξη. Τολμηρό αλλά, κατά τη γνώμη μου, άτεχνο. «Ενθάρρυνση στο DIY» του Κόχε Γιόσνο (Ιαπωνία). Ένας νέος άντρας, ενθουσιώδης του Do It Yourself, τα Σαββατοκύριακά του πριονίζει, καρφώνει, ακονίζει… στην ταράτσα του. Μια γυναίκα θα εμφανιστεί από το πουθενά και θα του ζητήσει να της μάθει την τέχνη. Το φινάλε είναι αιφνιδιαστικό και άγριο. Ενδιαφέρουσα ιδέα αλλά μέτρια εκτέλεση. «Αποσπάσματα από ένα ταξίδι» του Λιονέλ Μουζέν (Γαλία). Ένα ζευγάρι εραστών πάει εκδρομή με το αυτοκίνητο του άντρα στο δάσος. Η εκδρομή έχει μυστηριώδεις εξελίξεις. Επίσης ενδιαφέρουσα ιδέα αλλά κάπως θολή η εκτέλεση. «Μαρμελάδα σήμερα» του Σάιμον Έλις (Ενωμένο Βασίλειο). Οι πρώτες εφηβικές σεξουαλικές ανησυχίες ενός αγοριού ξυπνούν σε μια εκδρομή με τους γονείς του. Ο Έλις μέσα σε 14 λεπτά ολοκληρώνει με χιούμορ, εσωτερικότητα και οικονομία αυτό που θέλει να αφηγηθεί έχοντας επιλέξει σωστά και καθοδηγώντας άψογα το αγόρι και τους ηθοποιούς του. Εξαιρετικό! «L Train» της Άννα Μούσο (ΗΠΑ).  Η αρνητικότητα μιας αφροαμερικανής έφηβης που ζει τη μίζερη ζωή της στο Σικάγο εξανεμίζεται όταν συναντάει στις σκάλες του μετρό ένα κορίτσι με σοβαρό κινητικό πρόβλημα. Πολύ ενδιαφέρον το ταινιάκι, με κάμερα ουσιαστικά ερευνητική, αλλά το φινάλε του το αποδυναμώνει με μια πολύ γλυκερή χριστιανική αντίληψη περί του «καλού». «Πίσκεσα» των Κίραν Μπρους και Ντάνκαν Μπρους (Γαλία). Ένα κοριτσάκι, που έχει στερηθεί την αγάπη και τα χάδια _ η μάνα του έχει πεθάνει, ο πατέρας αλκοολικός _ και που ζει μέσα στη μοναξιά και τη σιωπή, κάνει καλύτερο φίλο του ένα τεράστιο φορητό ραδιόφωνο που κουβαλάει παντού και πάντα μαζί του. Αυτά όμως δεν διαρκούν πολύ… Το τέλος βρίσκεται μέσα στο νερό. Οι αδελφοί Μπρους έχουν δημιουργήσει μια τρυφερή, βαθύτατα ευαίσθητη, πεντακάθαρη ταινία μικρού μήκους μπλέκοντας και στοιχεία animation, χωρίς διαλόγους, μόνο με αφήγηση στα αγγλικά σε ομοιοκατάληκτο στίχο σαν να αφηγούνται ένα μελαγχολικό παραμύθι με τον τρόπο των παραμυθιών του Όσκαρ Ουάιλντ. Η μικρή Ζόι Τέρνερ αφοπλιστική. «Ράφα» του Ζουάου Σαλαβίζα (Πορτογαλία). Ο δεκατριάχρονος Ράφα προσπαθεί να συναντήσει σ’ ένα αστυνομικό τμήμα τη μάνα του που την έχουν συλλάβει _ προφανώς την έμπλεξε ο φίλος της. Δεν είναι εύκολο... Η αδερφή του φτάνει κι εκείνη έξω από το τμήμα και αφήνει στην άπραγη αγκαλιά του το _ χωρίς πατέρα; _ μωρό της επιχειρώντας να δει εκείνη τη μάνα της. Ο νεαρός σκηνοθέτης δίνει με δύναμη μια φέτα ζωής, οδηγεί πολύ καλά τον αγόρι, πολύ δυνατή η ταινία αλλά το φινάλε μου φάνηκε αδέξια ανοιχτό (Ο Βάσκου Βιάνα τιμήθηκε για τη φωτογραφάι του με την Μικρή Χρυσή Κάμερα 300 για Ταινία Μικρού Μήκους).


Πρόγραμμα Ντοκιμαντέρ. Η δεύτερή μας παρουσία στο Φεστιβάλ: «Δ. Σούτσου 21, Αθήνα» της Εύας Στεφανή (Ελλάδα), και πάλι από τη σειρά ντοκιμαντέρ «Docville» της ΕΡΤ. Το μικρό νοσοκομείο «Αγία Ελένη» κοντά την πλατεία Μαβίλη, οι ασθενείς _ ηλικιωμένοι οι περισσότεροι _, οι αλλοδαπές «αποκλειστικές», το προσωπικό με τις καλές και τις δύσκολες, ενόψει επαπιλούμενης συγχώνευσης, στιγμές του, οι χωρίς φράγκο μετανάστες που παζαρεύουν στο θυρωρείο μια θέση στον ήλιο του νοσοκομείου… Η Εύα Στεφανή με διακριτικότητα, με σεβασμό αλλά και με χιούμορ βλέπει τον μικρόκοσμο αυτόν σ’ ένα ντοκιμαντέρ συμπαθητικό, φτιαγμένο για την τηλεόραση. Μόνο που μερικές στιγμές μου φάνηκαν στημένες _ σκηνοθετημένες. «Μπίτολα, γενέτειρά μου» του Γιασίν Αλί Τουρκερί (Τουρκία). Tο τραγούδι «Μπίτολα, γενέτειρά μου» είναι ο εθνικός ύμνος της Μπίτολα. Ένα τραγούδι πασίγνωστο σ’ ολόκληρη την πρώην Γιουγκοσλαβία, με δεκάδες ίσως και εκατοντάδες εκτελέσεις.
Το οποίο συνέθεσε ο Χαϊρί Ντεμίροβσκι (1927 – 2009), ένας Τούρκος της πολυπολιτισμικής Μπίτολα _ Μαναστίρ την αποκαλεί ο ίδιος στην ταινία _, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Ο Ντεμίροβσκι, ένα φτωχόπαιδο με εξαιρετική φωνή, που έγινε τραγουδιστής και συνθέτης περίπου ογδόντα τραγουδιών, το 1955 επέστρεψε στις ρίζες του, στην Τουρκία, όπου και έζησε το υπόλοιπο της ζωής του. Ο Τουρκερί εκεί τον ανακάλυψε, τον πρόλαβε εν ζωή και συνέθεσε το ντοκιμαντέρ αυτό χρησιμοποιώντας πλούσιο οπτικό υλικό που ανακάλυψε _ συγκινητική η επίσκεψη / επιστροφή του Ντεμίροβσκι στη γενέθλια πόλη του το 2000 _ αλλά και πλήθος εκδοχές του τραγουδιού που αποτελεί πια μέρος της ντόπιας παράδοσης, οι οποίες διατρέχουν την ταινία. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα δεν εκτοξεύεται αλλά η προβολή της στο συγκεκριμένο Φεστιβάλ σίγουρα ήταν γεγονός.



«The Wholly Family» του Τέρι Γκίλιαμ (Ενωμένο Βασίλειο, / Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους Διαγωνιστικό). Νάπολι κι ένα ξινό ζευγάρι πλούσιων Αμερικανών με τον δεκάχρονο γιο τους βολτάρει. Σ’ ένα μαγαζί με κούκλες ο πιτσιρικάς γουστάρει έναν Πουλτσινέλα. Οι γονείς αρνούνται να του τον αγοράσουν. Ο πιτσιρικάς θα τον κλέψει και θα τον κρύψει. Κι όταν πέσει για ύπνο θα τον βάλει πλάι στο κρεβάτι του. Κι ο Πουλτσινέλα θα ζωντανέψει. Τι κι αν είναι όνειρο; Ένα εικοσάλεπτο στιλιστικό αριστούργημα του φανταστικού, διυλισμένο μέσα από την αρτεσιανή φαντασία του Τέρι Γκίλιαμ με εκπληκτικά σκηνικά του Έλιο Μαϊέλο. Η καλύτερη από τις «μικρές» στιγμές του Φεστιβάλ _ απ’ όσες είδα τουλάχιστον.


«Reality» του Ματέο Γκαρόνε (Ιταλία/Γαλία / Επίσημο Πρόγραμμα). Το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο περσινό Φεστιβάλ των Κανών και μια απ’ τις καλύτερες _ ίσως και η καλύτερη _ ταινίες του 33ου «Αδελφοί Μανάκη». Ο Γκαρόνε, του έξοχου, ντοκιμενταρίστικου μαφιόζικου «Γκομόρα», επιστρέφει στο νεορεαλισμό του Έτορε Σκόλα αλλά από εντελώς διαφορετικό δρόμο, με μια απίστευτη φρεσκάδα και με χιούμορ, εντάσσοντας στη σημερινή πραγματικότητα το θέμα του _ ένας φτωχός ναπολιτάνος ψαράς με μια πολύ μεγάλη, ιταλικού… τύπου οικογένεια, που κάνει τα πάντα για να συμπεριληφθεί στα… θύματα του ιταλικού «Big Brother», δεν τα καταφέρνει αλλά καταφέρνει να ικανοποιήσει το απωθημένο του τρυπώνοντας στο σετ. Ο Λουτσάνο της ταινίας ονειρεύεται ένα ριάλιτι ενώ ακριβώς, χωρίς να το έχει καταλάβει, μέσα σ’ ένα ριάλιτι ζει _ το «Τρούμαν σόου» του Πίτερ Γουίαρ αλλά και η «Μπελίσιμα» του Βισκόντι κάπου κοντά βρίσκονται… Ο Γκαρόνε, εξάλλου, ξεκινώντας το φιλμ με τη μεγάλη σεκάνς ενός  «λαϊφστιλίστικου», κιτς γάμου, με, μεταξύ των «κομπάρσων», τον Λουτσάνο και τα μέλη της οικογένειάς του, αυτό θέλει να τονίσει. Διευθύνοντας έξοχα τους λίγους ηθοποιούς και τους πολλούς ερασιτέχνες του με πρώτο τον (κατάδικο για φόνο!) Ανιέλο Αρένα που κάνει μια αφοπλιστικά πειστική ερμηνεία στον πρωταγωνιστικό ρόλο. 



«Ζώντας» του Βασίλι Σίγκαρεφ ( Ρωσία / Επίσημο Πρόγραμμα). Ζωή; Χαμοζωή. Στη σύγχρονη επαρχιακή Ρωσία του Πούτιν, οι τρεις ιστορίες του Σίγκαρεφ, που πλέκονται μαζί. Στην πρώτη μια μάνα που χάνει τα δίδυμα κοριτσάκια της σε ατύχημα αρνείται να το αποδεχθεί, σαλτάρει, τα ξεθάβει, τα φέρνει σπίτι και η ιστορία καταλήγει μ’ ένα ολοκαύτωμα. Στη δεύτερη ένα αγόρι δεν μπορεί να αποδεχθεί τον θάνατο του πατέρα του παρά τις προσπάθειες της μάνας του και του καινούργιου της συντρόφου και το «σκάει» μαζί του. Το τέλος, και πάλι σκληρό. Στην τρίτη ένα ιδιόμορφο νεαρό ζευγάρι, όπου το αγόρι είναι φορέας του AIDS, παντρεύεται αλλά ενώ επιστρέφει σπίτι του, μέσα στο τρένο, ο νέος πέφτει θύμα ληστείας από μια συμμορία και τραυματίζεται θανάσιμα. Η κοπέλα, επίσης δεν μπορεί να δεχθεί το θάνατό του και με τη μνήμη της φέρνει το αγόρι ξανά κοντά της. Είναι, πάντως, η μόνη από τους τρεις που, τελικά, το αποδέχεται. Ο Σίγκαρεφ επιλέγει ένα ζοφερό κλίμα, βουτηγμένο στη φτώχεια και στη μιζέρια, γιατί, φυσικά, τα θέματά του ζοφερά είναι. Και δίνει ιδιαίτερη έμφαση, σαδιστικά θα έλεγα, στη βία που όντως κυριαρχεί πλέον αδίστακτα στην πατρίδα του. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα είναι υψηλοτάτου επιπέδου _ βοηθάει και η συγκλονιστική ασπρόμαυρη φωτογραφία του Άλισερ Χαμιντχοτζάεφ (βραβεύτηκε με την Ασημένια Κάμερα 300) _, οι ηθοποιοί σωστά ενταγμένοι αλλά γιατί ο Σίγκαρεφ μου αφήνει την εντύπωση _ την ίδια εντύπωση μου άφησε και το θεατρικό του «Πλαστελίνη» που ανέβασε η Κατερίνα Ευαγγελάτου το 2007/2008 στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού _ πως πάσχει από το σύνδρομο της εντυπωσιοθηρίας;

Πνευματικό Κέντρο της Μπίτολα / 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα, 19 Σεπτεμβρίου 2012.

September 25, 2012

Εδώ Μπίτολα! Εδώ Μπίτολα! 4. Μέρα (μου) τρίτη: Ένα ντοκιμαντέρ συ-ντα-ρα-κτι-κό.

Μπίτολα, Τρίτη, ο καιρός έφτιαξε, τρίτη μου μέρα στο 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη». Με μερικές πολύ δυνατές στιγμές. Αυξάνω τη δόση σήμερα: τέσσερις προβολές. 
   

Μακεδονικό Πανόραμα / Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους. «Η κυρία Ρούμπιν» του Κόσταντιν Αναστάσοβ και «Λάμψη» του Τόμισλαβ Αλέκσοβ: δεν βρίσκω καμιά τους να είναι ολοκληρωμένη. Η προβολή της «Μαγκνταλένα» ξεκινάει χωρίς ήχο, διακόπτεται ύστερα από λίγα λεπτά και δεν επαναλαμβάνεται. Φαίνεται δεν τον βρήκαν τελικά τον ήχο…
Και περνούν στο ντοκιμαντέρ «Άνθρωποι χωρίς πατρίδα» του Μάρκο Γκιόκοβικ (Μακεδονικό Πανόραμα / Πρόγραμμα Ντοκιμαντέρ). Όλα τα λεφτά! Όχι τόσο ως κινηματογραφικό αποτέλεσμα. Όσο ως θέμα: οι Μακεδόνες του Αιγαίου, όπως τους αποκαλούν εδώ. Οι Μακεδόνες που ζούσαν ή και ζούνε στην ελληνική Μακεδονία _ την Μακεδονία του Αιγαίου _, στους οποίους από το 1926 είχε απαγορευτεί να μιλούν τη γλώσσα τους, απαγόρευση που υλοποιήθηκε με μεγαλύτερη αυστηρότητα κυρίως επί δικτατορίας Μεταξά. Και πολλοί από τους οποίους έσμιξαν με την ελληνική αντίσταση, πήγαν με το ΕΑΜ στον Εμφύλιο, εντάχτηκαν στον ΕΛΑΣ και κατόπιν στον Δημοκρατικό Στρατό, καποιοι πέρασαν, όταν τα πράγματα στένεψαν, στα μακεδονικά εδάφη της τότε Γιουγκοσλαβίας πριν ο Τίτο κλείσει τα σύνορα ενώ άλλοι απέμειναν να πολεμούν στον Γράμμο και στο Βίτσι και μετά την ήττα πέρασαν στην Αλβανία. Ανάμεσά τους, η Βέρα Φότεβα του ντοκιμαντέρ, που είχε την τύχη και άλλων Μακεδόνων της Ελλάδας: οι Αλβανοί την συνέλαβαν και την έστειλαν στην Σοβιετική Ένωση του Στάλιν όπου σάπισε στις ανακρίσεις και στις φυλακές με την κατηγορία ότι ήταν κατάσκοπος του Τίτο _ Στάλιν και Τίτο τα είχαν σπάσει πια _ και της Ιντέλιτζενς Σέρβις. Δικάστηκε, καταδικάστηκε σε καταναγκαστικά έργα, στάλθηκε στην Σιβηρία και μόνον όταν ο Στάλιν πέθανε και ανέλαβε ο Χρουστσόφ και τα πράγματα μαλάκωσαν κατάφερε να γυρίσει στην Μακεδονία. Άλλοι ομόεθνοί της παραμένουν στην Ελλάδα χωρίς να τους αναγνωρίζονται _ ας το γνωρίζουμε αυτό _ δικαιώματα μειονότητας ενώ σε όσους ζουν ακόμα στην Δημοκρατία της Μακεδονίας (μόνον ΠΓΔΜ για την Ελλάδα…) και στους απογόνους τους δεν τους αποδίδονται οι περιουσίες τους. Μια Μεγάλη Αδικία την οποία δεν είμαι ούτε ιστορικός ούτε πολιτικός ούτε διπλωμάτης ώστε να αναλύσω εδώ τους λόγους για τους οποίους διαπράχθηκε και διαπράττεται αλλά με την απλοϊκή (;) μου σκέψη το βλέπω πως είναι Μεγάλη Αδικία _ με πνίγει. Το ντοκιμαντέρ περιλαμβάνει αποσπάσματα επικαίρων της εποχής _ από Μεταξά μέχρι τέλος του Εμφύλιου _, δραματοποιημένη αναπαράσταση της οδυνηρής περιπέτειας της γυναίκας αυτής στην ΕΣΣΔ _ κομμάτι που χωλαίνει, παρά την καλή ερμηνεία της Βέριτσα Νέντεσκα _ αλλά το γερό του θεμέλιο _ ένα αγκωνάρι πάνω στο οποίο στηρίζεται _ είναι η συγκλονιστική αφήγηση της Βέρα (Ευδοκίας) Φότεβα, μιας ψυχωμένης γυναίκας, μιας Αγωνίστριας. Μια αφήγηση – ντοκουμέντο, με δύναμη και με χιούμορ για τα βάσανα και τις πολλές δύσκολες ώρες τις οποίες πέρασε, που κάνει τη συγκίνηση να αναβλύζει. Ακριβώς γιατί δεν έχει τίποτα το κλαψιάρικο, είναι κατακαθισμένα βιώματα. Γι’ αυτό πάντα πίστευα και πιστεύω πως και ο ηθοποιός δεν πρέπει να αφήνει να δούμε τη συγκίνησή του. Μόνο τότε θα μας συγκινήσει ουσιαστικά. Αυτή, άλλωστε, δεν είναι η σημασία και της μπρεχτικής αποστασιοποίησης; Συγκινήθηκα βαθύτατα _ κι ας της βρήκα ελαττώματα, όπως τις πομπώδεις μουσικές της _ με την ταινία του Γκιόκοβικ. Που είναι ισορροπημένη, μετρημένη και δεν προπαγανδίζει. Απλώς την αλήθεια καταγράφει. Την αλήθεια των ανθρώπων αυτών χωρίς πατρίδα. Πιστεύω πως οφείλουμε να την προβάλουμε στην Ελλάδα. Ποιος όμως θα το τολμήσει; 



«Είμαι γυναίκα τώρα» του Μιχίλ φαν Ερπ (Κάτω Χώρες / Πρόγραμμα Ντοκιμαντέρ): η πρώτη γενιά των τρανσέξουαλ, των ανδρών που ήθελαν ν’ αλλάξουν «ριζικά» φύλο και τα κατάφεραν, αρχίζοντας από το τέλος της δεκαετίας του ’50, με τη βοήθεια του γάλλου χειρούργου γυναικολόγου Ζορζ Μπιρού που χειρουργούσε στο Μαρόκο _ στην Καζαμπλάνκα. Ο φαν Ερπ εντόπισε και παρουσιάζει μερικές από τις γυναίκες αυτές, εβδομηντάρες και ογδοντάρες πια, που μιλούν για την εμπειρία τους, τα πριν και, κυρίως, τα μετά την εγχείρηση, για τη ζωή τους και τις σχέσεις τους, με ειλικρίνεια και με το γνώθι σαυτόν. Οι περισσότερες μόνες, μια τους παντρεμένη και ευτυχισμένη, μια άλλη που άλλαξε γνώμη, ξαναγύρισε στο ανδρικό φίλο, έζησε μια σχέση χρόνων με μια Γιαπωνέζα για να επιστρέψει στο γυναικείο φύλο όταν εκείνη πέθανε, μια τρίτη που κανείς δεν θα το φανταζόταν πως υπήρξε άνδρας ταξιδεύει στην Καζαμπλάνκα, αναζητάει και επισκέπτεται την πολυκατοικία στην οποία ήταν το ιατρείο όπου έγινε η εγχείρηση, συγκινημένη γιατί εκεί «γεννήθηκε για δεύτερη φορά», φτάνει μέχρι τον τάφο του γιατρού, μια τέταρτη, μεγαλοπρεπής, που θυμίζει την… βασίλισσα Ελισάβετ, ταξιδεύει στην Κυανή Ακτή και, επίσης συγκινημένη, συναντάει τον γιο του γιατρού… Εξαιρετικά ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ, αποκαλυπτικό μια και παρουσιάζει αυτές τις «τεχνητές» γυναίκες απόλυτα φυσιολογικές, ήρεμες και ισορροπημένες, καλλιεργημένες, με τις ασχολίες τους, μακράν της εικόνας που πιθανόν έχουμε _ προσωπικά με συμβίβασε μ’ αυτό που σεβόμουν αλλά αντιμετώπιζα ως «τερατώδες». Σίγουρα δεν είναι ο κανόνας και τα δυστυχισμένα άτομα ανάμεσά στις τρανσέξουαλ δεν θα λείπουν αλλά μήπως λείπουν και από ανάμεσά μας;




«Μπάρντο» της Μάρια Άπτσεβσκα (Μακεδονία / Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους Διαγωνιστικό).  Ένα κοριτσάκι που το ξεχνάνε ενώ κηδεύεται ο πατέρας του και που περιπλανιέται στο κοιμητήριο, ένα μπαλόνι που βρίσκεται στα χέρια του και που κάποια στιγμή ξεφεύγει και χάνεται στον ουρανό, μνήμες από «Το κόκκινο μπαλόνι» του Λαμορίς κι ένα διαμαντάκι 14 μόλις λεπτών, τρυφερό, ουσιαστικό και βαθιά συγκινητικό, έξοχα κινηματογραφημένο σε ασπρόμαυρο από τον Βλαντίμιρ Σαμόιλοβσκι (που τιμήθηκε με Ειδική Μνεία Χρυσής Κάμερας 300 για Ταινία Μικρού Μήκους). «Μυστήριο» του Λου Γε (Κίνα / Επίσημο Πρόγραμμα). Ένας νέος άντρας που ζει διπλή ζωή: σύζυγος κι ένα κοριτσάκι, ερωμένη κι ένα αγοράκι, δυο σπίτια αλλά και ξεπέτες με κοπελίτσες στο ξενοδοχείο. Θέμα για φάρσα _ Φεντό. Αλλά ο κινέζος σκηνοθέτης, που δεν έχει και μεγάλη σχέση με την παράδοση του κινέζικου καλλιτεχνικού σινεμά, προτίμησε το μελόδραμα. Η αποκάλυψη της αλήθειας οδηγεί σε φόνο που μοιάζει με ατύχημα, ο φόνος φέρνει και δεύτερο, ένα τραγικό ατύχημα, αστυνομικοί αμερικανίζοντες ψάχνουν _ και λύνουν τελικά _ το μυστήριο, το σενάριο, ήδη τραβηγμένο απ’ τα μαλλιά, χάνει κάθε επαφή με την πραγματικότητα και η ταινία, αν και με προτερήματα _ δεν λείπουν κάποιες ντοστογιεφσκικές νύξεις _ εκτροχιάζεται σ’ ένα καλοφτιαγμένο μεν, b movie δε. Δεν άξιζε για επιλογή σε επίσημο πρόγραμμα φεστιβάλ. 



«Ταμπού» του Μιγκέλ Γκόμες (Πορτογαλία / Επίσημο Πρόγραμμα). Η Αουρόρα και η Πιλάρ ζουν στην Λισαβόνα, σε διπλανά διαμερίσματα _ η Αουρόρα μαζί με την μαύρη της υπηρέτρια _ και είναι φίλες. Μεγάλης πια ηλικίας η Αουρόρα, με μια κόρη που ζει μακριά της, στον Καναδά, και που όταν έρχεται δεν διαθέτει πολύ χρόνο για τη μητέρα της, με τη μοναξιά να την κυκλώνει, σπαταλάει την περιουσία της στο καζίνο. Όταν πέσει στο κρεβάτι, άσχημα άρρωστη, στο παραλήρημά της θα αναφέρει κάποιον «κύριο Βεντούρα». Η ψυχοπονιάρα Πιλάρ θα τον αναζητήσει. Ο κομψός γέροντας όμως δεν θα προλάβει παρά να παραστεί στην κηδεία της Αουρόρα. Μετά την κηδεία θα τους αφηγηθεί την ιστορία τους. Στο δεύτερο μέρος της ταινίας, που είναι χωρισμένη σε δυο κεφάλαια _ «Ο χαμένος παράδεισος» και «Ο παράδεισος» _, οι λίγοι διάλογοι είναι «βουβοί». Τους καλύπτει η αφήγηση του κυρίου Βεντούρα _ μόνον ήχοι ακούγονται. Στην Αφρική, όπου ζούσε με τον άντρα της, ήταν που ο Βεντούρα συνάντησε την Αουρόρα. Ο έρωτάς τους εξελίχθηκε σε πάθος. Η Αουρόρα θα μείνει έγκυος, ο σύζυγος που δεν γνωρίζει την αλήθεια θα πιστέψει πως το παιδί είναι δικό του αλλά, όταν εκείνη, σε μια απόδραση με τον εραστή της, γεννήσει σε μια καλύβα, όλα θα αποκαλυφθούν. Ο άντρας της, όμως, θα τη σύρει κοντά του, βεβαρημένη μάλιστα με το φόνο ενός φίλου του Βεντούρα, φόνο που τον καλύπτουν. Ο ξεσηκωμός των μαύρων επίκειται. Η Αουρόρα θα γυρίσει με την οικογένειά της στην Λισαβώνα. Αλλά δεν θα έχει ξεχάσει. Στο πρώτο μέρος της η ασπρόμαυρη ταινία με την αξιοθαύμαστη φωτογραφία μού φάνηκε αργόσυρτη και με κούρασε, το δεύτερο όμως με αποζημίωσε: ένα πραγματικά καλλιτεχνικό δημιούργημα με προσωπικό ύφος.  

Πνευματικό Κέντρο της Μπίτολα / 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα, 18 Σεπτεμβρίου 2012.

September 23, 2012

Μια μεγάλη στιγμή

Χωρίς καθόλου λόγια...

Εδώ Μπίτολα! Εδώ Μπίτολα! 3. Μέρα (μου) δεύτερη: Των απογοητεύσεων.

33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα και βροχερή Δευτέρα, η δεύτερή μου μέρα. Απογοητεύσεις με περιμένουν σήμερα.

Μακεδονικό Πανόραμα / Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους. «Ηθοποιός μικρών ρόλων» του Ίγκορ Αλέξοβ: Μια κοπέλλα που θέλει να γίνει ηθοποιός, την τιτοϊκή εποχή, την πατάει και πέφτει θύμα βιασμού από τον σκηνοθέτη - πρωταγωνιστή. Το δικαστήριο δεν θα την δικαιώσει, αντίθετα θα καταδικαστεί η ίδια… Η οποία καταλήγει σε μοναστήρι. Την εκδίκηση που θα ήθελε, μόνο πια με τη φαντασία της θα την πάρει. «Οδός Μετώπου του Λαού 12» του Ίβαν Ιβάνοβσκι. Animation ενδιαφέρουσας τεχνικής που το πνίγουν όμως οι συμβολισμοί. «Το παιχνίδι τελείωσε» του Ζόραν Μίσεβσκι: Επίσης animation μ’ έναν δεκάχρονο τόσο κολλημένο στο κομπιούτερ και στο αγαπημένο του βίντεογκέιμ που, στο τέλος, «μπαίνει» και ο ίδιος μέσα. Το πιο ολοκληρωμένο, κατά τη γνώμη μου, από τα «μικρά». «Σπάζοντας τους κύκλους» του Ναούμ Μιχάιλοβσκι γυρισμένο στην Πράγα με απόηχους Κάφκα _ το κορίτσι της ταινίας νομίζω πως δεν έχει τυχαία το όνομα Μίλενα. Και η δυσάρεστη έκπληξη:
«Το Μουσείο» της Μάια Μλαντένοβσκα (Μακεδονικό Πανόραμα / Πρόγραμμα Ντοκιμαντέρ). Ένα ντοκιμαντέρ 57λεπτης διάρκειας και «όλα όσα δεν ξέρατε και θα θέλατε να μάθετε» για την περί της δημιουργίας του ιδέα, τις προετοιμασίες και την κατασκευή _ το making of _ του νεότευκτου, ενταγμένου στο μεγαλομανές, κιτς σχέδιο «Σκόπια 2014» _ θηριώδη, τερατώδη, κακόγουστα αγάλματα, δημόσια κτίρια, «αψίδα θριάμβου»… _, που παραμορφώνει μέχρι γελοιοποιήσεως την πόλη των Σκοπίων, Μουσείου του Μακεδονικού Αγώνα. Ντοκιμαντέρ που με τον πρωθυπουργό Γκρούεβσκι ανοίγει, με τον πρωθυπουργό Γκρούεβσκι κλείνει και που, έστω και αν στερούνταν αγγλικών υποτίτλων, μου φάνηκε, με όλο το σεβασμό στην ιστορία της χώρας, ως διαφημιστικό τρέιλερ των «επιτευγμάτων» του κυβερνώντος επί εξαετία κόμματος VMRO – DPMNE… Το αισιόδοξο ήταν πως με το που άρχισε η προβολή του οι πολλοί νέοι του κοινού όπου φύγει, φύγει _ άδειασε η αίθουσα, μείναμε έξι που μέχρι να τελειώσει είχαμε γίνει τέσσερις…

Πρόγραμμα Ντοκιμαντέρ. Η πρώτη ελληνική παρουσία στο Φεστιβάλ: «Πλατεία Συντάγματος, Αθήνα» της Κατερίνας Πατρώνη (Ελλάδα) από τη σειρά ντοκιμαντέρ «Docville» της ΕΡΤ. Διαφωνώ κάθετα: η πλατεία Συντάγματος το καλοκαίρι του 2011 σίγουρα δεν ήταν Μάης του ’68. Αλλά ήταν _ ή , έστω, ήταν ΜΟΝΟ _ δυο γραφικοί, τρεις περιθωριακοί και πέντε βλαμμένοι _ ναι, δε είμαι πολιτικά ορθός… _ αποκλειστικά στους οποίους εστιάζει η ταινία και τίποτα άλλο; Εκτός αν έτσι επιθυμούσε να παρουσιάσει τα πράγματα η κρατική ΕΡΤ… «Σαλμάν Ρουζντί, η φανταστική Ινδία» της Ελίζα Μαντέν (Γαλλία): ο _ πολύ αντιπαθής μου _ ινδικής καταγωγής βρετανός συγγραφέας που _ δεν μου το βγάζετε απ’ το μυαλό… _ σταθερά πιστεύει στην αποτελεσματικότητα των σκανδάλων, επισκέπτεται την πρώτη του πατρίδα και τη γενέθλιά του Βομβάη και θυμάται τα παιδικά του χρόνια και τις πηγές της έμπνευσής του σ’ ένα άρτιο αλλά τηλεοπτικής μάλλον αντίληψης ντοκιμαντέρ.

Στις απογοητεύσεις της βραδιάς και ότι δεν κατάφερα να δω την κινέζικη ταινία «Η λευκή πεδιάδα των ελαφιών» που πολύ την περίμενα διότι έφτασα ως μωρά παρθένος δύο ώρες μετά την έναρξη της προβολής… Το έντυπο του Φεστιβάλ φταίει _ δεν ήμουν ο μόνος που την έπαθε.



Πνευματικό Κέντρο της Μπίτολα / 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα, 17 Σεπτεμβρίου 2012.


*** Ο της Θεσσαλονίκης φίλος καλός Τέλλος Φίλης της Seven Films συμπληρώνει την προηγούμενη ανάρτηση Εδώ Μπίτολα! Εδώ Μπίτολα! 2.: «Θέλω να προσθέσω μόνο ότι στην Ελλάδα έχει προβληθεί και η (σ.σ. μακεδονική) ταινία ‘Σκιές’ του Milco Mancevski, της Seven Films. Επίσης δύο από τις ταινίες του φετινού διαγωνιστικού τμήματος (σ.σ. του Φεστιβάλ «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα), το ‘In Darkness’ (προβάλλεται ήδη στις αθηναϊκές αίθουσες) και το ‘Tabu’ έχουν διανομή στην Ελλάδα από την Seven Films».

Εδώ Μπίτολα! Εδώ Μπίτολα! 2. Μέρα (μου) πρώτη: Η έκπληξη απ’ την Σερβία

33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα και Κυριακή, η πρώτη μου μέρα στις αίθουσες. Μια έκπληξη _ ευχάριστη _ με περιμένει. 


«Μακεδονικό Πανόραμα» / Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους. «Το τέλος του κόσμου» του Γιάνι Μπογιατζί, «Πόρτες» του Μικέλε ντε Άντζελις, το καλόγουστο, στιλιζαρισμένο, ασπρόμαυρο «Πρόσωπο» του Στέφαν Σίντοβσκι, «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα» του Φίλιπ Μάτεβσκι ο οποίος δίνει μια δική του, παιδεραστική εκδοχή του παραμυθιού του Άντερσεν, το ρουμανόφωνο «Ματάσαρι» του Ίλια Πιπέρκοσκι, που αρχίζει δυνατά αλλά κάνει ένα... βρυκολακιασμένο, αποτρεπτικό φινάλε, και «Μακεδόνες στην Ιστανμπούλ» της Ελιζαμπέτα Κόνεσκα, ένα ντοκιμαντέρ για την διαρκώς συρρικνούμενη _ κάτι μου θυμίζει αυτό… _ μακεδονική παροικία της Κωνσταντινούπολης. Υπάρχουν ενδιαφέροντα στοιχεία αλλά δεν ξεχωρίζω κάτι.


«Θάνατος ενός άνδρα στα Βαλκάνια» του Μίροσλαβ Μομτσίλοβιτς (Σερβία / Πρόγραμμα «Νέα Οράματα»). Η έκπληξη που σας έλεγα. Ο 43χρονος σέρβος σκηνοθέτης στήνει την κάμερά του ψηλά, στη γωνιά ενός μικρού διαμερίσματος _ κύριο δωμάτιο, στο βάθος μια συνεχόμενη κουζίνα και ο διάδρομος που οδηγεί στην εξώπορτα _, την ακινητοποιεί, της δίνει το ρόλο της webcam, της συνδεδεμένης μ’ ένα κομπιούτερ, που έχει μείνει ανοιχτή και αφηγείται την ιστορία που ο ίδιος έχει γράψει, με δύο μόνον πλάνα _ ένα εισαγωγικό και το κυρίως _ που κρατούνε 80 συνολικά λεπτά. Μέσα από έναν ευρυγώνιο φακό που πιάνει ένα μεγάλο μέρος του διαμερίσματος αλλά δίνει και μια γκροτέσκα αίσθηση σε όσα θα διαδραματιστούν: ένας νέος άντρας, που κατόπιν μαθαίνουμε πως ήταν συνθέτης, κλαίει μπροστά στην κάμερα, μετά παίρνει στα χέρια του ένα περίστροφο, σκοτάδι, ένας πυροβολισμός ακούγεται και, όταν γίνεται φως, ένας γείτονας _ ένας πατωματζής _ θα ορμήσει από την ανοιχτή πόρτα για να δει τι συμβαίνει και θα αντικρίσει το εκτός πλάνου _ δεν θα το δούμε ποτέ _ πτώμα.
Στο διαμέρισμα θα συγκεντρωθούν άλλος ένας γείτονας _ που έχει φάει φασόλια… _, οι γυναίκες των δύο _ η μία τρέχει να φτιάξει τα μαλλιά της «γιατί θα ’ρθει η τηλεόραση», η άλλη φέρνει στον άντρα της το φαγητό που άφησε στη μέση για να αποσώσει… _, ο υπάλληλος ενός γραφείου κηδειών, ο οποίος φτάνει, βέβαια, πριν από το ασθενοφόρο που έχουν καλέσει, ο οδηγός του ασθενοφόρου το οποίο έχει αργήσει «γιατί είχε κίνηση» και η νοσοκόμος του που ψάχνει να βρει πρίζα για να φορτίσει το κινητό της, ο ειδικός εγκληματολόγος της αστυνομίας, δύο αστυφύλακες που ο ένας τους τσακώνεται με τη γυναίκα του στο κινητό, ένας πιτσαδόρος που φέρνει την πίτσα την οποία είχε παραγγείλει ο μακαρίτης πριν αυτοπυροβοληθεί και που, τελικά, την τρώνε ο ένας αστυφύλακας με τον ένα γείτονα και ένας μεσίτης στον οποίο ο μακαρίτης είχε αναθέσει να πουλήσει το σπίτι και ο οποίος επιμένει να το δείξει σε μια πελάτισσα που έχει φέρει μαζί του για να μην τη χάσει. Τρέλα!
Ο Μομτσίλοβιτς ξεκινάει από μια τραγική αφετηρία για να αναπτύξει μια σπαρταριστή, καθηλωτική σάτιρα. Οι παρόντες, επικαλούμενοι ακριβώς το αντίθετο, αρχίζουν να δείχνουν την αδιαφορία και την αναισθησία τους, βγάζουν απωθημένα, προσπαθούν να επωφεληθούν μέχρι να ανακαλύψουν πως η webcame τους κατέγραφε και να αλλάξουν ρότα _ στροφή 180ο…: μια ιστορία α λα Τσέχοφ και ένα χιούμορ σλάβικο _ βαλκανικό θα ήταν το σωστότερο _ που σπάει κόκκαλα.
Ο σκηνοθέτης κουρδίζει το σύνολο με ακρίβεια _ θα πρέπει να έγιναν εξαντλητικές πρόβες για το τεράστιο αυτό μονοπλάνο το οποίο δεν είναι ο πρώτος που το επιχειρεί αλλά το χειρίζεται άψογα _ και βγάζει εξαίρετες ερμηνείες από όλους τους ηθοποιούς του _ διαλεγμένοι ένας κι ένας. Αλλά την παράσταση κλέβει η Μιριάνα Καράνοβιτς (στη φωτογραφία), μια σπουδαία ηθοποιός που ανήκει στους πρωταγωνιστές του Κουστουρίτσα αλλά την έχω λατρέψει σε δυο ταινίες κυρίως: «Φροϊλάιν» και «Σεράγιεβο, σ’ αγαπώ». Με μια σκηνή που δεν κρατάει πάνω από πέντε λεπτά, σχεδόν βουβή _ η πελάτισσα του μεσίτη, η οποία μένει εμβρόντητη όταν αντικρίζει μπροστά της το πτώμα ενώ ο μεσίτης συνεχίζει να εκθειάζει το σπίτι σαν το πτώμα να μην υπάρχει. Ερμηνεία απολαυστική!
Η ταινία, που μοιάζει να βασίζεται σε έργο θεατρικό χωρίς αυτό να συμβαίνει ή, τουλάχιστον, να αναφέρεται, ελπίζω πως θα παιχτεί και στην Αθήνα. Και ελπίζω πως κάποιος από τους ανθρώπους του θεάτρου μας θα βρει τρόπο να τη μεταφέρει στη σκηνή. Αξίζει τον κόπο.


«Ο απλοϊκός Σάιμον» του Αντρέας Όχμαν (Σουηδία / Πρόγραμμα «Φόκους στη Σουηδική Ταινία»). Όταν το κορίτσι του Σαμ τον εγκαταλείπει γιατί δεν μπορεί να ανεχτεί τη συμβίωση με τον Σάιμον, τον ανυπόφορο, εμμονικό έφηβο αδελφό του που πάσχει από το σύνδρομο Ασπέργκερ _ μια μορφή αυτισμού _ και ο Σαμ πέφτει σε κατάθλιψη, ο Σάιμον βάζει στόχο να του βρει ένα καινούργιο κορίτσι. Και θα το βρει. Αλλά το κορίτσι τελικά θέλει τον ανέραστο Σάιμον! Ο Όχμαν κάνει μια ταινία μοντέρνας γραμμής, ανάλαφρη, στιλάτη αλλά με ένα χιούμορ ψυχρό που δεν μου πάει. Και ο νεαρός πρωταγωνιστής του _ ο Σάιμόν του _ Μπιλ Σκάρσγκορντ, γιος του Στέλαν Σκάρσγκορντ, μου φάνηκε πολύ άπειρος, άχαρος και αδέξιος. Προτίμησα τον Μάρτιν Βάλστρομ – Σαμ.
*** Να θυμίσω, ειδικά σε όσους πιθανόν ενοχληθούν με το όνομα «Αδελφοί Μανάκη» του Φεστιβάλ, πως πέρσι είχε αντίστοιχο πρόγραμμα «Φόκους στην Ελληνική Ταινία», όπου προβλήθηκαν οι ταινίες «Κυνόδοντας» του Γιώργου Λάνθιμου, «Attenberg» της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη και «Χώρα προέλευσης του Σύλλα Τζουμέρκα.   

Πνευματικό Κέντρο της Μπίτολα / 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα, 16 Σεπτεμβρίου 2012.

September 22, 2012

Εδώ Μπίτολα! Εδώ Μπίτολα! 1. Κάτι σαν πρόλογος: Το καλό γούστο της Λαμπίνα



Ένα φεστιβάλ κινηματογράφου αφιερωμένο στους διευθυντές φωτογραφίας; Με άξονα τους διευθυντές φωτογραφίας; Με πρόεδρο της Κριτικής Επιτροπής _ ο Ουγγρογερμανός μάγος των ταινιών του Μπέλα Ταρ, Φρεντ Κέλεμεν _ αλλά και δυο μέλη της διευθυντές φωτογραφίας; Με βραβεία που απονέμονται αποκλειστικά για διεύθυνση φωτογραφίας; Και όμως υπάρχει! Και όμως κινείται! Το Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα _ κάποτε Μοναστήριον _ της πολύ γειτονικής μας Δημοκρατίας της Μακεδονίας _ ναι, προσωπικά έχω… αναγνωρίσει το όνομα, έστω και αν ως κράτος δεν το έχουμε αναγνωρίσει _ αυτόν ακριβώς τον άξονα έχει. Κι αυτός ο άξονας το κάνει αλλιώτικο από τα άλλα. Πόσω μάλλον όταν το όνομα που φέρει είναι των αδελφών Μανάκη, Γιαννάκη και Μίλτου, των φωτογράφων που έγιναν οι πρώτοι κινηματογραφιστές στα Βαλκάνια (Και των οποίων την εθνικότητα διεκδικούν _ ολόκληρη μάχη γίνεται! _ Έλληνες _ διότι γεννήθηκαν στην τουρκοκρατούμενη ακόμα τότε Αβδέλλα των Γρεβενών, ο πρώτος το 1878, ο δεύτερος το 1882 _, οι Βλάχοι _ διότι οι ρίζες τους σαφώς βλαχικές ήταν _ και οι Μακεδόνες _ το Μοναστήρι ήταν η έδρα του ατελιέ τους, εκεί έκαναν τις πρώτες κινηματογραφήσεις τους με την περίφημη κάμερα Bioscop 300 που αγόρασαν στο Λονδίνο _ τα βραβεία του Φεστιβάλ φέρουν ακριβώς το όνομα «Κάμερα 300» _, εκεί άνοιξαν κινηματογράφο, εκεί δοξάστηκε τις μέρες της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας ο Μίλτος, εκεί πέθανε το 1964, ενώ ο Γιαννάκης πέθανε το 1954 στην Θεσσαλονίκη όπου ζούσε πια. Πολύ μπερδεμένα πράγματα, όπως και πολλά άλλα στην περιοχή…, οπότε ας τους θεωρήσουμε Βαλκάνιους).
Στο Φεστιβάλ αυτό _ στην 33η διοργάνωσή του _ βρέθηκα, μια και έχω επισκεφτεί τη χώρα για να δω φίλους, για τρεις μέρες. Θέλοντας να πάρω μια γεύση τι εστί αλλά και για να ξαναδώ την πανέμορφη Μπίτολα με τα πολλά, υπέροχα _ πού είσαι Θόδωρε Αγγελόπουλε, πού είσαι Νίκο Βατόπουλε… _ παλιά αρχοντικά τα οποία σώζονται ακόμα. Έμεινα, τελικά, πέντε μέρες _ είδα 16 ταινίες μεγάλου μήκους ή προγράμματα με ταινίες μικρού μήκους. Το πρόγραμμα είχε  ενδιαφέρον  και υπήρχε Μακεδονικό Πανόραμα μέσα από το οποίο μπορούσε κανείς να ενημερωθεί για τον άγνωστό μας κινηματογράφο της συγκεκριμένης χώρας. Στην Ελλάδα, στους κινηματογράφους, έχει νομίζω προβληθεί μόνο το έξοχο _ Χρυσό Λιοντάρι Καλύτερης Ταινίας στην Βενετία το 1994, υποψηφιότητα για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας το 1995 _ «Πριν από τη βροχή» του Μίλτσο Μάντσεφσκι.
Το 33ο «Μπράκια Μανάκι» ήταν «φτωχό»: 40 μεγάλου μήκους ταινίες και 33 μικρού μέτρησα στο πρόγραμμα ενώ υπήρχαν και κάποια γουόρκσοπ ή παράλληλες εκδηλώσεις. «Φτωχό» αλλά αξιοπρεπές. Διεξάγεται _ φέτος τουλάχιστον έτσι έγινε _ σε δυο αίθουσες του Πνευματικού Κέντρου της Μπίτολα: την πολύ ευρύχωρη, «ευάερη» αλλά φθαρμένη Μεγάλη και την χωρίς εξαερισμό και με κακές συνθήκες προβολής _ πολύ _ Μικρή. Με κοινό αρκετό _ κυρίως νέους _ όχι όμως συνειδητοποιημένα κινηματογραφόφιλο, που πολλές φορές βαριόταν και αποχωρούσε. Με εισαγωγές που δεν πλατείαζαν από τους υπεύθυνους των προγραμμάτων _ ξεχώρισα την ιδιαίτερα επικοινωνιακή και συμπαθέστατη Γκένα Τεοντοσίεβσκα των Ντοκιμαντέρ _ και με πολύ καλούς μεταφραστές στα αγγλικά στα οποία ήταν υποτιτλισμένο και το συντριπτικό ποσοστό ταινιών. Με ένα περιεκτικό βιβλίο – πρόγραμμα που το διέθεταν όμως μόνο στους διαπιστευμένους και στους καλεσμένους και δεν μπορούσες δυστυχώς να το αγοράσεις και ένα έξυπνα σχεδιασμένο έντυπο με το συνοπτικό πρόγραμμα των προβολών. Με μια πολύ καλά οργανωμένη και ενημερωμένη ιστοσελίδα. Και όλα αυτά υποστηριγμένα από ένα σύνολο ευγενικών στελεχών με καλά αγγλικά τα οποία όμως αγνοούσε παντελώς το προσωπικό στις αίθουσες προβολών.
Διευθύντρια του Φεστιβάλ, η Λαμπίνα Μίτεβσκα, μια νέα _ και ωραία  _ γυναίκα _ και μάλιστα εγκυμονούσα _, η γνωστότερη διεθνώς _ αλλά και εξαιρετικά ταλαντούχα _ ηθοποιός της χώρας της, που έκανε το ντεμπούτο της στην οθόνη στα δεκαεννιά της με ένα πρωταγωνιστικό ρόλο ακριβώς στο «Πριν από τη βροχή» του Μίντσεφσκι και που έχει πια στο ενεργητικό της γύρω στις είκοσι ταινίες _ και πέραν των συνόρων της Μακεδονίας. Και η οποία, εκτός από τις εξαιρετικά προσεγμένες ενδυματολογικές επιλογές της, φαίνεται να έχει επιβάλει το καλό της γούστο και στο Φεστιβάλ. Η λιτή αλλά σφιχτή και κομψή τελετή λήξης _ που την παρακολούθησα στην τηλεόραση _ το αποδείκνυε.
Τιμώμενα πρόσωπα του φετινού Φεστιβάλ, στην εναρκτήρια, παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας Γκιόργκε Ιβάνοφ, βραδιά, η Κατρίν Ντενέβ _  απαραίτητος ο σταρ - μαϊντανός στα κινηματογραφικά φεστιβάλ για την γκλαμουριά του πράγματος_ αλλά και οι διευθυντές φωτογραφίας Κρίστιαν Μπέργκερ και Λουτσιάνο Τάβολι στην βραδιά της λήξης.

Θα συνεχίσω με τις ταινίες.

*** Το κείμενο αυτό και όσα ακολουθήσουν και που γράφονται εκτός Ελλάδος ας μη θεωρηθούν αντίπραξη στις αγαπημένες μου «Νύχτες Πρεμιέρας» που τρέχουν αυτές τις μέρες στην Αθήνα. Απλώς έτυχε. Εξάλλου, δεν θα γράψουν και πολλοί στην Ελλάδα για το βασικό κινηματογραφικό φεστιβάλ μιας χώρας που πολλοί στην πατρίδα μου δεν θέλουν όχι μόνο να την ακούσουν αλλά δεν θέλουν καν να υπάρχει…

*** Θα ήθελα τα κείμενά μου αυτά κατά κανένα τρόπο να μη χρησιμοποιηθούν με καμία πολιτική σκοπιμότητα από οποιαδήποτε πλευρά.

September 15, 2012

Γράμμα κιτρινισμένο για μια… τραγουδία

Το «γράμμα» αυτό είναι εντελώς ανεπίκαιρο. Γράφτηκε τον Ιούλιο του 2005 _ πριν από εφτά χρόνια _, μετά από μια παράσταση του «Οιδίποδα τύραννου» που είδα στην Πετρούπολη. Είναι ένα «βλέμμα» ευθυμογραφικό. Δε δημοσιεύτηκε ποτέ. Λόγω έκτασης και για λόγους ευνόητους… Κυκλοφόρησε ως σαμιζντάτ _ σε εκτυπώσεις, δηλαδή, και με mail _ μεταξύ φίλων. Τώρα που υπάρχει το blog αποφάσισα να το δώσω στη δημοσιότητα. Μπορεί και να σας κάνει να χαμογελάσετε. Το χαμόγελο είναι πάντα επίκαιρο.

Αφιερωμένο στην… Ρένα, αυτόπτη μάρτυρα




Κυρία Ευαγγελία Βασιλάτου

Παραλία Κύμης, Εύβοια

Αγαπημένη μου θεία Ευαγγελία


Κάθομαι να σου γράψω ένα γράμμα γιατί η μαμά μου, λέει, καλό τώρα στις διακοπές το πλέι στέισον όλη μέρα, καλά και τα ιμέιλ αλλά πιάσε και κανα μολύβι να γράψεις στη θεία σου, να ξεστραβωθείς λίγο, μπας και πάρεις του χρόνου πάνω από εφτά στην έκθεση.
Θεία είμαι καλά και έχω κάνει εννιά μπάνια. Χτες μας πήγε ο μπαμπάς μου τη μαμά μου κι εμένα και τη φίλη μου την Ρένα και τη μαμά της την κυρία Χρύσα στη συναυλία του Γιώργου Νταλάρα που τη λέγανε «Εδίπος τύρανος».
Σε τραγουδία θα σας πάω έλεγε ο μπαμπάς μου, όχι σε συναυλία αλλά, αφού τραγουδούσε ο Γιώργος Νταλάρας, τραγουδία, συναυλία το ίδιο είναι. Και μας πήγε σ’ ένα νταμάρι που το λένε Πετρούπολις και που έχει ένα θέατρο τσιμεντένιο και τσακώθηκε με μια ωραία που είχε κρατημένες δώδεκα θέσεις γιατί περίμενε το σόι της και της είπε εμείς ήρθαμε πρώτοι κι αυτή του είπε εγώ είμαι απ’ τις εφτά κι εκείνος της είπε ναι αλλά εμείς ήρθαμε τώρα, πριν απ’ τους δώδεκα που περιμένετε, άρα δικαιούμαστε να καθίσουμε κι εκείνη του είπε αυτό είναι θράσος και ο μπαμπάς μου της είπε ότι θράσος είναι το δικό της που κρατάει δώδεκα θέσεις και μετά καθίσαμε και μας πήρε και τσιπς και νερά και στη φίλη μου τη Ρένα της πήρε κοκακόλα λάιτ γιατί κοκακόλα λάιτ πίνει επειδή έχει παχύνει λέει αλλά σαν ρέγκα είναι.
Ήτανε κάτι πατάρια εκεί, με τρύπες και με ένα πηγάδι και με κάτι γκουμούτσες μπροστά και με κάτι γκουμούτσες πάνω, σαν καναπέδες αρχαίους, και δύο πολυθρόνες σαν αυτές της γιαγιάς. Όλα πολύ μαύρα, σαν καμένα όπως μια φορά που ξέχασε η μαμά μου τις μπριζόλες στο γκριλ κι ο μπαμπάς μου την έβριζε. Και πίσω ένα σαν παλάτι από μπροστά με πόρτες και με αγάλματα και με κολώνες. Αλλά ώσπου να το ανεβάσουν στην Πετρούπολις τους έσπασε και ήτανε χάλια και έγερνε και είχανε βάλει κάτι σκαλωσιές γυαλιστερές να το κρατούνε να μην πέσει κι απάνω είχανε κρεμασμένα και τα ηχεία.
Και μετά βγήκε μια που ήτανε ντυμένη αγοράκι με χωρίστρα και μπλε κουστούμι σαν τον Κωνσταντίνο στα γενέθλιά του και κάτι έκανε. Και μετά βγήκανε κάτι σαν σαολίν κουνγκ φου και ο μπαμπάς μου είπε αυτοί είναι οι Χορός. Και μαζί ένας ντυμένος καλόγερος όπως στο σκετς για το κρυφοσχολειό που παίξαμε στις 25 Μαρτίου. Και μετά άρχισε να τραγουδάει ο Γιώργος Νταλάρας και όλοι χειροκροτούσαμε όταν καταλάβαμε ότι είναι ο Γιώργος Νταλάρας που είχε βάλει τα καλά του γιατί ήτανε τραγουδία και φόραγε κουστούμι γυαλιστερό και από πάνω φουλάρι ασορτί με τα πανιά που φορούσαν οι Χορός και είχε και κολλημένο στο στόμα ένα μικρόφουνο. Γιατί είναι κορυφαίος είπε ο μπαμπάς μου. Και βέβαια είναι κορυφαίος είπε η μαμά μου που της αρέσει ο Νταλάρας. Ο πρώτος και ο κορυφαίος. Και μετά τραγούδησε και η Αρετούλα που τραγουδάει με τον Γιώργο Νταλάρα και είπε ο μπαμπάς μου έχουν και σαπόρτ.
Και μετά βγήκε ένας κύριος που κούτσαινε, με μπαστούνι γιατί είχε πάει μικρός στον Κιθαιρώνα τον χτύπησαν τα παπούτσια και του μεινε το κουσούρι. Κι αυτός ήτανε ο Κινούλης αλλά ήταν και ο Εδίπος. Και φορούσε καλό πατελόνι και άσπρο πουκάμισο και από πάνω φορούσε τη ρόμπα του. Και είπε η μαμά μου ωραία ρομπ ντε σαμπρ και είπε ο μπαμπάς μου σκάσε, μας ακούνε. Και ο Γιώργος Νταλάρας δεν έφευγε γιατί ήταν κορυφαίος αλλά περίμενε υπομονετικά πάνω σε μια απ’ τις γκουμούτσες και όταν ο Κινούλης τελείωνε ξανατραγουδούσε. Σουξεδάρα έλεγε η μαμά μου και ο μπαμπάς μου έλεγε σκάσε, στάσιμο είναι, χορικό, αυτό που λένε οι Χορός. Αλλά οι Χορός δεν μιλούσαν, μόνο κουνιόντουσαν και έδειχναν πολύ στεναχωρημένοι. Γιατί δεν τους άφηναν να τραγουδήσουν κι αυτοί, φαίνεται.
Και ο μπαμπάς μας εξήγησε ότι δεν τους άρεσαν τα χορικά που έχει το έργο και τα κάνανε καλοκαιρινά γιατί βάλανε την Λίνα Νικολαροπούλου να τους γράψει άλλα, με στιχάκια και μετά κανόνισε η ετερία να γράψει τη μουσική ένας Γιουγκοσλάνος που λέγεται Πέρκοβιτς για να γίνουν τα καινούργια χορικά σουξέ και να πουλήσει το σιντί γιατί αλλιώς δεν πουλάνε πια τα σιντί. Αλλά εγώ δεν κατάλαβα τίποτα, ούτε ποια είναι η ετερία ούτε τι είναι στάσιμα. Γιατί μας κάνανε και οι από πίσω σσσσττ.
Και μετά βγαίνανε διάφοροι και κάτι λέγανε στον Εδίπου και φωνάζανε και βριζόντουσαν αλλά εγώ δεν πρόσεχα γιατί περίμενα τον Γιώργο Νταλάρα να τραγουδήσει που μου αρέσει γιατί αρέσει και στη μαμά μου.
Φέρανε μετά και τον Τερεζία που ήταν μάντης και είχε μια πατσαβούρα κολλημένη στη μούρη. Δεν είναι πατσαβούρα τυφλός είναι είπε ο μπαμπάς μου. Αλλά εγώ έχω δει τυφλούς. Αφού το είπε όμως ο μπαμπάς μου. Και επειδή είναι τυφλός ο Τερεζίας φαίνεται ότι έπεσε και έσπασε τα μούτρα του και τα πόδια του και τον φέρανε σε καροτσάκι. Και φώναζε και ο Τερεζίας και φώναζε και ο Κινούλης που ήταν Εδίπος και μετά ο Τερεζίας του είπε «το μίασμα είσαι εσύ» και παίζανε τα πιάνα βρουμ, βρουμ, βρουμ από πίσω και μετά έφυγε έξαλλος ο Τερεζίας και είπε και άλλο τραγούδι ο Γιώργος Νταλάρας και κάτι του έλεγε ανάμεσα ο Κινούλης αλλά ο Νταλάρας βαριότανε να του απαντήσει και του απαντούσανε οι Χορός.
Και ύστερα βγήκε η Ιογκάστη, μια κυρία πολύ ξανθιά με πολλά μαλλιά κότσο και με φόρεμα βυσινί πολύ γυαλιστερό χωρίς ώμους και είπε η κυρία Χρύσα στη μαμά μου: Νίκη σαν αυτό που είχες φορέσει στο χορό του Συλλόγου Βολιωτών Αθήνας. Αλλά η μαμά μου ούτε ουρά μακριά είχε, ούτε πετράδια στα μανίκια ούτε τέτοια σκουλαρίκια ούτε στέμμα στα μαλλιά. Κι αυτή η πόρπη στη μέση σαν κλειδοτάρι κολοκοτρωνέικο είναι. Πώς την έντυσαν έτσι την Νόνικα είπε η μαμά μου που τα προσέχει αυτά.
Και μετά αυτή η κυρία έσουρνε την ουρά που ήταν βαριά και όλο πήγαινε να παραπατήσει κι όλο τη βοηθούσανε κάτι άλλες κυρίες να ανεβεί τα σκαλοπάτια και όλο οι Χορός της ξέμπλεκαν την ουρά που μπλεκότανε στις μαύρες τρύπες.
Και ο Εδίπος να στεναχωριέται και να μουγκρίζει αλλά ο Γιώργος Νταλάρας να μη στεναχωριέται και να τραγουδάει συνέχεια για να πουλήσει το σιντί. Και πήρε κι ένα νταούλι και το βάραγε. Αλλά ανάμεσα, όλο παίζανε θέατρο κι έλεγε η μαμά μου γιατί όλο παίζουνε και δεν τον αφήνουνε να τραγουδήσει;
Και μετά έρχεται ένας και μας λέει ότι η Ιογκάστη κρεμάστηκε και ότι ο Εδίπος έβγαλε τα μάτια του γιατί η Ιογκάστη ήταν και γυναίκα του και μαμά του αλλά δεν κατάλαβα αφού ήτανε μαμά του γιατί ήτανε ξανθιά και νεότερη από το γιο της και η μαμά μου είπε στον μπαμπά μου δεν είναι το έργο που μας έφερες για παιδιά.
Και βγήκε ύστερα ο Εδίπος με άσπρο πουκάμισο με πολλά αίματα παντού και με βγαλμένα τα μάτια και σουρνότανε και μούγκριζε πάλι και έλεγε αχ, αχ Κιθαιρώνα που είχε πάει μικρός, κι εμένα μου άρεσε γιατί εμένα μ’ αρέσουνε αυτά με τα αίματα και η Ρένα είπε θα κάνω ’μετό και η μαμά της είπε καλά να πάθεις, τι την ήθελες την κοκακόλα λάιτ και εγώ πατούσα το ντενεκάκι απ’ την κοκακόλα λάιτ και οι από πίσω κάνανε σσσσττ.
Και μετά σβήσανε τα φώτα και ο κόσμος χτυπούσε παλαμάκια και φώναζε μπράβο Νταλάρα και ο Γιώργος Νταλάρας χάρηκε και πήρε πάλι το νταούλι και είπε ξανά ένα τραγούδι και κάνανε όλοι κέφι και τραγουδούσε και ο Εδίπος που δεν ήτανε πια τυφλός και ο μπαμπάς μου έλεγε αίσχος, αίσχος, τραγουδία ήταν αυτό; Και η μαμά μου έλεγε να αγοράσουμε το σιντί αλλά δεν το πούλαγαν γιατί θα βγει σε λίγες μέρες.
Και όταν βγαίναμε είδαμε μια άλλη φίλη της μαμάς μου την κυρία Κληώ που είναι πιο κουλτουριάρα και μας έλεγε θλίψη σκέτη, θλίψη σκέτη και η μαμά μου της είπε, δεν έχεις δίκιο, ήταν ποιοτικό, δεν είδες που είχε έρθει και η Ρούλα Πατεράκη; Και η φίλη μου η Ρένα πετάχτηκε και είπε ήταν και ο Απόστολος Γκλέτσος που είναι κούκλος και ήτανε και ο Ιάσονας Τριανταφυλλίδης.
Και ο μπαμπάς μου και η μαμά μου τσακωνόντουσαν σ’ όλο το δρόμο και στο σπίτι γιατί της μαμάς μου της είχε αρέσει η συναυλία εκτός από το φόρεμα της Ιογκάστης και του μπαμπά μου δεν του είχε αρέσει και διάβαζε το πρόγραμμα κι έλεγε γαμώ το Νίτσε σου και γαμώ τον Φρόιντ σου και γαμώ τον Λεβί Στρος σου και η μαμά έλεγε, τα τραγούδια του Νταλάρα όμως θα τα τραγουδήσει όλη η Ελλάδα κι άρχισε να κλαίει κι ο μπαμπάς μου είπε σκάσε, θα σε πάω το χειμώνα στο Αθηνών Αρένα να τα ακούσεις σκέτα.


Με αγάπη και καλή αντάμωση
Ο ανηψιός σου
Γιωργάκης

September 13, 2012

Βούρος – Συσσοβίτης: Υπάρχει ή δεν υπάρχει Θεός



Το Τέταρτο Κουδούνι / 13 Σεπτεμβρίου 2012

Δεν ήταν η καλύτερη στιγμή του φετινού θεατρικού καλοκαιριού, κατά τη γνώμη μου. Ήταν όμως μια καλή στιγμή: η παράσταση του Σταμάτη Φασουλή με το ΚΘΒΕ επέτρεψε στην πιο δύσκαμπτη, ίσως, κωμωδία του Αριστοφάνη, τους «Ιππής», ν' ακουστεί και να μην προκαλέσει πλήξη. Κι ο Πέτρος Φιλιππίδης, γι άλλη μια φορά, έδειξε το κωμικό του μέγεθος: απολαυστικός!


Η Ιζαμπέλ Ιπέρ
_ η Γαλλίδα _ και η Κέιτ Μπλάντσετ _ η Αυστραλή _, σταρ αμφότεραι της οθόνης αλλά και σπουδαίες ηθοποιοί, θα συμπρωταγωνιστήσουν στις «Δούλες» του Ζενέ. Στην μακρινή Αυστραλία. Ναι, αυτή την παράσταση, μ’ αυτές τις ηθοποιούς, πολύ θα ’θελα να τη δω.

Η παράσταση θα παιχτεί, όπως ανακοινώθηκε, 4 με 20 Ιουλίου του 2013, απ’ την «Εταιρεία Θεάτρου του Σίντνεϊ», το σημαντικότατο αυστραλέζικο Θέατρο ρεπερτορ
ίου που συνδιευθύνουν η Κέιτ Μπλάντσετ κι ο σύζυγός της, συγγραφέας και σεναριογράφος, Άντριου Άπτον, σε σκηνοθεσία του, επίσης Αυστραλού, Μπένεντικτ Άντριους, στενού συνεργάτη του Θεάτρου αλλά και με διεθνή καριέρα, που τον συνδέουν με την ηθοποιό Κέιτ Μπλάντσετ δυο παραστάσεις - θρίαμβοι: η μαραθώνια σύνθεση σεξπιρικών έργων «Ο πόλεμος των ρόδων» κι η εντελώς πρόσφατη με το «Μεγάλο και μικρό» του Μπότο Στράους.
Επειδή η Αυστραλία πέφτει μακριά, δε φιλοτιμείται κανένα Φεστιβάλ Αθηνών, καμιά Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών να μας τη φέρουν την παράσταση αυτή;


Τα λέω εγώ: γιατί βιαζόμαστε; Τελικά οι Αριστοφάνηδες του ελληνικού καλοκαιριού δεν ήταν τέσσερις _ όσοι παρουσιάστηκαν στην Επίδαυρο _, δεν ήταν πέντε που ’γραψα, επτά ήταν συνολικά _ προς το παρόν, δεν αποκλείω να εμφανιστεί κι άλλος μέχρι το τέλος του μήνα, χωρίς, βέβαια, να συμπεριλαμβάνω τις ερασιτεχνικές παραστάσεις… Εκτός απ’ τις «Νεφέλες» του Εθνικού, τους «Ιππής» του ΚΘΒΕ, τους «Όρνιθες» του ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης και τις «Εκκλησιάζουσες» του «Θεάτρου του Νέου Κόσμου» αλλά και τον «Πλούτο» της Ομάδας «Πείρα(γ)μα» υπήρξε κι ένας δεύτερος «Πλούτος» _ της «Θεατρικής Εξόδου Αιγαίου», που τον υπέγραφε ο Νίκος Παροίκος _ καθώς και μια «Λυσιστράτη» που την παρουσίασε το _ επαγγελματικό _ Θέατρο «Όψεις» της Καρδίτσας σε σκηνοθεσία Παύλου Βησσαρίου.



Η αίθουσα «Faust» της οδού Αθηναΐδος, με εμψυχωτή τον Αλέκο Συσσοβίτη μας συστήθηκε πέρσι ως μπαρ _ στο ισόγειο του κτιρίου. Φέτος, όμως, εγκαινιάζει στον δεύτερο όροφο και θεατρική σκηνή. Εβδομήντα θέσεων. Με τον Γιάννη Βούρο και τον ίδιο τον Αλέκο Συσσοβίτη στο άπαιχτο στην Ελλάδα έργο για δυο του πολυβραβευμένου _ μεταξύ άλλων και με «Πούλιτζερ» _, αγνώστου μας εδώ ως θεατρικού συγγραφέα Κόρμακ ΜακΚάρθι «Sunset Limited».

Το έργο δεν είναι παρά μια σύγκρουση ανάμεσα σ’ έναν λατίνο, κατά την ελληνική εκδοχή, ευαγγελιστή, πρώην κατάδικο (Συσσοβίτης) _ στο πρωτότυπο έργο «Ο Μαύρος», και οι δυο ήρωες δεν έχουν ονόματα _ κι έναν αθεϊστή λευκό καθηγητή πανεπιστημίου (Βούρος) _ στο έργο «Ο Λευκός» _ τον οποίο ο μετανάστης έσωσε καθώς ετοιμαζόταν ν’ αυτοκτονήσει πέφτοντας στις ράγες, μπροστά απ’ το επιβατηγό τρένο της γραμμής Νέα Ορλεάνη – Λος Άντζελες με τ’ όνομα ««Sunset Limited». Σύγκρουση που λαμβάνει χώρα στο αδειανό διαμέρισμα του λατίνου, σε νεοϊορκέζικο γκέτο, όπου πηγαίνουν μετά το επεισόδιο. Θέμα της συζήτησης _ και σύγκρουσής τους _, η ύπαρξη του Θεού, η πίστη στη ζωή, στον άνθρωπο, στον πολιτισμό αλλά και η πεποίθηση πως όλ’ αυτά δεν έχουν πλέον καμιά αξία.
Το «Sunset Limited» έκανε την πρεμιέρα του στο Σικάγο το 2006 και στη συνέχεια, την ίδια χρονιά, μεταφέρθηκε στην Νέα Υόρκη. Το 2011 έγινε ταινία για την τηλεόραση απ’ τον Τόμι Λι Τζόουνς με τον ίδιο και τον Σάμιουελ Τζάκσον.
Στο «Faust» ανεβαίνει τέλος Οκτωβρίου, σε μετάφραση Αντώνη Πέρη, σκηνοθεσία Άσπας Καλλιάνη και με σκηνικά και κοστούμια Αντώνη Δαγκλίδη.


Αγανακτισμένη η τακτική αναγνώστρια της στήλης κ. Ειρήνη Γκορτσίλα, ένθερμη αλλά και παρεμβατική θεατρόφιλη, μου κοινοποίησε το mail που έστειλε στα Αισχύλεια, το φεστιβάλ της Ελευσίνας. Και με το οποίο διαμαρτύρεται για τις κάκιστες συνθήκες κάτω απ’ τις οποίες γίνονται, όπως υπογραμμίζει, οι εκδηλώσεις του, μιλώντας για «αίσθηση πλανόδιων διασκεδαστών». Μέχρι και σε μωρά με πιπίλα καταγγέλλει πως επιτρέπεται η είσοδος… Ουδεμία έκπληξη ένοιωσα διαβάζοντάς το. Όπου και να θεατριστώ κάθε καλοκαίρι, η Ελλάδα _ οργανωτές φεστιβάλ ή «φεστιβάλ» αλλά και κοινό _ με πληγώνει…



Αυτό πάλι… Που η παράσταση ξεκίνησε με τον τίτλο «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού» _ το έργο του Ντάριο Φο απ’ τον Σπύρο Παπαδόπουλο, σε σκηνοθεσία του, στο «Αλέκος Αλεξανδράκης», τον Οκτώβριο του 2010 _ και κατέληξε _ τη δεύτερη σεζόν που συνεχίστηκε και φέτος το καλοκαίρι στην περιοδεία _ με… «διευκρινιστική» προσθήκη στον τίτλο, «Η κωμωδία του τυχαίου θανάτου ενός αναρχικού»; Κάργα _ σερί _ οι γενικές αλλά και «θάνατος», σου λέει, και «αναρχικός» στον τίτλο _ τόσο νοήμον, προφανώς, θεωρούν το κοινό τους… _, μπορεί και να τρομάζουν, μπορεί και να νομίζουν πως έκανε ο Σπύρος στροφή στο δράμα, μπορεί και να λακίζουν, ας το κάνουμε πιο λιανά, να τους έρχεται κατευθείαν στη μούρη το «κωμωδία», να το καταλαβαίνουν μια κι έξω, μην έχουμε τίποτα ντράβαλα…



Να ’σαι εκπαιδευτικός οργανισμός και να διαφημίζεσαι με ρυθμούς πολυβόλου στην τηλεόραση και το τρέιλερ να προστάζει _ ναι, προστακτική, του ρήματος επιλέγω _ «ΕπΈλεξέ το», ε, πάει πολύ _ αβάσταχτο…

Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…


Μια κωμική εκδοχή για τη σκηνή,
με τρία πρόσωπα, του μυθιστορήματος μυστηρίου του Άρθουρ Κόναν Ντόιλ «Το κυνηγόσκυλο των Μπάσκερβιλ» (1902), του τρίτου απ’ τα τέσσερά του με ήρωες τον Σέρλοκ Χολμς και το βοηθό του γιατρό Τζον Γουάτσον, γραμμένη απ’ τους Στίβεν Κάνι και Τζον Νίκολσον, που πρωτοπαρουσιάστηκε το 2007, θ’ ανεβεί το χειμώνα _ κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη _ με τον τίτλο «Σέρλοκ Χολμς – Το σκυλί του Μπάσκερβιλ» στο «Αμιράλ» σε σκηνοθεσία Γιώργου Οικονόμου.

Πρωταγωνιστές, οι νεαροί ηθοποιοί Νικόλας Αγγελής, Αργύρης Γκαγκάνης και Ζήσης Ρούμπος. Τη μετάφραση θα υπογράφει ο Γιώργος Καλαμαντής, τα σκηνικά και τα κοστούμια ο Κώστας Βελινόπουλος, τους φωτισμούς ο Γιάννης Δρακουλαράκος, τη μουσική επιμέλεια ο σκηνοθέτης. Η παραγωγή είναι του Πάνου Λιβαδά.
Τις υπόλοιπες μέρες της βδομάδας στο «Αμιράλ», όπως έχει ήδη γραφτεί, ο Χάρης Ρώμας θα παρουσιάζει την κωμωδία του «Είδα τον Χάρη με τα μάτια μου» που ’χει σκηνοθετήσει ο ίδιος και που πέρσι παίχτηκε στο «Αθήναιον» της Θεσσαλονίκης.


Θα τα ξαναπούμε
στις 18 Οκτω(Μ)βρίου. Παίρνω των ομματιών μου και φεύγω, δεν μπορώ να ακούω άλλο για Σε(Μ)τέβριο…

 
Προ 50ετίας
Τα Θεατρικά Νέα


Την μεταπροσεχή εβδομάδα
θα γίνη στο θέατρο «Πορεία» του Αλέξη Δαμιανού ο πανηγυρικός εορτασμός της συμπληρώσεως των 300 παραστάσεων του έργου του Αλέκου Γαλανού «Κόκκινα φανάρια» . Το έργο διανύει τώρα τον έβδομο μήνα των παραστάσεών του και θα συνεχισθή και στις αρχές της χειμερινής περιόδου. 13 Σεπτεμβρίου 1962.



Ήλθε στην Αθήνα ο Γενικός Διευθυντής της Όπερας των Σκοπίων Σεραφίν Μουρατόφσκι, ο οποίος φιλοξενείται υπό του Υπουργείου Εξωτερικών. 14 Σεπτεμβρίου 1962.



Η Μαρίνα Καρέλλα θα συνεργασθή, ως σκηνογράφος , με τον θίασο Χορν. Η Καρέλλα, που είναι κόρη του γνωστού βιομηχάνου, θα φιλοτεχνήση τα σκηνικά στο εναρκτήριο του «Κεντρικού» που θα είναι το έργο του Νεβέ «Τι είναι ο Ζαμόρ». 14 Σεπτεμβρίου 1962.



Την Κυριακή, στην αποχαιρετιστήρια βραδυνή παράστασι της «Όμορφης Πόλης» στο «Παρκ», ο Μίκης Θεοδωράκης θα διευθύνη τα «Επιφάνεια» προς τιμήν του παρεπιδημούντος στην Αθήνα ποιητού Γιώργου Σεφέρη. Επίσης, θα εμφανισθή εκτάκτως ο Κώστας Χατζηχρήστος. 14 Σεπτεμβρίου 1962.


Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».



September 8, 2012

Το θέμα δεν είναι ο Λούκος…



Το θέμα δεν είναι πια ο Λούκος. Το θέμα δεν είναι πια αν θα ανανεώσουν ή όχι τη θητεία του στη θέση του προέδρου του Ελληνικού Φεστιβάλ. Το θέμα είναι αν άλλαξε κάτι στον τόπο αυτό. Ή αν, μέσα στα εκατόν ογδόντα, πάνω - κάτω, χρόνια που έχουν μεσολαβήσει απ' την ίδρυση αυτού που λέγεται ελληνικό κράτος, απλώς ο κοτζαμπασισμός εξελίχθηκε σε μικροκομματισμό και το μπαχτσίσι μετονομάστηκε σε μίζα. Το θέμα είναι αν όλα αυτά που μας σούρνουν εκτός συνόρων έχουν αντίκρισμα _ που έχουν. Το θέμα είναι αν κάνουν το οτιδήποτε οι τα ηνία κρατούντες για ν' αλλάξει η νοοτροπία αυτή. Ή αν απλώς κάνουν δηλώσεις.Το θέμα είναι αν η λέξη αξιοκρατία έχει σήμερα το οποιοδήποτε αντίκρισμα ή αν έσκασε σα φούσκα. Το θέμα είναι αν ο οποιοσδήποτε κατέχει εξουσία ενδιαφέρθηκε ποτέ για την ουσία της λέξης πολιτισμός πέρα από το να τη χρησιμοποιεί σε σχήματα ρητορικά. Το θέμα είναι αν αυτή η χώρα θέλει να διατηρεί πολιτιστικούς θεσμούς, όπως το Ελληνικό Φεστιβάλ, ελεύθερους και ανεξάρτητους ή αν θέλει φερέφωνα. Το θέμα είναι αν η μισαλλοδοξία κι ο μπεζαχτάς συνεχίζουν να παίζουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο ακόμα και στα θέματα του πολιτισμού. Το θέμα είναι αν το παλιό _ και, αναγκαστικά, ξεπερασμένο _ έχει την αξιοπρέπεια να αποσύρεται και να υποστηρίζει _ και όχι να βρίζει και να υπονομεύει... _ τη νέα γενιά που αναγκαστικά θα το διαδεχθεί. Το θέμα είναι αν το παρασκήνιο μπορεί ακόμα να ροκανίζει τον οποιοδήποτε επιτυχημένο. Το θέμα είναι αν άσχετοι με τον πολιτισμό συνεχίζουν να καταλαμβάνουν θώκους που έχουν σχέση με τον πολιτισμό. Το θέμα είναι αν η εποχή της μικροκομματικής παράγκας έληξε ή όχι _ που δεν έληξε. Το θέμα είναι αν ο κοινός νους εξέλιπε ή όχι. Το θέμα είναι αν η μιζέρια, το γλοιώδες, η μικρόνοια και η βλακεία συνεχίζουν να έχουν  το πάνω χέρι. Αν απαντηθούν όλα αυτά, τότε ας ξαναπιάσουμε το θέμα Λούκος.

Δημοσιεύτηκε στα Νέα

September 6, 2012

Η «Ευτυχία» του Θανάση Ευθυμιάδη



Το Τέταρτο Κουδούνι / 6 Σεπτεμβρίου 2012

Ο Τάκης Ζαχαράτος _ ανακοινώθηκε απ’ την «Ελληνική Θεαμάτων», με τις εκπτώσεις εν εξελίξει ακόμα _ θα εμφανιστεί στο θέατρο «Αλίκη», παρακαλώ, τον επόμενο χειμώνα. Σε ουάν μαν σόου. Μ’ αυτή την κρίση έχουμε πολλά ακόμα να δούμε …

«Έφη. Απ’ το Ευτυχία»: είναι ο τίτλος του μονόλογου της πρωτοεμφανιζόμενης στο χώρο του θεάτρου Κατερίνας Μαγγανά. Θα τον ερμηνεύσει το χειμώνα που μας έρχεται ο Θανάσης Ευθυμιάδης. Ο οποίος σχεδιάζει διπλή παρουσία στη σκηνή τη σεζόν αυτή καθώς θα παίζει, μαζί με Κώστα Κόκλα, Κώστα Ευριπιώτη, Γιάννη Τσιμιτσέλη, Μαίρη Σταυρακέλλη, Ευαγγελία Μουμούρη, Πηνελόπη Αναστασοπούλου, Μαρία Φιλίππου…, και στην κωμωδία των Στέφεν Σίνκλερ – Άντονι ΜακΚάρτεν «Άντρες έτοιμοι για όλα» που θ’ ανεβάσουν στο «Λαμπέτη», σε απόδοσή τους, οι Θανάσης Παπαθανασίου και Μιχάλης Ρέππας.
Ο μονόλογος θα παρουσιάζεται τα Δευτερότριτα στο θέατρο «Βασιλάκου» σε παραγωγή των Σίγμα Productions του Κώστα Σπυρόπουλου _ ο οποίος ευδόκιμα έχει ξανοιχτεί τα τελευταία χρόνια στο χώρο της παραγωγής και για παραστάσεις στις οποίες δεν παίζει ο ίδιος. Τη σκηνοθεσία θα υπογράψει ο Ακύλλας Καραζήσης. Σκηνογράφος και ενδυματολόγος της παράστασης, η Ιωάννα Τσάμη.  
Πρόκειται για το πρώτο θεατρικό έργο της ψυχολόγου Κατερίνας Μαγγανά: ο Φώτης, ένας σαρανταπεντάρης φορτηγατζής που ζει _ γέννημα θρέμμα _ στην Τούμπα της Θεσσαλονίκης με τη μάνα του, λαϊκό παιδί, από οικογένεια λαϊκή, που ξεκίνησε οδηγώντας το ταξί του πατέρα του ο οποίος τους έχει εγκαταλείψει φεύγοντας με μια Βουλγάρα και με το… ταξί, ανύπαντρος ακόμα, κολλημένος στον νεανικό έρωτά του με μια φοιτήτρια διαφορετικής κοινωνικής τάξης και κουλτούρας, η οποία κάποια στιγμή αποφάσισε να εξαφανιστεί απ’ τη ζωή του, βρίσκεται αντιμέτωπος με μια καταλυτική πραγματικότητα, όταν εκείνη επανεμφανίζεται, είκοσι χρόνια μετά, και τον συναντά για να του αποκαλύψει ένα μυστικό της και να του ζητήσει να πάρει μια απόφαση που θ’ αλλάξει ριζικά τη ζωή του.
Η Κατερίνα Μαγγανά, ψυχολόγος, πήρε το έναυσμά της για το έργο που συνδυάζει την τρυφερότητα, τη συγκίνηση, το χιούμορ και την αμεσότητα, από βιωματικό εργαστήριο δραματοθεραπείας στο πλαίσιο ενός συνεδρίου που πραγματοποιήθηκε στα Χανιά το 2010 με τον τίτλο «Τέχνη και ψυχιατρική» και στο οποίο συμμετείχε. Τότε της δόθηκε να δουλέψει πάνω στο συγκεκριμένο πρόσωπο που αρχικά ήταν νταβατζής. Η δουλειά της εξελίχθηκε το 2011 σε μονόλογο ο οποίος της έχει δώσει την ώθηση να συνεχίσει στο χώρο του θεάτρου.
Σας θυμίζω πως ο Θανάσης Ευθυμιάδης έχει συναντηθεί στη σκηνή με το σκηνοθέτη του μονολόγου  _ Θεσσαλονικιό όπως κι ο ήρωας του έργου _ Ακύλλα Καραζήση το 1994 / ’95, στο «Αμόρε», στο «Θέατρο του Νότου», όταν έπαιζαν μαζί στις «Τρεις αδελφές» του Τσέχοφ σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά, και με τον παραγωγό του Κώστα Σπυρόπουλο το 1997 / ’98, στο «Μπρόντγουαίη», όταν συμπρωταγωνιστούσαν στο μιούζικαλ του Ουίλι Ράσελ «Blood Brothers» με σκηνοθέτη τον Βασίλη Νικολαΐδη.


Απόψε και αύριο παίζεται στο Ηρώδειο. Ο «Οιδίπους τύραννος» του Τσέζαρις Γκραουζίνις. Με Αιμίλιο Χειλάκη σε μια ερμηνεία – σταθμό του επώνυμου ρόλου στην κορυφαία τραγωδία του Σοφοκλή, Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη και Χρήστο Σαπουντζή. Θεωρώ πως δεν είναι απλώς η καλύτερη παράσταση που είδα το φετινό καλοκαίρι. Αλλά μια παράσταση θεμελιώδης στην ερμηνεία του αρχαίου δράματος στον τόπο μας. Δείτε την! Κι ελπίζω να συμφωνήσετε μαζί μου. Όταν γράφω με τόσο ενθουσιασμό, ύστερα φοβάμαι μήπως έχω υπερβάλει κι απογοητεύσω όσους απ’ αυτούς που με διαβάζουν πάνε να δούνε την παράσταση και πιθανόν διαφωνήσουν. Αλλά θα ’ταν τσιγκούνικο από μέρους μου αν τον περιόριζα… Κι ας «εκτεθώ».


Σα να τους βλέπω μπροστά μου: κρυμμένοι στη γωνία. Στα σκοτεινά. Ατζέντηδες, εκλεκτοί καλλιτέχνες μας _ σιτεμένοι κατά κύριο λόγο _, άνθρωποι, εκλεκτοί επίσης, του «πνευματικού» μας κόσμου, τα τσιράκια τους… Περιμένουν. Αδημονούν. Μαδούν τη μαργαρίτα: τον «κόβουν» τον Λούκο από πρόεδρο στο Ελληνικό Φεστιβάλ; Δεν τον «κόβουν»; Σασπένς! Έξι χρόνια δούλευαν, ροκάνιζαν, λασπολογούσαν, ρυπαρογραφούσαν, ανωνυμογραφούσαν με το στόχο αυτό. Τόσοι κόποι να πάνε χαμένοι; Ε, όχι! Έφτασε ο καιρός να αμειφθούν. Μεταφορικά. Και κυριολεκτικά.


Απλώς απογοητεύει εντελώς _ αν και, σίγουρα, τίποτα δεν πρέπει πια να μας εκπλήσσει μέσα στο όλο παρακμιακό κλίμα της εποχής… _ το γεγονός ότι το Ελληνικό Φεστιβάλ, η ίδια κυβέρνηση που με λύσσα δηλώνει τον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό, ετοιμάζεται, εν έτει 2012, να το τορπιλίσει και να το πισωγυρίσει δεκαετίες. Με.... καθόλου ευρωπαϊκό προσανατολισμό: να άγεται και να φέρεται από μικροκομματικές σκοπιμότητες _ διότι μια τέτοιου τύπου «λύση» είναι έτοιμη απ’ ό,τι ψιθυρίζεται. Αφήστε που κάτι ανάλογο μαγειρεύεται _ ακούω _ και για το Εθνικό… Μωρέ, με τίποτα δεν αλλάζει το ρωμέικο. Κι ας υποκρίνεται πως το επιδιώκει.


Να συμπληρώσω στα περί «Ιλιάδας» _ την οποία θ’ ανεβάσει ο Στάθης Λιβαθινός πρώτος στην Ελλάδα σε πλήρη θεατρική μορφή για ενήλικες _ που ’γραφα στο «Τέταρτο Κουδούνι» στις 12 Ιουλίου, πως η Κέλλυ Σταμουλάκη, που παρουσίασε με το θίασό της «Αβάντι» την «Ιλιάδα» για παιδιά σε διασκευή της, την πρωτοανέβασε στον «Ορφέα» τη σεζόν 2003 – 2004 κι όχι στο «Περοκέ» το 2008 – 2009, όπως τότε είχα αναφέρει. Εκεί, απλώς, την επανέλαβε με αλλαγές.


Το έργο του Γάλλου Ερίκ Βεστφάλ «Εσύ, εγώ και τα σύννεφά σου» (1969), ένα ιδιόρρυθμο θρίλερ με άφθονα γκόθικ στοιχεία, σκληρό αλλά παράλληλα και τρυφερό, με απρόσμενες κωμικές καταστάσεις, ανεβάζει, τέλη Οκτωβρίου, ο Γιώργος Γραμματικός στο «Θέατρο της Ημέρας» της Ανδρομάχης Μοντζολή και του Λάκη Κουρετζή, που γιορτάζει φέτος τα είκοσί του χρόνια.
Η απόδοση / διασκευή θα ’ναι της Βίκυς Ευαγγέλου, τα σκηνικά, τα κοστούμια και τη μουσική επιμέλεια έχει αναλάβει ο σκηνοθέτης, τους φωτισμούς ο Γιώργος Σηφάκης και την επιμέλεια κίνησης η Γεωργία  Σακελλάρη.  Τους τέσσερις ρόλους θα ερμηνεύσουν οι Εύη  Θεοδωρίδου,  Βίκυ  Ευαγγέλου,  Δημήτρης  Γρηγοριάδης κι ο ίδιος ο Γιώργος  Γραμματικός.
Το έργο του Βεστφάλ
πρωτοπαρουσιάστηκε στην Ελλάδα το 1972 / ’73 απ’ το ΚΘΒΕ _ στην Νέα Σκηνή του, στην «Αυλαία» της Θεσσαλονίκης _ με τον τίτλο, «Εσύ και τα σύννεφά σου» σε σκηνοθεσία Νίκου Ραφτόπουλου, με Αλέκα Κατσέλη _ την οποία αντικατέστησε στην εαρινή περιοδεία η Κατερίνα Χέλμη _, Λίνα Τριανταφύλλου, Νέλσωνα Μωραϊτόπουλο, Δημήτρη Δαμαλά. Έκτοτε ανέβηκε άλλες τέσσερις φορές, Η πιο πρόσφατη, τη σεζόν 2009 / 2010, στο «Αγγέλων Βήμα» σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη με Αντιγόνη Βαλάκου, Σμαράγδα Σμυρναίου _ την οποία αντικατέστησε αργότερα η Ιλιάδα Λαμπρίδου _, Αντώνη Θεοδωρακόπουλο, Δημήτρη Μπικηρόπουλο.


Προ 50ετίας
Τα Θεατρικά Νέα


Αύριο το «Πειραϊκό Θέατρο» του Δημήτρη Ροντήρη παρουσιάζει την «Μήδεια» του Ευριπίδου στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Το έργο […] θα ανεβασθή κατά μετάφρασιν Δημ. Σάρρου, σκηνοθεσίαν Ροντήρη και χορογραφίες Λουκίας και μουσική Κυδωνιάτη […]. 6 Σεπτεμβρίου 1962.


Πρωταγωνίστρια του Ελληνικού Λαϊκού Θεάτρου κατά την χειμερινή περίοδο θα είναι η Βέρα Ζαβιτσιάνου. Ως γνωστόν το Ε.Λ.Θ. του Μάνου Κατράκη θα στεγασθή και εφέτος τον χειμώνα στο θέατρο «Καλουτά» της οδού Πατησίων όπου ως πρώτο έργο θα παρουσιάση το έργο του Μίκη Θεοδωράκη «Του Νεκρού Αδελφού» με σκηνοθεσία Πέλου Κατσέλη […]. 11 Σεπτεμβρίου 1962.


Από σήμερα και έως την προσεχή Κυριακή ο Στέλιος Καζαντζίδης θα εμφανίζεται ντουέττο με τον Γρηγόρη Μπιθικότση  στην «Όμορφη Πόλη» που παίζεται στο «Παρκ» […]. 11 Σεπτεμβρίου 1962.

Απόψε, στο Ωδείον
Ηρώδου του Αττικού, θα δοθή η πρεμιέρα της τραγωδίας του Νίκου Καζαντζάκη «Μέλισσα», που παρουσιάζεται από το Εθνικό Θέατρο στην σειρά των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ Αθηνών. Η «Μέλισσα» ανεβάζεται κατά σκηνοθεσίαν Αλέξη Σολομού, με σκηνικά και κοστούμια Γιώργου Βακαλό […]. Τους κεντρικούς ρόλους ερμηνεύουν οι Θάνος Κωτσόπουλος, Ελένη Χατζηαργύρη, Λυκούργος Καλλέργης, Άννα Ραυτοπούλου, Νίκος Καζής και Πέτρος Φυσσούν […]. 12 Σεπτεμβρίου 1962. 


Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ».