August 31, 2017

Μιχαήλ Λαβρόφσκι: στο Ηρώδειο, 40 χρόνια μετά ή Κάτι σαν Καμμένος...


Το Τέταρτο Κουδούνι / 31 Αυγούστου 2017


«Τα Μπαλέτα Μπολσόι γιορτάζουν τον Μιχαήλ Λαβρόφσκι» ειν
ο τίτλος της παράστασης που θα παιχτεί στο Θέατρο Δάσους της Θεσσαλονίκης στις 17 Σεπτεμβρίου κι εδώ, στο Ηρώδειο, στις 19 και 20 Σεπτεμβρίου: αφιέρωμα στον Μεγάλο Χορευτή -αλλά και χορογράφο και δάσκαλο πια- του «Μπαλσόι», για τα 75 του χρόνια -στις 29 Οκτωβρίου κλείνει τα 76 πια- με τον κορυφαίο σήμερα χορευτή Ιβάν Βασίλιεφ να χοροστατεί.
Γιος του Λεονίντ Λαβρόφσκι, σπουδαίου ρώσου χορογράφου -που ’χει υπογράψει, το 1940, τη χορογραφία στο ιστορικό πρώτο ανέβασμα της πλήρους εκδοχής του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Σεργκέι Προκόφιεφ στο «Κίροφ» του Λένινγκραντ, με Γκαλίνα Ουλάνοβα και Κονσταντίν Σεργκέεβ- και κατοπινού καλλιτεχνικού διευθυντή, πριν απ’ τον Γιούρι Γκριγκορόβιτς, του «Μπαλσόι», και της γεωργιανής μπαλαρίνας, του «Μπαλσόι» επίσης, Γιελένα Τσικβάιτζε -στο Τμπιλίσι της Γεωργίας, άλλωστε, έχει γεννηθεί, το ’41- , ετεροθαλής αδελφός του ελληνορώσου γλύπτη Ηρακλή Βαλλιάνου,
ο Μιχαήλ Λαβρόφσκι λάμπρυνε με το Τάλαντό του -και λαμπρύνει- το «Μπαλσόι» απ’ το 1961.
Το αφιέρωμα περιλαμβάνει δυο μονόπρακτα μπαλέτα που ’χει χορογραφήσει ο Λαβρόφσκι -το «Φαντασία σ’ ένα θέμα του Καζανόβα», σε μουσική Μότσαρτ, και τον «Νιζίνσκι» του, σε μουσική Ραχμάνινοφ, με τον Ιβάν Βασίλιεφ στον επώνυμο ρόλο και τον ίδιο τον Λαβρόφσκι (εμφανίζεται ακόμα!) ως Ντιάγκιλεφ
(ο δεύτερος, φετινός μας Νιζίνσκι, μετά το «Γράμμα σ’ έναν άντρα/Βασισμένο στα ημερολόγια του Νιζίνσκι» των Ρόμπερτ Γουίλσον και Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ στην «Στέγη»)-, την «Ρωσίδα μπαλαρίνα» -απόσπασμα από άλλη χορογραφία του-, ένα απόσπασμα απ’ την όπερα-μπαλέτο «Αμόκ» που o Λαβρόφσκι ήδη ετοιμάζει για το 2018, σε μουσική Σιμονένκο, αλλά και δυο αποσπάσματα: ένα απ’ τον κλασικό «Δον Κιχώτη» του Γκόρσκι κατά Πετιπά -το Γκραν Πα ντε Ντε, με Μπαζίλιο τον Ιβάν Βασίλιεφ- κι ένα απ’ τον «Σπάρτακο» του Γκριγκορόβιτς -το Αντάτζιο-, μπαλέτα στα οποία ο Λαβρόφσκι έδωσε ρέστα στην εποχή της μεγάλης ακμής του -πολύ καλά ζυγισμένο πρόγραμμα.
Να μην παραλείψω, βέβαια, ν’ αναφέρω -να τα λέμε κι αυτά, βασικό...- τις αλμυρές -έως εξωφρενικές…- τιμές των εισιτηρίων: από 120 (!) έως 28 ευρώ (τα φτηνότερα) στο Ηρώδειο, από 85 έως 28 στην Θεσσαλονίκη -ιδιώτης ειν’ ο ατζέντης, ό,τι θέλει κάνει κι όποιος αντέξει.
Εγώ θα προτιμήσω να μείνω με τις αναμνήσεις μου: λίγο μετά την πτώση της Χούντας, Φεστιβάλ Αθηνών και Ηρώδειο, εποχή Θόδωρου Κρίτα που έλυνε κι έδενε στο Φεστιβάλ -μονοπώλιο, σχεδόν...-, περιμένουμε πώς και πώς την πρώτη έλευση, μέσω Κρίτα, του «Μπαλσόι» στην Αθήνα -στην Ελλάδα γενικώς-, 10 παραστάσεις προγραμματισμένες -τέσσερις με «Σπάρτακο», τέσσερις (που γιναν, τελικά, τρεις) με «Λίμνη των κύκνων» και δυο (που γιναν, τελικά, τρεις καθότι αντικαταστάθηκε η μια απ’ τις «Λίμνες») με «Ζιζέλ»- συν τρεις συναυλίες της Ορχήστρας του «Μπαλσόι» -η μια με αποσπάσματα από όπερες… Μεγάλες στιγμές στην ιστορία του Φεστιβάλ! Πολύ μεγάλες! Θυμάμαι μια αποθέωση στο τέλος και των δέκα παραστάσεων του Μπαλέτου -εκεί ήμουν, και στις δέκα, με φοιτητικό εισιτήριο, στην πάνω ζώνη, στο τοιχαλάκι, με τα πόδια κρεμασμένα-, αποθέωση που, στο Ηρώδειο, νομίζω, μετά το ’72 τουλάχιστον, μόνον η γιαπωνέζικη «Μήδεια» του Νιναγκάουα, με τον Χίρα, γνώρισε.
Σπάρτακο θα χόρευε o Βλαντίμιρ Βασίλιεφ -ο οποίος μόλις μας είχε αφήσει εμβρόντητους με την ερμηνεία του στον φιλμαρισμένο «Σπάρτακο» που χαμε δει στην Αθήνα, στο «Studio» του Καψάσκη, και τον περιμέναμε και «ζωντανό», ως θεό- και Φρυγία η γυναίκα του Γιεκατερίνα Μαξίμοβα. Όταν το συγκρότημα έφτασε, H απογοήτευση: μάθαμε πως το ζεύγος δεν είχε έρθει και δεν επρόκειτο να ρθει. Το παρασκήνιο μιλούσε για σύγκρουσή τους με τον Γκριγκορόβιτς -απόλυτο άρχοντα, τότε, του «Μπαλσόι». 
Τελικά, το ρόλο του Σπάρτακου χόρεψε ο Μιχαήλ Λαβρόφσκι. Τότε ανακαλύψαμε πως υπάρχουν κι άλλοι, πλην Βασίλιεφ -συνωνυμία με τον σύγχρονο Ιβάν-, Μεγάλοι στο «Μπαλσόι» -ο Λαβρόφσκι, άλλωστε, ήδη είχε τιμηθεί με το Βραβείο Λένιν για την ερμηνεία του αυτή. Φρυγία 
ήταν η αξέχαστη -δε ζει πια- άλλη Μεγάλη (έχω κάνει κατάχρηση, σήμερα, της -εντελώς ευτελισμένης- λέξης Μεγάλος/-η, μολονότι αποφεύγω έστω και τη χρήση της αλλά, εδώ, δε γίνεται να κάνω αλλιώς) Νατάλια Μπιεσμέρτνοβα, γυναίκα του Γκριγκορόβιτς, η οποία, λίγες μέρες μετά, μας άφησε αποσβολωμένους -τα χέρια Της! Τα χέρια Της!- με την Ζιζέλ της -στο θώκο, στο πλάι-πλάι, καθόταν, με το μάτι άγρυπνο, η Δασκάλα της. Το όνομα της, Γκαλίνα Ουλάνοβα.
Προτιμώ, λοιπόν, να μείνω με τις αναμνήσεις μου. Είναι πολύτιμες. Α, και να μην ξεχάσω: ήταν Αύγουστος -16 με 28 Αυγούστου- του 1977. Είναι ακριβώς 40 χρόνια. Ο Μιχαήλ Λαβρόφσκι ξαναγυρίζει στο Ηρώδειο ακριβώς 40 χρόνια μετά. Ας τη γιορτάσουμε την επέτειο (Φωτογραφία κορυφής: Larisa Pedenchuk). 






Η «Μήδεια του Ευριπίδη, όπως την είδε -με απόλυτη σοβαρότητα και με καθαρή άποψη και με τρεις (καλούς) άντρες ηθοποιούς (τον Γιώργο Γάλλο, τον Χρήστο Λούλη και τον Μιχάλη Σαράντη)- ο Δημήτρης Καραντζάς, ήταν για μένα, τελικά, η πιο ενδιαφέρουσα κι η πιο ολοκληρωμένη απ’ τις παραστάσεις της Επιδαύρου -όσες είδα κι είδα τις περισσότερες, χωρίς να συμπεριλαμβάνω την επανάληψη των περσινών, εξαίρετων «Επτά επί Θήβας» του Γκραουζίνις και του ΚΘΒΕ-, Μεγάλης άμα τε και Μικρής. Και νομίζω πως δεν πρέπει να τη χάσετε στο -πολύ καλά οργανωμένο και σοβαρό- «Πορεία» του Δημήτρη Τάρλοου, όπου μεταφέρεται απ’ το Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου -εκεί πρωτοπαίχτηκε, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επιδαύρου- και θα παίζεται από 5 έως 17 Σεπτεμβρίου. Και μη σκεφτείτε πως, ίσως, να χάνει σε κλειστό χώρο. Η παράσταση είναι έτσι στημένη που, μπορεί, στο κλειστό θέατρο και να κερδίζει. Και ν’ αναδεικνύεται περισσότερο. Εγώ, πάντως, θα (ξανα)πάω. 




ΑΥΤΟ, πάλι, το υπό τον τίτλο «Γιατί βγήκα μπροστά» στο πρώτο φύλλο των καινούργιων «Νέων» -του Βαγγέλη Μαρινάκη-, συνοδευόμενο απ’ ΑΥΤΗ τη φωτογραφία, ΕΤΣΙ φωτισμένη… Ε, ομολογώ ότι σκιάχτηκα.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…



Σας τα ’γραφα στις 14 Μαΐου για την «Πλατεία Ηρώων» του Τόμας Μπέρνχαρντ και την -εξαίρετη- παράσταση του Δημήτρη Καραντζά στο «Οδού Κυκλάδων-Λευτέρης Βογιατζής». Και για την πολύ καλή μετάφραση του έργου που ’χει κάνει η Έρι Κύργια. Αλλά δεν μπορώ ν’ αγνοήσω και τη μετάφραση του ίδιου έργου απ' τον Βασίλη Τσαλή ο οποίος είχε ήδη ασχοληθεί με τον Μπένχαρντ, που κυκλοφόρησε -μ επίμετρο του μεταφραστή- το 2016, απ’ τις προσεκτικές Εκδόσεις «Κριτική» τις μέρες που αναγγελλόταν το ανέβασμα του έργου. Τώρα κατάφερα να τη διαβάσω: πολύ καλή, προσεγμένη δουλειά, επίσης στο πνεύμα του χολερικού συγγραφέα.


«ΠολΛΑ περισσότερα», «πολΛΑ περισσότερα», «πολΛΑ περισσότερα»… Δεν το ακούω απλώς -ακόμα και σε σκηνές θεάτρων, ακόμα και στο Εθνικό μας Θέατρο. Το ΔΙΑΒΑΖΩ πλέον. Όχι απλώς σε σχόλια στο facebook. Παντού. Ακόμα και σε κριτικές θεάτρου! Που περνούνε από διορθωτές! (Εκτός κι αν οι διορθωτές διορθώνουν το «πολύ περισσότερα» σε «πολΛΑ περισσότερα», όλα να τα περιμένει κανείς…). Όλοι πια τείνουν να πιστέψουν -ΝΑΙ!- ότι αυτό είναι το σωστό: «ΠολΛΑ περισσότερα». 
Μπορεί και να σε κοιτάξουν με απορία αν το σχολιάσεις, μπορεί και να μην καταλάβουν τι εννοείς. Πώς έγινε, μ.Κ. -μετά Κουτσόγιωργαν-, αυτό το «δεν δικαιούστε ΔΙΑ να ομιλείτε», που το κοροϊδεύμε και τελικά τρύπωσε σαν το σαράκι κι έχει καθιερωθεί, πώς έγινε μ’ αυτό «το διέρρευσαν» που το κοροϊδεύαμε και τώρα χρησιμοποιείται ευρύτατα επί δικαίους και αδίκους…; Έτσι και με το «πολΛΑ περισσότερα». Δεν υπάρχει σωτηρία.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…


Κάθε παράσταση, αγαπητοί μου -πολλοί- συνάδελφοι, ανεβαίνει -ως ενεστώς, να το πω, διαρκείας;- όταν ετοιμάζεται. Κι όταν, όντως, ανεβαίνει, ανήμερα δηλαδή -ως ενεστώς, να το πω, στιγμιαίος; Αφού ανεβεί, πάει, τελείωσε, ανέβηκε, φινίτο, είναι ήδη ανεβασμένη. Απ’ την επόμενη μέρα δεν «ανεβαίνει κάθε Πέμπτη, Παρασκευή κλπ.» πλέον. Ούτε «ανεβαίνει στο θέατρο ‘Χ’ τα Δευτερότριτα».
Όταν λέμε ανεβαίνει, για να σας εξηγήσω, εννοούμε, συνοπτικά, ανεβαίνει στη σκηνή. Την ανεβάζουν. Ο παραγωγός, ο σκηνοθέτης, οι ηθοποιοί… Όταν έχει ήδη ανεβεί, ν’ ανεβεί και πάλι για να πάει ΠΟΥ; (Όχι, το «λίγο ψηλότερα, λίγο ψηλότερα, λίγο ψηλότερα» δε δένει εδώ, είναι Σεφέρης/Θεοδωράκης).
Η παράσταση, λοιπόν, αφού ανεβεί, παίζεται πλέον, παρουσιάζεται, το θέατρο δίνει πέντε παραστάσεις. Είναι τόσο πλούσιο το ελληνικό λεξιλόγιο, έχουμε τόσα συνώνυμα… Άντε, για να μην πω ΠΟΛΛΑ περισσότερα.


Τόση σιγουριά! Μα τόση σιγουριά! Ποτέ δεν έχω συναντήσει ΤΟΣΗ σιγουριά στις απόψεις -τις πολιτικές ειδικά…- όση στο facebook μας. Τόση σιγουριά! Καρυκευμένη μ’ εμπάθεια -βαριά εμπάθεια. Κι αμετροέπεια -ανεξέλεγκτη αμετροέπεια. Έως και με χυδαιότητα -οχετός. Πανταχόθεν προερχομένας... Από ανθρώπους που ούτε θα το φανταζόμουνα. Που να κάνουν την τρίχα, τριχιά. Που να αναρτούν τρολιές, κι ανυπόστατες ειδήσεις, και ψευτιές, χωρίς διασταύρωση, κι οι άλλοι από κάτω να τις σχολιάζουν 
αναλόγως κι οι «δράστες» να μην τις κατεβάζουν όταν -πολύ εύκολα και γρήγορα- αποδεικνύεται ότι με την αλήθεια ουδεμία 
σχέση έχουν και να επιμένουν -έτσι per l’ amore dell’ arte του γκεμπελσικού «συκοφαντείτε, συκοφαντείτε, όλο και κάτι θα μείνει». Ειν’ αυτό αντιπολίτευση; Ειν’ αυτό συμπολίτευση; Νοιώθω ότι δε ζω στο 2017 αλλά στο 1947 -του Εμφύλιου. Ή μήπως στο 1917 - του Εθνικού Διχασμού; Διαβάζω και ντρέπομαι. Έλεος!
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή… 

Επειδή άκουσα, για μια φωτογραφία που χρησιμοποίησα, κάποια παράπονα απ’ τη φωτογράφο που την είχε τραβήξει, θέλω να διευκρινίσω: στο παρόν ιστολόγιο, που δεν έχει εμπορικούς στόχους -οι διαφημίσεις που βλέπετε τριγύρω και που μπαίνουν μέσω google είναι μια πολύ αστεία ιστορία που μπορώ να σας την εξηγήσω ιδιαιτέρως…-, χρησιμοποιώ φωτογραφίες που μου στέλνουν οι ίδιοι οι καλλιτέχνες ή οι παραγωγοί ή οι υπεύθυνοι δημοσίων σχέσεών τους. Αναφέρω ΠΑΝΤΑ τα ονόματα των φωτογράφων, εφόσον μου τα γνωστοποιούν οι υπεύθυνοι, διότι πάντα σεβόμουν και σέβομαι τη δουλειά τους. Στην περίπτωση που δεν μπορώ να βρω φωτογραφία κάποιου προσώπου στο οποίο αναφέρομαι καταφεύγω στο διαδίκτυο. Εφόσον υπάρχει όνομα φωτογράφου και πάλι το αναφέρω. Αν δεν υπάρχει, δεν μπορώ να το ξέρω. Όπως δεν μπορώ να ξέρω αν το κάδρο της φωτογραφίας, από κείνους που χρησιμοποιήθηκε, πριν περάσει στο διαδίκτυο, έχει αλλοιωθεί.



Αυτός ο Ούρμας Ρεϊνσάλου -Ρινσάλγιου προφέρεται στη γλώσσα του, για να μαστε ακριβείς...-, υπουργός Δικαιοσύνης- και τέως Άμυνας- της Εσθονίας, του κόμματος -και μάλιστα τέως αρχηγός του- Pro Patria-Res Publica Union, συνένωσης δυο μικρότερων κομμάτων- το οποίο συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό, αυτός, ντε, που ’στειλε την επιστολή-«μάθημα Δημοκρατίας» στον δικό μας τον Κοντονή


και που ’χει δει και στο σινεμά την ταινία τεκμηρίωσης «Το μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι», απ’ όσο το ’ψαξα, είναι κάτι σαν Εσθονός Καμμένος, ε; Ή κάνω λάθος;
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…

August 29, 2017

Η Λεία Βιτάλη μετακομίζει το Φεστιβάλ Ελληνικού Έργου στο «Έαρ Βικτώρια»: αφιέρωμα στον Καμπανέλλη




Το Τέταρτο Κουδούνι / Είδηση



Το Φεστιβάλ Ελληνικού Θεατρικού Έργου του 21ου Αιώνα, που το εμπνεύστηκε κι είχε την καλλιτεχνική διεύθυνσή του επί τρία χρόνια, με γόνιμα αποτελέσματα, η συγγραφέας Λεία Βιτάλη, μετακομίζει φέτος στο θέατρο «Έαρ Βικτώρια» -στην Β΄ Σκηνή του- απ’ το «Αγγέλων Βήμα» όπου ξεκίνησε την πορεία του τη σεζόν 2014/2015. Η τέταρτη διοργάνωση, στην οποία θα παιχτούν πέντε έργα, προβλέπει νέες δράσεις κι ένα μεγάλο αφιέρωμα στον Ιάκωβο Καμπανέλλη.
Ο θεσμός που στηρίζει με μεράκι κι αγάπη το σύγχρονο ελληνικό έργο έχοντας παρουσιάσει μέχρι τώρα 15 ελληνικά έργα, φρεσκογραμμένα από 15 νέους αλλά και καταξιωμένους συγγραφείς, θα συνεχίσει να σκοπεύει με τόλμη καινούργιους στόχους διευρύνοντας τις δράσεις του για να γνωρίσει στο κοινό βαθύτερα την ελληνική δραματουργία.
Οι νέες δράσεις που εγκαινιάζει για την καλλιτεχνική περίοδο 2017/2018 είναι το άνοιγμα, με ειδικά αφιερώματα, σ’ έλληνες συγγραφείς που άφησαν δυνατό το στίγμα τους στη νεοελληνική δραματουργία και που δεν είναι πια μαζί μας. Η αρχή, φέτος, γίνεται μ’ ένα μεγάλο αφιέρωμα στον Ιάκωβο Καμπανέλλη, σε συνεργασία με το Θεατρικό Μουσείο Ιάκωβου Καμπανέλλη της Νάξου -ομιλίες σημαντικών πανεπιστημιακών, θεατρολόγων, σκηνοθετών, προβολές ντοκιμαντέρ για τη ζωή και τη συγγραφική δουλειά του ενώ θα παρουσιαστεί στη σκηνή το σχεδόν άγνωστο έργο του «Ο γορίλας και η Ορτανσία» το οποίο ευγενικά παραχώρησε η κόρη του, σκηνογράφος/ενδυματολόγος Κατερίνα Καμπανέλλη.
Εκτός αυτού, το Φεστιβάλ θα παρουσιάσει άλλα τέσσερα έργα, νέων αλλά και καταξιωμένων συγγραφέων του 21ου αιώνα, για δώδεκα παραστάσεις το καθένα, κάθε Δευτέρα και Τρίτη από 9 Οκτωβρίου μέχρι 29 Μαΐου:
Μια σύγχρονη ομοερωτική ιστορία μεταξύ ενός διάσημου σκηνογράφου κι ενός νέου τενόρου, στους απόηχους της όπερας «Αλιείς μαργαριταριών» του Μπιζέ, είναι το βραβευμένο έργο του νέου συγγραφέα Γιάννη Φίλια «Φωτιά στις πιρόγες» που θ’ ανοίξει το Φεστιβάλ (9 Οκτωβρίου έως 14 Νοεμβρίου), σε σκηνοθεσία του συγγραφέα.
Θ’ ακολουθήσει το «Γορίλας και Ορτανσία», μεγάλο μονόπρακτο του Ιάκωβου Καμπανέλλη (που πρωτοπαρουσιάστηκε -η μόνη φορά-, σε μια πρώτη μορφή, μαζί με τα μονόπρακτα «Σύντομη συνάντηση» του Νόελ Κάουαρντ και «Μάσκες για αγγέλους» του Νότη Περγιάλη, απ’ το θίασο Έλσας Βεργή, στο ομώνυμο θέατρο της και σε σκηνοθεσία Μήτσου Λυγίζου, τη σεζόν 1958/1959) -σε μια νεότερη, διαδραστική εκδοχή του συγγραφέα, με τρία φινάλε, που για πρώτη φορά ανεβαίνει στη σκηνή κι όπου παρακολουθούμε την ανατρεπτική εισβολή ενός γορίλα στη ζωή ενός επιστήμονα και της οικογένειάς του. Τη σκηνοθεσία έχει αναλάβει η Κατερίνα Πολυχρονοπούλου (20 Νοεμβρίου έως 26 Δεκεμβρίου).
«Ερυθρό» είναι ο τίτλος του πρόσφατου έργου του νέου συγγραφέα Παναγιώτη Μπαρμπαγιάννη: μια ιστορία για την κρυφή βία μέσα στη σύγχρονη οικογένεια, όπου όλα γίνονται πίσω από κλειδωμένες πόρτες που, αν κάποιος μια μέρα τις αφήσει ανοιχτές, τι μπορεί να συμβεί; Τη σκηνοθεσία έχει επωμιστεί ο Στέλιος Καλαϊτζής (1 Ιανουαρίου έως 13 Φεβρουαρίου).
Το Φεστιβάλ θα συνεχιστεί (19 Φεβρουαρίου έως 2 Απριλίου) με την «Τέταρτη εποχή», το πρώτο θεατρικό έργο που ’γραψε ο καταξιωμένος ως πεζογράφος και συγγραφέας βιβλίων για παιδιά κι έφηβους Μάνος Κοντολέων και το οποίο τυπώθηκε, χωρίς να ’χει παιχτεί μέχρι τώρα, το 2005, απ’ τις Εκδόσεις Πατάκη. «Αν η πρώτη εποχή στη ζωή ενός σύγχρονου ζευγαριού ήταν η εποχή του έρωτα, η δεύτερη της οικογένειας, η τρίτη της κρίσης, πώς θα χαρακτηριστεί η τέταρτη εποχή του -της διάλυσης ή του συμβιβασμού; Ή, μήπως, υπάρχει κι άλλη εκδοχή;» αναρωτιέται ο συγγραφέας. Το έργο θα σκηνοθετήσει ο Μενέλαος Καραντζάς (19 Φεβρουαρίου έως 2 Απριλίου).

Η φετινή διοργάνωση θα κλείσει (9 Απριλίου έως 29 Μαΐου) με την «Αναζήτηση», άπαιχτο έργο του, επίσης, καταξιωμένου αλλά ως θεατρικού συγγραφέα Παναγιώτη Μέντη, μια «μπουρλέσκ-φελινική κωμωδία», όπως χαρακτηρίζεται. Και στην οποία «δυο πλάσματα ανθρώπινα -ένας άνδρας και μια γυναίκα- ανυποψίαστα, χωρίς την παραμικρή ενοχή, ακολουθώντας τα ένστικτά τους, θα τορπιλίσουν το ‘κανονικό’. Αιμομίκτες ή επαναστάτες; Ποιος θα το κρίνει σ’ έναν αυτιστικό πολιτισμό που ονομάζει ζωή την πανωλεθρία του;» σημειώνεται. Σκηνοθετεί ο Νίκος Σακαλίδης.
Παράλληλα με τις παραστάσεις, το Φεστιβάλ, στην προσπάθειά του να στηρίξει με νέες δράσεις την παραγωγή ελληνικής δραματουργίας, εγκαινιάζει ένα supporting studio για τη συγγραφή νέων έργων από νέους αλλά και δόκιμους συγγραφείς, με ομαδική εργασία κι ιδιαίτερη υποστήριξη στο rewriting των έργων τους. Στόχος, το ανέβασμά τους στο πλαίσιο του Φεστιβάλ.

«Πιστεύοντας πάντα στη ρήση του μεγάλου θεατρανθρώπου Κάρολου Κουν, ότι δεν μπορεί να υπάρξει ελληνικό θέατρο χωρίς ελληνικό έργο, παρ’ όλες τις αντιξοότητες της εποχής, μπαίνουμε με το θεσμό του Φεστιβάλ μας, δυναμικά και με κέφι, στη νέα καλλιτεχνική περίοδό του ελπίζοντας ότι και πάλι θα τα καταφέρουμε» σημειώνει η Λεία Βιτάλη.
Το θέατρο «Έαρ Βικτώρια» (που δημιουργήθηκε ως «Βικτώρια» απ’ την ηθοποιό Μαίρη Γκότση κι εγκαινιάστηκε με τον «Πρωτομάστορα Σόλνες» του Ίψεν τη σεζόν 1989/1990 για να περάσει, ύστερα από μερικά χρόνια, στα χέρια του σκηνοθέτη Γιώργου Θεοδοσιάδη, μετά το θάνατό του στον ηθοποιό Κώστα Κοντογιάννη και, στη συνέχεια, στο σκηνοθέτη Δημήτρη Κομνηνό) λειτουργεί από πέρσι -σεζόν 2016/2017-, ανακαινισμένο, με δυο Σκηνές και με το όνομα «Έαρ Βικτώρια», απ’ την Εταιρεία Θεάτρου «Ωκέα-Ίρις», σε αρχιτεκτονική ανάπλαση της αρχιτεκτόνισσας και ηθοποιού Γεωργίας Ζώη και κάτω απ’ την καλλιτεχνική διεύθυνση του ηθοποιού Γιώργου Χριστοδούλου -που πριν από μερικά χρόνια είχε δημιουργήσει, στην ίδια γειτονιά της πλατείας Βικτωρίας, το θέατρο «Μέλι», νυν «Πόλη» του Δάνη Κατρανίδη.

August 20, 2017

Όταν ο πληθωρισμός πνίγει τις επιτυχίες του Φεστιβάλ ή Η σκυτάλη ως άλοθι



Το Τέταρτο Κουδούνι / 20 Αυγούστου 2017 
(Για ελάχιστες ακόμα αναρτήσεις…)

Ένα Φεστιβάλ καλλιτεχνικά πετυχημένο: το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών. Απ’ τα πιο πετυχημένα των τελευταίων χρόνων. Το λέω άνευ φόβου και πάθους. Όταν, ανάμεσα στις, ελληνικές και εισαγόμενες, εκδηλώσεις -θέατρο, χορός, μουσική, εικαστικά…- που κατάφερα να δω, μετρώ δεκατέσσερις που βρήκα από πολύ έως εξαιρετικά ενδιαφέρουσες και ικανές να σας συστήσω να τις δείτε -ας αναφέρω μόνο, απ’ τις ελληνικές, το καθηλωτικό «Αποτυχημένες απόπειρες αιώρησης στο εργαστήριό μου» του Δημήτρη Κουρτάκη, που θα επαναληφθεί το επόμενο καλοκαίρι
στην «Πειραιώς», δε θα τις απαριθμήσω όλες, έχω ήδη γράψει αναλυτικά γι αυτές στον καιρό τους- πιστεύω πως μόνο επιτυχημένο θα μπορούσα να χαρακτηρίσω το Φεστιβάλ -είναι υπεραρκετές. Πολύ ενδιαφέροντα, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, και τα «Ανοίγματα στην Πόλη» -Αθήνα και Πειραιά- και το αφιέρωμα στην «Φόλκσμπίνε» -κι ας μη μου πάει καθόλου το ύφος της.
Μόνο που ολ’ αυτά τα ενδιαφέροντα πνίγηκαν μέσα στον πληθωρισμό: εκδηλώσεις, κάποτε συγγενικές, που καβαλούσαν η μια την άλλη, συνωστισμός σε κάποιες περιόδους και περίοδοι αναιμικές, κάποιες άλλες -άρα αμήχανος προγραμματισμός… Η διάρκεια του Φεστιβάλ, με τις προφεστιβαλικές εκδηλώσεις και κάποιες μεταφεστιβαλικές επαναλήψεις, επιμηκύνθηκε επικίνδυνα και το πήξιμο του προγράμματος, μαζί με τον μικρό αριθμό ημερών που διατέθηκαν για κάθε εκδήλωση, και πολλούς απέτρεψε -πόσα να δουν, πότε να τα δουν όλα και πόσα χρήματα να διαθέσουν;- ενώ η έγκαιρη ενημέρωση του κοινού απ’ τους δημοσιογράφους ήταν ανθρωπίνως αδύνατη -πώς να τα προλάβουν όλα, με ρέπλικες; Το Φεστιβάλ χρειάζεται ανάσες, χρειάζεται πιο οργανωμένη επικοινωνία, χρειάζεται πιο αυστηρές επιλογές, χρειάζεται καλύτερη τιμολογιακή πολιτική, χρειάζεται πιο επιδέξιους χειρισμούς -βλέπε στάσεις εργασίας του προσωπικού, διάθεση των εισιτηρίων για τις παραστάσεις Γουίλσον-Μπαρίσνικοφ...

Θέλω να ελπίζω ότι ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος -ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ- θα ’χει αντιληφθεί το πρόβλημα κι ότι θα το αντιμετωπίσει -πρέπει να το αντιμετωπίσει. Μ’ αυστηρότερες επιλογές και, βέβαια, με κάποιες επαναλήψεις των καλύτερων παραστάσεων -επαναλήψεις που συμφέρουν, υποθέτω, και οικονομικά το Φεστιβάλ, καθώς το «από στόμα σε στόμα» και τα όσα, στο μεταξύ, γράφτηκαν τους έχουν δώσει, από φέτος, φόρα. Το οφείλει σ’ όσους δεν πρόλαβαν να τις δουν.
Ταμειακά δεν ξέρω πώς πήγε το Φεστιβάλ. Η αίσθησή μου είναι πως δεν τα πήγε καλά -μ εξαίρεση τις σιγουράντζες. Και οι κάποιες αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων και ο πληθωρισμός δεν πρέπει να βοήθησαν. Αλλά αυτά θα τα μάθουμε στην απολογιστική συνέντευξη Τύπου.
Όσο για το Φεστιβάλ Επιδαύρου θα τα πούμε, όταν δω στο Ηρώδειο και τις «Βάκχες» του Έκτορα Λυγίζου που δεν μπόρεσα να δω εκεί. 



Μπορεί να σας απογοητεύσω αλλά δεν έχω καμιά ιστορία «ΕΓΩ κι η Ζωή Λάσκαρη» να σας αφηγηθώ. Κι ούτε μια φωτογραφία των δυο μας να σας αναρτήσω. Διότι ποτέ δε μας είχαν βγάλει φωτογραφία μαζί. Ας είναι αναπαυμένη. Μετά τα τόσα «Καλό παράδεισο» και «Στη γειτονιά των αγγέλων» που, μεταξύ πολλών άλλων, γράφτηκαν κι ακούστηκαν, ε, τη χρειάζεται την ανάπαυση…


Τον «Κοριολανό» (χρονολογείται μεταξύ 1605 και 1608) του Σέξπιρ θ’ ανεβάσει απ’ τον Οκτώβριο, τα Δευτερότριτα, στο «Σημείο», όπου έκανε, πέρσι -2016/2017-, την πρώτη εμφάνισή του ως σκηνοθέτης με τον «Βέρθερο» του Γκέτε, ο νεαρός Αλέξανδρος Διαμαντής. Στον επώνυμο ρόλο, ο Ιωάννης Παπαζήσης και Βολούμνια η Παρθενόπη Μπουζούρη (Φωτογραφία Κάτια Σωτηρίου, Ελπίδα Μουμουλίδου). 
Ο «Κοριολανός» έχει παιχτεί τέσσερις φορές στην Ελλάδα. 
Τον πρωτοπαρουσίασε, το -δύσκολο- χειμώνα 1973/1974, το ΚΘΒΕ, στην Θεσσαλονίκη, στο θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, σε σκηνοθεσία Κωστή Μιχαηλίδη, με τον Γιάννη Βόγλη ως Κοριολανό.
Το καλοκαίρι του 1999 το έργο ανέβασε για το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας ο Γεωργιανός Ρόμπερτ Στούρουα, με Κοριολανό τον Γιώργο Κιμούλη, καλλιτεχνικό διευθυντή, τότε, του Θεάτρου το οποίο, με την παράσταση αυτή, συμμετείχε στο Φεστιβάλ Αθηνών -στο Ηρώδειο.
Στο Φεστιβάλ Αθηνών -του 2005, μ’ επανάληψη το επόμενο καλοκαίρι του 2006- τον «Κοριολανό» σκηνοθέτησε στο Ηρώδειο επίσης, ο Μιχάλης Κακογιάννης, με τον Βλαδίμηρο Κυριακίδη στον επώνυμο ρόλο. 
Αλλά στο Φεστιβάλ Αθηνών (του 1985, χρονιάς της Αθήνας-(πρώτης) Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης) τη σεξπιρική τραγωδία παρουσίασε και το Εθνικό Θέατρο της Μεγάλης Βρετανίας, σε σκηνοθεσία Πίτερ Χολ με μια συντριπτική ερμηνεία 

του επώνυμου ρόλου απ’ τον Μεγάλο Ίαν ΜακΚέλεν, που, όσους την είδαμε, μας έχει σημαδέψει -η μόνη ζωντανή εμφάνιση του κορυφαίου ηθοποιού στην Ελλάδα.
Το θέατρο «Σημείο», εκτός του «Κοριολανού», έχει προγραμματίσει για τον επόμενο χειμώνα, όπως ήδη γράφτηκε, την «Φαίδρα» (1928) της Μαρίνα Τσβετάεβα, που θα πρωτοπαρουσιαστεί -τον Νοέμβριο- στην Ελλάδα, σε σκηνοθεσία Νίκου Διαμαντή, με την Ιωάννα Μακρή στον επώνυμο ρόλο και Θησέα τον Πέρη Μιχαηλίδη -παράσταση για την οποία επιχορηγήθηκε απ’ το Υπουργείο Πολιτισμού- και την «Φαίδρα» του Γιώργου Βέλτσου (την άνοιξη) ενώ θα φιλοξενήσει και την παράσταση «Ζωή μετά χαμηλών πτήσεων» του Δημήτρη Αγορά, πάνω σε κείμενα του Αρκά και με τους Δημήτρη Κανέλλο, Έλενα Αρβανίτη, Έλενα Τυρέα, Δημήτρη Αγορά, Αλέξη Βιδαλάκη, Στέφανο Κοσμίδη, Μαρία Μπαλούτσου, Χαρά Τσιτομενέα, που παίχτηκε τον περσινό χειμώνα στο «Vault».



Θυμάμαι που γραφα στο «Τέταρτο Κουδούνι» την 1 Σεπτεμβρίου 2015 για τον Θανάση Παπαγεωργίου που μαζί με τους παλαιότερους «παρέδιδε», λέει, «στους νεότερους συνεργάτες του τη σκυτάλη για να συνεχίσουν την πορεία που ξεκίνησε» στην «Στοά» του Ζωγράφου. Λίγο μπερδεμένα μας τα ’λεγε αλλά δεν έδωσα μεγάλη σημασία. Πάντως, τη σεζόν 2015/2016, ο ίδιος -που «παρέδιδε τη σκυτάλη»- σκηνοθέτησε, τελικά, το «Δάφνες και πικροδάφνες» των Δημήτρη Κεχαΐδη και Ελένης Χαβιαρά, το οποίο επαναλήφθηκε πέρσι -σεζόν 2016/2017. Οπότε, επίσης, επαναλήφθηκε, κι ο μονόλογος «Αντριάνα», γραμμένος και σκηνοθετημένος επίσης απ’ τον ίδιο τον Θανάση Παπαγεωργίου -που «παρέδωσε τη σκυτάλη»- μ ερμηνεύτρια -εξαιρετική, ομολογουμένως, ερμηνεία, είχα γράψει κάτι ύμνους στο «Τέταρτο Κουδούνι», στις 23 Μαΐου 2013 -τη σύζυγό του Εύα Καμινάρη.
«Θα εννοούσε ότι παραδίδει τη σκυτάλη ως ηθοποιός» είχα σκεφτεί. Μα να, τώρα, που αναγγέλλει ότι θ’ ανεβάσει τον επόμενο χειμώνα μονόλογο για τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον οποίο θα σκηνοθετήσει και θα ερμηνεύσει ο ίδιος. Θα μετάνιωσε φαίνεται -δεν εξηγείται αλλιώς- και πήρε τη σκυτάλη πίσω. Εκτός κι αν ήταν ένας εύσχημος τρόπος, ένα άλοθι -«οι παλαιότεροι που δίνουν τη σκυτάλη στους νεότερους»…- να ξεφορτωθεί το βάρος 

της Λήδας Πρωτοψάλτη που μηδέ την είδαμε μηδέ την απαντήσαμε πλέον στην «Στοά». Μεγάλο, όντως, βάρος -ειδικό βάρος Ταλάντου- η Λήδα Πρωτοψάλτη. Κι είναι πασίγνωστο ότι αυτή ήταν, βασικά, η οποία στήριξε υποκριτικά, για δεκαετίες ολόκληρες, την «Στοά». Για να μην ξεχνιόμαστε…



«Ψυχή στα μανταλάκια» είναι ο τίτλος της -βασισμένης σε διηγήματα της Ιωάννας Καρυστιάνη απ’ τις συλλογές της «Κυρία Κατάκη» και «Καιρός σκεπτικός»- παράστασης που θα παρουσιάσει την επερχόμενη χειμερινή θεατρική περίοδο, απ’ το πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου, ο Βασίλης Βλάχος στο θέατρό του «Αλεξάνδρεια» της πλατείας Αμερικής, σε διασκευή και 
σκηνοθεσία Εύης Δημητροπούλου, με σκηνικά και κοστούμια Λέας Κούση κι ένα ειδικά γραμμένο τραγούδι του Νότη Μαυρουδή. Στη διανομή, Βασίλης Βλάχος, Τζένη Σκαρλάτου, Αλέξανδρος Τσακίρης, Κάτια Σπερελάκη, Ελισάβετ Σταυρίδου, Θωμάς Βούλγαρης.
«Όταν διαβάζω τα κείμενα της Ιωάννας Καρυστιάνη», σημειώνει η σκηνοθέτρια -που ’χει, ήδη, ανεβάσει, το 2010/2011, στο «Μικρό Θέατρο» το οποίο είχε δημιουργήσει στην Θεσσαλονίκη, τη, βασισμένη σε διηγήματα απ’ τις ίδιες συλλογές
της Ιωάννας Καρυστιάνη, παράσταση «Κοινή αλήθεια»- «νοιώθω ότι με τις λέξεις της δημιουργεί ακριβώς τις εικόνες που της χρειάζονται για να ζωντανεύει το εφήμερο. Οραματίζεται τους αντιήρωές της που παίρνουν το τιμόνι αλλιώς, πάνε κόντρα στη λεωφόρο ενός ‘μαζοποιήμενου’ δήθεν ‘όλοι μαζί’. Οι χαρακτήρες της είναι πρόσωπα που έχουν υπόσταση, μπορεί να μην έχουν τα απαραίτητα για ένα εξοχικό, για ένα ταξίδι ή να έχουν πληρώσει με το ακριβό τίμημα της ελευθερίας την ελάχιστη αστική πολυτέλεια, έχουν, όμως, να μιλήσουν και να πουν αυτό που εννοούν. Οι πράξεις τους έχουν αντίκρισμα, ακόμη και τα όνειρα τους, όσα μπορούν να τα διατηρούν μέσα στην καθημερινότητα, στοχεύουν σε μια άλλη, ανώτερη πραγματικότητα.
Οι μοναχικοί της Καρυστιάνη, είτε στην πόλη βρίσκονται είτε στην επαρχία, μας ανοίγουν τη ψυχή τους και λένε με ειλικρίνεια εκείνα που δεν μπορούμε να δούμε και να πούμε. Τολμούν να προχωρούν δίχως καβάτζες, να παλινωδούν ανάμεσα στο γλέντι, στο θρήνο και στον αυτοσαρκασμό. 
Η παράσταση μέλημά της έχει να δώσει χώρο στα οράματα της πραγματικότητας που μας προσφέρει η συγγραφέας. Έτσι επέλεξα κείμενα από τις συλλογές διηγημάτων ‘Η κυρία Κατάκη’ και ‘Καιρός σκεπτικός’ και στάθηκα σ’ εκείνους τους ανθρώπινους μηχανισμούς που βρίσκονται ‘εκτός λειτουργίας’, σε ό,τι είναι αμήχανο και ό,τι κινητοποιεί τη δυνατότητα για το διαφορετικό».



Με την αφορμή αυτή και μ’ αφορμή την -όχι επιτυχημένη, κατά τη γνώμη μου- παράσταση του έργου «Οι προεδρίνες (1990) του Αυστριακού Βέρνερ Σβαμπ, την οποία ανέβασε, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, η Ζωή Χατζηαντωνίου, με Ρούλα Πατεράκη, Μαρία Κατσιαδάκη, Εύη Σαουλίδου, να θυμίσω ότι το έργο είχε ήδη ανεβεί στην Ελλάδα: στην Θεσσαλονίκη, τη σεζόν 2002/2003 και με τον τίτλο «Οι Παναγίες», ακριβώς απ’ την Εύη Δημητροπούλου στο «Μικρό Θέατρο». 


Έγραφα στο «Τέταρτο κουδούνι» στις 13 του περασμένου Οκτωβρίου 2016:
«Ενθουσιάστηκα, φέτος το καλοκαίρι, με τους ‘Επτά επί Θήβας’ του Τσέζαρις Γκραουζίνις. Τους είδα στην Ελευσίνα, με Ετεοκλή τον Γιάννη Στάνκογλου, είπα να πάω και στην αμέσως επόμενη στάση τους, στην Πετρούπολη, για να ξαναδώ την παράσταση και να δω και τον Χρίστο Στυλιανού ως Ετεοκλή -μια και παίζονταν με διπλή διανομή στο ρόλο (σ.σ. φέτος λέω να τους ξαναδώ στον Βύρωνα, στις 5 Σεπτεμβρίου). 


Πικρά μετάνιωσα. Διότι είδα τους ‘Επτά επί Θήβας’ με το λόγο του Αισχύλου και τις μουσικές του Δημήτρη Θεοχάρη, τις ευαίσθητες, τις αντιστικτικές στο κείμενο, μιξαρισμένα με ήχους ποπ-τζαζ που έφταναν απ’ το γιγαντιαίων διαστάσεων καφέ-εστιατόριο ‘Terra Petra’ το οποίο ο Δήμος της Πετρούπολης έχει χτίσει κολλητά στο χώρο των θεάτρων -όπου, το καλοκαίρι, με υπερηφάνεια οργανώνει το Διεθνές (τρομάρα τους!) Φεστιβάλ Πέτρας- και το ’χει δώσει για εκμετάλλευση σε ιδιώτη.
Και δεν ήταν μοναχά οι στεντόρειες μουσικές που το ευνοϊκό (;) αεράκι τις έφερνε γλυκά να μπερδεύονται με τον Αισχύλο. Ήταν κι οι στεντόρειες φωνές του ίδιου, αυτοπροσώπως, του ιδιοκτήτη(;), μάνατζερ (;) -δεν ξέρω ακριβώς- του αναψυκτήριου, που εισέβαλε στο χώρο μπροστά απ’ το θέατρο κι άρχισε να διαπληκτίζεται εις επήκοον κοινού και ηθοποιών γιατί, λέει, κάποιοι θεατές πήγαν και του διαμαρτυρήθηκαν για τις μουσικές και ζητούσε τα ρέστα κι απειλούσε ‘θα σας τη διαλύσω την παράσταση’. Καταλαβαίνετε…
Οπότε, σας συνιστώ, απ’ το επόμενο καλοκαίρι, όταν ακούτε Διεθνές Φεστιβάλ Πέτρας, μακριά…».
Το «επόμενο καλοκαίρι» τρέχει ήδη. Κι εγώ σας θυμίζω: μακριά -ειδικά αν πρόκειται για θεατρικές παραστάσεις- από «Θέατρο Πέτρας» και το επιλεγόμενο «Διεθνές Φεστιβάλ Πέτρας». Πάρτε τους με τις πέτρες. Εκτός κι αν το καθεστώς, φέτος, άλλαξε. Κι έβαλαν το θέατρο σε προτεραιότητα -πριν απ’ το αναψυκτήριο. Οπότε πάω πάσο (Φωτογραφία: Τάσος Θώμογλου).



Το σημερινό «Τέταρτο Κουδούνι» δεν μπορεί παρά να ’ναι αφιερωμένο στην Αριστούλα Ελληνούδη. Την ηθοποιό, τη δημοσιογράφο και κριτικό θεάτρου, επί πολλές δεκαετίες, του «Ριζοσπάστη». Κι αγωνίστρια. Δεν ήταν φίλη μου η Αριστούλα Ελληνούδη. Ήταν συνάδελφος και γνωστή μου. Εκείνο που ’χει, όμως, σημασία είναι ότι την Εκτιμούσα. Την Εκτιμούσα γιατί παρέμεινε Συνεπής στην αριστερή (όσο κι αν έχει ευτελιστεί η λέξη, εδώ διατηρεί την πρωταρχική της σημασία) ιδεολογία, χωρίς αυτό να διαβρώσει και να κατακυριεύσει την αισθητική της. Υπέφερε πάρα πολλά στη ζωή της αλλά κι αγωνίστηκε πάρα πολύ στη ζωή της η Αριστούλα Ελληνούδη -«Τίποτα δεν ήταν αυτονόητο για εκείνη. Ο απών πατέρας, η κυνηγημένη και άρρωστη μάνα, η ρετσινιά του μπάσταρδου παιδιού σε ένα ανηλεές μετεμφυλιακό κράτος, ο αγώνας για το ψωμί που συνδέθηκε με τον αγώνα για τη μόρφωση, το καθημερινό παρών στην Ασφάλεια, η παραμονή από γιάφκα σε γιάφκα πρώτα κι έπειτα το κρυφτό μες στις σπηλιές, δίπλα στο Μοναστήρι της Καισαριανής και στα παραγκόσπιτα, η παιδική εργασία, το ξύλο και οι προσβολές» είπε ο γιος της, ο Γιάννος Περλέγκας -η ζωή δεν ήταν στοργική μαζί της, πολλά της στέρησε αλλά της έκανε στο τέλος κι ένα δώρο, αυτόν το γιο- στον αποχαιρετισμό του, στο ξόδι της. Για να συμπληρώσει: «Αυτό που προσπαθώ να πω, είναι πώς η μητέρα μου ταυτίστηκε σε δραματικό βαθμό με την ήττα της προηγούμενης απ αυτήν γενιάς και δεν μπόρεσε να βγει ποτέ απ’ αυτό. Ενώ πέτυχε τόσα πράγματα -γνώρισε τον πατέρα μου, ερωτεύτηκε, βγήκε στο θέατρο, έπειτα στην εφημερίδα και με την αυτομόρφωση, επί της ουσίας, κατάφερε να επανεφεύρει τον εαυτό της ως πνευματικό άνθρωπο, ρίχτηκε ως κομμουνίστρια σε όλους τους κοινωνικούς αγώνες, γέννησε εμένα, ΔΟΘΗΚΕ δηλαδή στη ζωή, δεν μπόρεσε, όμως, να αποτινάξει από πάνω της την αίσθηση της τραγικότητας της μοίρας της». Μεγάλη κουβέντα. Αυτό ήταν πάντα γραμμένο στο βλέμμα της. Που θα το θυμάμαι.