«Η ευνοούμενη» / Σκηνοθεσία: Γιώργος Λάνθιμος.
Άννα, βασίλισσα της Αγγλίας, της Σκοτίας και της Ιρλανδίας απ’ το 1702 μέχρι το 1707 και -μετά τις Πράξεις Ένωσης Αγγλίας και Σκοτίας, οι οποίες ψηφίστηκαν το 1706 και το 1707, αντίστοιχα, απ’ τα κοινοβούλια των δυο κρατών που ’χαν απ’ το 1603, λόγω της Ένωσης των Στεμμάτων, κοινό βασιλιά- βασίλισσα της
Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας απ’ το 1707 μέχρι το θάνατό της, το 1714. Τελευταία του Οίκου των Στιούαρτ, κόρη του Τζέιμς (Ιάκωβου) Β΄, διαδέχτηκε τον επ’ αδελφή γαμπρό της Ουίλιαμ Γ΄ (Γουλιέλμο της Οράγγης) που ’χε συμβασιλεύσει με τη μεγαλύτερη αδελφή της Μέρι (Μαρία) Β΄ μέχρι το θάνατο εκείνης και μόνος του μέχρι το 1702. Παντρεμένη με τον πρίγκιπα Γιοάν/Τζορτζ
(Γεώργιο) της Δανίας και της Νορβιγίας, έμεινε δεκαεπτά φορές (!) έγκυος αλλά είτε οι εγκυμοσύνες της κατέληγαν σε αποβολές είτε
γεννούσε τα παιδιά της νεκρά είτε, απ’ αυτά που επέζησαν, κανένα δεν κατάφερε να ζήσει πέρα απ’ την παιδική του ηλικία. Έτσι, πέθανε το 1714 χωρίς διάδοχο και στο θρόνο εκλήθη o δεύτερος ξάδελφός της Γκέοργκ/Τζορτζ (Γεώργιος), εκλέκτορας του Μπράουνσβάιχ-Λούνεμπουργκ (Ανοβέρου) -ως ο πλησιέστερος
προτεστάντης συγγενής της, καθώς με νόμο αποκλείονταν πια οι καθολικοί απ’ τον βρετανικό θρόνο-, πρώτος, ως Τζορτζ (Γεώργιος) Α΄, του Οίκου του Ανοβέρου. Η ταινία αρχίζει το 1708, χρονιά που η Άννα έχει χάσει και τον άντρα της. Με κλονισμένη
υγεία, μ’ εξαιρετικά επώδυνη ποδάγρα (ουρική αρθρίτιδα), με προβλήματα στα μάτια, καταπτοημένη, σε κατάθλιψη, μ’ εκρήξεις σχεδόν υστερικές, με την Αγγλία μπλεγμένη, απ’ το 1701, κατά της Γαλίας, στον Πόλεμο της Ισπανικής Διαδοχής που έληξε το 1714, λίγο πριν απ’ το θάνατό της, χωρίς αυτοπεποίθηση, χωρίς
αυτοεκτίμηση, χωρίς αποφασιστικότητα, αδιάφορη για τη διοίκηση, μ’ ενδιαφέρον μόνο για τα δεκαεπτά κουνέλια της που ’χει σε κλουβιά, υποκατάστατα των δεκαεπτά παιδιών τα οποία έχει χάσει, και
που τους έχει δώσει τα ονόματά τους, η Άννα δεν είναι παρά μια μαριονέτα στα χέρια της γοητευτικής παιδικής της φίλης Σάρα Τζένινγκς, νυν Τσέρτσιλ, Δούκισας του Μάρλμπορο, συζύγου του στρατηγού Τζον Τσέρτσιλ, πρώτου Δούκα του Μάρλμπορο, αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων και υπουργού των Οικονομικών, νικηφόρου στρατάρχη στον διεξαγόμενο πόλεμο. Απόλυτα έμπιστη
της βασίλισσας, δε τη συμβουλεύει απλώς, δεν έχει απλώς επιρροή πάνω της αλλά εκείνη είναι που αποφασίζει και το εστεμμένο υποχείριό της εκτελεί. Παράλληλα, διατηρούν λεσβιακές σχέσεις. Αντίπαλος της
Δούκισας του Μάρλμπορο, ο Ρόμπερτ Χάρλεϊ, μέλος του Κοινοβουλίου κι
αρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος, ο οποίος, ως ιδιοκτήτης γης, αντιτίθεται στο διπλασιασμό των φόρων ιδιοκτησίας για χρηματοδότηση του πολέμου, την οποία προτείνει η Άννα -δηλαδή η Δούκισσα του Μάρλμπορο... Στο μεταξύ, έρχεται, συστημένη, στην Αυλή
η Άμπιγκέιλ Χιλ, πρώτη ξαδέλφη, απ’ τη μητέρα της, με τη Δούκισσα, κόρη εμπόρου που απ’ τις σπέκουλες που ’κανε πτώχευσε κι οδήγησε την οικογένειά του στην έσχατη φτώχεια, φτάνοντας στο σημείο να παίξει στα χαρτιά την κόρη του και να τη
χάσει από ένα Γερμανό απ’ τον οποίο, όμως, το κορίτσι ξέφυγε. Η Δούκισσα τη βολεύει ως υπηρέτρια αλλά η Άμπιγκέιλ, που ξέρει από τρόπους κι έχει πάρει μόρφωση ικανοποιητική, αποδεικνύεται, σύντομα, ότι τρέφει μεγαλύτερες φιλοδοξίες... Και βρίσκει τρόπο να πλησιάσει τη βασίλισσα. Μαζεύει βότανα και φτιάχνει μια
αλοιφή την οποία απλώνει στα πόδια της που πονούν φρικτά, ενώ εκείνη κοιμάται, και τιμωρείται μεν, γιατί μπήκε κρυφά στα διαμερίσματά της, αλλά, επειδή η αλοιφή ήταν αποτελεσματική, αναβαθμίζεται σε Κυρία της Κρεβατοκάμαρας. Εκεί υποπίπτουν στην αντίληψή της οι ερωτικές σχέσεις της Άννας με την Σάρα κι αποκτά, με σατανική μεθοδικότητα, την εμπιστοσύνη
της βασίλισσας και μια θέση στο κρεβάτι της. Ο Χάρλεϊ την πλησιάζει και βίαια προσπαθεί να την πείσει να γίνει κατάσκοπος των σχεδίων της Δούκισσας του Μάρλμπορο αλλά η Άμπιγκέιλ, καταρχάς,
αρνείται. H Σάρα που αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει προσπαθεί να την απομακρύνει αλλά δεν τα καταφέρνει. Η βασίλισσα, παρά την
αδυναμία που τρέφει στην Μάρλμπορο, δεν είναι τόσο άβουλη όσο φαίνεται. Η Άμπιγκέιλ κάτι ρίχνει στο τσάι της ξαδέλφης της που πέφτει απ’ το άλογό της αναίσθητη, σε μια ερημιά, αλλά επιζεί: την περιμαζεύουν σ’ ένα μπορντέλο. Όταν συνέρχεται κι επιστρέφει στην Αυλή,
σημαδεμένη απ’ την πτώση, η Άννα -που πίστεψε ότι εξαφανίστηκε για να την κάνει να ζηλέψει- έχει ήδη παντρέψει, παρά τα ταξικά εμπόδια, την Άμπιγκέιλ με τον βαρόνο Σάμουελ Μάρσαμ με τον οποίο είχε ήδη σχέση. Η Άμπιγκέιλ, βαρόνη Μάρσαμ πια, έχει συμμαχήσει με τον Χάρλεϊ εναντίον του,
έμπιστου της Άννας και σύμμαχου της Σάρα και του Μάρλμπορο, Λόρδου Θησαυροφύλακα κόμη Σίντνι Γκοντόλφιν. Η Σάρα παίζει το τελευταίο της χαρτί: εκβιάζει τη βασίλισσα με τα ερωτικά γράμματα που εκείνη της έχει στείλει. Το κόλπο δεν πιάνει. Η Σάρα
καίει τα γράμματα αλλά η εμπιστοσύνη της βασίλισσας έχει κλονιστεί οριστικά. Τη διώχνει απ’ την Αυλή. Η εκδίκηση της Άμπιγκείλ, που ’χει πλέον πάρει τη θέση της απόλυτης έμπιστης της καταρρέουσας βασίλισσας, ολοκληρώνεται: κατηγορεί τον Δούκα του Μάρλμπορο για καταχρήσεις και το ζευγάρι αυτοεξορίζεται απ’ την Αγγλία. Η Άμπιγκέιλ έχει θριαμβεύσει. Αλλά το εγώ της κι
η απληστία της διογκώνονται, όπως έγινε και με την Σάρα. Η Άννα το αντιλαμβάνεται κι, όταν τη βλέπει να τσαλαπατάει με χαιρεκακία ένα απ’ τα κουνέλια της, όρθια, την αναγκάζει να γονατίσει μπροστά της και τη βάζει να της κάνει μασάζ τραβώντας
την απ’ τα μαλλιά όπως την έσχατη υπηρέτρια. Ο Γιώργος Λάνθιμος για την «Ευνοούμενη» («The Favorite», 2018) είχε στα χέρια του ένα πανέξυπνο, δηλητηριώδες σενάριο γραμμένο απ’ την Ντέμπρα Ντέιβις πριν από είκοσι χρόνια, και φρεσκαρισμένο απ’ τον Τόνι ΜακΝαμάρα. Ένα σενάριο για ταινία «εποχής» με πρόσωπα που δεν είναι «εποχής» αλλά αντιδρούν, όπως θ’
αντιδρούσαν σήμερα -πρόσωπα και διάλογοι της καθημερινότητας, ενίοτε αγοραίοι- κι όπως, ίσως, θα μπορούσαν ν’ αντιδρούν, στην πραγματικότητα, τότε, κι όχι εξωραϊσμένα. Πάνω στο σενάριο αυτό οργάνωσε άψογα, με το προσωπικό του ύφος, με το πράο αλλά καυστικό, βιτριολικό χιούμορ που τον διακρίνει και με κεντρικό θέμα τα σκληρά παιχνίδια της εξουσίας, παιχνίδια στην κόψη του ξυραφιού, την ταινία του. Πλεκτάνες, ίντριγκες, συνωμοσίες, καμαρίλα συγκροτούν μια γκροτέσκα, παράδοξη, αλλόκοτη, αποδιαρθωμένη,
λοξά κοιταγμένη, μέσα απ’ τους ευρυγώνιους φακούς «μάτι ψαριού» του διευθυντή της έξοχης φωτογραφίας Ρόμπι Ράιαν και το ακριβές, επιδέξιο, γρήγορο μοντάζ του Γιώργου Μαυροψαρίδη, ταινία εποχής, με τα γκαγκς να συνταιριάζονται με σκληρούς συμβολισμούς -τα αίματα, για παράδειγμα, του πουλιού το οποίο σημαδεύει και πετυχαίνει η
Άμπιγκέιλ, που πιτσιλάνε το πρόσωπο της Σάρα στη σκοποβολή τους- απολαυστική. Το ότι δεν ανήκα, έως τώρα, στους φαν τους ύφους Λάνθιμου κάνει την εκτίμησή μου ακόμα μεγαλύτερη. Να συμπληρώσω την εξαιρετική επιλογή και χρήση των χώρων για τα γυρίσματα και, κυρίως, τα κοστούμια, που δεν είναι ακριβώς «εποχής» αλλά α λα «εποχής», στα οποία μεγαλουργεί, σ’ άσπρο-μαύρο, κυρίως, θερμά υποστηρίζοντας το αλλόκοτο ύφος του Λάνθιμου, η Σάντι Πάουελ. Ως προς τη διανομή, κι αν βρήκα την Ρέιτσελ Βάις (Σάρα) κάπως επίπεδη κι αδιάφορη, γοητεύτηκα απ’ την ερμηνεία της Έμα Στόουν (Άμπιγκέιλ) κι ακόμα περισσότερο της Ολίβια Κόλμαν (Άννα). Μ’ ένα βλέμμα βαθιά πονεμένο, μεταφορικά και κυριολεκτικά, αυτή η καημένη, καταθλιπτική γυναίκα που ’τυχε να βρεθεί σε θρόνο, αυτή η φτηνή, μικρονοϊκή
εστεμμένη κυράτσα την οποία ερμηνεύει κερδίζει την απόλυτη κατάφαση και το θαυμασμό για μια ερμηνεία σφαιρική. Εξαιρετική! Μια ταινία που την απόλαυσα. Αν πηγαίνετε να δείτε μια ορθόδοξη ταινία εποχής, αν ξεκινήσατε να δείτε ένα ιστορικό ντοκιμαντέρ για την περίοδο της βασιλείας της Άννας, γυρίστε σπίτι.
Κινηματογράφος «Odeon Starcity» / Αίθουσα 9, 17 Φεβρουαρίου 2019.
No comments:
Post a Comment