Ήταν κάποτε το Ρουσίλβο. Ένα όμορφο μακεδονίτικο χωριό, κοντά στην Έδεσσα και στη λίμνη του Όστροβου - που έχει γίνει πια Βεγορίτις. Με τα υπέροχα, τυπικής μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής, πέτρινα σπίτια του, τα παραδοσιακά λιθόστρωτά του, τις πέτρινες βρύσες του και τον κόσμο του, τον σλαβόφωνο. Ο Εμφύλιος το τσάκισε. Οι Σλαβομακεδόνες στην πλειονότητά τους εντάχτηκαν στον Δημοκρατικό Στρατό. Η ήττα τούς ξεπάτωσε: οι περισσότεροι άντρες του Ρουσίλβο, νεκροί, στην εξορία ή αυτοεξόριστοι -στην Γιουγκοσλαβία του Τίτο, συγκεκριμένα στην όμορη και ομόγλωσση Λαϊκή και στη συνέχεια Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Στο χωριό απόμειναν γυναίκες να μοιρολογούν για τους χαμένους. Και να θυμούνται την ηρωίδα τους, τη νηπιαγωγό Μίρκα Γκίνοβα που είχε γίνει Ειρήνη Γκίνου και που εκτελέστηκε μαζί με άλλους έξι συντρόφους της στα 24 χρόνια της, το 1946 -η εφημερίδα Φως» της Θεσσαλονίκης έγραφε την ίδια μέρα: «…Η ομοβροντία του αποσπάσματος εξήπλωσε καταγής τα πτώματα επτά κοινωνικών και εθνικών αποβρασμάτων».
Το χωριό, που είχε πια πάρει το όνομα Ξανθόγεια, στο πλαίσιο του βίαιου εξελληνισμού, από τη δεκαετία του ’50 άρχισε προοδευτικά να ερημώνει. Το 1986 εγκαταλείφθηκε εντελώς… Σήμερα είναι μόνο σπίτια εγκαταλειμμένα και χαλάσματα.
Αυτό είναι -ήταν- το χωριό του Ντίνε Ντόνεφ. Που έγινε Κώστας Θεοδώρου. Και ο οποίος, μουσικός διακεκριμένος πια, αντλώντας και από προσωπικά βιώματα, ηχογράφησε το 2004 -ηχογράφηση η οποία εκδόθηκε μόλις το 2010- μία «σύγχρονη βαλκανική όπερα», όπως χαρακτηρίζεται, με τον τίτλο «Rousilvo», δεύτερο μέρος μιας, ανολοκλήρωτης, ακόμα, τριλογίας που το πρώτο της μέρος φέρει τον τίτλο «Νόστος»: μία μείξη μουσικών, ηχοτοπίων και αυθεντικών ηχητικών ντοκουμέντων με αφηγήσεις από ντόπιους των γεγονότων που συγκλόνισαν το Rousilvo, όπου οι βαλκανικοί ήχοι πλέκονται με την τζαζ -τζαζ εκλεκτή- και τους αυτοσχεδιασμούς και οι έντεχνες φωνές με ηχογραφημένα παραδοσιακά τραγούδια. O Κώστας Θεοδώρου/Ντίνε Ντόνεφ δένει αυτά τα ετερογενή στοιχεία του με έξοχο τρόπο.
Με το μουσικό μέρος μπλέκονταν, σε σκηνοθεσία Τόμε Ραποβίνα -που δεν είναι παρά ένα ψευδώνυμο του συνθέτη-, κείμενα του συμπατριώτη του, ηθοποιού και συγγραφέα, Γιάννη Θωμά, κινηματογραφημένα αποσπάσματα από μία σχετική θεατρική παράσταση και βίντεο. Χωρίς να γίνει κατάχρησή τους -με μέτρο: φωτογραφίες από εποχές ευτυχισμένες, η κάμερα να κυκλοφορεί αργά ανάμεσα στα χαλάσματα του χωριού, κινηματογραφημένα στιγμιότυπα του Εμφύλιου…
Το κράμα, συγκλονιστικό. Ειδικά όταν η κάμερα πλανιέται ανάμεσα σε γκρεμισμένους τοίχους, στέγες που έχουν καταρρεύσει, κρεμασμένα στον αέρα μπαλκόνια και φουρούσια, παράθυρα που χάσκουν στο πουθενά, τσίγκινα πιάτα ριγμένα στο πάτωμα, σκεπασμένα με σκόνη, δύο κατσαρόλες ξεχασμένες, ένα ζευγάρι παρατημένες μπεκετικές μπότες, στο εγκαταλειμμένο κοιμητήριο του χωριού…, με τα πνευστά και το κοντραμπάσο που έπαιζε ο συνθέτης να θρηνούν, η συγκίνηση σε έπνιγε. Πόσο μάλλον όταν ξέρεις πως στους χωριάτες αυτούς, στους ανθρώπους αυτούς που παράτησαν το χωριό τους στον Εμφύλιο και έφυγαν στη γειτονική χώρα η οποία σήμερα ονομάζεται Δημοκρατία της Μακεδονίας ποτέ δεν τους αποδόθηκε πάλι η ιθαγένεια -και μετά τη μεταχουντική «συμφιλίωση»-, ποτέ δεν τους δόθηκε διαβατήριο, ποτέ δεν τους επιστράφηκαν οι παρατημένες περιουσίες τους, ποτέ δεν τους επιτράπηκε να ξαναδούν το χωριό τους αυτό, τα σπίτια τους, τους τάφους των ανθρώπων τους και όσοι απόμειναν στην Ελλάδα ποτέ δεν αναγνωρίστηκαν ως μειονότητα… Και πως όλα αυτά καλύπτονται από τη σιωπή.
Πέρα, όμως, από την ιστορία υπήρχε και η μουσική. Ο Κώστας Θεοδώρου με τους εξαίρετους πέντε μουσικούς που συνέπλευσαν αρμονικά μαζί του -ανάμεσά τους, ο Τάκης Φαραζής στο πιάνο-, την Λιζέτα Καλημέρη και την Μάρθα Μαυροειδή που τραγούδησαν με βαθιά μουσικότητα, την Σλάβα Πόπ’βα που δεν υπάρχει πια αλλά που ακούγαμε ηχογραφημένο το συγκλονιστικό τραγούδι της έδωσαν μία συναρπαστική συναυλία η οποία έκλεισε βουβά, με τα πλάνα από τον Εμφύλιο -σαν να ανάψαμε κεράκια.
Το συμπέρασμα. Μία παλλόμενη συναυλία, μία συγκλονιστική μαρτυρία, μία αξέχαστη βραδιά και μία -άλλη μία- τολμηρή -πολιτικά τολμηρή, ιδίως τις μέρες αυτές…- πρωτοβουλία της «Στέγης».
«Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση/Μικρή Σκηνή, 10 Μαρτίου 2016.
Είναι τραγικό να σου στερούν στον τόπο σου το απλό δικαίωμα στην ανάσα σου, να σου κλαδεύουν τα πόδια για να μην ψηλώσεις, να σου κρύβουν το φως από τα μάτια.... Γι' αυτά τα πράγματα μιλά το ρέκβιεμ του Κώστα Θεοδώρου, με πόνο και κρυφή οργή.
ReplyDeleteOOOO.....LELE LELE MAIKOOOO.......
ReplyDelete