Το έργο. Τριαντάρης Συριανός. Μεσοαστός _ στην Σύρα, τέλος 19ου αιώνα. Ερωτεύεται την Χριστίνα. Την παντρεύεται. Για να… πάψει να είναι ερωτευμένος _ δεν του αρέσει καθόλου η «κατάστασις ερωτευμένου», διατείνεται. Και όμως. Μετά από ένα οκτάμηνο εγγάμου βίου συνεχίζει να είναι ερωτευμένος με τη γυναίκα του. «Εντρέπομαι να το ομολογήσω» μας εξομολογείται _ είναι ο αφηγητής.
Πώς συνέβη αυτό; Η Χριστίνα τού βγήκε «κοκέτα» _ Η Μεγάλη Φιλάρεσκη. Οι χοροεσπερίδες, στην ημερησία διάταξη στην Σύρα κι εκείνη πανταχού παρούσα. Όλη τη μέρα να προετοιμάζεται, όλη τη νύχτα να κουράζεται χορεύοντας και όλη την επομένη να ξεκουράζεται στο κρεβάτι. Περιτριγυρισμένη _ στις χοροεσπερίδες _ από εσμό θαυμαστών. Επικεφαλής τους, ένας νεαρός φαρμακοποιός, άλλοτε ερωτευμένος μαζί της, που δεν του τη δώσανε διότι δεν είχε τα μέσα να τη συντηρήσει.
Από την βραδιά της πρώτης χοροεσπερίδας μία γεροντοκόρη που εποφθαλμιούσε το σύζυγο και ο κλασικός κερατάς του νησιού που είχε αποδεχθεί σιωπηλά και κυνικά τις απιστίες της _ μακαρίτισσας πια _ συζύγου του θα σταλάξουν το δηλητήριό τους στον σύζυγο. Ο οποίος θ’ αρχίζει να ζηλεύει και να υποπτεύεται. Πόσω μάλλον όταν η Χριστίνα τον δέχεται πολύ αραιά, πια, στην συζυγική παστάδα.
Αλλά δεν έχει τα κότσια να γίνει Οθέλος. Θα συμβιβαστεί. Μια απρόσμενη κληρονομιά θα του επιτρέψει να την έχει στα πούπουλα, άρα χωρίς κανένα παράπονο. Και επιπλέον θα καταλάβει πως η ζήλεια και η αραιές συζυγικές «συνάφειες» διατηρούν αμείωτο το πόθο του. Θα αφήσει, λοιπόν, την Χριστίνα ελεύθερη να χορεύει και, στη θέση του κορυφαίου των θαυμαστών, τον φαρμακοποιό να διαδέχονται διάφοροι _ βραχύβιοι πάντα… _ άλλοι. Μήπως έχει βρει το μυστικό της συζυγικής ευτυχίας;
Ο Εμμανουήλ Ροΐδης με το διήγημά του «Ψυχολογία συριανού συζύγου» (1894) _ πρωτοπρόσωπη αφήγηση _, έχει χαράξει, μέσα σε λίγες σελίδες, ένα αστραφτερό, πολύεδρο διαμαντάκι. Που το δηκτικό του χιούμορ, η ειρωνεία, η σατιρική φλέβα του συγγραφέα της «Πάπισσας Ιωάννας» το κάνουν να πάλλεται. Εσαεί.
Η παράσταση. Η Σοφία Καραγιάννη έδωσε στο πυκνό κείμενο τη μορφή «μονολόγου για δύο». Ο σύζυγος μονολογεί _ αυτούσιο το κείμενο του Ροΐδη, όχι «θεατροποιημένο» _ και η Χριστίνα συμμετέχει βουβά με κάποιες ελάχιστες λεκτικές παρεμβάσεις. Η κορνίζα που περιβάλει τα δυο κεφάλια στην αρχή και στο τέλος της παράστασης εν είδει σατιρικής λιθογραφίας δίνει τον τόνο σε μία παράσταση πολύ καλών ρυθμών, εύφορη, σπαρταριστή, με παραπομπές στον βουβό κινηματογράφο.
Εκείνο, πάντως, το οποίο θέλω να επισημάνω είναι ο εξαιρετικός τρόπος που η γλώσσα _ η καθαρεύουσα _ του Ροΐδη διδάχτηκε και κατεβαίνει στο κοινό: καθαρή, άψογα τονισμένη, απόλυτα χωνεμένη _ κάθε λέξη προβάλλει αυτό που σημαίνει. Ένα επίτευγμα και μάλιστα από νέους ανθρώπους μιας γενιάς που δεν έχει διδαχτεί τη γλώσσα αυτή.
Εκείνο που δεν μου άρεσε είναι το εύρημα της κυλότας της Χριστίνας. Όντως έχει βάλει στο βρακί της το σύζυγο αλλά βρήκα κάπως φτηνό τον τρόπο με τον οποίο το εύρημα χρησιμοποιείται. Το σκηνικό, επίσης, της Δέσποινας Γαμβρούδη αφήνει μία αίσθηση πρόχειρου. Καλύτερα τα κοστούμια της Αγγελικής Καραμούτσου. Κι ακόμα καλύτερες οι μουσικές του Αλέξανδρου Εμμανουηλίδη.
Ερμηνείες. Πολύ εκφραστική η Ειρήνη Μουρελάτου. Αλλά η μερίδα του λέοντος ανήκει στον Ιωσήφ Ιωσηφίδη. Μετουσιώνει θεατρικά τον κρουστό λόγο του Ροΐδη, το χιούμορ αυτό που δαγκώνει και το λεπτό υπονοοούμενο με αξιοθαύμαστη ωριμότητα. Η οποία φανερώνει πως εκτός από τάλαντο πρέπει να προηγήθηκε δουλειά επίμονη και επίπονη με τη σκηνοθέτρια.
Μία παράσταση πολύ φωτεινή.
«Θέατρο του Νέου Κόσμου» / Πάνω Χώρος, 27 Μαρτίου 2012.
Μπορείτε να δείτε και το βίντεο:
http://youtu.be/uDUaNSCkxWc
Πώς συνέβη αυτό; Η Χριστίνα τού βγήκε «κοκέτα» _ Η Μεγάλη Φιλάρεσκη. Οι χοροεσπερίδες, στην ημερησία διάταξη στην Σύρα κι εκείνη πανταχού παρούσα. Όλη τη μέρα να προετοιμάζεται, όλη τη νύχτα να κουράζεται χορεύοντας και όλη την επομένη να ξεκουράζεται στο κρεβάτι. Περιτριγυρισμένη _ στις χοροεσπερίδες _ από εσμό θαυμαστών. Επικεφαλής τους, ένας νεαρός φαρμακοποιός, άλλοτε ερωτευμένος μαζί της, που δεν του τη δώσανε διότι δεν είχε τα μέσα να τη συντηρήσει.
Από την βραδιά της πρώτης χοροεσπερίδας μία γεροντοκόρη που εποφθαλμιούσε το σύζυγο και ο κλασικός κερατάς του νησιού που είχε αποδεχθεί σιωπηλά και κυνικά τις απιστίες της _ μακαρίτισσας πια _ συζύγου του θα σταλάξουν το δηλητήριό τους στον σύζυγο. Ο οποίος θ’ αρχίζει να ζηλεύει και να υποπτεύεται. Πόσω μάλλον όταν η Χριστίνα τον δέχεται πολύ αραιά, πια, στην συζυγική παστάδα.
Αλλά δεν έχει τα κότσια να γίνει Οθέλος. Θα συμβιβαστεί. Μια απρόσμενη κληρονομιά θα του επιτρέψει να την έχει στα πούπουλα, άρα χωρίς κανένα παράπονο. Και επιπλέον θα καταλάβει πως η ζήλεια και η αραιές συζυγικές «συνάφειες» διατηρούν αμείωτο το πόθο του. Θα αφήσει, λοιπόν, την Χριστίνα ελεύθερη να χορεύει και, στη θέση του κορυφαίου των θαυμαστών, τον φαρμακοποιό να διαδέχονται διάφοροι _ βραχύβιοι πάντα… _ άλλοι. Μήπως έχει βρει το μυστικό της συζυγικής ευτυχίας;
Ο Εμμανουήλ Ροΐδης με το διήγημά του «Ψυχολογία συριανού συζύγου» (1894) _ πρωτοπρόσωπη αφήγηση _, έχει χαράξει, μέσα σε λίγες σελίδες, ένα αστραφτερό, πολύεδρο διαμαντάκι. Που το δηκτικό του χιούμορ, η ειρωνεία, η σατιρική φλέβα του συγγραφέα της «Πάπισσας Ιωάννας» το κάνουν να πάλλεται. Εσαεί.
Η παράσταση. Η Σοφία Καραγιάννη έδωσε στο πυκνό κείμενο τη μορφή «μονολόγου για δύο». Ο σύζυγος μονολογεί _ αυτούσιο το κείμενο του Ροΐδη, όχι «θεατροποιημένο» _ και η Χριστίνα συμμετέχει βουβά με κάποιες ελάχιστες λεκτικές παρεμβάσεις. Η κορνίζα που περιβάλει τα δυο κεφάλια στην αρχή και στο τέλος της παράστασης εν είδει σατιρικής λιθογραφίας δίνει τον τόνο σε μία παράσταση πολύ καλών ρυθμών, εύφορη, σπαρταριστή, με παραπομπές στον βουβό κινηματογράφο.
Εκείνο, πάντως, το οποίο θέλω να επισημάνω είναι ο εξαιρετικός τρόπος που η γλώσσα _ η καθαρεύουσα _ του Ροΐδη διδάχτηκε και κατεβαίνει στο κοινό: καθαρή, άψογα τονισμένη, απόλυτα χωνεμένη _ κάθε λέξη προβάλλει αυτό που σημαίνει. Ένα επίτευγμα και μάλιστα από νέους ανθρώπους μιας γενιάς που δεν έχει διδαχτεί τη γλώσσα αυτή.
Εκείνο που δεν μου άρεσε είναι το εύρημα της κυλότας της Χριστίνας. Όντως έχει βάλει στο βρακί της το σύζυγο αλλά βρήκα κάπως φτηνό τον τρόπο με τον οποίο το εύρημα χρησιμοποιείται. Το σκηνικό, επίσης, της Δέσποινας Γαμβρούδη αφήνει μία αίσθηση πρόχειρου. Καλύτερα τα κοστούμια της Αγγελικής Καραμούτσου. Κι ακόμα καλύτερες οι μουσικές του Αλέξανδρου Εμμανουηλίδη.
Ερμηνείες. Πολύ εκφραστική η Ειρήνη Μουρελάτου. Αλλά η μερίδα του λέοντος ανήκει στον Ιωσήφ Ιωσηφίδη. Μετουσιώνει θεατρικά τον κρουστό λόγο του Ροΐδη, το χιούμορ αυτό που δαγκώνει και το λεπτό υπονοοούμενο με αξιοθαύμαστη ωριμότητα. Η οποία φανερώνει πως εκτός από τάλαντο πρέπει να προηγήθηκε δουλειά επίμονη και επίπονη με τη σκηνοθέτρια.
Μία παράσταση πολύ φωτεινή.
«Θέατρο του Νέου Κόσμου» / Πάνω Χώρος, 27 Μαρτίου 2012.
Μπορείτε να δείτε και το βίντεο:
http://youtu.be/uDUaNSCkxWc
No comments:
Post a Comment