June 8, 2014

Του τεκέ και της μαστούρας




Μάρκος Βαμβακάρης, Ανέστος Δελιάς, Στράτος Παγιουμτζής, Γιώργος Μπάτης: «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς». Καλοκαίρι του 1934 κι ήταν αυτό το μουσικό σχήμα που έβαλε ένα λιθάρι ριζιμιό στο οικοδόμημα του μεσοπολεμικού ρεμπέτικου, όταν το είδος αυτό του λαϊκού τραγουδιού, που ξεκίνησε στο τέλος του 19ου αιώνα,  άνθιζε πια, με τις σμυρναίικες προσμείξεις μέσω των μικρασιατών προσφύγων του ’22, στον Πειραιά και τις γειτονιές του, μία από τις βασικές κοιτίδες του.
Ογδόντα χρόνια μετά η Λίνα Νικολακοπούλου είχε την ιδέα να οργανώσει ένα επετειακό αφιέρωμα, ακριβώς με τον τίτλο αυτό -«Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς»- ακριβώς εκεί κάτω στον Πειραιά, στο λιμάνι, σε μία από τις αποθήκες του ΟΛΠ. Εξαιρετική ιδέα. Γοητευτική. Πόσω μάλλον όταν μουσικά οργανώθηκε και προετοιμάστηκε κατά τον καλύτερο τρόπο. Στο πάλκο, το άνθος του είδους. Ο Στέλιος Βαμβακάρης, που εκτός από το όνομα, ως γιος του Μάρκου, έχει και τη χάρη φέροντας όλη την παράδοση του ρεμπέτικου στους ώμους του και ο Γιάννης Κούτρας -ο οποίος, εκτός από την εξαιρετική φόρμα στην οποία βρίσκεται εις πείσμα των χρόνων που πέρασαν, δεν θα μπορούσα ούτε να φανταστώ πόσο έγκυρος αποδεικνύεται και στο ρεμπέτικο, πλαισιωμένοι από τέσσερις νεότερους που πιστοποιούν πως μπορούν να συνεχίσουν το είδος με κύρος, χωρίς εκπτώσεις: Απόστολος Ρίζος, η λες και βγαλμένη από τη δεκαετία του ’30 Εβελίνα Αγγέλου, Πέτρος Μάλαμας και, πρώτος μεταξύ ίσων, ο Ζαχαρίας Καρούνης που στη φωνή του μοιάζει η δημοτική παράδοση και το βυζαντινός μέλος να συγκεράζονται μεγαλοπρεπώς στο ρεμπέτικο δίνοντάς του άλλες διαστάσεις -συγκλονιστικός ο αμανές του.
Νοσταλγική η έναρξη με την Φιλαρμονική του Δήμου Πειραιά να εισέρχεται παιανίζουσα, σφιχτοδεμένο πρόγραμμα -όπου ο τεκές και η μαστούρα μοιάζουν να είναι το κύριο αντικείμενο των τραγουδιών, με τον έρωτα να περνάει σε δεύτερη μοίρα…-, εξαιρετική ροή, άψογες οι ενορχηστρώσεις από τον Κώστα Νικολόπουλο και οι έξι τραγουδιστές να ευτυχούν, πλαισιωμένοι από ένα σύνολο έξι έξοχων αλλά και θαυμαστά δεμένων μεταξύ τους μουσικών. Η σκηνογραφική και ενδυματολογική επιμέλεια του Άγγελου Μέντη και οι φωτισμοί του Αλέκου Γιάνναρου υποστηρίζουν τη συναυλία. Δυστυχώς, όμως, δεν την υποστηρίζουν εξίσου και το θεατρικό -ή έστω κειμενικό- μέρος, όπως και το οπτικό υλικό της.
Το λάθος που έκανε η Λίνα Νικολακοπούλου το προπέρσινο καλοκαίρι στο Ηρώδειο, στο ανάλογο αφιέρωμα στον Μάρκο Βαμβακάρη «Μάρκος ο Φραγκοσυριανός», όταν το έξοχο μουσικό μέρος μπάταρε από την κακή χρήση του οπτικού υλικού, δεν της έγινε μάθημα. Και το επαναλαμβάνει.
Εδώ οι τρεις ηθοποιοί που συμμετέχουν, διαβάζουν τα κείμενά τους από το χαρτί με δυσκαμψία και σαρδάμ λόγω εμφανώς πλημμελούς προετοιμασίας. Και αν ο Σταύρος Μερμήγκης ως αφηγητής/παρουσιαστής δικαιολογείται να χρησιμοποιεί χαρτί δεν ισχύει το ίδιο ούτε για την Νένα Μεντή ούτε για τον Αλέξανδρο Τσώτση. Και οι δύο ηθοποιοί αναγκάστηκαν να «παίζουν» μεν τα κείμενά τους -καλά διαλεγμένα ιντερμέδια στη συναυλία- αλλά με το χαρτί στο χέρι σαν να πρόκειται για ραδιοφωνικό θέατρο. Κρίμα. Γιατί και ο Αλέξανδρος Τσώτσης είναι ένας ιδιαίτερα ταλαντούχος ηθοποιός που έχει υποχρεωθεί να κάνει τον βαρύμαγκα από το χαρτί και η Νένα Μεντή αφ’ εαυτής είναι συγκλονιστική στο έξοχο κείμενο μιας μικρασιάτισσας πρόσφυγα, που επίσης όμως παίζει από το χαρτί με δισταγμό και σαρδάμ. Μία ερμηνεία που, αν η κ. Μεντή δουλέψει περισσότερο το κείμενο και αποκτήσει την άνεσή του, θα άξιζε να ηχογραφηθεί και να διασωθεί.
Το οπτικό υλικό (επιμέλεια Καλλιόπη Λεγάκη, Μαρία Γεντέκου [Portolanos Films], Λίνα Νικολακοπούλου), αν και πολύτιμο, δείχνει επίσης βιαστικά, πρόχειρα και αστόχαστα μονταρισμένο.

Αν όμως, πρόπερσι, το αφιέρωμα στον Βαμβακάρη, εκτός από την άστοχη χρήση του κειμενικού/οπτικού υλικού, είχε άλλον έναν εχθρό, τον τοίχο του αταίριαστου για ρεμπέτικο Ηρωδείου, εδώ, αντιθέτως, οι δυσάρεστες εντυπώσεις διασκεδάζονται από το χώρο. Να βλέπω πίσω από το πάλκο και την ανοιχτή, θεόρατη πόρτα της αποθήκης, την  ώρα της συναυλίας, την πειραιώτικη θάλασσα και τα πλοία να αποπλέουν και να καταπλέουν -μία αίσθηση φελινική- ήταν αφοπλιστικά γοητευτική εμπειρία. Τόσο ώστε να τα συγχωρήσω όλα.
Το συμπέρασμα: Να πάτε!

Στον Οργανισμό Λιμένος Πειραιώς/Πέτρινη Αποθήκη (Πύλη Ε2), συμπαραγωγή του Ελληνικού Φεστιβάλ και του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, 7 Ιουνίου 2014.

No comments:

Post a Comment