August 27, 2021

Στο Φτερό / Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα, τα ουρλιαχτά ταιριάζουν στην Επίδαυρο;

 
«Προμηθέας δεσμώτης» του Αισχύλου. Σκηνοθεσία: Άρης Μπινιάρης 
 
Ο Τιτάνας Προμηθέας στην Τιτανομαχία  στάθηκε στο πλευρό του Δία, όταν εκείνος πάλεψε να πάρει -και πήρε- την εξουσία από τον πατέρα του, τον Κρόνο. Αλλά, όταν ο Δίας στράφηκε κατά των θνητών, ο Προμηθέας τους  βοήθησε κλέβοντας και δίνοντάς τους τη φωτιά και προσφέροντάς τους
τη γνώση. Ο  Δίας, οργισμένος, τον εξορίζει στα σκυθικά βουνά όπου διατάζει τον Ήφαιστο να τον αλυσοδέσει σε έναν βράχο. Οι Ωκεανίδες, αδελφές της μάνας του, έρχονται να του συμπαρασταθούν, μαζί με τον πατέρα τους, τον
Ωκεανό, παππού του Προμηθέα, ο οποίος αναλαμβάνει να μεσολαβήσει στον Δία. Θα περάσει, όμως, από τον τόπο του μαρτυρίου του Προμηθέα άλλο ένα θύμα της τυραννίας του Δία: η Ιώ που ο βασιλιάς των θεών την ερωτεύτηκε και, επειδή εκείνη του αρνήθηκε να σμίξουν, τη μεταμόρφωσε σε αγελάδα 
και έστειλε μία βοϊδόμυγα, έναν οίστρο, να την τρυπάει συνέχεια με το κεντρί του και να τη βασανίζει. Ο Προμηθέας θα προείπει ότι ο Δίας θα σμίξει με την Ιώ αλλά θα χάσει την εξουσία από ένα γάμο που ετοιμάζει και τότε η Ιώ θα ελευθερωθεί. Και ότι ανάμεσα στους απογόνους της θα βρεθεί εκείνος που θα τον λυτρώσει από τα δεσμά του. Ο Δίας που θα τον ακούσει θα στείλει τον Ερμή να μάθει ποιος θα είναι αυτός ο καταστροφικός γάμος. Ο Προμηθέας θα αρνηθεί να το μαρτυρήσει. Και ο ανάλγητος 
Δίας θα τον ρίξει σε ακόμα πιο επώδυνα βασανιστήρια. «Βία και τρόμος κι αδικία, η Εξουσία» θα ανακράξει ο Προμηθέας στο τέλος της τραγωδίας «Προμηθέας δεσμώτης» του Αισχύλου (τραγωδία τριλογίας που τα άλλα δύο δράματά της είναι ο «Προμηθέας λυόμενος» και ο «Προμηθέας πυρφόρος», χωρίς να είναι γνωστή η σειρά τους, ενώ παραμένει 
αχρονολόγητη -πιθανολογείται ότι έχει γραφτεί μεταξύ 467 και 458 π.Χ. και, κατά άλλη, ευρύτερη, χρονολόγηση, μεταξύ 479 και 424). Τραγωδία στατική, ρητορική, αντιεξουσιαστική, πάντως, με τον ήρωα να έχει στραφεί κατά της τυραννίας του Δία αλλά και να καυχάται και να περιαυτολογεί για όσα πρόσφερε στους θνητούς. Ο Άρης Μπινιάρης ανέβασε τον «Προμηθέα δεσμώτη» με την εμφανή πρόθεση να φωνάξει δυνατά: όπλισε τους ηθοποιούς του με χειλόφωνα, ανέβασε την έντασή τους στο μέγιστο, όπως και την ένταση της μουσικής, και, επιπλέον, τους  έβαλε 
να ουρλιάζουν -μία ροκ εκδοχή της τραγωδίας, στη γραμμή που μονίμως ακολουθεί σε όλες τις παραστάσεις του. Απόλυτα νόμιμο, αν αυτό γινόταν σε έναν οποιοδήποτε άλλο ανοιχτό ή κλειστό χώρο. Αλλά αυτό έγινε στην Επίδαυρο. Φυσικά όλα τα ταμπού, πλέον, καταρρίπτονται. Αν, όμως, η ακουστική της Επιδαύρου θεωρείται ταμπού που πρέπει να καταρριφθεί, προσωπικά το βρίσκω όχι απλώς λάθος αλλά και γελοίο: να ακυρώνεις το μεγαλύτερο πλεονέκτημα που σου προσφέρει ο χώρος. Αν, επομένως, αυτό δεν είναι προσβολή 
και βιασμός της ακουστικής του αρχαίου θεάτρου... Βέβαια, το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί γίνεται: αν γίνεται λόγω της φωνητικής αδυναμίας των ηθοποιών να αντεπεξέλθουν χωρίς ψείρες ή αν γίνεται εν όψει της περιοδείας της παράστασης σε χώρους χωρίς την ακουστική της Επιδαύρου. Εκτός και αν είναι εκ προθέσεως. Αλλά αναρωτιέμαι αν, από το σκηνοθέτη και τους λοιπούς συντελεστές, δεν γίνεται αντιληπτό ότι ο λόγος, κατά ένα μεγάλο μέρος του, χάνεται. Συχνά κατέφευγα στους ελληνικούς υπότιτλους για να καταλαβαίνω τι λένε, ειδικά ο Χορός. 
Η σκηνοθεσία χρησιμοποιώντας, λοιπόν, τη μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα, μία έξοχη μετάφραση που απαλλάσσει, αλλά με ποιητικό τρόπο, το κείμενο από τις αισχύλειες ρητορείες και μεγαλοστομίες και τονίζει την αντεξουσιαστική υφή του -που θα έπρεπε, πάντως, να χαρακτηρίζεται μάλλον ανάπλαση παρά μετάφραση καθώς ο Γιώργος Μπλάνας
αποκτά μεγάλες  ελευθερίες και το απλώνει σε πολλαπλάσιους στίχους-, σχεδίασε, με σύμβουλο δραματουργίας την Έλενα Τριανταφυλλοπούλου, μετρική ανάλυση του πρωτοτύπου Καίτης Διαμαντάκου και επιστημονική συνεργάτιδα την Κατερίνα Διακουμοπούλου, με ένταση και πολύ καλούς εσωτερικούς ρυθμούς, μία μετρική, ουσιαστικά μουσική
παράσταση, μία παρτιτούρα που θα μπορούσαν, αλίμονο, να αναδείξουν πολύ καλύτερα πιστεύω, οι φωνές γυμνές, χωρίς μικρόφωνα. Και, αισθητικά, μία «σκούρα», ομιχλώδη παράσταση, με εξπρεσιονιστική, μετααποκαλυπτική, εφιαλτική ατμόσφαιρα συναρπαστική, που παραπέμπει σε Ιερώνυμο Μπος. Βέβαια, εδώ προκύπτει το ερώτημα γιατί η Ιώ, η οιστρηλατημένη, η ξέφρενη, η καταδιωκόμενη, η καταδικασμένη στιγμή ανάπαυλας να μη βρίσκει παρουσιάζεται πάνω σε ξυλοπόδαρα και στηριγμένη 
σε πατερίτσες, τόσο  δύσκαμπτη που, στο επεισόδιό της, υπονομεύεται ο ρυθμός. Πολύ ενδιαφέρουσα η μουσική του Φώτη Σιώτα, εκτελεσμένη από τον επί ορχήστρας βιολοντσελίστα Νίκο Παπαϊωάννου, υπεύθυνο και για τα effects, αλλά με τα ντεσιμπέλ τέρμα πατημένα. Τα πολύ άχαρα
σκηνικά της Μαγδαληνής Αυγερινού, με το βράχο του Προμηθέα να θυμίζει φουγάρο που καπνίζει παλαιάς κοπής ατμόπλοιου, σώζουν οι έξοχοι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου, στους οποίους πολλά χρωστάει η παράσταση. Όπως και στα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα -έξοχο το εύρημα με τα δύο ναυτάκια που συνοδεύουν τον Ωκεανό-, στις εξαιρετικές, εντελώς πρωτότυπες μάσκες-εικαστικό γεγονός (ειδικές κατασκευές-γλυπτική Δήμητρα Καίσαρη) και στο μακιγιάζ (Εύη
Ζαφειροπούλου), που μεταφέρουν μία αόριστα σύγχρονη ροκ αίσθηση εξυπηρετώντας απόλυτα τη σκηνοθετική γραμμή. Αποτελεσματική και η κίνηση που δίδαξε η Εύη Οικονόμου. Για τους ηθοποιούς δεν μπορώ να εκφράσω ασφαλή γνώμη. Ήταν σαν να άκουγα συναυλία κλασικής μουσικής με μικροφωνική υποστήριξη τραβηγμένη στα άκρα. Ο Γιάννης Στάνκογλου ως Προμηθέας υπηρετεί τη σκηνοθετική γραμμή με δύναμη, η Ηρώ Μπέζου-Ιώ ακούγεται καθαρότερα από τους υπόλοιπους, ο Αλέκος Συσσοβίτης έχει οδηγηθεί σε ένα μετωπικό, υστερικό παίξιμο του Ωκεανού, ο Δαυίδ Μαλτέζε ικανός Ήφαιστος, 
εξυπηρετούν ο Κωνσταντίνος Γεωργαλής (Βία) και ο ίδιος ο Άρης Μπινιάρης (Κράτος), μπορώ, όμως, να πω ότι ξεχώρισα τον Ιωάννη Παπαζήση που καταφέρνει να ισορροπήσει τις εντάσεις που του ζητήθηκαν. Τρία χρόνια πριν, στην  «Στέγη» του Ιδρύματος Ωνάση συγκλονίστηκα από τις «Βάκχες» του Άρη Μπινιάρη και τις θεώρησα την καλύτερη παράσταση αυτής της τραγωδίας του Ευριπίδη που έχω δει στην Ελλάδα από το 1970. Λυπάμαι που δεν μπορώ, τώρα, να πω το ίδιο. Αλλά ο καθένας κάνει τις επιλογές του (Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας).
 
 
(Χωρίς υψηλές φιλοδοξίες το έντυπο πρόγραμμα της παράστασης, χωρίς πρωτότυπα κείμενα αλλά με ένα πλούσιο και ενδιαφέρον εράνισμα σχετικών με το δράμα του Αισχύλου κειμένων -επιμέλεια ύλης Έλενα Τριανταφυλλοπούλου. Η μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα [Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2015] κυκλοφορεί ελεύθερη στο διαδίκτυο, στο ψηφιακό αποθετήριο «Ανοικτή Βιβλιοθήκη»).
 
Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, Θέατρο «Πορεία»-Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Κρήτης, 20 Αυγούστου 2021 (Την παράσταση παρακολούθησα με δημοσιογραφική πρόσκληση που είχε την ευγένεια να μου διαθέσει απευθείας το Θέατρο «Πορεία» μέσω της κ. Σάσας Παπαχριστοπούλου, Συμβούλου Επικοινωνίας του). 

No comments:

Post a Comment