June 23, 2016

Τι Φεστιβάλ ΔΕ θέλουμε…


Το Τέταρτο Κουδούνι / 23 Ιουνίου 2016 

«Τι Φεστιβάλ θέλουμε;» ήταν το θέμα/ερώτημα της συζήτησης που οργάνωσε χτες, μ’ εκλεκτούς καλεσμένους στο πάνελ, το Ελληνικό Φεστιβάλ. Είχα αποφασίσει να πάω με ιδέες και προτάσεις και καλή διάθεση. Μετά το σκέφτηκα καλύτερα κι η διάθεσή μου χάλασε. Σκέφτηκα ότι αυτά τα γράφω απ’ το ’85 -εδώ και πάνω από 30 χρόνια- και, ε και; Θυμήθηκα και μια ανάλογη συζήτηση που ’χε οργανωθεί επί Γιώργου Λούκου,
όπου μπλα, μπλα, μπλα… και μηδέν εις το πηλίκον. Αναλογίστηκα και τι εγκλήματα διεπράχθησαν στο χώρο του Ελληνικού Φεστιβάλ -Λούκος, Φαμπρ…- τους τελευταίους έξι μήνες και την, ως συνέπεια αυτών, πλήρη απαξίωσή του. Και κατέληξα στο μάταιον του πράγματος: Ό,τι και να πούμε (-νε), δε βλέπω ν’ αλλάζει τίποτα, εφόσον οι δομές κι η νοοτροπία κι οι πρακτικές παραμένουν οι ίδιες. Πόσο μάλλον όταν αυτό το διαπιστώσαμε τώρα ακριβώς που περιμέναμε ότι κάτι μπορεί ν’ αλλάξει κάτω από μια κυβέρνηση που ένα βασικό, τουλάχιστον, τμήμα της προέρχεται απ’ την Αριστερά. Όπου άλλαξε, αλλά άλλαξε προς το χειρότερο… Εφόσον, λοιπόν, τίποτα δεν μπορεί ν’ αλλάξει στον τόπο αυτό, γιατί ν’ αλλάξει στο όποιο φεστιβάλ;
Και για να συνοψίσω εδώ την απάντησή μου στην ερώτηση «Τι Φεστιβάλ θέλουμε;» -έστω, θέλω προσωπικά: Θέλω ένα Φεστιβάλ ουσιαστικά ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ απ’ το υπουργείο Πολιτισμού και τους άσχετους, κατά κανόνα υπουργούς. Που ο διευθυντής του να επιλέγεται αξιοκρατικά και με διαφάνεια κι όχι με πολιτικά κριτήρια και με ανακατεμένους στην επιλογή του άσχετους, κρυμμένους κομματικούς παραγοντίσκους. Ένα διευθυντή που να τον αφήνουν ν’ αποφασίζει και να πράττει τελείως ελεύθερα. Που να κρίνεται για τις πράξεις του, καλλιτεχνικές και οικονομικές, από ένα Διοικητικό Συμβούλιο το οποίο ν’ αποτελούν άτομα που γνωρίζουν το χώρο κι όχι τζουτζέδες και μαριονέτες κινούμενες από κομματικά χέρια -τα εκάστοτε κομματικά χέρια. Και που, όταν κριθεί ότι δεν έπραξε σωστά, απλώς να μην του ανανεώνουν τη θητεία. Κι όχι να του στήνουν μπαμπέσικα, με πρόθυμα παπαγαλάκια, κίτρινες παγίδες για δήθεν σκάνδαλα και να ρίχνουν μελάνι σαν τις σουπιές.
Αν αυτό εξασφαλιστεί, ε, τότε, ναι, να συζητήσω περαιτέρω λεπτομέρειες για το τι Φεστιβάλ θέλουμε -έστω, θέλω εγώ, προσωπικά. Αν όχι, τότε θα συνεχίσει να ’ναι ένα Φεστιβάλ που ΔΕ θέλουμε -έστω, δε θέλω. 




(Α, ναι. Θέλουμε κι ένα Φεστιβάλ που να… παίζει. Διότι, φέτος, μια διακοπή στη μέση και μια ματαίωση της παράστασης του ΘΟΚ «Η τάξη μας» κι άλλη μια ματαίωση, χτες βράδυ, της χορευτικής παράστασης «The dog days are over», τρεις, συνολικά, σε δεκατρείς μέρες, ε, πολύ πάει. Μήπως στις παράλληλες εκδηλώσεις θα πρέπει να προσθέσουν κι ένα ευχέλαιο;).





Καστελούτσι ειν’ αυτός. Σπουδαίος δημιουργός. Εικονοπλάστης έξοχος αλλά και εικονοκλάστης. Το «Ιούλιος Καίσαρ-Σπαράγματα» που παρουσίασε στην Αίθουσα Εκδηλώσεων του Εθνικού -ιδανική επιλογή χώρου-, για το Φεστιβάλ Αθηνών, μια «δραματική παρέμβαση» με αφορμή το έργο του Σέξπιρ, ήτοι τρία, όλα κι όλα, αποσπάσματα απ’ τη σεξπιρική τραγωδία, ένα με μικροκάμερα στα εσωτερικά φωνητικά όργανα του πρώτου ηθοποιού, ένα βουβό, με παντομίμα του δεύτερου, κι ένα -ο εμβληματικός επικήδειος του Μάρκου Αντώνιου στον δολοφονημένο Ιούλιο Καίσαρα- πολύ δύσκολα ακουόμενο απ’ την τραχειοστομία του τρίτου ηθοποιού αλλά ορατό μέσω των υπερτίτλων, είχε την πνοή και την ευρηματικότητα και την αισθητική του Ρομέο Καστελούτσι. Αλλά το βρήκα πολύ λίγο, μια μπουκιά, για να μ’ ενθουσιάσει όσο οι δυο προηγούμενες παραστάσεις του που ’χω δει -απ’ τις τρεις που ’χει φέρει στην Ελλάδα, στο Φεστιβάλ Αθηνών. 


Έγραφα την περασμένη Πέμπτη 16 Ιουνίου στο «Τέταρτο Κουδούνι» για τα δεκάδες φεστιβάλ πάσης φύσεως θεάτρου, με νέες ομάδες -ή «ομάδες», διότι περιστασιακά έχουν συγκροτηθεί οι περισσότερες και στα γρήγορα έχουν βρει και κάποιο όνομα…-, τα οποία προστέθηκαν στις εκατοντάδες παραστάσεις πάσης φύσεως θεάτρου, με… άγνωστες προς το παρόν συνέπειες.
Σ’ ένα απ’ αυτά τα φεστιβάλ, μεταξύ των δεκάδων παραστάσεων που συμμετέχουν, εντόπισα στο σχετικό δελτίο Τύπου κι αυτή -αντιγράφω ακριβώς ως έχει απ’ το δελτίο Τύπου: «Εν Ατενταντ Γκοντο ή τι θα εκανα χωρις αυτο το κυμα χωρις αυτον τον ουρανο που υψωνεται πανω απο τη σκονη σ’ εναν κοσμο χωρις φωνη…» Πρόκειται, λέει, «για μια απόπειρα σκηνικής ερμηνείας του όρου Αναμονή στο έργο του Σ. Μπέκετ Περιμένοντας τον Γκοντό». Και τη μεταγραφή του γαλικού τίτλου «En Attendant Godot» σε «Εν Ατενταντ Γκοντο» (πάλι καλά που δεν τον έκαναν και Γκοντοτ…) τι τη θέλανε; Αφού επιθυμούσανε ν’ ακούγεται κάπως σαν… ξενικά γιατί δεν κρατούσαν τον πρωτότυπο; Αλλά, εφόσον έτσι θέλανε, αν δεν ξέρανε (την προφορά), δε ρωτούσανε; Αφήστε που στο δελτίο διαβάζω, επιπλέον: «Υπό το άγρυπνο βλέμμα του Μιχαήλ Μαρμαρινού». Ε, άγρυπνο σίγουρα δεν ήτανε…



Μια κορίνα, δυο κορίνες, τρεις κορίνες, τέσσερις κορίνες, πέντε κορίνες… Επιδέξια, δε λέω -αν και σαν πολύ συχνά να τους πέφτανε οι κορίνες …-, τα ζογκλερικά παιχνίδια, με μουσικό χαλί πάντως, της τετραμελούς ομάδας του ιταλού χορογράφου (αν, κι εγώ, καμιά χορογραφία δεν είδα…) Αλεσάντρο Σαρόνι που παρουσιάστηκαν στην Πειραιώς, στο Φεστιβάλ Αθηνών, ως παράσταση με τίτλο «Untitled-I Will Be There When you Will Die» (μα, αφού, τελικά, είχε τίτλο, γιατί «Untitled»;). Αλλά αναρωτήθηκα για το λόγο που υπήρχε να συμμετάσχει η -να την πω;- παράσταση, η -να την πω;- επίδειξη αυτή στο πρόγραμμα ενός φεστιβάλ. Καθώς και για το λόγο να κατεβώ, μέσα στη λαύρα, στην «Πειραιώς» και να τα βλέπω αυτά τα ζογκλερικά παιχνίδια επί 45 -άρρυθμα- λεπτά. Αφού μπορώ να τα βλέπω και στα φανάρια -στο Ζάππειο, στο Χίλτον, στην Καλλιρόης… Άσε που εκεί, όπως είπε συνάδελφος, ανάβει πράσινο και φεύγεις, ενώ εδώ έπρεπε να μείνεις 45 λεπτά…



Ενδιαφέρουσα, πάντως, βρήκα, στην «Πειραιώς» επίσης, την παράσταση των «Vasistas» πάνω στα κείμενα του Ευθύμη Φιλίππου «Απολογίες 4 και 5» σε σκηνοθεσία Αργυρώς Χιώτη. Σίγουρα μια αύρα δηθενισμού τη διέπνεε -το παράδοξο για το παράδοξο- αλλά τα κείμενα του Φιλίππου είναι πάντα έξυπνα κι έχουν χιούμορ κι η παράσταση είχε ύφος, είχε αισθητική ενδιαφέρουσα, είχε στιλ με τα πολύ ιδιαίτερα κοστούμια της Χριστίνας Κάλμπαρη -με Αμαζόνες της κλαϊστικής «Πενθεσίλειας» έκανα συνειρμούς-, είχε ρυθμούς, είχε ένα δικό της χρώμα, με τον Ανρί Κεργκομάρ να δίνει, όπως πάντα, τον κυρίαρχο τόνο μέσα απ’ την έξοχη δουλειά του στις μουσικές διασκευές και στη μουσική διδασκαλία αυτού του ιδιότυπου γυναικείου «Χορού».


Αχ, με την ευκαιρία, ναι, ΝΑΙΑΙΑΙ! Το διάβασα κι αυτό: «Της ΑργυρΟΥΣ Χιώτη». Είμαστε και πολύ λόγιοι, ε; ΝΑΙΑΙΑΙ! 


Πολύ το χαίρομαι αυτό το γαλικό «μεταμπουλβάρ». Που, ακολουθώντας τη σύγχρονη αγγλική αλλά και την αμερικάνικη «σχολή» του είδους, χωρίς να εγκαταλείψει τα ερωτικά, συνήθως, θέματά του, τα βάθυνε, βρήκε κι άλλα κι εξελίσσεται σ’ ένα θέατρο τερπνό που δε μένει, όμως, μόνο στην επιφάνεια. Αλλά κι όταν μένει, το κάνει με τόση χάρη, με τόσο χιούμορ!
Έχουμε ήδη δει, απ’ την κατηγορία αυτή, Γιασμινά Ρεζά -«Art», «Ο θεός της σφαγής», «Σε στενό οικογενειακό κύκλο» (ή «Μετά την κηδεία»), «Τρεις φορές ζωή»…-, έχουμε δει Φλοριάν Ζελέ -«Μου λες αλήθεια;», «Ο μπαμπάς»…-, μόλις είδαμε και το «Ring» της Λεονόρ Κονφινό. Κι όλα σχεδόν να κάνουν ταμειακή επιτυχία. Έτσι, προς πείσμα αυτών των εντοπίων που πιστεύουν πως η εμπορική επιτυχία ταυτίζεται με τα προστυχούλια, με τα μπινελίκια, με τη χυδαιότητα, με τα ερζάτς «αστεία», με τα εκβιασμένα χάχανα, με τη φτηνίλα, με την ποδαρίλα στα κείμενα είτε των πρωτότυπων κωμωδιών τους, είτε των διασκευών/προσαρμογών/μεταφορών τους, είτε των λογοκλοπών τους… 




Πολύ όμορφο, πολύ καλόγουστο, με πολύ γλυκά χρώματα τα θεατράκι «Ιλίσια- Βολανάκης», όπως πολύ προσεγμένα το ’χουν φρεσκάρει η Παναγιώτα κι ο Κώστας Ξενόπουλος, οι θεατρικοί παραγωγοί που ’χουν αναλάβει την τύχη του, -πέρα απ’ τη συνεπή καλλιτεχνική πορεία στην οποία το οδήγησαν τη χειμερινή σεζόν που έληξε. Αλλά και μια ένσταση: πολύ ασφυκτικά έχουν τοποθετήσει τα καθίσματα. Ειδικά εκείνη την, ουσιαστικά, κατάργηση του μεσαίου διαδρόμου έως και επικίνδυνη την εισέπραξα.

No comments:

Post a Comment