Το Τέταρτο Κουδούνι / 24 Ιανουαρίου 2012
Ενζενί τη γνώρισα _ δεκαετία του ’70 _ στη σκηνή. «Φευγάτη» ενζενί. Σιγά - σιγά, μεγαλώνοντας, η Όλια Λαζαρίδου άρχισε να παίζει πράγματα πιο νταμίστικα, πιο ρολίστικα. Πάντα με μια βαθιά ευαισθησία. Και χωρίς ποτέ να χάσει την ελαφράδα και το χιούμορ της.
Επέλεξε να λειτουργεί με το ’να πόδι έξω απ’ το κατεστημένο θέατρο, απέφυγε τις μεγαλοστομίες, τις ηχηρές σαπουνόφουσκες και τις πληκτικές κοινοτοπίες στις συνεντεύξεις της, απέφυγε τη σοβαροφάνεια, δεν πήρε ποτέ στα σοβαρά τον εαυτό της, συνεργάστηκε με νέους ανθρώπους, τόλμησε, εκτέθηκε χωρίς δισταγμούς, ο μονόλογός της _ απ’ την ίδια γραμμένος _ «Το κορίτσι μπαταρία», που τον έκανε πέρσι με σκηνοθέτη τον Ευριπίδη Λασκαρίδη, ήταν μια εκ βαθέων στιγμή της… Και, επιπλέον, κατάφερε, μέσα στην αλεστική, ισοπεδωτική μηχανή του θεάτρου ν' αποστασιοποιηθεί, ν' αδιαφορήσει ως προς το καυτό για άλλους θέμα «καριέρα» και να κρατήσει την ανθρωπιά της _ στήριξε κι οδήγησε θεατρικά, για παράδειγμα, τα παιδιά του 18 Άνω και προφανώς πολλά άλλα έπραξε και πράττει που ούτε τα γνωρίζω ούτε τα δημοσιοποιεί, απλώς διαπιστώνω με μια αγάπη να περιβάλλεται από παντού.
Φέτος, με τον ίδιο νέο σκηνοθέτη, τον Ευριπίδη Λασκαρίδη, και με τον Αντώνη Καφετζόπουλο πλάι της, η Όλια Λαζαρίδου παίζει στις «Καρέκλες» του Ιονέσκο _ στις «Ροές». Την _ κατά τον Ιονέσκο, 94χρονη _ Γριά με τ' όνομα Σεμίραμις. Βαμμένη σαν κλόουν, με μελαχρινή, πλαστική περούκα και με μια τεράστια, καραγκιοζίστικη πρόσθετη μύτη: ένας ρόλος καρατερίστικος, κόντρα σ’ ό,τι έχει κάνει μέχρι τώρα. Και τον κάνει τέλεια. Μελετημένη κίνηση, δεμένη με τη φιγούρα, γνώση του ύφους, βαθιά μελετημένος λόγος, αίσθηση της ατάκας, αίσθηση της ιονεσκικής ειρωνείας, αίσθηση του κωμικού, και, πάνω απ’ όλα, αίσθηση του ρυθμού. Απολαυστική! Απολαύστε την!
«Ο χρυσός και ο τενεκές». Με τον Κώστα Τζαβάρα. Και χιλιάδες κομπάρσους. Μια συμπαραγωγή Ν.Δ., ΠΑ.ΣΟ.Κ, ΔΗΜ.ΑΡ. Στο «Σινέ Υπουργείο Πολιτισμού». Καθημερινά. Μαζί με τις μικρού (;) μήκους «Ποιος διευθύνει το Ελληνικό Φεστιβάλ» και «Ποιος αναλαμβάνει το Εθνικό». Γέλια, γέλια, γέλια ακράτητα.
Προσεχώς, στο πλαίσιο του Αφιερώματος στην Κωμωδία: «Ιδρύω Διεθνές Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Δράματος στην Επίδαυρο και μένω στην ιστορία ως ο Νέος Περικλής». Σπαρταριστό. (Εμπνευσμένο απ’ τη μνημειώδη ατάκα του κ. αναπληρωτή υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού _ ΠΑΙ.Θ.Π.Α το λένε για συντομία και τρελαίνομαι να τ' ακούω… _ την οποία ο κ. Τζαβάρας εξεστόμισε στην περί εξαέρωσης του ΕΚΕΒΙ συνέντευξη Τύπου που οργάνωσε: «Μπορώ να καταλαβαίνω τους τενεκέδες από τα χρυσάφια»).
Έλεγε πρόπερσι πως με την _ απολαυστική θα μπορούσα να γράψω αλλά είναι αδύναμη η λέξη για να την περιγράψει _ Σαμπρίνα που ερμήνευσε στην «Τριλογία του παραθερισμού» του Γκολντόνι, στο Εθνικό _ σε σκηνοθεσία του Νίκου Μαστοράκη _, αφήνει τη σκηνή. Και πως από ’κει και πέρα θα αφοσιωνόταν στη σκηνοθεσία και στη διδασκαλία. Δεν το τήρησε η Κυρία Μάγια Λυμπεροπούλου.
Προσωπικά _ και, είμαι σίγουρος, όλο το κοινό _ αισθάνομαι πολύ ευτυχής που δεν το τήρησε. Και που θα την ξαναδώ _ και θα την ξανακούσω _ στη σκηνή. Παίζει στο Εθνικό και πάλι, στο «Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα», τη «μεταγραφή» απ’ τον Ο’Νιλ της αισχυλικής «Ορέστειας», που ανεβάζει ο Γιάννης Χουβαρδάς. Την Κυρία Μπορντέν, ένα απ’ τα μέλη του τετραμελούς (όπως τον έχει διαμορφώσει στην παράσταση, με τέσσερις πρωταγωνιστές, ο σκηνοθέτης) Χορού, κατά κάποιο τρόπο, του έργου.
Έτσι γίνεται στην Ελλάδα. Μιας επιτυχίας γενομένης, μύριοι ακολουθούν στο ίδιο μήκος κύματος, προσπαθώντας να την εκμεταλλευτούν και να την επαναλάβουν. Σαν τα σουβλατζίδικα, τις πιτσερίες, τις τσαγερίες, τις κρεπερί… Κάτι σαν επιδημία. Ιδού, λοιπόν, τώρα που το θέατρό μας ανακάλυψε τον Ίρβιν Γιάλομ. Μετά την επιτυχία «Όταν έκλαψε ο Νίτσε» των Ακύλλα Καραζήση και Νίκου Χατζόπουλου _ εξαιρετική παράσταση πάνω στο ομώνυμο μυθιστόρημα του διάσημου πια ψυχίατρου, πού δούλεψε σαν τρελή _ ο Ίρβιν Γιάλομ επανέρχεται στην ελληνική σκηνή: ο Κώστας Γάκης, που ’χει αναλάβει διασκευή και σκηνοθεσία, ανέβασε για το Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης», με πρωταγωνιστές την Ξένια Καλογεροπούλου και τον Μηνά Χατζησάββα, το διήγημά του «Ο δήμιος του έρωτα». Να προβλέψω πως σύντομα θα ’χουμε κι άλλον Γιάλομ επί ελληνικής σκηνής;
Είδα στο «Εμπορικόν» το «Κράμερ εναντίον Κράμερ» _ πολύ καλή παράσταση με καλούς ηθοποιούς, σας τα ’γραψα αναλυτικά. Πριν γράψω διαβάζω, λοιπόν, στο πρόγραμμα: «Κράμερ εναντίον Κράμερ» του Avery Corman. Βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημά του. Απόδοση Μιρέλλα Παπαοικονόμου». Ψάχνω να βρω στοιχεία για να γράψω για την παράσταση, βρίσκω για την ταινία (1979) του Ρόμπερτ Μπέντον _ με Ντάστιν Χόφμαν και Μέριλ Στριπ _ ότι το σενάριό της είναι του σκηνοθέτη βασισμένο στην ομώνυμη νουβέλα του περί ου ο λόγος Έιβερι Κόρμαν, η οποία εκδόθηκε το 1977.
Όλα καλά ως εδώ, υποθέτω πως στο πρόγραμμα με τη λέξη «απόδοση» εννοούν τη διασκευή απ’ τη νουβέλα αφού αναφέρουν το όνομα του Κόρμαν ως συγγραφέα. Αλλά διαβάζω παρακάτω, στο σημείωμα της Μιρέλλας Παπαοικονόμου: «Έτσι τώρα μπήκα σ’ έναν άλλο ‘παράδεισο’, το ΘΕΑΤΡΟ, ξεκινώντας δειλά δειλά με τη διασκευή αυτού του υπέροχου θεατρικού που με τόση επιτυχία ανέβηκε στη σκηνή και αργότερα στο σινεμά». Και μένω άναυδος. Ποιου «θεατρικού»; Καλά, η συγγραφέας, η υπογράφουσα την απόδοση, νομίζει πως απέδωσε θεατρικό κι όχι μυθιστόρημα; Κι αν υπήρξε θεατρικό του Κόρμαν, το οποίο μετατράπηκε σε νουβέλα η οποία μετατράπηκε σε ταινία, πώς και πουθενά δεν αναφέρεται; Όπου κι αν έψαξα μόνο η νουβέλα αναφέρεται και κάποιες διασκευές για το θέατρο που υπογράφουν άλλοι κι όχι ο συγγραφέας της _ όπως η γαλλική _ και που είναι πρόσφατες και, σίγουρα, όχι πριν απ’ την ταινία. Μήπως μπορώ να πάρω τη βοήθεια του κοινού; Για να καταλάβω κι εγώ ο έρ’μος; Διότι κάτι παρόμοιο σα να μ’ έχει μπερδέψει και στο παρελθόν…
Ενζενί τη γνώρισα _ δεκαετία του ’70 _ στη σκηνή. «Φευγάτη» ενζενί. Σιγά - σιγά, μεγαλώνοντας, η Όλια Λαζαρίδου άρχισε να παίζει πράγματα πιο νταμίστικα, πιο ρολίστικα. Πάντα με μια βαθιά ευαισθησία. Και χωρίς ποτέ να χάσει την ελαφράδα και το χιούμορ της.
Επέλεξε να λειτουργεί με το ’να πόδι έξω απ’ το κατεστημένο θέατρο, απέφυγε τις μεγαλοστομίες, τις ηχηρές σαπουνόφουσκες και τις πληκτικές κοινοτοπίες στις συνεντεύξεις της, απέφυγε τη σοβαροφάνεια, δεν πήρε ποτέ στα σοβαρά τον εαυτό της, συνεργάστηκε με νέους ανθρώπους, τόλμησε, εκτέθηκε χωρίς δισταγμούς, ο μονόλογός της _ απ’ την ίδια γραμμένος _ «Το κορίτσι μπαταρία», που τον έκανε πέρσι με σκηνοθέτη τον Ευριπίδη Λασκαρίδη, ήταν μια εκ βαθέων στιγμή της… Και, επιπλέον, κατάφερε, μέσα στην αλεστική, ισοπεδωτική μηχανή του θεάτρου ν' αποστασιοποιηθεί, ν' αδιαφορήσει ως προς το καυτό για άλλους θέμα «καριέρα» και να κρατήσει την ανθρωπιά της _ στήριξε κι οδήγησε θεατρικά, για παράδειγμα, τα παιδιά του 18 Άνω και προφανώς πολλά άλλα έπραξε και πράττει που ούτε τα γνωρίζω ούτε τα δημοσιοποιεί, απλώς διαπιστώνω με μια αγάπη να περιβάλλεται από παντού.
Φέτος, με τον ίδιο νέο σκηνοθέτη, τον Ευριπίδη Λασκαρίδη, και με τον Αντώνη Καφετζόπουλο πλάι της, η Όλια Λαζαρίδου παίζει στις «Καρέκλες» του Ιονέσκο _ στις «Ροές». Την _ κατά τον Ιονέσκο, 94χρονη _ Γριά με τ' όνομα Σεμίραμις. Βαμμένη σαν κλόουν, με μελαχρινή, πλαστική περούκα και με μια τεράστια, καραγκιοζίστικη πρόσθετη μύτη: ένας ρόλος καρατερίστικος, κόντρα σ’ ό,τι έχει κάνει μέχρι τώρα. Και τον κάνει τέλεια. Μελετημένη κίνηση, δεμένη με τη φιγούρα, γνώση του ύφους, βαθιά μελετημένος λόγος, αίσθηση της ατάκας, αίσθηση της ιονεσκικής ειρωνείας, αίσθηση του κωμικού, και, πάνω απ’ όλα, αίσθηση του ρυθμού. Απολαυστική! Απολαύστε την!
«Ο χρυσός και ο τενεκές». Με τον Κώστα Τζαβάρα. Και χιλιάδες κομπάρσους. Μια συμπαραγωγή Ν.Δ., ΠΑ.ΣΟ.Κ, ΔΗΜ.ΑΡ. Στο «Σινέ Υπουργείο Πολιτισμού». Καθημερινά. Μαζί με τις μικρού (;) μήκους «Ποιος διευθύνει το Ελληνικό Φεστιβάλ» και «Ποιος αναλαμβάνει το Εθνικό». Γέλια, γέλια, γέλια ακράτητα.
Προσεχώς, στο πλαίσιο του Αφιερώματος στην Κωμωδία: «Ιδρύω Διεθνές Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Δράματος στην Επίδαυρο και μένω στην ιστορία ως ο Νέος Περικλής». Σπαρταριστό. (Εμπνευσμένο απ’ τη μνημειώδη ατάκα του κ. αναπληρωτή υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού _ ΠΑΙ.Θ.Π.Α το λένε για συντομία και τρελαίνομαι να τ' ακούω… _ την οποία ο κ. Τζαβάρας εξεστόμισε στην περί εξαέρωσης του ΕΚΕΒΙ συνέντευξη Τύπου που οργάνωσε: «Μπορώ να καταλαβαίνω τους τενεκέδες από τα χρυσάφια»).
Έλεγε πρόπερσι πως με την _ απολαυστική θα μπορούσα να γράψω αλλά είναι αδύναμη η λέξη για να την περιγράψει _ Σαμπρίνα που ερμήνευσε στην «Τριλογία του παραθερισμού» του Γκολντόνι, στο Εθνικό _ σε σκηνοθεσία του Νίκου Μαστοράκη _, αφήνει τη σκηνή. Και πως από ’κει και πέρα θα αφοσιωνόταν στη σκηνοθεσία και στη διδασκαλία. Δεν το τήρησε η Κυρία Μάγια Λυμπεροπούλου.
Προσωπικά _ και, είμαι σίγουρος, όλο το κοινό _ αισθάνομαι πολύ ευτυχής που δεν το τήρησε. Και που θα την ξαναδώ _ και θα την ξανακούσω _ στη σκηνή. Παίζει στο Εθνικό και πάλι, στο «Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα», τη «μεταγραφή» απ’ τον Ο’Νιλ της αισχυλικής «Ορέστειας», που ανεβάζει ο Γιάννης Χουβαρδάς. Την Κυρία Μπορντέν, ένα απ’ τα μέλη του τετραμελούς (όπως τον έχει διαμορφώσει στην παράσταση, με τέσσερις πρωταγωνιστές, ο σκηνοθέτης) Χορού, κατά κάποιο τρόπο, του έργου.
Έτσι γίνεται στην Ελλάδα. Μιας επιτυχίας γενομένης, μύριοι ακολουθούν στο ίδιο μήκος κύματος, προσπαθώντας να την εκμεταλλευτούν και να την επαναλάβουν. Σαν τα σουβλατζίδικα, τις πιτσερίες, τις τσαγερίες, τις κρεπερί… Κάτι σαν επιδημία. Ιδού, λοιπόν, τώρα που το θέατρό μας ανακάλυψε τον Ίρβιν Γιάλομ. Μετά την επιτυχία «Όταν έκλαψε ο Νίτσε» των Ακύλλα Καραζήση και Νίκου Χατζόπουλου _ εξαιρετική παράσταση πάνω στο ομώνυμο μυθιστόρημα του διάσημου πια ψυχίατρου, πού δούλεψε σαν τρελή _ ο Ίρβιν Γιάλομ επανέρχεται στην ελληνική σκηνή: ο Κώστας Γάκης, που ’χει αναλάβει διασκευή και σκηνοθεσία, ανέβασε για το Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης», με πρωταγωνιστές την Ξένια Καλογεροπούλου και τον Μηνά Χατζησάββα, το διήγημά του «Ο δήμιος του έρωτα». Να προβλέψω πως σύντομα θα ’χουμε κι άλλον Γιάλομ επί ελληνικής σκηνής;
Είδα στο «Εμπορικόν» το «Κράμερ εναντίον Κράμερ» _ πολύ καλή παράσταση με καλούς ηθοποιούς, σας τα ’γραψα αναλυτικά. Πριν γράψω διαβάζω, λοιπόν, στο πρόγραμμα: «Κράμερ εναντίον Κράμερ» του Avery Corman. Βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημά του. Απόδοση Μιρέλλα Παπαοικονόμου». Ψάχνω να βρω στοιχεία για να γράψω για την παράσταση, βρίσκω για την ταινία (1979) του Ρόμπερτ Μπέντον _ με Ντάστιν Χόφμαν και Μέριλ Στριπ _ ότι το σενάριό της είναι του σκηνοθέτη βασισμένο στην ομώνυμη νουβέλα του περί ου ο λόγος Έιβερι Κόρμαν, η οποία εκδόθηκε το 1977.
Όλα καλά ως εδώ, υποθέτω πως στο πρόγραμμα με τη λέξη «απόδοση» εννοούν τη διασκευή απ’ τη νουβέλα αφού αναφέρουν το όνομα του Κόρμαν ως συγγραφέα. Αλλά διαβάζω παρακάτω, στο σημείωμα της Μιρέλλας Παπαοικονόμου: «Έτσι τώρα μπήκα σ’ έναν άλλο ‘παράδεισο’, το ΘΕΑΤΡΟ, ξεκινώντας δειλά δειλά με τη διασκευή αυτού του υπέροχου θεατρικού που με τόση επιτυχία ανέβηκε στη σκηνή και αργότερα στο σινεμά». Και μένω άναυδος. Ποιου «θεατρικού»; Καλά, η συγγραφέας, η υπογράφουσα την απόδοση, νομίζει πως απέδωσε θεατρικό κι όχι μυθιστόρημα; Κι αν υπήρξε θεατρικό του Κόρμαν, το οποίο μετατράπηκε σε νουβέλα η οποία μετατράπηκε σε ταινία, πώς και πουθενά δεν αναφέρεται; Όπου κι αν έψαξα μόνο η νουβέλα αναφέρεται και κάποιες διασκευές για το θέατρο που υπογράφουν άλλοι κι όχι ο συγγραφέας της _ όπως η γαλλική _ και που είναι πρόσφατες και, σίγουρα, όχι πριν απ’ την ταινία. Μήπως μπορώ να πάρω τη βοήθεια του κοινού; Για να καταλάβω κι εγώ ο έρ’μος; Διότι κάτι παρόμοιο σα να μ’ έχει μπερδέψει και στο παρελθόν…
No comments:
Post a Comment