July 21, 2013

Τίνος είναι το παιδίον, ας ερωτηθεί το αιδοίον…




Το έργο. Ο Δημέας, μεσήλικας αθηναίος πολίτης του τέλους του 4ου π.Χ. αιώνα _ σε μία Αθήνα πολύ πια διαφορετική από την κλασική… _, χήρος προφανώς αλλά ερωτικά ενεργός ακόμη, σπιτώνει μία εταίρα με το όνομα Χρησίς η οποία, αν και σε θέση παλλακίδας, συμπαθής ούσα, κερδίζει όλους και γίνεται ουσιαστικά η νοικοκυρά του σπιτιού του. Αλλά μένει έγκυος _ από τον Δημέα. Ο οποίος δεν το ξέρει γιατί λείπει σε μακρινό ταξίδι στον Εύξεινο Πόντο με το γείτονά του, τον Νικήρατο.
Και άλλα, όμως, θα συμβούν κατά τη μακριάς διάρκειας απουσία τους. Ο νεαρός Μοσχίων, ψυχογιός του Νικήρατου, ένα βράδυ κεφιού σμίγει με τη νεαρή Πλαγγόνα, κόρη του Νικήρατου, η οποία επίσης μένει έγκυος. Η Χρυσίς γεννάει αλλά το μωρό της πεθαίνει. Οπότε, ιδού η ευκαιρία! Για να καλυφθεί το σκάνδαλο, της δίνουν το παιδί που γεννάει τις ίδιες μέρες η Πλαγγόνα, ώστε να το παρουσιάσει ως το δικό της μέχρι τα πράγματα να ξεκαθαρίσουν.
Τα πράγματα, όμως, αντί να ξεκαθαρίσουν, μπλέκονται περισσότερο. Όταν οι δύο πατεράδες γυρίσουν, αν και τα έχουν στο μεταξύ συμφωνημένα να παντρέψουν τα παιδιά τους οπότε όλα μέλι – γάλα, ο Δημέας, που τα παίρνει στο κρανίο με το μωρό που το θεωρεί νόθο και θέλει να διώξει την Χρυσίδα αλλά ο Μοσχίων τον συγκρατεί, κρυφακούει μία δούλα και επιπλέον μαθαίνει πως το παιδί που μεγαλώνει η Σαμία Χρυσίς είναι παιδί του Μοσχίωνα _ χωρίς να μάθει πια είναι η μάνα. Και ενώ οι προετοιμασίες του γάμου είναι στο φουλ, γίνεται Τούρκος και όντως τη διώχνει από το σπίτι του. Ο Νικήρατος της δίνει άσυλο στο δικό του. Αλλά όταν μαθαίνει, υποτίθεται, τι έχει συμβεί σπάει το γάμο και τσακώνεται χοντρά με το φίλο του τον Δημέα γιατί του έκρυψε την «αλήθεια». Η πραγματική αλήθεια, βέβαια, κάποια στιγμή θα αποκαλυφθεί. Ο Νικίας την αποδέχεται. Και παρά ένα κόλπο που τους στήνει ο Μοσχίων για να εκδικηθεί τους δύο πατεράδες για τα προβλήματα που δημιούργησαν, τελικά το χάπι εντ φτάνει ακάθεκτο: ο γάμος πραγματοποιείται.
Η «Σαμία» (χρονολογείται, χωρίς ασφάλεια, μεταξύ 315 και 309 π.Χ.) είναι από τα ελάχιστα σωζόμενα έργα του Μένανδρου και της Νέας Αττικής Κωμωδίας της οποίας ήταν ο κύριος εκπρόσωπος. Και δίνει, παρά τους αρκετούς στίχους της που δεν έχουν διασωθεί, μία καλή εικόνα των ηθών της εποχής της. Αποτελώντας δείγμα αντιπροσωπευτικό των έργων που πέρασαν στο νεότερο ευρωπαϊκό θέατρο μέσω των Λατίνων Πλαύτου και Τερέντιου για να οδηγήσουν στις κωμωδίες ηθών του Μολιέρου και του Γκολντόνι _ βασικός κρίκος ο Μένανδρος. Δεν διαθέτει το λυρισμό ούτε την εκρηκτική δύναμη των κωμωδιών ενός ποιητή όπως ο Αριστοφάνης, η πέμπτη πράξη κάπως πλατειάζει αλλά το έργο είναι ανάλαφρο και διαθέτει αυτό που σήμερα ονομάζουμε χιούμορ.
Η παράσταση. Βέβαια το έργο δεν θα έλεγε πολλά πράγματα σήμερα αν δεν υπήρχε η μετάφραση του ποιητή Γιάννη Βαρβέρη. Ο Γιάννης Βαρβέρης αναλόγισε τη γλώσσα του Μένανδρου με την απλή καθαρεύουσα συμπληρώνοντας τα κενά του έργου και γουστόζικα στολίζοντάς το με εμβόλιμα στάσιμα ενός Χορού του οποίου στερείται και με τραγούδια. Μία απλή καθαρεύουσα που αυτομάτως ανέδειξε το χιούμορ του κειμένου πέρα από το καθαυτό χιούμορ του μεταφραστή, λεπτό και αβρό _ «Τίνος είναι το παιδίον / ας ερωτηθεί το αιδοίον»…. Ο σκηνοθέτης Εύης Γαβριηλίδης έπλευσε πάνω σ’ αυτή την εύφορη πλατφόρμα και την εκμεταλλεύτηκε δεόντως τοποθετώντας το έργο στις αρχές του 20ου αιώνα, χρόνια της Μπελ Επόκ. Η παράστασή του ήταν δροσερή, ανάλαφρη και χαριτωμένη αγγίζοντας την οπερέτα και τη μουσική κωμωδία. Παρά τις κάποιες κοιλιές από άποψη ρυθμού και παρά το εύρημα του ο Μάγειρος να εμφανιστεί σαν κραγμένη της επιθεώρησης, που το βρήκα ένα φάλτσο στην όλη λεπτή σκηνοθετική γραμμή. Η πάροδος με τον Χορό πάνω στα ποδήλατα, συναρπαστική.
Σε εξαίρετη στιγμή του ο Γιώργος Ζιάκας υπέγραψε ένα καλόγουστο ασπρόμαυρο σκηνικό, φωτισμένο σωστά από τον Γιώργο Κουκουμά, και ένα υπέροχο σύνολο κοστουμιών όπου οι πινελιές των χρωμάτων συνδυάζονται με τρόπο τουλάχιστον γοητευτικό. Ο Μιχάλης Χριστοδουλίδης, επίσης, συντονίστηκε στο όλο πνεύμα της παράστασης. Οι μουσικές του δένονταν γερά με το σύνολο. Ένστασή μου, το φινάλε: βρήκα τη μουσική του πολλή αργή, χωρίς ενέργεια, πλαδαρή, εντελώς ακατάλληλη για φινάλε. Αποφασιστικός παράγοντας στην επιτυχία της παράστασης, η χορογραφία του Ισίδωρου Σιδέρη: ευφάνταστη, καλόγουστη, με μία ευγένεια σχεδιασμένη αλλά και με ενέργεια που κάλυπτε τα όποια κενά ρυθμών της παράστασης.
Οι ερμηνείες. Ικανοποιητικότατες παρουσίες ο Προκόπης Αγαθοκλέους, η Θέα Χριστοδουλίδου και η Άννα Γιαγκιώζη. Βρήκα κάπως αδύναμο τον Δημήτρη Αντωνίου. Η Νιόβη Χαραλάμπους, παρά το μικρό της ρόλο, έδειξε πως όντως διαθέτει το τάλαντο που είχα διαπιστώσει παλαιότερα. Ο Σταύρος Σταυρινίδης, ηθοποιός ικανός, εδώ έμοιαζε χωρίς ενέργεια ενώ η φωνή του και οι ανάσες του καθόλου δεν τον βοηθούσαν στον ανοιχτό χώρο. Έριχνε τη δυναμική της παράστασης στις σκηνές του. Ο Σταύρος Λούρας έχει χιούμορ αλλά σε ένα ρόλο που ήδη διδάχτηκε κραυγαλέα υπερέβαλλε χωρίς μέτρο, χωρίς έλεγχο, χωρίς γούστο. Η Στέλα Φυρογένη είναι μία ηθοποιός με διαπιστωμένο τάλαντο, γνώμη την οποία επιβεβαίωσα βλέποντάς την στον _ περιοριοσμένο αν και επώνυμο _ ρόλο της Χρυσίδος / Σαμίας.
Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, αν και χωρίς πείρα στο θεάτρο, καθώς το άφησε για τη μουσική μόλις το ξεκίνησε με ακριβώς το ρόλο αυτό, είκοσι χρόνια πριν, έδωσε απολαυστικά, με αποχρώσεις, με καλή κίνηση και με χιούμορ, τον μαζεμένο, λίγο… χλεχλέ Μοσχίωνα. Ο Κώστας Δημητρίου ήταν, όμως, εκείνος που κυριάρχησε. Ηθοποιός με μέγεθος, με όγκο, με σκηνικό κύρος _ κυρίαρχος στο σανίδι _, με χιούμορ, αμεσότητα και με πείρα μεγάλη, ακμαιότατος, έδωσε τον Δημέα απολαυστικά, με αυτοέλεγχο, κλείνοντας το μάτι στο κοινό αλλά ποτέ με φτηνά μέσα. Και έκλεψε την παράσταση.
Το συμπέρασμα. Επρόκειτο για αναβίωση, με κάποιες αλλαγές στη διανομή, της προ εικοσαετίας επιτυχημένης παράστασης του Εύη Γαβριηλίδη, την οποία είχα δει κρατώντας ζωηρές αναμνήσεις _ επικίνδυνο για τη σύγκριση. Ομολογώ πως, παρά κάποιες αντιρρήσεις μου, δεν με απογοήτευσε. Το αντίθετο: την απόλαυσα. Θα σας τη συνιστούσα, αν δεν είχε ολοκληρώσει τον κύκλο της. Κρίμα.

Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου, Φεστιβάλ Επιδαύρου, 20 Ιουλίου 2013.

1 comment:

  1. Κρίμα που ο σκηνοθέτης άλλαξε μόνο το σκηνικό κ λίγο τα κοστούμια. Γιατί κατά τα άλλα η παράσταση ήταν ίδια με αυτήν που έκανε στην Θεσσαλονίκη εγκαινιάζοντας το Βασιλικό Θέατρο πριν 12 χρόνια. Το θεωρώ τραγικ Κρίμα για το ΘΟΚ. Δυστυχώς ή ευτυχώς στην Επίδαυρο κατεβαίνουν κ Θεσσαλονικείς....

    ReplyDelete