«Ο συνεργός» του Γιώργου Χριστοδούλου / Σκηνοθεσία: Γιώργος Χριστοδούλου
Ένα χωριό, κάπου στην επαρχία, αρχές της δεκαετίας του 2000. Ο Αποστόλης ζει με τη γυναίκα του, την Τασούλα, μία ήσυχη ζωή. Ο Θάνος, όμως, ο ξάδερφός του ο αγαπημένος, «ερωτευμένος» και σε σχέση με την Βίκυ, φίλη της
Τασούλας, «δεν περνάει μαζί της καλά». Γιατί τη ζηλεύει. Και της κάνει τη ζωή δύσκολη. Τσακώνονται, χωρίζουν, τα ξαναφτιάχνουν, τσακώνονται και πάλι... Ώσπου, μία μέρα, ενώ η Βίκυ κοιμάται στο σπίτι του, ψάχνει στο κινητό της και βρίσκει ένα sms από κάποιον άλλον άντρα. Την ξυπνάει, διαπληκτίζονται και τη σκοτώνει -τη στραγγαλίζει. Πανικόβλητος, αποφασίζει
να μην παραδοθεί στην αστυνομία αλλά να εξαφανίσει το πτώμα. Δεν μιλάει σε κανέναν παρά μόνο στον Αποστόλη που τον έχει «σαν αδερφό του» -εκεί αρχίζει το έργο. Και τον πιέζει να τον βοηθήσει Και ο Αποστόλης, όσο και αν αντιδρά και αρνείται στην αρχή, τελικά, τον βοηθάει. Θα γίνει ο συνεργός του. Στο χωριό πιστεύουν ότι η Βίκυ το έσκασε με κάποιον άλλο, διαδίδεται η φήμη ότι κάποιος, κάπου, κάποτε την είδε στην Θεσσαλονίκη και αρχίζουν να την κακολογούν. Ως «ελαφρών ηθών». Ο Αποστόλης -που ο «αγαπημένος ξάδερφος» τον εκβιάζει πια- ζει έναν εφιάλτη. Η γυναίκα του το αντιλαμβάνεται και προσπαθεί να τον ελαφρώσει. Τελικά, θα της εξομολογηθεί τι συνέβη. Η Τασούλα αποφασίζει να φύγει από κοντά του, για την Αθήνα αλλά γυρίζει πίσω πριν ξεκινήσει. Για να του σταθεί -τον αγαπάει. Και ξέρει πως δεν πρέπει να μιλήσει. Το ασήκωτο
βάρος μεταφέρθηκε από το φονιά στον Αποστόλη και από τον Αποστόλη στην Τασούλα. Η μάνα της Βίκυς, η κυρία Γεωργία, την ψάχνει απεγνωσμένα και
πιστεύει πως η Τασούλα, η οποία ήταν η κολλητή της, ξέρει πού είναι το κορίτσι που «έχει εξαφανιστεί». Και την πιέζει να της μιλήσει. Δεν αντέχεται αυτό. Η κοπέλα αρχίζει να σαλτάρει. Ενώ ο δολοφόνος, ελαφρά τη καρδία, εμφανίζεται στα κανάλια ως πληγωμένος και προδομένος και ανήσυχος, κάνοντας έκκληση στην Βίκυ «να γυρίσει». Τελικά η αστυνομία θα τον εντοπίσει και ο Θάνος θα ομολογήσει και θα συλληφθεί. Μαζί και ο Αποστόλης, ως συνεργός. Η ζωή όλων έχει γίνει συντρίμμια. Η μάνα της Βίκυς θα επιτεθεί -και με το δίκιο της- στην Τασούλα που δεν της μίλησε. Όταν, όμως, εκείνη προσπαθήσει να της εξηγήσει το γιατί -γιατί αγαπούσε τον άντρα της και προσπαθούσε να τον σώσει-, το τρομερό δίλημμα που αντιμετώπιζε η κοπέλα θα
μαλακώσει λίγο τη μάνα. Μοιάζει η αποδοχή και η τόσο δύσκολη συμφιλίωση να είναι κοντά (;). Ο ηθοποιός Γιώργος
Χριστοδούλου, με το πρώτο έργο του που βλέπει τα φώτα της σκηνής, τον «Συνεργό», δείχνει ικανότητες υπολογίσιμες. Ο τρόπος που αντιμετωπίζει το θέμα με το οποίο καταπιάνεται, θέμα καυτό με τις αλλεπάλληλες γυναικοκτονίες των τελευταίων χρόνων, καθώς υιοθετεί το ρεαλισμό, δεν φτάνει σε μεγάλο βάθος αλλά είναι έξυπνη: μετατοπίζει τον άξονα από το φόνο και το θύτη στο συνεργό και στα διλήμματα που υψώνονται αδυσώπητα για εκείνον και τη γυναίκα του. Χαρακτηρίζει με επάρκεια τα τέσσερα πρόσωπα και έχει πολύ καλή αίσθηση της σκηνικής οικονομίας -ούτε στιγμή δεν πλατειάζει. Το έργο, καλά συμπυκνωμένο,
με διαλόγους άμεσους, δεν γίνεται μελοδραματικό αλλά σε παγώνει -είναι αμείλικτο: μία τραγωδία με πολύ σκληρή κάθαρση. Εκεί, όμως, που, εγώ τουλάχιστον, εντοπίζω, την επιτυχία της παράστασης, είναι η σκηνοθεσία την οποία έχει αναλάβει ο ίδιος ο Γιώργος Χριστοδούλου -ο
συγγραφέας. Σε ένα σκηνικό λιτό, φτωχό θα έλεγα αλλά σωστό -θα ήθελα, όμως, πιο απτό και το δωμάτιο του Θάνου-, φωτισμένο από την Ναυσικά Χριστοδουλάκου, σκηνικό που, μαζί με τα, επίσης, σωστά κοστούμια υπογράφουν ο Αλέξανδρος Γαρνάβος και η Τζίνα Ηλιοπούλου, ο σκηνοθέτης
φαίνεται να έχει δουλέψει πολύ προσεκτικά με τους ηθοποιούς του, τους έχει δέσει καλά, οι ρυθμοί είναι έξοχοι, οι παύσεις είναι εκφραστικότατες, γεμάτες. Και τα ευρήματά του με τα χώματα -το δοχείο με τα χώματα που σκάβει με τα χέρια ο
Αποστόλης βρομίζοντάς τα και σημειολογώντας το θάψιμο της κοπέλας, τα χώματα που, συγκλονιστικά, ξεχύνονται από τη ρωγμή στον τοίχο, η γλάστρα που ξεριζώνει στην απόγνωσή της η εγκλωβισμένη στη σιωπή Τασούλα- και με τα βίντεο από τις παλιές καλές μέρες που αντιστικά ξεσκίζουν την τρέχουσα πραγματικότητα του έργου -αξίζουν τη μνεία. Εκείνα, πάντως, που δεν θα ξεχάσω είναι η αρχή, με το παλιό, χαρούμενο βίντεο από κάποια γενέθλια της Βίκυς (βίντεο Δομνίκη Μητροπούλου, Αλέξης Ορφανίδης) που σιγά-σιγά δίνει τη θέση του, κοκαλώνοντας το θεατή, στην αργή είσοδο των συντριμένων προσώπων και το βαθιά συγκινητικό φινάλε -η μάνα που πάει να φύγει, αφού έβγαλε όλη την πίκρα και την οργή της στην Τασούλα, σταματάει, αφού εκείνη της απολογήθηκε, μεγάλη σιωπή, και, μετά, της λέει για το φυτό που η Τασούλα έχει ξεριζώσει ότι μπορεί να ξαναπιάσει, γονατίζουν και οι δύο πάνω από τη
γλάστρα, απλώνουν ένα χέρι η καθεμία στο χώμα της αλλά, όταν της Τασούλας το χέρι πάει να αγγίξει της μάνας, εκείνη το τραβάει απότομα -δεν είναι εύκολη η συγχώρεση... Τα τραγούδια α καπέλα που ακούγονται, σε μουσική επιμέλεια Γιάννη Λατουσάκη, από τη σπαρακτική φωνή της Αθηνάς Σακαλή -η οποία συμμετέχει και στο βίντεο- δίνουν πρόσθετη ώθηση στην παράσταση και την απογειώνουν. Οι τέσσερις ηθοποιοί -ο ίδιος ο Γιώργος Χριστοδούλου ως Θάνος, αν και θα ήθελα πιο σύνθετη την ερμηνεία του, η Μαρία Προϊστάκη (Τασούλα), η Φανή Παναγιωτίδου (έξοχη η σκαμμένη μάσκα της σπαρασσόμενης Κυρίας Γεωργίας) στηρίζουν
αποφασιστικά την παράσταση, με κορυφαίο τον Χρήστο Κοντογεώργη (Αποστόλη, με απολύτως πειστική την εσωτερίκευση των τόσο αντιφατικών συναισθημάτων που τον βασανίζουν). Δείτε την παράσταση αυτή! (Φωτογραφίες: Δομνίκη Μητροπούλου).
(Έντυπο πρόγραμμα για την παράσταση δεν υπάρχει).
Θέατρο «Επί Κολωνώ» / Κεντρική Σκηνή, «Θεατροχώρος», 21 Φεβρουαρίου 2023.
No comments:
Post a Comment