«Στρέλλα» του Μιχάλη Παρασκάκη, λιμπρέτο (Πάνος Χ. Κούτρας-Παναγιώτης Ευαγγελίδης) Αλεξάνδρα Κ* / Μουσική διεύθυνση: Κωνσταντίνος Τερζάκης / Σκηνοθεσία: Γιώργος Κουτλής.
Σε ένα χωριό της Αρκαδίας ο εννιάχρονος, ορφανός από μάνα, Λεωνίδας, που μεγάλωσε με τη γιαγιά του, έχει δει τον Γιώργο, τον πατέρα του, να σκοτώνει το θείο του -τον αδελφό της μάνας του-, όταν τον έπιασε να «πειράζει» το παιδί. Ο Γιώργος δικάστηκε, καταδικάστηκε και τώρα, δεκαπέντε χρόνια μετά,
αποφυλακίζεται. Είναι στα 48 του. Σε ένα φτηνό ξενοδοχείο της Ομόνοιας συναντάει την Στρέλλα. Εκδιδόμενη τρανς. Που λατρεύει την Μαρία Κάλλας. Δημιουργούν μία παθιασμένη ερωτική σχέση. Ο Γιώργος, όμως, ψάχνει και το γιο του που στα 14 του έφυγε από το χωριό. Ένας καλοθελητής του λέει πως έγινε «τραβεστί» στην Αθήνα. Εκείνος κάτι ψυλλιάζεται. Και ρωτάει την Στρέλλα. Και μαθαίνει την αλήθεια: είναι ο Λεωνίδας, ο γιος του. Και το χειρότερο: ή Στρέλλα ήξερε πως είναι ο πατέρας της. Ήθελε να τον ξαναδεί και, όταν έμαθε ότι αποφυλακίζεται, στήθηκε έξω από τη φυλακή και τον είδε. Και,
μετά, επιδίωξε να τον γνωρίσει. Και, μετά, τον ερωτεύτηκε. Αιμομιξία! Μοιάζει αδιέξοδο. Αποδεικνύεται πως δεν είναι. Αποφασίζουν να ζήσουν μαζί. Σπάζοντας κάθε ταμπού. Και το έργο τελειώνει σχεδόν σουρεαλιστικά, παραμονή Πρωτοχρονιάς. Όπου όλοι μαζί, χαρούμενοι, γιορτάζουν -η Στρέλλα,
ο Γιώργος, οι τρανς φίλες ης Στρέλλας, ένας αποφυλακισμένος φίλος του Γιώργου που στη φυλακή ήταν εραστής του έως και η ηλικιωμένη τρανς, η Μαίρη, που έχει πεθάνει από καρκίνο. Μία πολύ αλλιώτικη, αντισυμβατική οικογένεια. Η τολμηρή ταινία «Στρέλλα» (2009) του Πάνου Χ. Κούτρα, σε σενάριο δικό του και του Πάνου Ευαγγελίδη, σενάριο που, πιθανόν, έχει αντλήσει, αλλά με
πρίσμα αισιόδοξο και απελευθερωμένο, από την ιαπωνική ταινία «Η πένθιμη παρέλαση των ρόδων» (1969) του πρωτοπόρου Τοσίο Ματσουμότο ο οποίος, με τη σειρά του, άντλησε από τον «Οιδίποδα τύραννο» του Σοφοκλή, μεταπλάστηκε σε «όπερα δωματίου». Από τον Μιχάλη Παρασκάκη, σε προσεκτικά ισορροπημένο λιμπρέτο της Αλεξάνδρας Κ*. Βρίσκω τον όρο «όπερα δωματίου» καταχρηστικό. Θα προτιμούσα «μουσικό θέατρο». Δεν έχει, πάντως, αυτό σημασία. Σημασία έχει ότι ο συνθέτης ακολουθεί τις διακυμάνσεις των σχέσεων διακριτικά, ευφάνταστα και
ευρηματικά, σε σύγχρονη μουσική γλώσσα, εμπλέκοντας στη ροή τον «Χωρισμό» του Αττίκ -η σκηνή στο γκέι μπαρ/κλαμπ με drag show «Κούκλες»- και δύο δημοφιλείς άριες -«Sempre libera» από την «Τραβιάτα» του Βέρντι και «Vissi d’ arte» από την «Τόσκα» του Πουτσίνι- που τραγουδάει η «Κάλλας» της Στρέλλας και χωρίς να διστάσει στο φινάλε να καταφύγει στο -πολύ ταιριαστό για την περίσταση- μιούζικαλ. Ο ικανότατος Γιώργος Κουτλής ανέλαβε
τη σκηνοθεσία αλλά επρόκειτο να περάσει από πολλές δυσκολίες, με βασική την αναγκαστική επιλογή που επέβαλε, όταν είχαν αρχίσει οι δοκιμές, για λόγους δικαιωματισμού, η ΛΟΑΤ+ κοινότητα, τρανς γυναίκας για τον επώνυμο ρόλο. Τρανς γυναίκα με φωνή λυρικών προδιαγραφών δεν βρέθηκε. Οπότε η λύση που επινοήθηκε ήταν να προστεθεί μία Μαρία Κάλλας, ως alter ego της Στρέλλας, η οποία την λατρεύει, επί σκηνής, στενά δεμένη μαζί
της. Το εύρημα -η «Κάλλας» να είναι η «φωνή» της Στρέλλας- έχει επιτυχία και λειτουργεί αλλά περιορίζει την Στρέλλα σχεδόν σε βουβό πρόσωπο που, κάποιες στιγμές, ατάκες της εμπλέκονται με το τραγούδι της «Κάλλας». Κατά τα άλλα, η παράσταση έχει καλούς ρυθμούς και μερικές πολύ καλές
στιγμές, με κορυφαία την πολύ συγκινητική «πορτοκαλί» σκηνή, με μικρή χορωδία των τρανς, της κηδείας της τρανς Μαίρης, φίλης αγαπημένης, κάτι σαν αποκούμπι της Στρέλλας -που έπασχε από καρκίνο και που επιθυμία της ήταν, όταν πεθάνει, να τη στολίσουν μόνο με πορτοκαλί τριαντάφυλλα. Η Εύα Μανιδάκη έχει σχεδιάσει ένα ικανοποιητικό σκηνικό όπου κυριαρχούν οι καμπύλες και όπου το απαραίτητο κιτς δεν ενοχλεί, όπως -ακόμα περισσότερο- και στα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη: σε φωτεινά, αισιόδοξα χρώματα που, αντιστικτικά, μέσα στα ημίφωτα, κατακλύζουν τη σκηνή και που ,μαζί με τις γιρλάντες οι οποίες πέφτουν, από την οροφή, στο πάρτι, επιβάλλουν την αισθητική της παράστασης. Η Φένια Αποστόλου που υπογράφει την επιμέλεια της κίνησης και τη χορογραφία και ο Νίκος Βλασόπουλος, με τα ταιριαστά ημίφωτα που σχεδίασε με τους φωτισμούς του, συμβάλλουν στο αποτέλεσμα.
Ο Κωνσταντίνος Τερζάκης έχει αναλάβει τη μουσική διεύθυνση της μικρής ορχήστρας με απόλυτη επάρκεια. Η διανομή, πολύ δουλεμένη, είναι, σε γενικές γραμμές, αποτελεσματική, με βασικό παράγοντα τον μπασοβαρύτονο Διονύση Τσαντίνη, άνετο και πειστικότατο Γιώργο. Ο κόντρα τενόρος Νίκος Σπανάτης (Άλεξ), αν και κάπως δύσκαμπτος, ο ευλύγιστος τενόρος Γιάννης Φίλιας (Αντώνης, Μπάτσος Α΄, Γιούρι), ο τενόρος Νικόλας Μαραζιώτης (Νίκος, Μπάτσος Β΄), ο μπάσος Γιώργος Ρούπας
(Κουλουκούσης) ανταποκρίνονται με επάρκεια. Πολλοί ικανοποιητικές, οι τρανς Βικτωρία Τσιτουρίδου-Μάγια ως Βίλμα και, κυρίως, η Ιωάννα Ζαμ-Πέτρου ως Μαίρη και εξαιρετική η Ντραγκ περφόρμερ Νίνα Νάη. Ο χορευτής Αλέξανδρος Σταυρόπουλος χορεύει καλά τον Σκίουρο στα όνειρα του
Γιώργου και η μέτζο Αναστασία Κότσαλη, ως «Κάλλας» τα καταφέρνει καλά φωνητικά. Αχίλλειος πτέρνα της παράστασης, η Λέττα Κάππα που κλήθηκε, κάτω από κατεπείγουσες συνθήκες, να
αναλάβει τον επώνυμο ρόλο -ο δικαιωματισμός πρέπει να θέτει και κάποια όρια... Χωρίς γνώσεις, χωρίς φωνή λυρικά ασκημένη, σχεδόν αχρηστευμένη, σχεδόν βουβή, περιφέρεται ερασιτεχνικά και αμήχανα αλλά δεν ενοχλεί. Μία παράσταση με πολλά θετικά στοιχεία αλλά με πίεση προετοιμασμένη -και αυτό φαίνεται. Αν της δοθεί η ευκαιρία να ξαναπαιχτεί -άρα και να ξαναδουλευτεί- την επόμενη σεζόν, πιστεύω ότι μπορεί να ωριμάσει και τα αποτελέσματα να είναι πολύ πιο ολοκληρωμένα (Φωτογραφίες: Ανδρέας Σιμόπουλος).
(Εξαιρετικό το -δίγλωσσο, ελληνικά και αγγλικά, στα βασικά- πρόγραμμα της παράστασης -υπεύθυνος έκδοσης, επιμέλεια ύλης Χαράλαμπος Γωγιός-, με πολύ ενδιαφέροντα κείμενα).
Εθνική Λυρική Σκηνή / «Εναλλακτική Σκηνή», Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», 7 Φεβρουαρίου 2023.
No comments:
Post a Comment