«Ηλέκτρα» του Σοφοκλή / Σκηνοθεσία: Θάνος Παπακωνσταντίνου
Η Ηλέκτρα, στην φερώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή (χρονολογείται, πιθανόν, περί το 412 με 411 π.Χ.), σε βαθύ πένθος, ταμένη στην εκδίκηση του φόνου του πατέρα της Αγαμέμνονα, βασιλιά των Μυκηνών, όταν επέστρεψε απ’ την εκστρατεία στην Τροία, φόνου που διέπραξαν η μάνα της Κλυταιμνήστρα κι ο εραστής της Αίγισθος, οι οποίοι τώρα
βασιλεύουν, περιθωριοποιημένη, σχεδόν δούλα πια στο ανάκτορο, αναγνωρίζει και υποδέχεται ως εκδικητή τον αδελφό της Ορέστη που η Κλυταιμνήστρα είχε απομακρύνει για ν’ αποφύγει τις συνέπειες κι ο οποίος φτάνει με τεχνάσματα, για να πάρει πίσω το
αίμα του πατέρα τους με αίμα, όπως ο Απόλλων του έχει υποδείξει:σκοτώνει μάνα κι εραστή και αποκαθιστά (;) την τάξη στον Οίκο των Ατρειδών. Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου εκλήθη απ’ το Εθνικό Θέατρο να σκηνοθετήσει -για πρώτη φορά στην Επίδαυρο- τη μια απ’ τις δυο παραστάσεις-συμμετοχές του στο φετινό Φεστιβάλ. Η επιλογή αυτή, παρά το
ρίσκο της, πιστεύω ότι δικαιώνει το Εθνικό. Ο νεαρός σκηνοθέτης διάλεξε το δρόμο του στιλιζαρίσματος ρίχνοντας, μέσα στον περίγυρο αυτό, μια Ηλέκτρα σχεδόν νατουραλίστικη, σχεδόν ριχαρντστραουσική. Από μια χοάνη, μια μήτρα -έξοχο το πάλλευκο σκηνικό της Νίκης Ψυχογιού, υπηρετεί απόλυτα την παράσταση- εκβράζονται τα πρόσωπα αυτά του μύθου για να τελέσουν τη λειτουργία των δυο
φόνων. Στα λευκά, ως αδελφές νοσοκόμες του Μεγάλου Πολέμου, που περιβάλλουν, περιθάλπουν μια Ηλέκτρα άρρωστα εμμονική, στα όρια της παράκρουσης, τα κορίτσια του Χορού, σε μια απόλυτη γεωμετρία που σπάζει στο τέλος, όταν πετούν τα λευκά
για να μείνουν με γκρίζα, στα μαύρα, ως μοναχοί, ο Παιδαγωγός κι ο Πυλάδης που σύρουν τον φασκιωμένο και με κλειστά τα μάτια Ορέστη στο σκοπό που του έχει υπαγορεύσει ο Απόλλωνας για να τον λύσουν και να του βγάλουν το μαύρο πανί απ’ τα μάτια πριν γίνει ο εκούσιος/ακούσιος εκτελεστής, με πολυτελή κοστούμια που παραπέμπουν στο γιαπωνέζικο θέατρο η Κλυταιμνήστρα, ο
Αίγισθος κι η περίφοβη Χρυσόθεμις, με τονισμένα ειρωνικά στοιχεία το ζευγάρι της εξουσίας, κινούνται (σχεδιασμός κίνησης Χαρά Κότσαλη) αργά, υπνωτικά ως από άλλο πλανήτη, ως σε άλλη σφαίρα -τη σφαίρα του μύθου-, σε μια τελετουργία που περιβάλλει τη σπαρασσόμενη Ηλέκτρα. Κι όσο το έργο προχωράει προς την κάθαρση, που τελικά δεν έρχεται, η Ηλέκτρα ακολουθεί αντίστροφο δρόμο: πασαλείβεται όλο και
περισσότερο με λάσπες που απλώνονται και στον Ορέστη. Τον ίδιο, αντίστροφο δρόμο που ακολουθεί κι όλη η παράσταση -το λευκό μαυρίζει, βρομίζει. Με το λόγο της έξοχης, ελεύθερης μετάφρασης του Γιώργου Χειμωνά να της ταιριάζει γάντι, με τη μουσική του Δημήτρη Σκύλλα, παιγμένη ζωντανά και με έμφαση στα κρουστά, να την αγκαλιάζει δυναμικά -ειδική μνεία για τη μουσική διδασκαλία του εξαιρετικού επιπέδου Χορού στην Μελίνα
Παιονίδου-, με τους φωτισμούς της Χριστίνας Θανάσουλα λειτουργικούς, με τα ετερογενή κοστούμια -επίσης της Νίκης Ψυχογιού-, κατά περίεργο τρόπο, να δένουν θαυμαστά -συγκλονιστικό της Κλυταιμνήστρας, με τη μακριά ουρά που
παραπέμπει σε ερπετό- η σοφόκλεια «Ηλέκτρα» του Παπακωνσταντίνου προτείνει μια καινούργια ανάγνωση άξια μνείας. Πολύ σπλάτερ κι άτυχο μου φάνηκε το φινάλε, με το κομμένο κεφάλι της Κλυταιμνήστρας, η σκηνή, όμως, της αναγνώρισης, με την Ηλέκτρα και τον Ορέστη να τρέχουν ολόγυρα, να μην τολμούν ν’ αγκαλιαστούν αλλά ν’ αγγίζουν μόνο τ’ ακροδάχτυλά τους,
μολονότι η παράσταση αποφεύγει τη συγκίνηση, δε με συγκίνησε απλώς, με συγκλόνισε -για ανθολογία. Κι αν βρήκα κάπως λίγο, στον Πρόλογο ιδίως, τον καλό Αλέξανδρο Μαυρόπουλο, σχετικά
άπειρη, σωστή, πάντως, την Ελένη Μολέσκη (Χρυσόθεμις) και με μέγεθος αλλά κάπως εμφατικό στους τονισμούς του -λέξη-λέξη- τον Νίκο Χατζόπουλο (Παιδαγωγός), η ηγεμονική, έξοχα κινούμενη Μαρία Ναυπλιώτου κι ο -αγνώριστος- Χρήστος
Λούλης, ως Κλυταιμνήστρα κι Αίγισθος αντίστοιχα, με ικανοποίησαν απόλυτα καθώς επιδέξια ισορρόπησαν στην κόψη του γκροτέσκο. Ο Μάριος Παναγιώτου κάνει αισθητή τη βουβή παρουσία του ως Πυλάδης. Θα μείνω, όμως, περισσότερο στην Αλεξία Καλτσίκη: με φωνή «γδαρμένη», με ρυθμούς ε-ξαι-ρε-τι-κούς, εναλλασσόμενους, με φωνητικές μεταπτώσεις, με απότομες συγκοπές στο λόγο της, στεγνωμένη πια απ’ το πένθος και το κλάμα, ερμηνεύει την Ηλέκτρα απ’ τα σπλάχνα της, με μια ένταση υπεράνθρωπη. Μια ερμηνεία συγκλονιστική. Ναι, έχουν εκφραστεί αντιρρήσεις αλλά εγώ, προσωπικά, σας συνιστώ να δείτε την παράσταση. Αν ήμουν Εθνικό Θέατρο θα την
κρατούσα στο ρεπερτόριο και θα την προωθούσα εκτός Ελλάδος (Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή).
Θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη», Φεστιβάλ «Στη Σκιά των Βράχων», Εθνικό Θέατρο, 14 Σεπτεμβρίου 2018.
No comments:
Post a Comment