Ο Μεχμέτ. Ένας απεγνωσμένος στα βουνά του Πόντου. Μέσα στην ερημιά. Σήμερα. Σε ένα άθλιο καλύβι, με τη γυναίκα, τη μάνα του και τους δύο γιους του -ένας έφηβος και ένα αυτιστικό παιδάκι-, τα ζώα τους -ένας ταύρος, μία αγελάδα που γεννάει ένα μοσχαράκι, μία κατσίκα, ένας γάιδαρος, λίγες κότες, ο σκύλος τους…-, ένας λύκος που τριγυρνάει, βουνά απόκρημνα, ξερόβραχοι αλλά και δάση και από πάνω ένας ουρανός πάντα σκοτεινός, σύννεφα που κατεβαίνουν μέχρι τις κορυφές, ομίχλες, βροχή, λασπουριά, χιόνια… Φτώχια, μιζέρια, αθλιότητα, χαμοζωή… Και μία φύση πανέμορφη που οι άνθρωποι, όμως, δεν μπορούν να της αντισταθούν -σαν να τους καταπίνει, σαν να γίνονται κουκίδες


με «Το κρύο της Τραπεζούντας» (2015) -που το είδα στον «Μικρόκοσμο»- συνθέτει ένα αργόσυρτο, συγκλονιστικό κινηματογραφικό ποίημα. Μεγάλης ομορφιάς -συναρπαστική η φωτογραφία των Τζεβαχίρ Σαχίν και Κιουρσάτ Ουρεσίν- και βαθιάς συγκίνησης.
Τα 20 τελευταία από τα 130 λεπτά της ταινίας με παρέπεμψαν στον «Κλέφτη ποδηλάτων» του ντε Σίκα -το κλεμμένο ποδήλατο εδώ είναι ο χαμένος ταύρος. Δεν λείπουν ούτε οι αναφορές στους Έλληνες του Πόντου και στο ποντιακό έθιμο των Μωμό(γ)ερων που εδώ περνούν ως τέρατα μέσα από ένα παραμύθι που η Γιαγιά αφηγείται στα εγγόνια της, ούτε τα ερείπια ενός μοναστηριού «που έκτισαν Έλληνες αλλά οι Τούρκοι το έκαψαν στον πόλεμο». Το κλάμα μου ήταν καθαρτήριο. ΔΕΙΤΕ την ταινία αυτή! Οπωσδήποτε.
No comments:
Post a Comment