Το έργο. Ο
Προμηθέας έκλεψε τη φωτιά από τους θεούς και την έδωσε στους ανθρώπους. Ο Δίας,
αν και ο Προμηθέας τον έχει ευεργετήσει, τον τιμωρεί. Δίνει διαταγή στον
Ήφαιστο να τον καρφώσει με αλυσίδες στα βράχια του Καυκάσου. Ο δεσμώτης πια
Τιτάνας εξιστορεί στις Ωκεανίδες που έρχονται να του συμπαρασταθούν τα δεινά
του και προσπαθεί να αποτρέψει τον πατέρα τους, τον Ωκεανό, να μεσολαβήσει στον
αμείλικτο Δία υπέρ του για να μην πέσει και ο ίδιος σε δυσμένεια.
Μία άλλη βασανισμένη εξαιτίας
του Δία, η Ιώ, που ο θεός την πόθησε, έσμιξε μαζί της και κατόπιν τη μεταμόρφωσε
σε αγελάδα για να τη γλιτώσει από τη ζήλια και την οργή της Ήρας, της γυναίκας του,
αλλά εκείνη έστειλε έναν οίστρο να την βασανίζει και να την καταδιώκει, έρχεται να εξιστορήσει τα δικά
της πάθη. Ο Προμηθέας προφητεύει το δύσκολο μέλλον της, τους ατελείωτους
δρόμους που έχει ακόμα να κάνει η οιστρηλατούμενη αλλά και πως ένας απόγονός
της είναι εκείνος που θα τον λυτρώσει. Προφητεύει επίσης πως ο Δίας θα έχει το τέλος
του πατέρα του, του Κρόνου, και του πατέρα του πατέρα του, του Ουρανού: θα
εκπέσει του θρόνου του και θα συντριβεί. Αφορμή, ένας γάμος που θα κάνει.
Ο Ερμής θα φτάσει σταλμένος
από τον Δία για να εκμαιεύσει ποιον γάμο εννοεί ο Προμηθέας. Αλλά εκείνος θα
αρνηθεί να μιλήσει. Ο Δίας εξαπολύει, τότε, εναντίον του όλα τα στοιχεία της
φύσης ενώ ο Προμηθέας κραυγάζει: «Άδικα πάσχω».
Ο «Προμηθέας δεσμώτης»,
τραγωδία αρχαϊκής μορφής, που, αν και υπάρχουν κάποιες αμφισβητήσεις, αποδίδεται
στον Αισχύλο και που χρονολογείται από ορισμένους γύρω στο 460 π.Χ. πάσχει, με
τα σημερινά δεδομένα, από υπέρμετρη στατικότητα χωρίς να παύει να αποτελεί ένα
έργο υψηλής ποιητικής πνοής και μεγάλου μεγέθους.
Η παράσταση. Από τη στατικότητα αυτή που το βαρύνει προσπάθησε να ελαφρύνει το έργο ο
σκηνοθέτης Έκτορας Λυγίζος. Με υπέρμετρη κινητικότητα. Με τους ηθοποιούς να
πηδούν σαν τα κατσίκια από πατάρι σε πατάρι του σκηνικού. Κινητικότητα που
νομίζω πως δεν καρποφόρησε.
Επιπλέον η άποψή του, αν κατάλαβα
καλά, ήταν να δώσει στην παράσταση το ύφος παράστασης σχολικής -σχόλιο, ίσως,
για την πρωτιά του στην Επίδαυρο. Την άποψη, πέρα από την είσοδο του θιάσου
συντεταγμένου, με συντονισμένο βήμα και ντυμένου με κοστούμια που παρέπεμπαν σε
ιδιωτικό σχολείο, πέρα από τους απόηχους κομέντια ντελ άρτε (μακιγιάζ Ιωάννας
Λυγίζου) που διέκρινα, ενίσχυε ο τρόπος εκφοράς του λόγου που ο σκηνοθέτης επέλεξε
να διδάξει: στακάτος, με χτυπήματα σε όλες τις λέξεις, σπασμωδικός, με ήχους
Λευτέρη Βογιατζή, με πολλές χειρονομίες, με μούτες. Η ηθελημένη αυτή αφέλεια, με
τονισμούς και μεταπτώσεις κωμωδίας, οδηγούσε σε ιλαρά αποτελέσματα σαν οι
ηθοποιοί να σχολίαζαν, να κορόιδευαν ένα κείμενο το οποίο θεωρούσαν υπερβολικό
και αστείο. Που είναι, αν αντιμετωπιστεί έξω από τις παραμέτρους της εποχής
στην οποία γράφτηκε.
Με αποκορύφωμα το επεισόδιο της Ιώς -από τα πιο δύσκολα,
αν όχι το πιο δύσκολο, στο αρχαίο ελληνικό δραματολόγιο, με ισορροπίες στην
κόψη του ξυραφιού-, το οποίο παίχτηκε με παιδικές φωνούλες και με τσιρίδες σαν κωμικό
σκετσάκι -πολύ απλοϊκή αντιμετώπιση. Η εκφορά αυτή πιστεύω πως οδηγούσε στην
πλήξη και εμπόδιζε το κείμενο (μέσα από τη μετάφραση του Παναγιώτη Μουλλά, την
καταλληλότερη, ίσως, για το εγχείρημα, καθώς σέβεται τα μεγέθη του Αισχύλου
αλλά τα φέρνει σε πιο ανθρώπινα, σημερινά μέτρα, που χρησιμοποίησε ο σκηνοθέτης,
μετάφραση, πάντως, την οποία προσάρμοσε και διασκεύασε -δεν γνωρίζω σε τι
κλίμακα) να κατεβεί στο κοίλον.
Ο Έκτορας Λυγίζος επέλεξε
επίσης μία ομαδικότητα, κοντινή στην χορικότητα που επέλεξε ο Δημήτρης Καραντζάς
για την «Ελένη» του. Ο κάθε ρόλος ερμηνευόταν από δίδυμο ηθοποιών που έβγαιναν
από το σύνολο/Χορό και που συνεξέφεραν το λόγο ή τον μοιραζόταν -κάποτε και μία
λέξη ο ένας, μία ο άλλος. Όσο για τον επώνυμο ρόλο-άξονα, ο Προμηθέας της παράστασης
ήταν ένα γιγαντιαίων διαστάσεων ξύλινο ομοίωμα ξαπλωμένο στην ορχήστρα που την
καταλάμβανε σχεδόν ολόκληρη. Σ’ αυτό το ομοίωμα-Προμηθέα απευθυνόταν οι
ηθοποιοί -αν όχι εύρημα αμηχανίας, τι;- και απλώς το ομοίωμα είχε, ομοίως, δύο
«φωνές» αλλά διαφορετικού φύλου, μία αρσενική και μία θηλυκή. Το εύρημα, όμως,
της συνεταιρικής ανάθεσης των ρόλων, που εγώ τουλάχιστον δεν κατάφερα να το
δικαιολογήσω, μαζί με τον τρόπο εκφοράς, κατακερμάτισαν το κείμενο και ισοπέδωσαν,
κατά τη γνώμη μου, εντελώς τους ηθοποιούς που περιορίστηκαν σε απλούς εκφωνητές
με κάποια παραξενίσματα. Ο σκηνοθέτης επεδίωξε, καθώς δεν χρησιμοποίησε καθόλου
μουσικές, να προβληθεί από μόνη της η μουσικότητα του λόγου. Εκείνο, όμως, που
εγώ εισέπραξα ήταν η πληκτική μονοτονία.
Η Κλειώ Μπομπότη υπέγραψε ένα
σκηνικό κάπως χοντροκομμένο που επιπλέον δεν ήταν αντιληπτό από τις χαμηλότερες
σειρές των κερκίδων αλλά τα κοστούμια της είχαν προσωπικό στιλ και ήταν
καλόγουστα. Επαρκείς οι φωτισμοί του Δημήτρη Κασιμάτη, δεν έκαναν ιδιαίτερα
αισθητή την παρουσία τους.
Οι ερμηνείες.
Η διανομή συγκέντρωσε μερικούς καλούς έως εξαιρετικούς ηθοποιούς -Δήμητρα
Βλαγκοπούλου, Τζίνα Θλιβέρη, Μιχάλης Κίμωνας, Άννα Μάσχα, Θάνος Τοκάκης, Γαλήνη
Χατζηαπασχάλη- που, όμως, αυτοκτόνησαν. Υπηρετώντας, όπως όφειλαν, τη σκηνοθεσία,
ισοπεδώθηκαν πλήρως και εξαφανίστηκαν. Κορυφαίο παράδειγμα, η διαπιστωμένα
σπουδαία Στεφανία Γουλιώτη -η θηλυκή φωνή του Προμηθέα. Αδυνατώ παντελώς να
καταλάβω, όταν μπορείς να έχεις την
Γουλιώτη στο θίασο, γιατί να μην την εκμεταλλευτείς αλλά αντίθετα να διχοτομείς,
χωρίς αποχρώντα λόγο, το ρόλο και να την εξαφανίζεις. Πόσω μάλλον όταν την
ανδρική, δίδυμη φωνή του Προμηθέα είχε την απρονοησία να αναλάβει ο ίδιος ο
σκηνοθέτης Έκτορας Λυγίζος ο οποίος έπαιξε με ερασιτεχνικά μέσα -με φλυαρία των
χεριών και αδύναμη φωνή- σαν να έπαιζε σε παράσταση για παιδιά προκαλώντας μία ανισορροπία
στο δίδυμο. Ήταν η πρώτη φορά που είδα την Στεφανία Γουλιώτη ουσιαστικά
ανύπαρκτη.
Το συμπέρασμα.
Πολύ λυπάμαι αλλά απογοητεύτηκα. Η παράσταση είχε φρεσκάδα, είχε μόχθο, είχε
σοβαρότητα αλλά μηδενικά, κατά τη γνώμη μου, αποτελέσματα. Αυτό καθόλου δεν
σημαίνει ότι δεν την προτιμώ από οποιοδήποτε αναμάσημα με αυτόματο πιλότο
παραστάσεων που υποτίθεται ακολουθούν την παράδοση (ποια παράδοση;).
Αρχαίο θέατρο
Επιδαύρου, ομάδα «Grasshopper», Φεστιβάλ Επιδαύρου, 12 Ιουλίου 2014.
Αι δύο τελευταίαι προτάσεις σώζουν τον κύριον Giorgos Sarigiannis. Αλλιώς θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι είναι ένας φανατικός ειδωλολάτρης της αθάνατης νεοελληνικής φόρμας του στόμφου.
ReplyDeleteΑναρωτιέμαι για ποιο λόγο υπάρχει στην αρχή μια περιγραφή του δράματος, σε στιλ βικιπαίδεια. Τρελαίνομαι από τους επαγγελματίες κριτικούς θεάτρου αυτής της χώρας που δεν έχουν ούτε τις στοιχειώδεις γνώσεις περί αναλύσεως και κριτικής μιας παραστάσεως.
Κύριε Σάρη *επιτρέψτε μου να σας αποκαλώ έτσι*,
σας προτείνω το παρακάτω βιβλίο για λίγο μετεκπαίδευση, για να ξέρετε την επόμενη φορά που σας πάνε τα 4. Υπάρχει και στα Αγγλικά, αν δεν καταλαβαίνετε Γερμανικά.
http://www.amazon.de/gp/offer-listing/3886612848/ref=sr_1_1_olp?ie=UTF8&qid=1405414657&sr=8-1&keywords=postdramatisches+theater&condition=used
Ξέρω, θα με περάσετε για καμιά ειρωνικιά, αλλά αυτό με το βιβλίο το εννοώ, σας το προτείνω με ειλικρίνεια.
Φιλιά από τη Βρεφοσαλάτα.
ΥΓ. Αφήστε μια φορά τον κύριο Λυγίζο να κάνει τη δουλειά του, χωρίς να πείτε την πατάτα σας. Μη ζηλεύετε που είναι τόσο όμορφος.
δεν δέχεται σχόλια ο κος Σαρηγιάννης;
ReplyDeleteΒρίσκω το κείμενό σας και σχεδόν ΟΛΕΣ τις παρατηρήσεις σας ΑΝΗΘΙΚΕΣ.
ReplyDelete