September 27, 2012

Εδώ Μπίτολα! Εδώ Μπίτολα! 6. Μέρα (μου) πέμπτη: Φινάλε χωρίς εξάρσεις



Μπίτολα, 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη», Πέμπτη, πέμπτη μου μέρα και τελευταία. Χωρίς καμιά έκΜπίτολα, 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη», τέσσερις προβολές: Τετάρτη, τέταρτη μέρα μου και η καλύτερη.


Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους Διαγωνιστικό:«Στην επίσημη» του Άντριου Κάβανα (Αυστραλία): Μια τελετή αποφοίτησης με μακάβρια εξέλιξη. Τολμηρό αλλά, κατά τη γνώμη μου, άτεχνο. «Ενθάρρυνση στο DIY» του Κόχε Γιόσνο (Ιαπωνία). Ένας νέος άντρας, ενθουσιώδης του Do It Yourself, τα Σαββατοκύριακά του πριονίζει, καρφώνει, ακονίζει… στην ταράτσα του. Μια γυναίκα θα εμφανιστεί από το πουθενά και θα του ζητήσει να της μάθει την τέχνη. Το φινάλε είναι αιφνιδιαστικό και άγριο. Ενδιαφέρουσα ιδέα αλλά μέτρια εκτέλεση. «Αποσπάσματα από ένα ταξίδι» του Λιονέλ Μουζέν (Γαλία). Ένα ζευγάρι εραστών πάει εκδρομή με το αυτοκίνητο του άντρα στο δάσος. Η εκδρομή έχει μυστηριώδεις εξελίξεις. Επίσης ενδιαφέρουσα ιδέα αλλά κάπως θολή η εκτέλεση. «Μαρμελάδα σήμερα» του Σάιμον Έλις (Ενωμένο Βασίλειο). Οι πρώτες εφηβικές σεξουαλικές ανησυχίες ενός αγοριού ξυπνούν σε μια εκδρομή με τους γονείς του. Ο Έλις μέσα σε 14 λεπτά ολοκληρώνει με χιούμορ, εσωτερικότητα και οικονομία αυτό που θέλει να αφηγηθεί έχοντας επιλέξει σωστά και καθοδηγώντας άψογα το αγόρι και τους ηθοποιούς του. Εξαιρετικό! «L Train» της Άννα Μούσο (ΗΠΑ).  Η αρνητικότητα μιας αφροαμερικανής έφηβης που ζει τη μίζερη ζωή της στο Σικάγο εξανεμίζεται όταν συναντάει στις σκάλες του μετρό ένα κορίτσι με σοβαρό κινητικό πρόβλημα. Πολύ ενδιαφέρον το ταινιάκι, με κάμερα ουσιαστικά ερευνητική, αλλά το φινάλε του το αποδυναμώνει με μια πολύ γλυκερή χριστιανική αντίληψη περί του «καλού». «Πίσκεσα» των Κίραν Μπρους και Ντάνκαν Μπρους (Γαλία). Ένα κοριτσάκι, που έχει στερηθεί την αγάπη και τα χάδια _ η μάνα του έχει πεθάνει, ο πατέρας αλκοολικός _ και που ζει μέσα στη μοναξιά και τη σιωπή, κάνει καλύτερο φίλο του ένα τεράστιο φορητό ραδιόφωνο που κουβαλάει παντού και πάντα μαζί του. Αυτά όμως δεν διαρκούν πολύ… Το τέλος βρίσκεται μέσα στο νερό. Οι αδελφοί Μπρους έχουν δημιουργήσει μια τρυφερή, βαθύτατα ευαίσθητη, πεντακάθαρη ταινία μικρού μήκους μπλέκοντας και στοιχεία animation, χωρίς διαλόγους, μόνο με αφήγηση στα αγγλικά σε ομοιοκατάληκτο στίχο σαν να αφηγούνται ένα μελαγχολικό παραμύθι με τον τρόπο των παραμυθιών του Όσκαρ Ουάιλντ. Η μικρή Ζόι Τέρνερ αφοπλιστική. «Ράφα» του Ζουάου Σαλαβίζα (Πορτογαλία). Ο δεκατριάχρονος Ράφα προσπαθεί να συναντήσει σ’ ένα αστυνομικό τμήμα τη μάνα του που την έχουν συλλάβει _ προφανώς την έμπλεξε ο φίλος της. Δεν είναι εύκολο... Η αδερφή του φτάνει κι εκείνη έξω από το τμήμα και αφήνει στην άπραγη αγκαλιά του το _ χωρίς πατέρα; _ μωρό της επιχειρώντας να δει εκείνη τη μάνα της. Ο νεαρός σκηνοθέτης δίνει με δύναμη μια φέτα ζωής, οδηγεί πολύ καλά τον αγόρι, πολύ δυνατή η ταινία αλλά το φινάλε μου φάνηκε αδέξια ανοιχτό (Ο Βάσκου Βιάνα τιμήθηκε για τη φωτογραφάι του με την Μικρή Χρυσή Κάμερα 300 για Ταινία Μικρού Μήκους).


Πρόγραμμα Ντοκιμαντέρ. Η δεύτερή μας παρουσία στο Φεστιβάλ: «Δ. Σούτσου 21, Αθήνα» της Εύας Στεφανή (Ελλάδα), και πάλι από τη σειρά ντοκιμαντέρ «Docville» της ΕΡΤ. Το μικρό νοσοκομείο «Αγία Ελένη» κοντά την πλατεία Μαβίλη, οι ασθενείς _ ηλικιωμένοι οι περισσότεροι _, οι αλλοδαπές «αποκλειστικές», το προσωπικό με τις καλές και τις δύσκολες, ενόψει επαπιλούμενης συγχώνευσης, στιγμές του, οι χωρίς φράγκο μετανάστες που παζαρεύουν στο θυρωρείο μια θέση στον ήλιο του νοσοκομείου… Η Εύα Στεφανή με διακριτικότητα, με σεβασμό αλλά και με χιούμορ βλέπει τον μικρόκοσμο αυτόν σ’ ένα ντοκιμαντέρ συμπαθητικό, φτιαγμένο για την τηλεόραση. Μόνο που μερικές στιγμές μου φάνηκαν στημένες _ σκηνοθετημένες. «Μπίτολα, γενέτειρά μου» του Γιασίν Αλί Τουρκερί (Τουρκία). Tο τραγούδι «Μπίτολα, γενέτειρά μου» είναι ο εθνικός ύμνος της Μπίτολα. Ένα τραγούδι πασίγνωστο σ’ ολόκληρη την πρώην Γιουγκοσλαβία, με δεκάδες ίσως και εκατοντάδες εκτελέσεις.
Το οποίο συνέθεσε ο Χαϊρί Ντεμίροβσκι (1927 – 2009), ένας Τούρκος της πολυπολιτισμικής Μπίτολα _ Μαναστίρ την αποκαλεί ο ίδιος στην ταινία _, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Ο Ντεμίροβσκι, ένα φτωχόπαιδο με εξαιρετική φωνή, που έγινε τραγουδιστής και συνθέτης περίπου ογδόντα τραγουδιών, το 1955 επέστρεψε στις ρίζες του, στην Τουρκία, όπου και έζησε το υπόλοιπο της ζωής του. Ο Τουρκερί εκεί τον ανακάλυψε, τον πρόλαβε εν ζωή και συνέθεσε το ντοκιμαντέρ αυτό χρησιμοποιώντας πλούσιο οπτικό υλικό που ανακάλυψε _ συγκινητική η επίσκεψη / επιστροφή του Ντεμίροβσκι στη γενέθλια πόλη του το 2000 _ αλλά και πλήθος εκδοχές του τραγουδιού που αποτελεί πια μέρος της ντόπιας παράδοσης, οι οποίες διατρέχουν την ταινία. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα δεν εκτοξεύεται αλλά η προβολή της στο συγκεκριμένο Φεστιβάλ σίγουρα ήταν γεγονός.



«The Wholly Family» του Τέρι Γκίλιαμ (Ενωμένο Βασίλειο, / Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους Διαγωνιστικό). Νάπολι κι ένα ξινό ζευγάρι πλούσιων Αμερικανών με τον δεκάχρονο γιο τους βολτάρει. Σ’ ένα μαγαζί με κούκλες ο πιτσιρικάς γουστάρει έναν Πουλτσινέλα. Οι γονείς αρνούνται να του τον αγοράσουν. Ο πιτσιρικάς θα τον κλέψει και θα τον κρύψει. Κι όταν πέσει για ύπνο θα τον βάλει πλάι στο κρεβάτι του. Κι ο Πουλτσινέλα θα ζωντανέψει. Τι κι αν είναι όνειρο; Ένα εικοσάλεπτο στιλιστικό αριστούργημα του φανταστικού, διυλισμένο μέσα από την αρτεσιανή φαντασία του Τέρι Γκίλιαμ με εκπληκτικά σκηνικά του Έλιο Μαϊέλο. Η καλύτερη από τις «μικρές» στιγμές του Φεστιβάλ _ απ’ όσες είδα τουλάχιστον.


«Reality» του Ματέο Γκαρόνε (Ιταλία/Γαλία / Επίσημο Πρόγραμμα). Το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο περσινό Φεστιβάλ των Κανών και μια απ’ τις καλύτερες _ ίσως και η καλύτερη _ ταινίες του 33ου «Αδελφοί Μανάκη». Ο Γκαρόνε, του έξοχου, ντοκιμενταρίστικου μαφιόζικου «Γκομόρα», επιστρέφει στο νεορεαλισμό του Έτορε Σκόλα αλλά από εντελώς διαφορετικό δρόμο, με μια απίστευτη φρεσκάδα και με χιούμορ, εντάσσοντας στη σημερινή πραγματικότητα το θέμα του _ ένας φτωχός ναπολιτάνος ψαράς με μια πολύ μεγάλη, ιταλικού… τύπου οικογένεια, που κάνει τα πάντα για να συμπεριληφθεί στα… θύματα του ιταλικού «Big Brother», δεν τα καταφέρνει αλλά καταφέρνει να ικανοποιήσει το απωθημένο του τρυπώνοντας στο σετ. Ο Λουτσάνο της ταινίας ονειρεύεται ένα ριάλιτι ενώ ακριβώς, χωρίς να το έχει καταλάβει, μέσα σ’ ένα ριάλιτι ζει _ το «Τρούμαν σόου» του Πίτερ Γουίαρ αλλά και η «Μπελίσιμα» του Βισκόντι κάπου κοντά βρίσκονται… Ο Γκαρόνε, εξάλλου, ξεκινώντας το φιλμ με τη μεγάλη σεκάνς ενός  «λαϊφστιλίστικου», κιτς γάμου, με, μεταξύ των «κομπάρσων», τον Λουτσάνο και τα μέλη της οικογένειάς του, αυτό θέλει να τονίσει. Διευθύνοντας έξοχα τους λίγους ηθοποιούς και τους πολλούς ερασιτέχνες του με πρώτο τον (κατάδικο για φόνο!) Ανιέλο Αρένα που κάνει μια αφοπλιστικά πειστική ερμηνεία στον πρωταγωνιστικό ρόλο. 



«Ζώντας» του Βασίλι Σίγκαρεφ ( Ρωσία / Επίσημο Πρόγραμμα). Ζωή; Χαμοζωή. Στη σύγχρονη επαρχιακή Ρωσία του Πούτιν, οι τρεις ιστορίες του Σίγκαρεφ, που πλέκονται μαζί. Στην πρώτη μια μάνα που χάνει τα δίδυμα κοριτσάκια της σε ατύχημα αρνείται να το αποδεχθεί, σαλτάρει, τα ξεθάβει, τα φέρνει σπίτι και η ιστορία καταλήγει μ’ ένα ολοκαύτωμα. Στη δεύτερη ένα αγόρι δεν μπορεί να αποδεχθεί τον θάνατο του πατέρα του παρά τις προσπάθειες της μάνας του και του καινούργιου της συντρόφου και το «σκάει» μαζί του. Το τέλος, και πάλι σκληρό. Στην τρίτη ένα ιδιόμορφο νεαρό ζευγάρι, όπου το αγόρι είναι φορέας του AIDS, παντρεύεται αλλά ενώ επιστρέφει σπίτι του, μέσα στο τρένο, ο νέος πέφτει θύμα ληστείας από μια συμμορία και τραυματίζεται θανάσιμα. Η κοπέλα, επίσης δεν μπορεί να δεχθεί το θάνατό του και με τη μνήμη της φέρνει το αγόρι ξανά κοντά της. Είναι, πάντως, η μόνη από τους τρεις που, τελικά, το αποδέχεται. Ο Σίγκαρεφ επιλέγει ένα ζοφερό κλίμα, βουτηγμένο στη φτώχεια και στη μιζέρια, γιατί, φυσικά, τα θέματά του ζοφερά είναι. Και δίνει ιδιαίτερη έμφαση, σαδιστικά θα έλεγα, στη βία που όντως κυριαρχεί πλέον αδίστακτα στην πατρίδα του. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα είναι υψηλοτάτου επιπέδου _ βοηθάει και η συγκλονιστική ασπρόμαυρη φωτογραφία του Άλισερ Χαμιντχοτζάεφ (βραβεύτηκε με την Ασημένια Κάμερα 300) _, οι ηθοποιοί σωστά ενταγμένοι αλλά γιατί ο Σίγκαρεφ μου αφήνει την εντύπωση _ την ίδια εντύπωση μου άφησε και το θεατρικό του «Πλαστελίνη» που ανέβασε η Κατερίνα Ευαγγελάτου το 2007/2008 στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού _ πως πάσχει από το σύνδρομο της εντυπωσιοθηρίας;

Πνευματικό Κέντρο της Μπίτολα / 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα, 19 Σεπτεπληξη, χωρίς τίποτα το συγκλονιστικό.


«Τατουάζ» του Στόλε Πόποβ (Πρόγραμμα 65ης Επετείου του Εθνικού Κέντρου Κινηματογράφου Vardar Film). Το καλοκαίρι που καταρρέει ο υπαρκτός σοσιαλισμός. Ο Ίλια, που δουλεύει ως οδηγός πολυτελούς κυβερνητικού αυτοκινήτου στα Σκόπια της _ ακόμα _ Γιουγκοσλαβίας, τσακώνεται άγρια με τη γυναίκα του και φεύγει απ’ το σπίτι με μια βαλίτσα άδεια _ η γυναίκα του τού κοπάνησε πως όλα τα ρούχα του εκείνη τα ’χει πληρώσει. Χωρίς προορισμό, αναποφάσιστος, βρίσκεται σ’ ένα παγκάκι στο σιδηροδρομικό σταθμό των Σκοπίων. Δυο αστυνομικοί τού κάνουν έλεγχο καθώς τους φαίνεται ύποπτος. Η άδεια του βαλίτσα τον καθιστά ακόμα πιο ύποπτο στα μάτια τους γι αυτό τον συλλαμβάνουν και τον ρίχνουν στα μπουντρούμια της αστυνομίας, όπου θυμούνται κάποιες κουβέντες του σε μια παλαιότερη τηλεοπτική του εμφάνιση και θεωρείται εκ προοιμίου ένοχος για άγνωστη υπόθεση... Ένας καφκικός εφιάλτης χωρίς διέξοδο αρχίζει! Ο διακεκριμένος δικηγόρος πεθερός του δεν θα τον γλιτώσει. Ο Ίλια παραμένει στη φυλακή, εμπλέκεται στη βία που κυριαρχεί και από την μεριά των δεσμοφυλάκων _ ξύλο, ψυχολογικές πιέσεις… _ αλλά και από τη μεριά των συγκρατουμένων του _ κάθε καρυδιάς καρύδι… _, πλακώνεται στο ξύλο μ’ έναν απ’ αυτούς και του φορτώνουν τον κατοπινό φόνο του που τον διέπραξε όμως ένας από τους φύλακες. Στο τέλος θα εμπλακεί, χωρίς να το θέλει, σε μια δραπέτευση. Το φινάλε είναι άγριο και προδιαγεγραμμένο. Ο Πόποβ, με ένα θέμα πολυχρησιμοποιημένο, βέβαια, από τον αμερικάνικο κυρίως κινηματογράφο, έχει κάνει _ το 1991 _ μια σκληρή, βίαιη, «βρώμικη» ταινία _ ο Κουστουρίτσα δεν απέχει πολύ _ που έχει πάρει καλτ διαστάσεις στη χώρα του. Βρήκα εξαιρετική την αρχή της _ με μια κτηνώδους αισθησιασμού ανεπανάληπτη ερωτική σκηνή _ αλλά στη συνέχεια η ταινία, παρά την αμείωτη δύναμή της, σαν να κλωθογυρίζει, σαν να συστρέφεται γύρω από τον εαυτό της και να επαναλαμβάνεται όπως και η ερμηνεία του _  σίγουρα καλού και καλά επιλεγμένου _ πρωταγωνιστή της Μέτο Γιοβάνοβσκι.


«Το σχέδιο του Βερολίνου» του Ίβο Τράικοβ (Μακεδονία/Γερμανία / Πρόγραμμα «Νέα Οράματα»). Ένα μονοπλάνο, όλη η ταινία, όπως και ο «Θάνατος ενός άνδρα στα Βαλκάνια» του Σέρβου Μομτσίλοβιτς, που προβλήθηκε επίσης στα «Νέα Οράματα» του Φεστιβάλ. Ενενήντα λεπτών εδώ, ογδόντα λεπτών στην προηγούμενη. Μόνο που ενώ εκεί η κάμερα είναι ακινητοποιημένη εδώ τρέχει, λαχανιάζει, αφηνιάζει διασχίζοντας το Βερολίνο. Και ακολουθώντας τον νεαρό ηθοποιό Σεμπάστιαν που στήνει προσεκτικά χρονομετρημένο άλοθι για τον εαυτό του: το σκάει από την πρεμιέρα της νέας ταινίας στην οποία πρωταγωνιστεί για να βρει και να σκοτώσει, στον ενδιάμεσο χρόνο, τον γκουρού που θεωρεί υπεύθυνο για το θάνατο της φίλης του. Τα πράγματα δεν θα πάνε όπως τα σχεδίαζε. Αλλά κι εμείς στο τέλος θα αιφνιδιαστούμε: στο σινεμά, όπως και στη ζωή, τα πράγματα δεν είναι μόνον ό,τι βλέπεις… Ο μακεδόνας σκηνοθέτης επιδίδεται σε μια επίδειξη δεξιοτεχνίας, οι ρυθμοί του κόβουν την ανάσα αλλά στο τέλος μόνο η δεξιοτεχνία σε έχει εντυπωσιάσει. Το σενάριο παραμένει αβαθές, κάποια στιγμή χάνει την ισορροπία του και συμπαρασύρει το σκηνοθέτη που θολώνει το τελικό τοπίο.



«Ελπίδα» του Πέντρο Πίρες (Καναδάς/Κεμπέκ, Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους Διαγωνιστικό). Ένας ηλικιωμένος αξιωματικός, σκηνές από το πεδίο της μάχης, σκηνές από νοσοκομείο, σκηνές από ένα κουρείο, ένα άφυλο, απειλητικό πρόσωπο κουρέα, το ξυράφι του που το ακονίζει, σκηνές βίας, σκηνές θανάτου… Ο πορτογαλικής καταγωγής σκηνοθέτης, συνεργάτης του μοναδικού καναδού εικονοπλάστη Ρομπέρ Λεπάζ, από τον οποίο προφανώς είναι επηρεασμένος, δίνει μέσα σε έντεκα λεπτά εικόνες άγριες, τρομακτικές, υψηλής αισθητικής, που μιλάνε, με μια κάμερα να κινείται απειλητικά σε χώρους καφκικούς. Αλλά τα αφοπλιστικά, συναρπαστικά πλάνα του φοβάμαι πως δεν συγκροτούν ολοκληρωμένη, σαφή πρόταση πέρα από το προσωπικού ύφους εντυπωσιακό στιλιζάρισμα. Ίσως στο μέλλον…
«Η ατομική εποχή» της Ελενά Κλοτς (Γαλία / Επίσημο Πρόγραμμα).  Δυο τινέιτζερς φίλοι βγαίνουν ένα βράδυ σε κλαμπ. Ο ένας Γάλος, ο άλλος Γερμανός. Ο Γάλος _ φατσούλα κοριτσιού _ φλερτάρει με μια κοπελίτσα που τον απορρίπτει, στην έξοδο του κλαμπ παίζει ξύλο μ’ έναν άλλο νεαρό, επιθετικό, στη συνέχεια οι δυο τους θα περιπλανηθούν  σ’ ένα δάσος. Ο Γερμανός μοιάζει κάργα ερωτευμένος με τον φίλο του χωρίς να το εκδηλώνει. Ποίηση _ δεν είναι ίσως τυχαίο ότι τα δυο παιδιά έχουν τα ονόματα Βικτόρ και Ράινερ _, ρυθμοί αδικαιολόγητα αργοί, υλικό για ταινία μικρού μήκους που «επιμηκύνθηκε» με το ζόρι στα 67΄ για να γίνει μεγάλου μήκους. Και αναρωτιέται κανείς γιατί τόση ώρα μαζί στις ερημιές τα δυο αγόρια φλυαρούν και φλυαρούν και δεν κάνουν αυτό που βασικά θέλουν να κάνουν…
       

*** Να σημειώσω πως, εκτός απ’ όσα ανέφερα, τα υπόλοιπα βραβεία (για ταινίες που δεν είδα) δόθηκαν _ την επομένη _ στους διευθυντές φωτογραφίας Γιολάντα Ντίλεβσκα («Στο σκοτάδι» της Αγκνιέσκα Χόλαντ / Πολονία/Γερμανία / Χρυσή Κάμερα 300), Λούκα Μπιγκάτσι («Αυτό πρέπει να είναι το μέρος» του Πάολο Σορεντίνο / Ιταλία/Γαλία/Ιρλανδία /  Μπρούτζινη Κάμερα 300) και Ντάβιντ Ρέντεκερ («Ο αδελφός μου ο διάβολος» της Σάλι ελ Χοσαϊνί Ενωμένο Βασίλειο / Βραβείο της Πόλης της Μπίτολα για τις Ταινίες του Προγράμματος «Νέα Οράματα»).


Πνευματικό Κέντρο της Μπίτολα / 33ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Διευθυντών Φωτογραφίας «Αδελφοί Μανάκη» της Μπίτολα, 19 Σεπτεμβρίου 2012.

No comments:

Post a Comment