«Οιδίπους» (Σοφοκλής-Παζολίνι) σε διασκευή Θεοδώρας Καπράλου / Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς.
Ο Δημήτρης Καραντζάς επανήλθε στην έρευνα πάνω στο αρχαίο ελληνικό δράμα, που την ξεκίνησε και την υλοποίησε μέσω της «Μήδειας» του Ευριπίδη, διανθισμένης με κείμενα, πάνω στο θέμα, σύγχρονων συγγραφέων, με τρεις υποκριτές, πέραν των φύλων των ρόλων, το καλοκαίρι του 2017, στην
Μικρή Επίδαυρο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ -μία εξαιρετική παράσταση. Αυτή τη φορά, τρία χρόνια μετά, επέλεξε τον «Οιδίποδα τύραννο» του Σοφοκλή δένοντας καίρια αποσπάσματά του με αφηγηματικά μέρη από το σενάριο του Πιερ Πάολο Παζολίνι για την ταινία του (1967) «Edipo Re» («Βασιλιάς Οιδίπους»). «Εύκολη λύση. Μήπως την κάνει πασπαρτού;» ήταν η πρώτη μου σκέψη. Η παράσταση που είδα με διέψευσε πλήρως. Καταρχάς η Θεοδώρα Καπράλου,
που υπογράφει τη διασκευή, εμβολίασε καίρια, κατά τον μπρεχτικό τρόπο, τα αποσπάσματα της τραγωδίας τα οποία επέλεξε από τη μετάφραση που έκανε ο Μίνως Βολανάκης για την παράστασή του (1982) στο Εθνικό Θέατρο -μετάφραση που, παρά την πάροδο του χρόνου, παραδόξως, αντί να ξεπερνιέται δείχνει να αποκτά ακόμα μεγαλύτερο κύρος- με τις αφηγήσεις του σεναρίου του
Παζολίνι -σε σωστή μετάφραση του Δημήτρη Αρβανιτάκη- στρέφοντας τη σύνθεση προς τον στόχο του ασυνείδητου και της φροϊδικής ανάλυσης. Η σκηνοθεσία ανέβασε στη σκηνή -ίσως, η μεγάλη σκηνή του «Ακροπόλ» δεν ήταν η καταλληλότερη, το εγχείρημα θα αναδεικνυόταν περισσότερο
σε μικρότερη, πιστεύω- τρεις ηθοποιούς/αφηγητές οι οποίοι υποδύονταν και τους ρόλους του έργου. Έτσι η ιστορία της συναρπαστικής τραγωδίας, της αρτιότερης δραματουργικά από τις σωζόμενες της ελληνικής αρχαιότητας, παρουσιάστηκε αποστασιοποιημένα: ο χρησμός, που ο Οιδίπους, βασιλιάς
της Θήβας, έχει ζητήσει από το Μαντείο των Δελφών, επιθυμώντας να απαλλάξει την πόλη του από το λοιμό που την μαστίζει, του συνιστά να βρει και να τιμωρήσει το φονιά του -προκατόχου του στο θρόνο- Λάιου τον οποίο, καθώς τότε γλύτωσε και την ευγνωμονούσα πόλη από την Σφίγγα, το τέρας που την καταδυνάστευε, διαδέχτηκε και παντρεύτηκε τη χήρα του Ιοκάστη. Στην προσπάθειά του να διαλευκάνει την υπόθεση θα δει το χρησμό που τον στοίχειωνε
από νέο ότι θα σκότωνε τον πατέρα του και θα παντρευόταν τη μάνα του -και εξ αιτίας του οποίου, για να αποφύγει την πραγμάτωσή του, είχε εγκαταλείψει την Κόρινθο που θεωρούσε πατρίδα του και αυτούς που θεωρούσε γονείς του, τον βασιλέα Πόλυβο και τη γυναίκα του Μερόπη- να επαληθεύεται με τον πιο φριχτό τρόπο. Το ζευγάρι δεν ήταν οι φυσικοί γονείς του. Τον είχαν υιοθετήσει βρέφος, όταν τους το έφερε στο παλάτι ένας βοσκός του Πόλυβου, στον οποίο το είχε δώσει ένας βοσκός
του Λάιου -ήταν το παιδί του και της Ιοκάστης, που το είχε παραδώσει στο βοσκό του, καθώς το βάραινε χρησμός ότι θα σκοτώσει τον ίδιο του τον πατέρα, να το παρατήσει στο βουνό για να πεθάνει αλλά εκείνος το λυπήθηκε. Και, επίσης, θα αποκαλυφθεί στον Οιδίποδα ότι ο Λάιος, δηλαδή ο φυσικός
πατέρας του, ήταν ο γέρος που σκότωσε στο δρόμο του για την Θήβα, πάνω σε μία διένεξη. Θα βγάλει τα μάτια του για να μη βλέπει την πραγματικότητα που το πεπρωμένο έπλεξε σαν δίχτυ γύρω του ενώ η Ιοκάστη θα κρεμαστεί. Ο Δημήτρης Καρατζάς αυτό το εύπλαστο συμπίλημα -με τον τίτλο
«Οιδίπους»- του «Οιδίποδα τύραννου», το φωτισμένο από τα κείμενα του Παζολίνι, το κίνησε αργόσυρτα, παχύρρευστα, σαν παιγμένο στο σκοτεινό ασυνείδητο, ψιθυριστά, μέσα από μικρόφωνα -ίσως η πιο λειτουργική χρήση του κοινότοπου πια ευρήματος των μικροφώνων, που έχω πετύχει-, όπου οι ψίθυροι δεν έκαναν απλώς πιο επιβλητικά τα ξεσπάσματα αλλά ηχούσαν από μόνοι τους σαν κραυγές -τα αποτρόπαια μυστικά που όταν τα μουρμουρίζεις ηχούν πιο φρικαλέα-, με κίνηση υπνωτική μέχρι να ξεσπάσει η παράκρουση, σε ανησυχητικά ημίφωτα που τα έσκιζαν, σαν αστραπές, ξαφνικοί χειροκίνητοι φωτισμοί -η αλήθεια που
έρχεται στο φως κεραυνοβολώντας-, με τις μουσικές του Γιώργου Πούλιου να συμπλέουν υποβάλλοντας. Ενδιαφέρουσα η ιδέα του σκηνικού (η διαμόρφωση του σκηνικού χώρου από το σκηνοθέτη) με τα κρεμασμένα σε μεταλλικές βάσεις λευκά παιδικά φανελάκια αλλά βρήκα ελλιπή την πραγμάτωσή της. Τα φαιά, ουδέτερα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη, με τα, επίσης, φαιά περιδέραια που υποδήλωναν τα αξιώματα των ηρώων, βοηθούσαν στο αποτέλεσμα. Το οποίο υπηρέτησαν ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, η Μαρία Κεχαγιόγλου, έστω και αν δεν ήταν στις καλύτερες στιγμές της, ειδικά στον Τειρεσία, με προεξάρχοντα
τον Μιχάλη Σαράντη: εξαίρετη, όπως πάντα, κίνηση, φιγούρα δυνατή, σκηνικό κύρος, μέγεθος και, κυρίως, ένα πάθος -εκ του πάσχω-, βγαλμένο από τα σπλάχνα του, που άγγιζε τα όρια της τρέλας ενώπιον των αποκαλύψεων. Ένας μεστός Οιδίπους. Η στιχομυθία του με τον Τειρεσία-Κωνσταντίνο Αβαρικιώτη και η -συγκλονιστική- σκηνή όπου μορμουριστά εξομολογείται το μυστικό του για το φόνο του γέρου/Λάιου
στην Ιοκάστη -εξαιρετική η διάδρασή του με την Μαρία Κεχαγιόγλου-, οι καλύτερες, ίσως, στιγμές της παράστασης.
Μιας παράστασης που, καθώς ατύχησε με αλλεπάλληλες ακυρώσεις, λόγω covid-19, στην καλοκαιρινή περιοδεία της, νομίζω ότι θα έπρεπε να ξαναπαιχτεί, είναι κρίμα να πάει χαμένη. Με μεγάλο ενδιαφέρον θα την ξανάβλεπα (Φωτογραφίες: Γκέλυ Καλαμπάκα).
(Το έντυπο πρόγραμμα -επιμέλεια ύλης Θεοδώρα Καπράλου-, καλόγουστο και λιτό, φώτιζε, χωρίς φλυαρίες, τους στόχους της παράστασης. Επισημαίνω, ειδικά, την επιλογή αποσπασμάτων από σεμινάρια και προσωπικές συζητήσεις με τον Μίνωα Βολανάκη της Ελπίδας Σκούφαλου.
Άψογες οι υγειονομικές συνθήκες προφύλαξης στο θέατρο).
Θέατρο «Ακροπόλ», 20 Οκτωβρίου 2020.
No comments:
Post a Comment