November 7, 2013

Αγάπη μου, συρρίκνωσαν την Μένη!


Το Τέταρτο Κουδούνι / 7 Νοεμβρίου 2013

Μένη εδώ, Μένη εκεί, Μένη και παραπέρα… Σας έγραφα στο προηγούμενο «Τέταρτο Κουδούνι» για τη Βασίλισσα της Βραδιάς στις πρεμιέρες του ΚουΘουΒουΕ. Την κ. Μένη Λυσαρίδου, πρόεδρο του Δ. Σ. του Θεάτρου. Η οποία πρωταγωνιστεί, άνευ αποχρώντος λόγου και αιτίας, στις δεκάδες φωτογραφίες λάιφ στάιλ από πρεμιέρες που μας στέλνει το ΚουΘουΒουΕ. Τη γλωσσόφαγα τη γυναίκα. Φτάνουν οι φωτογραφίες -εννέα τον αριθμόν- απ’ την επίσκεψη του Ρεμί ντε Βος, συγγραφέα του «Débrayage (Ντεμπραγιάζ)» που παίζεται εκεί, όπου περίμενα να επαναλαμβάνεται αυτή η γραφικότητα των τελευταίων μηνών -δεν επρόκειτο περί πρεμιέρας βέβαια…-, κάνω έτσι, Μένη εδώ, Μένη εκεί, πού ’ν’ η Μένη; Τίιιιποτα. Χρειάστηκε να φτάσω στην ενάτη -όχι του Μπετόβεν, την ενάτη φωτογραφία εννοώ-, τη «μακρινή», για ν’ ανακαλύψω την κ. Μένη (τέταρτη από αριστερά). Οποία διακριτικότης ξαφνικά: η Μένη δεν μένει πια εδώ -στις φωτογραφίες εννοώ. Αγάπη μου, συρρίκνωσαν την Μένη! Εκτός κι αν, απλώς, κάνει διάλειμμα και ξανά προς τη δόξα τραβά. Στην επόμενη πρεμιέρα.







Πάλι θα κάνω το δικηγόρο του διαβόλου. Για την Στέγη -την Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Κι ας με βρίσουνε όσο θέλουνε -κανένα συμφέρον δεν έχω, αυταπόδεικτο. Κι ας θεωρηθώ χωρίς αριστερή σκέψη _ μου αρκεί που ξέρω εγώ για τον εαυτό μου. Παρακολουθώ από κοντά τις δραστηριότητές της -όχι από δημοσιεύματα κι απ’ το αλώνι του facebook. Ήθελα να γράψω για το φετινό πρόγραμμά της. Που το βρίσκω και πάλι εξαιρετικό -για να μην πω ακόμα καλύτερο από πέρσι: θέατρο, μουσική, χορός, εικαστικά, λογοτεχνία, αφιερώματα, ιδέες, εκπαιδευτικές δραστηριότητες, δράσεις για παιδιά. Ήθελα να γράψω για τα φτηνά της εισιτήρια. Ήθελα να γράψω για την άψογη οργάνωση και τους ικανότατους ανθρώπους που την έχουν στα χέρια τους -απ’ τα οργανωτικά κεφάλια μέχρι το γραφείο Τύπου, μέχρι τους ταξιθέτες και τα παιδιά στα ταμεία και στα προγράμματα και την ευγένεια και τον πολιτισμό που τα διακρίνει. Ήθελα να γράψω για τις ανοιχτές και τολμηρές ιδέες της που επιτρέπουν σε πλείστα όσα ανατρεπτικά –ναι, ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΑ και όχι μόνο στον τομέα της αισθητικής…- να φιλοξενηθούν υπό την στέγη της Στέγης -μην ξεχνάτε την πρώτη στην Ελλάδα συστηματική προσπάθεια για καθιέρωση, εν μέσω ύβρεων, του Δημήτρη Δημητριάδη με τον «Κυκλισμό του τετραγώνου» (φωτογραφία) κι ακόμα τρία, άπαιχτα, έργα του ως «αναλόγια» ή τις παραστάσεις του Γιάννη Λεοντάρη και των «Κανιγκούντα»…

Δεν πρόλαβα. Με πήρε απ’ τα μούτρα το θέμα με τους στίχους του Καβάφη. Προσωπικά πιστεύω πως έγιναν λάθη στο χειρισμό. Το βασικότερο, πως η καμπάνια στα μέσα μαζικής μεταφοράς είχε ένα γιγαντισμό που προκάλεσε. Ποτέ, όμως, δεν πίστεψα πως υπήρξε πολιτική σκοπιμότητα. Όλος αυτός ο ντόρος, εσάς, δε σας φάνηκε υπερβολικός; Για μένα, απλώς, ήταν το κερασάκι στο κύμα μισαλλοδοξίας που φούντωσε κι υψώθηκε ως τσουνάμι μόλις η Στέγη έδωσε το στίγμα της. Κύμα ανάλογο μ’ αυτό που ’χε ξεσηκώσει όταν ξεκίνησε, παρά την οφθαλμοφανή προσφορά του στον τομέα της μουσικής, το Μέγαρο -όπου υπήρχαν και πολύ περισσότερα δίκια στους… αντιφρονούντες, όπως για τις τιμές των εισιτηρίων και για την τροφοδότησή του με τεράστια κρατικά κονδύλια. Ακόμα θυμάμαι τι μου ’λεγε γνωστότατος τραγουδιστής που, τότε, δεν είχαν ακόμα προλάβει να τον καλέσουν να τραγουδήσει εκεί. Και που κάνα - δυο χρόνια μετά, μόλις τον κάλεσαν κι έγινε μάλιστα και enfant gaté του Μεγάρου, δεν τον άκουσα να λέει ό,τι μου ’λεγε… 
Εδώ έχουν τα ΔΙΚΑ τους χρήματα, κανενός μας τα χρήματα δε στερούνε και τα διαθέτουν με τον καλύτερο, κατά τη γνώμη μου, τρόπο. Εάν κάνουν κάποια λάθη _ που κάνουν _ έχουν κάθε δικαίωμα να τα κάνουν. Αλλά όταν μεμψιμοιρούμε έτσι, και βρίζουμε έτσι, και ειρωνευόμαστε έτσι, και κράζουμε έτσι τον μοναδικό πλέον φορέα που ’χει την οικονομική δυνατότητα να συνεχίζει να παράγει πολιτισμό στην εξουθενωμένη Ελλάδα _ και να τον παράγει σωστά, κατά τη γνώμη μου _ ε, είναι μεγάλη καρμιριά. Έστω κι αν δεν μας έχουν «παίξει» ακόμα… _ μιλάω για τους καλλιτέχνες. 
Αλλά η μεγαλύτερη αδικία, η μεγαλύτερη προσβολή είναι να μιλάμε για αγράμματους. Γνωρίζω πολύ καλά δυο από τους υπεύθυνους των τομέων και σας διαβεβαιώνω _ είναι εξάλλου αυταπόδεικτο, δεν τη χρειάζονται τη διαβεβαίωση μου… -πως ξέρουν πολύ περισσότερα γράμματα από πολλούς κατηγόρους τους… 
Το μόνο που φοβάμαι απ’ τους ανθρώπους της Στέγης -επαναλαμβάνω- είναι η υπεροψία. Το «με τα λεφτά μου γ… και την κυρά μου». Ας το ’χουνε ανά πάσα στιγμή στο μυαλό τους. Στο Μέγαρο, αυτό -η υπεροψία- ήταν συμφυές απ’ την αρχή. Και έβλαψε -πόσω μάλλον όταν τα λεφτά δεν ήταν δικά τους…


Διάβασα και τον Πάνο Σκουρολιάκο να γράφει στην «Αυγή»: «Η Αθήνα είναι μια από τις πιο σημαντικές θεατρικές πρωτεύουσες σ’ όλο τον κόσμο». Για να το γράψει o άνθρωπος, προφανώς το πιστεύει. Απλώς αναρωτιέμαι αν υπάρχει και κανείς άλλος στον υπόλοιπο κόσμο που να πιστεύει το ίδιο…



Εδώ την έχω τη διατριβή -δυο ογκώδεις τόμοι- του σκηνοθέτη Γιάννη Μόσχου «Ο Ίψεν στην ελληνική σκηνή». Και να μη σκεφτώ να την ανοίξω όταν έγραφα στο «Τέταρτο Κουδούνι», στις 24 Οκτωβρίου, για τα δελτία Τύπου της «Ελληνικής Θεαμάτων» περί «Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν» που ανέβηκε στο «Χορν» και για τους πρωταγωνιστές (Βεάκης, Παξινού, Παπαδάκη, Μανωλίδου, Δενδραμής) στο αναφερόμενο στα δελτία ως πρώτο ανέβασμα του έργου στην Ελλάδα -1933 στο Εθνικό, σε σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη…
Κι έρχεται τώρα ο Γιάννης ο Μόσχος να μου θυμίσει πως η πρώτη παρουσίαση του έργου εδώ δεν ήταν αυτή του ’33 αλλά έγινε το 1928. Απ’ τον Φώτο Πολίτη επίσης, όταν ανέβασε τον «Μπόρκμαν» με την Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου -τη δραματική σχολή που ’χε ιδρύσει το Σωματείο Ηθοποιών. Μπορεί να μην ήταν ένα αμιγώς επαγγελματικό ανέβασμα αλλά δεν ήταν και ερασιτεχνικό. Η παράσταση, μου διευκρινίζει ο ιψενολόγος σκηνοθέτης, συμπεριλαμβανόταν στις επιδείξεις της σχολής που ’χαν τη μορφή κανονικής παράστασης. Με προετοιμασία ανάλογη, ίσως και πιο προσεκτική, με των άλλων επαγγελματικών θιάσων της εποχής.



Κάτι μου κάνει η πολυπραγμοσύνη του _ διαρκώς γράφει, για μεγάλους, για παιδιά, σκηνοθετεί, παίζει, άνοιξε και διαχειρίζεται δικό του θεατράκι στο Παγκράτι, το «Scrow»… Είναι συμπαθέστατος και ταλαντούχος ο Βασίλης Μαυρογεωργίου αλλά πιστεύω πως σπαταλιέται και πως αναγκάζεται να κάνει εκπτώσεις για να προλάβει _ το ’χω ξαναγράψει.
Αλλά πήγα να τον δω στο Ίδρυμα «Κακογιάννης», στο «Γκιγιόμ, γλυκιά μου», ένα μονόλογο, ουσιαστικά, του Γκιγιόμ Γκαλιέν, αυτοβιογραφικό, που ’χει σκηνοθετήσει η Μαριάννα Κάλμπαρη στο περσινό 2ο Low Budget Festival του «Σπίρτου» και που παρουσιάζεται για δεύτερη χρονιά. Και αφοπλίστηκα. Ο Γκιγιόμ, που μας περιγράφει πόσο δυσκολεύτηκε ν' αντιληφθεί και να παραδεχτεί την ομοφυλοφιλία του αλλά και να μπορέσει να μιλήσει γι αυτήν στην οικογένειά του _ ένα κείμενο σπαρταριστό αλλά καθόλου ανόητο και σαχλό _ βρήκε στον Βασίλη Μαυρογεωργίου τον ιδεώδη ερμηνευτή του. Χωρίς να επιστρατεύσει τις συνήθεις ευκολίες και τα συνήθη τερτίπια και τις συνήθεις φτήνιες που επιστρατεύονται για τους ρόλους ομοφυλόφιλων, ο Βασίλης Μαυρογεωργίου, διδαγμένος απ’ τη σκηνοθέτριά του κι έχοντας γύρω του τα παιδιά της ομάδας «Καταλάθος», δίνει με το δικό του, προσωπικό χιούμορ, καθόλου κραυγαλέα, έναν ομοφυλόφιλο που δεν το βάζει κάτω και που καθόλου ως «διαφορετικότητα» δεν αντιμετωπίζει τη φύση του, έστω και εγκλωβισμένος στο περίβλημα της τάξης του. Απολαυστικός! Δείτε τον μέχρι την Κυριακή που παίζεται η παράσταση!



Τελικά, όπως συμπέρανα απ’ τα δελτία Τύπου, το πρώην «Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας» (που θα στεγάσει την «Εταιρεία Θεάτρου» με καλλιτεχνικό υπεύθυνο το σκηνοθέτη Σταύρο Τσακίρη και πολλά ενδιαφέροντα σχέδιά του -αύριο ανοίγει με επανάληψη του έξοχου «Ορλάντο» της Βιρτζίνια Γουλφ με την Μαριάνθη Σοντάκη συναρπαστική σε σκηνοθεσία Τσακίρη, παράσταση που 'χε παρουσιαστεί αρχικά στο «Bios» τη σεζόν 2007/2008) μετονομάζεται απλώς σε «Σύγχρονο Θέατρο» κι όχι, όπως σας έγραφα, σε «Σύγχρονο Θέατρο στο Γκάζι» _ και πολύ σωστά διότι ήταν άχαρο τούτο το μακρινάρι. 
Βέβαια, αυτός ήταν ο τίτλος του τελευταίου θεατρικού σχήματος που 'χε ιδρύσει ο Βασίλης Διαμαντόπουλος και τ’ όνομα του μικρού θεάτρου που το στέγαζε, κοντά στο Πεδίο του Άρεως. Κι ακόμα παλιότερα ο τίτλος του θιάσου που ’χε ιδρύσει η Ζωή Παπαδοπούλου. Αλλά προφανώς δεν υπάρχει πια πρόβλημα _ ολ’ αυτά ανήκουν στο παρελθόν. 

No comments:

Post a Comment