Το Τέταρτο Κουδούνι / 24 Νοεμβρίου 2019
Εξαιρετικά τα πάει ο Γιώργος Κουμεντάκης -ο καλλιτεχνικός διευθυντής- στην Λυρική. Δηλαδή, η Λυρική τα πάει μια χαρά. Ορατόν δια γυμνού οφθαλμού. Όπως πολύ καλά τα πάει κι ο
Αλέξανδρος Ευκλείδης στην Εναλλακτική Σκηνή της. Να ’ναι καλά, βέβαια, και το Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» που χώνει το χέρι -και μπράβο του!- βαθιά στην τσέπη...
Το πιο ερεθιστικό που άκουσα -ή μάλλον διάβασα- απ’ το συγκεκριμένο -ειρηνικό- μέτωπο ειν’ αυτό που ο Κουμεντάκης είπε σε πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξή του στην Μαρία Κατσουνάκη, η οποία δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή»: ότι, στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 200 χρόνια απ’ την Επανάσταση του ’21, έχει αναθέσει -πιο τολμηρό, πεθαίνεις!- σε τρεις τούρκους καλλιτέχνες -ένα λιμπρετίστα, ένα συνθέτη και ένα βίντεο άρτιστ- τη σύνθεση μιας όπερας για το πώς είδαν την Επανάσταση οι Τούρκοι, απ’ την πλευρά τους -την πλευρά του ηττημένου(;). Ενώ ο
ίδιος έχει στα σκαριά τη σύνθεση μιας όπερας, το λιμπρέτο της οποίας, ήδη, γράφει ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης κι η οποία θα παρουσιαστεί στο τέλος του 2021 και θ’ αφορά τους εμφύλιους στην Ελλάδα, μετά το 1821 και μέχρι τη ανεξαρτητοποίηση(;).
Αν δεν ξεσηκωθούν οι «παραδοσιακοί» κι οι τουρκοφάγοι, ελπίζω τα σχέδια αυτά να υλοποιηθούν. Μας χρειάζεται κάτι τέτοιο. Μήπως κι απ’ τους εορτασμούς κάτι θετικό βγει (Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή).
Αλήθεια, ποιος αμφισβήτησε την αξία και την πείρα και τις γνώσεις και την ποιότητα της χορογράφου Έρσης Πήττα, που διορίστηκε, απ’ την υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού, αντιπρόεδρος στο Διοικητικό Συμβούλιο του Εθνικού Θεάτρου, και του σκηνοθέτη Χριστόφορου Χριστοφή, που διορίστηκε, απ’ την υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού, αντιπρόεδρος στο Διοικητικό Συμβούλιο της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης; Μόνο κάποιοι βλάκες, κάποιοι άσχετοι με το χώρο, κάποιοι που ’χουν τον κιτρινισμό στα κύτταρά τους, κάποιοι χυδαίοι.
Εκείνο που εγώ -κι όχι μόνον εγώ...- ριζικά αμφισβητώ είναι τα κίνητρα της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνας Μενδώνη. Που τους διόρισε. Τους διόρισε ως εκ των αρίστων; Ναι; Κι όχι γιατί ειν’ αδέλφια της πεθεράς του πρωθυπουργού Μητσοτάκη; Επιτρέψτε μου να μην πείθομαι. Διότι μπαμ κάνει. Ειδικά, μάλιστα, όταν, λίγες μέρες πριν -σας τα ’γραφα στο περασμένο «Τέταρτο Κουδούνι», της 1ης Νοεμβρίου-, στο χαιρετισμό της, στα εγκαίνια της έκθεσης «Ελληνική Μόδα-100 Χρόνια Έμπνευσης και Δημιουργίας», η κ. Μενδώνη, χωρίς τσίπα, ήδη έπιασε την ευκαιρία απ’ τα μαλλιά για ν’ αναφερθεί στη «διεθνούς απήχησης επιχειρηματικότητα της Μαρέβας Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη, που βασίζεται στη νεωτεριστική αντίληψη για την παράδοση»... Τέτοια απροκάλυπτη κολακεία+εκδούλευση σ’ αυτόν που σε διόρισε υπουργό δε συναντάς εύκολα.
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ... Είναι που στη φημολογούμενη βαθμολόγηση των υπουργών -το διάβασα στο aftodioikisi.gr- λέγεται ότι παίρνει κάτω απ’ τη βάση και προσπαθεί ν’ ανεβάσει τη βαθμολογία της; Ας προσέξει μόνον. Το πολύ το Κύριε ελέησον το βαριέται κι ο παπάς. Μην της έρθει μπούμερανγκ...
Λέτε να υπερβάλω; Ή να λαθεύω; Αλλά, τουλάχιστον, εκείνο το «η σύζυγος του Κέσαρος δεν αρκεί να είναι τιμία, πρέπει και να φαίνεται τιμία...» ακουστά δεν το ’χει η κυρία υπουργός που ’ναι κι αρχαιολόγος; Ή, έστω, η εξ απορρήτων της; Που ’ναι, επίσης -και-, αρχαιολόγος;
Αλλά κι οι ίδιοι οι δυο καλλιτέχνες γιατί αποδέχτηκαν τους διορισμούς; Είναι, λέει, πολύ στενοχωρημένοι με τις αντιδράσεις. Δεν ήξεραν τι θα επακολουθήσει;
(Όχι ότι δε συνέβαιναν αυτά... Θυμάμαι το 1988, η τότε υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη να διορίζει μέλος νέου Δ.Σ. της Κρατικής Σχολής Ορχηστρικής Τέχνης, την Σοφία Κατσανέβα-Παπανδρέου, κόρη του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου και -τότε- σύζυγο του τότε διοικητή του ΙΚΑ Θόδωρου Κατσανέβα και να γίνεται ντόρος...).
Τη σκοτεινή του πλευρά είδαν ο Αιμίλιος Χειλάκης κι ο Μανώλης Δούνιας στο σεξπιρικό «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας» που συν-ανέβασαν το καλοκαίρι και τώρα παρουσιάζεται στο «Βεάκη». Και σα να ξέχασαν ότι το έργο στις κωμωδίες του Σέξπιρ κατατάσσεται. Ή, έστω, ότι έχει ΚΑΙ κωμική πλευρά. Γι αυτό, ίσως, κι οι -κωμικές- σκηνές των μαστόρων είναι οι πιο αμήχανες. Η εναρκτήρια, ειδικά, της παράστασης, με φόντο το ακατέργαστο, χοντροκομμένο σκηνικό του Τέλη Καρανάνου (που, αργότερα, με τους φωτισμούς του Νίκου Βλασόπουλου, βελτιώνεται) και με τα άχαρα κοστούμια του που φορούν οι ηθοποιοί, προχειροστημένη, με άδετους κι εκτός πνεύματος τους (καθόλου κακούς) ηθοποιούς, απογοητευτική μου φάνηκε και με προκατέλαβε άσχημα -μόνον ο Δημήτρης Πιατάς, αν και στη μανιέρα του πάντα, φαινόταν ν’ αντιλαμβάνεται τι γίνεται. Κατόπιν ήρθαν και σκηνές καλές -κάποιες, μάλιστα, γοητευτικές, όπως η είσοδος του Πουκ ή ο τελικός ύπνος των ερωτευμένων-
αλλά η παράσταση δε με κέρδισε. Κι η «παράσταση» των μαστόρων στην παράσταση πολύ κράτησε και με κούρασε -δεν είναι εμπνευσμένη.
Ο Αιμίλιος Χειλάκης διατηρεί, βέβαια, το μέγεθος και το κύρος του ως Όμπερον/Θησέας κι η Αθηνά Μαξίμου, βασισμένη, κυρίως, στην κίνηση και στο κοστούμι της -το μόνο που βρήκα
πραγματικά καλόγουστο και αποτελεσματικό-, είναι μια ικανοποιητική Τιτάνια/Ιππολύτη. Ο εξαιρετικός ηθοποιός Μιχάλης Σαράντης, έχει οδηγηθεί σε μια εξεζητημένη, φορτωμένη ερμηνεία του Πουκ -κίνηση εντυπωσιακή αλλά υπερβολική, επιδεικτική, κατάχρηση φωνητικών μεταπτώσεων, ψίθυροι που δυσκολεύουν το λόγο ν’ ακουστεί...- η οποία τον αδικεί. Απ’ τους υπόλοιπους ηθοποιούς ξεχώρισα την Χριστίνα Χειλά-Φαμέλη.
Η διαρκής, κάπως, σοβαροφανής μουσική του Κωνσταντίνου Βήτα δε μου πρόσθεσε τίποτα και βρήκα πολλή και πολύ «καλλιεπή» την κίνηση που δίδαξε η Αντωνία Οικονόμου.
Μια παράσταση, κατά τη γνώμη μου, άνιση, με περιττές φωνές και με δραματουργικά προβλήματα που τη θολώνουν και μπερδεύουν το θεατή -η σύγχυση, για παράδειγμα, με τα ξωτικά-ακόλουθους της Τιτάνια...-, στην οποία πήγα με μεγάλο καλάθι αλλά δεν το γέμισα (Φωτογραφίες: Καμαρινή Μωραγιάννη)..
Στο ίδιο -επιτέλους σουλουπωμένο!- θέατρο είδα και τον «Αίαντα» του Σοφοκλή, ως μονόλογο, απ’ τον καλό Μιχάλη Σαράντη που ερμηνεύει όλους τους ρόλους της τραγωδίας του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Γιώργου Νανούρη. Με το ζωγράφο Απόστολο Χαντζαρά να «συνομιλεί» μαζί του επί σκηνής -επί σκηνής «Βεάκη» κι εμείς οι θεατές-, ζωγραφίζοντας επιδέξια πρόσωπα και μνήμες της τραγωδίας, ζωγραφιές που, σιγά-σιγά, αναρτώνται τριγύρω, σε καβαλέτα.
Φοβάμαι πως λίγο βιάστηκε, παρά τις πανθομολογούμενες ικανότητές του, ο ηθοποιός για ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα. Κι ότι αυτή η ωραία ιδέα με τις ζωγραφικές σκοντάφτει στην υλοποίησή της που, όσο και «βελούδινα» να πραγματοποιείται, δυσκολεύει τους ρυθμούς της παράστασης η οποία, πάντως, έχει και τις αρκετές καλές στιγμές της.
«Himmelweg (Ο δρόμος για τον ουρανό)» του Ισπανού Χουάν Μαγιόργκα, σε μετάφραση Μαρίας Χατζηεμμαννουήλ και σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη: η καλύτερη ελληνική παράσταση του περασμένου (2019) Φεστιβάλ Αθηνών, απ’ όσες είδα -και τις είδα σχεδόν όλες, μέχρι τη μέρα της Μεγάλης Αχαριστίας και της Μεγάλης Αγένειας του Γραφείου Τύπου του, που με οδήγησε να πω, μετά από 51 χρόνια ταμένης παρουσίας, αντίο στο Φεστιβάλ.
Η καλύτερη, γιατί είναι ένα απ’ τα καλύτερα -ίσως και το καλύτερο- ανάμεσα στα ισπανόφωνα έργα που μας έχουν κατακλύσει τα τελευταία χρόνια -«με αφορμή ένα ιστορικό γεγονός του 1944, την επίσκεψη του αντιπροσώπου του Ερυθρού Σταυρού Μωρίς Ροσέλ στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Τερεζίν, το επονομαζόμενο ‘γκέτο-μοντέλο’, ο Χουάν Μαγιόργκα δε γράφει ένα έργο μνήμης για το Ολοκαύτωμα αλλά ένα έργο για τη σημερινή πραγματικότητα, για τον σύγχρονο θεατή-Ροσέλ που αρνείται να ‘σπρώξει την πόρτα’ και να δει με τα μάτια του τη φρίκη. Το θεατή που αρκείται σ’ αυτά που του δείχνουν, σ’ αυτά που καθησυχάζουν τη συνείδησή του, όση συνείδηση του ’χει απομείνει», σημειώνει η μεταφράστρια στον πρόλογο της, όπως πάντα, προσεγμένης έκδοσης της μετάφρασής της απ’ την «Κάπα Εκδοτική». Εν συνόψει: ένα έργο συ-γκλο-νι-στι-κό.
Η καλύτερη, γιατί η Έλενα Καρακούλη, μεγάλο σκηνοθετικό τάλαντο, όπως έχει ήδη αποδειχθεί, που δε βιάζεται, έχει οργανώσει μια στιβαρή, καλόγουστη, συγκινητική, ουσιαστική
παράσταση -το τραγούδι απ’ το κοριτσάκι, στο τέλος, σπαρακτικό.
Η καλύτερη, γιατί, καλοί ηθοποιοί αλλά κι εξαιρετικά οδηγημένοι και καλά δεμένοι -ο Δημήτρης Παπανικολάου, ο Θανάσης Δήμου, με πρώτο τη τάξει τον Νίκο Ψαρρά- υλοποιούν, με τον καλύτερο τρόπο, τη σκηνοθεσία δίνοντας τρεις έξοχες ερμηνείες -η μια καλύτερη απ’ την άλλη.
Η παράσταση -ευτυχώς- έχει μεταφερθεί στο «Καρέζη» όπου παίζεται τα Δευτερότριτα. Ευτυχώς, γιατί της άξιζε η συνέχεια, Ευτυχώς, γιατί μπόρεσα να γράψω -το καλοκαίρι δεν είχα προλάβει. Ευτυχώς, γιατί μπορείτε να τη δείτε. Κι ολόψυχα σας προτρέπω να τη δείτε! Είναι καθηλωτική. Σπεύσατε μόνο! Μόλις έμαθα ότι μεθαύριο Τρίτη σταματάει λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων των ηθοποιών (Φωτογραφίες 1,2,3: Ελίνα Γιουνανλή).
Δύσκολη η όπερα «Powder her Face» (1995) του βρετανού Τόμας Άντες, που ανέβασε ο Αλέξανδρος Ευκλείδης στην «Εναλλακτική Σκηνή» της Λυρικής. Αλλά έχει μεγάλο ενδιαφέρον μια όπερα σύγχρονη -άγνωστή μας. Ο Νίκος Βασιλείου οδήγησε σθεναρά, με γνώση κι αυτοπεποίθηση το Ergon Ensemble στο μουσικό μέρος, ενδιαφέροντα τα σκηνικά και τα κοστούμια του Γιάννη Κατρανίτσα αλλά η παράσταση... Αυτά τα έργα απαιτούν απ’ τους ερμηνευτές, εκτός από ικανές για σύγχρονη όπερα φωνές -που τις είχαν- και υποκριτικές ικανότητες και εμφάνιση -που φοβάμαι ότι δεν τις είχαν... (Φωτογραφία: Valeria Isaeva).
Σας έγραφα στο totetartokoudouni.blogspot.com, στις 5 Νοεμβρίου, την είδηση ότι, τον Φεβρουάριο, ανεβαίνει στο «Δημήτρης Χορν» -και παράλληλα προς το «Master Class», με την Μαρία Ναυπλιώτου-, σε μετάφραση Αντώνη Γαλέου και σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη, με Στέλιο Μάινα κι Αλέξανδρο Μπουρδούμη, το άπαιχτο στην Ελλάδα έργο του Γάλου Μπενουά Σολές «La Machine de Turing» («Η μηχανή του Τούρινγκ»), με θέμα του την τραγική ζωή του ιδιοφυούς άγγλου μαθηματικού και πρόδρομου των ηλεκτρονικών υπολογιστών Άλαν Τούρινγκ.
Πληροφορήθηκα, όμως, πως νωρίτερα -απ’ τις 5 Δεκεμβρίου- θα ’χουμε στην αθηναϊκή σκηνή κι άλλο έργο με θέμα τη ζωή τού -μετά τον τραγικό θάνατό του αναγνωρισμένου και θρύλου πια- Τούρινγκ. Επίσης άπαιχτο στην Ελλάδα: «Αίνιγμα» του Βρετανού Χιου Γουάιτμορ. Στο «Bios», απ’ την «Ομάδα 90ºC» του Δημήτρη Κομνηνού, σε μετάφραση Σεμέλης Παπαοικονόμου και δραματουργική επεξεργασία, σκηνοθεσία και με φωτισμούς Δημήτρη Κομνηνoύ. Στο ρόλο του Τούρινγκ, ο Στέλιος Ψαρουδάκης και στην υπόλοιπη διανομή, Ζώγια Σεβαστιανού, Μελέτης Γεωργιάδης, James Rodi, Ειρήνη Βαλατσού, Πέτρος Λιόντας, Φοίβος Παπακώστας. Στο «Bios», όπου ο θίασος παρουσίαζε, μέχρι πρόσφατα, σ’ επανάληψη από πέρσι, «Το μάθημα» του Ιονέσκο, με τον τίτλο «Τω μάθειμα», σε σκηνοθεσία, επίσης, Δημήτρη Κομνηνού.
Βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρον να δούμε, μέσα στην ίδια σεζόν, δυο άγνωστά μας έργα με το ίδιο θέμα και τον ίδιο κεντρικό ήρωα.
Θέατρο «Αθήναιον»: 1895-2019. Το παλαιότερο αθηναϊκό θέατρο. Κρίμα που χάθηκε έτσι -οι καιροί βλέπετε... Πολλά, πάρα πολλά είδα εκεί και πολλά θυμάμαι -ο εκπληκτικός και υποτιμημένος Στάθης Ψάλτης, ένα απ’ τα πολλά. Αλλά μια εικόνα μου ‘ρθε, συνειρμικά, πρώτη: ο Γιώργος Λεμπέσης, ο θεατρικός παραγωγός, στην είσοδο, μετά τα πρώτα σκαλάκια. Για πολλά χρόνια.
Ξεχάστηκα... Στις 22 Οκτωβρίου το ιστολόγιο totetartokoudouni.blogspot.com έκλεισε τα οκτώ του χρόνια -ημερομηνία γέννησης 22 Οκτωβρίου 2011. Ευχαριστώ τον LjA που τόσα χρόνια αντέχει να βοηθάει τεχνικά κι όλους εσάς που, αυτά τα οκτώ χρόνια, το ’χετε στηρίξει -με κάθε τρόπο. Κυρίως που το διαβάζετε. Μέχρι σήμερα έχει 2.854.869 εισόδους. Δεν έχω παράπονο.
No comments:
Post a Comment