Πολυφωνικό εγχείρημα δωματίου για δέκα ηθοποιούς και ένα τελάρο
Είναι, ίσως, από τα σημαντικότερα που έχουν συμβεί στο ελληνικό θέατρο και που πιστεύω ότι δεν του αποδόθηκε η σημασία που έχει -ανεξαρτήτως αποτελέσματος: η συνεργασία, και μόνο, δύο ιστορικών θεατρικών οργανισμών μας, του Εθνικού Θεάτρου και του «Θεάτρου Τέχνης», με το σκοπό να πραγματώσουν σκηνικά, ως συμπαραγωγοί, τις «Ακυβέρνητες πολιτείες», την τριλογία του
Στρατή Τσίρκα, μία από τις κορυφές της ελληνικής πεζογραφίας, σε τρεις αλλεπάλληλες παραστάσεις, μία για καθένα από τα τρία μέρη της, με διαφορετικό σκηνοθέτη. Το πρώτο από τα μυθιστορήματα, «Η λέσχη» (1961), παρουσιάστηκε, με μορφή θεατρική, πέρσι και επαναλαμβάνεται φέτος στο Υπόγειο του «Θεάτρου Τέχνης». Η
Έφη Θεοδώρου που ανέλαβε τη σκηνοθεσία έχει επωμιστεί και τη δραματουργία, με συνεργάτη δραματουργό την Παναγιώτα Κωνσταντινάκου: έργο τιτάνιο να κλείσεις στις θεατρικές συμβάσεις ένα τόσο πολύπλοκο και πολυπρόσωπο μυθιστόρημα. Μέσα από την «εγκλωβισμένη» σε μία πανσιόν της Ιερουσαλήμ πανσπερμία -το καλοκαίρι του 1942 και ενώ ο κόσμος, τρομοκρατημένος, βλέπει τους Γερμανούς του Ρόμελ να προελαύνουν ακάθεκτοι και στην Βόρεια Αφρική-, μέσα από αυτό τον μικρόκοσμο προσφύγων, πρακτόρων, κατασκόπων, μαυραγοριτών, αντιστασιακών, κομματικών «κομμένων κεφαλών» που ευνουχίζουν τις
διαφορετικές φωνές της ελληνικής Αντίστασης, ένα μικρόκοσμο που τον παρασύρουν οι άνεμοι του πολέμου και που, προσώρας, έχει καταφύγει, σαν σε κιβωτό, στην αγγλοκρατούμενη Παλεστίνη, ο αλεξανδρινός Τσίρκας, με άξονα τον Μάνο Σιμωνίδη -το alter ego του-, νεαρό διανοούμενο κομμουνιστή που, από αξιωματικός στο αλβανικό μέτωπο, βρέθηκε στην Μέση Ανατολή παράνομα, για να πολεμήσει ενάντια στο φασισμό αλλά τον σφίγγουν οι κομματικές και οι ερωτικές τανάλιες, απλώνει μία νωπογραφία που δεν είναι παρά ο διάλογός του με την ιστορία: μία μαρτυρία για την Αντίσταση στα χρόνια της ναζιστικής -αλλά και
της κομματικής- χολέρας. Το μυθιστόρημα -ένα πεζογράφημα ισχυρών εσωτερικών συγκρούσεων- μεταφέρεται στη σκηνή από την Έφη Θεοδώρου ως μία πολυφωνική θεατρική/αφηγηματική σύνθεση που, στην αρχή κάπως σκοτεινή για το θεατή, προοδευτικά φωτίζεται με «μουσικά μέσα». Η Έφη Θεοδώρου ανέσυρε τη μουσική του κειμένου και, χωρίς «θεατροποιήσεις» και «δραματοποιήσεις», το ακολουθεί με σόλα, διφωνίες, τριφωνίες, τετραφωνίες, χορωδιακά… αναδίνοντας, κατά τη γνώμη μου, την ψυχή του. Και ενορχηστρώνοντας τους δέκα, σε γενικές γραμμές,
καλούς έως εξαιρετικούς ηθοποιούς της -Θανάσης Βλαβιανός (ενδιαφέρουσα φιγούρα), Παντελής Δεντάκης, Γιώργος Κριθάρας (αξιοπρόσεκτος, με μέγεθος), Κατερίνα Λυπηρίδου, Γιώτα Μηλίτση, Ηλέκτρα Νικολούζου (εκθαμβωτική), Δημήτρης Πασσάς (εκτελεί έναν άθλο), Ερατώ Πίσση, Μάνος Στεφανάκης-, παρά επί μέρους αδυναμίες, ως όργανα ορχήστρας δωματίου. Τα σκηνικά της Άσης Δημητρολοπούλου -οι σημειολογικά φορτωμένες βιβλιοθήκες-, έξοχα φωτισμένα από τον Σάκη Μπιρμπίλη, και τα κοστούμια της, η κίνηση του Ερμή Μαλκότση και, κυρίως, οι μουσικές του Νίκου Πλάτανου, ζωντανά παιγμένες από τους ηθοποιούς, συν-καθορίζουν το επιτυχημένο αποτέλεσμα. Και το εύρημα με τον
ηθοποιό αλλά και ταλαντούχο εικαστικό Θανάση Δήμου που, πέρα από την αξιομνημόνευτη συμμετοχή του στην παράσταση με ρόλο, κατά τη διάρκειά της σχεδιάζει σε τελάρο μία μικρογραφία της Ιερουσαλήμ, την οποία ολοκληρώνει με το τέλος της, πολυσήμαντο, ανεπανάληπτο σχόλιο -τα λέει όλα. Προσωπικά, η παράσταση με καθήλωσε. Προλαβαίνετε να τη δείτε. Ώστε να μπορέσετε να έχετε μία ομαλή ροή βλέποντας και τις άλλες δύο που θα ακολουθήσουν (Φωτογραφίες: Μυρτώ Αποστολίδου).
Στρατή Τσίρκα, μία από τις κορυφές της ελληνικής πεζογραφίας, σε τρεις αλλεπάλληλες παραστάσεις, μία για καθένα από τα τρία μέρη της, με διαφορετικό σκηνοθέτη. Το πρώτο από τα μυθιστορήματα, «Η λέσχη» (1961), παρουσιάστηκε, με μορφή θεατρική, πέρσι και επαναλαμβάνεται φέτος στο Υπόγειο του «Θεάτρου Τέχνης». Η
Έφη Θεοδώρου που ανέλαβε τη σκηνοθεσία έχει επωμιστεί και τη δραματουργία, με συνεργάτη δραματουργό την Παναγιώτα Κωνσταντινάκου: έργο τιτάνιο να κλείσεις στις θεατρικές συμβάσεις ένα τόσο πολύπλοκο και πολυπρόσωπο μυθιστόρημα. Μέσα από την «εγκλωβισμένη» σε μία πανσιόν της Ιερουσαλήμ πανσπερμία -το καλοκαίρι του 1942 και ενώ ο κόσμος, τρομοκρατημένος, βλέπει τους Γερμανούς του Ρόμελ να προελαύνουν ακάθεκτοι και στην Βόρεια Αφρική-, μέσα από αυτό τον μικρόκοσμο προσφύγων, πρακτόρων, κατασκόπων, μαυραγοριτών, αντιστασιακών, κομματικών «κομμένων κεφαλών» που ευνουχίζουν τις
διαφορετικές φωνές της ελληνικής Αντίστασης, ένα μικρόκοσμο που τον παρασύρουν οι άνεμοι του πολέμου και που, προσώρας, έχει καταφύγει, σαν σε κιβωτό, στην αγγλοκρατούμενη Παλεστίνη, ο αλεξανδρινός Τσίρκας, με άξονα τον Μάνο Σιμωνίδη -το alter ego του-, νεαρό διανοούμενο κομμουνιστή που, από αξιωματικός στο αλβανικό μέτωπο, βρέθηκε στην Μέση Ανατολή παράνομα, για να πολεμήσει ενάντια στο φασισμό αλλά τον σφίγγουν οι κομματικές και οι ερωτικές τανάλιες, απλώνει μία νωπογραφία που δεν είναι παρά ο διάλογός του με την ιστορία: μία μαρτυρία για την Αντίσταση στα χρόνια της ναζιστικής -αλλά και
της κομματικής- χολέρας. Το μυθιστόρημα -ένα πεζογράφημα ισχυρών εσωτερικών συγκρούσεων- μεταφέρεται στη σκηνή από την Έφη Θεοδώρου ως μία πολυφωνική θεατρική/αφηγηματική σύνθεση που, στην αρχή κάπως σκοτεινή για το θεατή, προοδευτικά φωτίζεται με «μουσικά μέσα». Η Έφη Θεοδώρου ανέσυρε τη μουσική του κειμένου και, χωρίς «θεατροποιήσεις» και «δραματοποιήσεις», το ακολουθεί με σόλα, διφωνίες, τριφωνίες, τετραφωνίες, χορωδιακά… αναδίνοντας, κατά τη γνώμη μου, την ψυχή του. Και ενορχηστρώνοντας τους δέκα, σε γενικές γραμμές,
καλούς έως εξαιρετικούς ηθοποιούς της -Θανάσης Βλαβιανός (ενδιαφέρουσα φιγούρα), Παντελής Δεντάκης, Γιώργος Κριθάρας (αξιοπρόσεκτος, με μέγεθος), Κατερίνα Λυπηρίδου, Γιώτα Μηλίτση, Ηλέκτρα Νικολούζου (εκθαμβωτική), Δημήτρης Πασσάς (εκτελεί έναν άθλο), Ερατώ Πίσση, Μάνος Στεφανάκης-, παρά επί μέρους αδυναμίες, ως όργανα ορχήστρας δωματίου. Τα σκηνικά της Άσης Δημητρολοπούλου -οι σημειολογικά φορτωμένες βιβλιοθήκες-, έξοχα φωτισμένα από τον Σάκη Μπιρμπίλη, και τα κοστούμια της, η κίνηση του Ερμή Μαλκότση και, κυρίως, οι μουσικές του Νίκου Πλάτανου, ζωντανά παιγμένες από τους ηθοποιούς, συν-καθορίζουν το επιτυχημένο αποτέλεσμα. Και το εύρημα με τον
ηθοποιό αλλά και ταλαντούχο εικαστικό Θανάση Δήμου που, πέρα από την αξιομνημόνευτη συμμετοχή του στην παράσταση με ρόλο, κατά τη διάρκειά της σχεδιάζει σε τελάρο μία μικρογραφία της Ιερουσαλήμ, την οποία ολοκληρώνει με το τέλος της, πολυσήμαντο, ανεπανάληπτο σχόλιο -τα λέει όλα. Προσωπικά, η παράσταση με καθήλωσε. Προλαβαίνετε να τη δείτε. Ώστε να μπορέσετε να έχετε μία ομαλή ροή βλέποντας και τις άλλες δύο που θα ακολουθήσουν (Φωτογραφίες: Μυρτώ Αποστολίδου).
No comments:
Post a Comment