Δημήτρης Πλατανιάς: Ανυπέρβλητος
Είναι ο κορυφαίος βαρύτονος που διαθέτει το ελληνικό λυρικό θέατρο. Και ένας από τους κορυφαίους διεθνώς: ο Δημήτρης Πλατανιάς. Φωνή με μαλακό μέταλλο, μεγάλο εύρος -ανοίγει, απλώνεται και σε αγκαλιάζει-, δυνατή ανάσα, άριστο φραζάρισμα, μουσικότητα -ένα υπέροχο, καντάμπιλε τραγούδι-, τεχνική υψηλή, ερμηνείες δυνατές, κυριαρχική παρουσία στη σκηνή -κι ας την εμβολίζουν τα πολλά κιλά του. Και, ταυτόχρονα, απούσα η σκηνική έπαρση -εκπέμπει τη σεμνότητά του και από τη σκηνή. Ο
Ριγκολέτο του στον «Ριγολέττο» (όπως έχει εξελληνίσει τον τίτλο η Εθνική Λυρική Σκηνή που τον παρουσιάζει στο νέο κτίριό της στο ΚΠΙΣΝ) του Τζουζέπε Βέρντι, ένας ρόλος που του ταιριάζει κουτί, φέρει όλα αυτά τα προτερήματα. Συν την ωριμότητα η οποία, κάθε φορά που τον ακούω, μοιάζει να μεγαλώνει. Ο Πλατανιάς μπορεί να προσφέρει γνήσια συγκίνηση μέσα από ένα είδος θεατρικά παλιό πια, μελοδραματικό, εύκολο -το «Cortigiani, vil razza dannata…» («Αυλικοί, καταραμένη ράτσα…») του στη δεύτερη πράξη και το φινάλε της τρίτης αγγίζουν κατευθείαν την καρδιά. Γι αυτό και ο Δημήτρης Πλατανιάς είναι ο βασικός λόγος για να δείτε την παράσταση. Φυσικά υπάρχει το έργο: ένα αριστούργημα


ανακαλύπτει τα σχέδια του πατέρα της και για να σώσει τον αγαπημένο της θυσιάζεται παίρνοντας τη θέση του, για να συντρίψει με το θάνατό της τον Ριγκολέτο- ο Βέρντι έχει αφήσει να ξεχυθούν, από το αρτεσιανό φρέαρ της έμπνευσής του, μουσικές που δοξάζουν τη φωνή, μελωδίες επεξεργασμένες με ιλιγγιώδη δεξιοτεχνία από τον μείζονα ενστικτώδη συνθέτη όπερας για να γίνουν άριες, ντουέτα, τερτσέτα, κουαρτέτα…, χορωδιακά, τούτι -μουσικές ικανές, χωρίς παραχωρήσεις, να τις καλοδεχτούν λαϊκά αυτιά, κομμάτια εξαιρετικά, το ένα καλύτερο από το άλλο, που ο Βέρντι τα δένει επιδέξια με κρίκους, τα αφήνει να κυλήσουν το ένα μέσα στο άλλο σε ένα αποτέλεσμα ανυπέρβλητο. Βέβαια η
σκηνοθεσία (2008, αναβίωση Ίων Κεσούλης) του Νίκου Πετρόπουλου είναι εντελώς συμβατική, απλώς με μία επικάλυψη μοντερνισμού: ο σκηνοθέτης έχει τοποθετήσει το έργο στη μουσολινική, φασιστική Ιταλία του 1938, σε στιλ ασπρόμαυρης ταινίας, αλλά χωρίς να κάνει τίποτα περισσότερο. Τα μνημειακά σκηνικά του, τα κοστούμια και οι φωτισμοί που υπογράφει ο ίδιος, πάντως, είναι, ομολογουμένως, ιδιαίτερα καλαίσθητα και υπηρετούν την αρχική ιδέα του. Όσο για την ορχήστρα, σε ρουτινιάρικη φάση, με τον Ηλία Βουδούρη στο πόντιουμ,

μέτζο Ελένη Δάβου: με καλή φωνή αλλά, κυρίως, με τις λεπτές υποκριτικές πινελιές με τις οποίες τον πλουτίζει στην ολιγόλεπτη παρουσία της, αναδεικνύει, δίνει οντότητα στον σχεδόν ασήμαντο
ρόλο της Τζοβάνα. Επαναλαμβάνω, πάντως: μία παράσταση που αξίζει να δείτε βασικά για τον Ριγκολέτο του Δημήτρη Πλατανιά (Φωτογραφίες από πάνω. 1, 3, 4, 7: Stefanos. 2, 5, 6, 8: Δημήτρης Σακαλάκης).