April 3, 2017

Tip: «Λαμπεντούζα»


Εκείνος, ο Στέφανο, στην Λαμπεντούζα, ένα ιταλικό νησάκι χαμένο κάπου στην Μεσόγειο -«διάσημο» πια...: ψαράς, που έχει εξελιχθεί σε ακτοφύλακα, επιφορτισμένο να περισυλλέγει πρόσφυγες από την Αφρική που ξεβράζει η θάλασσα. Και, φυσικά, πτώματα πνιγμένων προσφύγων… Εκείνη, η Ντενίζ, στην Αγγλία -στο Μπίστον, προάστιο του Λιντς: αγγλοκινέζα φοιτήτρια που, παράλληλα, δουλεύει σε εταιρεία είσπραξης δανείων, ήτοι κυνηγάει για λογαριασμό τραπεζών οφειλέτες δανειολήπτες. Με ηλικιωμένη, προβληματική μάνα που εις μάτην η Ντενίζ αγωνίζεται να της εξασφαλίσει ένα πενιχρό επίδομα ανημπόριας. Και οι δύο τους -ο Στέφανο και η Ντενίζ- αποστασιοποιούνται, προσαρμόζονται στις σκληρές δουλειές τους και προσπαθούν, όσο γίνεται, να μην εμπλέκονται συναισθηματικά. Αλλά αυτό δεν μπορεί, τελικά, να γίνει. Θα αφεθούν στα συναισθήματά τους και θα γίνουν -κι ας υποφέρουν- αυτό που προσπαθούν να αποφύγουν: Άνθρωποι.
Ο Στέφανο, καλή ψυχή, που πάσχει με αυτά που βλέπει, γνωρίζεται, στον καταυλισμό των προσφύγων, με τον Μομπίντο, έναν συμπαθητικό μαλινέζο πρόσφυγα που του γίνεται τσιμπούρι. Και όταν η Αμανάτα, η γυναίκα του, ξεκινάει να έρθει να τον συναντήσει από τον ίδιο δρόμο, της θάλασσας που δεν αστειεύεται, και αργεί να εμφανιστεί, ο Μομπίντο εμπιστεύεται την τύχη της στον Στέφανο: να τη βρει και να τη σώσει. Και ο Στέφανο θα διακινδυνεύσει αλλά, ανάμεσα στους πνιγμένους από το ίδιο πλεούμενο που θα μαζέψει, θα τη βρει την Αμανάτα του. Ζωντανή. Και θα του τη φέρει. Η Ντενίζ πάλι, ανάμεσα σ’ αυτούς που «καταδιώκει», θα συναντήσει και την Καρολίνα, μία Πορτογαλίδα με το χωρίς πατέρα αγοράκι της. Και, μολονότι η δουλειά της δεν
επιτρέπει τέτοιες οικειότητες, θα γίνουν φίλες. Και όταν η μάνα της πεθάνει, η Καρολίνα, με το παιδάκι από το χέρι, θα είναι η μόνη που θα εμφανιστεί στην τελετή της αποτέφρωσης. Και θα προτείνει στην Ντενίζ να μείνουν μαζί για να κάνουν οικονομία -ναι, υπάρχουν καλοί άνθρωποι! Ο Βρετανός -από αμερικανούς γονείς ουγγροεβραϊκής καταγωγής- Άντερς Λουστγκάρτεν, πολιτικός ακτιβιστής στο διεθνές πεδίο, στο έργο του «Λαμπεντούζα» (2015) δεν τσιγκουνεύεται τα συναισθήματα. Γράφει δύο παράλληλους μονολόγους παλλόμενους από ποίηση και συγκίνηση, που τέμνονται από το καυτό, για όλους μας πια, προσφυγικό/μεταναστευτικό θέμα. Οι περιγραφές του Στέφανο για τα πτώματα που μαζεύει και για τη επανασυνάντηση του ζευγαριού των Μαλινέζων, συγκλονίζουν.
Ποτέ δεν συναντιούνται ο Στέφανο και η Ντενίζ. Μόνο στη σκηνή. Τους ενώνει, όμως, η αγάπη και η καλοσύνη που -ναι!- υπάρχουν. Ο σκηνοθέτης Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος αφέθηκε στις ανάσες του -άψογα μεταφρασμένου από την Αγγελική Κοκκώνη με τη συνεργασία της Κοραλίας Σωτηριάδου- κειμένου, ενός κειμένου που, ναι, είναι «ακόμα ένα έργο για μετανάστες και πρόσφυγες» αλλά η αλήθεια του σε συνεπαίρνει, δεν είναι κατασκεύασμα, και έκανε, δίνοντας προσοχή στις αποχρώσεις και στη λεπτομέρεια, μία βαθύτατα συγκινητική παράσταση στο «παγωμένο», «νεκρό» τοπίο του έξοχου σκηνικού της Μαγδαληνής Αυγερινού, με το κάτασπρο δάπεδο και τα ξερά κούτσουρα που σε τουμπανιασμένα πτώματα πνιγμένων παραπέμπουν, λευκά, αμείλικτα φωτισμένο από τον Σάκη Μπιρμπίλη. Ο διαρκώς, κατακόρυφα εξελισσόμενος Σταύρος Γασπαράτος με τις μουσικές του ενισχύει αυτό το τοπίο της απόγνωσης. 


Ο Αργύρης Ξάφης, συγκλονιστικός στην απλότητα και την αμεσότητα με τις οποίες μετουσιώνει την πολυπλοκότητα των συναισθημάτων του -από τις καλύτερές του στιγμές στο θέατρο. 
Η Χαρά-Μάτα Γιαννάτου ξεκινώντας σκληρά, επιθετικά, όπως πρέπει, την Ντενίζ της, προοδευτικά τη μαλακώνει και την κάνει βαθιά ανθρώπινη. Αλλά πρέπει να δουλέψει πολύ και σοβαρά την άρθρωσή της. Μία παράσταση καθηλωτική. Δεν άκουγα κιχ -μόνο μύτες να ρουφιούνται…- στην Κεντρική Σκηνή του «Θεάτρου του Νέου Κόσμου» όπου παίζεται. Και όπου πιστεύω ότι θα παίζεται για πολύ καιρό. Κι ας τελειώνει την Κυριακή η φετινή πορεία της. Δείτε την! Δεν λύνει το προσφυγικό. Αλλά μας βοηθάει να μην το ξεχνάμε.

No comments:

Post a Comment