Δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ, στις 4 Ιουλίου 2005.
Του Γιώργου Δ. Κ. Σαρηγιάννη
Ο Μέγας Θεατρίνος! Ο Μέγας Λαϊκός Θεατρίνος!
Ο Ντάριο Φο, στα εβδομήντα εννιά του, βγήκε στα σανίδια του Ηρωδείου και με το τίποτα κράτησε ένα κοινό 3500, περίπου, ατόμων επί δύο ώρες.
Μας «άδραξε», μας «άρπαξε» και ανάσα δεν μας άφησε να πάρουμε. Με μια «διάλεξη», ουσιαστικά, περί μάσκας. Χωρίς θίασο, χωρίς κοστούμια, χωρίς σκηνικά, με τους βασικούς φωτισμούς…
Στη σκηνή ένα τραπέζι μόνο όπου κάθονταν η, επί πάνω από πενήντα χρόνια, σύντροφός του στη ζωή και στο σανίδι Φράνκα Ράμε και η υποβολέας, με απλωμένα μπροστά τους τα κείμενα και τα σχέδια της παράστασης, ένας πίνακας με στερεωμένες πάνω του μάσκες τις οποίες έδινε στον Ντάριο Φο μια κοπέλα και κρεμασμένες δύο οθόνες όπου προβάλλονταν μάσκες, πίνακες, σκίτσα σχετικά με το κείμενο ή -η μόνη «πολυτέλεια» της βραδιάς- τον βλέπαμε μεγεθυμένο μέσα από κάμερα τοποθετημένη στην αυτοσχέδια ράμπα που είχε δημιουργηθεί στη σκηνή του Ηρωδείου.
Ο Ντάριο Φο, στα μαύρα ντυμένος, ψηλός, με μαλλιά κατάλευκα, με τη φάτσα αυτή την καλοκάγαθή και μαζί πονηρή και πανέξυπνη και αστεία, που η ίδια μοιάζει, με τα «πεσμένα» μάτια του, τη λίγο γαμψή μύτη και το προγούλι, με μάσκα, ξεκίνησε, με «δεξί του χέρι» στη μετάφραση το συνθέτη Σταύρο Παπασταύρο -που κινούνταν, πλάι του, στους τόνους του, και στη ζεστή φωνή του οποίου, την αμεσότητα, την ψυχραιμία, τους ρυθμούς του και τη σκηνική του παρουσία πολλά όφειλε η βραδιά-, εκφράζοντας τη μεγάλη συγκίνησή του που βρισκόταν στη σκηνή αυτή ενώ ο κόσμος -που ήξερε ποιον είχε έρθει να δει - τον υποδεχόταν με ένα μακρύ, ενθουσιώδες χειροκρότημα.
Χωρίς να ξέρει πολύ καλά τα λόγια του, αυτοσχεδιάζοντας, βέβαια -αυτή δεν είναι η τέχνη του;-, με την Φράνκα Ράμε, σε διαρκή ετοιμότητα, να του πετάει λέξεις που δεν άκουγε καλά και της φώναζε «πιο δυνατά» προκαλώντας το γέλιο, καλοστεκούμενος, με ενέργεια περισσή και κίνηση απόλυτα λυμένη, με τη μετάφραση να «φρενάρει» τον οίστρο του, με αμεσότητα μοναδική, έπαιξε «γκραμλό» -στα κορακίστικα, με ήχους που θυμίζουν τη γλώσσα που μιμείται- στα… γαλλικά και στα αγγλικά (ελισαβετιανό θέατρο!) λέγοντας πως όταν το έκανε στην Γαλλία κάποιος Γάλλος είπε: «Τι ωραία αυτά τα γαλλικά του 16ου αιώνα…».
Πετώντας κάθε τόσο σπόντες πολιτικές -«όποιος φοράει μάσκα δεν μπορεί να πει ψέματα. Σκεφτείτε οι πολιτικοί να ήταν υποχρεωμένοι να φορούν μάσκα… Θα έκλειναν τα κοινοβούλια. Για την Ιταλία μιλάω, όχι για εδώ…»-, πίνοντας πότε-πότε νεράκι από ένα ποτήρι, έπαιξε -με πόση φινέτσα! Χωρίς ίχνος χυδαιότητας και φτήνιας…- τον εν στύσει Αρλεκίνο που ντύνει το φαλλό του πρώτα γατάκι και μετά μωρό για να τραβήξει τις γυναίκες που θέλουν να χαϊδέψουν το γατάκι και να ταχταρίσουν το μωρό, ώσπου ο φαλλός εκρήγνυται με το επιμύθιον «Α, τι ωραία να είσαι ευνούχος!», έδωσε οδηγίες στις γυναίκες πώς να μην παίζουν τα ματόκλαδα ή να αναπνέουν για να μην κουνιέται το στήθος τους διότι αυτά μπορεί να προσμετρηθούν εναντίον τους αν κάποιος τις βιάσει, εξήγησε -σπαρ-τα-ρι-στά- τη σωστή προφορά του ονόματος του Πορτογάλου συγγραφέα Χιλ Βιθέντε…
Έπεφτε το θέατρο από τα γέλια. Κι ο Ντάριο Φο ακούραστος. Στο φινάλε, μόνο, έδωσε τη θέση του στην Φράνκα Ράμε η οποία έπαιξε μία δική της εκδοχή του μονόλογου στον οποίο η Μήδεια αποφασίζει να σκοτώσει τα παιδιά της, που δεν έδενε, είναι αλήθεια, με όσα προηγήθηκαν.
Το χειροκρότημα ήταν θερμό και γεμάτο αγάπη για το γέροντα που παραμένει ανθηρός έφηβος του θεάτρου και τη πιστή σύντροφό του.
Καθότι η παράσταση δεν διέθετε την «γκλαμουριά» που ελκύει τους πολιτικούς, στο θώκο βρέθηκαν μόνο ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Αναστάσης Παπαληγούρας και ο πρεσβευτής της Ιταλίας κ. Τζαν Πάολο Καβαράι. Στο κοίλον, όμως, το ελληνικό θέατρο εκπροσωπήθηκε από αρκετούς ανθρώπους του. Από την Ασπασία Παπαθανασίου, τον Στέφανο Ληναίο και την Ανίτα Δεκαβάλλα μέχρι νέους ηθοποιούς.
No comments:
Post a Comment