Το Τέταρτο Κουδούνι / Είδηση
Ο Στέλιος Μάινας θα ’ναι ο Κρέων και τον επώνυμο ρόλο έχει επωμιστεί η Βασιλική Τρουφάκου στην «Αντιγόνη» του Ζαν Ανούιγ που θ’ ανεβάσει τον Ιούλιο, στο «Ρεξ», στην Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη» του Εθνικού Θεάτρου και στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, η Ελένη Ευθυμίου, απ’ τις νέες, ανερχόμενες δυνάμεις στο χώρο της σκηνοθεσίας. Η καινούργια μετάφραση θα ’ναι του εκλεκτού ποιητή και μεταφραστή Στρατή Πασχάλη.
Το έργο, γραμμένο απ’ τον, γοητευμένο με την ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή, Γάλο Ανούιγ σε ζοφερή εποχή -κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής της Γαλίας-, έκανε την πρεμιέρα του στο γερμανοκρατούμενο ακόμα Παρίσι, στο «Τεάτρ ντε λ’ Ατελιέ», σε σκηνοθεσία Αντρέ Μπαρσάκ, στις 19 Φεβρουαρίου 1944. Ποιητικό αλλά μαχητικό και σχεδόν προκλητικό για την εποχή του -η Αντιγόνη αγγίζει τα όρια του μηδενισμού-, δεν είναι μια απλή διασκευή της τραγωδίας αλλά μια «μεταγραφή» της -με «πρόσχημα» τη τραγωδία- εμπλουτισμένη με στοιχεία απ’ τον αρχαιοελληνικό μύθο.
Η Αντιγόνη, κόρη του Οιδίποδα και της Ιοκάστης, του από άγνοια αιμομικτικού ζευγαριού, μετά την αυτοκτονία της μητέρας της, την εξορία του πατέρα της και το θάνατο των αδελφών της Ετεοκλή και Πολυνείκη που αλληλοσκοτώνονται διεκδικώντας το θρόνο της Θήβας, θάβει τον Πολυνείκη που ο θείος της Κρέων, αδελφός της Ιοκάστης, ο οποίος έχει αναλάβει τα ηνία της εξουσίας στην Θήβα μετά το θάνατο των δυο αδελφών, απαγόρευσε επί ποινή θανάτου την ταφή του, ως προδότη που βάδισε εναντίον της πατρίδας του. Όταν συλλαμβάνεται, ο Κρέων διατάζει να εφαρμοστεί ο νόμος και να ταφεί ζωντανή. Όταν μαθαίνει ότι ο γιος του, ο Αίμων, αρραβωνιαστικός της Αντιγόνης, την έχει ακολουθήσει κι έχει κλειστεί μαζί με την αγαπημένη του στον τάφο, σπεύδει να αναιρέσει την απόφασή του. Είναι αργά: η Αντιγόνη έχει κρεμαστεί και, μπροστά στα μάτια του, ο Αίμων αυτοκτονεί. Η μητέρα του Ευρυδίκη, σύζυγος του Κρέοντα, ακολουθεί το παιδί της, αυτοκτονώντας επίσης.
Ο Ανούιγ βγάζει την Αντιγόνη απ’ τον αρχαιοελληνικό κόσμο και την τελετουργία και την οδηγεί, ως σύμβολο της συνείδησης του 20ού αιώνα, στον σύγχρονο όπου οι θεοί έχουν εξαφανιστεί κι οι ηγέτες έχουν τη δύναμη να ορίζουν και να χειραγωγούν τις μοίρες των ανθρώπων. Το έργο δεν είναι παρά μια μεταφορά για τον άνθρωπο που στέκει απέναντι στην παντοδύναμη εξουσία, απελπισμένος και αδύναμος αλλά και επίμονος στις αντιστάσεις του.
Η ανυπότακτη Αντιγόνη του Ζαν Ανούιγ επαναστατεί όχι απλώς ενάντια στην εξουσία αλλά ενάντια στην κοινωνία. Δεν αποδέχεται το κοινωνικό κατεστημένο με τους συμβιβασμούς και τη φθορά του -«σας μισώ όλους», λέει. Δε θέλει να αποδεχτεί ότι, μεγαλώνοντας, θα πρέπει να ενταχθεί στην κοινωνία αυτή και να μάθει να «ελίσσεται» για να εξελιχθεί.
Στην Ελλάδα το έργο του Ανούιγ πρωτοπαρουσίασε, τη σεζόν 1946/1947, ο Κάρολος Κουν, με το «Θέατρο «Τέχνης», στο τότε θέατρο «Αλίκης» -νυν «Μουσούρη»- όπου στεγαζόταν. Με Αντιγόνη την Έλλη Λαμπέτη και Κρέοντα τον Λυκούργο Καλλέργη, σε μετάφραση Μάριου Πλωρίτη και με μουσική Μάνου Χατζιδάκι.
Το πιο πρόσφατο ελληνικό ανέβασμα της «Αντιγόνης» έγινε το χειμώνα 2012/2013 στο «Νέο Ελληνικό Θέατρο Γιώργου Αρμένη» απ’ τον Γιάννη Μπέζο που κράτησε και το ρόλο του Κρέοντα, με Αντιγόνη την Ηρώ Μπέζου.
Τη σεζόν 2013/2014, όμως, παρουσίασε το έργο στο Μέγαρο Μουσικής η «Κομεντί-Φρανσέζ», στο γαλικό πρωτότυπο βέβαια, σε σκηνοθεσία Μαρκ Πακέν, με Αντιγόνη την Φρανσουάζ Ζιλάρ και Κρέοντα τον Μπρουνό Ραφαελί.
Η σκηνοθέτρια της καινούργιας παράστασης του έργου του Ανούιγ Ελένη Ευθυμίου έχει συνεργαστεί με την Αντιγόνη της,
την Βασιλική Τρουφάκου, ήδη δυο φορές -στις αρχές της καριέρας και των δυο: το 2012 στη, βασισμένη σε βιβλίο της Ελεονόρ Μερσιέ, παράσταση «Με χτύπησε στις 2 45΄» και το 2012/2013 στο, βασισμένο σε μυθιστόρημα του Ρίτσαρντ Φλάναγκαν, «Η αληθινή ταυτότητα της Τζίνα Ντέιβις».
Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί πως τις ίδιες μέρες με την «Αντιγόνη» του Ανούιγ, το Εθνικό Θέατρο θ’ ανεβάσει -η πρεμιέρα στις 15 Ιουλίου-, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επιδαύρου, την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, με Κρέοντα τον Δημήτρη Λιγνάδη και Αντιγόνη την Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη. Οπότε, δίνεται η ευκαιρία τα δυο έργα -η «μήτρα» και η σύγχρονη «μεταγραφή» της- να λειτουργήσουν παραπληρωματικά για το κοινό.
Οι Γερμανοί δεν ήταν ανόητοι,και ήξεραν πολύ καλά ότι είναι ένα έργο δοσιλογικό,με πρωταγωνιστή τον Κρέοντα να υμνεί την εξουσία και τη δύναμη,να την υψώνει πάνω από θείο και ανθρώπινο νόμο.Γι'αυτό γράφτηκε και ανέβηκε τότε.
ReplyDeleteΜετά ανέλαβαν τα πλυντήρια,να μας πούν ότι δεν είναι μαύρο,είναι άσπρο,απλώς είστε ηλίθιοι και δεν καταλαβαίνετε...
Και ποτέ δεν είναι τυχαίο το timing που ανεβαίνει.
Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε :-) Κάτι θα ξέρετε περισσότερο για να το λέτε... Αλλά γιατί με ψευδώνυμο;
ReplyDeleteΔεν έχει σημασία τι νομίζω εγώ ή Ο οποιοσδήποτε.
ReplyDeleteΌμως το αυτονόητο ερώτημα (εξίσου αυτονόητη και η απάντηση)είναι:
Πώς και γιατί οι κατοχικοί Γερμανοί-καλοί γνώστες και με αναγκαίο υψηλό επίπεδο προπαγάνδας-επέτρεψαν και προώθησαν αυτό το έργο στα πλέον μαύρα χρόνια.
Μάλλον όχι από ανοησία.
Λυπηρό αν όχι ύποπτο, Εθνικό θέατρο να κινείται στη λογική "εκ Παρισίων.."