Δεν είχε στο πρόγραμμά του,
αυτή τη φορά, άριες «κοσμαγάπητες» ο Γιόνας Κάουφμαν -διότι, κακά τα ψέματα,
αυτός ήταν ο πρωταγωνιστής και ο σταρ της βραδιάς. Δεν είχε όπερες ρομαντικές,
και κορόνες, και μπραβούρες, και «Τόσκες», και Βέρντι, και «Βέρθερους», και
Ντον Ζοζέ, και «Λόενγκριν». Ούτε μεγάλο συμφωνικό συγκρότημα είχε για να τον πλαισιώσει.
Απλός σολίστας στη συναυλία μιας ορχήστρας δωματίου ήταν. Και για τη συμπραξή του αυτή με την Ορχήστρα Δωματίου Βιένης-Βερολίνου διάλεξε(-αν) τα καθόλου πιασάρικα «Τραγούδια ενός οδοιπόρου» (1883-1885,
ενορχηστρωμένη εκδοχή 1896) του Γκούσταφ Μάλερ, έναν κύκλο -τον πρώτο του- τεσσάρων
λίντερ σε δικούς του, βιωματικούς στίχους που μιλάνε για έναν ερωτευμένο και
προδομένο άντρα ο οποίος αναζητά καταφύγιο στη φύση. Τραγούδια χωρίς, ίσως, την
ωριμότητα των μεταγενέστερων του συνθέτη αλλά με μία συγκινητική εσωτερικότητα.
Ο Γιόνας Κάουφμαν άφησε κατά
μέρος τον οπερατικό εαυτό του και βυθίστηκε στον βαθύτατα μελαγχολικό μαλερικό
κόσμο με μία θαυμαστή εσωτερικότητα -αυτή ακριβώς που τα συγκεκριμένα τραγούδια
ζητούν- και με μία γνώση του ύφους μοναδική –ένας άριστος λιντερίστας που
τραγούδησε τα λίντερ ως λίντερ και όχι ως άριες. Με φραζάρισμα άψογο, εκμεταλλεύτηκε όλες τις αποχρώσεις
τους, τραγούδησε σε ημιτόνια και όπου έπρεπε έβαλε τη δύναμη και το φωνητικό εύρος που χρειάζονταν.
Αποδεικνύοντας -και με ένα τρόπο διαφορετικό από αυτόν που ήδη γνωρίζαμε- πως
είναι ένας σπουδαίος τενόρος με ευρύτατη γκάμα.
Τα τρία ανκόρ του, που δεν
ξέφυγαν από το πνεύμα της συναυλίας -ένα από τα «Βίζεντονκ λίντερ» του Ρίχαρντ
Βάγκνερ στο πρώτο μέρος και δύο τραγούδια του Ρίχαρντ Στράους στο φινάλε-,
επιβεβαίωσαν τις εξαιρετικές εντυπώσεις.
Ο γερμανός τενόρος ήταν ο αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής της βραδιάς. Αλλά η Ορχήστρα Δωματίου Βιένης-Βερολίνου, η οποία επωμίστηκε και το κύριο μέρος της συναυλίας, ήταν που αναδείχτηκε σε ισάξιο συμπρωταγωνιστή. Οι εκλεκτοί μουσικοί από τις Φιλαρμονικές της Βιένης και του Βερολίνου οι οποίοι την απαρτίζουν και οι οποίοι χωρίς μαέστρο έχουν κατακτήσει μία σπάνια ομοιογένεια και έναν εξαίρετο, μεταξένιο αλλά και στιβαρό ήχο άνοιξαν τη συναυλία με τη Συμφωνία για ορχήστρα εγχόρδων αρ. 10 (1823) του Φέλιξ Μέντελσον-Μπαρτόλντι, αγκάλιασαν με προσοχή και ανέδειξαν τη φωνή του Γιόνας Κάουφμαν στον Μάλερ, ερμήνευσαν το Σεξτέτο (εισαγωγή) από την όπερα του Ρίχαρντ Στράους «Καπρίτσιο» (1942) και έκλεισαν το πρόγραμμά τους -επικεντρωμένο αποκλειστικά σε γερμανούς και αυστριακούς συνθέτες- με μία εξαιρετική ερμηνεία της «Εξαϋλωμένης νύχτας» (1902, ενορχηστρωμένη εκδοχή 1919, αναθεωρημένη το 1943) του Άρνολντ Σένμπεργκ -το αριστούργημά του, ίσως, που ανήκει στην τονική περίοδό του, πριν ο Σένμπεργκ «αγριέψει» και ασπαστεί τον δωδεκαφθογγισμό.
Το συμπέρασμα. Μία βραδιά, όντως, εξαΰλωσης. Που εκτιμήθηκε δεόντως, παρά το ότι παντελώς της έλειπαν οι ευκολίες, από το κοινό που είχε κατακλύσει το Μέγαρο.
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών/Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης», 13 Μαΐου 2014.
No comments:
Post a Comment