January 30, 2021

Κατά Κιμούλην Ευαγγέλιον...

 

Επέστη, λοιπόν, ο χρόνος...

Επειδή πολύς ντόρος έχει γίνει τις τελευταίες μέρες για τον κ. Γιώργο Κιμούλη, μετά τις καταγγελίες, αρχικά, της Ζέτας Δούκα, εναντίον του αλλά και άλλων ηθοποιών για τη σκηνική συμπεριφορά του,

Επειδή έχουν αρχίσει, με διάφορα ισχνά επιχειρήματα, κάποιες προσπάθειες «αποκατάστασης» του θιγόμενου,

Επειδή άρχισα να διαβάζω σχόλια και πορτρέτα του που, συνθέτοντας, με ψηφίδες -από την επιλογή του από τον Δημήτρη Χορν να παίξει πλάι του, στην αρχή της καριέρας του, στο «Hit» έως τα «βαρέα ένσημά του στο επάγγελμα»- επιχειρούν κάτι σαν ξέπλυμα, 

Επειδή scripta manent,

Για να θυμηθούν οι παλιοί και να μάθουν οι νεότεροι, θα ήθελα να προσθέσω κι εγώ μία ακόμα ψηφίδα, ίσως εξίσου διαφωτιστική για το ήθος του: ένα, ιδιαίτερα, εκ των πραγμάτων, επίκαιρο, αν και μετράει έντεκα σχεδόν χρόνια, κείμενο του κ. Γιώργου Κιμούλη -που εσείς θα το χαρακτηρίσετε- και το οποίο, με ιδιαίτερο ενθουσιασμό, δημοσιεύτηκε στην, τότε, ιστοσελίδα της κ. Σεμίνας Διγενή mediasoup.gr και, όταν αυτή καταργήθηκε, μεταφέρθηκε, με τον ίδιο ενθουσιασμό, στη διάδοχη ιστοσελίδα της κ. Διγενή onlytheater.gr, όπου υπήρχε μέχρι πρόσφατα αλλά -ω, του θαύματος, δεν ξέρω πότε και γιατί- διαγράφηκε...

Πριν το αναδημοσιεύσω -όπως ακριβώς είχε, με τα λάθη και κάποιες ανακρίβειές του-, όμως, χρειάζεται ένας μικρός πρόλογος απαραίτητος για την σωστή κατανόηση του κειμένου:

Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ, παρουσιάστηκε στην Επίδαυρο, στις 9 και 10 Ιουλίου 2010, από το «Αμφι-Θέατρο», ο «Οιδίπους τύραννος» του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου, με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη στον επώνυμο ρόλο και Ιοκάστη την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη.

«Τα Νέα», όπου τότε έγραφα, με έστειλαν να καλύψω την παράσταση. Μου ζητήθηκε ρεπορτάζ για ένα ολόκληρο δισέλιδο, που βέβαια θα έπρεπε να είναι «διαβαστερό». Δηλαδή, ένα κείμενο για τα προ της παράστασης, για το κοινό, για τους παρόντες «επώνυμούς» της, για την υποδοχή της οποίας έτυχε, για τα μετά την παράσταση («Λεωνίδας») κλπ. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο φύλλο της Δευτέρας 12 Ιουλίου 2010.

Το Σάββατο 17 Ιουλίου δημοσιεύτηκε στην προσωπική μου στήλη «Πάμε Θέατρο» του, ενσωματωμένου στο ένθετο «Νέα Σαββατοκύριακο» της εφημερίδας, περιοδικού «Ταχυδρόμος-Week End», μία κριτική αποτίμηση της παράστασης που δεν ήταν θετική.

Ο κ. Κιμούλης στις 15 Ιουλίου βρίσκει ευήκοον ους στη συνάδελφο Μυρτώ Λοβέρδου, στο «Βήμα», για να ανακοινώσει «επισήμως» ότι αρχίζει, στο mediasoup.gr, μία καινούργια στήλη με τον τίτλο «Η Κριτική της Κριτικής» (https://www.tovima.gr/2010/07/15/culture/o-giwrgos-kimoylis-se-rolo-kritikoy-tis-kritikis/)

Δημοσίευσε ένα κείμενο για μένα στις 21 Ιουλίου, και ένα, σχεδόν αναλόγου ύφους, για τον κριτικό της «Ελευθεροτυπίας» τότε, της «Εφημερίδας των Συντακτών» σήμερα, Γρηγόρη Ιωαννίδη. Εκεί έληξε η «στήλη» του. Προφανώς είχε ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του.

Να επισημάνω, πάντως, ότι στο κείμενό του, εσκεμμένα, με γκεμπελσικό τρόπο, ανακατεύει τα δύο κείμενά μου χαρακτηρίζοντας κριτική και το ρεπορτάζ. Δεν αναδημοσιεύω τα σχόλια. Ανάμεσά τους, της εκλεκτής δημοσιογράφου/συγγραφέα Στέλλας Βλαχογιάννη, μιας από τους ελάχιστους συναδέλφους που είχα την τιμή να με υπερασπιστούν -σε αντίθεση με κάποιους άλλους που επέχαιραν μαζί με αρκετούς του θεατρικού χώρου... Και η οποία, στις ανταπαντήσεις του, έπεσε επίσης θύμα βαριάς χυδαιότητας.

Για τα υπόλοιπα αφήνω τις κρίσεις σ’ εσάς. Σας προειδοποιώ, πάντως, πως στα σχόλια δεν θα απαντήσω. 

Η κριτική της κριτικής του Γ. Σαρηγιάννη

Wed, 21/07/2010 - 16:22 — Mediasoup

Ξεκίνησα από την κριτική ενός επαγγελματία κριτικού μιας αρκετά έγκριτης εφημερίδας, του κυρίου Γρηγόρη Ιωαννίδη, ο οποίος κρατά τη στήλη της θεατρικής κριτικής στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία
και συνεχίζω με την κριτική ενός ερασιτέχνη κριτικού μίας άλλης αρκετά έγκριτης εφημερίδας, του κυρίου Γιώργου Σαρηγιάννη, ο οποίος κρατά τη στήλη της θεατρικής κριτικής στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ.

Στις 7 Ιουλίου ο κύριος Σαρηγιάννης έγραψε “κριτική” για την παράσταση “Οιδίπους Τύραννος” σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου.

Κατ’ αρχάς ποιος είναι ο κύριος Γιώργος Σαρηγιάννης:

(ή εγώ δε βρήκα φωτογραφία, ή κάηκε η φωτογραφία 
  ή δε βρέθηκε φωτογράφος να τον φωτογραφήσει.)

Γιώργος Κ.Δ. Σαρηγιάννης,  δημοσιογράφος.
Αγνώστων λοιπών βιογραφικών στοιχείων.

φληναφήματα και πομφόλυγες

(Γιώργο μου, συγνώμη για τον δύσκολο τίτλο, αλλά τρελλαίνομαι με την ιδέα, πως θα τρέχεις στα λεξικά να βρεις τι είναι φληνάφημα και τι πομφόλυξ!)

Εδώ δεν έχει ούτε πληθυντικό, ούτε ευγένειες ούτε τίποτα.
Άλλωστε γνωριζόμαστε από παλιά εμείς οι δύο. 
Είναι γνωστή η “εκτίμηση” που τρέφω προς το πρόσωπό σου,
όπως και η δική σου “αγάπη” προς το δικό μου.
Παρατήρησα πως στο γνωστό σου ευθυμογράφημα για τον Οιδίποδα (“Παρουσιάση” το λες εσύ!) με θυμήθηκες πάλι. Πέντε χρόνια έχουν περάσει και σου έχω μείνει ανεξίτηλος.
Πρόσεχε, τρελλό αγόρι,  θα τον παρεξηγήσουν αυτόν τον έρωτα!

Κατ’ αρχάς σου ζητώ συγνώμη που το κείμενο αυτό, το οποίο αναφέρεται στην κριτική σου, θα είναι μικρότερο απ’του Ιωαννίδη, αλλά όπως είπα και στην αρχή, το μήκος του κειμένου είναι ανάλογο της σοβαρότητας της κριτικής. Άλλωστε εσύ έχεις συνηθίσει να είσαι δεύτερος.

Διάβασα, που λες λοιπόν, (στα πεταχτά πρέπει να ομολογήσω – όπως γράφεις κι εσύ δηλαδή)  το χαζοχαρούμενο ευθυμογράφημά σου.
Δευτέρα 12 Ιουλίου. Πολλές λέξεις! 1200!  Μπράβο! 
Σου εύχομαι κάποια στιγμή να τις κάνεις και 2000. Ελπίζω να σε πληρώνουν με τη λέξη, 
γιατί αλλιώς ποιος είναι ο λόγος να μαθαίνεις τόσες. Δε συμφέρει. 
Κοίτα μη σε ρίξουν, σε παρακαλώ πολύ.

Μετά Γιώργο μου (δε σε πειράζει που σε λέω Γιώργου μου, ε;) – μετά Γιώργο μου,  παρατήρησα, πως η γραφή σου συνεχίζει να είναι στο επίπεδο δευτέρας ή τρίτης τάξης κάποιου γυμνασίου θηλέων και ησύχασα. 
Επίσης παρατήρησα, πως συνεχίζεις να ασχολείσαι με τα αγαπημένα σου θέματα (άσχετα με τι παράσταση πας να δεις). Ξέρεις εσύ. Αυτά, τα γνωστά: ποιος έβλεπε την παράσταση; Ο Σάκης, ο Σάκης! Με ποιαν ήταν; Με τη Ζυγούλη, Ζυγούλη. Πώς μπήκαν; Πώς βγήκαν; Αυτές οι γνωστές σου αναλύσεις με αυτά τα υπέροχα ελληνικά που χρησιμοποιείς, ως άριστος χειριστής της γλώσσας μας. Την χειρουργική επιδεξιότητα με την οποία περνάς απ’ την καθαρεύουσα στη μαλλιαρή και από τη γλωσσοπλασία στα καλιαρντά. Ειλικρινά είσαι η σωματοποιημένη απόλαυση ενός κειμένου! Για άλλη μια φορά χάρηκα τη γνώση που έχεις για τόσους και τόσους νεολογισμούς, κάθως και αντέγραψα (με συγχωρείς δεν άντεξα) φράσεις, που αποδεικνύουν τη γλωσσική σου καινοτομία. Όπως:

“Ιδού, λοιπόν, που επέστη ο χρόνος να δούµε στην Επίδαυρο και Σάκη Ρουβά με Κάτια Ζυγούλη”
“Μπήκαν, αποφεύγοντας κάθε ντόρο µε τους φωτορεπόρτερ”
Καλά, Γιώργο... “σ’ εεεεχω ερωωωτευτείιι”..! – Τραγουδώ και σε σκέφτομαι.

Αντέγραψα όμως κι άλλες:
“Αλλά και το κοινό, γενικά, της πρεµιέρας πολύς κόσµος, γύρω στα 6.500 µε 7.000 άτοµα“
Γιώργο, αυτή η επανάσταση που κάνεις στο συντακτικό μας, με απορρυθμίζει. Θετικά εννοώ. 
Αυτό το παιχνίδι που κάνεις μεταξύ προφορικού και γραπτού λόγου είναι... ΜΠΡΑΒΟ!

Και το χιούμορ σου... δεν παίζεται. Απορώ γιατί κάποιοι το λένε κρυόκωλο.
Είναι κρυόκωλη η περιγραφή των θεατών που κάνεις;
“Κυρίες που και πάλι αψήφησαν την τρύπα του όζοντος ή αφέθηκαν στην αγκαλιά του solarium σε χρώµατα «αραπίνες λάγνες, ερωτιάρες», εντυπωσιακά µοντελάκια, έντονα χρώµατα, κινητά που είχαν ανάψει, να φωτογραφίζονται µεταξύ τους λες και δεν είχαν ξανάρθει ή δεν θα ξανάρθουν στην Επίδαυρο  πράγµα που µπορεί πιθανότατα να συνέβαινε…”
Είναι κρυόκωλο αυτό που γράφεις; Όχι, πές μου! Είναι; Αν είναι δυνατόν!
Οι γελοιοί! Δεν κατάλαβαν πρώτ’απ΄όλα την σκληρή, αλλά γεμάτη πίκρα, κοινωνική κριτική, που έκανες. Τον στιβαρό τρόπο με τον οποίο στηλιτεύεις, όλους αυτούς που έρχονται στην Επίδαυρο.

Κι αυτά τα   “πιπίνια του fan club Μαρκουλάκης…” , όπως γράφεις.
Αυτά, Γιώργο μου, μεταξύ μας κι εμένα μου σπάνε τα νεύρα.
Πολλά πιπίνια γαμώτο  πάνε σ’ αυτόν! Και το χειρότερο: μόνο κοριτσάκια.
Τσατάλια τα νεύρα μου. Σε καταλαβαίνω.

Κι αυτά τα δύσκολα που έγραφες μετά, ρε κερατά, με πέθαναν!
Αυτά τα:
“η σύνθεση που φωτίστηκε εκ των ένδον και επείχε θέση βωµού”
Α!  Δεν στο είπα. Άσχετο, βέβαια, αλλά ξέρεις εσύ απ’ αυτά.
Ο Αγγελικόπουλος (ο πρώην φίλος σου) σταμάτησε να ασχολείται με το θέατρο, από τότε που άρχισες να χρησιμοποιείς κι εσύ δύσκολες εκφράσεις. Φοβερό, ε;

Ήσουν υπέροχος. Όχι! Η αλήθεια να λέγεται.
Μετά άρχισες να περιγράφεις την παράσταση  (όπως την κατάλαβες εσύ βέβαια) και βαρέθηκα. 
Δεν μπορούσα να τα διαβάσω αυτά. Έλα μωρέ Γιώργο, γράψε και καμιά μαλακία. 
Όλο σοβαρά γράφεις. Άστα αυτά για τον Γεωργουσόπουλο.

Πήδηξα το κείμενό σου και έφτασα εκεί που περιγράφεις το χειροκρότημα.
Εκεί κι εγώ ξυπνάω, μαζί μ’ εσένα σε κάθε παράσταση.
Δεν ξέρω, βρε Γιώργο μου, αλλά κι εμένα μ’ ανακουφίζει, όσο κι εσένα η στιγμή που χειροκροτούν.

Και μετά πάλι στα αγαπημένα σου/μου. Εκεί που περιγράφεις τι έγινε στον “Λεωνίδα”:
“Στον all time classic «Λεωνίδα» του Λυγουριού θεσµός εξίσου παλαιός και σταθερός µε το Φεστιβάλ Επιδαύρου  βρέθηκαν, µετά τα συγχαρητήρια, οι συντελεστές της παράστασης, ο Σάκης Ρουβάς µε την Κάτια Ζυγούλη, πάντα διακριτικοί, και όσοι από τους θεατές πρόλαβαν και… είδαν τον Κύριο, ήτοι κατάφεραν να κλείσουν τραπέζι ο «Λεωνίδας» γίνεται sold out πριν από τις παραστάσεις του Φεστιβάλ… Για να κουτσοµπολέψουν και να δοκιµάσουν τις νοστιµιές της κουζίνας... ” 
Όταν γράφεις και αγγλικά... αυτά τα:  all time classic και το sold out, μου ‘ρχεται να ‘ρθω και να σε...δαγκώσω. Τόσο πολύ με ενθουσιάζεις. Στεναχωρήθηκα όμως γιατί πάλι τον Σάκη και τη Ζυγούλη αναφέρεις. Σα δάχτυλος του Καφίρη μου μοιάζει αυτό.  Δεν υπήρχε άλλος επώνυμος;  Να μου πεις αν υπήρχε θα σου ξέφευγε εσένα;  Εσύ είσαι δημοσιογραφικό λαγωνικό!

Ομολόγω δε, πως το καρφί που έριξες στο τέλος στον Ευαγγελάτο ήταν γαμάτο! 
Εκεί που έμπλεξες τα φαγητά με την παράσταση:
“γεύσεις καθαρές και κλασικές, σαν την παράσταση του Σπύρου Ευαγγελάτου. Για την οποία οι γνώµες κυµαίνονταν από αρνητικές έως το «χωρίς τίποτα το καινούργιο», µε το «καλή» να κυριαρχεί.” 
Είσαι θεατρολόγος ρε πούστη μου! Συγκεκριμένος, σαφής και θεατρολόγος! 
Όχι! Η αλήθεια να λέγεται.

Διάβασα λοιπόν αυτήν την υπέροχη παρουσίασή σου και ενημερωμένος πλέον πήγα στη δουλειά μου. Και να μην την είχα δει την παράσταση, μου την περιέγραψες εσύ τόσο γλαφυρά, που μου έφτανε. Είχα ηρεμήσει. Είπα στον εαυτό μου “Ευτυχώς που σταμάτησε να μιμείται τον κριτικό και επέστρεψε στο πραγματικό του χώρο: στα κοσμικά”.  Αρκετές μαλακίες έκανε. Επιτέλους ο Γιώργος μου έβαλε μυαλό.

Οι μέρες πέρασαν  και σε είχα ξεχάσει (δεν εννοώ σε είχα γραμμένο) απλώς σε είχα ξεχάσει
και ξαφνικά το Σάββατο, με σταματάει ένας νεαρός συνάδελφός μου στο δρόμο και  μου λέει:
“Έγραψε κριτική ο κύριος Σαρηγιάννης για τον Οιδίποδα!”
Γιώργο! - σε λένε και “κύριο”! Φοβερό!

“Τη διάβασα”, του λέω,  “τη Δευτέρα”.   “Ποια Δευτέρα”, μου λέει, “σήμερα γράφει.”

Μ’ έπιασε κρύος ιδρώτας.
“Λες να έκανε πάλι καμια μαλακία ο Γιώργος μου”, σκέφτηκα κι άρχισα να τρέχω με αγωνία προς το περίπτερο. “Ας μην την έκανε τη μαλακία, Θεέ μου” έλεγα, “ας μην την έκανε τη μαλακία” - 
αγοράζω την εφημερίδα, “ας μην την έκανε τη μαλακία” , την ανοίγω και με πιάνει ρίγος!
“Την έκανε τη μαλακία!”  - Γιατί την έκανες Γιώργο μου! Γιατί, παιδί μου;

Τι θα γυρίσω να πω στους θαυμαστές σου;  Πως γράφεις πάλι σοβαρά; 
Πως ξύπνησε μέσα σου πάλι ο Ιζνογκούντ και θέλεις σώνει και καλά να γίνεις κριτικός στη θέση κριτικού;  - Δεν έχεις κανένα δικό σου να σε συγκρατεί;  Τι τρελλές φιλοδοξίες είναι αυτές;
Γίνε ο τι άλλο θες! Γίνε αστροναύτης. Γίνε βατραχάνθρωπος. Λιγότερο ρεζίλι θα γίνεσαι με τα βατραχοπέδιλα και τη μάσκα, απ’ ότι τώρα, που θα προσπαθήσεις πάλι να αναλύσεις μία παράσταση.

Αυτή η Μπουμπουρή στο Αθηνόραμα σ’ έφαγε. Αυτή που σε είπε “θεατροφάγο”! 
Έτσι δεν σε απεκάλεσε; “Σαρηγιάννης, ο άνθρωπος που βλέπει τις περισσότερες παραστάσεις στην Αθήνα.”  Αυτό ήταν!   Ήσουν που ήσουν τρελλαμένος με το θέατρο, αποτρελλάθηκες.

Αγόρι μου όμορφο, πόσες φορές σου το έχω πει; Δεν είναι ποσοτικό το θέμα.
Το ότι βλέπεις πολλές παραστάσεις δε σημαίνει, πως μπορείς να τις αναλύσεις κιόλας;
Αν είναι έτσι, να βάλουμε κι αυτά τα δύο συμπαθέστατα αδελφάκια, (τα ξέρεις μάλλον)
που έρχονται και βλέπουν όλες τις παραστάσεις, να γράφουν κριτικές.
Στο έχω ξαναπεί:
Ξέρεις πολλούς που έχουν παρακολουθήσει εκατοντάδες χειρουργικές επεμβάσεις, 
να προσπαθούν να εξηγήσουν σ’ ένα χειρουργό, πως πρέπει να χειρουργήσει;
Μη, παιδί μου!  Γιατί;

Αρχίζω να διάβαζω, έχοντας όπως καταλαβαίνεις μία ανησυχία. Μετράω, βλέπω 580 λέξεις. Λέω, πάλι καλά... λιγότερες από το προηγούμενο, λιγότερο ρεζίλι θα γίνει. Ενδιαφέρομαι για σένα, όπως καταλαβαίνεις.

Μετά διαβάζω τον τίτλο: Απόν το τραγικό ρίγος.
Πώ, πω, άσχημα ξεκινάει. Άρχισε τις χαζομάρες. Κάνει τον θυμωμένο κριτικό.
Αυτός ο Γεωργουσόπουλος με τους έξυπνους τίτλους του σ’ έχει καταστρέψει.

Μετά όμως είδα, πώς τα είχες χωρίσει, με τάξη, με επικεφαλίδες  και λέω για δες ο Γιώργος!
ΤΟ ΕΡΓΟ, Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ, ΟΙ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ... – μπράβο!
κι εκεί που πήγα να ηρεμήσω, διαβάζω το πρώτο σου κεφάλαιο:

“ ΤΟ ΕΡΓΟ. Λοιμός πλήττει την Θήβα. Βασιλιάς της, ο Οιδίπους. Κάποτε, αυτός, ένας ξένος, γιος, όπως νόμιζε, της Μερόπης και του Πόλυβου, βασιλιά της Κορίνθου- απ΄ όπου είχε φύγει όταν χρησμός τον προειδοποίησε πως θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα γίνει αιμομίκτης με τη μάνα του- έσωσε την πόλη από την κατάρα της Σφίγγας, αναγορεύτηκε βασιλιάς της, μια και ο θρόνος της χήρευε μετά το φόνο του βασιλιά της Λάιου και παντρεύτηκε τη χήρα του Ιοκάστη με την οποία έχουν κάνει τέσσερα παιδιά. Χρησμός από τους Δελφούς προειδοποιεί πως η πόλη θα απαλλαγεί μόνον αν βρεθεί ο δολοφόνος του Λάιου. Ο μάντης Τειρεσίας πιεζόμενος από τον Οιδίποδα θα του αποκαλύψει πως ο φονιάς που ψάχνει είναι ο ίδιος ο Οιδίπους. Η Ιοκάστη με τη μαρτυρία της θα τον κάνει να θυμηθεί πως πριν φτάσει στην Θήβα, κάτω από τις συνθήκες που η βασίλισσα περιγράφει, ύστερα από καβγά, είχε σκοτώσει στο δρόμο έναν γέροντα. Που, προφανώς, ήταν ο Λάιος. Ταυτόχρονα του αποκαλύπτει πως με τον Λάιο γέννησε ένα γιο που, επειδή ο χρησμός είχε προφητεύσει πως κάποτε θα σκοτώσει τον πατέρα του, τον έδωσαν, βρέφος ακόμα, σ΄ ένα δούλο να τον παρατήσει στον Κιθαιρώνα. Ενας κορίνθιος βοσκός που φέρνει την είδηση ότι ο Πόλυβος πέθανε και ένας βοσκός άλλοτε θεράπων του Λάιου, εκείνος που του είχαν παραδώσει το μωρό, θα διασταυρώσουν τις μαρτυρίες του αποκαλύπτοντας πως το παιδί δεν ήταν παρά ο Οιδίπους που γλίτωσε και τον υιοθέτησε ο άτεκνος Πόλυβος. Ο Οιδίπους τώρα Ξέρει: όπως ο Απόλλων προφήτευσε έχει σκοτώσει τον πατέρα του και έγινε αιμομίκτης. Δεν τους μένει παρά στην Ιοκάστη να κρεμαστεί, στον Οιδίποδα να βγάλει τα μάτια του και να ζητήσει από τον Κρέοντα που αναλαμβάνει την εξουσία να τον εξορίσει. Ο «Οιδίπους τύραννος» του Σοφοκλή (429- 425 π.Χ.) είναι το τελειότερο, ίσως, δημιούργημα του αρχαίου ελληνικού δράματος.”

Τι είναι αυτό;! – ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ, ΑΓΟΡΙ ΜΟΥ;!
Σου είπαν, μωρό μου, πως οι σοβαροί κριτικοί στην αρχή αναλύουν το έργο κι εσύ έκατσες κι έγραψες την ΥΠΟΘΕΣΗ;!  Έλα μ.... στο τόπο σου!  Ποιος σου το είπε αυτό, παιδί μου; Ο Γεωργουσόπουλος στο είπε; Παιδάκι μου, θέλει να σε καταστρέψει αυτός. Είναι κακός άνθρωπος. Στο είπε για να γελάμε μαζί σου.  Να σε δείχνουμε και να λέμε: “δες το χαζό!” - Ή μήπως το είδες που το κάνει εκείνος και θέλησες να το κάνεις κι εσύ;  Ε; Αυτό είναι! Είσαι όμως ένας κι εσύ!  - Την ξέρεις την παροιμία που λέει “όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια”;  Την ξέρεις;  Την ξέρεις. Γιατί κάπου διάβασα πως το έχεις γράψει. 
Ο Γεωργουσόπουλος, αστοιχείωτε,  αναλύει το έργο, δε γράφει την υπόθεση! 
Πω, πω κακό που πάθαμε! 
Και καλά κάθησες και έγραψες την ιστορία, δεν μπορούσες να βρεις κάποιο σοβαρό βιβλίο να αντιγράψεις; Έπρεπε να κάνεις copy paste  από τη Βικιπαίδεια;!!!

Σαρηγιάννη, νομίζεις πως μετά απ’ αυτό μπορεί κάποιος να σε πάρει στα σοβαρά, όταν κάνεις κριτική για την παράσταση; - Εγώ όμως, για να δεις πόσο σ’ αγαπάω τη διάβασα όλη:

“Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ. Ο Σπύρος Ευαγγελάτος αντιμετώπισε το έργο όπως αναμενόταν: με σεβασμό.”
Γελάω!  Πρέπει να τρέμεις όταν γράφεις. Λες από μέσα σου: “θα καταλάβουν τι μαλάκας είμαι”.
Σαν να διάβάζω έκθεση καλοσιδερωμένης μαθήτριας του δημοτικού. 
 
“ Οργάνωσε μια σφιχτή, γρήγορη παράσταση, με εξπρεσιονιστικό άρωμα- σκιές, ερμηνείες...- που άφησε την καθαρή μετάφραση του Κ. Χ. Μύρη να ακουστεί καθαρά.”

Χαχαχα! Ρε συ βρες ένα άλλο επίρρημα. “Καθαρή μετάφραση, που ακούγεται καθαρά”;!
Το πιο πάνω δεν το συζητώ. Αυτό με το “εξπρεσιονιστικό άρωμα”.
Κάποιος τώρα σου είπε εσένα, πως στον εξπρεσιονισμό έχουν σκιές και το πέταξες.
Ω, ρε πού καταντήσαμε;!  Μάθανε πως γ........στε,  πλάκωσαν κι οι γύφτοι! 
Ο Σαρηγιάννης έμαθε να γράφει τη λέξη εξπρεσιονισμός!
“Ολα όμως θύμιζαν δεκαετία του ΄80- σαν όλα να τα είχα ξαναδεί:”

Ε, βέβαια τόσα οράματα βλέπεις, Σιμόν Μασάρ!  - εδώ είδες όραμα πως είσαι κριτικός,
το όραμα μίας παράστασης που δεν έχεις δει, δε θα οραματιστείς;
Σε λίγο θ’ αρχίσεις και ν’ ακούς φωνές... γάμα τα! Ξέρεις λοιπόν τι προτείνω, Ζαν ντ’ Αρκ;
Να μην ανεβάζουμε καν παραστάσεις εμείς και να βγαίνεις εσύ να γράφεις τις κριτικές για την παράσταση, που θα κάναμε.  Αφού θα την έχεις δει σε όραμα!  
Τι λες;  
Δεν είναι κακή ιδέα!

Και συνεχίζει την ανάλυση ο “δραματουργός”:
“η σκηνογραφική λύση του Γιώργου Πάτσα με το πατάρι που αποσυναρμολογείται, τα «ορύγματα», οι καρέκλες που ο Χορός ανεβοκατεβάζει στο πατάρι, τα βαμμένα λευκά πρόσωπα, οι μνήμες από το ιαπωνικό θέατρο, το μπεζ που κυριαρχεί... Οσο για τα πλαστικά αδιάβροχα που καλύπτουν όλα τα κοστούμια του Γιώργου Πάτσα ενώ δεν με έπεισαν πως συμβολίζουν το μίασμα, τα βρήκα επιπλέον να αλλοιώνουν επικίνδυνα τις φιγούρες.”

(Γιώργο Πάτσα, μ’ ακούς; Τα κοστούμια δεν έπεισαν τον Σαρηγιάννη, πως συμβόλιζαν το μίασμα! Κάτι πρέπει να κάνεις.)

Αυτό όμως που έγραψες πως έχεις και μνήμες από τους γιαπωνέζους, με ανησύχησε πολύ. 
Σβήσ'το αμέσως. Σβήσ' το! Μην αρχίσει να κυκλοφορεί πως βλέπεις οράματα κι απ' το Περλ Χάρμπορ, γιατί την πάτησες.  Στο λέω: θα σε δέσουν!  

Όσο για το ότι έβλεπες να αλλοιώνονται οι φιγούρες, μη φοβάσαι, δεν είναι τίποτα. Απλώς μπορεί να κουράστηκες απ' το ταξίδι προς την Επίδαυρο, να νύσταξες ή και να πείνασες...

“Οι μουσικές του Γιάννη Αναστασόπουλου, χορταστικές” 
Νά το! Δε στο ‘πα. Πείνασες!

“και πολύ «κινηματογραφικές», στο σασπένς μάλλον του «Ψυχώ» με παρέπεμπαν παρά στο υπαρξιακό του «Οιδίποδος». Πιστεύω επίσης πως ο πολύ καλά δουλεμένος φωνητικά Χορός είχε ανάγκη χορογράφου που να φροντίσει γενικά και την κίνηση της παράστασης- αμήχανες πτώσεις στα «ορύγματα» κ.λπ. Ομολογώ και αμαρτίαν ουκ έχω: το τραγικό ρίγος δεν το ένιωσα.”

Καλά, καλά... βαριέμαι να σχολιάζω άλλο τις μπουρδολογίες σου. Θα τους πω να βρούνε και το υπαρξιακό, να βρούνε και χορογράφο και να μην πέφτουν αμήχανα στα... ορύγματα. Αλλά την αμαρτία, όσο κι αν δεν τη θες, θα την έχεις κι εγώ θα συνεχίσω να νιώθω ρίγος, που σου έχουν δώσει την άδεια στην εφημερίδα να γράφεις κριτική. Ρίγος ντροπής για την Τέχνη μου!

Το τρίτο μέρος της κριτικής σου για τις ερμηνείες δε θα το σχολιάσω.
(Όποιος θέλει να τη διαβάσει, ας πατήσει το link στην αρχή.)
Βαρέθηκα να σου κάνω άλλο πλάκα. Γιατί για πλάκα είσαι.
Άντε ρε Γιώργο, γράψε καμία άλλη κριτική τώρα, να γελάσουμε!

Εγώ πάντως δεν μπορώ ούτε να πατήσω, ούτε και να αποπατήσω στα γραπτά σου
ενθυμούμενος τη χυδαιότητα ενός άλλου “σπουδαίου” κειμένου σου, 
που περιέγραφες τους Δαιμονισμένους, σε σκηνοθεσία του Πέτερ Στάιν, 
(http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artid=4582948 )
όπου έκλεινες την κάθε σου παράγραφο με τη φράση: “Στην τουαλέτα”.
Γιατί δεν έμενες εκεί; Αφού εκεί είναι ο φυσικός σου χώρος. 
Γιατί επέστρεφες στην αίθουσα, BOF (boring old fart); Γιατί;

Μα, καλά δεν ντρέπεσαι καθόλου;  - Να μου πεις εδώ δεν ντρέπονται αυτοί, 
που σε αφήνουν και γράφεις τέτοιες χυδαιότητες, θα ντραπείς εσύ;
Ειλικρινά ήθελα να ‘ξερα δεν υπάρχει κανείς στην εφημερίδα σου, 
να διαβάζει αυτά τα άθλια κείμενα που γράφεις;

Κλείνω κρατώντας το τέλος σου στην κριτική του Οιδίποδα.
Τη φράση:  εν ολίγοις.
“Εν ολίγοις”!  Σαν υπογραφή σου μου κάνει. 
Αυτό είσαι, εν ολίγοις:  λ ί γ ο ς. – 
Τι το θες λοιπόν και κάνεις τον θεατρολόγο;
Σταμάτα, παιδί μου να γράφεις κριτικές και επίστρεψε στις κοσμικές σου στήλες.
Δεν πρόκειται ποτέ να γίνεις Γεωργουσόπουλος, όσο κι αν το θες.
Ούτε και τα ελληνικά του Αγγελικόπουλου θα μάθεις, όσο κι αν τα ζηλεύεις.
Γνώση δεν έχεις, γράμματα δεν ξέρεις, ταλέντο δεν σου έδωσε η φύση, πού πας και πού πατάς;!

Σαρηγιάννη, δε θα σε πάρω ποτέ στα σοβαρά και ξέρεις γιατί;
Γιατί παίρνεις εσύ τον εαυτό σου πολύ στα σοβαρά.
Η έπαρση πως μπορείς να αναλύσεις μία θεατρική παράσταση, 
σε εξορίζει ισοβίως στο χώρο του ψώνιου. 
Κι επειδή  δε θα με ακούσεις και θα συνεχίσεις να γράφεις κριτικές, 
θέλω να γνωρίζεις, πως από δω κι εμπρός θα μ’ έχεις από πίσω σου
και όχι για χαρά, αλλά για να σου υπενθυμίζω,   τα φληναφήματά σου, πομφόλυξ!

Όσο κι αν έχουν γίνει όλα αχταρμάς σ’ αυτή τη χώρα,  
υπάρχει και το “ως εδώ μη παρέκει”. 

2 comments:

  1. Δεν έχω λόγια Γιώργο μου Σαριγιαννη! Μην παρεξηγηθεί το Γιώργος κ πάει αλλού! Ευτυχώς τα γραπτά μένουν!

    ReplyDelete
  2. Ναι, μένουν. Και επειδή έμεινε κι αυτό θεώρησα ευκαιρία έως καθήκον μου, κάτω από τις παρούσες συνθήκες, να το φέρω πια εγώ στο φως... Ευχαριστώ πολύ.

    ReplyDelete