Ένας καινούργιος θεός: η ιεροτελεστία της (σκληρής) άνοιξης
Από τις κορυφαίες τραγωδίες του Ευριπίδη και ίσως η πιο «δυσανάγνωστη» από τις σωζόμενες, οι «Βάκχες» του. Ίσως, όμως, και η πιο «μοντέρνα». Και η πιο πολυσήμαντη, αυτή που δίνει τη μεγαλύτερη δυνατότητα διαφορετικών αναγνώσεων στους σύγχρονους σκηνοθέτες -επιτρέπει, ωθεί σε «ανασκαφές». Ο Άρης Μπινιάρης, στην παράσταση που ανέβασε στην «Στέγη» του
Ιδρύματος Ωνάση, επέλεξε μία μορφή κινούμενου σε ροκ ήχους ορατόριου. Ξεκίνησε από την έξοχη -αλλά εντελώς προσωπική- μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά που τη διασκεύασε μαζί με την Θεοδώρα Καπράλου η οποία είχε και την τελική ευθύνη της δραματουργικής επεξεργασίας. Προέκυψε ένα εξαιρετικό,
συμπυκνωμένο, σφιχτό κείμενο που σέβεται -και θα έλεγα αναδεικνύει- το πνεύμα του Ευριπίδη -έστω και αν απιστεί ως προς το ακριβές γράμμα του, έστω και αν τα ονόματα των ηρώων της τραγωδίας έχουν εξαφανιστεί-, καθώς αντλεί, κυρίως, από στίχους
των «Βακχών» που τους προσαρμόζει διαφορετικά: μία δουλειά-κέντημα. Πάνω στο κείμενο αυτό ο σκηνοθέτης δούλεψε με τους δύο μουσικούς του, τον Βίκτωρα Κουλουμπή και τον Πάνο Σαρδέλη, οι οποίοι συμμετέχουν ενεργά (μπάσο και τύμπανα, αντίστοιχα) στην παράσταση, επί σκηνής, ενταγμένοι στο σύνολο, και οι οποίοι έχουν συνθέσει ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον μουσικό χαλί. Πάνω στο χαλί αυτό το σύνολο των ηθοποιών, που ως σκιές εμφανίζονται από το πουθενά και ως σκιές χάνονται, στο τέλος, στο πουθενά, τελεί μία ροκ τελετουργία, «χρησιμοποιώντας» το κείμενο των «Βακχών» ως παραβολή: η καινούργια θρησκεία που το παλιό τη μάχεται αλλά τελικά θριαμβεύει συντρίβοντάς το. Μία
τελετουργία, μία ιεροτελεστία όπου ο λόγος αντιμετωπίζεται ως «άσμα»: με εκφορά που ρυθμοδοτείται από τη μουσική, με συνεκφορά, με τραγούδι. Ο Άρης Μπινιάρης έχει ανασύρει από το κείμενο τη μουσικότητά του και εκεί ρίχνει το βάρος. Λόγος αδόμενος ή ρυθμικός λογικό να οδηγεί στην κίνηση. Κίνηση, που, διδαγμένη από την Αμάλια Μπένετ, αποκτά διαστάσεις χορογραφίας -ελεύθερης, καθόλου αυστηρής, κοντά στο πρωτόγονο: μία ομάδα ηθοποιών που αναπαριστά, που ζωντανεύει βιωματικά τις «Βάκχες» του Ευριπίδη. Ένα Νέος Θεός (στο πρωτότυπο ο
Διόνυσος), που κομίζει το άγριο, το πρωτόγονο, το αισθησιακό, το οργιαστικό, το ανατρεπτικό, διώκεται, φυλακίζεται από τον Βασιλιά (ο Πενθέας), ελευθερώνεται με τρόπο θαυματουργό καθώς σεισμός που προκαλεί γκρεμίζει τη φυλακή του και πείθει τον Βασιλιά να μεταμορφωθεί (όχι σε γυναίκα, όπως στον Ευριπίδη, αλλά σε ζώο -σε τράγο θηριώδη-, εύρημα που παραπέμπει και στον θεμελιωτή της εθνολογίας και της θρησκειολογίας στην Ελλάδα Παναγή Λεκατσά), για να κατασκοπεύσει στον Κιθαιρώνα τις βακχευόμενες γυναίκες της πόλης του -ανάμεσά τους και η Μητέρα του (η Αγαύη)- που, όμως, ο Νέος Θεός τις οδηγεί να τον ανακαλύψουν και που, με πρώτη την Μητέρα του, τον διαμελίζουν
φριχτά και του κόβουν το κεφάλι το οποίο εκείνη κομίζει ως τρόπαιο στην πόλη, για να καταρρεύσει ανακαλύπτοντας την αλήθεια, όταν ο Πατέρας της (ο Κάδμος) τη φέρνει στα σύγκαλά της -συγκλονιστική, πολυσήμαντη η ιδέα το κεφάλι να είναι καύκαλο γιγάντιου τράγου (η τραγωδία εκ του τράγων ωδή…). Ο Νέος Θεός έχει εδραιώσει με σκληρό, άγριο, απάνθρωπο τρόπο μία καινούργια θρησκεία, πιο κοντά -η αντίφαση- στη χαρά της ζωής και στην άνοιξη. Η ιεροτελεστία του Άρη Μπινιάρη έχει συμμάχους το συναρπαστικό στη λιτότητά του σκηνικό του Πάρι Μέξη -αυτή η γιγάντια στεφάνη που παραπέμπει σε ανεστραμμένη ορχήστρα αρχαίου θεάτρου αλλά
και σε φωτοστέφανο, φωτισμένη υπερκόσμια από τον Λευτέρη Παυλόπουλο -και τα κατάλευκα, σύγχρονα κοστούμια του -μακριές τουαλέτες, με γαντάκια για τις γυναίκες, κοστούμια για τους άνδρες -τα οποία μου άφησαν την αίσθηση της κάθαρσης που απαιτεί η τελετουργία. Η παράσταση, εξαίσια συντονισμένη, άψογα κορυφούμενη και με σαφή στόχο, υπηρετείται από ένα υψηλής απόδοσης σύνολο ηθοποιών -που δεν χάνουν την ατομικότητά τους. Ο Γιώργος Γάλλος, η Άννα Καλαϊτζίδου, η Αμάλια Μπένετ -έξοχη κίνηση-, ο ίδιος ο σκηνοθέτης Άρης Μπινιάρης -αν και ο πιο αδύναμος στην κίνηση-, ο Ονησίφορος Ονησιφόρου, η Εύη Σαουλίδου, ο Κωνσταντίνος Σεβδαλής, ο Χάρης Χαραλάμπους προσφέρουν το καλύτερο σε μία υπόθεση που είναι σαφές ότι την πιστεύουν. Θα ξεχωρίσω την ακαταπόνητη, κυριαρχική Καρυοφυλλιά
Καραμπέτη και τον Χρήστο Λούλη. Αυτός ο Νέος Θεός, αυτός ο μη κατονομαζόμενος Διόνυσος τον οποίο δεν ερμηνεύει αλλά βιώνει είναι ένας συναρπαστικός συνδυασμός σκηνικής γοητείας, εξαιρετικής κίνησης -τα σε διάσταση πόδια-, φωνητικής ευρύτητας, υψηλής δυναμικής, υπερφυσικών εντάσεων, ελεγχόμενων «εξ ύψους» κραυγών και εκφραστικότητας -υποκριτική που αγγίζει τα όρια και μία αξιομνημόνευτη, συγκλονιστική, αξέχαστη ερμηνεία-σταθμός. Δεν θέλω να υπερβάλω αλλά έχοντας δει όλες τις ελληνικές παραστάσεις των «Βακχών» μετά το 1970 πιστεύω ότι η συγκεκριμένη, του Άρη Μπινιάρη, είναι η καλύτερη. Και είμαι
σίγουρος ότι θα έχει -πρέπει να έχει- και εκτός των συνόρων μας συνέχεια. Να τη δείτε οπωσδήποτε! Αλλά και μία παρατήρηση: θέλω να πιστεύω ότι, μετά το «Θείο τραγί», «Το 21», τους «Πέρσες» και τις «Βάκχες» όπου έχει ακολουθήσει την ίδια γραμμή, ο Άρης Μπινιάρης δεν θα εγκλωβιστεί σ’ αυτή την επιλογή του και ότι δεν θα την μετατρέψει σε μανιέρα.
No comments:
Post a Comment