Το Τέταρτο Κουδούνι / 25 Ιουνίου 2015
Δεν ειν’ η πρώτη φορά που συμβαίνει. Σκηνοθέτης να αποχωρεί -ή να τον αποχωρούν…- από αρκετά προχωρημένες δοκιμές παράστασης που ’χε αναλάβει. Αλλά η αποχώρηση του Βασίλη Παπαβασιλείου απ’ τις αριστοφανικές «Νεφέλες» του Πέτρου Φιλιππίδη είχε κάτι περισσότερο. Συνοδεύτηκε με μαζική αποχώρηση: σκηνογράφος/ενδυματολόγος, συνθέτης μουσικής, κινησιολόγος/χορογράφος, διευθυντής φωτισμών, βοηθός δραματουργικής επεξεργασίας, βοηθός σκηνοθέτη, πέντε απ’ τους ηθοποιούς -όχι οι πρωταγωνιστές, πάντως…
Τη σκηνοθεσία ανέλαβε αυτοπροσώπως ο Πέτρος Φιλιππίδης, ο Στρεψιάδης της παράστασης, στους νέους συντελεστές προστέθηκαν υπεύθυνοι ενορχήστρωσης και μουσικής διδασκαλίας και κατασκευαστής περουκών -τα δελτία Τύπου, τα πριν και τα μετά, συνέκρινα εγώ- ενώ ο Βασίλης Παπαβασιλείου τους άφησε το κείμενό του που χαρακτηριζόταν «διασκευή» και τώρα έγινε «απόδοση».
Η απορία μου: πρεμιέρα στις 6 Ιουλίου πώς θα προλάβουν να κάνουν και τι είδους πρεμιέρα με τόσες αλλαγές που ’γιναν στο παρά πέντε -δεκαπέντε μέρες πριν απ’ την έναρξη; Πρεμιέρα με τη διαδικασία του κατεπείγοντος…
Απ’ την άλλη μετρώ: καμιά τριανταριά παραστάσεις θα δώσουν ανά την Ελλάδα οι περί ων ο λόγος «Νεφέλες» πριν παιχτούν στην Επίδαυρο σύμφωνα με τον προγραμματισμό που μας στάλθηκε. Εκ των οποίων οι πρώτες πέντε στα μεγάλα θέατρα της Αττικής. Και, μετά, περιμένει το Φεστιβάλ Επιδαύρου να κόψει εισιτήρια στο -θεωρούμενο, μάλιστα, άγονο- διήμερο (14 και 15 Αυγούστου) του Δεκαπενταύγουστου στο οποίο προγραμμάτισε την παράσταση... Καλά, ποιος θα πάει;
Θα μου πείτε, «τι να κάνουν; Να περιμένουν την Επίδαυρο μέχρι τον Δεκαπενταύγουστο που τους το ’δωσαν για να παίξουν; Ή την ανύπαρκτη επιχορήγηση απ’ το Φεστιβάλ;». Όντως, αδιέξοδο… Αλλά, τότε, ας μη μιλάμε για Φεστιβάλ. Ας μιλάμε για έναν ακόμα σταθμό στην καλοκαιρινή περιοδεία…

Σας τα ’γραφα τα σχετικά χτες. Γιατί τους περίμενα τόσο; Δεν μπορώ, δυστυχώς, να βρω το κείμενο που νομίζω πως είχα γράψει στα «Νέα», το 2001, για τον «Μίκαελ Κολχάας» του Σίλινγκ -αλλά με το «Κάτονα Γιόζεφ»-, που είδα τότε στην Θεσσαλονίκη. * Αλλά θα σας παραθέσω το κείμενο που ’χα γράψει -στα «Νέα» πάντα και στη στήλη «Το Τέταρτο Κουδούνι»-, στις 14 Ιουνίου 2007, μ’ αφορμή τον «Γλάρο» τους -του Σίλινγκ και του «Κρέτακορ». Και θα καταλάβετε φαντάζομαι:

Ήταν ακόμα καλύτερη. Ο Σίλινγκ πιστεύω πως αντιμετώπισε κατάματα τον Τσέχοφ ο οποίος κάθε μέρα που περνάει γίνεται όλο και πιο σημερινός. Ανακάλυψε την ουσία του και με τους δέκα εξαίρετους ηθοποιούς του ‘γυμνούς’ ετοίμασε ένα απολύτως καθαρό απόσταγμα της τσεχοφικής ουσίας.
Αυτόν τον σκοτωμένο γλάρο που ο Κόστια φέρνει στην Νίνα μέσα σε μια λευκή πλαστική σακούλα και που δεν τον βλέπουμε, μια σακούλα που, όταν εκείνη τη σφίγγει πάνω της, φεύγουν στον αέρα πούπουλα, εκείνη τη σπαρακτική τελευταία σκηνή Κόστια-Νίνας, που γίνεται πιο σπαρακτική όταν η απεγνωσμένη Νίνα του χουφτώνει ξαφνικά τα γεννητικά όργανα, εκείνη τη σιωπή με τους λυγμούς που ακούγονται πίσω απ’ την κουίντα τις έχω βάλει στη δική μου ‘ανθολογία’. Κι εκείνο το βιολί που συντρίβεται, γίνεται κομμάτια κάτω απ’ τα πόδια του Κόστια, πριν γίνει σκοτάδι, ήχησε πολύ πιο εκκωφαντικά απ’ τον πυροβολισμό της αυτοκτονίας του στην τελευταία σκηνή που ο σκηνοθέτης έκοψε».
* Τελικά, η φίλη κ. Ερριέττα Μπελέκου, την οποία θερμά ευχαριστώ, βρήκε το κείμενο στην ψηφιακή βιβλιοθήκη του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης και μου το έστειλε σε pdf. Ελπίζω ότι μπορείτε να το διαβάσετε αν θέλετε:
https://drive.google.com/file/d/0B6ASo1cXIukudkI5XzFzVGhqaGc/view?usp=sharing
* Τελικά, η φίλη κ. Ερριέττα Μπελέκου, την οποία θερμά ευχαριστώ, βρήκε το κείμενο στην ψηφιακή βιβλιοθήκη του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης και μου το έστειλε σε pdf. Ελπίζω ότι μπορείτε να το διαβάσετε αν θέλετε:
https://drive.google.com/file/d/0B6ASo1cXIukudkI5XzFzVGhqaGc/view?usp=sharing

Το «Ατλαζένιο γοβάκι» παρουσιάζεται και πάλι απ’ το Φεστιβάλ Αθηνών, «Πειραιώς 260», αύριο και μεθαύριο. Επειδή πρόκειται για ένα επίτευγμα της Έφης Θεοδώρου, η οποία συμμάζεψε το ασυμμάζευτο έργο-ποταμό του Μεγάλου Καθολικού Πολ Κλοντέλ -στην έξοχη μετάφραση του Στρατή Πασχάλη- και τιθάσευσε τους δώδεκα ικανούς έως εξαίρετους ηθοποιούς της εκμαιεύοντας ερμηνείες- εκπλήξεις, αξίζει να μην το χάσετε. Κι ας κρατάει τέσσερις ώρες κι ας είναι πυκνός, αδιαπέραστος ο λόγος αυτής της εντελώς ιδιαίτερης κλοντελικής παραβολής. Η σκηνοθεσία τον κάνει διαπερατό. Δεν είναι τυχαίο ότι επαναλαμβάνεται φέτος.
Διατήρησα μέσα μου την εκτίμηση που ’χω στον Άλβις Χερμάνις βλέποντας και την «Σόνια» του -μια παράσταση πάνω στο ομώνυμο πεζό της Τατιάνα Τόλσταγια- απ’ το δικό του «Νέο Θέατρο της Ρίγα» στο Φεστιβάλ Αθηνών: λεπτοδουλειά, ένα ιδιαίτερο, ποιητικό βλέμμα, μοντέρνα γραμμή που δε θέλει να κραυγάζει ότι είναι μοντέρνα, βαθιά αισθήματα, νοσταλγία, συγκίνηση…
Τον Σταύρο Γασπαράτο τον ήξερα απ’ το θέατρο: μουσική για θεατρικές παραστάσεις -συνήθως πολύ-πολύ ενδιαφέρουσες οι μουσικές του, γύρω στις 90 μετράει απ’ το 2001. Στο Μέγαρο Μουσικής, στη συναυλία-εγκατάστασή του «Expanded Piano», στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, ανακάλυψα κάτι περισσότερο: έναν μοντέρνο συνθέτη με ακόμα μεγαλύτερο εκτόπισμα. Μόνος στο «πειραγμένο» πιάνο του, ήχος εκλεπτυσμένος και μεγεθυμένος ζωντανά με ηλεκτρονικά μέσα, οι φωτισμοί του κορυφαίου Σάκη Μπιρμπίλη και το αποτέλεσμα, μια βραδιά εντελώς ιδιαίτερη. Και πολύ ενδιαφέρουσα.

Αδιάφορο μ’ άφησε «Η πασιέντζα» της Μαρίας Λαϊνά όπως τη σκηνοθέτησε ο Νίκος Χατζόπουλος στο «Θέατρο Τέχνης» της Φρυνίχου για το Φεστιβάλ Αθηνών με Κώστα Βασαρδάνη, Αργύρη Ξάφη και τον ίδιο -θολό το αποτέλεσμα, αν κι εκτιμώ πολύ συγγραφέα, σκηνοθέτη και ηθοποιούς. Αλλά η δουλειά του Βασίλη Παπατσαρούχα και στα σκηνικά και στα κοστούμια -νομίζω πως είναι η πρώτη του που είδα στο θέατρο-, εξαιρετική. Ανέβαζε το επίπεδο.
Στο μεταξύ το Θεατρικό Μουσείο σαπίζει, μ’ όλα τα κειμήλια που διαθέτει, κλειστό και εγκαταλειμμένο στην τύχη του, ψιλοξεχασμένο πια, με τους εργαζόμενούς του -που βρίσκονται σε επίσχεση εργασίας εδώ και τεσσεράμισι χρόνια- να απευθύνουν επιστολή SOS προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Πρωθυπουργό και υπουργούς της κυβέρνησης ως φωνές βοώντων εν τη ερήμω… Ντροπή δεν είναι;
Μη σας πω για την κατάσταση στο ΚΘΒΕ… Με τους -απλήρωτους, όπως κι όλοι οι εργαζόμενοι εκεί- ηθοποιούς του, που ’χαν κλείσει, ουσιαστικά, το Θέατρο με τις συνεχείς στάσεις εργασίας τους - άγνωστον τι θα συμβεί στην καλοκαιρινή σεζόν που αρχίζει σήμερα…- επίσης ν’ ακούγονται ως φωνές βοώντων εν τη ερήμω…

Πολλές οι προτάσεις των νεανικών θεατρικών ομάδων μας επί των κλασικών τη χειμερινή/ανοιξιάτικη σεζόν που -σχεδόν- έκλεισε. Τι επί Σέξπιρ, τι επί Τσέχοφ, τι επί Γκέτε, τι επί Ίψεν, τι επί Στρίντμπεργκ, τι επί των αρχαίων τραγικών μας και… και… επέπεσαν, κι αν είδα προτάσεις -όσες κι όπου μπόρεσα και πρόλαβα. Υπήρχαν βέβαια -πάντα υπάρχουν- οι -ελάχιστες- ενδιαφέρουσες. Αλλά, γενικώς, τι είδαν τα ματάκια μου κι άκουσαν τ’ αυτάκια μου δεν περιγράφεται. Πολλά τα αποτρόπαια: «Μεταφράσεις» που έγιναν δεν ξέρω πώς κι από ποια γλώσσα, ανελλήνιστες, άθλιες, σκηνοθετική ασχετοσύνη αλλά και έπαρση σε βαθμό θράσους, αμάθεια, ευρήματα-μπούρδες για το θεαθήναι, σκηνογραφική κι ενδυματολογική κουρελαρία που στη φτώχεια φαίνεται, βασικά, να οφείλεται αλλά περισσότερο καρπός έλλειψης στοιχειώδους καλαισθησίας νομίζω πως είναι, ηθοποιοί που ο Θεός να τους κάνει ηθοποιούς -λες, αυτοί οι άνθρωποι βγήκαν από δραματική σχολή; Κι από τι είδους δραματική σχολή; Κι από ποιους διδάχτηκαν;
Αλλά ΤΙ να γράψεις; Τι να πεις; Νέοι άνθρωποι, παιδιά ακόμα, που τους ξεφούρνισαν στην πιάτσα και στην ανεργία «δραματικές σχολές», απλήρωτοι, χωρίς πεντάρα στην τσέπη, που ποιος ξέρει τίνι τρόπω εξοικονόμησαν τα λεφτά για το ενοίκιο της αίθουσας και που παίζουν για να υπάρξουν με την ελπίδα πως κάποιος θα τους προσέξει. Παραστάσεις απόγνωσης τις λέω εγώ…
«Η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας»: γιατί μου φαίνονται πια τόσο γελοίες αυτές οι πέντε λέξεις, όταν τις διαβάζω ή τις ακούω;
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…
No comments:
Post a Comment