Το έργο. Ο Γιάννης, ένας αλήτης, ένα συνειδητά περιθωριακό, «αντικοινωνικό», προκλητικό στοιχείο που κρύβει πολλή οργή μέσα του, μετά από πολλές περιπλανήσεις γυρίζει στην πατρίδα του και μπαίνει στη δούλεψη ενός πλούσιου -που τον έχει παντρευτεί η Μαρία με την οποία αγαπιόντουσαν αλλά εκείνη τον εγκατέλειψε γιατί ήταν φτωχός-, στο κτήμα που περιβάλλει τον πύργο του. Επιθυμία του βαθιά, η εκδίκηση. Στόχος του, η Κυρία. Με υπομονή και με κινήσεις πονηρές και με ραδιουργίες θα τον πετύχει: κάποια στιγμή χώνεται στην κρεβατοκάμαρά της και σμίγουν παθιασμένα. Όταν θα εγκαταλείψει το κτήμα θα αφήσει πίσω του την Κυρία έγκυο. Κανείς δεν θα καταλάβει τι έγινε. Αλλά ο καρπός της κοιλίας της θα προέρχεται από τον δικό του σπόρο.
«Το θείο τραγί» (1933) του Γιάννη Σκαρίμπα, το πρώτο μυθιστόρημα -νουβέλα θα ήταν σωστότερο να το χαρακτηρίσουμε, και μάλιστα σύντομη, στα όρια του εκτεταμένου διηγήματος-, με θέμα που ξεφεύγει από τη θεματική της εποχής του, αντλεί, πιθανότατα, από Γκόρκι και Παναΐτ Ιστράτι για να αποδειχθεί, όπως και όλα τα έργα του συγγραφέα, προδρομικό της αμερικάνικης μπίτνικ λογοτεχνίας -Κέρουακ, Μπάροουζ... Επιθετικό, βαθιά ειρωνικό, σαρκαστικό, όπου υπερρεαλιστικά στοιχεία μπλέκονται με μία προσωπική ποιητικότητα, αισθησιακό –η σκηνή του σμιξίματος ιδρώνει, ασπαίρει…- «Το θείο τραγί» βγάζει τη γλώσσα στις τρέχουσες κοινωνικές συμβάσεις με μία αναρχίζουσα διάθεση, υποτάσσοντας και αναδεικνύοντας το περιεχόμενο με τη γλώσσα του: μία ιδιόλεκτος ανατρεπτική που σφραγίζει την παρουσία του Σκαρίμπα στα ελληνικά γράμματα παράγοντας ένα ναΐφ αποτέλεσμα ασυνήθιστο.
Η παράσταση. Ο σκηνοθέτης Άρης Μπινιάρης πήρε αποσπάσματα από το δεύτερο, κυρίως, μέρος της νουβέλας, όταν ο συγγραφέας -που επέλεξε ο ήρωας να είναι συνώνυμός του- χρησιμοποιεί πια το πρώτο πρόσωπο στην αφήγησή του, μελέτησε εξαντλητικά, όπως προκύπτει από το αποτέλεσμα, το κείμενο και έστησε κάτι σαν ροκ συναυλία: κιθάρα και φωνή/αφήγηση ο ίδιος, μπάσο ο Τάκης Βαρελάς, στα τύμπανα ο Βασίλης Γιασλακιώτης. Και οι μουσικές, προφανώς, δικές τους. Μία μεγάλη οθόνη στημένη πίσω τους -η σκηνική εγκατάσταση και οι επιτυχημένοι φωτισμοί, του Βασίλη Χαραλαμπίδη- όπου προβάλλονται βίντεο από τον αμερικάνικο Μεσοπόλεμο -εικόνες από σόου αλλά και ταραχές- και οι τρεις τα δίνουν όλα δένοντας με εξοντωτικούς ρυθμούς και υψηλές εντάσεις την ανατρεπτική φύση του Σκαρίμπα με σύγχρονες ανατρεπτικές εκφράσεις κατά τρόπο τόσο πειστικό που δεν το πίστευα. Το αποτέλεσμα: μία μουσικοθεατρική παράσταση παλλόμενη, σπαρταριστή. Ο Άρης Μπινιάρης βρήκε το σφυγμό του σκαριμπικού κειμένου.
Η ερμηνεία. Ως ερμηνευτής πια ο ίδιος, υλοποιεί κατά ιδανικό τρόπο τη σκηνοθετική σύλληψή του. Και την ιδρώνει τη φανέλα του. Κυριολεκτικά: το κίτρινο t-shirt με τη στάμπα των Motorhead που φοράει, όταν η εξηντάλεπτη παράσταση τελειώσει, στάζει. Ο ιδρώτας, βέβαια, δεν είναι πάντα ένδειξη πως η ένταση είναι θεατρικά αποτελεσματική… Στη δεδομένη περίπτωση είναι. Ο νέος ηθοποιός δονείται από πάθος. Στην αρχή σκέφτηκα πως θα τον ήθελα πιο χαλαρό. Αλλά σύντομα κατέληξα στην ώριμη σκέψη πως ροκ και χαλαρή διάθεση είναι έννοιες ασύμβατες…
Δεν αρκεί όμως το πάθος. Χρειάζεται και δουλειά. Ο Άρης Μπινιάρης φαίνεται να έχει δουλέψει εξαντλητικά πάνω στο λόγο αυτό, τον τόσο μακρινό από τον σημερινό αλλά και απόλυτα ιδιότυπο για την εποχή του -πάνω σε λέξεις σε αχρησία πια, πάνω σε μία σύνταξη της φράσης εντελώς προσωπική. Και τον έχει κατακτήσει το λόγο αυτό. Και ακριβώς επειδή τον έχει κατακτήσει, μπορεί και τον κατεβάζει στο κοινό. Με διαύγεια, με πλήρη γνώση τού τι λέει, με χιούμορ καυστικό, με αυτή τη ραδιούργα κυνικότητα του Γιάννη του αλήτη, του ανατροπέα. Τον γεύεται το λόγο αυτό ο Άρης Μπινιάρης. Ηδονικά. Τον απολαμβάνει. Και μαζί του κι εμείς.
Το συμπέρασμα. Μία παράσταση και μία ερμηνεία που έχουν, σίγουρα, μέλλον λαμπρό. Και το εναρκτήριο, πιστεύω, λάκτισμα για την επανανακάλυψη και την επαναξιολόγηση του λανθάνοντος «βλάσφημου» Σκαρίμπα ως ιδιαίτερου συγγραφέα.
Θέατρο «Bios»/Main, από την ομάδα «Χορίαμβος», 8 Μαρτίου 2014.
No comments:
Post a Comment