Επιτάφιος για τον Μ.
Ξέφυγα από τους καρχαρίες
και νίκησα τους τίγρεις
μ’ έφαγαν όμως
οι κοριοί
(Μπέρτολτ Μπρεχτ, μετ. Πέτρος Μάρκαρης)
Τον Γιώργο Λούκο άρχισαν να τον υπονομεύουν απ’ την αρχή που ανέλαβε επίσημα -ως πρόεδρος- το Ελληνικό Φεστιβάλ -το 2006. Δεν ήταν γνωστός, ζούσε κοντά σαράντα χρόνια στο εξωτερικό, τον διόρισε -πρωτοφανές!- ο Κώστας Καραμανλής -που είχε τότε συμβολικά αναλάβει και το υπουργείο Πολιτισμού-, με εισήγηση δυο-τριών ανθρώπων που ήξεραν τον Λούκο και ήξεραν ΠΟΙΟΣ είναι ο Λούκος και που τους εμπιστευόταν ο Καραμανλής αλλά ο Λούκος δεν ήταν «της Νέας Δημοκρατίας», δεν ήταν όμως και «κανενός» -δεν συνδεόταν, δεν είχε εξαρτήσεις από κανένα κόμμα, άρα δεν ήταν του χεριού κανενός. Ήταν, απλώς, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Μπαλέτου της Όπερας της Λιόν. Του Μπαλέτου μιας επαρχιακής γαλλικής Όπερας, που το απέσπασε απ’ τη ρουτίνα της Όπερας στην οποία υπαγόταν, το ανεξαρτητοποίησε και το εκτίναξε σε διεθνώς αναγνωρισμένο συγκρότημα σύγχρονου χορού.
Ο Λούκος είχε ένα συν όταν ανέλαβε: δεν τον έβλεπαν με μάτι ανταγωνιστικό -καχύποπτο μόνο. Ο Λούκος φορτώθηκε μ’ ένα πλην αμέσως μόλις ανέλαβε: άρχισε να δηλώνει σε συνεντεύξεις του ότι το Φεστιβάλ ήταν τελματωμένο, ότι κανένας δεν το ήξερε στην Ευρώπη -αλήθειες δηλαδή-, ότι σκόπευε να το ανανεώσει με σύγχρονες εκφράσεις στην τέχνη, να το απλώσει απ’ το Ηρώδειο και τον Λυκαβηττό και σε άλλους, πιο φιλόξενους, πιο φιλικούς, πιο εναλλακτικούς χώρους, να αποδεσμεύσει το πρόγραμμά του απ’ τους ατζέντηδες που αλώνιζαν με υπερτιμολογήσεις και το καταδυνάστευαν, να περιορίσει αυτούς που νέμονταν την Επίδαυρο κατ’ αποκλειστικότητα και επί μονίμου βάσεως ως ελέω κληρονομικού δικαίου και να σφίξει χρονικά το πρόγραμμα του φεστιβάλ της. Και υλοποίησε τις δηλώσεις του.
Η υπονόμευση άρχισε απ’ τον κύκλο των άμεσα «θιγομένων»: ατζέντηδες, μονιμάδες της Επιδαύρου, συνεργάτες τους -μεταφραστές, σκηνογράφοι…- θιασάρχες, διαπλεκόμενοι κριτικοί αλλά και τοπικοί άρχοντες, ξενοδόχοι και ταβερνιάρηδες της Επιδαύρου, που φοβόντουσαν ότι ο καινούργιος θα τους κόψει τη δουλειά -ένα φεστιβαλικό λόμπι, ελληνική πατέντα μοναδική (και αδιανόητη…) διεθνώς- και τα παπαγαλάκια τους. Άρχισαν να κυκλοφορούν διάφορες φήμες που έβρισκαν φιλοξενία σε -ανώνυμες συνήθως- παρακαλλιτεχνικές στήλες. Μέχρι και ότι ο Λούκος διατηρούσε καλλιτεχνικό γραφείο στο… Λουξεμβούργο, γράφτηκε, μέσω του οποίου, υπονοήθηκε, πως τα τσέπωνε απ’ το Φεστιβάλ, μέχρι και «διευθυντίσκο» τον αποκάλεσαν σε δημοσιεύματα, μέχρι ότι… διαδίδει πως είναι διευθυντής της Όπερας της Λιόν ενώ είναι μόνο του Μπαλέτου της κατηγορήθηκε -από άσχετους και ημιμαθείς που ιδέα δεν είχαν ΠΟΙΟ είναι το Μπαλέτο της Όπερας της Λιόν και το Μπαλέτο της Λυρικής ήταν το μόνο μέτρο σύγκρισης που είχαν. Ενώ, παράλληλα, διαφοροτρόπως, άρχισαν να υπονομεύονται με κάθε τρόπο -κάτι περισσότερο ξέρω…- δημοσιογράφοι που ήξεραν ΠΟΙΟΣ είναι ο Λούκος και που υπερασπίστηκαν τις επιλογές του: ότι τους τραπεζώνει, ότι τους στέλνει σε ταξίδια πληρωμένα, ότι διατηρεί στενές σχέσεις μαζί τους… Επί του προκειμένου να μαρτυρήσω ότι οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι, οι εντεταλμένοι στο ρεπορτάζ του Φεστιβάλ, που είχαν αντιληφθεί πως κάποιος επιτέλους τάραξε το τέλμα του Φεστιβάλ, ήταν εκείνοι που τραπέζωσαν τον Γιώργο Λούκο μετά το τέλος του Φεστιβάλ του 2006, του πρώτου που οργάνωσε, αναγνωρίζοντας τη συμβολή του.
Το Φεστιβάλ συνέχισε την πορεία του με σημαντικά ανανεωτικά ανοίγματα αποστομώνοντας πολλούς -η εναλλακτική «Πειραιώς 260», απ’ το πρώτο καλοκαίρι του Λούκου, αναδείχτηκε σε επίκεντρο του Φεστιβάλ Αθηνών.
Τα τρωκτικά, όμως, δρούσαν υπόγεια -ροκάνιζαν. Όταν η Νέα Δημοκρατία έχασε τις εκλογές του 2009, ανέλαβε το ΠΑΣΟΚ κι έκανε κυβέρνηση ο Γιώργος Παπανδρέου, οι ελπίδες τους αναπτερώθηκαν: μέχρι και το υπνώττον Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών αφυπνίστηκε κι οργάνωσε συνέντευξη Τύπου κοπτόμενο δήθεν για την τύχη των Φεστιβάλ Επιδαύρου και Αθηνών και βάλλοντας κατά Λούκου, μέχρι κι η Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, μέσω ενός κιτρινωπού εντύπου που εξέδιδε, ξεσπάθωνε εναντίον του. Πυρά άσφαιρα.
Νέες ελπίδες δημιούργησαν στους ενδιαφερόμενους οι διπλές εκλογές του 2012 που έφεραν στην εξουσία συγκυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, κυβέρνηση Αντώνη Σαμαρά κι ως αναπληρωτή υπουργό τού - συγχωνευμένου με το υπουργείο Παιδείας- υπουργείου Πολιτισμού τον Κώστα Τζαβάρα, οπότε άρχισαν εκ νέου να κυκλοφορούν φήμες, μάλλον όχι αβάσιμες, ότι δε θα ανανεωθεί η θητεία Λούκου η οποία έληγε. Αντιδράσεις, από πλευράς ΔΗΜΑΡ κυρίως, και μια υπέρ Λούκου επιστολή την οποία υπέγραφαν δεκάδες καλλιτέχνες υποχρέωσαν τον αναπληρωτή υπουργό να ανακρούσει πρύμναν και, τελικά, να υπογράψει την ανανέωση της θητείας του επιτυχημένου προέδρου.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ υπό τον Αλέξη Τσίπρα επεφύλασσε μια καινούργια εξόρμηση κατά Λούκου, προερχόμενη, δυστυχώς, εκ των κόλπων της. Καλύτερα ενορχηστρωμένη αυτή τη φορά. Παρά την αρχικά εμφανέστατη υποστήριξη του αναπληρωτή υπουργού Πολιτισμού -στο και πάλι συγχωνευμένο με το υπουργείο Παιδείας ΥΠΠΟ- Νίκου Ξυδάκη, επί αυτοτελούς -και πάλι…- υπουργού Πολιτισμού Αριστείδη Μπαλτά ενεφανίσθησαν σε αποκλειστικό δημοσίευμα της -φιλοκυβερνητικής- «Εφημερίδας των Συντακτών» -αφού προαναγγέλθηκαν με… κουίζ απ’ τη στήλη «Ωτοβλεψίες» των «Νέων»…-, και μάλιστα με κορυφαίο πρωτοσέλιδο χτύπημα, «αποκαλύψεις» για «Μεγάλο φαγοπότι στο Ελληνικό Φεστιβάλ», όπως ήταν ο τίτλος: ότι το Φεστιβάλ, επί Λούκου, ζημίωσε το δημόσιο με 2.735.000 ευρώ λόγω διπλοπληρωμής υποχρεώσεών του, αφενός απευθείας σε τρεις εταιρείες αλλά, αφετέρου, και στις τράπεζες απ’ τις οποίες οι εταιρείες είχαν δανειστεί, εκχωρώντας τις απαιτήσεις τους απ’ το Φεστιβάλ. Το θέμα εξελίχθη σε σίριαλ με δυο ακόμα συνέχειες.
Η εικόνα δεν είναι ξεκάθαρη για τις ημερομηνίες που παρασχέθηκαν οι υπηρεσίες των εταιρειών αυτών στο Φεστιβάλ αλλά ο Λούκος κατηγορούνταν και στα τρία δημοσιεύματα ευθέως ως υπεύθυνος. Το τρίτο δημοσίευμα, μάλιστα, συνοδευόταν από άρθρο επιθετικότατο κατά του προέδρου του Φεστιβάλ. Όποιο και να ’ναι το τελικό πόρισμα, όσες υπογραφές και να μαζέψουν οι καλλιτέχνες που πιστεύουν στην προσφορά του Γιώργου Λούκου, η -επιθυμητή;- εντύπωση, έτσι κι αλλιώς -τα δημοσιεύματα συνεχίζουν να ανακυκλώνονται, διαδικτυακά, κυρίως- δημιουργήθηκε στο ευρύ κοινό: ο Λούκος είναι κλέφτης. Εκπαραθυρώστε τον!
Κάθε οικονομικός έλεγχος και τα αποτελέσματά του οφείλουν να είναι σεβαστά. Όταν πρόκειται, όμως, για αριθμούς, στις περιπτώσεις αυτές, μπορούν να διαβαστούν με διαφορετικούς τρόπους, αναλόγως της γωνίας ανάγνωσης (βλέπε την περίπτωση της διένεξης στο Εθνικό Θέατρο, όταν παύτηκε ο Σωτήρης Χατζάκης -«άφησα πλεόνασμα», «όχι, αυτό είναι τα ταμειακά αποθέματα»-, οπότε, μάλιστα, η «Εφημερίδα των Συντακτών» στάθηκε αλληλέγγυα στον τέως διευθυντή…
Το ερώτημα ποιος διοχέτευσε τα στοιχεία στην εφημερίδα παραμένει -οι πηγές είναι ιερές για κάθε έντιμο δημοσιογράφο και ποτέ δεν αποκαλύπτονται. Στην πιάτσα δυο είναι τα ονόματα που κυκλοφορούν. Με τη βάσιμη υπόνοια ότι τα στοιχεία διέρρευσαν με αποκλειστικό σκοπό να πληγεί ο Λούκος.
Επειδή στη μικρή μας πόλη τα πρόσωπα και τα πράγματα είναι λίγο πολύ γνωστά, πέραν των αριθμών και των σκανδάλων -ή «σκανδάλων»-, ξέρουμε πως ένα πλέγμα προσκείμενων στην κυβέρνηση στελεχών που φιλοδοξούν να βάλουν χέρι στο Φεστιβάλ, δημοσιογράφων, κριτικών με συγκεκριμένα συμφέροντα, διευθυντών εφημερίδων, μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Φεστιβάλ, που για το σκοπό αυτό διορίστηκαν, καλλιτεχνών που δεν τους «έπαιξε» -ή δεν τους «έπαιξε» όσο ήθελαν- το Φεστιβάλ στα χρόνια του Λούκου, ατζέντηδων, του γραφικού λόμπι της Επιδαύρου και άλλων τινών στόχο έχει να εξοντώσει τον Λούκο, είναι περισσότερο από ξεκάθαρο -για μένα τουλάχιστον- ότι επιχειρείται μια οργανωμένη προσπάθεια αποσταθεροποίησης και στοχοποίησής του με βασικό υλικό τη λάσπη.
Αλάνθαστος ο Λούκος; Καθόλου. Πολλές οι αντιρρήσεις μου. Σε διάφορα θέματα. Πιστεύω πως παραέχει ρίξει νερό στο κρασί του -αν και η οικονομική κρίση που έχει πλήξει και το Φεστιβάλ πολλά δικαιολογεί. Αν όμως κάνουμε ένα recall στο παρελθόν του Φεστιβάλ, απ’ τη δεκαετία του ’80 και μετά, δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσουμε τι έπραξε, ως σούμα, ο Λούκος γι αυτό. Η ιστορία θα μιλήσει. Θέλω να ελπίζω πως ο επόμενος -οι επίδοξοι επόμενοι λαχανιασμένοι περιμένουν εναγωνίως-, όταν και όποτε αναλάβει, θα πράξει καλύτερα. Η Ελλάδα επεφύλασσε πάντα ένα άδοξο τέλος για τους καλύτερους. Παλιά ήταν ο εξοστρακισμός. Και το κώνειο. Τώρα ένα οικονομικό σκάνδαλο -υπαρκτό ή επινοημένο- είναι αρκετό. Το βαθύτατα απογοητευτικό είναι πως αυτό συμβαίνει επί κυβερνήσεως της οποίας ο βασικός εταίρος αυτοπροσδιορίζεται ως Αριστερά.
Υ.Γ. Οφειλόμενη διευκρίνιση: με τον Γιώργο Λούκο έχω να μιλήσω απ’ το καλοκαίρι, όταν τον συναντούσα στο Φεστιβάλ. Κι έχω εκφράσει γραπτά τις αντιρρήσεις μου για το πρόγραμμα της Επιδαύρου. Επίσης, ποτέ δεν έχω προσποριστεί τίποτα από το Ελληνικό Φεστιβάλ. Πέραν αυτών, οι κακοήθεις είναι ελεύθεροι να κάνουν τις υποθέσεις τους.
Είναι άψογη η ανάλυση της κατάστασης και απολύτως ακριβής η περογραφή του πολέμου κατά του Λούκου, όπως και απολύτως αντικειμενικό το ότι και ο καλύτερος μπορεί είτε να κάνει πράγματα που να μην αρέσουν και κυρίως, πως ο καλύτερος υπόκειται στην κριτική -- και ο Λούκος πήρε συχνά κριτική για πολλές επιλογές του-- τίποτα όμως από αυτά δεν αναιρεί πως το έργο, το ήθος, η σοβαρότητα και το μέγεθος που εμπεδώθηκε από το πρόσωπό του και τους συνεργάτες του είτε εδώ είτε στο εξωτερικό, είτε καλλιτεχνικά είτε οργανωτικά, δεν είναι ότι καλύτερο συνέβει ποτέ στην Ελλάδα και ελπίζω και εύχομαι, για μια ακόμη φορά, να σταματήσουμε τις υποκρισίες και να καταλάβουμε πως υπό τις συνθήκες που λειτούργησε και λειτουργεί η Ελλάδα τόσον επαγγελματικά όσο και αμιγώς καλλιτεχνικά, αλλά και ως προς το όνειρο ενός ανθρώπου που έγινε έργο και που πραγματικά λειτουργεί και αγγίζει ένα πλέον ευρύ κοινό, επιλογές δεν υπάρχουν... Ας καταλάβουμε για φορά για πάντα, πως κάποιοι άνθρωποι δεν έχουν συνεχιστές και το έργο ολοκληρώνεται ή εγκαταλείπεται... αλλά δεν αντικαθίσταται διοικητικά ή για να αρέσει και σε μερικούς ακόμα.. ένας κόκκος αλάτι διαχωρίζει ένα εξαιρετικό έδεσμα από τη ρουτίνα του μαγέρικου. Ήρθε η ώρα να μη χάσουμε το τελευταίο πράγμα που ακόμα και με την κρίση λειτουργεί στην Ελλάδα και μας κάνει όχι μόνο να μη ντρεπόμαστε αλλά να περιμένουμε τις ώρες που αισθανόμαστε πάλι κάτοικοι μιας μεγάλης πρωτεύουσας και πολίτες μιας αληθινής μορφωμένης και δημοκρατικής πολιτείας. Μπράβο Γιώργο Λούκο, σου το χρωστάμε... και δεν είναι λιβάνισμα, είναι θαύμα.
ReplyDeleteΑγαπητέ κύριε Σαρηγιάννη,
ReplyDeleteΣυμφωνώ με όσα γράφετε εδώ για το Φεστιβάλ, το Λούκο και τις πιθανές πολιτικές σκοπιμότητες της δημοσιοποίησης των στοιχείων από την Εφημερίδα των Συντακτών. Πραγματικά από το 2006 το φεστιβάλ έγινε ενδιαφέρον: ήρθαν παραστάσεις διεθνούς βεληνεκούς στην Αθήνα που για τη γενιά μου (είμαι 39 χρονών) ήταν πρωτόγνωρο· η Επίδαυρος σταμάτησε να είναι το μουσείο που (με ελάχιστες εξαιρέσεις) ήταν μέχρι τότε· η Πειραιώς έδωσε άλλη προοπτική στα θεατρικά δρώμενα του Αθηναϊκού καλοκαιριού. Επίσης, η δημοσίευση των αποτελεσμάτων ενός ελέγχου υπογείως, αποσπαματικά και πριν ολοκληρωθεί ο έλεγχος στερείται δημοσιογραφικού ήθους κατά την ταπεινή μου γνώμη.
Ως προς τις διάφορες φωνές υπέρ και κατά του Λούκου, θα έλεγα ότι πρέπει να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί και ας περιμένουμε τα επίσημα αποτελέσματα του ελέγχου – γιατί τα στοιχεία που επικαλείται η Εφημερίδα των Συντακτών είναι συγκεκριμένα αλλά χωρίς να συνοδεύονται από τη δημοσίευση κάποιου επίσημου εγγράφου, ενώ και η επιστολή του Λούκου δεν ξεκαθαρίζει πλήρως τη θέση του. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, με το πέρας του ελέγχου και τη δημοσιοποίηση των επισήμων πορισμάτων, αν αποδειχθούν τα δημοσιεύματα ο Λούκος οφείλει να παραιτηθεί, όχι ως κλέφτης αλλά ως ο υπεύθυνος για την οικονομική και καλλιτεχνική διαχείρηση του φεστιβάλ, αν δεν αποδειχθούν η εφημερίδα οφείλει μια δημόσια (και πρωτοσέλιδη) συγγνώμη στον Λούκο.
Τέλος, να προσθέσω ότι ναι μεν ο Λούκος έχει προσφέρει πολλά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να μείνει διευθυντής στο φεστιβάλ για το υπόλοιπο της ζωής του. Στα περισσότερα φεστιβάλ και άλλους ανάλογους καλλιτεχνικούς οργανισμούς ανά τον κόσμο οι διευθυντές αλλάζουν τακτικά – ακόμα και οι πιο επιτυχημένοι. Και δεν αλλάζουν με δημοσιογραφικά, οικονομικά και πολιτικά πραξικοπήματα. Απλά τελειώνει η θητεία τους και κάποιος άλλος αναλαμβάνει – χωρίς κραυγές υπέρ ή κατά του απερχόμενων, όσο επιτυχημένοι και αν ήταν.
Σας ευχαριστώ για το χώρο και συγγνώμη για την κατάχρησή του.
Φίλιππος Χάγερ